Académique Documents
Professionnel Documents
Culture Documents
ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ
Ποίηση
ΘΥΣΙΑ, 1941
ΒΗΜΑΤΑ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΚΑΜΕΝΗ ΓΗ, 1964
Η ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΚΙΜΜΕΡΙΩΝ, εκδ. «Κέδρος», 1970
ΔΙΑΓΡΑΦΕΣ, εκδ. «Δίφρος», 1972
ΑΝΕΠΙΔΟΤΑ, εκδ. «Κέδρος», 1978
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΤΩΜΕΝΟ ΦΑΝΤΑΡΟ ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑ,
εκδ. «Πύλη», 1982
Πεζογραφία
ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΠΕΘΑΝΕ ΟΡΘΙΟ, χρονικό, 1962
Ο ΑΓΡΟΣ ΤΟΥ ΚΕΡΑΜΕΩΣ, διηγήματα, 1966
Ο ΛΑΚΚΟΣ, μυθιστόρημα, εκδ. «Κέδρος», 1975
Θέατρο
ΚΛΕΙΤΤΟΣ, εκδ. I. Βασιλείου, 1961 (βραβευμένο)
Ο Κ Λ Ο Ι Ο Σ , εκδ. I. Σιδέρη, 1978
ΤΟ Κ Λ Ο Υ Β Ι , εκδ. I. Σιδέρη, 1980
Μελέτη-δοκίμιο
ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΧΑΡΑΚΤΗΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΓΩΓΗ, 1960
ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, 1964
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, εκδ. «Δίπτυχο», 1982
ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ, εκδ. «Φιλιππότη», 1983
Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ, Α΄ εκδ. 1983
Βιβλία παιδικής λογοτεχνίας
ΟΔΥΣΣΕΑΣ, εκδ. Κολλάρου - Εστίας, 1964
ΜΥΘΟΙ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΑΠ' ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΤΩΝ ΦΥΤΩΝ, εκδ. Κολλάρου
Εστίας, 1973
ΖΩΟΛΟΓΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ, εκδ. «Νικόδημος», 1981
ΤΡΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΧΑΜΕΝΑ ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ, εκδ. «Κέδρος», 1982
ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ, εκδ. «Άγκυρα», 1983
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, εκδ. «Ατλαντίς»
Ο ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ Ο ΤΑΡΖΑΝ, εκδ. «Προμηθευτική», 1964
ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ, εκδ. «Καμπάνα», 1964
ΟΜΟΡΦΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, εκδ. «Άγκυρα», 1983
ΔΙΗΝΕΚΗΣ, εκδ. «Ατλαντίς», 1975 κ.ά.
Άλλες εργασίες
ΝΕΟ ΛΕΞΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ, Ε΄ έκδοση, I. Σιδέρη, 1983
ΒΑΣΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΣΥΝΩΝΥΜΩΝ, αντιθέτων, παραγώγων, εκδ. I. Σιδέρη
1980.
ΧΑΡΗ ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΟΥ
Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Πρώτο σχεδίασμα
7
Η Ιστορία μάς πληροφορεί πως η Τέχνη και ιδιαίτερα η Λογοτε
χνία, έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σ' εποχές και ώρες κρίσιμες για τη
ζωή και την επιβίωση των κοινωνικών ομάδων. Το παράδειγμα του
Τυρταίου είναι χαρακτηριστικό. Ακόμα, είναι γνωστός ο σπουδαίος κι
αποφασιστικός ρόλος που έπαιξε το «κλέφτικο τραγούδι» στα χρόνια
της τουρκικής κυριαρχίας. Πώς εμψύχωνε το λαϊκό αγωνιστή στην
απελπισμένη πάλη του ενάντια στον τύραννο:
8
«Ελάτε, παλικάρια μου, όλοι να συναχτείτε...
«Να δείξουμε τη λεβεντιά και την παλικαριά μας».
9
«Σπάμε την άτιμη την αλυσίδα
που μας εβάραινε θανατερά.
Θέλουμε λεύτερη εμείς πατρίδα
και πανανθρώπινη τη λευτεριά!.»
«Κυριαρχία λαϊκή
κι ο νόμος να μην αδικεί..»
10
έκανε να συνειδητοποιήσουν την κατάσταση του λαού τους και τον
γκρεμό στον οποίο τα έσερναν οι κατακτητές, καθώς και το ρόλο που
θα μπορούσαν και θα έπρεπε να διαδραματίσουν στο σκληρό Αγώνα,
που ήδη είχε αρχίσει σης πόλεις και στα βουνά, θα μπορούσε να
τονώσει το ηθικό τους, να τους δώσει κουράγιο και να τα κάνει ν'
αντικρίσουν μ' αισιοδοξία το αύριο, ένα αύριο που θα ήταν έργο όλου
του μαχόμενου λαού κι αυτών των ίδιων.
Οι απανωτοί κατατρεγμοί κι οι ποινικές διώξεις όσων
αγωνίστηκαν για την απελευθέρωση της Πατρίδας, οι φυλακίσεις κι οι
εξορίες, καθώς κι οι θανατικές εκτελέσεις και δολοφονίες, όλη η
φοβερή αντι-αντιστασιακή θύελλα που ακολούθησε, έκαναν, μαζί με τ'
άλλα, να χαθούν και πολλά, τα περισσότερα, κείμενα της Παιδικής
Λογοτεχνίας, που γράφτηκαν στην περίοδο εκείνη. Άλλα έγιναν παρα
νάλωμα της φωτιάς, άλλα, θαμμένα μέσα στη γη σε ντενεκέδες ή
κιβώτια —όπως παλιότερα και τα κείμενα του Μακρυγιάννη—
ανασύρθηκαν μετά το πέρασμα της θύελλας ένας άμορφος πολτός,
άλλα φαγώθηκαν ή μισοφαγώθηκαν από σκουλήκια και τρωκτικά.
Επειτ' από μακροχρόνιες προσπάθειες, αναδιφήσεις σε αρχεία
και περισωσμένα έντυπα, εκκλήσεις κι επίμονες αναζητήσεις, κατάφε
ρα να συγκεντρώσω ένα μέρος από τα κείμενα αυτά, χωρίς και να
μπορώ να πω ότι εξαντλήθηκαν όλα τα περιθώρια της αναζήτησης κι
ότι η προσπάθεια πρέπει να σταματήσει ως εδώ. Το αντίθετο, τούτη η
εργασία μου θα πρέπει να αποτελέσει ένα ερέθισμα για παραπέρα
συγκέντρωση του χαμένου υλικού της Παιδικής Λογοτεχνίας στην
Αντίσταση, που είμαστε βέβαιοι πως είναι πλούσιο και παρουσιάζει
αρκετά μεγάλο ενδιαφέρον.
Παραδίδω το υλικό που έχω συγκεντρώσει στη νέα γενιά, στα
τωρινά Ελληνόπουλα και σ' αυτά που θα 'ρθουν, για να ζήσουν μαζί μ'
εκείνα τα παιδιά, του 1941-44, τις μεγάλες στιγμές του Αγώνα του
λαού μας ενάντια στη φασιστική βία. Το παραδίδω στους δασκάλους
μας και σε όσους μεγαλώνουν και διαπαιδαγωγούν παιδιά ή νέους, με
την ελπίδα πως θα βοηθήσουν να μεταδοθούν τα βιώματα της
ηρωικής, της μοναδικής εκείνης περιόδου και στις νεότερες γενιές, για
να δουν και να μάθουν πώς αποχτιέται η χιλιάκριβη η λευτεριά. Το
παραδίδω στους φιλόλογους και τους μελετητές της νεοελληνικής
Γραμματείας μας, που θα βρουν και θα διακρίνουν, είμαι βέβαιος,
μέσα σ' αυτό τη μυστηριακή και δυσδιάκριτη εκείνη επενέργεια, που
11
από το πυρακτωμένο ολικό του πάθους του σκλάβου και του καταπιε
ζόμενου πλάθει και δημιουργεί τα μικρά ή μεγάλα έργα τέχνης. Τα
έργα που αποτελούν ένα σώμα με την πραγματικότητα, με τις μικρότη
τες ή τις μεγαλοσύνες της, τις πτώσεις ή τις εξάρσεις κι απογειώσεις
της, και που στοιχειοθετούν, σε τελευταία ανάλυση, το μεγαλείο του
ανθρώπου.
Όσοι μ' οποιοδήποτε τρόπο βοήθησαν στην ανεύρεση και συγκέ
ντρωση του υλικού αυτού του βιβλίου ας έχουν την ικανοποίηση πως
πρόσφεραν μέγιστη υπηρεσία στην αναστήλωση της ιστορικής μνήμης
του Αγώνα της Εθνικής Αντίστασης, στη διατήρηση και παράδοση της
στις νεότερες γενιές. Κι είναι τούτη η προσφορά ανεκτίμητη, αν
σκεφτεί κανένας πως τα κείμενα αυτά κινδύνευαν να χαθούν για
πάντα. Και θα ήταν τούτο μια επιπλέον αδικία σ' έναν Αγώνα, που
τόσο αγνοήθηκε, χτυπήθηκε και κατασυκοφαντήθηκε. Θα ήταν μια
έλλειψη, ένα όπλο λιγότερο στον Αγώνα εκείνον, που συνεχίζεται και
θα συνεχίζεται όσο ο άνθρωπος δε νιώσει τον εαυτό του αληθινά
ελεύθερο, μέσα σ' έναν κόσμο απαλλαγμένο από τη βία και το άγχος
του φόβου και της, πυρηνικής πια σήμερα, καταστροφής, από τον
εξευτελισμό και την εκμετάλλευση. Γιατί η ιστορική μνήμη κι η
ιστορική αλήθεια βοηθούνε το άτομο να δει πιο καθαρά την προβλη
ματική του και το ρόλο του μες στη διαπάλη των ιδεών και να
παλέψει πιο σταθερά κι αποφασιστικά για ένα καλύτερο αύριο.
12
Η παιδική λογοτεχνία
στην Αντίσταση
13
Τούτα τα αναγνώσματα ήταν και τα μόνα που είχαν στη
διάθεση τους τα Ελληνόπουλα την περίοδο αυτή. Ωστόσο η
πλαστή αισιοδοξία, που έντεχνα τα αναγνώσματα αυτά πήγαιναν
να καλλιεργήσουν — τέσσερα και πάνω, τώρα, χρόνια —
ερχόταν σε αντίθεση με τις τραγικές συνθήκες που δημιουργήθη
καν μετά την είσοδο των φασιστικών-ναζιστικών στρατευμάτων
στη χώρα μας. Η στυγνή βία και τρομοκρατία, η πείνα και η
εξαθλίωση του λαού, που στοιχειοθέτησαν, το χειμώνα ιδιαίτερα
του 1941-42, και την «κόλαση των παιδιών», όπως αργότερα
(1946) την περιέγραψε στο ομώνυμο βιβλίο της η Λιλίκα Νάκου,
οι προδοσίες και οι ομαδικές εκτελέσεις δεν άφηναν περιθώρια
για ψευδαισθήσεις.
Ό λ α όμως αυτά, μετά τον πρώτο συγκλονισμό, αντί να
ευνοήσουν τους κατακτητές και δυνάστες, δημιούργησαν τις
προϋποθέσεις για την αντίδραση του λαού στα καταπιεστικά
μέτρα, όρθωσαν το πνεύμα ενάντια στη βία και σιγά-σιγά, με τη
βοήθεια του ΕΑΜ, έκαναν τις λαϊκές δυνάμεις να συνειδητοποιή
σουν ότι αν δε θέλουν να οδηγηθούν στον πλήρη εξανδραποδι
σμό κι αφανισμό τους, έπρεπε αμέσως να αποδοθούν σ' έναν
αγώνα για επιβίωση αρχικό και στη συνέχεια για λευτεριά όχι
πια σαν μεμονωμένα άτομα αλλά σαν σύνολο οργανωμένο στις
αντιστασιακές του οργανώσεις.
Οι πνευματικοί άνθρωποι, όσοι δεν είχαν διαβρωθεί από τη
φασιστική ιδεολογία — και υπήρξαν δυστυχώς τέτοιοι, όπως ο
κατά τα άλλα θρησκευόμενος ποιητής Τάκης Παπατσώνης, που
είχε συνταχθεί με τις ιδεολογικές-αισθητικές θέσεις του πνευματι
κού εκπροσώπου του ιταλικού φασισμού G. Gentile, Άριστος
Καμπάνης, που είχε μεταβληθεί σε διαπρύσιο κήρυκα του «τρί
του ελληνικού πολιτισμού», ο καθηγητής Ν. Λούβαρης, που
αργότερα δικάστηκε για δωσιλογισμό, ο φιλοναζιστής παιδαγω
γός Βασίλειος Τσίριμπας, που έγραψε τα βιβλία «Προς Εθνικήν
Αγωγήν», «Οι πρωτοπόροι της εθνικοσοσιαλιστικής Αγωγής»
κ.ά., ο πολιτειολόγος Δ. Βεζανής και άλλοι , — έβλεπαν πως
1
14
ένας λαός αγωνίζεται πιο θαρραλέα και πιο αποφασιστικά όταν
συνοδεύει τον αγώνα του με το τραγούδι. Και τραγούδι που να
εκφράζει την πραγματικότητα της εποχής εκείνης δεν υπήρχε.
