Vous êtes sur la page 1sur 9

το μάτι σου τ' αλλήθωρο που τρέχει στον κατήφορο

“He who sees things grow from the beginning, will have the finest view of them.”

Όλα αυτά τα χρόνια, πολλά περιγραφικά κλισέ έχουν χρησιμοποιηθεί για να περιγράψουν το
μάτι, όπως
«Το μάτι είναι ο καθρέφτης της ψυχής», «το μάτι λειτουργεί σαν μια φωτογραφική μηχανή».
Όποιο περιγραφικό κλισέ και να χρησιμοποιήσουμε, το μάτι είναι ένα αισθητήριο όργανο που
ανιχνεύει φωτόνια. Τα μάτια μας τα χρησιμοποιούμε σχεδόν σε κάθε καθημερινή
δραστηριότητα (ανάγνωση, οδήγηση, φλερτ).

Το εισερχόμενο φως προσπίπτει στον κερατοειδή χιτώνα. Αφού υποστεί διάθλαση προσπίπτει
στον φακό. Από τον φακό το φως εστιάζεται και το είδωλο δημιουργείται ακριβώς επάνω στο
στρώμα οπτικών νεύρων που απαρτίζουν τον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Τα φωτοευαίσθητα
κύτταρα (κωνία και ραβδία) του αμφιβληστροειδούς , μετατρέπουν το φως σε σήμα. Το σήμα
διαβιβάζεται μέσω του οπτικού νεύρου στο κατάλληλο σημείο του εγκέφαλου (πληκτραία
σχισμή).

Ανατομία

Οφθαλμικός κόγχος
Ο οφθαλμικός κόγχος αποτελεί την οστέινη κοιλότητα του προσωπικού κρανίου μέσα στην
οποία βρίσκετε ο οφθαλμός. Η κοιλότητα αυτή διακόπτεται από ανοίγματα (οπτικό τρήμα
υπερκόγχιο σχίσμα υποκόγχιο σχίσμα και αύλακα) διαμέσου των οποίων περνούν αγγεία και
νέυρα.

Επιλεκτηκά γίνεται αναφορά μόνο στο υπερκόγχιο σχίσμα. Αυτό εντοπίζεται μεταξύ της
μείζονος και ελάσσονος πτέρυγας του σφηνοειδούς οστού και χωρίζεται σε δυο τμήματα από
τον δακτύλιο του Zinn. Ο δακτύλιος του Zinn αποτελεί την κοινή έκφυση των 4 ορθών μυών.

Εξωβολβικοί μυς
Υπάρχουν 7 εξωβολβικοί μυς. Οι άνω,
κάτω, έσω, έξω ορθοί, οι άνω και κάτω
λοξοί και ο ανελκτήρας του άνω βλεφάρου.
Ο δακτύλιος του Zinn αποτελεί την κοινή
έκφυση των 4 ορθών μυών. Οι τέσσερις
ορθοί μύες καταφύονται στο πρόσθιο
ημιμόριο και λόγω της φοράς τους
συντελούν στην εισολκή του βολβού. Οι
δυο λοξοί καταφύονται στο οπίσθιο έξω
τεταρτημόριο του βολβού και λόγω της
φοράς τους συντελούν στην προβολή του
βολβού. Στη πρωτεύουσα θέση και στη
απαγωγή τις κατακόρυφες κινήσεις
αναλαμβάνουν ο άνω και κάτω ορθός. Στην
προσαγωγή τις κάθετες κινήσεις
αναλαμβάνουν οι λοξοί (ο άνω λοξός για
την προς τα κάτω κλίση του βολβού και ο κάτω λοξός για την προς τα πάνω), λόγω της
κατάφυσής τους πίσω από τον ισημερινό του βολβού). Όλοι νευρώνονται από το το κοινό
κινητικό εκτός από τον έξω ορθό (από το απαγωγό) και τον άνω λοξό (από το τροχιλιακό).
Οφθαλμικός βολβός
Ο οφθαλμικός βολβός έχει σχήμα ανώμαλο - σφαιρικό, με 2 πόλους, 3 κοιλότητες και 1
τοίχωμα. Οι κοιλότητες του οφθαλμικού βολβού είναι ο πρόσθιος και ο οπίσθιος θάλαμος μέσα
στους οποίους κυκλοφορεί το υδατοειδές υγρό, και η κυρίως κοιλότητα η οποία περιέχει το
υαλοειδές σώμα. Το τοίχωμα του οφθαλμικού βολβού αποτελείται από τρεις ομόκεντρους
χιτώνες, τον εξωτερικό ινώδη χιτώνα, τον ενδιάμεσο ραγοειδή χιτώνα και τον εσωτερικό
αμφιβληστροειδή.