Κυκλοφορούσαν, βέβαια, στο στόμα του λαού, σαν απόηχοι
κάποιων στιγμών πιο έντονων, στίχοι από τα τραγούδια που
γεννήθηκαν στους έξι μήνες του πολέμου στα αλβανικά βουνά,
αλλά και αυτοί έδιναν πια την αίσθηση του ασυμβίβαστου με ό,τι
επακολούθησε.
Η ζωή, φυσικά, δεν έπαψε να προχωρεί, έστω και χιλιοεμπο-
δισμένη και σακατεμένη, όπως δεν έπαψε να κυλά πλάι της και
το τραγούδι. Και, βασικά, την εποχή εκείνη θα μπορούσε κανέ
νας να διακρίνει στα τραγούδια, που με τον ένα ή τον άλλο
τρόπο δημιουργήθηκαν και κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα,
δυο τάσεις. Στη μια οι δημιουργοί της έδειχναν ότι αδιαφορούν
για το δράμα του λαού — δράμα που οι διαστάσεις του δε θα
έπρεπε ν' αφήσουν κανέναν ασυγκίνητο — και με το στόμα του
Μάρκου Βαμβακάρη και άλλων ομοτέχνων του διαλαλούσαν
πως «η δύναμη στον άνθρωπο είναι το πορτοφόλι» και παρακινού
σαν τους νέους στη «μαστούρα», στην καλοπέραση, έστω και με
την εξοντωτική για την πλειονότητα του λαού «μαύρη αγορά»,
έστω ακόμα και με τη συνεργασία με τον καταχτητή, την
προδοσία κλπ. Το πόσο αποπροσανατολιστικό ήταν αυτά τα
τραγούδια φαίνεται και από τους παρακάτω στίχους:
15
νοσοκομεία και τ' άλλα ιδρύματα και κει, χωρίς καμιάν ιδιοτέλεια
αλλά και με κίνδυνο να τους «καρφώσει» κάποιος στους κατα-
χτητές ή στα τσιράκια τους, παρουσίαζαν σύντομα ψυχαγωγικά
προγράμματα, που συνήθως τα διαποίκιλλαν με τραγούδια σκα
ρωμένα πάνω σε γνωστά δημοτικά ή ελαφρά, που όμως το
περιεχόμενο τους ήταν εντελώς αντίθετο από κείνο της ατμόσφαι
ρας των τεκέδων και του εποχικού κονφορμισμού κι άνοιγαν
κάποιους ορίζοντες ή έστω κάποιες χαραμάδες, για να φυσήξει
στα πονεμένα και καταπληγωμένα στήθια των πολύπαθων Ρω
μιών και κάποιος αέρας ελπίδας και να ξυπνήσει μέσα τους η
αγωνιστική διάθεση για λευτεριά.
Τέτοια διάθεση δεν είχε αρχίσει ακόμα να μορφοποιείται. Οι
στίχοι του ρεμπέτικου τραγουδιού:
16
«Πατάω ένα κουμπί
και βγαίνει μια χοντρή
και λέει στα παιδάκια «Νίχτς φαΐ».
Κι εσύ με το ρολό
που κλέβεις το χυλό
και φτιάχνεις παπουτσάκια με φελλό.
Θα πάω να το πω
στον Ερυθρό Σταυρό
πως είσαστε συνέταιροι κι οι δυο» κλπ.
17
προσπάθειας για τόνωση του ηθικού του λαού, για αντίσταση του
στη βία και την πολιτική επιστράτευση, για επιβίωση και αποτί
ναξη του φασιστικού ζυγού, οι αντιστασιακές οργανώσεις δε
λησμόνησαν και το παιδί. Σκέφτηκαν πως έπρεπε να κάνουν ό,τι
μπορούν, για να το προφυλάξουν από την ηθική διάβρωση και
να το κάνουν ν' αντικρίζει το αύριο μ' αισιοδοξία και
αγωνιστικότητα. Τελικά, μέσα στην αποτρεπτική αντιξοότητα
των περιστάσεων, οι προσπάθειες προς την κατεύθυνση αυτή
μορφοποιήθηκαν σε τέσσερις, βασικά, δραστηριότητες: την παιδι
κή ποίηση — και μαζί την μελοποίηση των τραγουδιών — το
παιδικό θέατρο και το κουκλοθέατρο, το παιδικό περιοδικό και το
παιδικό ανάγνωσμα. Με τα στοιχεία που μπορέσαμε να έχουμε
ως την ώρα στη διάθεση μας προσπαθήσαμε να στοιχειοθετήσου
με τη φυσιογνωμία καθεμιάς από τις παραπάνω δραστηριότητες,
με την ελπίδα ότι προσφέρουμε χρήσιμο υλικό, έστω ελλιπές και
στοιχειώδες, για τον αυριανό μελετητή της πνευματικής ζωής της
περιόδου αυτής, για το μελετητή της Παιδικής Λογοτεχνίας στα
χρόνια της Εθνικής Αντίστασης.
2. Η παιδική ποίηση
18
Κι αυτό το άλλο δεν άργησε να φτάσει. Ο Σωτήρης Σ ά κ η ς
κυκλοφορεί παράνομα, δακτυλογραφημένα ή πολυγραφημένα,
κάποια ποιήματα του, που διεκτραγωδούν το δράμα του ελληνι
κού λαού και που λίγο αργότερα, μες στην Κατοχή, συγκεντρώ
θηκαν και κυκλοφόρησαν κρυφά στις δυο ποιητικές του συλλο
γές: «Η Ελλάδα δεσμώτρια» (1943) και «Μέσα απ' τα τείχη».
Παραθέτουμε εδώ τρία από τα ποιήματα του αυτά, που,
καθώς μας βεβαιώνει ο ίδιος, αρκετά τους διαβάζονταν «σε
διάφορες κρυφές πολυπληθείς συγκεντρώσεις» τα πρώτα χρόνια
της Κατοχής:
19
ν' αρπάζουν την μπουκιά τους απ' το στόμα.
Και φτάνει να κοιμούνται και σε στρώμα!...
20
ΜΙΛΑΕΙ Η ΜΟΣΧΑ
21
Τον ίδιο καιρό ο Ασημάκης Πανσέληνος σκάρωνε σατιρικά
δίστιχα με αντιστασιακό περιεχόμενο και με τη βοήθεια της
αγωνίστριας Ηλέκτρας Αποστόλου και άλλων μελών των αντι
στασιακών οργανώσεων τα διοχέτευε στους πιτσιρίκους της
Αθήνας, που τα απάγγελλαν ή τα τραγουδούσαν, βάζοντας
δικούς τους σκοπούς, μέσα στα τραμ ή στον ηλεκτρικό σιδηρό
δρομο, δίνοντας έτσι κουράγιο και λίγο κέφι σε ενήλικους
συμπατριώτες τους κι εισπράττοντας κανένα ραλλικό χαρτονόμι
σμα για κανένα παστέλι ή λίγη μπομπότα — όπως έκανε σε
κάποιες παρόμοιες περιπτώσεις ο Β. Ουγκό, όταν κατά την
επανάσταση του 1848 μοίραζε σατιρικά δίστιχα για το Λουδοβί-
κο-Φίλιππο των Βουρβώνων στους Γαβριάδες του Παρισιού.
Αλλά σατιρικά ή, γενικά, αντιστασιακά τραγουδάκια άρχισαν
να φτιάνουν από το τέλος του 1942 κι έπειτα και τα ίδια τα
παιδιά της Αθήνας και του Πειραιά, κάποτε μόνα τους, κάποτε με
τη βοήθεια κάποιου μεγαλύτερου τους, σκαρωμένα πάνω σε
στίχους ή στο μοτίβο γνωστών τους τραγουδιών. Σύμφωνα με
τις μαρτυρίες των καλλιτεχνών Μαρούλας Ρώτα και Αγνής
Βλάχου, τέτοια τραγουδάκια αντήχησαν στην Αθήνα τα Χρι
στούγεννα και την Πρωτοχρονιά του 1942-43. Να μερικοί στίχοι
τους:
Αρχιμηνιά κι Αρχιχρονιά
κι αρχή του Γεναρίου.
Το νέος έτος έφτασε
τ' αγίου Βασιλείου.
22
Τα παιδάκια τότε, οργανωμένα στην ΕΠΟΝ ή στ' ΑΕΤΟ
ΠΟΥΛΑ, τραγουδούσαν τα κάλαντα αυτά στα σπίτια κι ένα
μεγάλο μέρος από αυτά που εισπράττανε τα έδιναν για τ' άλλα,
τα πιο φτωχά παιδιά, που νοσηλεύονταν στα νοσοκομεία ή άλλα
ιδρύματα. Βέβαια, κάπου-κάπου εισπράττανε και κανένα υβρεο
λόγιο ή κυνηγητό, μα τίποτε δεν ήταν ικανό να τα σταματήσει.
Τα κάλαντα αυτά, που έμειναν γνωστά σαν «Κάλαντα του
'42», γρήγορα διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα κι άρχισαν να τα
τραγουδούν σχεδόν όλα τα παιδιά της Αθήνας και του Πειραιά
τη χρονιά εκείνη και την επόμενη. Κάπου-κάπου, βέβαια, τρύπω
νε ανάμεσα στους στίχους η διαφορετική πολιτική τοποθέτηση
του οικογενειακού περιβάλλοντος των παιδιών και έβλεπες έτσι
το δεύτερο στίχο της δεύτερης στροφής να παραλλάζει και να
γίνεται: «απάνω απ' την Αγγλία». Κι αν τύχαινε να συναντηθούν
δυο τέτοιες, διαφορετικές, παρέες, ξελαρυγγιάζονταν η καθεμιά,
ποια να κεφαλώσει την άλλη φωνάζοντας πιο δυνατά «Ρωσία» ή
«Αγγλία». Συμφωνούσαν όμως όλοι στο τέλος κι ενώναν τις
φωνές τους στη λέξη «ελευθερία».
23
των τόνων, η εύθυμη διάθεση κι η αισιοδοξία. Χαριτωμένος ο
«Μήτρος» του:
«Φουστανελίτσα
—γεια σας, κορίτσια—
φουστανελίτσα μου κοντή
φέρμελη χρυσοκεντητή.
Κόκκινο φέσι
—λυγώ τη μέση—
κόκκινο φέσι μου στραβά
και τσαρουχάκια φουντωτά.
Έχω κι αγκλίτσα
—γεια σας, κορίτσια—
έχω κι αγκλίτσα σκαλιστή,
που μ' αγαπάει κι ας μου το ειπεί».
«Φεγγαράκι, φεγγαράκι
που κρέμεσαι στον ουρανό
πες μου και πού 'ναι πιο καλά
στον κάμπο ή στο βουνό;
Ποταμάκι, ποταμάκι
που τρέχεις όλο τον καιρό
πες μου και πού 'ναι πιο καλά
στην πόλη ή στο χωριό;
Χελιδόνι, χελιδόνι
που βλέπεις χώρες και χωριά
24
Βασίλης Ρώτας
Σοφία
Μαυροειδή - Παπαδάκη
πες μου και πού 'ναι πιο καλά
στο νότο ή στο βοριά;
Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ
Εμείς τα Αετόπουλα
χορεύουμε, γλεντάμε
και τη γλυκιά μας λευτεριά
με πόθο τραγουδάμε.
26
Refrain
Ελλάδα, Λευτεριά
πατρίδα μας γλυκιά
τιμημένη
ηρωική.
Απόγονοι ηρωικοί
εμείς του Εικοσιένα
φόβο δεν νιώθουμε ποτέ
μες στην ψυχή κανένα.
Refrain
Ελλάδα, Λευτεριά.... κλπ.
27
Βαρβαρομαζώματα πάτησαν —αλιά!—
τα ιερά μας χώματα. Βόλι στα σκυλιά!
Θα τους κυνηγήσουμε σαν τα παγανά
τρέχοντας — θυμήσου με — πάνω στα βουνά.
Θ' ανατείλουν τότενες πάλι — τραλαλά
μέρες ολοφώτεινες, γέλια και χαρά.
Μήτε στο κεφάλι μας θα 'ναι αφέντες πλια
κι ούτε θα 'χουμε άλλη μας έγνοια απ' τη δουλειά.
Με τραγούδια ανείπωτα κράξτε στα χωριά
πως δεν είναι τίποτα σαν τη λευτεριά/
28
μια πλάση ονειρευτή, μια πλάση νέα
τα μπράτσα μας να χτίσουν τα γερά.
Είμαστε Αετόπουλα
μ' ατρόμητη καρδιά
χαρούμενα Ελληνόπουλα
και του λαού παιδιά.
29
Στον Αγώνα
θεριέψαμε κι εμείς
γινήκαμε της λευτεριάς
φρουροί και της τιμής.
30
Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ
Refrain
Και ο ήλιος θε να λάμπει
σα μεγάλος αδερφός
θα γιορτάζουν όλοι οι κάμποι
μες στα πλούτη και στο φως.
31
Όπου 'ναι βράχια
θα βγαίνουν στάχυα
και τα ποτάμια μ' ορμή θα κυλούν.
32
Ο τελευταίος στίχος, για την, τότε, επικαιρότητα του και τα
συμπυκνωμένα του νοήματα, είχε μπει σα μότο σ' ένα από τα
φύλλα της «Νέας Γενιάς», του αγωνιστικού περιοδικού της
ΕΠΟΝ, πάνω από τον τίτλο του περιοδικού.
Αν όμως οι παραπάνω στίχοι απευθύνονταν, γενικό, σε
μεγάλους, με το παρακάτω ποίημα ο XX θέλησε να εκφράσει τα
βιώματα των παιδιών της περιόδου εκείνης:
ΤΟ ΑΕΤΟΠΟΥΛΟ
Εΐμ' εγώ Αετόπουλο
πεταχτό, γοργό
άφοβο Ελληνόπουλο
κι όλο γελαστό.
Τουφεκάκι ξύλινο
κοφτερό σπαθί
ποιος φασίστας να το δει
να μη φοβηθεί!
Ανταρτάκι αδείλιαστο
στον ΕΛΑΣ κοντά
τους φασίστες πολεμώ
πάντα θαρρετά.
ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ
Γ άρματα, τ' άρματα δώσ' μου, πατέρα!
Για κοίτα! Φούντωσε η μάχη εκεί πέρα.
33
Μαύρισε ο κάμπος φουσάτα κι η γη
σειέται απ' των όπλων την άγρια κλαγγή.
34
Τον λαβωμένο ξενυχτάς
γλυκιά αδερφή του Αγώνα
και πότε τ' άρματα φοράς
Σουλιώτισσας εγγόνα.
35
και το πρώτο παλικάρι
όλοι το φωνάζουν Άρη.
Κυριαρχία λαϊκή
κι ο νόμος να μην αδικεί
θέλουνε να βάλουν τάξη
η ψευτιά, η κλεψιά να πάψει.
ΤΟΥ ΛΑΜΠΗ
— Να ζήσετε, καλά παιδιά, καλά μου σκολιαρούδια,
σαν τι καλά μαθαίνετε κει στο σκολειό που πάτε;
— Μαθαίνουμε για πόλεμο, γι' αφέντες και για σκλάβους
πώς να σταθούμε φρόνιμα, πολύ ταπεινωμένα.
36
Κι ο Λάμπης της Μαλίδαινας δε λέει να ταπεινώσει
μον' το σπαθάκι του τροχά και σφάζει παπαρούνες.
Απ' τα μαλλιά τον άδραξε, στα πόδια τόνε σέρνει.
— Δείρε με, γερο-δάσκαλε, κι όσο κι αν θέλεις βάρα.
Ταχιά αμολιέμαι στη Βροντού, σμίγω με τους αντάρτες!...
37
θητικό εργάτη του λόγου Γιώργο Κοτζιούλα. Πολεμώντας ο
εξαίρετος αυτός πνευματικός άνθρωπος κι αγωνιστής στην αρχή
πλάι στον Άρη Βελουχιώτη κι αργότερα στην VIII Μεραρχία
του ΕΛΑΣ, κλήθηκε απ' το διοικητή της, τον υποστράτηγο Γ.
Αυγερόπουλο, να οργανώσει ένα θεατρικό θίασο και να μεταδώ
σει στην Ελεύθερη Ελλάδα και στους μαχητές του ΕΛΑΣ τα
μηνύματα του Αγώνα μέσ' απ' την τέχνη της επαναστατικής
θυμέλης .6
38
Αφίσες
του Ιταλού ζωγράφου
Μάριο Μιλάνι
στη «φωλιά» των Αετόπουλων
στο Καρπενήσι
40
αντιστασιακών αγωνιστών, για να μπορούν να ξεπερνούν την
καθαρά προσωπική ανάγκη να επιβιώσουν και να τρέχουν να
δίνουν χαρά στα κατάχλομα παιδάκια και στους άρρωστους
συνανθρώπους τους.
Τον ίδιο καιρό εντάσσεται στην αντιστασιακή οργάνωση
Ε.Π.Ο.Ν. και με τη βοήθεια μαθητών των Δραματικών Σχολών,
όπως της Άννας Ξένου, της Άλκης Ζέη, των αδελφών Σμπα-
ρούνη, της Δέσποινας και του Γιώργη Σεβαστίκογλου, του
Γιάννη Κύρου και άλλων και, σε συνεργασία με το Β. Ρώτα,
δίνουν παραστάσεις σε διάφορες συνοικίες της Αθήνας, κυρίως
σε νοσοκομεία και παιδικούς σταθμούς. Ένα από τα κυριότερα
έργα των παραστάσεων αυτών ήταν «Το πιάνο» του Β. Ρώτα,
γραμμένο την εποχή αυτή κι εμπνευσμένο από τη φοβερή τραγω
δία της πείνας, που ήταν δυνατό να φέρει στο φως κωμικοτραγι
κά επεισόδια και καταστάσεις.
Τρεις είναι οι ήρωες του έργου αυτού: ο Σπουργίτης κι ο
Γαρδέλης, δυο αλητόπαιδα της Αθήνας, που πασκίζουν να
μερώσουν την πείνα τους με κουτοπονηριές, κι ο Μπαρμπαγιώρ-
γος, ο χοντροφτιαγμένος κι αδιάφορος για όλα τσέλιγκας, που,
έχοντας ξιπαστεί γιατί τα τυροκομικά κλπ. προϊόντα του έχουν
πάρει τ' αψηλού, νομίζει πως μπορεί ν' αγοράσει μ' αυτά όλο τον
κόσμο. Η συνάντηση κι η σύγκρουση τους καταλήγει σε φιάσκο,
που φέρνει τα γέλια των θεατών, έτσι μάλιστα καθώς όλα είναι
διανθισμένα με άφθονο λαϊκό καλαμπούρι, από κείνο που ξέρει
πολύ εύστοχα ο Ρώτας να μεταχειρίζεται.
Στις αρχές του 1943 ο Νίκος Ακίλογλου, μαζί με το
Γεράσιμο Σταύρου, αδερφό του μαριονετίστα Μάριου Σταυρολαί-
μη, βγαίνουν στην Ελεύθερη Ελλάδα.
Όταν έφτασε στο Καρπενήσι, οργάνωσε μαζί με το Γ.
Σταύρου, την Αλέκα Μυριαλή και την Άννα Ξένου ένα πραγμα
τικά υποδειγματικό κουκλοθέατρο με δυο κουκλοθιάσους. Στο
μεταξύ οι δυο τους δημιούργησαν δυο νέους κουκλοθεατρικούς
τύπους: το Γαρίδα, τύπο παιδιού πανέξυπνου, επινοητικού και
τολμητία, και το Χάνο, τύπο δειλό και σχετικά κουτούτσικο. Ο Γ.
Σταύρου έχει σκαρώσει στο μεταξύ ένα νέο κουκλοθεατρικό έργο
για τρία πρόσωπα — κούκλες (Μπαρμπαγιώργο, Γαρίδα και Χάνο),
41
την «Τσαρουχοναυμαχία». Βγαίνει ο Γαρίδας στη σκηνή και
τραγουδά:
Θα γίνω καπετάνιος
θα φτιάσω ομάδα
κι αμέσως η Ελλάδα
θα λευτερωθεί.
Εχθρούς θα σκοτώσω
και σαν μεγαλώσω
ο καπετάν Γαρίδας
θε να δοξαστεί...
42
για άγκυρα. Ο ίδιος μπαίνει μέσα σ' ένα βαρέλι και κολυμπά να
τους φτάσει. Εκείνοι περνούν το βαρέλι για ιταλικό υποβρύχιο κι
αρχίζει η «Τσαρουχοναυμαχία». Το έργο είναι γεμάτο ευρήματα
και πολύ κέφι. Έτσι, δίνουν στο Καρπενήσι την πρώτη παράστα
ση κουκλοθέατρου στο εξοχικό κέντρο «Νεράιδα», που η ΕΠΟΝ
το είχε μετατρέψει σε «Παιδική Φωλιά». Ο ενθουσιασμός των
παιδιών — αλλά και των μεγάλων που παρακολούθησαν την
παράσταση — ήταν αφάνταστος. Αργότερα, εκτός από τις τακτι
κές παραστάσεις στο Καρπενήσι, οι δυο κουκλοθίασοι περιο
δεύουν σ' όλη σχεδόν τη Στερεά Ελλάδα, απ' το Δομοκό ως το
Ξηρόμερο, και δίνουν παραστάσεις για τα παιδιά των χωριών της
Ελεύθερης Ελλάδας. Από τα μέσα του 1944 ο κουκλοθίασος της
Αλέκας Μυριαλή πήγε να δώσει παραστάσεις στην Ήπειρο.
Πολύτιμος βοηθός και κουκλοπαίχτης στάθηκε ο δωδεκά
χρονος τότε Νίκος Παλαμιώτης, από τους Κομποτάδες Λαμίας.
Το παιδί αυτό, με τον πηγαίο ενθουσιασμό, το κέφι και το μπρίο
του, ξεσήκωνε τ' Αετόπουλα όπου πήγαινε.
Ο Θίασος όμως χρειάζεται όλο και νέα έργα. Και για τούτο
η ΕΠΟΝ καλεί στο Καρπενήσι το Χάρη Σακελλαρίου, που βοηθά
σ' αυτή την προσπάθεια, γράφοντας μια σειρά από κουκλοθεατρι-
κά έργα, όπως: «Ο Χάνος γιατρός», «Ένας μάγος με πατέντα»,
«Ο Μουσολίνι μάγερας», «Η ζούγκλα του κήπου», «Ο κουνου-
ποσκοτώνης» και άλλα.
Το κουκλοθέατρο όμως θέλει τραγούδι, πολύ τραγούδι. Κι οι
δυο συγγραφείς δεν παύουν να σκαρώνουν στίχους, που άλλοι
τους τραγουδιούνται πάνω σε γνωστά μοτίβα κι άλλους τους
μελοποιεί με μεγάλη πάντα επιτυχία ο μουσουργός Αλέκος
Ξένος.
Στις αρχές του καλοκαιριού του 1944 ο Ν. Ακίλογλου
περνά από το Ερημόκαστρο, τις αρχαίες Θεσπιές, της Βοιωτίας,
όπου λειτουργούσε, με οργανωτική φροντίδα του ΕΑΜ, ένα
Παιδαγωγικό Φροντιστήριο για νέους δασκάλους, κι εκεί δίδαξε
ελεύθερο σχέδιο κι οργάνωση πολιτιστικών και ψυχαγωγικών
εκδηλώσεων μέσα στο σχολείο.
Η δραστηριότητα του θιάσου συνεχίζεται και μετά την
απελευθέρωση, ως τα μέσα του 1946.