Ο ινώδης χιτώνας αποτελεί τον σκελετό του βολβού, είναι ο πιο παχύς και πιο σκληρός από
όλους τους χιτώνες του βολβού και διακρίνεται σε κερατοειδή και σε σκληρό χιτώνα. Ο
κερατοειδής χιτώνας αποτελεί το πρόσθιο τμήμα του ινώδη χιτώνα, είναι διαφανής, άχρωμος
και στερείται αγγείων. Πίσω από τον κερατοειδή εντοπίζονται κατά σειρά ο πρόσθιος
θάλαμος, η ίριδα και η κόρη του οφθαλμού, ο οπίσθιος θάλαμος, ο φακός, το υαλοειδές σώμα
και ο αμφιβληστροειδής χιτώνας.

Ο σκληρός χιτώνας αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος του ινώδους χιτώνα. Χρησιμεύει για την
πρόσφυση των τενόντων των μυών που κινούν το βολβό.

Ο ραγοειδής χιτώνας είναι ο φορέας των αγγείων του βολβού και αποτελείται από πίσω προς
τα εμπρός: α) από το χοριοειδή χιτώνα, ο οποίος είναι πλούσιος σε αγγεία και εξασφαλίζει
κατά μεγάλο μέρος τη διατροφή του αμφιβληστροειδούς, β) το ακτινωτό σώμα, το οποίο
περιέχει τον λείο ακτινωτό μυ που εξασφαλίζει την προσαρμογή του ματιού, και τις
ακτινοειδείς προσεκβολές που εκκρίνουν το υδατοειδές υγρό και γ) την ίριδα, η οποία φέρει
στη μέση μια οπή, την κόρη.

Ο αμφιβληστροειδής χιτώνας είναι ο αισθητηριακός χιτώνας του βολβού. Αποτελείται από δύο
πέταλα, το μελάγχρουν επιθήλιο και τον ιδίως αμφιβληστροειδή.
Τα κυριότερα ανατομικά τμήματα του ιδίως αμφιβληστροειδή είναι η θηλή του οπτικού
νεύρου, σημείο από όπου σχηματίζεται το οπτικό νεύρο και η ωχρά κηλίδα, στην οποία
επιτυγχάνεται η καλύτερη όραση (μέγιστη οπτική οξύτητα).

Ο κρυσταλλοειδής φακός είναι διαφανής και έχει σχήμα και ιδιότητες αμφίκυρτου φακού.
Βρίσκεται μεταξύ ίριδας, προς τα εμπρός, και υαλώδους σώματος, προς τα πίσω. Στηρίζεται
με ένα σύστημα ινών, την ακτινωτή ζώνη, που συνδέει την περιφέρειά του με το ακτινωτό
σώμα.

Έχει μεγάλη ελαστικότητα, η οποία του επιτρέπει να μεταβάλλει το βαθμό της κύρτωσής του
και έτσι να επιτρέπει την εστίαση των αντικειμένων πάνω στον αμφιβληστροειδή χιτώνα. Η
ενέργεια αυτή γίνεται κάτω από την επίδραση του ακτινωτού μυός. Όταν συσπάται ο μυς
αυτός, ο οποίος συνδέεται με την ακτινωτή ζώνη, το ακτινωτό σώμα έλκεται προς το φακό, η
ακτινωτή ζώνη χαλαρώνει, ο δε φακός, εξαιτίας της ελαστικότητάς του, κυρτώνεται και έτσι
προσαρμόζεται για την κοντινή όραση. Αντίθετα, κατά τη χάλαση του μυός αυτού, η ακτινωτή
ζώνη τεντώνει και ο φακός αποπλατύνεται.