43
Στην Αθήνα ο Γεράσιμος Σταύρου γράφει ανάμεσα στα
χρόνια 1951-1958 το παιδικό θεατρικό έργο «Τηλέμαχος, ο γιος
του Οδυσσέα» και τα έργα για μαριονέτες:«0 καπετάν Φασα
ρίας», «Το χρυσό κλειδί» (θεατρική διασκευή από το ομώνυμο
παραμύθι του Αλ. Τολστόι), «Ταξίδι στο φεγγάρι», «Ο Δάμων κι
ο Φιντίας» και «Ο γύρος του κόσμου» . 7
44
κατέληγε σε λύσεις τραγικές. Στη διάρκεια της δικτατορίας της
4ης Αυγούστου κατάφεραν να επιζήσουν δυο-τρία τέτοια περιοδι
κά, όπως «Η Διάπλασις των Παίδων», αλλά αφού πρώτα έδωσαν
δείγματα πίστης στο νέο καθεστώς. Έτσι, στο τεύχος
52/28-11-1936 βλέπομε τον Γρ. Ξενόπουλο υπογράφοντα με το
ψευδώνυμο Φαίδων, να εγκωμιάζει τη φασιστική Εθνική Οργά
νωση Νεολαίας, γιατί δήθεν αυτή έγινε ο θεματοφύλακας των
ιδανικών: Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια, και να καλεί τους
νέους «να είναι νομοταγείς» και «ν' αντικρούουν τις αθεϊστικές,
τις αντιθρησκευτικές, τις αντιπατριωτικές, τις αντικοινωνικές
ιδέες που άκουαν». Στο τεύχος 36/7-8-1937 με ύφος... πατρικό
συμβουλεύει τα «Διαπλασόπουλα» ν' ακολουθούν την 4η Αυ
γούστου και τον Αρχηγό Ι. Μεταξά, που «μόνος του, χωρίς
βουλές και γερουσίες, σύμφωνος μόνο με το Βασιλέα και το
στρατό» έκαμε «κράτος με δύναμη», σταμάτησε τη νεολαία απ'
τον κατήφορο, την έσωσε από «το βάραθρο» και την έκανε «να
πάρει τον ανήφορο του γυρισμού» στις «αιώνιες αξίες». Το ίδιο
και στο τεύχος 36/3-8-1940, και στο τεύχος 1/7-12-1940, όπου
διακηρύσσει ότι «με το Μεταξά είμαστε ελεύθεροι, πιο ελεύθεροι
παρά ποτέ!», αλλά και στο τεύχος 10/8-2-1941, όπου νεκρολο-
γώντας τον αποφαίνεται πως «ήταν ο πιο μεγάλος, ο πιο εμπνευ
σμένος, ο πιο φωτισμένος Αρχηγός που γνώρισε ποτέ η Ελλά
δα», που εργάστηκε για την αναγέννηση του Εθνους και τη
δημιουργία του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού». Δε μιλάμε για
τον φιλοτεταρτοαυγουστιανό «Παιδικό Αστέρα» ούτε ακόμα για
την περίφημη «Εθνική Νεολαία», το περιοδικό της φασιστικής
νεολαίας της 4ης Αυγούστου, που είχε κατάντησα ένα καθαρό
υμνολόγιο στο «Μεγάλο Αρχηγό» κι ένα μηχάνημα πλύσης
εγκεφάλου των νέων της Ελλάδας. Η κατοχή τα σάρωσε όλα
τούτα το ένα μετά το άλλο και δεν έμειναν πια παρά τα ημερήσια
έντυπα, όσα άφηνε να κυκλοφορούν η λογοκρισία των κατα
κτητών, που συνέχισε τη λογοκρισία της 4ης Αυγούστου και με
τα ίδια σχεδόν πρόσωπα... λόγω ειδικότητας.
μας», που και οι καθηγητές του ακόμα, μ' όλο το σκαμπρόζικο τον θέματος του,
το βρήκαν πολύ καλό.
45
Κι ωστόσο οι αντιστασιακές οργανώσεις της εποχής, και
κυρίως η ΕΠΟΝ, είδαν από τις πρώτες κιόλας μέρες της συγκρό
τησης τους πόσο σπουδαίας σημασίας είναι η κατά διαστήματα
επαφή τους με τον κόσμο των παιδιών μ' ένα όργανο, που θα
μπορούσε να εκφράζει τα προβλήματα και τις ανησυχίες τους,
που θα τα ψυχαγωγεί, θα τα αποτοξινώνει από το δηλητήριο του
φασισμού και θα τα καθοδηγεί στο δρόμο της Εθνικής Αντίστα
σης.
Η πρώτη προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή έγινε από
το Τμήμα Μόρφωσης — Διαφωτισμού του Κεντρικού Συμβουλίου
της ΕΠΟΝ, με την έκδοση του περιοδικού «Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΟ»,
που το επιμελήθηκε ο Επονίτης Πέτρος Γρανίτης (ψευδώνυμο,
βέβαια, δεν ξέρω ποιου Επονίτη). Το τεύχος — ίσως το πρώτο,
— στο οποίο αναφέρομαι, έχει τον υπότιτλο «Ο ΚΑΛΟΣ ΜΑ
ΘΗΤΗΣ» κι αποτελείται από έναν πρόλογο, έναν επίλογο και 32
ποιηματάκια, που το καθένα τους πιάνει μια πολυγραφημένη
σελίδα. Κάθε ποίημα συνοδεύεται και από το ανάλογο σκίτσο.
Όπως δείχνει κι ο υπότιτλος του, το περιοδικό θέλει να
δώσει στο τεύχος του αυτό, το πρότυπο του καλού μαθητή, του
υποδειγματικού Αετόπουλου. Γράφει ο συντάκτης του περιοδι
κού στον «Πρόλογο» του:
46
Το εξώφυλλο του περιοδικού «Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ»
«Γιοφύρι θες να χτίσεις
τ' αστέρια να ξετάζεις στον αιθέρα
με καρδιά να τολμάς
μηχανές να οδηγάς
στη στεριά, στον αγέρα;
Ε, τότε στο σχολειό να μη χαζεύεις
και θέληση να δείχνεις περισσή
για μάθηση, δουλειά και προκοπή».
Και συνεχίζει έτσι ως το τέλος, όπου παραθέτει κι ένα
ανεξάρτητο ποίημα του Π. Γρανίτη με τίτλο «Η βάρκα». Δεν
έχουμε υπόψη μας τα άλλα τεύχη κι ούτε ξέρουμε πόσα εκδόθη
καν. Μα απ' αυτό που έχουμε στα χέρια μας διαπιστώνουμε πως
είναι φανερή σ' αυτό η διδακτική πρόθεση του περιοδικού και δε
νομίζουμε πως ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις ενός τέτοιου
είδους εντύπου — εκτός, βέβαια, από τα ωραία, απλά, γελοιογρα-
φικά σκίτσα του.
Εντελώς διαφορετικό και σε άλλο επίπεδο ποιότητας είναι
συνταγμένο το περιοδικό «Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ», όργανο τούτο της
Επιτροπής Μόρφωσης και Διαφώτισης του Συμβουλίου Περιο
χής Στερεάς Ελλάδας της ΕΠΟΝ. Οι συντάκτες του είναι, καθώς
φαίνεται, όχι μόνο γνώστες της δομής ενός παιδικού περιοδικού
αλλά και κάτοχοι των μυστικών της παιδικής ψυχής.
Το πρώτο φύλλο του περιοδικού βγήκε το Δεκέμβρη του
1943 κι είναι όλο-όλο 12 σελίδες γραμμένες με το χέρι και
πολυγραφημένες στον εκτογράφο (γλυκερίνης). Από το δεύτερο,
που βγήκε την Πρωτοχρονιά του 1944, έχουμε και πολυτέλειες.
Το περιοδικό βγαίνει στον πολύγραφο, για να συνεχίσει την
κυκλοφορία του ως τον Οκτώβρη του 1944.
Στα δυο πρώτα τεύχη, που έχουν περισωθεί κι έχουμε
υπόψη μας, διαβάζουμε επίκαιρα άρθρα, διηγήματα, όπως «Ο
μικρός αντάρτης» και «Το τουφέκι του Πετρή», ποιήματα, παρα
μύθια, ανέκδοτα της εποχής, παιγνίδια, εγκυκλοπαιδικές γνώσεις,
στήλη αλληλογραφίας, ακόμα και διαγωνισμούς, όπως εκείνον:
«Ποιος θα γράψει την καλύτερη ιστορία για τις παλικαριές των
Αετόπουλων», με έπαθλα «όμορφα ξύλινα τουφέκια και σπαθιά».
48
Το περιοδικό, φιλοτεχνημένο στην αρχή με σκίτσα του ίδιου
του Ν. Ακίλογλου κι αργότερα του γελοιογράφου Μίνου Αργυ
ράκη, ήταν, για την εποχή του και με την πενιχρότητα των
μέσων που η Οργάνωση διέθετε, εντυπωσιακό και καλόδεχτο από
τα παιδιά. Ήταν περιοδικό ζωντανό, με ύλη ευχάριστη κι επαγω
γική και πετύχαινε τους αντικειμενικούς του στόχους. Απ' τη
συγγραφική του ομάδα δεν έλειπε ο Γερ. Σταύρου, ο Αλέξης
Μυριαλής κι αργότερα ο Χάρης Σακελλαρίου, ο Φώτης Φωτει
νός κι άλλοι.
Δίνουμε εδώ, δειγματοληπτικά, μερικά από τα ποιητικά και
πεζά κείμενα των δυο πρώτων τευχών:
Προσοχή, παρακαλώ!
Πρώτα με τ' αριστερό
ο βηματισμός αρχίζει
και κανείς μην τα σαστίζει.
Ένα-δύο, ένα-δυο
ένα-δύο, ένα-δυο!
Άντε, Αετόπουλα μας
δείξετε τη λεβεντιά μας!
Να τινάζεστε ψηλά
με πηδήματα τρελά.
49
Φτάσετε τον ουρανό μας
και τον ήλιο το λαμπρό μας.
Προσοχή, παρακαλώ!
Πρώτα με τ' αριστερό
ο βηματισμός αρχίζει
και κανείς μην τα σαστίζει!
Τέλειωσε η Γυμναστική
γίναμε όλοι δυνατοί
κι έχουμε χαρά μεγάλη.
Αύριο θα 'ρθούμε πάλι!
(Αριθ. τεύχους I)
50
Τ' Αετόπουλα χορεύουν.
Τρέχουν πάνω στο βουνό
χιόνι μπόλικο μαζεύουν
κι όλα τώρα μαστορεύουν
έναν άνθρωπο να φτιάξουν
άνθρωπο αληθινό.
Ο ΜΙΚΡΟΣ ΑΝΤΑΡΤΗΣ
Τι μεγάλη φασαρία που γινότανε στο χωριό! Ο Κωστάκης
ήταν, λέει, ανεβασμένος στο μαντρότοιχο του σχολείου και με την
καραμούζα του χτυπούσε προσκλητήριο. Φούσκωνε τα μάγουλα
του, κοκκίνιζε και φαινότανε πολύ χαρούμενος. Ξημέρωνε κείνη
την ώρα, τα σπιτάκια του χωριού μας μοιάζανε σα να 'τανε
γυάλινα. Και το μεγάλο αντικρινό βουνό με τα έλατα γινότανε
51
χρυσαφένιο και μας χαιρετούσε. Ο ήλιος έβγαινε θαρρείς πολύ
κοντά μας, να 'πλωνες λιγάκι το χέρι σου, θα τον άγγιζες.
Ξυπνήσανε λοιπόν όλα τα παιδιά με το προσκλητήριο του
Κωστάκη και τρέχανε στο σχολείο. Κρατούσανε τα ξύλινα ντουφε-
κάκια τους και φορούσανε το δίκοχο, που 'γραφε μπροστά με τόσα
γράμματα: «ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ—ΕΠΟΝ».
Μαζευτήκανε όλα στην αυλή, μπήκανε σε τριάδες, αγόρια και
κορίτσια. Βέβαια, είχανε έρθει και τα κορίτσια μαζί τους με
ντουφέκια και κείνα και φισεκλίκια. Α, τι ωραία, να τα 'βλεπες να
λάμπουνε τα πρόσωπα τους μέσα στο πρωινό!...
Μιλούσε ο Νίκος, ο στρατιωτικός μας καθοδηγητής. Έχουμε
κι εμείς τέτοιονε. Φοράει πάντα ένα κόκκινο φέσι, που του χάρισε
ο παππούς του.
—Συναγωνιστές και συναγωνίστριες! είπε. Έρχονται καταδώ-
θε οι Γερμανοί, να μας κάψουνε τα σπίτια μας. Επειδή οι μεγάλοι
αντάρτες λείπουνε, έχουν πάει να δώσουν αλλού μάχη, θα πολεμή
σουμε εμείς στη θέση τους...
— Ζήτω!... Ζήτω!... φωνάξανε όλοι. Και ξεκίνησαν.
Τραγουδούσανε τον ύμνο των Αετόπουλων και κουνούσανε τα
ντουφέκια τους στον αέρα. Οι μανάδες τους βγήκανε στα παράθυρα
και στις πόρτες και χειροκροτούσανε.
—Στο καλό, παιδιά μας!... λέγανε.
Μια σκούπιζε τα μάτια της με το μαντίλι σα να 'κλαιγε. Ήταν
η μάνα του Λευτέρη, που τώρα βρισκότανε στο κρεβάτι, άρρωστος
βαριά.
Η βουή και τα τραγούδια είχαν φουντώσει. Τότε ο Λευτέρης
ξύπνησε, πετάχτηκε όρθιος κι έτρεξε να πάρει το ντουφέκι του.
«Πώς το 'παθα και δεν ξύπνησα τόση ώρα; αναρωτήθηκε. Κι αν
δεν τους προλάβω; Αν έχουν φύγει μακριά και μείνω στο χωριό
μονάχος μου; Ενας μικρός αντάρτης στο χωριό κι οι άλλοι να
πολεμούνε!...» Εσφιγγε τα χείλη του απ' την ντροπή.
Μόλις έκανε όμως να φύγει, να 'σου μπροστά του η μάνα του.
— Ε, που τρέχεις πρωί-πρωί; Τι έπαθες; του φωνάζει.
— Τρέχω να προλάβω τους μικρούς αντάρτες, που πάνε για
τη μάχη!
— Μπα, σε καλό σου! Ονειρεύεσαι, καλέ; Ακόμα είν' έξι η
52
Ο Ν. Ακίλογλου
με τον Μάριο Μιλάνι
μοντάρουν ένα φύλλο
«Εφημερίδας του Τοίχου»
54
γράμματα, βέβαια, ευανάγνωστα, κατά το δυνατό καλλιγραφικά,
κι ήταν συνήθως εβδομαδιαία. Κρεμιόταν ή τοποθετούνταν στον
τοίχο, σε μέρη κατά κανόνα πολυσύχναστα, όπως σε παιδικές
χαρές ή κέντρα νεότητας, στην πρόσοψη σχολείων κλπ.
Περιείχε το κύριο άρθρο, που εξέφραζε τη γενικότερη
αγωνιστική ή πολιτιστική γραμμή της εβδομάδας, ειδήσεις, ρε
πορτάζ, ιστορίες, ποιήματα, επίκαιρο χιούμορ, ανέκδοτα, παιγνί
δια κλπ. Διαποικιλλόταν επίσης με σκίτσα, συνήθως γελοιογρα-
φικά, με φωτογραφίες από τα καυτά γεγονότα της εβδομάδας,
σχέδια των Αετόπουλων ή των Επονιτών κι άλλα διακοσμητικά
ιχνογραφήματα. Γενικά, ήταν κάτι φτιαγμένο πάντα με αρκετή
καλαισθησία.
Τέτοια εφημερίδα πρωτοσκαρώθηκε στο Καρπενήσι και φι
γουράριζε στη φωλιά των Αετόπουλων, στο κέντρο «Νεράιδα».
Αργότερα οι Επονίτες σκάρωναν παρόμοιες και σε άλλες πόλεις
της Ελεύθερης Ελλάδας.
55
κά)». Ήταν φοβερές οι ελλείψεις όχι μόνο των σχολείων της
υπαίθρου αλλά και των αστικών κέντρων σε διδακτικό προσωπι
κό, έτσι που η λειτουργία τους να είναι προβληματική. Και με
την απόφαση της αυτή η ΠΕΕΑ πήγαινε να καλύψει, όσο ήταν
μπορετό, τα κενά αυτά, επανανδρώνοντας τα σχολεία, πρώτιστα της
Ελεύθερης Ελλάδας, με νέους δασκάλους.
Πέρ' απ' την άλλη εργασία τους, τα δυο Φροντιστήρια στη
διάρκεια της λειτουργίας τους άρχισαν να επεξεργάζονται και να
καταρτίζουν, με τη συνεργασία και των σπουδαστών, από ένα
αναγνωστικό του Δημοτικού. Είχε γίνει εξόφθαλμη πια η ανάγκη
για τη συγγραφή των αναγνωστικών αυτών. Τα παιδιά των
σχολείων της σκλαβωμένης αλλά και της Ελεύθερης Ελλάδας
δεν είχαν άλλα βιβλία έξω από κείνα της 4ης Αυγούστου, με τη
γνωστή συνθηματολογία και φασιστική προπαγάνδα. Κι όλοι το
'βλεπαν πως η καινούργια πραγματικότητα, που είχε προκόψει
μέσα απ' τον ένοπλο αγώνα του λαού μας, έτσι μάλιστα καθώς
βιωνόταν κάθε μέρα απ' τα παιδιά, ήταν απαραίτητο να εκφράζε
ται και μέσα στα βιβλία τους.
Έτσι, στη διάρκεια της λειτουργίας των δυο Φροντιστηρίων
άρχισε να συγκεντρώνεται το κατάλληλο υλικό και να επεξεργά
ζεται από επιτροπές, που ορίστηκαν από τη διεύθυνση του κάθε
Φροντιστηρίου. Δεν ξέρω τη σύνθεση της επιτροπής του Παιδα
γωγικού Φροντιστηρίου Τύρνας. Οπωσδήποτε στη συντακτική
επιτροπή θα μετείχε η Ρόζα Ιμβριώτη. Η συντακτική επιτροπή
για το αναγνωστικό του Φροντιστηρίου Καρπενησιού-Τροβάτου
απαρτίστηκε από το Μιχ. Παπαμαύρο, ως πρόεδρο, και τους:
Γιώργο Μυρισιώτη, δάσκαλο που δίδασκε πρακτικές ασκήσεις
στους σπουδαστές του Φροντιστηρίου, και Χάρη Σακελλαρίου,
σπουδαστή τότε του Φροντιστηρίου.
Λίγο μετά τη λήξη της λειτουργίας τους και τα δυο Φροντι
στήρια είχαν κιόλας έτοιμα τα αναγνωστικά τους. Η Ρόζα
Ιμβριώτη το αναγνωστικό για τις τάξεις Γ΄ και Δ΄ του Δημοτι
κού, που εκδόθηκε με τίτλο «Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ», και ο Μιχ.
Παπαμαύρος το αναγνωστικό για τις τάξεις Ε΄ και ΣΤ΄ του
Δημοτικού με τίτλο «ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ».
Και τα δυο περιέχουν ύλη τόσο απ' την πνευματική μας
56
παράδοση, όσο και από την πραγματικότητα της εποχής, όπως
είχε διαμορφωθεί μετά την εισβολή των φασιστικών στρατευμά
των στη χώρα μας. Βρίσκουμε σ' αυτά κείμενα του Διον.
Σολωμού, του Γιάννη Βλαχογιάννη, του Κωστή Παλαμά, του Κ.
Κρυστάλλη, του I. Πολέμη, του Στεφ. Μαρτζώκη, όπως και
άλλων επώνυμων ή και ανώνυμων συγγραφέων, βγαλμένα τούτα
τα τελευταία μέσ' απ' τη φωτιά του απελευθερωτικού Αγώνα και
την πικρή εμπειρία της Κατοχής. Έτσι, συναντούμε σ' αυτά
κείμενα του Γ. Κοτζιούλα, του Γερ. Σταύρου, του Α. Σπήλιου,
του ίδιου του Μ. Παπαμαύρου, καθώς και του Γ. Μυρισιώτη και
του Χάρη Σακελλαρίου.
Θεματολογικά τα δυο αναγνωστικά αγκαλιάζουν σχεδόν
όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας και της
κοινωνικής ζωής στην Ελεύθερη Ελλάδα και κυρίως εκείνους
που είναι δυνατό να ενδιαφέρουν και να συγκινούν το παιδί,
όπως ο «τηλεβόας», οι μάχες των ανταρτών του ΕΛΑΣ, η
κίνηση και η ζωή των Αετόπουλων, οι διάφορες εκδηλώσεις της
Λαϊκής Αυτοδιοίκησης, της Εθνικής Αλληλεγγύης, της ΕΠΟΝ
κ.ά. Η βελτίωση των συνθηκών της ζωής του χωριού ήταν μέσα
στα πλαίσια της γενικής προσπάθειας και δεν ήταν δυνατό να
λείπει από τέτοιου είδους αναγνωστικά.
Μερικά από τα κείμενα και των δυο αναγνωστικών ίσως να
μην πρόφτασαν να επεξεργαστούν όσο θα χρειαζόταν. Κανένας
όμως δεν είναι δυνατό ν' αρνηθεί σ' αυτά την αμεσότητα, την
καυτή εμπειρία της ζωής και την προσαρμογή τους στην αντιλη
πτικότητα και την αισθαντικότητα της ηλικίας των παιδιών στα
οποία απευθύνονταν. Και οπωσδήποτε αποτελούν και τα δυο
σημαντικά ντοκουμέντα της προσπάθειας της ΠΕΕΑ για μόρφω
ση των Ελληνόπουλων στα δύσκολα εκείνα χρόνια κι απαραίτη
τα στοιχεία για την ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης.
Ειδικότερα το αναγνωστικό «Τ' ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ» χωρίζεται
σε δυο μέρη. Το πρώτο περιλαμβάνει κείμενα «Από τους εθνι
κούς μας αγώνες» και το δεύτερο «Από την κοινωνική ζωή».
Είναι ευδιάκριτη η αμεσότητα των κειμένων του Α΄ μέρους. Οι
τίτλοι των κεφαλαίων του είναι χαρακτηριστικοί:
57
1. Ο ύμνος στην Ελευθερία, του Δ. Σολωμού
2. Το Σουλιωτόπουλο, του Γ. Βλαχογιάννη
3. Η Σουλιωτοπούλα, του Γ. Βλαχογιάννη
4. Η «Φωλιά» των Αετόπουλων
5. Η ιστορία των «Αετόπουλων»
6. Τ' Αετόπουλα (ποίημα)
7. Τι πρέπει να κάνει ένα σωστό Αετόπουλο
8. Αντάρτες στο χωριό
9. Ο τηλεβόας
10. Καισαριανή
11. Καισαριανή (ποίημα)
12. Αιφνιδιασμός
13. Αδέρφια, τούτην άνοιξη (ποίημα)
14. Η μάχη της σοδειάς
15. Βροντάει ο Όλυμπος (ποίημα)
16. Έτσι πολεμάει η Αθήνα
17. Ο αγωγιάτης
18. Το ΕΑΜ
19. Το ΕΑΜ (ποίημα)
20. Στα βλάχικα κονάκια
21. Δούλεψα και θα δουλέψω ακόμα
22. Το παράπονο της μάνας
23. Εθνική Αλληλεγγύη
24. Δεν πρέπει κανένα παιδί να πεθάνει της πείνας
25. Η ιστορία του Σχολείου των Αναλφάβητων
26. Ο ΕΛΑΣ
27. Ο ΕΛΑΣ καθαρίζει τους προδότες
28. Ο προσκυνημένος
29. Η κατάρα (ποίημα)
30. Ο κλήρος
31. Η 25 Μαρτίου
32. Ελληνόπουλα (ποίημα)
33. Ακριβώς όπως και το '21
34. Η ΕΠΟΝ
35. Η ΕΠΟΝ (ποίημα)
36. Τι μας είπε ο Χ.Β., ο Επονίτης...
58
37. Π ώ ς ζει στο 3/7 σύνταγμα ιππικού ο επονίτικος
έφιππος υποδειγματικός ουλαμός.
38. Η ζωή των Αετόπουλων της Καρδίτσας
39. Στους πιονιέρηδες (ποίημα)
40. Το τραγούδι της Ε Π Ο Ν
4 1 . Η Αυτοδιοίκηση έκανε το χωριό πολιτεία
ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗ
59
Λεβέντες, που δεν είχαν άλλο κρίμα
παρά της λευτεριάς τη φλόγα εντός τους
κι ήτανε φως το κάθε αγνό τους βήμα
και δικαιοσύνη ο πόθος ο κρυφός τους.
60
Αδέρφια, τούτην άνοιξη πουλιά δεν κελαηδούνε
μον' κελαηδούνε τ' άρματα, λαλούνε τα ντουφέκια.
Το λένε οι συναγωνιστές ψηλά στα κορφοβούνια.
Δεν είναι οι σαραντάπηχοι, του μύθου οι αντρειωμένοι
που λάμπαν από τα χρυσά και τα πολλά τσαπράζια
μον' είναι οι φτωχογέννητοι κι οι φτωχοαναθρεμμένοι
εργάτες και γραμματικοί, βοσκοί και ζευγολάτες.
Μα 'χουνε χέρια σίδερο, μα 'χουν καρδιές ατσάλι
μα 'χουν τον ίδρο της δουλειάς στεφάνι στα μαλλιά τους
και λάμπουν από λεβεντιά κι απ' τη χαρά της νίκης
γιατί χαλούνε τον εχτρό, σκοτώνουν τους τυράννους.
ΑΙΦΝΙΔΙΑΣΜΌΣ
61
Ξεκινάμε χωρισμένοι σε ομάδες και προχωρούμε σύμφωνα με
το σχέδιο.
Μέσα μας η καρδιά μας πάει να σπάσει. Επιτέλους θα
βρεθούμε κοντά με τους Γερμανοφασίστες, θα μας νιώσουν για
καλά, θα τους χτυπήσουμε, θα ξεπληρώσουμε κείνο που τους
χρωστάμε. Στις χιλιάδες σφαίρες που μας ρίχνουν καθημερινά θ'
απαντήσουμε μια για πάντα.
Εχουμε κρατήσει καλή σημείωση. Τους ξέρουμε πόσοι είναι,
πόσες σειρές συρματοπλέγματα έχουν, πού κοιμούνται, τί όπλα
έχουν.
Απόψε λοιπόν!
Σερνόμαστε με την κοιλιά. Είμαστε όλο προσοχή. Ανεβαίνουμε
πάντα. Κοιτάζουμε τα ρολόγια μας. Στις 11 ακριβώς πρέπει να
βρισκόμαστε στην κορυφή. Ετσι τα κανονίσαμε κι έτσι πρέπει να
γίνει.
Δίπλα μου ο συναγωνιστής Χρίστος είναι άρρωστος. Εχει
ιδρώσει από τον πυρετό και τον κόπο. Μα τα μάτια του δες μες στη
νύχτα πώς λάμπουν! Μίσος και λαχτάρα, εκδίκηση και πείσμα
δείχνουν. Είναι η ορμή του νέου εκδικητή, είναι η δίψα της
λευτεριάς, είναι η θέληση να νικήσουμε αυτό που καθρεφτίζεται
στα μάτια του.