Ο R.Schachar ανέπτυξε μία νέα θεωρία για τον μηχανισμό της προσαρμογής, η αναφορά της
οποίας δε θα γίνει διότι ξεπερνάει τον σκοπό της εργασίας. Για τον ίδιο λόγο γίνεται απλή
αναφορά των επικουρικών μορίων του βολβού (φρύδια, βλέφαρα, επιπεφυκότας, δακρυϊκή
συσκευή, περιόφθαλμη περιτονία και κογχικό λίπος).

Στραβισμός - Ορισμός - Βασικές Έννοιες

Στραβισμός είναι η πάθηση κατά την οποία ο άξονας της όρασης του ενός οφθαλμού
παρεκκλίνει από τη φυσιολογική του θέση, με αποτέλεσμα οι άξονες της όρασης των δύο
οφθαλμών να μη συναντώνται στο σημείο προσήλωσης.

Γωνία του στραβισμού


Είναι η γωνία που σχηματίζεται μεταξύ του άξονα της όρασης του οφθαλμού που προσηλώνει
και του άξονα της όρασης του οφθαλμού που παρεκκλίνει.

Συνεκτικός στραβισμός
Είναι ο στραβισμός του οποίου η γωνία παρέκκλισης παραμένει η ίδια σε όλες τις βλεμματικές
θέσεις

Mη συνεκτικός στραβισμός
Είναι ο στραβισμός του οποίου η γωνία παρέκκλισης μεταβάλλεται στις διάφορες βλεμματικές
θέσεις.

Ταύτιση
Πρόκειται για την λειτουργία των οφθαλμών η οποία συμβάλλει στο να είναι αφενός
παράλληλοι οι οπτικοί άξονες των δύο οφθαλμών όταν αυτοί προσηλώνουν σε ένα αντικείμενο
που βρίσκεται σε μακρινή απόσταση, και αφετέρου στη κατάλληλη σύγκλιση των οφθαλμών
ώστε οι οπτικοί άξονες τους να διασταυρώνονται στο αντικείμενο προσήλωσης όταν αυτό
βρίσκεται κοντά.

Ορθοφορία
Είναι η ιδανική κατάσταση οφθαλμοκινητικής ισορροπίας, κατά την οποία οι δύο οφθαλμοί
προσηλώνουν ευθέως στο αντικείμενο προσήλωσης διατηρώντας την προσήλωση ακόμα και
όταν το αντικείμενο αλλάζει θέση στο χώρο προς όλες τις κατευθύνσεις και στις διάφορες
αποστάσεις, ακόμα και αν διακοπεί η λειτουργία της ταύτισης.

Λανθάνων Στραβισμός
Ο λανθάνων στραβισμός ή ετεροφορία δεν εμφανίζεται κάτω από φυσιολογικές συνθήκες
παρά μόνον όταν διακοπεί η διόφθαλμη όραση (π.χ. κάλυψη του ενός οφθαλμού), όπου
καταργείται η ταύτιση.

Έκδηλος Στραβισμός
Λέγεται και ετεροτροπία. Υπάρχει συνεχώς παρέκκλιση.

Διαλείπων στραβισμός
Εμφανίζεται όταν η λειτουργία της ταύτισης επαρκεί οριακά για τη διατήρηση της ισορροπίας
των οφθαλμών. Ο στραβισμός εμφανίζεται μόνο περιστασιακά π.χ μετά από κόπωση.

Επαλλάσσων στραβισμός
Το άτομο προσηλώνει άλλοτε με τον έναν οφθαλμό και άλλοτε με τον άλλον, παρουσιάζοντας
έκδηλο στραβισμό. Δεν παρουσιάζεται αμβλυωπία εκ στραβισμού καθώς χρησιμοποιούνται και
οι δύο οφθαλμοί εναλλάξ.