Πρέπει να φτάσουμε στα συρματοπλέγματα πριν μας πάρουν
είδηση.
Ακόμα τρία μέτρα και φτάνουμε. Διακρίνουμε κιόλας το
Γερμανό, που φυλάει σκοπός. Ύστερα θα ριχτούμε με ης χειροβομ
βίδες, τ' αυτόματα. Προχωρούμε σέρνοντας κι ανεβαίνουμε. Ούτε
πετραδάκι δεν κουνιέται.
Ξαφνικά ο άρρωστος μας βήχει. Η γρίπη, ο βήχας του.
Μας κατάλαβαν. Πετιόμαστε πάνω σα λάστιχα κι ορμούμε.
Ρίχνουμε τις χειροβομβίδες, χτυπούμε με τ' αυτόματα, πηδάμε τα
συρματοπλέγματα.
Ακούγονται βρισιές, κατάρες και λίγοι πυροβολισμοί.
Ύστερα πάλι ησυχία.
Μερικοί Γερμανοί σκοτώθηκαν, άλλοι τραυματίστηκαν, άλλοι
το έσκασαν.
Το ύψωμα είναι δικό μας. Λεύτερο από τη φασιστική βρώμα.
62
Συμμαζεύουμε το υλικό που πήραμε: όλμο βαρύ, πολυβόλα,
μυδράλια κι άλλα.
Πρέπει όμως να φύγουμε πάλι. Το ύψωμα θα τ' αφήσουμε,
έτσι είναι η διαταγή.
Φεύγοντας κοιτάμε προς τον κάμπο. Βαθιά τα Τρίκαλα.
Κάποια φώτα πηγαινοέρχονται μέσα στην πόλη. Θα είναι οι
Γερμανοί ή οι προδότες Ράλληδες, που ψάχνουν στα σπίτια.
Σφίγγεται η καρδιά μας. Ορκιζόμαστε εκδίκηση. Φεύγουμε.
Ο δάσκαλος άκουσε τα λόγια κι απόρησε. Ο μπαρμπα - Στάθης, που είναι τόσο λογικός, λ
Πλησίασε τον έμπορο και του είπε:
63
ρόδα. Ολοι μαζί τότε έτρεξαν να βοηθήσουν. Σε λίγο το αμάξι και
το άλογο είχαν βγει από το βούρκο.
Το μεσημέρι ο έμπορος, κατακουρασμένος και καταϊδρωμένος,
κάθισε στο καφενείο και κουβέντιαζε με το δάσκαλο και τους
άλλους.
— Γι θα πει αυτό, να μην ξανάρθω; Και τότε σεις από πού θ'
αγοράζετε τα πράγματα σας; Δε θα 'ρθω εγώ σήμερα, δε θα 'ρθει
αύριο ο άλλος και στο τέλος δε θα πατά κανείς εδώ.
— Μα, ξέρεις, έβρεξε χτες και γι' αυτό είναι έτσι, είπε ο
μπαρμπα-Μαθιός, ο μάγειρος.
— Δε βαριέσαι!... Το ξέρω το χωριό σας κι από το καλοκαίρι.
Τόσο κακόδρομος, που βουτιέμαι πάλι στη σκόνη ως τα γόνατα.
Χάλασα μια ρόδα τις προάλλες. Χάθηκαν στον τόπο σας λίγα
παλικάρια, να φτιάξουν το δρόμο; Δεν έχετε ΕΠΟΝ;
Ο δάσκαλος δε μίλησε.
64
Και σιγά-σιγά, όλοι μαζί, έφτιαξαν τους περισσότερους δρό
μους, γιατί καθένας τώρα ήθελε να περνά καλός δρόμος από το
σπίτι του, για να ομορφύνει και να πάρει αξία κι αυτό.
Φύτεψαν δέντρα γύρω από την πλατεία κι έκαμαν δεντροστοι-
χία στον κεντρικό δρόμο. Κανείς πια δε λογαριάζει έξοδα και
κόπους. Ολοι θέλουν να στολιστεί το χωριό.
Μ. ΠΑΠAMΑΥΡΟΥ
ΜΕ ΤΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΛΛΑΔΑ
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ Ε΄ΚΑΙ ΣΤ΄ΤΑΞΗΣ
ΕΚΔΟΣΗ ΠΕΕΑ
1944
65
Στην τρίτη σελίδα, κάτω από τον τίτλο, αναγράφεται η
δεύτερη στροφή από τον «Ύμνο εις την Ελευθερία» του Διον.
Σολωμού.
Στον πρόλογο του βιβλίου τονίζεται πως το βιβλίο είναι
«ένα από τη σειρά που έχει υπόψη της η ΠΕΕΑ να εκδώσει»,
πως «συντάχτηκε από τον παιδαγωγό συναγ. Μ. Παπαμαύρο με
τη συνεργασία και άλλων εκπαιδευτικών, συνεργατών του στο
Παιδαγωγικό Φροντιστήριο Καρπενησίου» κι «εγκρίθηκε με ελα
φρές τροποποιήσεις απ' τις αρμόδιες υπηρεσίες της ΠΕΕΑ». Πως
«προορίζεται για αναγνωστικό της Ε΄ και ΣΤ΄ τάξης του δημοτι
κού σχολείου», αλλά και πως «μπορεί να διαβαστεί κι από παιδιά
της μέσης παιδείας σαν ελεύθερο ανάγνωσμα». Και παρακάτω,
προσδιορίζοντας το περιεχόμενο και τη φυσιογνωμία του, η
αρμόδια επιτροπή γράφει:
«Είναι βιβλίο του αγώνα. Βγήκε μέσα από τον απελευθερω
τικό και λαολυτρωτικόν αγώνα του ελληνικού λαού και απηχεί
το ηρωικό πνεύμα του, τον πόθο για τη λευτεριά, τη θυσία και
την παλικαριά. Είναι ένα βιβλίο που εκφράζει πολύμορφα την
ψυχή του επαναστατημένου λαού μας και απεικονίζει το παλλαϊ
κό ξεσήκωμα ενάντια στους καταχτητές».
Είναι φυσικό λοιπόν να λείπουν από το βιβλίο τούτο οι
ειδυλλιακές ή βουκολικές εικόνες της ήσυχης ζωής του χωριού ή
της πόλης ή κείμενα που αναφέρονται σε λεπτές οικογενειακές ή
κοινωνικές σχέσεις και σε προβληματισμούς, που θα είχαν θέση
σε μια άλλη ίσως εποχή. Εδώ όλα είναι βγαλμένα μέσ' από τη
φωτιά του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα, κομμάτια είναι πυρα
κτωμένου μάγματος, που τινάχτηκε από τον ηφαιστειακό κρατήρα
της ψυχής του λαού, καυτό απόσταγμα πικρής εμπειρίας από
απόγνωση κι αποκοτιά, πρωτόφαντο αναφτεράκισμα για φως και
λευτεριά.
Περιλαμβάνει το αναγνωστικό τούτο κείμενα δόκιμων και
μη συγγραφέων, όλα, φυσικά, ανυπόγραφα και για τούτο μας
φέρνουν σε δύσκολη θέση προκειμένου να ορίσουμε τους δη
μιουργούς τους. Πάντως ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου γράφτηκε
από τον ίδιο το Μιχ. Παπαμαύρο, όπως ξεχωρίζουν επίσης τα
66
ποιήματα του Βασίλη Ρώτα, του Νίκου Καρβούνη και της
Σοφίας Μαυροειδή-Παπαδάκη.
Στα περιεχόμενα του, εκτός από τον πρόλογο, διαβάζουμε τους
παρακάτω τίτλους των κεφαλαίων του:
ΠΟΙΗΜΑΤΑ:
67
ΤΗΣ ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ Η ΜΑΧΗ
ΕΠΙΓΡΑΜΜΑ
68
Η ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΑΝΤΑΡΤΗ
ή
Γράμμα για το βουνό
Χ. Σακελλαρίου
69
Έτσι ξεκινήσαμε (αναμνήσεις του συναγωνιστή καπετάνιου
Σ. Μπεγνή.
Ο λαός της Αθήνας, όπου δίνεται παραστατικά και περιλη
πτικά η εποποιία των αγωνιζόμενων ενάντια στη φασιστική βία
συνοικιών της Αθήνας.
Ο καπετάν Τρομάρας, αφήγημα του Γ. Μυρισιώτη
Ένα γράμμα
Σωστό παλικάρι (διήγημα)
Το τραγούδι του θανάτου, αφήγημα για μια εκτέλεση στην
Καισαριανή
Το Αετόπουλο, διήγημα του Χ. Σακελλαρίου
Μια Πρωτομαγιά (χρονικό)
Οι 120 του Αγρινίου (χρονικό)
Ο μικρός σωτήρας, διήγημα του Χ. Σακελλαρίου
Κάθε νύχτα στους δρόμους της Καλλιθέας
Όταν πρωτομπήκα στην Ελεύθερη Ελλάδα
Η ανταρτομάνα, διήγημα της Τερψιχόρης Γουβέλα
Αθήνα, η πόλη του ηρωισμού (χρονικό)
Η αδούλωτη Αθήνα δε θα επιστρατευθεί (αναδημοσίευση)
Ελληνοπούλες στ' άρματα (αναδημοσίευση)
Πολεμά η Καλλιθέα (χρονικό)
Το προσκύνημα (αφήγημα)
Η απολύτρωση του ελληνικού λαού (αφήγηση)
Λαϊκό δικαστήριο (αφήγηση)
Μέσα στο τρένο (διήγημα)
Η ίδρυση της ΠΕΕΑ (χρονικό)
Στις 8 Αυγούστου 1944 (χρονικό), του Χ. Σακελλαρίου
Της ψυχής η δύναμη (χρονικό), του Χ. Σακελλαρίου
Απ' εδώ πέρασαν Βούλγαροι (χρονικό)
Η επίσκεψη του Γραμματέα (χρονικό), του Χ. Σακελλαρίου
Τιμή στα θύματα του Αγώνα (χρονικό)
Ένας όρκος (χρονικό), του Χ. Σακελλαρίου
70
ΕΤΣΙ ΞΕΚΙΝΗΣΑΜΕ
71
πως με καταδίωκε και η ιταλική αστυνομία. Έτσι, αποφάσισα να
ξαναπεράσω πάλι στη Ρούμελη.
72
Λαϊκό Απελευθερωτικό Ναυτικό. Στην αρχή εξοπλίσαμε τέσσερα
βενζινόπλοια με πoλυβόλa και γκράδες και αρχίσαμε τις επιθέσεις
ενάντια στα γερμανικά πλοία. Για να τους ξεγελούμε, τοποθετούσα
με στα πλοία μας σωλήνες από σόμπες, έτσι που να νομίζουν πως
ήταν όλμοι.
73
Έτσι, όταν τη νύχτα της 13-14 Αυγούστου δόθηκε το σύνθημα
και οι άντρες μας ρίχτηκαν από παντού στον Αλμυρό, ρίχτηκαν και
οι κρυμμένοι αντάρτες στα πολυβολεία και τα στρατιωτικά χτίρια.
Εφτά ώρες κράτησε η μάχη. Και μόνο τα ξημερώματα, που
άρχισαν να φτάνουν ιταλικές δυνάμεις με αεροπλάνα, τανκς και
πυροβολικό, τραβηχτήκαμε.
Είχαμε 4 νεκρούς και 36 τραυματίες. Οι Ιταλοί είχαν απάνω
από 600 νεκρούς και 8 αυτοκίνητα γεμάτα τραυματίες...
Ο ΚΑΠΕΤΑΝ ΤΡΟΜΑΡΑΣ
74
Ο Άρης, που ήταν αρχηγός των ανταρτών, μόλις πήρε τη
διαταγή, τράβηξε με την ομάδα του την ίδια νύχτα για το Γοργοπό-
ταμο. Στα ξημερώματα έφτασαν κοντά στο γεφύρι και κρύφτηκαν
στην αντικρινή βουνοπλαγιά.
Ο Άρης διάταξε να φαν οι αντάρτες και να κοιμηθούν, γιατί
περπατούσαν όλη τη νύχτα. Αυτός κάλεσε τους αξιωματικούς, για
να κάνουν τα σχέδια, πώς θα χαλούσαν το γεφύρι, χωρίς να
σκοτωθούν πολλοί αντάρτες. Το γεφύρι το φύλαγαν τριακόσιοι
Ιταλοί κι οι αντάρτες ήταν μόνο εξήντα. Η κύκλωση ήταν δύσκο
λη, γιατί από το πάνω μέρος ήτανε μόνο γκρεμνός από βράχους.
Τότε πώς να γίνει; Έπρεπε να βρουν κανένα τέχνασμα. Να τους
ξαφνιάσουν.
Ο Άρης κάλεσε το μεσημέρι τα παλικάρια του και τους είπε:
— Για να πετύχουμε το σκοπό μας και να μη χάσουμε και
πολλά παλικάρια, πρέπει ένας από μας να θυσιαστεί. Όποιος
δέχεται να σκοτωθεί να βγει μπροστά...
Όλοι το σκέφτονταν. Μα ένας μικρός ανταρτάκος, ο Κωστά
κης, το αποφάσισε στα γρήγορα και πετάχτηκε μπροστά στον
αρχηγό του.
Όλοι γύρισαν και κοίταξαν το μικρούλη. Ο Κωστάκης ήτav
απ' το Παλιόκαστρο. Ήτανε μόλις 16 χρονών και είχε είκοσι
μέρες που βγήκε στο αντάρτικο. Το μίσος όμως κι η μανία του
ενάντια στο φασισμό τον έκαναν να μη λογαριάσει τη ζωή του.
Άμα ήρθε η νύχτα, ο Κωστάκης πέρασε στον απέναντι βράχο,
έδεσε μια τριχιά στη ρίζα μιας πουρναριάς και κρεμάστηκε στον
γκρεμνό. Εκεί περίμενε να ξημερώσει.
Τώρα ήταν πάνω απ' τους Ιταλούς. Με ένα πήδημα θα 'πεφτε
μέσα στον καταυλισμό τους. Κρατούσε το ντουφέκι του, δυο
χειροβομβίδες και το μαχαίρι του. Στην αστροφεγγιά έβλεπε κάτω
απ' τα πόδια του τα αντίσκηνα, όπου κοιμούνταν οι Ιταλοί, και
στην άκρη ξεχώριζε το σκοπό. Ολ' αυτά τα πρόσεχε κρυμμένος
πίσω από μια μεγάλη πέτρα. Έπρεπε να κάθεται ακίνητος και να
βαστάει και την αναπνοή του ακόμα. Γιατί αν τον μυριζόταν ο
σκοπός, όλα θα ήταν χαμένα.
75
πώς θα πηδήσει, για να μην πέσει στη χαράδρα. Έβλεπε πως αν
πηδούσε με το όπλο, δε θα τα κατάφερνε καλά, γιατί ήταν βαρύ.
Κει που σκεφτόταν αυτά, βλέπει το σκοπό να κάνει βόλτες
έξω από τη σκοπιά του. Η ώρα έφτασε. Από κάτω είχαν πλησιάσει
κι οι άλλοι αντάρτες. Έπρεπε μ' ένα πήδημα να βρεθεί απάνω στο
σκοπό και να τον καρφώσει με το μαχαίρι του, χωρίς εκείνος να
προλάβει να βγάλει φωνή.
Έτσι κι έκαμε! Κει που βολτάριζε ο σκοπός, κάνει ένα δυνατό
πήδημα και βρίσκεται καβάλα στο σκοπό. Στη στιγμή του μπήγει
το μαχαίρι στο πλευρό.
Ο σκοπός έπεσε μισοπεθαμένος. Μα προτού ξεψυχήσει, έβγα
λε κάτι μουγκρητά, που τ' άκουσαν οι άλλοι Ιταλοί και πετάχτη
καν με τα όπλα στα χέρια.
Κείνη τη στιγμή μερικοί αντάρτες άρχισαν να τους πυροβολούν
πίσω από τα έλατα. Δυο Ιταλοί είδαν τον Κωστάκη και άρχισαν να
ρίχνουν καταπάνω του. Δε χάνει εκείνος καιρό και τους πετά τη
μια χειροβομβίδα και τους τινάζει στον αέρα.
Οι άλλοι άρχισαν τώρα τη μάχη με τους αντάρτες, που
προχωρούσαν απ' τα έλατα.
Στο μεταξύ ξυπνούν κι οι άλλοι. Η στιγμή είναι κρίσιμη. Ο
Κωστάκης όμως δε χάνει το θάρρος του.
Δεν έχει παρά μόνο μια χειροβομβίδα. Την πετά καταπάνω
στους Ιταλούς και μ' ένα πήδημα βρίσκεται όρθιος, με το μαχαίρι
στο χέρι, πίσω απ' τους εχθρούς, που πυροβολούν.
Ε, αυτό ήταν! Οι Ιταλοί τρόμαξαν και σήκωσαν τα χέρια!
Όλοι παραδόθηκαν.
Κείνη τη στιγμή ακούστηκε κι ένας δυνατός κρότος. Βούιξαν
όλες οι ρεματιές! Άλλοι αντάρτες είχαν ανατινάξει το γεφύρι.
Από τότε ο Κωστάκης ονομάστηκε Τρομάρας! Ολοι στο λόχο
τον φωνάζουν Τρομάρα.
Σ' ένα μήνα έγινε καπετάνιος σε λόχο της ΕΠΟΝ.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΥΡΙΣΙΩΤΗΣ
76
Ο ΜΙΚΡΟΣ ΣΩΤΗΡΑΣ
77
σαν οχιά και του ξεσκίζει τις σάρκες. Όσο που πέφτει λιπόθυμος,
για να συνέρθει και να ξαναρχίσουν πάλι να τον χτυπούν με την ίδια
μανία. Κι έτσι για όλους και για τον καθένα.
78
από πάνω του και τον κοιτούσε με μάτια βουρκωμένα. Εκείνος τον
είδε κι άπλωσε το χέρι του και τον χάιδεψε.
— Πώς σε λένε;
— Βαγγέλη.
— Έχω κι εγώ ένα παιδάκι σαν κι εσένα, μα ...ποιος ξέρει...
Στα μάγουλα του κυλούνε δάκρυα. Ο Βαγγέλης δεν ξέρει τι να
πει, πώς να του δώσει κουράγιο. Νιώθει μιαν ανείπωτη λύπη και
στενοχωριέται γιατί, να, αν μπορούσε να τον σώσει...
Ξάφνου μια ιδέα του 'ρχεται στο μυαλό! Το πρόσωπο του λάμπει
μονομιάς. Γέρνει περισσότερο στ' αυτί του κρατούμενου. Η καρδιά
του χτυπά. Του ψιθυρίζει:
— Θέλεις να φύγεις;
Ο κρατούμενος σαν να μην πιστεύει στ' αυτιά του.
— Να φύγω...;
— Θα σε βγάλω εγώ έξω απ' το χωριό, να φύγεις.
Του 'ρχόταν δύσκολο να πιστέψει ένα παιδί. Μα ο Βαγγέλης
επέμενε.
Ο κρατούμενος, γεμάτος τώρα χαρά, πετάγεται πάνω. Ο
Βαγγέλης τον παίρνει απ' το χέρι. Περνούν πίσω από φράχτες,
μπαίνουν σ' ένα χαντάκι κι από κει σκυφτοί, όχτο τον όχτο,
βγαίνουν μακριά. Αδύνατο πια να τους δουν οι Γερμανοί!
Ωστόσο ο κίντυνος δεν έχει περάσει. Με βήμα βιαστικό πάνε
στο σπίτι του Βαγγέλη. Μπαίνουν μέσα και κλείνουν την πόρτα.
Στο σπίτι δεν είναι κανένας απ' τους δικούς του. Έχουν όλοι φύγει
και κρύβονται μαζί με τους άλλους χωριανούς τριγύρω στις
πλαγιές. Ο Βαγγέλης παίρνει ένα παλιό παντελόνι κι ένα πουκάμι
σο του μεγαλύτερου αδερφού του και του τα δίνει. Ο κρατούμενος
τα φορεί βιαστικά και βγαίνουν πάλι έξω μαζί. Σε λίγο φτάνουν
μακριά, έξω απ' το χωριό. Κανένας πια κίντυνος δεν υπάρχει.
Σταματούν.
— Να ο δρόμος, του λέει ο Βαγγέλης. Κάμε γρήγορα!..
Ο κρατούμενος ρωτά βιαστικά για τ' όνομα και το επίθετο του
πατέρα του. Ύστερα ρίχνεται, τον αγκαλιάζει και τον γεμίζει φιλιά
και δάκρυα.
79
Στο γυρισμό ο Βαγγέλης ένιωθε ξαλαφρωμένη την καρδιά του.
Κάπου-κάπου γύριζε και κοίταζε τον κρατούμενο, που έφευγε.
Περπατούσε στο δρόμο και στο νου του μια σκέψη πάλι στριφογύ
ριζε και τον τυραννούσε:
Πώς θα μπορέσει να σώσει και τους άλλους!
6. Η μουσική επένδυση
της παιδικής αντιστασιακής ποίησης
80
Ο μουσικοσυνθέτης
Αλέκος Ξένος
82
πολέμου (240 γερμανικές μεραρχίες έναντι 6 που απασχολούνταν
σε όλα τ' άλλα μέτωπα), όπως εκείνο το «Με τα τανκς, τ'
αεροπλάνα, τα κανόνια...» και άλλα.
Στην αρχή έγινε περίπου το ίδιο και με το «Τραγούδι του
Μικρού Χωριού». Οι στίχοι του σκαρώθηκαν από την ΕΠΟΝί-
τισσα Ναυσικά Φλέγγα-Παπαδάκη, κάτοικο του Μικρού Χωριού,
πάνω σ' ένα βλάχικο τραγούδι. Τ' άκουσε ο Άρης Βελουχιώτης
από μιαν ομάδα Επονίτες, που το τραγουδούσαν, κι είπε:
— Η παλικαριά και το τραγούδι δε δανείζονται.
Και τότε έπιασε στα χέρια του τους στίχους ο μουσικός και
μουσικοσυνθέτης Αλέκος Ξένος. Το περιστατικό ήταν τόσο
μεγάλο και τόσο πλατιά η απήχηση του, που ο μουσικοσυνθέτης
αναζήτησε νέες μουσικές μορφές κι εξέφρασε τη συγκίνηση της
στιχουργού σε μουσικούς τόνους, μ' έναν τρόπο αδρό, γεμάτο
πάθος και συγκίνηση, έτσι που ν' αναδίνεται μέσ' απ' τις στροφές
του ταυτόχρονα και το δραματικό αλλά και το ηρωικό στοιχείο:
83
Παπάδες για να τυραννάς στη μέση στο παζάρι
έχεις μπροστά σου σήμερα τον καπετάνιο Άρη.
Εν-δυο, εν-δυο
φστανέλα, τσαρούχ', φούντα, φέσ'
καμάρ', λεβεντιά, περηφάνια
καλά πληρωμένος χαφιές.
Άιν-τσβάι, άιν-τσβάι
τσολιά να μι λεν δε μ' αρέσ'
εγώ Γερμανός είμι τώρα
καμάρ' των ταγμάτων Ες-Ες.
84
Αρκετά επίσης τραγούδια, τραγουδημένα πάνω σε ξένους,
κυρίως σλαβικούς, σκοπούς, είχαν φτιάσει οι φυλακισμένοι κι
εξόριστοι αγωνιστές, προσπαθώντας έτσι ν' αυτοτονωθούν μες
στα δεσμά τους και να κρατήσουν ζωντανό μέσα τους το όραμα
μιας ζωής λεύτερης και καλύτερης.
Με τον ίδιο μηχανισμό και με το ίδιο πάνω-κάτω πνεύμα ή
διαδικασία επενδύθηκαν μουσικά και πολλά από τα αντιστασιακά
παιδικά ποιήματα της περιόδου αυτής. Ήδη έχομε κάνει λόγο
πιο πάνω για τον «Ύμνο των Αετόπουλων», που σκαρώθηκε κι
οι στίχοι του επενδύθηκαν μουσικά με το σκοπό του τραγουδιού
«Είμαστε καουμπόηδες από το Μεξικό». Ξέρουμε επίσης ότι τα
παιδιά, ιδιαίτερα στην Ελεύθερη Ελλάδα, τραγουδούσαν στα
χρόνια αυτά τα πρώτα αντάρτικα τραγούδια, έτσι όπως ήταν
συνθεμένα πάνω σε γνωστά δημοτικά μοτίβα.
Αλλά το καθαρά παιδικό τραγούδι δεν είναι δυνατό να
εκφράζεται πάντα με τα μοτίβα των δημοτικών τραγουδιών, που,
κατά κανόνα, είναι μελαγχολικά, μια και, στην πλειονότητα τους,
διαμορφώθηκαν μέσα στις συνθήκες της 400χρονης τουρκικής
σκλαβιάς. Καθώς ξέρουμε, ακόμα και στις πιο μεγάλες χαρές τους
οι δύστυχοι Ρωμιοί το γύριζαν σε σκοπό λυπητερό, γιατί συνή
θως οι κατατρεγμοί κι οι συμφορές ακολουθούσαν κάθε χαρούμε
νη ή γιορταστική εκδήλωση και ξέδομά τους:
85
της Αλέκος Ξένος και το αντιστασιακό παιδικό τραγούδι βρίσκει
την ουσιαστική του έκφραση στα χέρια του.
Είχε κι από πριν ασχοληθεί ο Αλέκος Ξένος με το παιδικό
τραγούδι, μελοποιώντας ποιήματα κυρίως του Βασίλη Ρώτα.