Ετερόπλευρος στραβισμός
Σε αυτή την περίπτωση παρεκκλίνει πάντα ο ίδιος οφθαλμός. Το άτομο αναπτύσσει αμβλυωπία
εκ στραβισμού, καθώς ο οφθαλμός που παρεκκλίνει αδρανοποιείται, λόγω της συνεχούς
απώθησης της εικόνας από τον εγκέφαλο.

Φυσιολογική διόφθαλμη όραση


Η διόφθαλμη όραση είναι το σύνολο των εγκεφαλικών διεργασιών που οδηγεί στην ενοποίηση
των δύο αμφιβληστροειδικών εικόνων σε μία και μοναδική. Η λειτουργία αυτή δεν υπάρχει
κατά τη γέννηση και η ανάπτυξή της αρχίζει στην ηλικία των 6 μηνών και ολο- κληρώνεται
μέσα στα πρώτα χρόνια της ζωής.
Προκειμένου το άτομο να αναπτύξει σωστά αυτή τη σημαντική λειτουργία, απαιτούνται οι
εξής προϋποθέσεις:
α) Φυσιολογική οπτική οξύτητα των δύο οφθαλμών
β) Ακεραιότητα της οπτικής οδού
γ) Απουσία στραβισμού.

Κάτω από φυσιολογικές συνθήκες το αντικείμενο προσήλωσης ερεθίζει τα κεντρικά βοθρία


των δύο οφθαλμών που αποτελούν αντίστοιχα αμφιβληστροειδικά σημεία. Στον στραβισμό,
το αντικείμενο της προσήλωσης σχηματίζεται στο κεντρικό βοθρίο του οφθαλμού που
προσηλώνει και σε ένα περιφερικό αμφιβληστροειδικό σημείο του οφθαλμού που παρεκκλίνει.
Επομένως οι δύο οφθαλμοί παρέχουν διαφορετικές πληροφορίες στον εγκέφαλο, φαινόμενο
που θα έπρεπε να προκαλεί διπλωπία. Συγχρόνως, το κεντρικό βοθρίο κάθε οφθαλμού
ερεθίζεται από διαφορετικά αντικείμενα προκαλώντας το φαινόμενο της σύγχυσης.
Ο εγκέφαλος, στις περιπτώσεις συνεκτικού στραβισμού, προκειμένου να αποφύγει την
διπλωπία και την σύγχυση κινητοποιεί δύο μηχανισμούς, την απώθηση και την ανώμαλη
αμφιβληστροειδική αντιστοιχία. Τα φαινόμενα αυτά αναπτύσσονται μόνο στις περιπτώσεις που
ο στραβισμός εκδηλώνεται στην βρεφική ή στην πρώτη παιδική ηλικία, γι’ αυτό και τα μικρά
παιδιά με στραβισμό γενικά δεν πάσχουν από διπλωπία.
Απώθηση
Αποτελεί μία αισθητηριακή λειτουργία των ανωτέρων εγκεφαλικών κέντρων και αφορά μόνο
στην εικόνα που προέρχεται από τον παρεκκλίνοντα οφθαλμό. Η λειτουργία αυτή εμφανίζεται
μόνο κατά την διόφθαλμη όραση, ενώ καταργείται όταν ο οφθαλμός αυτός υποχρεωθεί να
αναλάβει την προσήλωση.
Οι βασικοί τύποι απώθησης είναι δύο:
α) Δυνητική απώθηση, που εμφανίζεται στον οφθαλμό που παρεκκλίνει και μόνο όσο χρονικό
διάστημα αυτός παρεκκλίνει ενώ ο άλλος οφθαλμός προσηλώνει. Εξαφανίζεται όταν ο ίδιος
οφθαλμός υποχρεωθεί να αναλάβει προσήλωση.
β) Αναγκαστική απώθηση, που εμφανίζεται στον παρεκκλίνοντα οφθαλμό συνεχώς, είτε όταν
αυτός παρεκκλίνει είτε όταν η γωνία έχει διορθωθεί με τεχνητά μέσα.

Ανώμαλη αμφιβληστροειδική αντιστοιχία. Με τον μηχανισμό αυτό επέρχεται τροποποίηση


της αμφιβληστροειδικής αντιστοιχίας και των προβολικών ιδιοτήτων του αμφιβληστροειδούς
του οφθαλμού που προσηλώνει και του οφθαλμού που παρεκκλίνει. Δηλαδή η ωχρά του ενός
οφθαλμού και ένα άλλο σημείο εκτός της ωχράς του άλλου οφθαλμού αποκτούν την ίδια
προβολική ιδιότητα.

Οι περισσότεροι ασθενείς με επίκτητο στραβισμό δεν παρουσιάζουν σύγχυση επειδή


καταστέλλουν την περιοχή τη ωχράς του αποκλίνοντος οφθαλμού και βλέπουν διπλή την εικόνα
από τον περιφερικό αμφιβληστροειδή. Η σύγχυση είναι εξαιρετικά σπάνια. Ωστόσο, στην
βιβλιογραφία αναφέρεται ασθενής με σωληνοειδές οπτικό πεδίο (γλαύκωμα) και επίκτητο
στραβισμό που παρουσίαζε σύγχυση αντί για διπλωπία. Η απώλεια του περιφερικού οπτικού
πεδίου που σχετίζεται με το γλαύκωμα προκάλεσε πιθανώς την ταυτόχρονη προσήλωση της
ωχράς του αποκλίνοντος οφθαλμού. Είναι πιθανό ότι η καταστολή της ωχράς του
αποκλίνοντος οφθαλμού εξαρτάται από την διέγερση του περιφερικού αμφιβληστροειδούς και
επομένως η καταστολή της ωχράς δεν είναι δυνατή με την εξάλειψη του περιφερικού πεδίου.

Αμβλυωπία
Ως αμβλυωπία ορίζεται η κατάσταση που χαρακτηρίζεται από μειωμένη οπτική οξύτητα στον
ένα ή και στους δύο οφθαλμούς, που επιμένει παρά την διόρθωση κάθε διαθλαστικής
ανωμαλίας και δεν σχετίζεται με κάποιο οργανικό αίτιο. Εμφανίζεται κατά την περίοδο
ανάπτυξης της όρασης, δηλαδή, από τη γέννηση ως την ηλικία των 6 περίπου ετών.
Διακρίνουμε τις παρακάτω κατηγορίες:
Αμβλυωπία από στραβισμό
Αμβλυωπία εξ ανοψίας
Ανισομετρωπική αμβλυωπία
Αμετρωπική αμβλυωπία
Αμβλυωπία και νυσταγμός

Προσήλωση
Είναι η προσπάθεια ενός ατόμου να δει όσο το δυνατόν καθαρότερα ένα αντικείμενο.
Κατά την κεντρική προσήλωση το άτομο στρέφει τους οφθαλμούς κατά τέτοιο τρόπο, ώστε
να σχηματίζεται το είδωλο του αντικειμένου στο κεντρικό βοθρίο της ωχράς εκάστου
οφθαλμού. Κατά την έκκεντρη προσήλωση, η οποία αναπτύσσεται επί στραβισμού, την
προσήλωση του παρεκκλίνοντος οφθαλμού την αναλαμβάνει κάποιο άλλο σημείο εκτός του
κεντρικού βοθρίου, ειδικά όταν το άτομο προσηλώνει με τον παρεκκλίνοντα οφθαλμό. Όταν
το σημείο της έκκεντρης προσήλωσης βρίσκεται πολύ κοντά στο κεντρικό βοθρίο, η
προσήλωση ονομάζεται παραβοθρική, ενώ όταν βρίσκεται εκτός της ωχράς αλλά πλησίον
της, ονομάζεται παραωχρική. Τέλος, όταν η περιοχή προσήλωσης βρίσκεται μακριά από την
ωχρά, η προσήλωση ονομάζεται περιφερική.

Επιδημιολογία: Η συχνότητα εμφάνισης του στραβισμού στην παιδική ηλικία είναι


περίπου 5-7% και η εσωτροπία είναι πιο συχνή από την εξωτροπία.

Ανάλογα με την κατεύθυνση της παρέκκλισης του άξονα της όρασης διακρίνουμε τις
παρακάτω μορφές συνεκτικού στραβισμού:
 Εσωτροπία ή συγκλίνων στραβισμός: παρέκκλιση του οπτικού άξονα προς τα έσω.
 Εξωτροπία ή αποκλίνων στραβισμός: παρέκκλιση του οπτικού άξονα προς τα έξω.
 Ανωτροπία και υποτροπία: Παρέκκλιση του οφθαλμού προς τα πάνω ή προς τα κάτω.

Συνεκτικός στραβισμός – Εσωτροπία


Υπάρχουν διάφορες υποκατηγορίες εσωτροπίας, όπως είναι η προσαρμοστική και η μη μη
προσαρμοστική. Η αναφορά άλλων υποκατηγοριών δεν κρίνεται απαραίτητη για το θέμα της
παρούσας εργασίας.

Προσαρμοστική εσωτροπία.
Καλείται έτσι ο στραβισμός που συνδέεται με την ενεργοποίηση του αντανακλαστικού της
προσαρμογής. Ο προσαρμοστικός συγκλίνων στραβισμός μπορεί να οφείλεται είτε σε
υπερμετρωπία είτε σε διαταραχή του πηλίκου προσαρμοστικής σύγκλισης και βαθμού
προσαρμογής λόγω διαφόρων παθολογικών καταστάσεων.

Μη προσαρμοστική εσωτροπία.
Διακρίνεται σε συγγενή και επίκτητο τύπο (ο συγγενής αναλύεται παρακάτω).
Ο επίκτητος μη προσαρμοστικός συγκλίνων στραβισμός εμφανίζεται μετά τον 6ο μήνα της
ζωής του ατόμου (συνήθως ανάμεσα στα 2-4 πρώτα χρό- νια της ζωής) και συνδέεται συχνά
με κάποιο νόσημα ή συναισθηματική διαταραχή.

Συνεκτικός στραβισμός – Εξωτροπία


Ονομάζεται η πάθηση κατά την οποία όταν ο ασθενής προσηλώνει ένα αντικείμενο, ο ένας
οφθαλμός αποκλίνει, ενώ ο άλλος προσηλώνεται. Παρότι δεν υπάρχει συμφωνία σχετικά με
τους αιτιολογικούς παράγοντες του στραβισμού, φαίνεται ότι εμπλέκονται ανατομικοί,
νευρογενείς και διαθλαστικοί παράγοντες. Κλινικά διακρίνεται χαρακτηριστικά ως εξωφορία,
διαλείπων αποκλίνων συνεκτικός στραβισμός και μόνιμα αποκλίνων συνεκτικός στραβισμός.

Κάθετος Συνεκτικός Στραβισμός


Η συγκεκριμένη πάθηση σπάνια παρατηρείται μόνη της. Συνήθως συνυπάρχει οριζόντια
παρέκκλιση των οφθαλμών.

Η ευθυγράμμιση των ματιών μεταβάλλεται κατά τις πρώτες εβδομάδες της ζωής. Μια μελέτη
από τους Sondhi et al από 2271 νεογέννητα, έδειξε ότι σχεδόν όλα τα νεογέννητα έχουν ευθέα
μάτια ή εξωτροπία, αλλά η εσωτροπία είναι σπάνια. Η ύπαρξη εξωτροπίας κατά τη γέννηση
επιτρέπει την έμφυτη ισχυρή σύγκλιση συγχώνευσης για να ευθυγραμμιστούν τα μάτια. Από
την άλλη πλευρά, μια εσωτροπία είναι πιο δύσκολο να ελεγχθεί, διότι η συντηρητική
απόκλιση είναι αδύναμη.

Συγγενής εσωτροπία
Όπως δηλώνει ο όρος, συγγενής εσωτροπία είναι η εσωτροπία που εμφανίζεται με τη γέννηση
του παιδιού.

Η αιτιολογία της συγγενούς εσωτροπίας παραμένει άγνωστη αν και πολλές θεωρίες


προσπάθησαν να δώσουν μια εξήγηση.

Η θεωρία του Worth δηλώνει ότι η εσωτροπία προκαλείται από μια συγγενή απουσία της
λειτουργίας της ταύτησης. Αυτή η θεωρία θέτει την ευθύνη σε ένα πρωταρχικό έλλειμμα της
ταύτησης του φλοιού που υπάρχει στη γέννηση και δηλώνει ότι δεν υπάρχει ελπίδα για την
απόκτηση καλής διόφθαλμης λειτουργίας.

Ο Bernard Chavasse αργότερα πρότεινε ότι ο εγκέφαλος έχει τον κατάλληλο μηχανισμό
ταύτησης, αλλά το αποτέλεσμα της κακής ευθυγράμμισης των οφθαλμών επηρεάζει την
ικανότητα του ατόμου να αναπτύξει την λειτουργία αυτή. Αυτό οδήγησε στην ιδέα ότι η
πρόωρη χειρουργική επέμβαση της παιδική εσώτροπια θα μπορούσε ενδεχομένως να
οδηγήσει σε καλή διόφθαλμη όραση.
Κατά τη γέννηση, το νεογνό δεν έχει
κεντρική προσήλωση και οι οφθαλμοί
παρουσιάζουν ασύντακτες κινήσεις, οι
οποίες δίνουν την εντύπωση
διαλείποντος στραβισμού (θέση
συγκλίνουσα ή αποκλίνουσα). Η
συνεργασία των οφθαλμών συνήθως
επιτυγχάνεται στην ηλικία των 3
μηνών. Για τον παραπάνω λόγο
δεχόμαστε ότι ο στραβισμός είναι
συγγενής, όταν από το ιστορικό
αποκαλύπτεται ότι η εμφάνισή του έγινε
στους 6 πρώτους μήνες της ζωής και
ειδικότερα το διάστημα από τον 3ο έως
τον 6ο μήνα. Σπανιότερα, βέβαια,
γίνεται εμφανής στους 3 πρώτους
μήνες. Στο τέλος περίπου του πρώτου
μήνα της ζωής το νεογνό αρχίζει να προσηλώνει. Αυτή η διαδικασία ολοκληρώνεται κατά τον
3ο-4ο μήνα, οπότε το νεογνό θα πρέπει να έχει αναπτύξει κεντρική προσήλωση, να
παρακολουθεί με κάθε οφθαλμό χωριστά και να μην παρουσιάζει στραβισμό. Σε ηλικία 6
μηνών έχει αναπτυχθεί η προσαρμογή ενώ περί την ηλικία των 6 ετών έχει ολοκληρωθεί η
ανάπτυξη της στερεοσκοπικής όρασης και της οπτικής οξύτητας (10/10).

Ένας παράγοντας που προκαλεί σύγχυση, είναι η παρουσία ψευδοστραβισμού. Στον


ψευδοστραβισμό οι οπτικοί άξονες των οφθαλμών είναι ευθυγραμμισμένοι, ωστόσο
δημιουργούν μια λανθασμένη εντύπωση για συγκλίνουσα παρέκκλιση. Οι συχνότερες του
αιτίες είναι η πλατιά βάση της μύτης, ο επίκανθος και η μεγάλη διακορική απόσταση.
Συνήθως εξαφανίζεται σε ηλικία 2 ή 3 ετών επειδή οι επικανθικές πτυχώσεις μειώνονται με
τη διεύρυνση της γέφυρας της μύτης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ψύλλας Κωνσταντίνος Γ., Εισαγωγή στην οφθαλμολογία και στη νευροοφθαλμολογία

Ronald W. Dudek, Thomas M. Louis, High-Yield Gross Anatomy

Handbook of Pediatric Strabismus and Amblyopia

THE WILLS EYE MANUAL, Adam T. Gerstenblith MichaelP.Rabinowitz

https://www.aao.org/pediatric-center-detail/strabismus-infantile-esotropia

http://www.konstadaras.gr/image/PDF/--_17x24-K%20efalaio2new-Papag.pdf

https://www.slideshare.net/ompatel9889/congenital-infantile-esotropia?qid=867d7a9b-dae0-
418a-a88d-faa237ceea14&v=&b=&from_search=1

https://www.slideshare.net/drscaliskan/strabismus?qid=867d7a9b-dae0-418a-a88d-
faa237ceea14&v=&b=&from_search=4

Vous aimerez peut-être aussi