Δεκαπέντε από τα τραγούδια αυτά εκδόθηκαν, με τις νότες τους,
το 1946, στη σειρά των μουσικών εκδόσεων του «ΠΑΝΕΛΛΗ
ΝΙΟΥ ΜΟΥΣΙΚΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ».
Αλλά από τη μέρα που ανέβηκε στο Βουνό είδε πως είχε να
εκφράσει μια καινούργια πραγματικότητα. Στρώθηκε στη δουλειά
με όρεξη. Με τη συνεργασία των μουσικών Άκη Σμυρναίου και
Νίκου Τσάκωνα ίδρυσε στο Καρπενήσι, την καρδιά του εθνι-
12
86
Η μουσική των παιδικών τραγουδιών του Αλέκου Ξένου
είναι ανάλαφρη, χαρούμενη, πεταχτή, διαρθρωμένη πάνω σε
απλά μέτρα και διοχετευμένη σε ρυθμούς πότε γρήγορους και
ζωηρούς, πότε συγκρατημένους και πειθαρχημένους. Κι οι τόνοι
του, χωρίς να ξεπερνούν τις φωνητικές δυνατότητες των παιδιών
της σχολικής ηλικίας, ανεβαίνουν πότε ορμητικοί και θαρραλέοι,
πότε ήπιοι και τρυφεροί, πάντα όμως γεμίζοντας τις καρδιές των
παιδιών με κέφι, χαρά κι αισιοδοξία.
Είναι κρίμα που τα περισσότερα από τα τραγούδια αυτά
χάθηκαν μέσα στη λαίλαπα του εμφυλίου...
87
χνούνταν ξεχωριστά από το χέρι του καλλιτέχνη. Αυτό γινόταν
και στις περιπτώσεις που τα φυλλάδια έβγαιναν στον εκτογράφο.
Στην περίπτωση της πολυγράφησης τα σκίτσα χαράζονταν πάνω
στο στένσιλ με μια καρφίτσα ή ένα σουγιά και σε σπανιότερες,
προνομιούχες, περιπτώσεις με ροδέλα. Όταν ιδρύθηκε το πρώτο
τυπογραφείο, η εικονογράφηση άρχισε να γίνεται με μεταλλικά
κλισέ ή με το σύστημα λινόλεουμ.
Αλλά πιο μεγάλη δυσκολία παρουσιαζόταν προκειμένου για
τις αφίσες, που οι αντιστασιακές οργανώσεις χρειάζονταν να
τοποθετούν σε διάφορα επίκαιρα σημεία. Τρόπος όμως αναπαρα
γωγής τέτοιων αφισών δεν ήταν δυνατό να βρεθεί, με τις
συνθήκες που ο Αγώνας την εποχή εκείνη διεξαγόταν. Έτσι, οι
καλλιτέχνες που είχαν αυτοστρατευθεί στη μεγάλη υπόθεση της
λευτεριάς αναπαρήγαν τις ζωγραφικές εμπνεύσεις τους ανάλογα
με τις ανάγκες του Αγώνα.
Σε όλες τις περιπτώσεις η συμβολή τους υπήρξε πολύ
μεγάλη. Τ' Αετόπουλα, οι Επονίτες, οι αντάρτες κι ο μαχόμενος
λαός έβλεπαν να παίρνουν μορφή τα οράματα και τα όνειρα τους
και να εκφράζονται παραστατικά οι αγώνες τους. Στον τομέα
αυτόν εργάστηκαν με ζήλο η Βάσω Κατράκη, ο απόφοιτος τότε
της Σχολής Καλών Τεχνών Κώστας Κορναράκης, ο Νίκος Ακί
λογλου, ο γνωστός σκιτσογράφος-γελοιογράφος Μίνως Αργυρά
κης και αρκετοί άλλοι.
Για την ιστορία και τη δικαιοσύνη αλλά και για την ιδέα της
συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς, που έχουν ένα και κοινό εχθρό,
το φασισμό, δε θα πρέπει να παραλείψω και τον Ιταλό ζωγράφο και
σχεδιαστή Mario Milani από τη Βενετία. Ήταν από τους Ιταλούς
που αμέσως μετά την παράδοση της Ιταλίας θέλησαν να προσχωρή
σουν στις τάξεις του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα και να
προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σ' αυτόν. Τον βρήκε ο Νίκος
Ακίλογλου στο χωριό Λάσπη της Ευρυτανίας και τον πήρε δίπλα
του. Από τη μέρα εκείνη ο Μάριος έγινε ένας από τους πιο
πολύτιμους βοηθούς του «Βαγγέλη» κι η συμβολή του στην
εικονογράφηση του περιοδικού «Τ' Αετόπουλα», των εφημερίδων
του Τοίχου, καθώς και των σκηνογραφιών του Κουκλοθέατρου
υπήρξε αρκετά μεγάλη.
88
Επίμετρο
Θα ήταν ίσως περισσολογία να πω με πόσους κόπους
συγκεντρώθηκε το υλικό, που απάρτισε τούτο το μικρό πόνημα.
Κι αισθάνομαι κάπως δυσάρεστα που απ' όλη την κοσμογονική
δουλειά εκείνης της περιόδου δεν μπόρεσα παρά μικρά μόνο
ψήγματα κι αποσπασματικές μαρτυρίες να συγκεντρώσω. Και,
βέβαια, από καρδιάς ευχαριστώ όσους με προφορικές ή κάθε
είδους πληροφορίες με βοήθησαν ν' απαρτίσω τούτη την εργασία
και τους συγχαίρω που, στο πείσμα όσων θέλησαν τον αφανισμό
τους, κράτησαν με τα δόντια τα στοιχεία και τα ντοκουμέντα που
μου εμπιστεύθηκαν. Θα 'χουν αιώνια την ευγνωμοσύνη του
πολύπαθου λαού μας, που τα χρειάζεται όλα τούτα, για να μπορεί
να στοιχειοθετεί τη μαρτυρική αλλά και φωτεινή, γεμάτη υπέρο
χους αγώνες, πορεία του για μια καλύτερη ζωή, για την αληθινή
τη λευτεριά.
Ήταν, όπως ο καθένας καταλαβαίνει, αναπόφευκτες οι παρα
λείψεις, σε πολλά ίσως σημεία οι ασάφειες, η έλλειψη της
ολοκλήρωσης πολλών επιμέρους θεμάτων. Ήξερα από πριν τις
δυσκολίες και προέβλεπα το αποτέλεσμα του εγχειρήματος μου.
Μα δε δείλιασα. Είπα: ας θεωρηθεί τούτο μια αρχή, ένα ξεκίνημα
για μια πλατύτερη, διεξοδικότερη και σε πιο μεγάλο βάθος
έρευνα γύρω από την Παιδική Λογοτεχνία στην Αντίσταση και
τίποτα περισσότερο. Τα χρόνια περνούν, οι άνθρωποι φεύγουν ο
ένας μετά τον άλλο, οι μνήμες ξεθωριάζουν, τα ντοκουμέντα
χάνονται. Περιέσωσα και συγκέντρωσα όσα μπόρεσα.
Σε όσους ξέρουν ή έχουν στα χέρια τους πιο πολλά στοιχεία
απόκειται να συμπληρώνουν και να ολοκληρώσουν τη δική μου
προσπάθεια, που δεν αποτελεί παρά ένα μικρό ερέθισμα για
παραπέρα έρευνες. Και θα δεχτώ με χαρά κι ευχαρίστηση κάθε
υπόδειξη, κάθε συμπλήρωση ή διόρθωση, και, βέβαια, κάθε νέο
στοιχείο, που θα μπορούσε, σε μιαν ενδεχόμενη νέα έκδοση, να
βοηθήσει, ώστε η εργασία τούτη να παρουσιαστεί πιο ολοκληρω
μένη, πιο κοντά στα πράγματα, που κάποτε, εδώ και τέσσερις
δεκαετίες, αποτέλεσαν στοιχεία μιας πραγματικής λαϊκής επο
ποιίας.
89
Το τραγούδι της Ν ι ό τ η ς
Ζήτω τα Ελληνόπουλα
ΠΙΝΑΚΑΣ ΟΝΟΜΑΤΩΝ
Ακίλογλου Νίκος 23, 29, 32, 38, 40, 41, 43, 49, 53, 88
Ανωγειανάκης Φ. 86
Αποστόλου Ηλέκτρα 22
Αργυράκης Μίνως 49, 88
Αυγερόπουλος Γ. 38
Βαμβακάρης Μ. 15
Βεζανής Δ. 14
Βελουδής Γ. 14
Βελουχιώτης Αρης 27, 31, 36, 38, 72, 75, 82, 83, 84
Βλαχογιάννης Γιάν. 57, 58
Βλάχου Αγνή 22
Γιοκαρίνης Ν. 40
Γουβέλα Τερψ. 70
Γρανίτης Π. 46, 48
Δέλτα Πην. 17
Δήμου Γ. 15
Διατσίντος Χρ. 40
Fauriel Cl. 9
Ζαχαράκης 8
Ζέη Άλκη 41
Ζέρβας Ναπ. 82
Gentile G. 14
93
Καρβούνης Ν. 10, 23, 28, 67, 86
Καρράς Σίμων 37
Κατράκη Βάσω 88
Κόκκαλης Π. 55
Κορναράκης Κ. 88
Κοτζιούλας Γ. 23, 27, 38, 57, 81
Κουτούγκος Γ. 44
Κρυστάλλης Κ. 57, 59
Κύρου Γιάννης 41
Λιάκος 8
Λούβαρις Ν. 14
Λουντέμης Μεν. 20, 54
Μακρυγιάννης Γιάν. 11
Maroccini Vittorio 88
Μαρτζιώκης Στέφ. 57, 59
Μαυροειδή-Παπαδάκη 10, 23, 25, 60, 67, 86
Μεταξάς I. 45
Μηλιόνης Χρ. 8
Milani Μ. 39, 53, 88
Μπεγνής Σ. 70, 71
Μπελής Νάκος 72, 82
Μυριαλή Αλέκα 23, 38, 41, 43
Μυριαλής Αλέξης 23, 29, 49, 67
Μυρισιώτης Γ. 56, 57, 70, 76
Νάκου Λιλίκα 14
Ξενόπουλος Γρ. 45
Ξένος Αλέκος 23, 26, 28, 31, 43, 81, 83, 86, 87
Ξένου Άννα 23, 38, 41
Ουγκό Β. 9, 22
Παλαμάς Κωστής 57, 59
Παλαμιώτης Νίκος 43
94
Πανσέληνος Ασημ. 22
Παπαδημητρίοο Σερ. 10, 35, 82
Παπαδούκα Ολυμπία 15
Παπαθανασίου Ασπ. 15
Παπαμαύρος Μιχ. 34, 55, 56, 57, 65, 66
Παπατσώνης Τάκης 14
Πολέμης Ιωάν. 57, 59
Πούσκιν Αλ. 59
Ρώτα Μαρούλα 22
Ρώτας Βασίλης 23, 25, 26, 37, 38, 41, 67, 86
Σακελλαρίου Χ. 23, 29, 32, 33, 34, 43, 44, 49, 56, 57, 67, 69, 70,
86
Σεβαστίκογλου Γ. 41
Σεβαστίκογλου Δέσπ. 41
Σκίπης Σωτήρης 19, 67
Σμπαρούνη αδελφές 41
Σμυρναίος Άκης 23, 28, 86
Σπήλιος Α. 57
Σταυρολαίμης Mαρ. 41, 44
Σταύρου Γεράσιμος 23, 29, 31, 32, 38, 4 1 , 44, 49, 57, 67, 81, 86
Σολωμός Διον. 57, 58
Σωτηρίου Κ. 55
Τηλικίδης Στέφ. 36
Τολστόι Αλ. 44
Τσάκωνας Νίκος 86
Τσιρίμπας Βασ. 14
Τυρταίος Β. 8
Φλέγγα Ναυσ. 83
Φραγκιάς Ανδρ. 29
Φωτεινός Φώτης 49
95
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος 7
Η Παιδική Λογοτεχνία στην Αντίσταση
1. Δυσκολίες και ξεκινήματα 13
2. Η παιδική ποίηση 18
3. Το παιδικό θέατρο και κουκλοθέατρο 37
4. Παιδικά περιοδικά και εφημερίδες του τοίχου 44
5. Τ' αναγνωστικά της Αντίστασης 55
6. Η μουσική επένδυση της παιδικής
αντιστασιακής ποίησης 80
7. Η ζωγραφική κι η εικονογράφηση
των παιδικών εντύπων 87
Επίμετρο 89
Πίνακας ονομάτων 93
Χάρη Σακελλαρίου
Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ
ΣΤΗΝ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ
Φωτοστοιχειοθεσία - Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία
«Τυποεκδοτική ΑΕ», Λ. Ηρακλείου 145, Περισσός
Οκτώβρης 1983
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ»