Académique Documents
Professionnel Documents
Culture Documents
ΤΟΜΕΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ
Διδακτορική Διατριβή
Διδάκτωρ: Ηλίας Βαβούρας
Επιβλέπων Καθηγητής: Σ. Δεληβογιατζής
Οι φιλοσοφικές καταβολές
της πολιτικής πράξης
Περιεχόμενα
Σελ.
Εισαγωγικό σημείωμα……………………………………............ 4
Οι προ-φιλοσοφικές καταβολές της πολιτικής
πράξης……………………………………………………………….. 10
Η μεταβατική περίοδος του φιλοσοφικού πολιτικού
στοχασμού: οι αρχέτυπες φιλοσοφικές συλλήψεις του
Πολιτικοῦ Ἀνδρός ………………………………………………….. 48
Α) Οι Επτά Σοφοί: γνῶθι σαυτόν, μηδὲν ἄγαν, καιρὸν
γνῶθι………………………………………………………………… 48
Β) Ηράκλειτος: Ο Πολιτικός Ἀνὴρ διεκπεραιωτής της λογικής
ενότητας……………………………………………............................. 58
Γ) Δημόκριτος: Ο Πολιτικός Ἀνήρ στις αυτοθεσμιζόμενες
πολιτικές 77
κοινωνίες…………………....................................................................
Ο Πολιτικός Ἀνὴρ εντός της νομικής συνθήκης
(νόμῳ)………………………………………………………….. 128
α) Θεωρητική οριοθέτηση…………………………………… 128
β) Ο «έννομος» Πολιτικός Ἀνήρ ……………………………... 159
γ) Ο «άνομος» Πολιτικός Ἀνήρ ……………………………… 176
Ο «φύσει» Πολιτικός Ἀνήρ………………………………….. 205
Α) Η διά της επιστήμης ανακάλυψη της ανθρώπινης φύσης:
Ιπποκράτης…………………………………………… 205
Β) Η έννοια της ανθρώπινης φύσης ως βασικός συντελεστής
της πολιτικής επιστήμης: Θουκυδίδης……. 215
Γ) Ο Πολιτικός Ἀνήρ ως επιστήμων της φύσης των όντων:
Πυθαγόρειοι………………………………………….. 261
Δ) Ο Πολιτικός Ἀνήρ ως φύσει άριστο ανθρώπινο τέλος:
Σωκράτης-Πλάτων…………………………………………… 278
- Ο σωκρατικός Πολιτικός Ἀνήρ: ο φιλόσοφος-πολίτης
- Ο πλατωνικός Πολιτικός Ἀνήρ
* 1) Η επανάσταση (στάσις) του αξιολογικά ανώτερου
ανθρώπου στο όνομα του φυσικού δικαίου
* 2) Ο ορισμός του αληθινού Πολιτικοῦ Ἀνδρός : η
απολυταρχία δικαιολογείται υπό την ισχύ της πολιτικής
επιστήμης
* 3) Ο Πολιτικός Ἀνήρ ως «δημιούργημα» της πλατωνικής
Ακαδημίας: ο συμβιβασμός αληθινής πολιτικής επιστήμης και
θετού νόμου
Επίμετρο: Η ανάπτυξη του αριστοτελικού Πολιτικοῦ Ἀνδρός
υπό μια θεμελιώδη 336
αντίφαση……………………………………………………
Βιβλιογραφία........................................................................................ 351
Εισαγωγικό σημείωμα
Ο
άνθρωπος είναι φύσει ή νόμῳ πολιτικὸν ζῷον. Πάνω σ’ αυτή
1 Ἀριστ. Πολ. 1253a: «Αυτό δηλαδή που διαθέτει τη δυνατότητα μελλοντικού σχεδιασμού
και πρόβλεψης μέσω της διανοητικής ικανότητας κυριαρχεί και εξουσιάζει σύμφωνα με τη
φύση, αυτό αντίθετα που έχει την έμφυτη κλίση να εκτελεί με τις σωματικές ικανότητες
τους νοητικούς αυτούς σχεδιασμούς επιδέχεται την κυριαρχία και είναι φύσει υποχείριο».
Πρβλ. Διογ. Λαέρτ. 1.68: (Χίλων) ἔφασκε πρόνοιαν περὶ τοῦ μέλλοντος λογισμῷ
καταληπτὴν εἶναι ἀνδρὸς ἀρετήν.
*(Οι μεταφράσεις των κειμένων της αρχαίας Ελληνικής γραμματείας ανήκουν στον
συγγραφέα, εκτός αν δηλώνεται το όνομα ετέρου μεταφραστή και η έκδοση στην οποία
βρίσκεται η μεταφραστική προσέγγιση).
2 Ἀριστ. Πολ. 1253a.3. Ο W.K.C. Guthrie στο βιβλίο του για τους Σοφιστές (W.K.C. Guthrie,
The Sophists, Cambridge University Press 1971. Ελληνική μετάφραση Δ. Τσεκουράκης,
Μ.Ι.Ε.Τ., Κεφ. 4., Σελ. 83) εντοπίζει εύστοχα, τις μορφές που μπορούσε να εκλάβει η
αντίθεση «νόμος» - «φύσις», στην ανταλλαγή απόψεων, μεταξύ των στοχαστών του 5ου
και 4ου αιώνα, σε πολύ διαφορετικές εκτιμήσεις, ως προς τη σχετική αξία των εννοιών
φύσις και νόμος, στον τομέα της ηθικής και της πολιτικής. Όπως σημειώνει ο Guthrie, η
συζήτηση για τη διάκριση «νόμος» - «φύσις» στρεφόταν γύρω από το πρόβλημα:
* Όσον αφορά τη θρησκεία, αν οι θεοί υπήρχαν φύσει – πραγματικά - ή μόνο νόμῳ.
* Σχετικά με την πολιτική οργάνωση, το πρόβλημα ήταν, αν οι πολιτείες
δημιουργήθηκαν με θεϊκή εντολή, από φυσική αναγκαιότητα, ή νόμῳ.
* Στο θέμα του κοσμοπολιτισμού, εξεταζόταν αν οι διαιρέσεις του ανθρώπινου γένους
είναι φυσικές ή απλώς θέμα νόμου.
διεισδύει στην ουσία των πραγμάτων και δεν αποδέχεται αβούλως την
διέπουν τα ανθρώπινα όντα και τις πολιτικές εκφάνσεις τους είναι έργο
δομή και λειτουργία των όντων. Ακολούθως την ανθρώπινη υπόσταση και
την πολιτική κοινωνία διέπουν νόμοι απόρροια της ιδιαίτερης φύσης τους.
* Σχετικά με την ισότητα, αν ή εξουσία ενός ανθρώπου πάνω σ’ έναν άλλο (δουλεία) η
ενός λάου πάνω σε άλλον (κυριαρχία), είναι φυσική και αναπόφευκτη ή την επιβάλλει
απλώς ο νόμος.
* Κρίνω σκόπιμο να προσθέσω, τη διάκριση στο θέμα της γλώσσας: αν το σημαίνον
συνδέεται φύσει με το σημαινόμενο ή τα ονόματα των λέξεων έχουν αποδοθεί
συμβατικά, νόμῳ
* Επίσης, στο ζήτημα της αρετής, αν οι οι διάφορες αρετές ή η αρετή ως ενότητα, είναι
έμφυτες -φύσει- ή αποκτώνται μέσω εξάσκησης και διδασκαλίας. Για την αντίθεση
«νόμος» - «φύσις» βλ. Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Γοργίας, σελ. 33-61 (Εισαγωγή, Φιλοσοφική
Ανάλυση: Το Δίκαιο του Ισχυροτέρου στην Αρχαία Ελληνική σκέψη, Μετάφραση, Σχόλια,
Υπομνήματα), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2008.
όντων και των πολιτικών κοινωνιών τους είναι μέρος του φυσικού δικαίου.
δικαίου.
και πράξης. Η δικαιοσύνη όμως δεν τηρεί ουδέτερη στάση ούτε στο φυσικό
ούτε στον ανθρώπινο κόσμο: ετυμηγορεί υπέρ του φορέα και ενσαρκωτή
των εντολών της και φροντίζει επιτακτικά για την υλοποίηση τους3. Ως εκ
επιστημονικούς-φιλοσοφικούς χειρισμούς).
έκφραση του πολιτικού ανδρός στα ομηρικά έπη και σε άμεση συνάφεια
και κατ’ επέκταση της πόλεως την «αριστεία» σε κάθε έκφανση της
την εκδίπλωση του πολιτικού όλου από τον ηρωισμό της αυτάρκους
πολιτικής αρετής. Φαίνεται όμως ότι η πολιτική αξιοσύνη στα πλαίσια της
αυστηρή έννοια του όρου και είναι η βάση της πλατωνικής πολιτικής
σύλληψη.
πολιτικού ανδρός ως φορέα λόγου, πράξης και ηθικής επιρροής εντός του
κριτικής.
(Πλάτ. Πολιτικ. 258c) και στο αέναο επιστημονικό κτήμα του περὶ πάντα
στημόνι και το υφάδι της πολιτικής φιλοσοφικής σκέψης και στο τέλος
Πολιτικ. 311b).
Η
ομηρική ποιητική παρέμβαση αποτελεί το προστάδιο, την
7 Νίτσε Φρ. Χαρούμενη Επιστήμη ΙΙ - Εμείς οι Απάτριδες, σελ. 36-37, μτφρ. Σαρίκας Ζ.,
Εκδοτική Θεσσαλονίκης χ.χ.
φιλοσοφία8.
επιμέρους ον δεν διεκδικεί τον τίτλο του απόλυτου δημιουργού του όλου,
της πρώτης αιτίας των πραγμάτων. Στα επιμέρους έλλογα όντα όσον
δεν γεννιέται από το τίποτα και τίποτα δεν καταλήγει στο τίποτα. Το
8 Βλάχος Γ., Πολιτικές κοινωνίες στον Όμηρο, σελ. 21, μτφρ. Μ. Παΐζη-Αποστολοπούλου-
Δ.Γ. Αποστολόπουλος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981.
9
Russell B., "Α Ηistory of the Western Philosophy", Simon and Schuster,1945. μτφρ.
Χουρμουζίου Αιμ., Αρσενίδη, Αθήνα. χ.χ, τ. Α΄, σελ. 46-47.
μυθική και η έλλογη σκέψη είναι η πρώτη αιτία της δημιουργίας, το πρώτο
στην φυσική κίνηση και την αλλαγή. Η αντίληψη όμως της αιτιότητας στο
γέννησης, κάθε κίνησης και αλλαγής. Η ανακάλυψη της φύσης και της
ορθολογισμός: την αναζήτηση της αλήθειας όσον αφορά τις αιτίες των
10 Πρβλ. Snell B., Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
19-42.
του νοεῖν11.
ανθρώπινου και κοσμικού γίγνεσθαι που έχει όμως λογική δομή και
ποίηση παρόλο που εκκινεί από το ίδιο σημείο εκκίνησης με το μύθο, από
απομίμηση της ουσίας, της αλήθειας, ο μύθος και η ποίηση είναι τρίτοι
στο λογικό και το ποιητικό στοιχείο. Το ομηρικό έπος είναι μύθος, λόγος
11 Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον Λόγο, σελ. 15, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010.
12 Πλούτ. ΠΟΤΕΡΟΝ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΚΑΤΑ ΠΟΛΕΜΟΝ Η ΚΑΤΑ ΣΟΦΙΑ ΕΝΔΟΞΟΤΕΡΟΙ,
348b: ὁ δὲ μῦθος εἶναι βούλεται λόγος ψευδὴς ἐοικὼς ἀληθινῷ· διὸ καὶ πολὺ τῶν ἔργων
ἀφέστηκεν͵ εἰ λόγος μὲν ἔργου͵ [καὶ] λόγου δὲ μῦθος εἰκὼν καὶ εἴδωλόν ἐστι. Πρβλ. Calame
C., (1999), “The Rhetoric of Muthos and Logos: Forms of Figurative Discourse”, in Buxton R. (ed.)
From Myth to Reason, Oxford 119-144.
13 Πλάτ. Πολιτ. 599d: Ὦ φίλε Ὅμηρε͵ εἴπερ μὴ τρίτος ἀπὸ τῆς ἀληθείας εἶ ἀρετῆς πέρι͵
εἰδώλου δημιουργός͵ ὃν δὴ μιμητὴν ὡρισάμεθα. Πρβλ. Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον Λόγο,
σελ. 26, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010.
του λόγου και κατά ένα βαθμό καταφέρνει να καταστεί φιλοσοφία της
ιστορίας και του πολιτισμού του ανθρώπου και διά της επί των
ομάδων14.
άγνωστη στον ομηρικό κόσμο αλλά και στον ελληνικό κόσμο εν γένει. Τα
14 Βλάχος Γ., Πολιτικές κοινωνίες στον Όμηρο, σελ. 27, μτφρ. Μ. Παΐζη-Αποστολοπούλου-
Δ.Γ. Αποστολόπουλος, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981.
15 Πρβλ. Snell B., Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
43-64.
επιταγές της φυσικής τους τάξης· και η ανθρωπόμορφη φυσική τάξη δεν
μπορεί να αποκλίσει τις ηδονές, τα πάθη, τις παρορμήσεις για αρχή και
δεικνύει εξαιρετικά την ιδιότυπη σχέση θεώ και θνητών στην αρχαία
ελληνική πραγματικότητα:
ἄμμε πότμος
και η μία είναι τίποτε, ενώ η άλλη έχει τον ορειχάλκινο ουρανό
κι ας μην ξέρουμε
16 Πρβλ. Snell B., Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
115-133. Πρβλ. Webster T.B.L., Εισαγωγή στον Σοφοκλή, Μτφρ., Ιωαν. Μπάρμπας,
Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 38-46.
ασφαλής κατοικία των θεϊκών όντων τους χαρίζουν υπεροχή έναντι των
μεταβούν στα δώματα του Διός εκτός από τον ουρανό· αν οι άνθρωποι
ανοικτός.
αποδοτικότητας. Όσο πιο τέλεια εκπληρώνει τον φύσει σκοπό του ένα
κατάσταση και το κάνει να εκτελεί με τον πιο ορθό τρόπο το έργο για το
17 Πρβλ. Snell B., Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
183-200.
18 Ἀριστ. Μ.τ.Φ. 997b.11: οὔτε γὰρ ἐκεῖνοι οὐδὲν ἄλλο ἐποίουν ἢ ἀνθρώπους ἀϊδίους.
Ξενοφ. DK, Ἀπ. 14, 15, 16: ἀλλ΄ οἱ βροτοὶ δοκέουσι γεννᾶσθαι θεούς͵ τὴν σφετέρην δ΄ ἐσθῆτα
ἔχειν φωνήν τε δέμας τε. ἀλλ΄ εἰ χεῖρας ἔχον βόες ἵπποι τ΄ ἠὲ λέοντες ἢ γράψαι χείρεσσι
καὶ ἔργα τελεῖν ἅπερ ἄνδρες͵ ἵπποι μέν θ΄ ἵπποισι͵ βόες δέ τε βουσὶν ὁμοίας καί κε θεῶν
ἰδέας ἔγραφον καὶ σώματ΄ ἐποίουν τοιαῦθ΄͵ οἷόν περ καὐτοὶ δέμας εἶχον ἕκαστοι. Αἰθίοπές
τε θεοὺς σφετέρους σιμοὺς μέλανάς τε Θρῆικές τε γλαυκοὺς καὶ πυρρούς φασι πέλεσθαι.
Βέϊκος Θ., Φύση και Κοινωνία από το Θαλή ως το Σωκράτη, Σμίλη, Αθήνα 1991, σελ. 35-36.
επίσης αξιόλογο καθιστά και το έργο του οφθαλμού: την όραση. Κατά το
αλλά και το καθιστά ικανό να τρέχει ταχύτατα και να φέρει πάνω του τον
εκδίπλωσή τους καθιστούν τον άνθρωπο ενάρετο και αν κάποια από τις
εμπράγματη προσφορά.
19 Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 1106a. Πρβλ. Düring Ing., Aristotles. Darstellung und Interpretation seines
Denkens, Carl Winter Universitätsverlag, Heidelberg 1966, μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2, Μ.Ι.Ε.Τ,
Αθήνα 1991, σελ. 241.
λιγότερο ικανούς.
οπτική της αρετής20 είναι ο θεμέλιος λίθος της πολιτικής φιλοσοφίας, στην
εντός του φυσικού περιβάλλοντος. Για τον άνθρωπο όμως το φυσικό του
δράσης αντιτίθενται με την ανομία και τον αυτόνομο, ιδιοτελή βίο και την
(αὐτοὶ ποὺ στοὺς ἀθάνατους θεοὺς τ' ἀφήνουν ὅλα). Ο άνθρωπος νοείται
αυτός που δεν έχει ανάγκη την πολιτική κοινότητα - αυτός που ο
22 Ὅμηρ. Ὀδύσ. ε, 155-160. Πρβλ. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ.,
2007, σελ. 175-176.
23 Ἀριστ. Πολ. 1253a: ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν͵ ἢ κρείττων ἢ
ἄνθρωπος· ὥσπερ καὶ ὁ ὑφ΄ Ὁμήρου λοιδορηθεὶς ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιος·
24 Ἀριστ. Πολ. 1253a: ὁ δὲ μὴ δυνάμε νος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι΄ αὐτάρκειαν οὐθὲν
μέρος πόλεως͵ ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός.
άλλα όντα, αλλά αυτή η παράμετρος εντάσσεται στο μαγικό στοιχείο του
είναι ενάρετος τεχνίτης, η αρετή του απορρέει από την τεχνική του
η αρετή του ήρωα Αχιλλέα, η ανδρεία, η αριστεία στο πεδίο της μάχης,
αρετές είναι κοινό κτήμα θεών και θνητών. Κάποιοι θνητοί μάλιστα όπως
25 Ἀριστ. Πολ. 1253b.33. Πρβλ. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ.,
2007, σελ. 213-224.
26 Πλάτ. Πρωτ. 321d. Πρβλ. Murray P., (1999), “What is a Muthos for Plato?” in Buxton R. (ed.)
Form myth to Reason, Oxford 251-262.
φύση, τον έμφυτο πολιτικό χαρακτήρα του ανθρώπου. Δεν υπάρχει αρετή
εκεί που δεν υπάρχει πολιτική-κοινωνική δομή. Η αρετή είναι ίδιον του
αυστηρά την κλοπή ή την εξαπάτηση ενός πολίτη από έναν άλλο, ωστόσο
των θεών Ερμής, προστάτης των εμπόρων, είναι ενάρετος και αρετή του
την θεώρηση καταφάσκει και η ομηρική θέση, που πλέκει το εγκώμιο του
«σὰν ἦρθε νέος στὸν Παρνασσό, τῆς μάνας του τὸν κύρη,
τὸ δοξασμένο Αὐτόλυκο νὰ δῆ μὲ τὰ παιδιά του,
πού 'τανε πρῶτος τῶν θνητῶν σὲ πονηριὲς καὶ σ' ὄρκους (επιορκίες),
τοῦ θεοῦ τοῦ Ἑρμῆ χαρίσματα τὶ εἶχε πολλὰ ἀπ' ἐκεῖνον
καλὰ γιδιῶν κι ἀρνιῶν μεριὰ ὁ θεὸς Ἑρμῆς, καὶ πάντα
μὲ ἀγάπη τὸν συνόδευε καὶ προθυμιὰ μεγάλη».
άνθρωπος-θεός κατακτά την αρετή στο ειδικό πεδίο δράσης του είτε
Η μέχρι τώρα έρευνα κατέδειξε και ένα ακόμη μείζον θέμα: την
διάκρισής του: ἰητρὸς γὰρ ἀνὴρ πολλῶν ἀντάξιος ἄλλων (Ὁμηρ. Ἰλ. Λ. 514).
Το ζήτημα όμως δεν τόσο ευκρινές ή βατό όσο δεικνύεται αρχικά υπό την
Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος,
Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 42.
δαιδαλώδη τρόπο και στην προφιλοσοφική εποχή και στην εποχή της
ουσίας και του σκοπού του εκάστοτε όντος ανάγει το γνώστη των
αρετή αλλά για κακία που ισοδυναμεί με ακούσια άγνοια (οὐδεὶς ἑκὼν
τρόπο τις επιταγές της ιατρικής επιστήμης που θεωρητικά γνωρίζει και
διδόναι). Αυτός που παρεκκλίνει από τους κανόνες της ιατρικής δεν είναι
υπέρτατη γνώση, μια υπέρτατη βαθμίδα του ειδέναι που κατέχει την
αλήθεια των όντων συνολικά και γνωρίζει τη φύση-την ουσία του κόσμου
28 Penner T., “The Unity of Virtue.” Philosophical Review 82 (1973), 35-68. Πρβλ. Jaeger W.,
Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄,
σελ. 37.
συνολικά και των επιμέρους όντων που τον απαρτίζουν τότε αυτή η
τεχνικών γνώσεων και να τις κατευθύνει προς τον τελικό σκοπό των
μοντέλο ορά, ατενίζει αυτό το ανυπέρβλητον της γνώσης και της αρετής
δημιουργοί εἰσιν͵ ὡς μόνῃ ἐπισταμένῃ χρῆσθαι. Σαφῶς οὖν ἐδόκει ἡμῖν αὕτη
ύπαρξη μιας τέτοιου είδους επιστήμης, ωραίε μου νέε, είπα εγώ, που να
διαλεκτικά στη βασιλική τέχνη και εξετάσαμε αν είναι αυτή που παρέχει
αυτές οι ίδιες δημιουργούν, διότι μόνο αυτή γνωρίζει τον σκοπό των
βασιλική τέχνη αποτελεί την τέχνη που αναζητούσαμε και αυτή ακριβώς
ίαμβο του Αισχύλου, μόνη αυτή κρατά το τιμόνι στην πρύμνη της
δεν είναι τίποτα άλλο από μία επιστήμη (της γνώσης της ουσίας και του
του ειδέναι. Την ανωτερότητά της δεν επικυρώνει το εύρος του γνωστικού
σκοπού-τέλους του σύμπαντος κόσμου και των επιμέρους όντων που τον
σκοπός που διατρέχει και ανθρώπινα ηθικά και πολιτικά πράγματα. Πιο
ό,τι παρέχει την αλήθεια και την επιστήμη. Το Ἀγαθόν είναι δημιουργική
αρχή και ανώτατος σκοπός του κόσμου, εκείνο χάρη στο οποίο όλα
ύψιστη αρχή και την πηγή του όντος και της γνώσης (Πλάτ. Πολιτ. 508a-
509e, πρβλ. Φιλοσοφικός Λόγος, σελ 120, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2009). Η φιλοσοφία
δια μέσω της διαλεκτικής είναι ο μόνος δρόμος για την ανώτατη γνώση, η
οποία θεωρείται συνοπτικά υπό τον όρο Αγαθόν. Ο άνθρωπος όμως είναι
πολιτικό ον, γεννήθηκε για να ζει με ομοειδείς του. Ο τελικός σκοπός του
ουσίας και του σκοπού της πόλεως και των επιμέρους στοιχείων της, των
επιστήμης είναι ο φιλόσοφος ως κτήτορας της φύσης και του σκοπού των
και ισχύος των θεών, θα ήταν άχρηστο στους ανθρώπους αν δεν γνώριζαν
τη φύση του και το σκοπό χρήσης του: Οὐδέ γε εἴ τις ἔστιν ἐπιστήμη ὥστε
και κατ’ επέκταση αρετής δεν έγκειται στην επιμέρους άριστη εκδίπλωση
ανώτερη τελεολογική γνώση της φύσης και του σκοπού του πολιτικού
πόλεσι, [1094b] (1) καὶ ποίας ἑκάστους μανθάνειν καὶ μέχρι τίνος, αὕτη
29 «Και αν ακόμη υπάρχει κάποια επιστήμη που παρέχει αθανασία, χωρίς να έχει
επισταμένη γνώση του σκοπού της αθανασίας, ούτε αυτή φαίνεται να ωφελεί σε
τίποτα».
30 Πλάτ. Πολιτικ. 272b-c. Πρβλ. Nehamas A., “Episteme and Logos in Plato's Later Thought".
Repr. Nehamas, A. (1999), ch. 11.
1094a27-b).
«Φαίνεται λοιπόν ότι η γνώση αυτή (του αγαθού) είναι μέρος της
επιστήμες είναι απαραίτητες για τις πολιτείες και ποιές είναι αναγκαίο
κανείς και από ποιά να απέχει, ο τελικός σκοπός της επιστήμης αυτής
νοείται έξω από το φυσικό του πολιτικό περιβάλλον και η υπέρτατη αρετή
σκοπό από την άρχουσα πολιτική επιστήμη. Για την πλατωνική και
αρετής είναι μια επίφαση, στην έκταση που η αρετή και πολυειδία
ανθρώπινης σκέψης για την ανθρώπινη φύση, τις δυνατότητές της μέσα
απρόσιτες τοποθεσίες του ίδιου φυσικού κόσμου. Η φύση είναι κοινή για
ύπαρξής της.
χρὴ αἶσαν φέρειν ὡς ῥᾷστα͵ γιγνώσκονθ΄ ὅτι τὸ τῆς ἀνάγκης ἔστ΄ ἀδήριτον
αναγκαιότητα, η φύση προηγείται της τέχνης και όχι η τέχνη της φύσης, η
2007, σελ. 224-228. Πρβλ. Webster T.B.L., Εισαγωγή στον Σοφοκλή, Μτφρ., Ιωαν.
Μπάρμπας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 46-52.
33 Εὐρ. Ἀλκ. 965.
34 Αἰσχ. Πρ. 103-105.
35 Ἡράκλ. DK. Β, 94: ῞Ηλιος γὰρ οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα· εἰ δὲ μή͵ Ἐρινύες μιν Δίκης
ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν. (Diels, H. and W. Kranz = DK, 1952, Die Fragmente der Vorsokratiker,
(αποσπάσματα και δοξογραφικές μαρτυρίες) 6th edition, 3 Vols., Dublin and Zürich:
Weidmann). Πρβλ. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ., 2007, σελ.
198-205.
ανώτατη κοινωνία των θεών, λοιπόν, είναι μια κατεξοχήν φύσει κοινωνία,
και την φυσική τάξη, ώστε να μην προβούν σε παράβαση των νόμων του
καθορίζουν τον ανθρώπινο βίο είναι έργο του νου. Ο νους είναι το
36
Πρβλ. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ., 2007, σελ. 228-242. Πρβλ.
Webster T.B.L., Εισαγωγή στον Σοφοκλή, Μτφρ., Ιωαν. Μπάρμπας, Θεσσαλονίκη 1994, σελ.
52-66.
ως μέλη της. Δεν υφίσταται χρεία έμμεσων θετών νόμων στη θεϊκή
αντίληψης του φυσικού όλου και των κανόνων του και της ατομικής και
εκεί που υπάρχει λόγος. Ο λόγος που κυβερνά το όλον μόνο διά λόγου
σύσταση της φύσης, η συγγένεια του ανθρώπινου νου και της φυσικής
θεός είναι γνώστης της φυσικής αναγκαιότητας και διά μέσω αυτής της
γνώσης κινείται στην περιοχή που του παρέχει το φυσικό δίκαιο. Η γνώση
αρετή. Ακόμη και η ιδιότητα της πρόβλεψης που διακατέχει τους θεούς
37 Πρβλ. Snell B. Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
201-216.
πρώτων αρχών που διαβιβάζουν νομοτελειακά την κίνηση στο φυσικό και
διέπουν και της ιδιαίτερης φύσης τους. Οι επιμέρους όμως θεότητες, όπως
γνωρίζει καλύτερα από κάθε θεό τη φύση και τους νόμους τις θάλασσας
38 Πρβλ. Snell B. Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981, σελ.
217-256.
γνώσης του προβλέπει το μέλλον, όπως βέβαια και οι άλλοι θεοί, αλλά
σκέψη:
εξουσία του (Ζεὺς ἐκπέσῃ τυραννίδος40) για τον απλούστατο λόγο ότι θα
έχει αποβεί παρά φύση δυνάστης και άρα μη επιτελεστής της κατά φύση
και φύσει έκπτωτος. Ο Ζευς λοιπόν δύναται να εκπέσει εκ του θρόνου του
πολιτικής κυριαρχίας43.
πεδίο διάκρισής, αρετής, αριστείας του και δεν αναμιγνύεται στις ειδικές
σκοπό των υπολοίπων αρετών προς τον κατά φύσει σκοπό της
ειδικής γνώσης που κατέχει πάνω στο ειδικό πεδίο ενασχόλησής του. Η
γνώση των νόμων της θάλασσας χαρακτηρίζει τον ενάρετο στα της
43
Πρβλ. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ., 2007, σελ. 242-244.
θυμό του Αχιλλέα45, στο βάθος η απόλυτη ιλιαδική αρετή, η ανδρεία στο
πεδίο της μάχης, ίδιον του ήρωα Αχιλλέα, εδράζεται σε μια έλλογη
ένας άνθρωπος δεν μπορεί να είναι από μόνος του ενάρετος, είναι
υπεροχής του. Ο Απόλλων δεν είναι πολιτικός ηγέτης των θεών, ανάσσει
όμως στο ειδικό πεδίο στο οποίο υπερέχει, δηλαδή στη μαντική, αυτός
είναι ο άναξ των Δελφών και όχι κάποιος άλλος θεός46. Αν κάποιος ενώ
46Ἡράκλ. Ἀπ. 93 DK: ὁ ἄναξ͵ οὗ τὸ μαντεῖόν ἐστι τὸ ἐν Δελφοῖς͵ οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει
ἀλλὰ σημαίνει.
Πρβλ. Α. 36: Ἀπόλλωνι ἄνακτι, Β. 102: Διὶ Κρονίωνι ἄνακτι͵ Ι. 164: Ἀχιλῆϊ ἄνακτι, Ο. 57:
Ποσειδάωνι ἄνακτι, Σ. 137: Ἡφαίστοιο ἄνακτος. Όλοι οι θεοί και οι ήρωες αποκαλούνται με
τον τίτλο ἄναξ, για να δηλωθεί η ενάρετη κυριαρχία τους στα ειδικά πεδία υπεροχής
τους. Επίσης ο όροι ἄναξ, ἄνασσα, ἀνάσσειν απαντώνται στους Ὁμηρικούς Ὕμνους και
αναφέρονται σε όλους τους θεούς.
πᾶσι δὲ σημαίνειν.
όλους να ορίζη47».
την αξία του και κατ’ επέκταση την κυριαρχία του σε όλα τα επίπεδα
άλλων όσον αφορά την ανδρεία, την στρατιωτική αρετή και την πολεμική
Αχιλλέα είναι στο βάθος μια διαμαρτυρία εναντίον της παράβασης της
φυσικής τάξης, εναντίον της επίπλαστης, «νόμω» υπεροχής του καθ’ όλα
αρετής. Η αρχή του Διός εδράζεται στο φυσικό δίκαιο, ακολουθεί τις
χαρακτηριστικά από την μια πλευρά του λόγου όσον αφορά την αντίληψη
των νόμων του φυσικού δικαίου και την γνώση των νόμων του ειδικού
πεδίου διάκρισης του υποκειμένου και από την άλλη μεριά της αρχής, της
έμπρακτης κυριαρχίας του ενός επί των πολλών σε σχέση με την υπεροχή
στο ειδικό πεδίο διάκρισης. Η φύση όμως επιβάλλει και την ανθρώπινη
δομή του φυσικού δικαίου. Ο Ζευς λοιπόν είναι το σύμβολο της πολιτικής
αρετής, ο ύπατος άναξ και διεκπεραιωτής της πολιτικής ενότητας και των
εξουσίας του. Από την ένωση του Δία με τη Μήτιδα γεννήθηκε εκ του
νοός του Διός η θεά της καθαρής σοφίας, η Αθηνά51. Η καθαρή σοφία, η
λόγου. Ο λόγος που γίνεται πράξη στο ποιο σημαντικό και αναγκαίο
φιλοσοφική) θέση ότι οι αρετές που αποτελούν ενότητα λόγου και πράξης
τους κρατάει απ’ ευθείας από το Δία. Η αρετή του ήρωα Αχιλλέα, όπως
της Ιλιάδας, αυτός που για χάρη του συστήθηκε το πολεμικό έπος δεν
πολεμική και πολιτική αρετή του είναι παντελώς άγνωστες πριν υποστεί
ακόμη Αχιλλέα; Η αρετή που κάνει τον ήρωα υπέρτερο των άλλων,
άρρηκτη ενότητα λόγου και πράξης είναι η υπέρτατη αρετή που δύναται
νοητικός σχεδιασμός και ρητορική ικανότητα και η πράξη από την άλλη
συγκροτεί την αρετή και η αρετή μόνο στον πολιτικό χώρο μπορεί να
χρησιμοποιεί την πολεμική τέχνη όταν δοκιμάζεται στο πεδίο της μάχης,
μάχη της αγοράς και σε πολιτική ανδρεία όσον αφορά την αποφασιστική
έμβιων όντων χάρη στη λογική του ικανότητα. Αποτέλεσμα αυτών των
ειδική γνώση, η οποία διδάσκεται και προσλαμβάνεται διά λόγου, και έχει
πολιτικού σκοπού του ανθρώπου και των φυσικών νόμων που διέπουν την
εμπράγματη μετουσίωση αυτής της γνώσης από την άλλη, και η οποία
πολιτικού ανδρός
γνῶθι
«γέροντα τύραννον»54.
Η
ενότητα λόγου-πράξης συνιστά την ελληνική σύλληψη της
τη γνώση της ειδημοσύνης του με την εφαρμογή της στην πράξη έχει
ενάρετος στο ειδικό πεδίο της επιστήμης του, επιπλέον είναι σοφότερος
των άλλων που δεν κατέχουν την εν λόγω επιστήμη και αναμφισβήτητος
54 Διογ. Λαέρτ. 1. 36: Θαλῆς. Πρβλ. 1.73: ἐγὼν δὲ δοκέω καὶ τὰ οἰκῇα σφαλερὰ ἦμεν ἀνδρὶ
μονάρχῳ͵ καὶ τῆνον τυράννων εὐδαιμονίζω ὅστις κα οἴκοι ἐξ αὐτὸς αὑτῶ κατθάνῃ. «Θεωρώ
ότι ένας απόλυτος μονάρχης δεν είναι ασφαλής ούτε στην επικράτειά του και
καλοτυχίζω τον τύραννο που θα έχει φυσικό θάνατο στο σπίτι του». Πρβλ. Strauss L.,
Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση, Αθήνα 1995, σελ.95.
όντα) και λόγω της ειδικής γνώσης της (γνώση της ανθρώπινης φύσης,
των κατά φύση πολιτικών νόμων και του τελικού σκοπού του ανθρώπου),
οποία στο βάθος είναι πολιτική, είναι κυρίαρχη στην παράδοση των Επτά
55 Πολιτικός άρχων και στρατιωτικός ηγέτης της Μυτιλήνης. Παρέμεινε στην εξουσία επί
μία δεκαετία (589-579 π.Χ.) με την παρέλευση της οποίας παραιτήθηκε από την αρχή
εκουσίως. Στη διάρκεια της ηγεμονικής κυριαρχίας του του δεν επιχείρησε να ανατρέψει
το πολίτευμα, αλλά επιδόθηκε στη δραστική βελτίωση και την καίρια αναθεώρηση των
νόμων. Οι ολιγαρχικοί αλλά και ο ποιητής Αλκαίος τον σκιαγραφούσαν ως τύραννο. Βλ.
Διόγ. Λαέρτ. Α. 74-81.
56 Έγινε γνωστός κυρίως για τη δικαιοσύνη του και την ρητορική του δεινότητα,
χαρακτηριστικά που δεικνύουν πολιτική δράση. Βλ. Διόγ. Λαέρτ. Α. 82-88.
57 Τύραννος της Λίνδου στη Ρόδο. Βλ. Διόγ. Λαέρτ. Α. 89-93.
της σοφίας τους βασιζόταν στην πρακτική εμπειρία και όχι στη θεωρητική
συστήματα.
58 Πολιτικός και νομοθέτης της Σπάρτης. Οι Λακεδαιμόνιοι τον εξέλεξαν και Έφορο, το
556 π.Χ. (κατά την 56η Ολυμπιάδα). Η πολιτική σταδιοδρομία του υπήρξε ιδιαίτερα
επιτυχημένη και μάλιστα με καίρια σημασία στην ιστορική εξέλιξη του πολιτεύματος
της Σπάρτης, καθώς εισηγήθηκε και πραγμάτωσε τη μεταρρύθμιση του καθεστώτος του
Λυκούργου, με κύριο μέτρο την εξύψωση του θεσμού των Εφόρων και τον αποφασιστικό
περιορισμό, κατά τον τρόπο αυτό, της βασιλικής επιρροής, δύναμης και εξουσίας, προς
όφελος της λαϊκής κυριαρχίας. Βλ. Διόγ. Λαέρτ. Α. 68-73. Πρβλ. Ψυχοπαίδης Κ., Ο
φιλόσοφος, ο πολιτικός και ο τύραννος-Για την πολιτική σκέψη του Πλάτωνα και του
Αριστοτέλη, Πόλις, Αθήνα 1999, σελ. 9.
59 Γνωστός για την σκληρότητα αλλά και τη μεγαλοπρεπή σοφία του τύραννος της
Κορίνθου (668 – 584π.Χ.) που διαδέχθηκε τον πατέρα του Κύψελο, ο οποίος είχε
ανατρέψει την δωρική αριστοκρατία. Ο Περίανδρος αναμόρφωσε κοινωνικά και θεσμικά
το πολιτικό τοπίο της Κορίνθου, καθώς θέσπισε ειδικούς νόμους κατά της ασωτίας και
της πολυτέλειας θεωρώντας παράλληλα νομοθετικό-κοινωνικό καθήκον του πολιτικού
άρχοντα την εύρεση εργασίας σε άπορους πολίτες και την φορολόγηση των πλουσίων.
Βλ. Διόγ. Λαέρτ. 1.94-100.
60 Διογ. Λαέρτ. 1. 23: Μετὰ δὲ τὰ πολιτικὰ τῆς φυσικῆς ἐγένετο θεωρίας. Πρβλ. Ἡροδ. 1. 75.
γνώση αυτή και η επιτυχής μεταφορά της στην πράξη τους κάνει να
τους αναβιβάζει στο υπέρτατο αξίωμα, στην θέση του νομοθέτη ή του
επιταγές τις ορθότητας στο φυσικό τελικό προορισμό του, την ευδαιμονία,
Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ. Μ.
61
συνόλου και προς τον φυσικό σκοπό του ανθρώπου και των κοινωνιών
του, είναι σοφή και κατ’ επέκταση ενάρετη, καθώς συντελεί στην ενότητα
υπερβεί τα φυσικά πολιτικά όρια και για το λόγο αυτό το πολίτευμά του
κανόνων μέσω της γνώσης και της ορθότητας χαρίζουν την αγέραστη
νομοθεσία του από τους ίδιους τους υπηκόους του. Ο Θαλής στην ερώτηση
65 Διογ. Λαέρτ. 1.53.7. Πρβλ. Strauss L., Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση,
Αθήνα 1995, σελ. 63. Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ.
Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 178-179. Ober J., (1989), Mass and Elite in
democratic Athens: Rhetoric, Ideology and Power of People, Princeton University Press, μτφρ. Β.
Σερέτη, Πολύτροπον, Αθήνα 2003, σελ. 109-111, 320-324. Πρβλ. Andrewes Α., H Τυραννία
στην Αρχαία Ελλάδα, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982, σελ 137-140.
επιτεύξει δεν είναι εύκολο να το διατηρήσει για πολύ. Εξάλλου και ο ίδιος
της αρετής και της σοφίας, απόρροια της ενοποιητικής λειτουργίας λόγου
και πράξης. Η μελέτη και η παρατήρηση της φύσης των ανθρώπων και
66 Βλ. Ἀριστ. Ἀθ. Πολ. 11. Ο Σόλων, αφού διαρρύθμισε το πολίτευμα, δεχόταν επικρίσεις
από πολιτικές ομάδες και αιτήσεις για διευκρινιστικές εξηγήσεις σχετικά με τη
νομοθεσία που είχε επιβάλλει. Ο νομοθέτης, επειδή δεν είχε τη βούληση να αλλάξει τη
νομοθεσία ούτε και να προκαλεί αντιδράσεις με την παρουσία του, απεδήμησε (Ἡροδ.
1.29: Σόλων ἀνὴρ Ἀθηναῖος͵ ὃς Ἀθηναίοισι νόμους κελεύσασι ποιήσας ἀπεδήμησε ἔτεα δέκα͵
κατὰ θεωρίης πρόφασιν ἐκπλώσας͵ ἵνα δὴ μή τινα τῶν νόμων ἀναγκασθῇ λῦσαι τῶν
ἔθετο) με πρόφαση τη θεωρητική ενασχόληση και τη γνωριμία νέων χωρών
ισχυριζόμενος ότι δε θα επιστρέψει, πριν παρέλθουν δέκα έτη. Θεωρούσε πως δεν ήταν
δίκαιο ούτε θεμιτό να παραμείνει και να δίνει διευκρινίσεις για τους νόμους. Ο κάθε
πολίτης όφειλε να πειθαρχεί και να σέβεται όσα είχαν με «σοφία» θεσπιστεί., βλ.
Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Πολιτικός (Εισαγωγή, φιλοσοφική ερμηνεία: Οι Αρχές της
Πλατωνικής Πολιτικής Επιστήμης «Μια φιλοσοφική ερμηνεία του Πολιτικού»,
ερμηνευτικά σχόλια), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2010, σελ 670. Πρβλ. Romilly de J., Ο Νόμος
στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ. Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση
Κ., Το Άστυ, Αθήνα 1995, σελ. 215-220, Πρβλ. Ober J., (1989), Mass and Elite in democratic
Athens: Rhetoric, Ideology and Power of People, Princeton University Press, μτφρ. Β. Σερέτη,
Πολύτροπον, Αθήνα 2003, σελ. 104-108. Πρβλ. Andrewes Α., H Τυραννία στην Αρχαία
Ελλάδα, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982, σελ. 105-120.
αξιοποιούνται διά μέσου του ορθού λόγου και εφαρμόζονται στην πράξη
χειρισμοί σύμφωνοι με τη φύση των ανθρώπων και των κοινωνιών του και
επιστήμης.
τις ρήσεις γνῶθι σαυτόν, μηδὲν ἄγαν, καιρὸν γνῶθι. Αυτές οι ρήσεις
67 Διογ. Λαέρτ. 1.40.1: Γνῶθι σαυτόν, 1.41.4: μηδὲν ἄγαν· καιρῷ πάντα πρόσεστι καλά.
68 Διογ. Λαέρτ. 1.79.10: καιρὸν γνῶθι, 1.77.3: τί ἄριστον͵ τὸ παρὸν εὖ ποιεῖν.
γνωρίσει τον εαυτό του, την ανθρώπινη φύση και τις δυνατότητες
δεν κατακτηθεί γνώση του ίδιου του ανθρώπου και της ιδιαίτερης
άλλο εκτός από τον ίδιο τον άνθρωπο και την ιδιαίτερη φύση του.
Η υπέρβαση των ορίων μπορεί να έχει την μορφή της υπερβολής ή της
ανάπτυξής του. Τα όρια του ανθρώπου ορίζονται από την ατομική του
φυσική ιδιοσυστασία και από το περιβάλλον δράσης του, που από τη φύση
μέτρου συνιστά έξοδο από τα ανθρώπινα φυσικά όρια και άρα έκπτωση
καθορίζεται από τη γνώση του φυσικού δικαίου και των κανόνων που
Στα δύο δομικά κελεύσματα για τη φύση και την ανάπτυξη του
αποκλειστικά στον άνθρωπο και την ιδιαίτερη φύση του αλλά στις
στη φύση των πραγμάτων και ιδιαίτερα στην φύση του ανθρώπου είναι το
69 Machiavelli Ν., Ο Ηγεμών, ΧΧV: «Η τύχη είναι σαν τα καταστροφικά εκείνα ποτάμια που
όταν αγριεύουν κατακλύζουν κάμπους, τσακίζουν δέντρα και κτίσματα, σηκώνουν το χώμα
και το πάνε μίλια μακριά και οι πάντες κάνουν τόπο στην ορμή τους χωρίς να μπορούν να
την ανακόψουν… Όπως οι άνθρωποι στους γαληνεμένους καιρούς λαμβάνουν τα μέτρα
δεν υπάρχει ορθή διαχείριση και διάγνωση των εναλλαγών του καιρού,
λογικής ενότητας
ἐὰν μὴ ἔλπηται͵ ἀνέλπιστον οὐκ ἐξευρήσει͵
Α
πό τότε που ο Ζευς ανέμιξε τα δύο πιθάρια, το ένα της
τους και κατασκευάζουν προχώματα και φράγματα για τα άγρια ποτάμια, ώστε όταν
φουσκώσουν να μη σταθεί τόσο ανεξέλεγκτη και βλαβερή η ορμή τους, έτσι πρέπει να
κάνουν και με την τύχη… Η τύχη στρέφει την ορμή της εκεί που δεν υπάρχει αξιοσύνη,
επειδή ξέρει πως εκεί δεν κατασκευάστηκαν προχώματα και φράγματα για να ανακόψουν
την πορεία της… Είναι συχνό το φαινόμενο να ευτυχεί σήμερα ένας Ηγεμόνας και αύριο να
καταστρέφεται χωρίς για αυτό να φταίει κάποια αλλαγή στην αξιοσύνη ή στο χαρακτήρα
του. Είναι καλότυχος ο Ηγεμόνας που έτυχε να συνταιριάξει το να μπορεί να πολιτεύεται
ανάλογα με τη φυσιογνωμία των καιρών κι αλίμονο σε εκείνον που στον τρόπο δράσης
του του διχογνωμούν οι καιροί». Είναι προφανής η «επιβίωση» της αρχαιοελληνικής
έννοιας του καιρού και η τοποθέτησή της σε δομικό άξονα στη μακιαβελική οπτική της
πολιτικής.
70 Ἡράκλ. Απ. Β. 18 DK: «Εάν κανείς δεν ελπίζει, δε θα βρει το ανέλπιστο, εφόσον δε θα
υπάρχει έρευνα και οδός-πέρασμα»
71 Ὅμηρ., Ἰλ., Ω, 525-533, μτφρ. Πολυλά Ι:
από μία αιώνια πάλη αντίθετων δυνάμεων και η αρμονία, η τάξη είναι
αποτέλεσμα πολέμου, βρίσκεται στη μέση της σύγκρουσης και βέβαια δεν
μόνο στέρεο υπόβαθρο είναι η διά λόγου γνώση του αιώνιου Λόγου
διαφοροποιούνται, όπως ένα ποτάμι που το νερό του δεν είναι ποτέ το
κυριαρχία του. Πριν την έρευνα και την κατανόηση του κοινού Λόγου
73 Ἡράκλ. Απ. Β. 49a DK: ποταμοῖς τοῖς αὐτοῖς ἐμβαίνομέν τε καὶ οὐκ ἐμβαίνομεν͵ εἶμέν τε
καὶ οὐκ εἶμεν. Πρβλ. Ἡράκλ. Απ. Β. 103 DK. Πρβλ. Tarán L., 1999, “Heraclitus: The River
Fragments and Their Implications,” Elenchos, 20: 9–52. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield,
The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ.
Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 202-206.
74 Ἡράκλ. Απ. Β. 101 DK: ἐδιζησάμην ἐμεωυτόν. «Αναζήτησα τον εαυτό μου».
75 Ἡράκλ. Απ. Α. 16 DK.
76 Nussbaum M. C., 1972, “Psyche in Heraclitus,” Phronesis, 17: 1–16; 153–70.
επίπλαστη77. Τοὺς γὰρ πλείστους εἶναι κακούς78, εἷς ἐμοὶ μύριοι͵ ἐὰν
αναζητούν καν, το γνῶθι σαυτόν είναι εντελώς ξένο γι’ αυτούς και αυτή η
εξοστρακισμού, έτσι και ο όχλος της Εφέσου εξεδίωξε τον μοναδικό άξιο
την απατηλή πρόσληψη του επιστητού μέσω των αισθήσεων και την
σώμα των πολιτών λαμβάνει την απόρριψη του πλήθους, διότι διατυπώνει
κρίσεις διαφορετικές από την οίηση, την ιερή νόσο, των πολλών: αυτή
απειλητικά εναντίον του εισηγητή της. Αγνοούν όμως ότι αυτό που στα
δικά τους μάτια φαίνεται ορθό στα μάτια ενός ανώτερου όντος είναι
σε αντίθεση με την γνώση του καθολικού Λόγου και Δικαίου που κατέχει
Μετά το υπό των πολλών αδύνατο και υπό των λίγων δυνατό γνῶθι
σαυτόν οριοθετείται και ορίζεται από τον ὀχλολοίδορον και αἰνικτὴν κατά
ηρακλείτειος ορισμός του μέτρου. Στο υπαρκτό σύμπαν, που είναι ένα,
πρωταρχικό στοιχείο της ύλης, το πυρ, και διαλύονται πάλι σ’ αυτό κατά
τον απαράβατο νόμο της ειμαρμένης. Το παν γεννιέται από πυρ και
διάταξη (τάξιν τινὰ) και ορισμένο χρόνο μεταβολής (χρόνον ὡρισμένον τῆς
να υπάρξει, διότι σε αυτή την εκδοχή το παν θα ήταν νεκρό και όχι
είναι ο λόγος, ο οποίος διατρέχει την ουσία του σύμπαντος. Υπό αυτή τη
αποτελεί την αιτία της γενέσεως και της φθοράς, το μέτρο της
φρόνηση και είναι η αιτία της διοικήσεως των πάντων και κατ’ επέκταση
όπου υπάρχει λόγος και έλλογη τάξη δεν υπάρχει τύχη95. Συνεπώς ο
κόσμος δεν διοικείται και δεν αναπτύσσεται από την επενέργεια του
το μέτρο της αλλαγής. Ο κόσμος είναι αείζωον πυρ, που ανάβει και σβήνει
επιταγές του ορθού μέτρου. Ούτε ο ίδιος ο ήλιος δεν μπορεί να υπερβεί το
εξαναγκαστικά στο ορθό μέτρο και στην ορθή τάξη98. Ο λόγος διαχέει
νομοτελειακά στη φύση των όντων την ορθή τάξη και η παράβαση της
τάξης συνιστά παρέκκλιση από τα φυσικά μέτρα, από το κατά φύση μηδὲν
λέει κανείς την αλήθεια και να ενεργεί σύμφωνα με τη φύση των όντων
της συμμετοχής του ανθρώπινου λόγου στον κοινό λόγο αποτελεί την
96 Ἡράκλ. Απ. Α. 10, 5 DK: οὐ κατὰ χρόνον εἶναι γενητὸν τὸν κόσμον͵ ἀλλὰ κατ΄ ἐπίνοιαν.
97 Ἡράκλ. Απ. Β. 30 DK: κόσμον τόνδε͵ τὸν αὐτὸν ἁπάντων͵ οὔτε τις θεῶν οὔτε ἀνθρώπων
ἐποίησεν͵ ἀλλ΄ ἦν ἀεὶ καὶ ἔστιν καὶ ἔσται πῦρ ἀείζωον͵ ἁπτόμενον μέτρα καὶ
ἀποσβεννύμενον μέτρα.
98 Ἡράκλ. Απ. Β. 94 DK: ῞Ηλιος γὰρ οὐχ ὑπερβήσεται μέτρα· εἰ δὲ μή͵ Ἐρινύες μιν Δίκης
ἐπίκουροι ἐξευρήσουσιν. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic
Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 1988, σελ. 207.
99 Ἡράκλ. Απ. Β. 112 DK: σωφρονεῖν ἀρετὴ μεγίστη͵ καὶ σοφίη ἀληθέα λέγειν καὶ ποιεῖν
κατὰ φύσιν ἐπαΐοντας. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic
Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 1988, σελ. 208.
λόγος στον άνθρωπο αποτελεί την φυσική τάξη του ανθρώπου, το μέτρο
και των επιμέρους όντων της δεν είναι εύκολο εγχείρημα, φύσις
λέγει ούτε κρύπτει εντελώς, αλλά σημαίνει, δίδει κρίσιμα στοιχεία για να
επιτευχθεί γνώση της101. Η φρόνηση του παντός και κατ’ επέκταση η φύση
των επιμέρους όντων είναι στη διάθεση όλων των ανθρώπων, όλοι οι
φτάσουν στην αληθινή κοινή φρόνηση - και όχι βέβαια στην ατομική,
πλείονες, έρχονται σε ρήξη με το λόγο της φύσης και άρα με το λόγο του
ίδιου τους του εαυτού, αν και βρίσκονται σε στενότατη επαφή μαζί του105.
ρήτορες, οι οποίοι ως λαϊκοί αοιδοί με σκοπό την τέρψη του δήμου προς
δια λόγου οἱ πολλοὶ κακοί͵ ὀλίγοι δὲ ἀγαθοί107. Η αρετή είναι κτήμα των
λίγων που αξιοκρατικά υπερέχουν και η υπεροχή τους αυτή δεν βασίζεται
στην εκ του πλούτου δύναμη ή στη στρατιωτική ισχύ αλλά στην έλλογη
γνώση του αιώνιου κοινού, σταθερού λόγου που διέπει τη φύση εν γένει
και την επιμέρους ανθρώπινη φύση και κατευθύνει την κίνηση και την
αλλαγή. Η μόνη αληθινή υπεροχή είναι η γνώση της σοφίας, η γνώση της
αρχής που κυβερνάει τα πάντα μέσα από την φύση τους108, διότι καθορίζει
το μέτρο της φύσης τους. Η σοφία, η επιστήμη και κατ’ επέκταση η αρετή
βρίσκεται στην ανάγνωση της φύσης των όντων μέσω των λογικών
ειρμών που διαβιβάζει ο κοινός λόγος των πάντων. Ο λόγος, η σκέψη είναι
106 Ἡράκλ. Απ. Β. 81 DK. Βέϊκος Θ., Φύση και Κοινωνία από το Θαλή ως το Σωκράτη, Σμίλη.
Αθήνα 1991, σελ. 93-99.
107 Ἡράκλ. Απ. Β. 104 DK. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic
Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 1988, σελ. 195.
108 Ἡράκλ. Απ. Β. 41 DK: εἶναι γὰρ ἓν τὸ σοφόν, ἐπίστασθαι γνώμην, ὁτέη ἐκυβέρνησε πάντα
διὰ πάντων. «Γιατί μια είναι η σοφία: το να γνωρίζει κανείς, τη σκέψη που κυβερνάει όλα
μέσα απ' όλα».
ίδιον του ανθρώπου, μόνο ο άνθρωπος δια μέσου της λογικής του
συνδεθεί μαζί του. Η φύση όμως του ανθρώπου, όπως και οποιουδήποτε
όντος, διέπεται από ένα ορισμένο μέτρο που καθορίζει την αρμονική
διευθέτηση (την τάξη και την αρμονία) της ανθρώπινης φύσης. Το μέτρο
παρά φύση έξη ισοδύναμη με την αδικία. Η ορθή φύση του ανθρώπου
μέτρο.
μέτρο της ανθρώπινης φύσης και δεν εκπορεύεται από το φυσικό δίκαιο.
εναρμόνισή της με τον κοινό συμπαντικό λόγο. Υπό τις επιταγές της
φυσικό μέτρο, το μηδὲν ἄγαν. Πως όμως δύναται να συμβεί αυτή η ιδανική
είναι αποτέλεσμα της διείσδυσης του ανθρώπινου λόγου μέσα στην ίδια
με τον λόγο των πάντων και τον διαχωρίζει από τα υπόλοιπα άλογα
φυσικό δίκαιο που καθορίζεται από την κοσμική έλλογη νομοτέλεια είναι
Πολιτική επιστήμη άνευ λόγου δεν υφίσταται. Άμεση συνέπεια αυτού του
φύση και την κοσμική λειτουργία και νομοτέλεια. Διανοίγονται δύο οδοί
γνώσης της έμμετρης φύσης των όντων και του απαράβατου φυσικού
δικαιωματικά αρμόζει να άρχει των άλλων κατά τον ίδιο τρόπο που ο
λόγου και ο σοφός είναι ο ανώτατος φορέας λόγου εντός της ανθρώπινης
μέτρου που διαβιβάζει ο αέναος λόγος, έτσι και στην πολιτική κοινότητα η
ένας λόγος διαχέει την ενότητα στα πολλά όντα του κόσμου, έτσι και στο
ως γνώστης του κοινού λόγου του κόσμου πρέπει να τον εφαρμόσει στα
τον κοινό λόγο ομολογούν ότι τα πάντα, αν και βρίθουν από αντιθέσεις
και πολλαπλότητα, είναι ένα, ενότητα και αρμονία114 και ακριβώς αυτό το
111
Βέϊκος Θ., Φύση και Κοινωνία από το Θαλή ως το Σωκράτη, Σμίλη. Αθήνα 1991, σελ. 46,
161-162.
112 Ἡράκλ. Απ. Β. 10 DK.
113 Ἡράκλ. Απ. Β. 33 DK.
114 Ἡράκλ. Απ. Β. 50 DK: οὐκ ἐμοῦ͵ ἀλλὰ τοῦ λόγου ἀκούσαντας ὁμολογεῖν σοφόν ἐστιν ἓν
πάντα εἶναι.
ορθό στο πολιτικό σύνολο. Η αρετή είναι λόγος και γνώση και η άριστη
ύπαρξή του όμως δεν είναι καθόλου βέβαιη, αντίθετα είναι απόλυτα
αβέβαιη. Όπως το χρυσάφι σπανίζει στη γη, έτσι και οι σοφοί κυβερνήτες
115 Ἡράκλ. Απ. Β. 22 DK., πρβλ. Russell B., "Α Ηistory of the Western Philosophy", Simon and
Schuster,1945. μτφρ. Χουρμουζίου Αιμ., Αρσενίδη, Αθήνα. χ.χ, τ. Α΄, σελ. 97.
χρὴ τὸν δῆμον ὑπὲρ τοῦ νόμου ὅκωσπερ τείχεος117. Αν εκπορθηθεί εκ των
ανθρώπινων πραγμάτων.
116 Ἡράκλ. Απ. Β. 114 DK: ξὺν νόωι λέγοντας ἰσχυρίζεσθαι χρὴ τῶι ξυνῶι πάντων͵
ὅκωσπερ νόμωι πόλις͵ καὶ πολὺ ἰσχυροτέρως. τρέφονται γὰρ πάντες οἱ ἀνθρώπειοι νόμοι
ὑπὸ ἑνὸς τοῦ θείου· κρατεῖ γὰρ τοσοῦτον ὁκόσον ἐθέλει καὶ ἐξαρκεῖ πᾶσι καὶ περιγίνεται.
117 Ἡράκλ. Απ. Β. 44 DK.
ἄλλοτε μέν τε κακῷ͵ ἄλλοτε δ΄ ἐσθλῷ118, διαβιούν στο μεταίχμιο της ακμής
και της παρακμής τους και εδώ ακριβώς αναζητείται μια πολιτική
επιστήμη που θα παύσει την επικράτηση της μίας αντίθεσης επί της
και η απάθεια είναι πλησίον του θανάτου και όχι της ζωής. Σ’ αυτό τον
γίνονται ελεύθεροι και άλλοι δούλοι, άλλοι θεοί και άλλοι άνθρωποι,
άλλοι είναι ξύπνιοι και άλλοι κοιμούνται ανάλογα με την αξία και την
και διευθυνόμενο από τον κοινό λόγο, που είναι και το κύριο έρεισμα
«γεωμετρική» ισότητα, αποδίδει στον καθένα αυτά που αξίζει και αφαιρεί
τρόπο121. Η επιβολή της Δίκης στο πολιτικό πεδίο δεν είναι απλή υπόθεση,
την διαρκή ισχύ τους με κάθε μέσο. Αυτή είναι η ύψιστη πολιτική πράξη,
διοίκηση του πολιτικού σώματος σύμφωνα με τον κοινό λόγο του κόσμου
καλύτερα να κρύβει κανείς την αμάθειά του παρά να την επιδεικνύει στην
είναι ένα, αδιαπραγμάτευτο και κοινό για όλους124. Το φυσικό δίκαιο στην
121 Ἡράκλ. Απ. Β. 80 DK: εἰδέναι δὲ χρὴ τὸν πόλεμον ἐόντα ξυνόν͵ καὶ δίκην ἔριν͵ καὶ
γινόμενα πάντα κατ΄ ἔριν καὶ χρεών.
122 Ἡράκλ. Απ. Β. 95 DK.
123 Ἡράκλ. Μιμήσεις C, 1, 24.
124 Ἡράκλ. Απ. Β. 102 DK.
των πραγμάτων; Αν ο ήλιος του κόσμου και της πολιτικής κοινωνίας είναι
και κανείς δεν δύναται να αγγίξει την ανθρώπινη ουσία στην ίδια
τάξης γνωρίζοντας τον αιώνιο νόμο της φυσικής αλλαγής στα διάφορα
βίαια στη θέληση του, έστω και αν αυτή η εναντίωση είναι προς την
για τον ίδιο τον δήμο. Στην ουσία ο ίδιος ο φυσικός νόμος θα αποτύχει,
κινήσεις που προκύπτουν από την ειδική πολιτική γνώση του και την
έλλογη και έμπρακτη ικανότητά του. Ο σταθερός νόμος, έστω και αν είναι
αυστηρότατη εφαρμογή του κατά τις αρχές του φυσικού δικαίου τον
κοινωνίας.
έμμεσους λήπτες του φωτός του πρώτου ηλίου της γνώσης. Η παιδεία
Η
ηρακλείτεια οπτική της πολιτικής και του πολιτικού ανδρός
αιωνιότητα του αγώνα και την έλλογη νομοτέλεια που την κυβερνά. Η
φιλόνικη πίστη του Ηρακλείτου στον εαυτό του - στον ίδιο τον άνθρωπο -
που αυτόνομα ο ίδιος είχε ανακαλύψει και στην έλλογη αλήθεια των
αναβίβαζε τον κοινό λόγο σε ρυθμιστή των πάντων και εκφραστή της
κίνησής της.
133 Νίτσε Φρ., Ανθρώπινο, πολύ ανθρώπινο 2, Κεφ. 261: Οι τύραννοι του πνεύματος, μτφρ.,
Σαρίκας Ζ., Εκδοτική Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη χ.χ.
134 Sedley David, 2008, ‘Atomism's Eleatic Roots,’ in Patricia Curd and Daniel W. Graham
(eds.), The Oxford Handbook of Presocratic Philosophy, Oxford: Oxford University Press, 305–332.
135 Διογ. Λαέρτ. 9.44: ἀρχὰς εἶναι τῶν ὅλων ἀτόμους καὶ κενόν. Ὄν = πλήρες και μὴ ὄν =
κενό. Πρβλ. Russell B., "Α Ηistory of the Western Philosophy", Simon and Schuster,1945. μτφρ.
Χουρμουζίου Αιμ., Αρσενίδη, Αθήνα. χ.χ., τ. Α΄, σελ. 137.
στο σύμπαν και έχουν τρεις διαφορές μεταξύ τους στο σχήμα-ῥυσμός, στη
είναι συνενώσεις ατόμων που κινούνται στροβιλικά μέσα στο κενό και
στο άπειρο εξαιτίας της ανομοιότητας και των διαφορών τους (σχήμα,
136 Διογ. Λαέρτ. 9.44: μηδέν τε ἐκ τοῦ μὴ ὄντος γίνεσθαι μηδὲ εἰς τὸ μὴ ὂν φθείρεσθαι. Πρβλ.
Mourelatos Alexander P.D., 2004, ‘Intrinsic and Relational Properties of Atoms in the
Democritean Ontology,’ in Ricardo Salles (ed.), Metaphysics, Soul, and Ethics: Themes from the
work of Richard Sorabji, Oxford: Clarendon Press, pp. 39–63.
137 Δημόκρ. Απ. Β. 117 DK: ἐτεῆι δὲ οὐδὲν ἴδμεν· ἐν βυθῶι γὰρ ἡ ἀλήθεια.
138 Ἀέτ. 1. 397: μηδὲν δ΄ εἶναι ἀληθὲς μηδὲ καταληπτὸν ἐκτὸς τῶν πρώτων στοιχείων
ἀτόμων καὶ κενοῦ. ταῦτα γὰρ εἶναι μόνα φύσει͵ τὰ δ΄ ἐκ τούτων θέσει καὶ τάξει καὶ
σχήματι διαφέροντα ἀλλήλων συμβεβηκότα. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The
Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 409-410.
139 Δημόκρ. Απ. Α. 37 DK. Πρβλ. Furley David J., 1993, ‘Democritus and Epicurus on Sensible
Qualities,’ in J. Brunschwig and M.C. Nussbaum (eds.), Passions and Perceptions, Cambridge:
Cambridge University Press, pp. 72–94.
χαρακτηρίζει την ύλη στο σύνολό της αλλά και τη φύση στο σύνολό της.
Η κίνηση είναι αναπόσπαστο ίδιον της ύλης στο σύνολό της και κάθε
κίνηση αλλά ακινησία. Οὐδὲν χρῆμα μάτην γίνεται͵ ἀλλὰ πάντα ἐκ λόγου
κίνηση και την αλλαγή αναφέροντας «ότι «πάντα έτσι γινόταν και
πρωτύτερα», όμως δεν θεωρεί χρέος του να αναζητήσει την αρχή αυτού
από την ανεύρεση της μηχανιστικής αιτίας των αλλαγών στα όντα, η
από τον εαυτό τους, που είναι αίτιο της αιωνιότητάς τους και της αιώνιας
μεταβολής τους141.
χωρίς να διέπεται από καμία δημιουργική πρόνοια και κυρίως δεν βαίνει
140 Λεύκ. Β. 2 DK. Πρβλ. Edmunds Lowell, 1972, ‘Necessity, Chance, and Freedom in the
Early Atomists,’ Phoenix, 26: 342–57.
141 Ἀριστ. Φυσ. 252a.32. Πρβλ. McDiarmid J.B., 1958, ‘Phantoms in Democritean Terminology:
ΠΕΡΙΠΑΛΑΞΙΣ and ΠΕΡΙΠΑΛΑΣΣΕΣΘΑΙ,’ Hermes, 86 (3): 291–8.
από θεία πρόνοια, σχηματίστηκε από κίνηση των ατόμων στοιχείων στο
εξωτερική αιτία που διέπει και διευθύνει το σύμπαν αλλά από την ίδια τη
την ιδιαίτερη φύση τους (σχήμα, μέγεθος, θέση, τάξη)142. Εφόσον τα άτομα
όλων όσων συμβαίνουν δεν έχουν καμία αρχή, κανένα πρώτο κινούν,
κανένα τελικό αίτιο δεν αποτελεί την αρχική αιτία των πάντων, τα
142 Δημόκρ. Απ. Α. 105 DK: πάντα τε κατ΄ ἀνάγκην γίνεσθαι͵ τῆς δίνης αἰτίας οὔσης τῆς
γενέσεως πάντων. Πρβλ. Α. 1, 99-101 DK: καὶ τὰς ἀτόμους δὲ ἀπείρους εἶναι κατὰ μέγεθος
καὶ πλῆθος͵ φέρεσθαι δ΄ ἐν τῶι ὅλωι δινουμένας͵ καὶ οὕτω πάντα τὰ συγκρίματα γεννᾶν͵
πῦρ͵ ὕδωρ͵ ἀέρα͵ γῆν. Πρβλ. Baldes Richard W., 1975, ‘Democritus on Visual Perception:
Two Theories or One?,’ Phronesis, 20: 93–105. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The
Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 414-415.
όντων ανάγονται στην ίδια την ύλη τους, η ίδια η ύλη των όντων αποτελεί
ανάγκη, αναγκαία αιτία γι’ αυτά, με την αιτιολογία ότι εξαιτίας μιας
άπειρο, χωρίς πέρας και όρια και κατ’ επέκταση καταρρίπτουν το δόγμα
περί ενότητας και μοναδικότητας του κόσμου. Δεν υπάρχει ένας κόσμος
ένας μεταβάλλεται στον άλλο - ένεκα της κοινής υλικής τους ουσίας.
143 Ο χρόνος για τον Δημόκριτο είναι αδημιούργητος, αγέννητος και άπειρος, χωρίς αρχή
και τέλος. Εφόσον τα άτομα είναι εξ’ ορισμού αναλλοίωτα και άφθαρτα δεν μπορεί παρά
και ο χρόνος να έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με αυτά. Πρβλ. Balme David, 1941, ‘Greek
Science and Mechanism II. The Atomists,’ Classical Quarterly, 35: 23–8.
Δημόκρ. Απ. Α. 82 DK: οἱ δὲ Δημοκρίτου κόσμοι εἰς ἑτέρους κόσμους μεταβάλλοντες ἐκ
τῶν αὐτῶν ἀτόμων ὄντας οἱ αὐτοὶ τῶι εἴδει γίνονται͵ εἰ καὶ μὴ τῶι ἀριθμῶι. Πρβλ. Sedley
David, 1982, ‘Two Conceptions of Vacuum,’ Phronesis, 27: 175–93. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E.
Raven – M. Schofield, The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί
φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 416-418.
145 Δημόκρ. Απ. Β. 118 DK: τὴν τύχην τῶν μὲν καθόλου καὶ τῶν θείων δέσποιναν ἐφιστὰς͵
καὶ βασιλίδα͵ καὶ πάντα γενέσθαι κατ΄ αὐτὴν ἀποφαινόμενος.
άλλοι στο στάδιο της ακμής και άλλοι στο στάδιο της παρακμής. Γένεση,
για τον κόσμο δεν είναι αντικειμενική και αμετάβλητη, καθώς είναι
κόσμων και την κάθε είδους μορφή που δύνανται αυτοί να λάβουν. Κάθε
146 Δημόκρ. Απ. Α. 40 DK: λέγει δὲ ὁμοίως Λευκίππωι περὶ στοιχείων͵ πλήρους καὶ κενοῦ͵
τὸ μὲν πλῆρες λέγων ὄν͵ τὸ δὲ κενὸν οὐκ ὄν· ἔλεγε δὲ ὡς ἀεὶ κινουμένων τῶν ὄντων ἐν
τῶι κενῶι· ἀπείρους δὲ εἶναι κόσμους καὶ μεγέθει διαφέροντας. ἐν τισὶ δὲ μὴ εἶναι ἥλιον
μηδὲ σελήνην͵ ἐν τισὶ δὲ μείζω τῶν παρ΄ ἡμῖν καὶ ἐν τισὶ πλείω. (3) εἶναι δὲ τῶν κόσμων
ἄνισα τὰ διαστήματα καὶ τῆι μὲν πλείους͵ τῆι δὲ ἐλάττους καὶ τοὺς μὲν αὔξεσθαι͵ τοὺς δὲ
ἀκμάζειν͵ τοὺς δὲ φθίνειν͵ καὶ τῆι μὲν γίνεσθαι͵ τῆι δ΄ ἐκλείπειν. φθείρεσθαι δὲ αὐτοὺς ὑπ΄
ἀλλήλων προσπίπτοντας. εἶναι δὲ ἐνίους κόσμους ἐρήμους ζώιων καὶ φυτῶν καὶ παντὸς
ὑγροῦ. (4) τοῦ δὲ παρ΄ ἡμῖν κόσμου πρότερον τὴν γῆν τῶν ἄστρων γενέσθαι͵ εἶναι δὲ τὴν μὲν
σελήνην κάτω͵ ἔπειτα τὸν ἥλιον͵ εἶτα τοὺς ἀπλανεῖς ἀστέρας. τοὺς δὲ πλανήτας οὐδ΄
αὐτοὺς ἔχειν ἴσον ὕψος. ἀκμάζειν δὲ κόσμον͵ ἕως ἂν μηκέτι δύνηται ἔξωθέν τι
προσλαμβάνειν. Schofield Malcolm, 2002, ‘Leucippus, Democritus and the ou mallon
Principle: An Examination of Theophrastus Phys. Op. Fr. 8,’ Phronesis, 47(3): 253–63. Πρβλ.
Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι
προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 419-423.
147 Δημόκρ. Απ. Α. 84 DK.
δεν καταλήγει ξανά στην αρχική ύλη, με την οποία ο κόσμος αυτός
148 Δημόκρ. Απ. Α. 82 DK. Πρβλ. Hirsch Ulrike, 1990, ‘War Demokrits Weltbild mechanistisch
und antiteleologisch?’ Phronesis, 35: 225–44.
149 Δημόκρ. Απ. Β. 34 DK: ἀνθρώπωι μικρῶι κόσμωι ὄντι κατὰ τὸν Δημόκριτον ταῦτα
θεωροῦνται. Πρβλ. Ἀριστ. Φυσ. 252b.24: εἰ δ΄ ἐν ζῴῳ τοῦτο δυνατὸν γενέσθαι͵ τί κωλύει τὸ
αὐτὸ συμ βῆναι καὶ κατὰ τὸ πᾶν; εἰ γὰρ ἐν μικρῷ κόσμῳ γίγνεται͵ καὶ ἐν μεγάλῳ· καὶ εἰ
ἐν τῷ κόσμῳ͵ κἀν τῷ ἀπείρῳ.
τον αφανισμό. Ο άνθρωπος είναι μόνος του στο φυσικό σύμπαν, κινείται
συνθηκών και των άλλων έμβιων όντων, των οποίων μέρος της τροφικής
150 Δημόκρ. Απ. Β. 34 DK: ἄνθρωπός ἐστι τοιουτονὶ μόρφωμα μετ΄ ἐμψυχίας. Πρβλ. Kirk
G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι
προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 423-424.
επίτευξή της, εκεί όπου δεν υπάρχει κοινωνική συγκρότηση δεν υπάρχουν
στοιχείου στα αρχικά στάδια του βίου του έδινε μόνος του την διαρκή
151 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK: τοὺς δὲ ἐξ ἀρχῆς γεννηθέντας τῶν ἀνθρώπων φασὶν ἐν ἀτάκτωι
καὶ θηριώδει βίωι καθεστῶτας σποράδην.
152 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8 (απόσπασμα από το έργο του Δημόκριτου Μικρός
Διάκοσμος): καὶ πολεμουμένους μὲν ὑπὸ τῶν θηρίων ἀλλήλοις βοηθεῖν ὑπὸ τοῦ
συμφέροντος διδασκομένους͵ ἀθροιζομένους δὲ διὰ τὸν φόβον. Πρβλ. Λουκρήτιος, De
Rerum Natura, V, 821-1457, Κριτίας, DK. Β. 88, 25, [Σίσυφος], Hobbes, T., Λεβιάθαν,
Κεφάλαιο 13.
κοινωνική προσέγγιση των μελών του. Η σπίθα της λογικής και της
153 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8: ἐπιγινώσκειν ἐκ τοῦ κατὰ μικρὸν τοὺς ἀλλήλων τύπους.
154 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8: τῆς φωνῆς δ΄ ἀσήμου καὶ συγκεχυμένης οὔσης ἐκ τοῦ
κατ΄ ὀλίγον διαρθροῦν τὰς λέξεις.
155 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8: καὶ πρὸς ἀλλήλους τιθέντας σύμβολα περὶ ἑκάστου τῶν
ὑποκειμένων γνώριμον σφίσιν αὐτοῖς ποιῆσαι τὴν περὶ ἁπάντων ἑρμηνείαν.
Στον ανθρώπινο κόσμο δεν υπήρξε έκπτωση από τον παραδείσιο βίο στο
156 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8: οὐχ ὁμόφωνον πάντας ἔχειν τὴν διάλεκτον͵ ἑκάστων
ὡς ἔτυχε συνταξάντων τὰς λέξεις· διὸ καὶ παντοίους τε ὑπάρξαι χαρακτῆρας
διαλέκτων.
157 Δημόκρ. Απ. Β. 26 DK και Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον Λόγο, σελ. 286, μτφρ. Γεωργίου
Αν., Γνώση, Αθήνα 2010.
158 Δημόκρ. Απ. Β. 26 DK: τύχηι ἄρα καὶ οὐ φύσει τὰ ὀνόματα. καλεῖ δὲ ὁ αὐτὸς τὸ μὲν
πρῶτον ἐπιχείρημα πολύσημον, τὸ δὲ δεύτερον ἰσόρροπον, <τὸ δὲ τρίτον μετώνυμον>, τὸ
δὲ τέταρτον νώνυμον. Πρβλ. Guthrie W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press,
1971, Οι Σοφιστές, μτφρ. Δαμ. Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σελ. 252-269.
159 Δημόκρ. Απ. Β. 172 DK.
πραγμάτων160 βελτιώνει την φυσική του προδιάθεση όλο και πιο πολύ στο
που τυχαία (αν ο φυσικός κόσμος ήταν ένας «παραδείσιος» κόσμος που
παρείχε έτοιμη την τροφή στον άνθρωπο και εξασφάλιζε την ευμενή,
και όχι φύσει ανέκυψε οδήγησε στην συνεχή εμπειρική επαύξηση της
γνώσης της ζωής, οδήγησε ένα έμβιο ον, που είχε φυσική προδιάθεση
160 Δημόκρ. Απ. Β. 289 DK. Πρβλ. Windelband W. – Heimsoeth H. Lehrbuch der Geschichte der
Philosophie, Tübingen 1976, Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μτφρ. Σκουτερόπουλος
Ν.Μ., Τόμος Α´, Μ.Ι.Ε.Τ. Αθήνα 1991, σελ. 126-134.
επαύξησης την επιδεξιότητα των χειρών του, τον έναρθρο λόγο και την
έλλογη δυνατότητα-ευστροφία161.
τῶν ὁμοίων εἶναι γνωριστικά ή ορθότερα ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς
τὸν ὁμοῖον162αλλά αυτή η εκ της ομοιότητας έλξη των έμβιων όντων δεν
εγγράφεται στο φυσικό τους κώδικα, είναι μια συνέπεια της ομοείδειάς
161 Δημόκρ. Απ. Β. 5 DK, Διόδ. 1. 8: γνωσθέντος δὲ τοῦ πυρὸς καὶ τῶν ἄλλων τῶν χρησίμων
κατὰ μικρὸν καὶ τὰς τέχνας εὑρεθῆναι καὶ τἆλλα τὰ δυνάμενα τὸν κοινὸν βίον ὠφελῆσαι.
καθόλου γὰρ πάντων τὴν χρείαν αὐτὴν διδάσκαλον γενέσθαι τοῖς ἀνθρώποις͵
ὑφηγουμένην οἰκείως τὴν ἑκάστου μάθησιν εὐφυεῖ ζώιωι καὶ συνεργοὺς ἔχοντι πρὸς
ἅπαντα χεῖρας (πρβλ. Ἀναξ. Α. 102 DK) καὶ λόγον καὶ ψυχῆς ἀγχίνοιαν.
162 Δημόκρ. Απ. Β. 164 DK, πρβλ. Α. 128: κολοιὸς (= καλιακούδα) γὰρ παρὰ κολοιὸν ἱζάνει (=
κάθεται πλάι) καὶ ὡς αἰεὶ τὸν ὁμοῖον ἄγει θεὸς ὡς τὸν ὁμοῖον.
στον αντίποδα μια έλλογη απόφαση που εκπορεύεται από την οριοθέτηση
του ανθρώπου. Ύλη και πνεύμα βαδίζουν χέρι χέρι στην ανθρώπινη
άλλη η χωρίς την έλλογη δυνατότητα ύλη καταργεί την ανθρώπινη ουσία,
ιστός που διέχει και συνέχει τις ανθρώπινες μονάδες εντός ενός κοινού
ανάγκη για επιβίωση και ευημερία και όχι η ανάγκη από τον νόμο. Ο
νόμος διαφέρει εκεί όπου διαφέρει και η ένταση της ανάγκης, μια
κοινωνίες, δεν επιζητά μια ανεκτή κατάσταση του ζην, επιζητά το ιδανικό,
το άριστο, το κατά φύση τέλειο που ταυτίζεται όχι απλά με το ζην αλλά
με το ευ ζην και από αυτή την αρχαιοελληνική έξη του αρίστου δεν θα
163 Δημόκρ. Απ. Β. 157 DK: τήν τε πολιτικὴν τέχνην μεγίστην οὖσαν ἐκδιδάσκεσθαι καὶ
τοὺς πόνους διώκειν͵ ἀφ΄ ὧν τὰ μεγάλα καὶ λαμπρὰ γίνονται τοῖς ἀνθρώποις.
πέρασμα των χρόνων τις έμφυτες δυνατότητές τους, όπως η νόηση και
πρέπει κάθε μονάδα του συνόλου να παραιτηθεί από τις εκφάνσεις της
ιδιοτέλειάς του που απειλούν την κοινωνική συνοχή. Κάθε πολιτικό μέλος
Όπως λοιπόν τα ποικίλα υλικά άτομα στο φυσικό κόσμο έχουν την
προς την πολιτική ένωση ένεκα της ορμέφυτης ιδιοτέλειάς τους. Και
αλλά και η ίδια η ύπαρξή του. Αυτό σημαίνει ότι κάθε πολιτική ομάδα
167 Δημόκρ. Απ. Β. 87 DK: τὸν φαῦλον παραφυλάττειν δεῖ͵ μὴ καιροῦ λάβηται και Απ. Β. 89:
ἐχθρὸς οὐχ ὁ ἀδικέων͵ ἀλλὰ ὁ βουλόμενος.
168 Δημόκρ. Απ. Β. 209 DK. Cole Thomas, 1967, Democritus and the Sources of Greek
Anthropology, Cleveland: Western Reserve University Press, σελ. 131-147.
της δεν έχει υποστεί τον «κατάλληλο» (βλ. στη συνέχεια) καταμερισμό
επικρατεί ένας πόλεμος όλων εναντίον όλων με τον ίδιο ακριβώς σκοπό,
εκτείνεται στο σύνολο των ανθρώπων αλλά τελεί εν ισχύ μόνο στα
πολιτικού «κόσμου».
169 Δημόκρ. Απ. Β. 257 DK: τὰ ἀδικέοντα καὶ θέλοντα ἀδικεῖν ἀθῶιος ὁ κτείνων͵ καὶ πρὸς
εὐεστοῦν τοῦτο ἔρδειν μᾶλλον ἢ μή. «όποιος σκοτώνει αυτά που αδικούν ή θέλουν να
αδικήσουν είναι αθώος και ενεργεί μάλλον προς την επίτευξη ενός αγαθού σκοπού παρά
για το αντίθετο», πρβλ. Β. 258 DK: κτείνειν χρὴ τὰ πημαίνοντα παρὰ δίκην πάντα περὶ
παντὸς· καὶ ταῦτα ὁ ποιῶν εὐθυμίης καὶ δίκης καὶ θάρσεος καὶ κτήσεως ἐν παντὶ κόσμωι
μέζω μοῖραν μεθέξει. «πρέπει να σκοτώνουμε με κάθε τρόπο όλα αυτά που προκαλούν
βλάβη ενεργώντας έξω από τις επιταγές της δικαιοσύνης· και όποιος ενεργεί έτσι θα έχει
μεγαλύτερο μερίδιο στην ηρεμία της ψυχής (=ευδαιμονία), στη δικαιοσύνη, στην ανδρεία
και σε κάθε είδους ευκοσμία». Πρβλ. Β. 259 DK: ὅκωσπερ περὶ κιναδέων τε καὶ ἑρπετέων
γεγράφαται τῶν πολεμίων͵ οὕτω καὶ κατὰ ἀνθρώπων δοκεῖ μοι χρεὼν εἶναι ποιεῖν· κατὰ
νόμους τοὺς πατρίους κτείνειν πολέμιον ἐν παντὶ κόσμωι͵ ἐν ὧι μὴ νόμος ἀπείργει·
ἀπείργει δὲ ἱερὰ ἑκάστοισι ἐπι χώρια καὶ σπονδαὶ καὶ ὅρκοι. «Όπως ακριβώς έχει γραφτεί
για τα εχθρικά θηρία και ερπετά, με αυτό τον τρόπο θεωρώ ότι πρέπει να
αντιμετωπίζουμε τους εχθρικούς ανθρώπους, δηλαδή να σκοτώνουμε τον εχθρό σε κάθε
περίσταση σύμφωνα με τους αρχικούς νόμους που δημιούργησαν με κοσμιότητα την
πολιτική κοινότητα, εκτός αν κάτι τέτοιο απαγορεύεται από ειδική νομική ρύθμιση· μια
τέτοιες απαγορευτικές νομικές ρύθμισεις αποτελούν η απαγόρευση του φόνου των
ικετών στα ιερά, οι διακρατικές συνθήκες και συμφωνίες». Είναι αξιοσημείωτο ότι ο
Δημόκριτος δικαιολογεί βασιζόμενος στην εναρκτική κοινωνική συμφωνία
αυτοσυντήρησης μεταξύ των ανθρώπων τον βιολογικό αφανισμό των εσωτερικών ή
εξωτερικών εχθρών της πολιτικής κοινότητας, όπως ακριβώς των θηρίων, εκτός αν κάτι
τέτοιο απαγορεύεται από ειδικές συμφωνίες μεταξύ των «εμπολέμων» πλευρών. Σε
διαφορετική περίπτωση ο πόλεμος όλων εναντίον όλων είναι εμφατικά και διαρκώς
παρών. Το Β. 260 DK επικυρώνει την άνωθεν ερμηνεία: κιξάλλην καὶ ληιστὴν πάντα
κτείνων τις ἀθῶιος ἂν εἴη καὶ αὐτοχειρίηι καὶ κελεύων καὶ ψήφωι. «Αν κάποιος σκοτώσει
πειρατή (εξωτερικό εχθρό) ή ληστή (εσωτερικό εχθρό) είναι σε κάθε περίπτωση αθώος
είτε τον σκότωσε με τα ίδια του τα χέρια είτε διέταξε να τον σκοτώσουν είτε επικύρωσε
με την ψήφο του μια τέτοια απόφαση».
η εκ των έσω ή εκ των έξω κατάλυσή της ισοδυναμεί όχι με το φόβο αλλά
με την πραγματικότητα του βίαιου θανάτου του συνόλου και των μελών
κοινωνικότητας υπό τον αναπόδραστο όρο του συζήν. Όποιο μέλος της
170 Δημόκρ. Απ. Β. 240 DK. Πρβλ. Cole Thomas, 1967, Democritus and the Sources of Greek
Anthropology, Cleveland: Western Reserve University Press, σελ. 107-120.
συλλογικό πλαίσιο. Γι’ αυτό το λόγο η απάτη, η βίαιη επιβολή και το δίκαιο
ζωογόνο ενότητα, την αιδώ και τη δίκη του συνόλου, εκτός της πολιτικής
μετάβαση από την εξασφάλιση της ζωής στην ευδαιμονία, δηλαδή σε μία
του ανθρώπου άνευ των χαρακτηριστικών του ιδίου του ανθρώπου είναι
και της φθοράς172. Δεν υπάρχει μεταφυσική προοπτική για τον άνθρωπο, η
ύπαρξης της ανθρώπινης ψυχής) είτε αποτελεί πλάνη που έχει ως αιτία
την αμάθεια και την αδυναμία ορθολογικής ερμηνείας του φυσικού όλου
171 Δημόκρ. Απ. Α. 105 DK: ταὐτὸν εἶναι λέγων τὸ νοεῖν τῶι αἰσθάνεσθαι καὶ ἀπὸ μιᾶς
ταῦτα προέρχεσθαι δυνάμεως. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic
Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 1988, σελ. 425-426.
172 Δημόκρ. Απ. Α. 106 DK.
τους. Τα άτομα της ψυχής είναι όσον αφορά το σχήμα λεπτότερα και
φύσεως και τα ίδια174. Η θέση της ψυχής βρίσκεται εντός όλου του
κινητική επενέργεια της ψυχής στο σώμα και ο κυριαρχικός έλεγχος που
από το σώμα και αυτός είναι λόγος της άρχουσας θέσης της και
ψυχικής ύλης. Τα άτομα της ψυχής τελούν υπό μέγιστη ευκοσμία και
άνθρωπος τόσο πιο συμμετρική τάξη έχουν τα άτομα της ψυχής του, η
ψυχή υπερέχει φύσει του ελλιπούς συμμετρίας και τάξης σώματος (σε
σχέση πάντα με την ψυχή) αλλά και μιας λιγότερο συμμετρικής και
από την καλή ή κακή κατάσταση της ανθρώπινης ψυχής και κατ’
«δαίμων για τον άνθρωπο είναι το ήθος του, ο χαρακτήρας του» (Β. 119
179 Δημόκρ. Απ. Α. 135 DK: περὶ δὲ τοῦ φρονεῖν ἐπὶ τοσοῦτον εἴρηκεν ὅτι γίνεται
συμμέτρως ἐχούσης τῆς ψυχῆς κατὰ τὴν κρῆσιν.
του σώματος αλλά της ψυχής. Η ορθή κατάσταση της ψυχής ορίζεται
την ανθρώπινη ευτυχία εν γένει) καὶ εὐθυμίαν (= είναι η ορθή διάθεση της
των ατόμων της ψυχής) καὶ ἁρμονίαν (= η αρμονική τάξη των ψυχικών
φιλοσόφου.
180 Δημόκρ. Απ. Α. 167 DK: γέγραφε δ΄ ὁ μὲν οὕτως· εὐδαιμονίη ψυχῆς καὶ κακοδαιμονίη [B
170]. Πρβλ. Kirk G.S., –J.E. Raven – M. Schofield, The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969,
Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988, σελ. 427-430.
181 Δημόκρ. Απ. Α. 167 DK.
182 Δημόκρ. Απ. Α. 168 DK. Επίσης η λέξη ἀθαμβία εντάσσεται στους όρους που
αποδίδουν την ορθή ψυχική κατάσταση πρβλ. Α. 169, Β. 4, Β. 215, Β. 216.
183 Δημόκρ. Απ. Β. 171 DK.
όρων που την αποδίδουν στην ηθική και πολιτική ανθρώπινη ζωή. Η
μετάβαση από τον μικρόκοσμο της ύλης στον κόσμο του ηθικοπολιτικού
συνίσταται ἐκ τοῦ διορισμοῦ καὶ τῆς διακρίσεως τῶν ἡδονῶν͵ καὶ τοῦτ΄ εἶναι
για τον άνθρωπο αποκτάται μέσω μιας διαδικασίας που καθορίζει και
του ηδέος, δεν ανάγεται η ευδαιμονία στο ηδύ, το εὐδαιμονεῖν και το ηδύ
πρώτης γραμμής τόσο για αρχαίους σχολιαστές όσο και για νεότερους
ευδαιμονία είναι συμμετρία των ατόμων της ψυχής, δηλαδή ορθή διάταξη
της ψυχής τους απέναντι στις σωματικές ηδονές είναι ορθή, δηλαδή όταν
έχουν κάνει κτήμα τους την εὐθυμίαν. Η ορθή διάθεση της ψυχής
ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη όσον αφορά την ηδονή αλλά και
του κατάσταση, δηλαδή από τις κινήσεις των ατόμων της ψυχής σε
της έλλειψης, και ενός ορθού φυσικού μέτρου, που άγει αλληλένδετα στην
ευδαιμονία τόσο της ψυχής εντός της ανθρώπινης φύσης όσο και του
186 Δημόκρ. Απ. Β. 191 DK: ἀνθρώποισι γὰρ εὐθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος καὶ βίου
συμμετρίηι· τὰ δ΄ ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καὶ μεγάλας
κινήσιας ἐμποιεῖν τῆι ψυχῆι. αἱ δ΄ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινούμεναι τῶν ψυχέων οὔτε
εὐσταθέες εἰσὶν οὔτε εὔθυμοι.
αξιολογήσει τις φυσικές παραμέτρους της ψυχής του και να επιτύχει τον
εφαρμογής του ορθού μέτρου, μηδὲν ἄγαν στην ανθρώπινη φύση. Μένει να
προαίρεσης, έτσι και η έλλογη ψυχή όντας η ίδια υπεύθυνη για την κίνηση
του σώματος, έχει την απόλυτη ευθύνη της καλής χρήσης του σώματος ή
ευχαρίστως θα καταδίκαζε την ψυχή, επειδή με την αμέλειά της και την
αλόγιστη ροπή της προς της ηδονές παρέλυσε, διέφθειρε και αποσύνθεσε
έμψυχη νόηση189, που αγνοεί το ορθό μέτρο του εαυτού της και δεν
στις ηδονές τις ανώτερες από τις κατώτερες προς όφελος του συνολικού
ομοιάζει με τον πίθο των Δαναΐδων, ο οποίος είναι πάντα γεμάτος και
έμψυχου νου είναι ανώτερες ένεκα της ίδιας της ανωτερότητας της
νους διοικεί το σώμα έχοντας την κινητική του διεύθυνση, οι ηδονές που
άλλα έμβια όντα πηγάζει από το γεγονός ότι διαθέτει έλλογη ικανότητα
αυτογνωσίας του ορθού φυσικού μέτρου) και η μεταφορά (μέσω της ορθής
την μέγιστη ορθή συμμετρία των ψυχικών ατόμων του που ισοδυναμεί με
ορθό φυσικό μέτρο της ψυχής του σε ορθολογισμό περί των κατάλληλων-
ευδαιμονίας. Οι πολλοί είναι δούλοι της κοιλιάς και του αλόγου, άμετρου
ηδέος εν γένει, είναι ἀνόητοι, ἀξύνετοι, ἀνοήμονες 192, βυθίζονται όλο και
πιο πολύ στην ασυμμετρία, στη δυσαρμονία, στην ταραχή της ψυχής τους
επιλέγοντας με κριτήριο την ηδονή και όχι τον ορθό λόγο τις επιβλαβείς,
ψυχική κακοδαιμονία. Στο αντίθετο άκρο, στη χώρα της ευδαιμονίας και
192 Δημόκρ. Απ. Β. 235 DK, πρβλ. Β. 54, 58, 98, 71, 73, 75, 76, 78, 79, 80, 113, 292.
της αρετής βρίσκονται οἱ δαήμονες τῆς σοφίης193, αυτοί που έχουν γνωρίσει
τον εαυτό τους και έχουν εγκαθιδρύσει την συμμετρία εντός της ψυχής
επιλογή της ορθής μεσότητας ανάμεσα στην υπερβολή και την έλλειψη
ανθρώπων όσον αφορά την αρετή και την ευδαιμονία, είναι αξιολογικά
υπόστασή τους προς την επίτευξη της ευδαιμονίας. Η γνώση του ορθού
διάταξη των υλικών ατόμων της ψυχής τους σύμφωνα με το ορθό μέτρο
193 Δημόκρ. Απ. Β. 197 DK. Βέϊκος Θ., Φύση και Κοινωνία από το Θαλή ως το Σωκράτη,
Σμίλη. Αθήνα 1991, σελ. 60-62, 163-166.
194 Δημόκρ. Απ. Β. 2 DK: Τριτογένεια ἡ Ἀθηνᾶ κατὰ Δημόκριτον φρόνησις νομίζεται.
γίνεται δὲ ἐκ τοῦ φρονεῖν τρία ταῦτα· βουλεύεσθαι καλῶς͵ λέγειν ἀναμαρτήτως καὶ
πράττειν ἃ δεῖ. SCHOL. GENEV. I 111 Nic. Δ. δὲ ἐτυμολογῶν τὸ ὄνομά [ sc. Τριτογέ νεια]
φησιν͵ ὅτι ἀπὸ τῆς φρονήσεως τρία ταῦτα συμβαίνει· τὸ εὖ λογίζεσθαι͵ τὸ εὖ λέγειν καὶ τὸ
πράττειν ἃ δεῖ.
τάξη των ψυχικών ατόμων τους, όσον αφορά την κίνησή και το
μέτρου και της ατομικής υλικής σύστασης του κόσμου και του ανθρώπου,
ρευστού γίγνεσθαι και σκέφτεται, λέγει και δρα καίρια197 (καιρὸν γνῶθι),
λογικής προόδου και βελτίωσής του και της ανάπτυξης από μέρους του
ψυχικών διεργασιών και η βάση για την προσέγγιση της γνώσης και της
αλήθειας, της ουσίας της πραγματικότητας και της αρετής. Το κράτος της
198 Vlastos G., 1975, ‘Ethics and physics in Democritus,’ in D.J. Furley and R.E. Allen (eds.),
Studies in Presocratic Philosophy (Volume 2: Eleatics and Pluralists), London: Routledge and
Kegan Paul, pp. 381–408.
199 Δημόκρ. Απ. Β. 4 DK: 4 CLEM. Strom. II 130 [II 184, 10 St.] ἀλλὰ καὶ οἱ Ἀβδηρῖται τέλος
ὑπάρχειν διδάσκουσιν· Δ. μὲν ἐν τῶι περὶ τέλους τὴν εὐθυμίαν͵ ἣν καὶ εὐεστὼ
προσηγόρευσεν. Πρβλ. Απ. Α. 166: ἔφη δὲ καὶ ἓν τέλος εἶναι τῶν πάντων καὶ εὐθυμίαν τὸ
κράτιστον εἶναι, τὰς δὲ λύπας ὅρους κακίας.
διεργασίες υπό τον όρο ομόνοια200. Η πόλις είναι μία αναγκαία συμβατική
πολιτικό οργανισμό που σχεδιάζει την όσο πιο ανώδυνη επιβίωσή του.
μερικά πολιτικά άτομα έχουν καλύτερη και πιο εύτακτη ύλη από τα άλλα
και ο ρόλος τους στην λειτουργία του όλου είναι διευθυντικός (ἄρχειν) και
όμως ότι η πολιτική ένωση είναι προϊόν λόγου και ανάγκης και η
200 Δημόκρ. Απ. Β. 250 DK: ἀπὸ ὁμονοίης τὰ μεγάλα ἔργα καὶ ταῖς πόλεσι τοὺς πολέμους
δυνατὸν κατεργάζεσθαι͵ ἄλλως δ΄ οὔ. Πρβλ. Β. 255.
201 Ganson Todd, 1999, ‘Democritus against Reducing Sensible Qualities,’ Ancient Philosophy,
19: 201–15. Πρβλ. O'Keefe Timothy, 1997, ‘The Ontological Status of Sensible Qualities for
Democritus and Epicurus,’ Ancient Philosophy, 17: 119–34.
αυτοσυντήρηση, την αυτάρκεια και την ευδαιμονία του συνόλου που την
λόγου και όχι στις άλογες παρορμήσεις του ηδέος203 που «κυριεύουν»
Τα πολιτικά άτομα της πόλης δεν είναι ίδια ως προς τη φύση και
την αξία τους. Η ιδιοσυστασία του ενός ανθρώπου διαφέρει από του
202 Δημόκρ. Απ. Β. 108 DK: διζημένοισι τἀγαθὰ μόλις παραγίνεται͵ τὰ δὲ κακὰ καὶ μὴ
διζημένοισιν.
203 Δημόκρ. Απ. Β. 75 DK: κρέσσον ἄρχεσθαι τοῖς ἀνοήτοισιν ἢ ἄρχειν.
204 Δημόκρ. Απ. Β. 74 DK: ἡδὺ μηδὲν ἀποδέχεσθαι͵ ἢν μὴ συμφέρηι.
χρήση τους. Εν τέλει οι διαφορές των ανθρώπων είναι αρεταϊκές και άρα
έχει αποδειχθεί ότι είναι οι δαήμονες τῆς σοφίης, αυτοί που κατόρθωσαν
προς την ευδαιμονία είτε μέσω ορθών νομικών θεσπίσεων είτε μέσω
το ορθό φυσικό μέτρο που καθορίζει τις φυσικές τους δυνατότητες, διότι
ενότητα.
ανθρώπινη τάξη που επιβάλλει την άρχουσα θέση της διανοητικής ύλης
αυτάρκεια207 και στην τελική στόχευση του ευ ζῆν, την ευδαιμονία. Σε μια
αλλά στη στερεή βάση της γνώσης της ορθής συμμετρίας της ανθρώπινης
206 Δημόκρ. Απ. Β. 3 DK: τὸν εὐθυμεῖσθαι μέλλοντα χρὴ μὴ πολλὰ πρήσσειν͵ μήτε ἰδίηι
μήτε ξυνῆι͵ μηδὲ ἅσσ΄ ἂν πράσσηι͵ ὑπέρ τε δύναμιν αἱρεῖσθαι τὴν ἑωυτοῦ καὶ φύσιν· ἀλλὰ
τοσαύτην ἔχειν φυλακήν͵ ὥστε καὶ τῆς τύχης ἐπιβαλλούσης καὶ ἐς τὸ πλέον ὑπηγεομένης
τῶι δοκεῖν͵ κατατίθεσθαι͵ καὶ μὴ πλέω προσάπτεσθαι τῶν δυνατῶν. ἡ γὰρ εὐογκίη
ἀσφαλέστερον τῆς μεγαλογκίης.
207 Βλ. Δημόκρ. Απ. Β. 4 DK.
συμμετρία είναι κακή επίνοια (ἐπίνοιαν γὰρ κακὴν τοὺς νόμους ἔλεγε),
είναι λανθασμένοι κατά τον σχεδιασμό τους, αφού δεν βασίζονται στις
καμία πολιτική θέση, όπως καμία θέση δεν έχει το άριστο ή εύδαιμον στο
πηγή της ίδιας φιλοσοφίας, την φυσική αλήθεια και τάξη, αλλά να διαβιεί
ευρίσκοντας όμως στον εντός της φύσης του άρχοντα λόγο το ευ ζην: οὐ
τρέφεται από τον ίδιο του τον εαυτό, ο φιλόσοφος εγκαθιδρύοντας εντός
ηδονών209.
Οι νόμοι είναι ορθοί, μόνο όταν υπακούουν στη φυσική τάξη και
άγει στην κακοδαιμονία και όχι στην ευδαιμονία. Ο φιλόσοφος δεν έχει
αληθές φυσικό δίκαιο: για τον σοφό είναι προτιμότερο βούλεσθαι μᾶλλον
και από τις συνθήκες του ζην που ορίζονται από την αυτοσυντήρηση και
την αυτάρκεια να αφιχθεί στη χώρα του ευ ζην και της ευδαιμονίας; Η
ομόνοια είναι όμως αυτή, μήπως ομοιάζει με την περίπτωση ληστών που
επιρροή του ορθού λόγου στο όλο σώμα; Η ορθή παιδεία, η καλλιέργεια
μεθοδεύσεις της, από την εθισμό των ατόμων-πολιτών από όσο το δυνατό
και αληθινό για όλο το πολιτικό σύνολο και όχι στην υποκειμενική
212 Δημόκρ. Απ. Β. 118 DK: τέρψις γὰρ καὶ ἀτερπίη οὖρος τῶν συμφόρων καὶ τῶν
ἀσυμφόρων.
213 Πρβλ. Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 1104b: περὶ ἡδονὰς γὰρ καὶ λύπας ἐστὶν ἡ ἠθικὴ ἀρετή· διὰ μὲν
γὰρ τὴν ἡδονὴν τὰ φαῦλα πράττομεν͵ διὰ δὲ τὴν λύπην τῶν καλῶν ἀπεχόμεθα. διὸ δεῖ
ἦχθαί πως εὐθὺς ἐκ νέων͵ ὡς ὁ Πλάτων φησίν (Πρβλ. Πλάτ. Νόμ. 653a-e)͵ ὥστε χαίρειν τε
καὶ λυπεῖσθαι οἷς δεῖ· ἡ γὰρ ὀρθὴ παιδεία αὕτη ἐστίν…1103b: οὐ μικρὸν οὖν διαφέρει τὸ
οὕτως ἢ οὕτως εὐθὺς ἐκ νέων ἐθίζεσθαι͵ ἀλλὰ πάμπολυ͵ μᾶλλον δὲ τὸ πᾶν. «Και αυτά,
επειδή η ηθική αρετή συνδέεται με τα ευχάριστα και τα δυσάρεστα συναισθήματα
δηλαδή η ευχαρίστηση είναι εκείνη για την οποία κάνουμε τις τιποτένιες πράξεις, ενώ το
δυσάρεστο συναίσθημα είναι εκείνο εξαιτίας του οποίου μένουμε μακριά από τα
αισθητικώς ωραία πράγματα. Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε διαπαιδαγωγηθεί από την πιο
μικρή ηλικία, όπως λέει ο Πλάτωνας, με τέτοιο τρόπο, ώστε να δοκιμάζουμε ευχάριστα
και δυσάρεστα συναισθήματα με αυτά που πρέπει· πραγματικά αυτή είναι σωστή
παιδεία… Επομένως, δεν έχει μικρή σημασία ο εθισμός από την πιο μικρή ηλικία σ’ αυτό
ή στον άλλο τρόπο συμπεριφοράς αντίθετα, έχει μεγάλη σημασία ή, καλύτερα, σημαίνει
το παν».
περί συνεχούς βελτίωσης, προόδου του ανθρώπου και των κοινωνιών του.
μέτρου, ενώ η δύναμη του σώματος χωρίς την έλλογη ικανότητα δεν
214 Δημόκρ. Απ. Β. 70 DK: οὐκ ἀνδρὸς τὸ ἀμέτρως ἐπιθυμεῖν. Πρβλ. Annas Julia, 2002,
‘Democritus and Eudaimonism,’ in V. Caston and D. Graham (eds.), Presocratic Philosophy:
Essays in Honour of Alexander Mourelatos, London: Ashgate, pp. 169–82.
215 Δημόκρ. Απ. Β. 187 DK.
216 Δημόκρ. Απ. Β. 216 DK: σοφίη ἄθαμβος ἀξίη πάντων [τιμιωτάτη οὖσα].
217 Δημόκρ. Απ. Β. 66 DK: προβουλεύεσθαι κρεῖσσον πρὸ τῶν πράξεων ἢ μετανοεῖν.
έγκυρους χειρισμούς219.
μέτρο των κατά φύση δίκαιων κυβερνητών τους που να τους επιτρέπει να
φυσικά τα έμβια μέρη της, όταν η πόλη αφήνεται στο νομοτελειακό ρεύμα
άτομα αυτά μέρη είναι απολύτως ίσα ως συντελεστές και εγγυητές της
πετύχει τους πολιτικούς σκοπούς της. Το ότι όλα τα μέλη της ανθρώπινης
σημαίνει ότι έχουν την ίδια λειτουργία ή ότι κατέχουν τον ίδιο αξιολογικό
ρόλο στην επίτευξη των ανθρώπινων βιολογικών σκοπών. Δεν έχει το ίδιο
μερίδιο ευθύνης ο έμψυχος νους και το χέρι στην κίνηση, διοίκηση και
ανθρώπινου είδους, στη διοίκηση του όλου σώματος και στη ρύθμιση των
των συνθηκών αυτών του ζην και η μετάβαση στο ευ ζην δηλαδή στην
ορθού φυσικού μέτρου και άρα μια πολιτεία επιτυγχάνει την ευδαιμονία
μόνο στην εκδοχή που έλλογοι γνώστες του ορθού μέτρου228 τίθενται
226 Δημόκρ. Απ. Β. 61 DK: οἷσιν ὁ τρόπος ἐστὶν εὔτακτος͵ τού τοισι καὶ ὁ βίος συντέτακται.
227 Δημόκρ. Απ. Β. 67 DK: μὴ πᾶσιν͵ ἀλλὰ τοῖς δοκίμοισι πιστεύειν· τὸ μὲν γὰρ εὔηθες͵ τὸ δὲ
σωφρονέοντος.
228 Δημόκρ. Απ. Β. 56 DK: τὰ καλὰ γνωρίζουσι καὶ ζηλοῦσιν οἱ εὐφυέες πρὸς αὐτά.
δυνατή δια του λόγου ευδαιμονία: νόμωι καὶ ἄρχοντι καὶ τῶι σοφωτέρωι
ενοποιητικής ομόνοιας237.
στους κανόνες της αρετής, δηλαδή στους κανόνες της έμμετρης νόησης
γνωσιολογικά239 κάθε μέλος της κοινότητας από την πιο μικρή ηλικία240
όσον αφορά την ρύθμιση και εφαρμογή του ορθού μέτρου. Η εκπαιδευτική
εφαρμογή του ορθού μέτρου στα πολιτικά πράγματα. Μόνο σε αυτή την
της ορθής φυσικής τάξης στην πολιτική ένωση. Η δια λόγου διαμόρφωση
φύσης244 που παρέχει την ύλη προς επεξεργασία. Η τέχνη βρίσκεται στο
κατώτερο επίπεδο διότι μιμείται τη φύση και δρα επικουρικά προς την
239 Δημόκρ. Απ. Β. 59 DK: οὔτε τέχνη οὔτε σοφίη ἐφικτόν͵ ἢν μὴ μάθηι τις.
240 Δημόκρ. Απ. Β. 178, 179 και 183 DK.
241 Δημόκρ. Απ. Β. 57 DK: κτηνέων μὲν εὐγένεια ἡ τοῦ σκήνεος εὐσθένεια͵ ἀνθρώπων δὲ ἡ
τοῦ ἤθεος εὐτροπίη.
242 Δημόκρ. Απ. Β. 41 DK: μὴ διὰ φόβον͵ ἀλλὰ διὰ τὸ δέον ἀπέχεσθαι ἁμαρτημάτων.
243 Δημόκρ. Απ. Β. 39 DK: ἀγαθὸν ἢ εἶναι χρεὼν ἢ μιμεῖσθαι και Β. 55: ἔργα καὶ πρήξιας
ἀρετῆς͵ οὐ λόγους͵ ζηλοῦν χρειών και Β. 79: χαλεπὸν μιμεῖσθαι μὲν τοὺς κακούς͵ μηδὲ
ἐθέλειν δὲ τοὺς ἀγαθούς. Πρβλ. Απ. 184.
244 Δημόκρ. Απ. Β. 242 DK.
245 Δημόκρ. Απ. Β. 58 DK: ἐλπίδες αἱ τῶν ὀρθὰ φρονεόντων ἐφικταί͵ αἱ δὲ τῶν ἀξυνέτων
ἀδύνατοι.
246 Δημόκρ. Απ. Β. 181 DK.
κοινού ορθού λογισμού, της όμοιας νόησης247 (=ομόνοια) προς την επίτευξη
της ευδαιμονίας.
πολιτικής αρετής-αριστείας.
δική τους ακρισία και έλλειψη ορθού μέτρου στις εναλλαγές των
ευδαιμονία πολιτικής. Ο ορθός λόγος είναι σκιά του ορθού έργου, και ο μη
ορθός λόγος σκιά του κακού έργου254. Ο έλλογος άνθρωπος είναι απόλυτα
πολιτική ζωή που στερείται το ανώτερο ανθρώπινο στοιχείο, τον λόγο, δεν
είναι απλά μια άσχημη ζωή, αλλά θάνατος που διαρκεί πολύ256. Η έλλειψη
α) Θεωρητική οριοθέτηση
Κ
αι ἐγένετο η πόλις. Υπό τις επιταγές της αυτοσυντήρησης, της
μόρφωμα της πόλεως. Η πόλη είναι ένα σύμπλεγμα φύσης και συνθήκης,
259DK [Σίσυφος] 88.Β.25, 19.1 - 19.43, πρβλ. Ἀέτιος, Συναγωγή τῶν ἀρεσκόντων 1.6, 7
(D.294): «επειδή οι νόμοι απέτρεπαν τους ανθρώπους να ενεργούν βίαια στα φανερά, αυτοί
συνέχιζαν να αδικούν κρυφά»
άλλοτε η πόλη κυριαρχείται από την νομική ισχύ και άλλοτε η ισχύς αυτή
τε και βίᾳ τον συμβατικό νόμο κατά τις ορθές φυσικές επιταγές.
πριν την απαρχή του προς ουσίαν (είναι) φιλοσοφείν επί του συνόλου των
της φύσης262.
ξένο και ανεπιθύμητο, είναι μια παρά φύση παράλογη έξη263 που
κοινότητας.
ηρώων προγόνων της πολιτικής κοινότητας που είτε ήταν οι ίδιοι υιοί των
χάνεται στο βάθος των αιώνων, τότε το έθος είναι κάτι απόλυτα φυσικό,
χρημάτων μέτρον ἐστὶν ἄνθρωπος͵ τῶν μὲν ὄντων ὡς ἔστιν͵ τῶν δὲ οὐκ
264 Strauss L, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, σελ. 110, μτφρ. Ροζάνης Σ., Λυκιαρδόπουλός Γ.,
Γνώση, Αθήνα 1988.
265 Καστοριάδης Κορ. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα 1: Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο, σελ.
446, μτφρ. Καστοριάδη Ζ., Κριτική, Αθήνα 2007 και Καστοριάδης Κορ, Η φαντασιακή
θέσμιση της κοινωνίας, Κέδρος, Αθήνα 1999.
ανθρώπινης φύσης και της φύσης της πολιτικής κοινωνίας εντός του
περί της αλήθειας δεν έχει καμία θέση σ’ αυτή τη συνθήκη, η μόνη
αυθεντίας που επιζεί στο πέρασμα των γενεών ως άχρονη αλήθεια και
διαδοχήν των αλλεπαλλήλων γενεών μας την παρέδωσαν ελευθέραν δια της ανδρείας
των. Αλλ' εάν εκείνοι είναι άξιοι των επαίνων μας, έτι μάλλον άξιοι είναι οι πατέρες μας.
Διότι εκτός εκείνων, τα οποία εκληρονόμησαν, απέκτησαν δια πολλών μόχθων και την
σημερινήν μας ηγεμονίαν, και εκληροδότησαν και αυτήν και εκείνα εις ημάς τους
σήμερον ζώντας. Και ημείς εδώ, άλλωστε, όσοι είμεθα ακόμη εις ώριμον ηλικίαν
περίπου, ενισχύσαμεν οι ίδιοι την ηγεμονίαν αυτήν πολυειδώς, και την πόλιν
παρεσκευάσαμεν καθ' όλα αυταρκεστάτην και δια τον πόλεμον και δια την ειρήνην»
Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου.
κατοχυρωμένη, ενώ για τους Ινδούς Καλατίες έθος και θεσμό αποτελεί η
αποτροπιασμό και στις δύο πλευρές αλλά κατ’ επέκταση όμως αυτός ο
«πάτριος» ημέτερος νόμος δεν είναι ο μοναδικός που τελεί εν ισχύ, τότε
αμφισβήτηση της αυθεντίας του πάτριου δικαίου και θέτουν επί τάπητος
268 Ἡρόδ. 3. 38. Πρβλ. Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον
Αριστοτέλη, μτφρ. Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση Κ., Το Άστυ, Αθήνα 1995, σελ. 75-94.
Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ.
269
κατεξοχήν ρυθμιστής του ορίζοντα του βίου του, μια ρύθμιση που έχει ως
Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ.
271
Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση Κ., Το Άστυ, Αθήνα 1995, 150-158. Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η
μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 337-
338.
πρόκειται για άγραφους νόμους είτε για γραπτό πολιτικό σύνταγμα είτε
διαφόρων ατόμων. Δεν έχει σημασία η αναζήτηση των πρώτων αρχών του
πολιτισμικά δεδομένα272.
272 Η φυσική κατάσταση για παράδειγμα στον Ηobbes (Λεβιάθαν, Κεφ. 13), που σαφώς
σχετίζεται θεωρητικά με κάποιους διανοητές της αρχαίας εποχής (Πρωταγόρας, Κριτίας,
Δημόκριτος - η περίπτωση βέβαια του Δημόκριτου διαφέρει, διότι βασίζεται σε
φιλοσοφικά/επιστημονικά δεδομένα -, Λουκρήτιος κτλ.) όσον αφορά τη σταδιακή
δημιουργία του πολιτισμένου ανθρώπου, αποτελεί λογική και όχι ιστορική υπόθεση.
Είναι μια υποθετική εκδοχή της ζωής των σημερινών πολιτισμένων, ελλείψει μιας κοινής
εξουσίας, έτοιμης να κυριαρχήσει νομικά και να επιβάλει την τάξη. Είναι μια επαγωγή
που γίνεται με αφετηρία τα ανθρώπινα πάθη και συνεπώς δεν αναφέρεται στον
πρωτόγονο-φυσικό άνθρωπο σε αντίθεση με τον πολιτισμένο άνθρωπο, αλλά ειδικά σε
ανθρώπους με πολιτισμένες επιθυμίες. Πολλές από τις περιγραφές αυτής της ομάδας
των στοχαστών δίδουν συμπεριφορές που χαρακτηρίζουν μόνο άτομα κοινωνικά
ενταγμένα και αποδεικνύουν σαφή επαγωγή της φυσικής κατάστασης από τα πάθη
υπαρκτών ανθρώπων, από τα πάθη που διαμορφώνει η ζωή του πολιτισμού. Πρβλ.
Mac Pherson C. B. Ατομικισμός και Ιδιοκτησία, Κεφ. 2 σελ. 40, Γνώση, Αθήνα 1989.
κινούνται εντελώς ελεύθερα μέσα στο χώρο. Στη απολιτική ζωή δεν
ευχαρίστηση και την αυτοσυντήρησή του. Ο βίος αυτός φυσικά δεν είναι
μία ιδανική κατάσταση σε μία ατελή συνθήκη και κάτι τέτοιο είναι
αυτά και γίνεται εύκολη βορά των επικίνδυνων θηρίων που με τη σειρά
φύση ανθρώπους και τους οδηγούν στο βίαιο θάνατο. Η μεγαλύτερη όμως
απειλή για τον άνθρωπο είναι ο ίδιος ο συνάνθρωπός του. Η τροφή στη
γένους, αλλά απλά ένα φυσικό εργαλείο στον αγώνα για αυτοσυντήρηση,
όπως ακριβώς και τα χέρια του. Μέσω του λόγου και των άλλων τους
επίπεδο ηδονής και αρχής απειλούσε την ίδια του την ύπαρξη. Οι
άνθρωποι παρόλο που κατείχαν εμπειρικά την έντεχνο σοφία και είχαν
εφεύρει πολεμικά όπλα (αρχικά για τη θήρα των προς βρώση ζώων) δεν
τάσης για ιδιωτική ηδονή και επιθυμία. Ο άνθρωπος μόνος, έστω και
σφετεριστή της ίδιας ελευθερίας και ηδονής και άρα της ίδιας του της
είχαν την πολιτική «επένδυση», είχαν όμως όλα τα πάθη και τις επιθυμίες
τους και ήταν εις θέση να αναλογιστούν την ωφέλεια που προέρχεται από
αυτά ή την δυσαρέσκεια που προκύπτει από την πιθανή απώλεια τους.
διαρκής πορεία της επιθυμίας από το ένα αντικείμενο στο άλλο, όπου η
απόκτηση του πρώτου δεν είναι παρά ο δρόμος για το επόμενο. Αυτό
οφείλεται στο ότι σκοπός της ανθρώπινης επιθυμίας δεν είναι μια
πράξεις και οι διαθέσεις όλων των ανθρώπων τείνουν όχι μόνο στην
μιας πλήρους ηδονών ζωής275. Επειδή όμως, αν από την πολιτισμένη ζωή,
274 Κριτίας, [Σίσυφος] 88.Β.25 DK, 19.1 - 19.43, πρβλ. Ἀέτιος, Συναγωγή τῶν ἀρεσκόντων 1.6,
7 (D.294).
275 Hobbes, T., Λεβιάθαν, Κεφ. 11 σελ. 169 μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος, Γνώση,
Αθήνα 1989.
δύναμη και την ισχύ τους σ’ έναν άνθρωπο ή σε μια συνέλευση ατόμων,
στο πλαίσιο της οποίας είναι δυνατή, με βάση την αρχή της πλειοψηφίας,
την παύση του πολέμου όλων εναντίων όλων και β) η αυτάρκεια εφόσον ο
κάθε μέλους, κατά τρόπο ώστε ο καθένας, αν και σχηματίζει ενιαίο σώμα
ίδιο ελεύθερος όσο και πριν277. Αυτό που δεν μπορεί να λύσει η στοχαστική
276 Hobbes T., Λεβιάθαν, Κεφ. 17 σελ. 241, μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος, Γνώση,
Αθήνα 1989. πρβλ. Rousseau J.J. “Du Contract Social”, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφρ.
Κουχτσόγλου Δ. και Ν., Βιβλίο 2, Κεφ. 1, σελ. 69, Δαρεμά, Αθήνα 1957. Πρβλ. Πλάγγεσης
Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων, Αριστοτέλης,
Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010, 133-135.
277 Rousseau J.J., Το κοινωνικό συμβόλαιο, σελ. 61, μτφρ. Βασ. Γρηγοροπούλου –Αλ.
Στάινχαουερ, Πόλις, Αθήνα 2004.
αυτοσυντήρηση και την αυτάρκεια των μελών της, την βασικότερη όλων
της ληστρικής ομάδας επιφυλάσσει την αξιοποίηση της λείας προς ίδιον
«αγελαίοι λύκοι» οφείλουν να είναι όσο πιο αιμοσταγείς, όσο πιο άδικοι,
ομάδας και των επιμέρους μελών της. Εντός της ομάδας μόνο κυριαρχεί η
στον γέροντα Κέφαλο που τελεί τις πατροπαράδοτες θυσίες και αποχωρεί
σαν τον Κέφαλο281 που δέχονται «τυφλά» τις επιταγές του πατρίου νόμου
Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ.
279
εκπροσωπείται στις απόψεις των πολλών και όχι στον ορθό λόγο του προς
αλήθεια φιλοσοφείν283.
δεν επιθυμούν τη δικαιοσύνη αυτή καθαυτή, για αυτό που είναι, αλλά για
282 White S. A., 1995, “Thrasymachus the Diplomat”, Classical Philology 90: 307-27. Πρβλ.
Guthrie W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press, 1971 Οι Σοφιστές, μτφρ. Δαμ.
Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σελ. 119-130.
283 Πλάτ. Πολιτ. 351d: Καὶ μέντοι͵ ἔφη ὁ Κέφαλος͵ καὶ παραδίδωμι ὑμῖν τὸν λόγον· δεῖ γάρ
με ἤδη τῶν ἱερῶν ἐπιμεληθῆναι. Οὐκοῦν͵ ἔφη͵ ἐγώ͵ ὁ Πολέμαρχος͵ τῶν γε σῶν
κληρονόμος; Πάνυ γε͵ ἦ δ΄ ὃς γελάσας͵ καὶ ἅμα ᾔει πρὸς τὰ ἱερά. 331.e Λέγε δή͵ εἶπον ἐγώ͵
σὺ ὁ τοῦ λόγου κληρονόμος͵ τί φῂς τὸν Σιμωνίδην λέγοντα ὀρθῶς λέγειν περὶ δικαιοσύνης;
284
Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ.
Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση Κ., Το Άστυ, Αθήνα 1995, σελ. 62-74.
από την έντονη τάση για αδικία (πλαισιωμένη από την πλεονεξία) που
αγαθού με το ηδύ. Η αιδώς και η δίκη έγιναν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ
ανθρώπινη γνώμη ότι είναι καλό και θεμιτό πράγμα το να αδικεί κανείς
έπακρο την μέγιστη ευχαρίστηση που απορρέει από αυτό και στο να
τη συνθήκη του συζήν με βασικό όρο το να μην αδικεί κανείς αλλά ούτε
συζήν είναι μία συνθήκη που έχει ως κεντρικό στόχο περιορίζει με την
ασύστολη επιθυμία του ηδέος που απορρέει από την εκτέλεση της άδικης
πράξης. Ο θέσει νόμος περιορίζει την ελεύθερη απόλαυση του ηδέος που
μήτε ἀδικεῖσθαι· μαίνεσθαι γὰρ ἄν. «Είναι από τη φύση, υποστηρίζουν, καλό πράγμα το
να αδικεί κανείς, αλλά το να αδικείται κακό και ότι όποιος αδικείται αποκομίζει
μεγαλύτερο κακό από το καλό που αποκομίζει όποιος αδικεί, ώστε, όταν οι ανθρωποι
αδικούν και αδικούνται αμοιβαία και δοκιμάζουν και τα δύο να φαίνεται ότι συμφέρει σ’
όσους δεν μπορούν ν’ αποφύγουν το ἀδικεῖσθαι και σε όσους δεν μπορούν να
πραγματώσουν το ἀδικεῖν να συμφωνήσουν μεταξύ τους ούτε να αδικούν ούτε να
αδικούνται. Και απ’ αυτή την πρώτη συμφωνία άρχισαν να θεσπίζουν νόμους και να
συνάπτουν συμβάσεις και ονόμασαν τις επιταγές του νόμου, νόμιμο και δίκαιο·Αυτή
λοιπόν είναι προέλευση και η ουσία της δικαιοσύνης, που είναι κάτι ενδιάμεσο ανάμεσα
στο απόλυτο καλό, που είναι το να αδικεί κανείς χωρίς να υφίσταται ποινικές κυρώσεις
και στο απόλυτο κακό, που είναι το να αδικείται κανείς χωρίς να δύναται ν’ ανταποδώσει
την αδικία. Η δικαιοσύνη, που κατέχει ενδιάμεση θέση ανάμεσα σ’αυτά τα δύο, είναι
αγαπητή όχι ως κάτι καλό, αλλά ως κάτι που περιβάλλεται από εκτίμηση, γιατί
περιορίζει την δύναμη της αδικίας· διότι εκείνος που έχει τη δυνατότητα να ενεργεί άδικα
και διαθέτει πράγματι την αποφασιστικότητα να το πράττει, δεν θα προσυπέγραφε ποτέ
καμία σύμβαση με τον όρο ούτε να αδικεί ούτε να αδικείται· διότι θα ήταν τρελός αν το
έκανε».
287 Πλάτ. Πολιτ. 359a κ.ε.
μετά την σύναψη της πολιτικής συνθήκης και της θέσπισης του
βασικών όρων της συνέχισης της ζωής που είναι η αυτοσυντήρηση και η
και η ανακάλυψη της θρησκείας δεν προήλθε από την συγγένεια του
που βασίζεται στο φόβο των ανθρώπων μπροστά στο άγνωστο και στο
288) Κριτίας, [Σίσυφος] 88.Β.25 DK, 19.1 - 19.43, πρβλ. Ἀέτιος, Συναγωγή τῶν ἀρεσκόντων 1.6,
7 (D.294): «επειδή οι νόμοι απέτρεπαν τους ανθρώπους να ενεργούν βίαια στα φανερά,
αυτοί συνέχιζαν να αδικούν κρυφά»
έτσι και η θρησκεία βασιζόμενη στα ανθρώπινα πάθη και κυρίως στον
της πολιτείας.
δικαιοσύνη υπηρετεί αυτούς τους δύο στόχους, που ανακύπτουν από την
στόχων του ζην, της αυτοσυντήρησης και της αυτάρκειας. Η συνέχιση της
σύνορο-όριο που ισχύει για όλους τους πολίτες και η υπέρβασή του
πολιτική πράξη και ισονομία όσον αφορά την άσκηση των πολιτικών
καθηκόντων που ανακύπτουν στην πολιτική ζωή αλλά και όσον αφορά
την επιβολή των κυρώσεων στην ενδεχόμενη παραβίαση των όρων του
ιδιωτική υπόθεση.
και δικαιϊκού ιστού καθορίζεται από την απόλαυση του ηδέος και την
πλεονεξία.
του νόμου ευδαιμονία και ισχύει για όλους τους πολίτες, αν κατορθώσουν
οξυδέρκειας).
δικαιοσύνης, στην κοινή συμμετοχή των πολιτών στην αιδώ και τη δίκη,
δηλώνει κανείς ότι κατέχει μια σχετική με αυτές ικανότητα, αν και σαφώς
συμμετέχουν στη δικαιοσύνη, ότι είναι καθ’ όλα δίκαιοι, αν και στην
δημόσια την αδικία τοποθετεί τον εαυτό του έξω από την θεσπισμένη
ανθρώπινη κοινότητα, θέτει τον εαυτό του εκτός πόλεως έναντι της
αποδεχόμενος την κοινή ισχύ του δικαίου είναι ξένο σώμα στο πολιτικό
πολιτικής κατάστασης290.
από το νόμο προς επίτευξη του ανθρώπινου ζην. Ο πολίτης, όμως, στην
μέσω του αδικείν, ως ατομική οντότητα εντός του πολιτικού όλου δεν
το θετό νόμο, αν και τυπικά πρέπει να φαίνεται δίκαιος και υπηρέτης των
για τους κατ’ επίφαση δίκαιους συμπολίτες του, που είναι έτοιμοι ως
τον απολαμβάνοντας τις ηδονές που απορρέουν από την αδικία. Αυτός
που είναι αλλά και φαίνεται δίκαιος, υπολείπεται σαφώς έναντι αυτών
εικόνα του αμιγώς δίκαιου πολίτη και θα τον κάνουν να φαίνεται άδικος,
βασανιστήρια ή στο θάνατο και ίσως τότε αυτός συμπεράνει ότι δεν
δυσφορούν, και οι οικείοι του τον πλησιάζουν και τον νουθετούν, σαν να είναι τρελός.
Όμως στη δικαιοσύνη και στην άλλη πολιτική αρετή, ακόμα και αν γνωρίζουν καλά για
κάποιον ότι είναι άδικος, αν αυτός ο ίδιος λέει την αλήθεια (δηλαδή ότι είναι άδικος) σε
βάρος του εαυτού του μπροστά σε πολλούς άλλους, γεγονός που στην περίπτωση των
άλλων ικανοτήτων θεωρούσαν ότι είναι σωφροσύνη, δηλαδή το να λέει κανείς την
αλήθεια, σ’ αυτή την περίπτωση το θεωρούν τρέλα, και ισχυρίζονται ότι όλοι πρέπει να
λένε πως είναι δίκαιοι, είτε είναι είτε δεν είναι, σε διαφορετική περίπτωση θεωρούν ότι
είναι τρελός όποιος δεν προσποιείται τον δίκαιο, διότι, κατά τη γνώμη όλων των
ανθρώπων, είναι αναγκαίο ο καθένας να μετέχει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στη
δικαιοσύνη, στην αντίθετη περίπτωση, (είναι αναγκαίο) να μη συγκαταλέγεται ανάμεσα
στους ανθρώπους».
πλεονεξίας που πραγματοποιείται μέσω της οδύνης, της αδικίας και άρα
της δυστυχίας των άλλων. Κάθε επιμέρους πολίτης σέβεται την ισότητα
δακτυλίδι του Γύγη, που χαρίζει την ικανότητα αφανούς δράσης εντός
βασανιστήρια)292.
άνθρωπος χωρίς την τήρηση των κανόνων δικαίου που διατηρούν την
στη χείριστη των περιπτώσεων που είναι η αποδοχή του αδικείν χωρίς
δυνατότητα ανταπόδοσης.
πολιτών αντιληφθεί κάποιον που έχει την δύναμη να ξεφύγει από την
πραγματοποιούσε293.
293 Πλάτ. Πολιτ. 360d-e. Πρβλ. Ober J., (1989), Mass and Elite in democratic Athens: Rhetoric,
Ideology and Power of People, Princeton University Press, μτφρ. Β. Σερέτη, Πολύτροπον,
Αθήνα 2003, σελ. 265-270.
Πασῶν τῶν ἀδικιῶν μεγίστη ἡ τῶν ἀνδρῶν οἵ, ὅταν τούς ἅλλους
χωρίς να γίνεται αντιληπτή από το πολιτικό σώμα και τον ισχύοντα νόμο,
τότε σαφώς δεν αποτελεί τεχνίτη της αδικίας, αλλά εκπίπτει στην
294 Πλάτ. Πολιτ. 361a. Πρβλ. Kahn C., 1981, “The Origins of Social Contract Theory in the Fifth
Century B.C.”, in Kerferd 1981b, 92-108.
295 Κικ. Off., Ι. 41. Πρβλ. Ober J., (1989), Mass and Elite in democratic Athens: Rhetoric, Ideology
and Power of People, Princeton University Press, μτφρ. Β. Σερέτη, Πολύτροπον, Αθήνα 2003,
σελ. 476-477.
ιδιοτελή κίνητρα) τον κοινό νου στο συμπέρασμα ότι μία πράξη κινείται
αντίθετη «εχθρική» κίνηση προς τις επιδιώξεις του αδικείν. Όλα αυτά τα
πρόσβαση στην μέγιστη δυνατή ηδονή και πλεονεξία που συνιστούν την
έλεγε οὐ γὰρ δοκεῖν ἄριστος͵ ἀλλ΄ εἶναι θέλει296͵ καθώς δεν εξασφαλίζει το
ευδαιμονία297.
εικόνα του χρηστού και του δικαίου πολίτη, ενώ στην ουσία δρομολογεί
όλες εκείνες τις ενέργειες που του επιτρέπουν να πλεονεκτεί των άλλων
και άρα να κατέχει μεγαλύτερη κοινωνική και πολιτική ισχύ των άλλων.
σεβασμό των υπολοίπων πολιτών και την πολιτική του «ασυλία». Στην
πραγματικότητα όμως, όπως ακριβώς στην ιδιωτική, έτσι και στη δημόσια
297 Πλάτ. Πολιτ. 360e-361c: ὁ ἄδικος ὥσπερ οἱ δεινοὶ δημιουργοὶ ποιείτω - οἷον κυβερνήτης
ἄκρος ἢ ἰατρὸς τά τε ἀδύνατα ἐν τῇ τέχνῃ καὶ τὰ δυνατὰ διαισθάνεται͵ καὶ τοῖς μὲν
ἐπιχειρεῖ͵ τὰ δὲ ἐᾷ· ἔτι δὲ ἐὰν ἄρα πῃ σφαλῇ͵ ἱκανὸς ἐπανορθοῦσθαι οὕτω καὶ ὁ ἄδικος
ἐπιχειρῶν ὀρθῶς τοῖς ἀδικήμασιν λανθανέτω͵ εἰ μέλλει σφόδρα ἄδικος εἶναι. τὸν
ἁλισκόμενον δὲ φαῦλον ἡγητέον· ἐσχάτη γὰρ ἀδικία δοκεῖν δίκαιον εἶναι μὴ ὄντα. δοτέον
οὖν τῷ τελέως ἀδίκῳ τὴν τελεωτάτην ἀδικίαν͵ καὶ οὐκ ἀφαιρετέον ἀλλ΄ ἐατέον τὰ μέγιστα
ἀδικοῦντα τὴν μεγίστην δόξαν αὑτῷ 361.b παρεσκευακέναι εἰς δικαιοσύνην͵ καὶ ἐὰν ἄρα
σφάλληταί τι͵ ἐπανορθοῦσθαι δυνατῷ εἶναι͵ λέγειν τε ἱκανῷ ὄντι πρὸς τὸ πείθειν͵ ἐάν τι
μηνύηται τῶν ἀδικημάτων͵ καὶ βιάσασθαι ὅσα ἂν βίας δέηται͵ διά τε ἀνδρείαν καὶ ῥώμην
καὶ διὰ παρασκευὴν φίλων καὶ οὐσίας. τοῦτον δὲ τοιοῦτον θέντες τὸν δίκαιον αὖ παρ΄
αὐτὸν ἱστῶμεν τῷ λόγῳ͵ ἄνδρα ἁπλοῦν καὶ γενναῖον͵ κατ΄ Αἰσχύλον οὐ δοκεῖν ἀλλ΄ εἶναι
ἀγαθὸν ἐθέλοντα. ἀφαιρετέον δὴ τὸ δοκεῖν. εἰ γὰρ δόξει δίκαιος εἶναι͵ ἔσονται αὐτῷ τιμαὶ
καὶ δωρεαὶ δοκοῦντι τοιούτῳ εἶναι·
απόκτηση μέσω άδικων μέσων της κορυφαίας θέσης αρχής και ισχύος δεν
γίνεται για την προαγωγή την κοινής πολιτικής ευημερίας αλλά για την
πλεονεξίας. Ο άδικος κυβερνήτης ωφελεί πάνω απ’ όλα τον εαυτό του και
αδικίας έναντι της δικαιοσύνης, και του βίου του αδίκου πολίτη έναντι του
ζην ιδρυτικό δίκαιο της πολιτικής ένωσης και τον συνασπισμό των
ιδιοτελών συμφερόντων υπό την επίδραση της ηδονής και της πλεονεξίας,
ταυτίζεται με το ηδύ).
298 Πλάτ. Πολιτ. 362b-c: πρῶτον μὲν ἄρχειν ἐν τῇ πόλει δοκοῦντι δικαίῳ εἶναι͵ ἔπειτα
γαμεῖν ὁπόθεν ἂν βούληται͵ ἐκδιδόναι εἰς οὓς ἂν βούληται͵ συμβάλλειν͵ κοινωνεῖν οἷς ἂν
ἐθέλῃ͵ καὶ παρὰ ταῦτα πάντα ὠφελεῖσθαι κερδαίνοντα τῷ μὴ δυσχεραίνειν τὸ ἀδικεῖν·
εἰς ἀγῶνας τοίνυν ἰόντα καὶ ἰδίᾳ καὶ δημοσίᾳ περιγίγνεσθαι καὶ πλεονεκτεῖν τῶν ἐχθρῶν͵
πλεονεκτοῦντα δὲ πλουτεῖν καὶ 362.c τούς τε φίλους εὖ ποιεῖν καὶ τοὺς ἐχθροὺς
βλάπτειν͵ καὶ θεοῖς θυσίας καὶ ἀναθήματα ἱκανῶς καὶ μεγαλοπρεπῶς θύειν τε καὶ
ἀνατιθέναι͵ καὶ θεραπεύειν τοῦ δικαίου πολὺ ἄμεινον τοὺς θεοὺς καὶ τῶν ἀνθρώπων οὓς
ἂν βούληται͵ ὥστε καὶ θεοφιλέστερον αὐτὸν εἶναι μᾶλλον προσήκειν ἐκ τῶν εἰκότων ἢ τὸν
δίκαιον. οὕτω φασίν͵ ὦ Σώκρατες͵ παρὰ θεῶν καὶ παρ΄ ἀνθρώπων τῷ ἀδίκῳ
παρεσκευάσθαι τὸν βίον ἄμεινον ἢ τῷ δικαίῳ.
Β
αδίζοντας σ’ αυτά τα ερευνητικά χνάρια διαπιστώνεται η
μορφή της πολιτικής δράσης και σκέψης εντός των ορίων που
του ζην, είναι το βασικό συστατικό διατήρησης των κοινωνιών αυτής της
πειθώ τε και βία όλες τις άλλες ελληνικές πόλεις με το μέρος της μίας ή
έντονα η ανάγκη δημιουργίας ενός νέου νόμου που σεβόμενος τις πάτριες
παλαιό βασισμένος στις ρευστές δόξες των ανθρώπων και όχι στην
δὲ πολιτεία τῶν τὴν πόλιν οἰκούντων ἐστὶ τάξις τις, όταν διαφοροποιηθεί η
τάξη των οικούντων διαφοροποιείται και η πολιτεία και ότι ὁ γὰρ πολίτης
οὐκ ἔστι πολίτης. Ο πολίτης δεν ορίζεται από την διαμονή του και μόνο σε
θα ήταν και οι μέτοικοι ή οι δούλοι, εφόσον είναι κάτοικοι μιας πόλης και
καὶ ἀρχῆς. Το βασικό κριτήριο ορισμού του πολίτη είναι το αν και το κατά
πόσο αυτός μετέχει ενεργά στην άσκηση της κρατικής εξουσίας και
ευδαιμονία με την άνευ ορίων ηδονή και την πλεονεξία και εφόσον η
ευδαιμονική αυτή συνθήκη είναι δυνατή, μόνο όταν η εξουσία του αδικείν,
του ηδονικώς πλεονεκτείν και άρα του ευδαιμονείν του ενός επιβάλλεται
και πιστεύω.
συνταγματικός νόμος που ορίζει και καθορίζει τον ίδιο τον άνθρωπο-
πολίτη αποτελεί την μόνη οδό ανάπτυξης και ολοκλήρωσής του. Εξάλλου
μέρους, πολίτη και πόλεως στην έκταση της μη ύπαρξης του πρώτου
του και αφαίρεση των πολιτικών δικαιωμάτων από τους απογόνους του
ευδαιμονικής τελείωσης της ανθρώπινης φύσης του εντός της πόλης παρά
με αμιγή θανατική τιμωρία. Εδώ ακριβώς εφάπτεται και η ρήση του Διός
παρ΄ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον
της δίκης που εκφράζουν τους κανόνες σύστασης της πόλεως προς την
επίτευξη του ζην, δηλαδή την αυτοσυντήρηση και την αυτάρκεια και
θεωρητικούς της θέσει και όχι φύσει πόλης ταυτίζεται με την πλεονεξία
άρα δεν έχει βιολογική και πολιτική θέση εντός αυτής. Ο παραβάτης των
όπου έχει το συνασπισμό των πολιτών απέναντί του, χωρίς κανένα δίκαιο
να τον προστατεύει.
ιδρυτική πράξη και βούληση ήταν μια απόφαση της πλειοψηφίας, με την
νόμους της ανθρώπινης φύσης ούτε για την αλήθεια των όντων εν γένει
έχει μία αληθοφανή άποψη για ένα θέμα δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει
και η αλήθεια της πολιτικής είναι μια εκ της πλειοψηφίας των ανθρώπων
συμφώνησαν να ενστερνιστούν τους κανόνες της αιδούς και της δίκης και
συμφωνία αποδοχής των όρων της αιδούς και της δίκης, ο ιδανικός
της λειτουργίας της θέσει πολιτικής κοινότητας και η διά της γνωστικής ή
αρχής, που επιτρέπουν εκτός από την κοινωνική καταξίωση την διά της
οἰκείων͵ ὅπως ἂν ἄριστα τὴν αὑτοῦ οἰκίαν διοικοῖ͵ καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως͵
ὅπως τὰ τῆς πόλεως δυνατώτατος ἂν εἴη καὶ πράττειν καὶ λέγειν302, δηλαδή
και της τρέχουσας ηθικής πάνω στο οποίο καλείται να δράσει και να
εντός του εκμαγείου του πολιτειακού νόμου ο πολίτης παίρνει την άριστη,
ιδανική μορφή, όσο πιο περισσότερο εθιστεί και εξασκηθεί ο πολίτης στις
πολιτικές διεργασίες τόσο περισσότερο βαίνει προς την αριστεία και προς
των θεσμών της και έχει προσαρμοστεί με δεξιότητα στους θεσμούς του
πολιτικής θεωρίας του και κατ’ επέκταση της ορθότητα της δημοκρατίας
πολιτείας.
συνέχιση του βίου του και την προοδευτική εξέλιξη του πολιτισμού τους.
αλλά διά της εμπειρίας και της έλλογης αντιληπτικής ικανότητάς τους.
στην έλλογη βούληση σχεδόν του συνόλου των πολιτών, τότε και η
μετέχουν στην αιδώ και τη δίκη της κοινότητας και σέβονται εκουσίως
Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων,
303
δημοκρατικό τρόπο.
νόρμες και στο νομικό πλαίσιο, δηλαδή στη σωρευμένη εμπειρία της
ανεπιθύμητης συμπεριφοράς304.
τίποτε δεν είναι αληθές ή αντικειμενικό, εκτός από την εμπειρία των
δράση. Αξία για τον άνθρωπο έχει ότι δημιουργεί ο ίδιος έχοντας τον
305 Πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 1281a.42-1281b.10: τοὺς γὰρ πολλούς͵ ὧν ἕκαστός ἐστιν οὐ σπουδαῖος
ἀνήρ͵ ὅμως ἐνδέχεται συνελθόντας εἶναι βελτίους ἐκείνων͵ οὐχ ὡς ἕκαστον ἀλλ΄ ὡς
σύμπαντας͵ οἷον τὰ συμφορητὰ δεῖπνα τῶν ἐκ μιᾶς δαπάνης χορηγηθέντων· πολλῶν γὰρ
ὄντων ἕκαστον μόριον ἔχειν ἀρετῆς καὶ φρονήσεως͵ καὶ γίνεσθαι συνελθόντων͵ ὥσπερ
ἕνα ἄνθρωπον τὸ πλῆθος͵ πολύποδα καὶ πολύχειρα καὶ πολλὰς ἔχοντ΄ αἰσθήσεις͵ οὕτω
καὶ περὶ τὰ ἤθη καὶ τὴν διάνοιαν. διὸ καὶ κρίνουσιν ἄμεινον οἱ πολλοὶ καὶ τὰ τῆς μουσικῆς
ἔργα καὶ τὰ τῶν ποιητῶν· ἄλλοι γὰρ ἄλλο τι μόριον͵ πάντα δὲ πάντες. Η αθροιστική
θεωρία του Αριστοτέλη στα Πολιτικά συμβαδίζει με την πρωταγόρεια δημοκρατική
οπτική της πολιτικής.
ἀρετήν, ως προς την εξάσκηση της πολιτικής τέχνης. Κι αυτό γιατί, εκτός
κάποιοι, οι οποίοι γνωρίζουν όλες τις πτυχές του ισχύοντος πολιτικού και
αρχής στο σύνολο ένεκα της άριστης προσαρμογής και γνώσης των
πολιτείας μέσω της επιβολής της δικής του ευβουλίας λόγῳ τε και έργῳ
ὀλιγαρχίᾳ πολλάκις οὐκ ἔστι πολίτης και άρα η έννοια του πολίτη
ταυτίζεται με το ηδύ και τείνει σταθερά προς την ιδιοτελή πλεονεξία και
ηδονή.
την ισχύ να δημιουργεί τον νόμο. Το νόμιμο άρα και τὸ δίκαιον οὐκ ἄλλο
συμφέρον της κυρίαρχης παράταξης, της παράταξης που έχει την ισχύ να
306 Πλάτ. Πολιτ. 338.c. Πρβλ. Chappell T.D.J., 1993, “The Virtues of Thrasymachus”, Phronesis
38: 1-17.
307 Πλάτ. Πολιτ. 338e-339a: τίθεται δέ γε τοὺς νόμους ἑκάστη ἡ ἀρχὴ πρὸς τὸ αὑτῇ
συμφέρον, δημοκρατία μὲν δημοκρατικούς, τυραννὶς δὲ τυραννικούς, καὶ αἱ ἄλλαι οὕτως·
συμφέρον του δημιουργού του, που δεν είναι άλλο από την όσο το δυνατό
του ανίσχυρου δια του άρχεσθαι αδικείσθαι παρά του ισχυρού δια του
ανθρώπινη ευδαιμονία.
θέμεναι δὲ ἀπέφηναν τοῦτο δίκαιον τοῖς ἀρχομένοις εἶναι, τὸ σφίσι συμφέρον, καὶ τὸν
τούτου ἐκβαίνοντα κολάζουσιν ὡς παρανομοῦντά τε καὶ ἀδικοῦντα. τοῦτ' οὖν ἐστιν, ὦ
βέλτιστε, ὃ λέγω ἐν ἁπάσαις ταῖς πόλεσιν ταὐτὸν εἶναι δίκαιον, τὸ τῆς καθεστηκυίας
ἀρχῆς συμφέρον· αὕτη δέ που κρατεῖ, ὥστε συμβαίνει τῷ ὀρθῶς λογιζομένῳ πανταχοῦ
εἶναι τὸ αὐτὸ δίκαιον, τὸ τοῦ κρείττονος συμφέρον. «Και βέβαια κάθε κυβερνητική αρχή
θεσπίζει τους νόμους αποβλέποντας στο συμφέρον της, η δημοκρατία θεσπίζει
δημοκρατικούς νόμους, η τυραννίδα τυραννικούς και τα άλλα πολιτεύματα με τον ίδιο
τρόπο ενεργούν· Αφού θεσπίσουν τις νομικές διατάξεις διακηρύσσουν ότι αυτό είναι το
δίκαιο για τους υπηκόους τους, το συμφέρον των κυβερνώντων, και όποιον το
παραβαίνει του επιβάλλουν ποινικές κυρώσεις, επειδή κατά την αντίληψή τους
παρανομεί και ενεργεί άδικα. Αυτό λοιπόν εννοώ, εξαίρετε φίλε μου, όταν λέω ότι η
εμπράγματη εφαρμογή του δικαίου είναι η ίδια σε όλα τα πολιτεύματα, δηλαδή το
συμφέρον της κατεστημένης εξουσίας· Αυτή είναι που επικρατεί, ώστε για όποιον
σκέφτεται σωστά η δικαιοσύνη είναι παντού η ίδια, το συμφέρον του ισχυροτέρου».
δεν λανθάνει κατά την εφαρμογή της τέχνης του στο υλικό που
Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων,
308
αυτό που συμφέρει την ίδια και υποστηρίζει με κάθε τρόπο το εγχείρημα
ιδιοτελούς πλεονεξίας της ίδιας έναντι του πολιτικού σώματος με τον ίδιο
τρόπο που ένας ποιμένας δεν ενδιαφέρεται, καθώς εξασκεί την τέχνη της
βάρος του ιδίου, αλλά ο ίδιος να αποκομίζει ιδιοτελή οφέλη από την νομή
των κοπαδιών του. Όπως οι αμνοί δεν είναι ισοδύναμοι και ισάξιοι με τον
έχοντας την ισχύ του αδικείν υπηρετεί το συμφέρον της άρχουσας ισχύος
που καθορίζεται από τους νόμους της πολιτείας που οι ίδιοι οι άρχοντες
σκοπίμως διαμορφώνουν.
είναι ένα είδος ευήθειας, πολιτικής κοροϊδίας των μελών του πολιτικού
Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων,
310
αρχή του επιβάλλει κάθε επιθυμία του ως δίκαιη προσταγή και οι πολίτες
312 Πλάτ. Πολιτ. 344b-344c. Πρβλ. Morrison D., “The Happiness of the City and the
Happiness of the Individual in Plato's Republic.” Ancient Philosophy 21 (2001), 1-24.
ποιεῖσθαι τοὺς ἱκανωτάτους διακωλύειν· εἰ δέ͵ ὅτι τριάκοντά ἐσμεν καὶ οὐχ
εἷς͵ ἧττόν τι οἴει ὥσπερ τυραννίδος ταύτης τῆς ἀρχῆς χρῆναι ἐπιμελεῖσθαι͵
εὐήθης εἶ313.
Η
άνωθεν ανάπτυξη του πολιτικού ανδρός υπό την ισχύ του
κατά την ανάλυση του «έννομου» πολιτικού ανδρός είναι πάντα παρόν
πολίτη. Ο νόμος αποτελεί τη βάση της κοινής συμφωνίας των πολιτών για
την επίτευξη του ζην μέσω της πολιτικής συνένωσης και συνεπώς τη μόνη
313 Ξεν. Ἑλλ. 2.3.16-2.3.17: «Όποιος θέλει να πλεονεκτεί (και άρα να ευδαιμονεί), δεν
επιτρέπεται να μη βγάζει από τη μέση εκείνους που είναι εξαιρετικά ικανοί να
εμποδίσουν την κυριαρχία του· κι αν έχεις την εντύπωση ότι, επειδή είμαστε τριάντα κι
όχι ένας, η εξουσία μας δεν χρειάζεται τόση επιμέλεια όσο και μια προσωπική τυραννία,
είσαι αφελής».
του πολιτικού νόμου που επικυρώνεται μέσω της πλειοψηφικής διά της
κανονιστική λογική και ισχύ του, διότι ακριβώς χάρη στον πολιτικό νόμο
τοί γε ἀνέξοιστον καὶ ἀνερμήνευτον τῶι πέλας315, δηλαδή α) ότι τίποτε δεν
Όλα ανήκουν στο μη ον, δεν υπάρχουν, είναι είδωλα χωρίς ουσία.
Αυτό που απομένει από την σφοδρή λαίλαπα του ακραίου μηδενισμού
αλήθεια. Αυτό που επιβιώνει και κυριαρχεί εντός του ρευστού μη δυνατού
να οριστεί γίγνεσθαι είναι η πίστις ἄνευ τοῦ εἰδέναι316 και όχι η αληθής
γνώσις μετά τοῦ εἰδέναι. Η πίστη, η δημιουργία μιας γνώμης που πείθει
για την αληθοφάνειά της είναι έργο της ρητορικής πειθούς. Στον κόσμο
δημιουργεί μη ον, όντα που φαίνονται αλλά δεν υπάρχουν πείθοντας και
αποτελεί τη βάση της ανήθικης πολιτικής, στο βαθμό που κάθε στερεό
της πολιτικής θεώρησης και σκέψης, στο βαθμό που το πολιτικό πεδίο
της πειθούς ή της βίας να καθορίσει εμπειρικά και άρα εκ των πραγμάτων
την μορφή και την πορεία του βίου του. Εφόσον τίποτα δεν είναι ον,
τίποτα δεν είναι αληθινό, αυτό που έχει αξία είναι η δημιουργία
άλλου είδους ηδονή είναι η μοναδική συνθήκη ευδαιμονίας για την οποία
σημαίνει ότι ο πολιτικός άνδρας έχει την ισχύ να διαχειριστεί την αρχή
του και όσο πιο πολύ κατορθώσει να επιβάλλει μια τέτοια ανισότητα, μια
συντριπτικά στην απόλαυση του ηδέος και αδικώντας τους κατά βούληση,
ευδαιμονία του.
318Πρβλ. Andrewes, H Τυραννία στην Αρχαία Ελλάδα, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982, σελ. 27-
41.
επικράτηση της γνώμης της πλειοψηφίας για κάθε ζήτημα που ανακύπτει
είτε αυτή η γνώμη είναι ορθή είτε λανθασμένη, αναβιβάζουν τον πολιτικό
319 Πλάτ. Γοργ. 452d: ΓΟΡ. Ὅπερ ἐστίν͵ ὦ Σώκρατες͵ τῇ ἀληθείᾳ μέγιστον ἀγαθὸν καὶ
αἴτιον ἅμα μὲν ἐλευθερίας αὐτοῖς τοῖς ἀνθρώποις͵ ἅμα δὲ τοῦ ἄλλων ἄρχειν ἐν τῇ αὑτοῦ
πόλει ἑκάστῳ.
320 Πλάτ. Γοργ. 452e: ΓΟΡ. Τὸ πείθειν ἔγωγ΄ οἷόν τ΄ εἶναι τοῖς λόγοις καὶ ἐν δικαστηρίῳ
δικαστὰς καὶ ἐν βουλευτηρίῳ βουλευτὰς καὶ ἐν ἐκκλησίᾳ ἐκκλησιαστὰς καὶ ἐν ἄλλῳ
συλλόγῳ παντί͵ ὅστις ἂν πολιτικὸς σύλλογος γίγνηται. καίτοι ἐν ταύτῃ τῇ δυνάμει δοῦλον
μὲν ἕξεις τὸν ἰατρόν͵ δοῦλον δὲ τὸν παιδοτρίβην· ὁ δὲ χρηματιστὴς οὗτος ἄλλῳ
ἀναφανήσεται χρηματιζόμενος καὶ οὐχ αὑτῷ͵ ἀλλὰ σοὶ τῷ δυναμένῳ λέγειν καὶ πείθειν τὰ
πλήθη. «Η ικανότητα, κατά τη γνώμη μου, να πείθει κανείς με λόγους και στο δικαστήριο
τους δικαστές, και στο βουλευτήριο τους βουλευτές και στην εκκλησία του δήμου τους
πολίτες και σε κάθε άλλη δημόσια συνέλευση, σ’ οποιαδήποτε πολιτική συνάθροιση
(συγκέντρωση) και αν πραγματοποιείται. Και βεβαίως με αυτή τη δύναμη θα έχεις
υποχείριό σου τον γιατρό, μα και τον γυμναστή. Όσο για τον οικονομολόγο (χρηματιστή)
θ’ αποδειχθεί, ότι αποκομίζει κέρδος όχι για προσωπική του ωφέλεια αλλά για σένα που
έχεις την ικανότητα να αγορεύεις και να πείθεις τα πλήθη».
του ειδικού παρά την αλήθεια της παντελώς άχρηστη σ’ ένα περιβάλλον
γοητευτικό φαίνεσθαι.
γεννά την αβάσιμη πίστη και όχι μια εμπεριστατωμένη διδασκαλία για τη
η μέγιστη των τεχνών, βρίσκεται στην υψίστη θέση αρχής ελέγχοντας και
321 Πλάτ. Γοργ. 454e. Πρβλ. Verdenius W. J. (1981), “Gorgias Doctrine of Deception’’, in Kerferd
G. B. (ed) The Sophistic Movement, Cambridge, 116-27.
η δύναμη αυτή είναι απόλυτα επικίνδυνη για τους θεσμούς και τους
υπέρ του νόμου, άρχει των νομικών διατάξεων ελέγχοντας πλήρως και
συνιστά την υπέρτατη ισχύ εντός της πολιτείας αλλά και τη μέγιστη
ρητορικής Γοργίας, και κάθε ανά τους καιρούς και τόπους Γοργίας, δεν
φέρει καμιά ευθύνη για την ελκυστική πλην όμως επιβλαβή για τους
αλλά δεινή πάλη, έτσι και ο ρήτορας δεν ευθύνεται για την διδασκαλία
κάθε σταθερό κανόνα-νόμο ή κριτήριο της αλήθειας, στο βαθμό που η ίδια
δικαιοσύνης είναι αυτός που ενεργεί δίκαια και όχι άδικα. Αν κάποιος
γνωρίζοντας εμπειρικά τους κανόνες και τα ήθη δικαίου αλλά και την
προβάλει μια εικόνα δικαίου, ένα κίβδηλο ομοίωμα δικαιοσύνης ενώ στην
αδράξει αποδοχή και επιτυχία απ’ αυτό, έτσι και δεινός ο πολιτικός ρήτωρ
προσαρμόζεται στις απαιτήσεις, στα πάθη και στο μορφωτικό επίπεδο του
επίφαση δικαίου και άρα ορθού στον εκφωνούμενο λόγο του. Η ρητορική
και εξουσιάζει δια της πειθούς τα πλήθη και τους δημιουργεί αισθήματα
ηδονής αλλά σε καμία περίπτωση δεν μεριμνά για την ηθική τους
323 Πλάτ. Γοργ. 502c-d: ΣΩ. Δημηγορία ἄρα τίς ἐστιν ἡ ποιητική. ΚΑΛ. Φαίνεται. ΣΩ.
Οὐκοῦν ῥητορικὴ δημηγορία ἂν εἴη· ἢ οὐ ῥητορεύειν δοκοῦσί σοι οἱ ποιηταὶ ἐν τοῖς
θεάτροις; ΚΑΛ. Ἔμοιγε. ΣΩ. Νῦν ἄρα ἡμεῖς ηὑρήκαμεν ῥητορικήν τινα πρὸς δῆμον τοιοῦτον
οἷον παίδων τε ὁμοῦ καὶ γυναικῶν καὶ ἀνδρῶν͵ καὶ δούλων καὶ ἐλευθέρων͵ ἣν οὐ πάνυ
ἀγάμεθα· κολακικὴν γὰρ αὐτήν φαμεν εἶναι. «Σω.: Η ποίηση επομένως αποτελεί κάποιο
είδος δημηγορίας.
Καλ.: Έτσι φαίνεται.
Σω.: Συνεκδοχικά η δημηγορία αποτελεί ένα είδος ρητορικής· ή μήπως νομίζεις ότι οι
ανθρώπου-πολίτη.
ανάμεσα στον πολιτικό ρήτορα και στον τύραννο, αν και οι δυο αυτοί
καταβολές της πολιτικής ρητορικής και της τυραννίας μεριμνούν για την
διεργασίες και την επιβολή του δικού του ιδιοτελούς δικαίου στους
με κοινό στόχο και στις δύο περιπτώσεις την πραγμάτωση του τυραννικού
πλεονεξία του σε βάρος όλων των πολιτών της Μακεδονίας και την
αρχής χωρίς να υποπέσει στην δικαιοδοσία του θετού νόμου και απέβη εν
νόμου και των πολιτών, δηλαδή ολόκληρης της πολιτικής ένωσης, προς
μόνο που οι συμπολίτες του αποκοιμισμένοι από την ισχύ του θετού
δυνατή συνθήκη εξασφάλισης της ύπαρξης της πόλης και επί αυτής της
πολιτικής ένωσης με τον φορέα της τυραννικής αρχής από την πλευρά
ατομικής ευδαιμονίας-πλεονεξίας329.
που έχει πραγματική αξία είναι η απάτη, η εξαπάτηση του θετού νόμου, η
συνθήκη κατά την οποία ο εμφορούμενος από την ιδέα της προς
329 Πλάτ. Πολιτ. 566e: πρῶτον μὲν πολέμους τινὰς ἀεὶ κινεῖ͵ ἵν΄ ἐν χρείᾳ ἡγεμόνος ὁ δῆμος ᾖ.
πολίτη.
δικαιοδοσία του ενός. Η επικύρωση της αρχής του τυράννου γίνεται όπως
σώμα η γὰρ ἄγαν ἐλευθερία ἔοικεν οὐκ εἰς ἄλλο τι ἢ εἰς ἄγαν δουλείαν
νόμων ελέγχει με την αναγκαιότητα της βίας πλέον, όσα του χάρισε
Όμηρος κατά κύριο λόγο διαμόρφωσε ηθικά και πολιτικά τους Έλληνες
και όχι ένας επιστήμων σοφός ή πολιτικός νομοθέτης. Η ποίηση είναι μια
γεννήτωρ της τέρψης ποιητής Όμηρος είναι σοφός και θα πείθονταν στις
ποιητικές γνωμοδοτήσεις και υποδείξεις του περί του βίου, ελάχιστοι όμως
ἔφη͵ ἐγὼ (ο Σιμωνίδης) καὶ ἰδιώτην γεγενημένον καὶ νῦν τύραννον ὄντα·
ευδαιμονία και η δυστυχία ανάγονται ηδονή και οδύνη αντίστοιχα και πιο
συγκεκριμένα σε ηδονή και οδύνη της ψυχής, του σώματος και σε ηδονή
και οδύνη που είναι κοινές για το σώμα και την ψυχή. Η διαφορά του
τυραννικού από τον ιδιωτικό βίο δεν ότι ο τύραννος ευχαριστιέται κάποια
337
Strauss L., Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση, Αθήνα 1995, σελ. 62-63.
338 Ξεν. Ἱέρ. 1, 2-3. Πρβλ. Strauss L., Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση,
Αθήνα 1995, σελ. 99.
ποσότητα της ηδονής δίνει την ευδαιμονία και όχι η απλή συμμετοχή σε
δέλεαρ για κάθε ικανό νέο της εποχής, οι ικανοί νέοι επιθυμούν την
ηδονή, πλεονεξία και εξουσία εμπίπτει στη φιλοδοξία κάθε ικανού νεανία
ἀδικεῖ δὲ καὶ τοὺς νέους διαφθείρων (Ξεν. Ἀπομν. 1.1.16), εμπεριέχει την
την μια και τις θεωρητικές καταβολές αυτής της τυραννικής διδαχής από
τιμωρείται από το νόμο αλλά και την αποφυγή της χείριστης συνθήκης
τύραννος δεν είχε στα χέρια του την πολιτική αρχή, η πολιτική εξουσία
είναι αυτή που διανοίγει την οδό της ηδονικής και πλεονεκτικής340
339 Ξεν. Ἱέρ. 1, 8. Πρβλ. Ψυχοπαίδης Κ., Ο φιλόσοφος, ο πολιτικός και ο τύραννος-Για την
πολιτική σκέψη του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, Πόλις, Αθήνα 1999, σελ. 67.
340 Ξεν. Ἱέρ 1, 14: τοῖς θεάμασι μειονεκτεῖτε͵ διά γέ τοι τῆς ἀκοῆς πλεονεκτεῖτε. Το
αντιθετικό ζεύγος μειονεκτεῖτε - πλεονεκτεῖτε δεικνύει την σημασία της ηδονικής
απόλαυσης μετά της πλεονεξίας στην πραγμάτωση της ανθρώπινης ευδαιμονίας. Ο
συμφωνία συμβίωσης και έχει κηρύξει τον πόλεμο εναντίον όλων των
συμπολιτών του, ένας πόλεμος που φέρει μονόπλευρη προς τον τύραννο
ανάγκης, διότι δεν έχουν καμία θέση στην πρότερη έννομη τάξη, ίσως
πολιτών, έχει πάντα στο μυαλό του ότι σ’ αυτό τον διαρκή πόλεμο, που ο
του τυράννου, που μισείται για τις ανομίες, που έχει διαπράξει, αλλά
344 Ξεν. Ἱέρ. 2, 11-12: ἔπειτα τοῖς μὲν ἰδιώταις καὶ διὰ σπονδῶν καὶ δι΄ εἰρήνης γίγνεται
πολέμου ἀνάπαυσις͵ τοῖς δὲ τυράννοις οὔτε εἰρήνη ποτὲ πρὸς τοὺς τυραννευομένους
γίγνεται οὔτε σπονδαῖς ἄν ποτε πιστεύσας ὁ τύραννος θαρρήσειε.
345 Ξεν. Ἱέρ. 2, 8.
αρχής, ο οποίος ούτε στο ίδιο του το σπίτι μπορεί να αισθάνεται ασφαλής,
αυτό που εγκλωβίζει τον τύραννο στον συνεχή πολιτικό πόλεμο και στην
τύραννος οἶδεν ὅτι οὐκ αὔξει ὅλην τὴν πόλιν͵ ἐπίσταταί τε ὅτι μειόνων
ἀποκτείναντα τὸν τύραννον͵ καὶ ἀντί γε τοῦ εἴργειν ἐκ τῶν ἱερῶν͵ ὥσπερ
τοὺς τῶν ἰδιωτῶν φονέας͵ ἀντὶ τούτου καὶ εἰκόνας ἐν τοῖς ἱεροῖς ἱστᾶσιν αἱ
εξυψώνει και τους τιμά ως ήρωες. Ο πόλεμος του τυράννου εναντίον όλων
τους σε μία πολιτική αρχή που με τη σειρά της πρέπει να εγγυάται τους
την πολιτική συμφωνία όχι από τη δική του πλευρά αλλά από την πλευρά
να εξαλείψει ολοκληρωτικά την πόλη, διότι τίνων γὰρ ἔτι ἄρξει; Η αρχή
ακούσια συναίνεσή του και μαζί μ‘ αυτή τον βασικό όρο ύπαρξης της
τοῦτο σὺ ἔγνωκας͵ οὐκ ἀπαλλάττῃ οὕτω μεγάλου κακοῦ͵ ἀλλ΄ οὔτε σὺ οὔτε
ἄλλος μὲν δὴ οὐδεὶς πώποτε ἑκὼν εἶναι τυραννίδος ἀφεῖτο͵ ὅσπερ [ἂν]
τυραννίς· οὐδὲ γὰρ ἀπαλλαγῆναι δυνατὸν αὐτῆς ἐστι. πῶς γὰρ ἄν τίς
τυράννῳ ἔγωγε εὑρίσκω μάλιστα τοῦτο λυσιτελοῦν ποιῆσαι. μόνῳ γὰρ αὐτῷ
με τον τερματισμό της ζωής του ιδίου του τυράννου. Το μόνο που δύναται
δηλαδή να θέσει τέρμα στην δική του κατά τα άλλα ευτυχισμένη ύπαρξη.
351 Ξεν. Ἱέρ. 7, 11-13: «Και πώς, είπε, Ιέρωνα, δεν απαλλάσσεσαι από τόσο μεγάλο κακό,
αν η τυραννική εξουσία είναι τόσο επικίνδυνη και αν εσύ βεβαίως το έχεις διαπιστώσει,
αλλά ούτε εσύ ούτε κανείς άλλος ως τώρα δεν εγκατέλειψε εκούσια την τυραννική
εξουσία από τη στιγμή που κατόρθωσε να την κατακτήσει; Διότι, Σιμωνίδη, είπε, και
όσον αφορά την εγκατάλειψη της εξουσίας η τυραννία είναι κάτι εξαιρετικά άθλιο· Δεν
είναι δηλαδή δυνατό ούτε το να απαλλαγεί κάποιος από αυτή. Διότι ποιος τύραννος θα
μπορούσε ποτέ να προσφέρει επαρκή ικανοποίηση ή επιστρέφοντας χρήματα σ’ εκείνους
από τους οποίους τα άρπαξε ή ανταποδίδοντας με δική του φυλάκιση για όσους
φυλάκισε ή πώς θα είχε τη δυνατότητα να προσφέρει ικανοποιητικό αριθμό ψυχών-
ζωών, για να θανατωθούν, ως αντιστάθμισμα για τις ψυχές-ζωές που θανάτωσε; Αλλά
Σιμωνίδη, αν σε οποιονδήποτε άλλον συμφέρει ν’ αυτοκτονήσει με απαγχονισμό,
γνώριζε καλά, είπε, ότι εγώ βέβαια καταλήγω στο συμπέρασμα ότι αυτό (δηλ. το
κρέμασμα) κυρίως συμφέρει σ’ έναν τύραννο να το κάνει. Διότι μόνο στον τύραννο δεν
συμφέρει ούτε να έχει δεινά ούτε να απαλλαγεί από τα δεινά».
352 Ξεν. Ἱέρ. 7, 2.
(την αγάπη για τις τιμές), διαχωρίζει τον φιλόδοξο ενεργητικό άνθρωπο
είναι ανάλογης μορφής και υφής. Ο τύραννος αμαρτάνει όσον αφορά την
κάτι που εγείρει τον απόλυτο φθόνο και τον απόλυτο θαυμασμό του
του καθενός πολίτη που κατ’ επίφαση και κατ’ ανάγκη ασπάζεται το
ηδέος και την εγκαθίδρυση στις στάχτες του μέχρι πρότινος θετού-
σώματος, δεν προσφέρει εκφάνσεις του ηδέος και ελπίδες στο κοινό του,
κατέστη τύραννος, από έναν γητευτή των πολλών και δαμαστή του
αποσυνδέει την έννοια της υπεροχής και της πλεονεξίας από την έννοια
ευδαιμονία.
ότι δεν είναι ανίκητος, εφόσον δύναται να νικηθεί από άλλους πολίτες
στην διεκδίκηση της φιλοτιμίας. Η άμιλλα των τιμών και των ευεργεσιών
απαιτεί την θυσία κάθε ηδονής και οικονομικής προφοράς από τον
που υπό άλλες συνθήκες αποτελεί τον φόβο και τον τρόμο των πολιτών
από την εγκληματικότητα και τις εξωτερικές απειλές και δημιουργεί ένα
ίδια κήρυξε στο πολιτικό σώμα με τη βίαιη απόσπαση της αρχής, πρέπει
την έλλειψη ενός κοινού νόμου που εμφορείται από τη συναίνεση του
συνόλου των πολιτών και β) μέσω της παραίτησης του τυράννου από την
ηδονές και τις τιμές με το πολιτικό σύνολο και εκπίπτει στο επίπεδο του
απόλυτη ελευθερία που τον ανάγει στην κορυφή της ευδαιμονίας, δηλαδή
γὰρ οὐ φθονηθήσῃ358.
358 Ξεν. Ἱέρ. 11, 15. Πρβλ. Strauss L., Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση,
Αθήνα 1995, σελ. 53.
φύσης: Ιπποκράτης
Ό
λη η προεξετασθείσα θεώρηση εδράζεται στην κυριαρχία του
359 Πλάτ. Γοργ. 484b, Πίνδ. Ἀπ. 169a.1-169a.8 (TLG), Πάπ. Οξυρ. 26. 2450, Πρβλ. Ἀριστείδ.
52. 14(TLG), 3. 408. 19 Dindorf:
«Νόμος ο βασιλιάς όλων
θνητών και αθανάτων
εξουσιάζει δικαιώνοντας την υπέρτατη βία
με το πανίσχυρο χέρι του
Αυτό το τεκμηριώνω
από τα έργα του Ηρακλή
όταν οδήγησε τα βόδια του Γηρυόνη
μπροστά στο κυκλώπειο ανάκτορο του Ευρυσθέα,
που τα απαίτησε (ο Ηρακλής τα βόδια από το Γηρυόνη) χωρίς να τα πληρώσει και χωρίς
να υποστεί κάποια τιμωρία για την έκνομη ενέργεια».
στο βαθμό που υπάρχει η δυνατότητα δια της πειθούς και της βίας
ἐναντία κακῶν (...) ἡ γὰρ αὐτὴ πολιτεία καὶ τότε ἦν καὶ νῦν, ἀριστοκρατία
καλύτερα (...) ένας είναι ο όρος, αυτός που έδωσε την εντύπωση σοφού ή
μια σταθερή αναλλοίωτη φύση που είναι η ίδια πέρα από τις ανά τους
361Πρβλ. Λέγκας Αθ., Επικαιρότητα του Ιπποκράτη, Υλισμός και Διαλεκτική στη
Φιλοσοφία του, Γκοβοστή, 2009, σελ. 82-106.
έχει κάθε δικαίωμα να επέμβει διά της βίας με ή χωρίς τη συναίνεση του
362 Πλάτ. Γοργ. 459b: ΣΩ. Ὁ δὲ μὴ ἰατρός γε δήπου ἀνεπιστήμων ὧν ὁ ἰατρὸς ἐπιστήμων.
363 Πλάτ. Πολιτικ. 293a-c: τοὺς ἰατροὺς δὲ οὐχ ἥκιστα νενομίκαμεν͵ ἐάντε ἑκόντας ἐάντε
ἄκοντας ἡμᾶς ἰῶνται͵ τέμνοντες ἢ κάοντες ἤ τινα ἄλλην ἀλγηδόνα προσάπτοντες͵ καὶ
ἐὰν κατὰ γράμματα ἢ χωρὶς γραμμάτων͵ καὶ ἐὰν πένητες ὄντες ἢ πλούσιοι͵ πάντως οὐδὲν
ἧττον ἰατρούς φαμεν͵ ἕωσπερ ἂν ἐπιστατοῦντες τέχνῃ͵ καθαίροντες εἴτε ἄλλως
την οδό της σταθερής μη αναιρέσιμης επιστήμης του ανθρώπου βάσει της
της βρώσης ή ακόμη και της σκέψης. Η παραβίαση προς την κατεύθυνση
ἰσχναίνοντες εἴτε καὶ αὐξάνοντες͵ ἂν μόνον ἐπ΄ ἀγαθῷ τῷ τῶν σωμάτων͵ βελτίω
ποιοῦντες ἐκ χειρόνων͵ σῴζωσιν οἱ θεραπεύοντες ἕκαστοι τὰ θεραπευόμενα· ταύτῃ
θήσομεν͵ ὡς οἶμαι͵ καὶ οὐκ ἄλλῃ͵ τοῦτον ὅρον ὀρθὸν εἶναι μόνον ἰατρικῆς καὶ ἄλλης
ἡστινοσοῦν ἀρχῆς. «Και για τους γιατρούς έχουμε όχι λιγότερο την ίδια γνώμη, είτε μας
θεραπεύουν με τη θέλησή μας είτε χωρίς αυτή κάνοντάς μας τομές ή καυτηριασμούς ή
προκαλώντας μας πόνο με κάποιον άλλο τρόπο, είτε το κάνουν σύμφωνα με γραπτούς
είτε με άγραφους κανόνες και είτε είναι φτωχοί είτε πλούσιοι, τους λέμε όχι λιγότερο
οπωσδήποτε γιατρούς, όσο επιστατούν με την τέχνη τους δίνοντάς μας καθάρσιο είτε
αδυνατίζοντάς μας αλλιώς είτε μεγαλώνοντας το βάρος μας, αν το κάνουν μόνο για το
καλό των σωμάτων μας κάνοντάς τα υγιέστερα από ασθενικά που ήταν, αν οι γιατροί
που μας φροντίζουν σώζουν ο καθένας όποιον θεραπεύουν· έτσι, καθώς νομίζω, και όχι
με άλλο τρόπο θα ορίσουμε ότι αυτός είναι ο μόνος ορθός ορισμός της ιατρικής και
οποιαδήποτε άλλης εξουσίας» (μτφρ. Θ. Μαυρόπουλος).
Το μέτρο της ορθότητας της ανθρώπινης φύσης που συνάδει με την υγεία
άριστα φυσικά όρια ο κάθε άνθρωπος και κατά πόσο υπερέχει φύσει των
θεμελίωσης364.
364
Πρβλ. Λέγκας Αθ., Επικαιρότητα του Ιπποκράτη, Υλισμός και Διαλεκτική στη
Φιλοσοφία του, Γκοβοστή, 2009, σελ. 107-109.
των εποχών του έτους, ακόμη και οι θέσεις των αστερισμών επηρεάζουν
καταλυτικά την δημιουργία και την εμφάνιση των νόσων πράγμα που
ανθρώπινου βίου365.
τον άνθρωπο όσον αφορά την εμφάνιση και το είδος των νόσων, με τον
365 Ἱππ. Ἀέρ. 1. Πρβλ. Λέγκας Αθ., Επικαιρότητα του Ιπποκράτη, Υλισμός και Διαλεκτική
στη Φιλοσοφία του, Γκοβοστή, 2009, σελ. 109-126. Πρβλ. Ιπποκράτης,Άπαντα, μτφρ. Γ.Κ.
Πουρναρόπουλος, Πάπυρος, Αθήναι 1938-39, σελ. 62-65.
Δηλαδή, όπου οι εποχές του έτους διαδέχονται η μία την άλλη χωρίς
μεταξύ των κατοίκων της Ευρώπης και της Ασίας όχι μόνο λόγω της
366 Ἱππ. Ἀέρ. 2. 12-15: Οὕτως ἄν τις ἐρευνώμενος καὶ προγιγνώσκων τοὺς καιροὺς͵ μάλιστ΄
ἂν εἰδείη περὶ ἑκάστου͵ καὶ τὰ πλεῖστα τυγχάνοι τῆς ὑγιείης͵ καὶ κατ΄ ὀρθὸν φέροιτο οὐκ
ἐλάχιστα ἐν τῇ τέχνῃ. «Έτσι, αν κάποιος διερευνά και προγιγνώσκει την καίρια στιγμή
επέμβασης σε σχέση με τις περιβαλλοντικές συνθήκες, θα έχει ακριβή επίγνωση κάθε
επιμέρους ιατρικού ζητήματος και θα επιτυγχάνει σε μέγιστο βαθμό στην επαναφορά
της υγείας και υπό τις επιταγές της ορθότητας θα ασκεί ουσιωδώς την ιατρική τέχνη».
367 Ἱππ. Ἀέρ. 12. 10. Πρβλ. Ιπποκράτης,Άπαντα, μτφρ. Γ.Κ. Πουρναρόπουλος, Πάπυρος,
Αθήναι 1938-39, σελ. 62-65.
κάτοικοι της Ασίας είναι παθητικοί στην άσκηση της κριτικής ικανότητας
καθορίζουν την πολιτειακή μορφή της Ευρώπης που τείνει προς την
368 Ἱππ. Ἀέρ. 12. 29-33: Τὸ δὲ ἀνδρεῖον καὶ τὸ ταλαίπωρον καὶ τὸ ἔμπονον καὶ τὸ θυμοειδὲς
οὐκ ἂν δύναιτο ἐν τοιαύτῃ φύσει ἐγγίγνεσθαι οὔτε ὁμοφύλου οὔτε ἀλλοφύλου͵ ἀλλὰ τὴν
ἡδονὴν ἀνάγκη κρατέειν. Περὶ μὲν οὖν Αἰγυπτίων καὶ Λιβύων οὕτως ἔχειν μοι δοκέει.
369 Ἱππ. Ἀέρ. 16. 10-13.
370 Ἱππ. Ἀέρ. 16. 8: Αἱ γὰρ μεταβολαί εἰσι τῶν πάντων͵ αἵ τε ἐγείρουσαι τὴν γνώμην τῶν
ἀνθρώπων͵ καὶ οὐκ ἐῶσαι ἀτρεμίζειν. Πρβλ. Λέγκας Αθ., Επικαιρότητα του Ιπποκράτη,
Υλισμός και Διαλεκτική στη Φιλοσοφία του, Γκοβοστή, 2009, σελ. 133-137.
μόνο η φύση την ηθικοπολιτική δράση και έξη, αλλά και οι μακροχρόνιες
στην αυτονομία και την αυτενέργεια τόσο στον ιδιωτικό όσο και στον
Σκυθών και το σχήμα της κεφαλής του έθνους των Μακροκεφάλων. Και
στις δύο περιπτώσεις, όπως δεικνύει η ιατρική έρευνα, οὕτω τὴν ἀρχὴν ὁ
εθιμικός νόμος της συνεχούς ιππασίας στην περίπτωση των Σκυθών και
της επέμβασης των μαιών στο κρανίο του νεογέννητου στην περίπτωση
σελ. 62-65.
372 Ἱππ. Ἀέρ. 16. 22: ὥστε͵ καὶ εἴ τις φύσει πέφυκεν ἀνδρεῖος καὶ εὔψυχος͵ ἀποτρέπεσθαι
τὴν γνώμην ἀπὸ τῶν νόμων. Πρβλ. 23. 22: Διὰ τοῦτό εἰσι μαχιμώτεροι οἱ τὴν Εὐρώπην
οἰκέοντες͵ καὶ διὰ τοὺς νόμους͵ ὅτι οὐ βασιλεύονται ὥσπερ οἱ Ἀσιηνοί· ὅκου γὰρ
βασιλεύονται͵ ἐκεῖ ἀνάγκη δειλοτάτους εἶναι· και 23. 29: οὕτως οἱ νόμοι οὐχ ἥκιστα τὴν
εὐψυχίην ἐργάζονται.
373 Ἱππ. Ἀέρ. 14. 1-14: Καὶ ὁκόσα μὲν ὀλίγον διαφέρει τῶν ἐθνέων παραλείψω· ὁκόσα δὲ
μεγάλα ἢ φύσει ἢ νόμῳ͵ ἐρέω περὶ αὐτέων ὡς ἔχει. Καὶ πρῶτον περὶ τῶν Μακροκεφάλων.
Τουτέων γὰρ οὐκ ἔστιν ἄλλο ἔθνος ὁμοίως τὰς κεφαλὰς ἔχον οὐδέν. Τὴν μὲν γὰρ ἀρχὴν ὁ
νόμος αἰτιώτα τος ἐγένετο τοῦ μήκεος τῆς κεφαλῆς͵ νῦν δὲ καὶ ἡ φύσις ξυμβάλλεται τῷ
νόμῳ· τοὺς γὰρ μακροτάτην ἔχοντας τὴν κεφαλὴν γενναιοτάτους ἡγέονται. Ἔχει δὲ περὶ
νόμου ὧδε· τὸ παιδίον ὁκόταν γένηται τάχι στα͵ τὴν κεφαλὴν αὐτέου ἔτι ἁπαλὴν ἐοῦσαν͵
μαλακοῦ ἐόντος͵ ἀναπλήσσουσι τῇσι χερσὶ͵ καὶ ἀναγκάζουσιν ἐς τὸ μῆκος αὔξεσθαι͵ δεσμά
τε προσφέροντες καὶ τεχνήματα ἐπιτήδεια͵ ὑφ΄ ὧν τὸ μὲν σφαιροειδὲς τῆς κεφαλῆς
κακοῦται͵ τὸ δὲ μῆκος αὔξεται. Οὕτω τὴν ἀρχὴν ὁ νόμος κατειργάσατο͵ ὥστε ὑπὸ βίης
τοιαύτην τὴν φύσιν γενέσθαι· τοῦ δὲ χρόνου προϊόντος͵ ἐν φύσει ἐγένετο͵ ὥστε τὸν
νόμον μηκέτι ἀναγκάζειν. Πρβλ. περί των Σκυθών Ἱππ. Ἀέρ. 20, 21, 22.
εθιμικές έξεις των εν λόγω ανθρώπινων ομάδων. Φύση και νόμος τελούν
υπό απόλυτη συνάφεια και αλληλεπίδραση και έργο της επιστήμης είναι
την ορθή ευταξία και το ορθό μέτρο του οργανισμού και δημιουργούν τη
ανθρώπινη φύση και την βλάπτουν ανεπιφύλακτα. Αυτή είναι η ουσία και
παραίνεση προς τους χρήστες της επιστήμης αυτής είναι ότι, αν ο ιατρός
374 Ἱππ. Ἀέρ. 24.48-50: Αἱ μὲν ἐναντιώταται φύσιές τε καὶ ἰδέαι (εμφανή ειδολογικά και
ηθικά ανθρώπινα χαρακτηριστικά) ἔχουσιν οὕτως· ἀπὸ δὲ τουτέων τεκμαιρόμενος τὸ
λοιπὰ ἐνθυμέεσθαι͵ καὶ οὐχ ἁμαρτήσῃ. Πρβλ. Ἱππ. Διαιτ i-iv. 11.12: νόμον γὰρ ἔθεσαν
ἄνθρωποι αὐτοὶ ἑωυτοῖσιν͵ οὐ γινώσκοντες περὶ ὧν ἔθεσαν· φύσιν δὲ πάντων θεοὶ
διεκόσμησαν· ἃ μὲν οὖν ἄνθρωποι ἔθεσαν͵ οὐδέκοτε κατὰ τωὐτὸ ἔχει οὔτε ὀρθῶς οὔτε μὴ
ὀρθῶς· ὁκόσα δὲ θεοὶ ἔθεσαν͵ αἰεὶ ὀρθῶς ἔχει· καὶ τὰ ὀρθὰ καὶ τὰ μὴ ὀρθὰ τοσοῦτον
διαφέρει. «Το νόμο τον θέσπισαν οι ίδιοι οι άνθρωποι για τους εαυτούς τους, χωρίς να
γνωρίζουν κάποιο σταθερό κριτήριο της αλήθειας σύμφωνα με το οποίο θέσπισαν τη
νομοθεσία. Ενώ η φυσική ιδιοσυστασία όλων των όντων έχει καθοριστεί εύτακτα από
τους θεούς. Αυτά που θέσπισαν οι άνθρωποι ποτέ δεν είναι σταθερά ούτε μπορεί να
ειπωθεί ότι είναι ορθά ούτε μη ορθά. Αντίθετα όσα θέσπισαν οι θεοί διέπονται αέναα
υπό τις επιταγές της φυσικής ορθότητας. Αυτή είναι η έκταση της διαφοράς μεταξύ
ορθού και μη ορθού (δηλαδή η υπακοή στους νόμους της ιδιαίτερης φύσης κάθε όντος)».
Πρβλ. Λέγκας Αθ., Επικαιρότητα του Ιπποκράτη, Υλισμός και Διαλεκτική στη Φιλοσοφία
του, Γκοβοστή, 2009, σελ. 127-132.
375 Διόδ. 9. 26: «Επειδή κατά τους χρόνους εκείνους οι πεπαιδευμένοι επιδίδονταν με ζήλο
στη βραχυλογία, ο Κροίσος, αφού επέδειξε στους άνδρες αυτούς την ευδαιμονία της
βασιλικής εξουσίας του και το πλήθος των εθνών που είχε υποτάξει, ρώτησε τον
Ανάχαρση, ο οποίος ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία από τους σοφούς, ποιο από τα όντα
νομίζει ότι είναι υπέρτατα ανδρείο. Εκείνος απάντησε ότι περισσότερο ανδρεία όλων
είναι τα πιο άγρια θηρία· διότι μόνο αυτά πρόθυμα σκοτώνονται για την ελευθερία τους.
Ο Κροίσος από την πλευρά του, επειδή νόμισε ότι ο Ανάχαρσης σφάλει στην εκτίμησή
του και ότι σε μια δεύτερη ερώτηση θα πάρει απάντηση που θα τον ευχαριστήσει, τον
ξαναρώτησε ποιο από τα όντα κρίνει ότι είναι το πιο δίκαιο. Εκείνος αποφάνθηκε ξανά
ότι τα πιο δίκαια των όντων είναι τα άγρια θηρία· διότι μόνο αυτά ζουν σύμφωνα με τη
φύση και όχι σύμφωνα με θετούς νόμους· διότι η φύση είναι θείο δημιούργημα ενώ ο
νόμος είναι ανθρώπινη θέσπιση και ως εκ τούτου είναι πιο δίκαιο να ακολουθεί κανείς
τα ευρήματα του θεού παρά των ανθρώπων. Ο Κροίσος θέλοντας τότε να διασύρει τον
Ανάχαρση του υπέβαλε την ερώτηση αν τα άγρια θηρία είναι και τα σοφότατα των
όντων. Εκείνος συμφωνώντας ανέφερε τη διδαχή ότι είναι κατεξοχήν ειδοποιό γνώρισμα
της σοφίας να προτιμά κανείς την αλήθεια της φύσης από συμβατική ισχύ του νόμου. Ο
Μ
ε την ιπποκρατική επιστημονική θεώρηση των πραγμάτων
φαίνεσθαι376.
και αφετηρία τον ίδιο τον άνθρωπο και την παρατήρηση της ανθρώπινης
στην παγίωση της ιδιοτελούς ή συλλογικής θέλησης του ενός, των λίγων ή
Κροίσος γέλασε μαζί του με την ιδέα ότι είχε απαντήσει στις ερωτήσεις του ως άνθρωπος
που κατάγεται από τη Σκυθία και έχει ζήσει σαν άγριο θηρίο».
376 Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University
την ίδια του τη φυσική υπόσταση και τη δομή του γίγνεσθαι που τον
πέρασμα από την άγνοια στη γνώση και στην αυτογνωσία, από τις
την ιστορική στιγμή, μια στιγμή που ομοιάζει με όλες τις άλλες, καθώς τα
ιστορικά γεγονότα είναι γιγνόμενα μὲν καὶ αἰεὶ ἐσόμενα͵ ἕως ἂν ἡ αὐτὴ
αέναη επανεμφάνισή τους, εφόσον βέβαια η φύση των ανθρώπων και της
ζωής τους είναι και παραμένει η ίδια. Ωστόσο το είδος, η μορφή του
κατανόησης για τους ανθρώπους της τραγικότητας της ύπαρξής τους και
378Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University
Press 2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 249, 278.
εφόσον τα χαρακτηριστικά της είναι γιγνόμενα μὲν καὶ αἰεὶ ἐσόμενα͵ ἕως
από το χώρο της φυσικής φιλοσοφίας εισβάλλει βίαια στο χώρο της
πολιτικής, όπως και η ίδια η φιλοσοφία κατεβαίνει από τον ουρανό στη γη
και οριοθετεί την ανθρώπινη όσον αφορά την ορθότητα της σκέψης και
κοινή δομή και υπόσταση αντιδρά κατά τον ίδιο αναγκαίο τρόπο όταν
379 Θουκ. 3.45.7. Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π.
Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 426-427.
380 Θουκ. 3. 82.2.
381 Ἀριστ. Μ.τ.Φ. 1015a.34.
ανάγκη για τον άνθρωπο, η ίδια του η φύση, και συνεπώς μόνο η γνώση
της ίδιας της ανθρώπινης φύσης και του τρόπου που αυτή αντιδρά κάτω
υπαρκτός κόσμος στον οποίο αναπτύσσεται διὰ τέλους τὸν ἅπαντα χρόνον
και αυτοκαθορισμού του ίδιου του ανθρώπου εντός του χώρου ανάπτυξής
του.
384 Θουκ. 1.22.4: ὅσοι δὲ βουλήσονται τῶν τε γενομένων τὸ σαφὲς σκοπεῖν καὶ τῶν
μελλόντων ποτὲ αὖθις κατὰ τὸ ἀνθρώπινον τοιούτων καὶ παραπλησίων ἔσεσθαι͵
ὠφέλιμα κρίνειν αὐτὰ ἀρκούντως ἕξει. κτῆμά τε ἐς αἰεὶ μᾶλλον ἢ ἀγώνισμα ἐς τὸ
παραχρῆμα ἀκούειν ξύγκειται. «εάν το έργον μου κρίνουν ωφέλιμον όσοι θελήσουν να
έχουν ακριβή αντίληψιν των γεγονότων, όσα έχουν ήδη λάβει χώραν, και εκείνων τα
οποία κατά την ανθρωπίνην φύσιν μέλλουν να συμβούν περίπου όμοια. Διότι την
ιστορίαν μου έγραψα ως θησαυρόν παντοτεινόν και όχι ως έργον προωρισμένον να
υποβληθή εις διαγωνισμόν και ν' αναγνωσθή εις επήκοον των πολλών, διά να
λησμονηθή μετ' ολίγον» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Πρβλ. Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον
Λόγο, σελ. 758, 761,763-766, 768, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010. Πρβλ. Jaeger W.,
Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄,
σελ. 427. Πρβλ. Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton
University Press 2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 250-251, 266.
φυσικής τάξης.
παραγόντων: τιμῆς καὶ δέους καὶ ὠφελίας385 και συνεχώς υποκύπτει στην
βίαιου θανάτου, όπως εύστοχα το όρισε ο Hobbes στο Λεβιάθαν (Κεφ. 13).
ισχυρότερη δύναμη. Η έννοια του δέους είναι η ισχυρότερη από τις άλλες
385 Θουκ. 1.76.1-3: καὶ ἀναγκασθέντας ἂν ἢ ἄρχειν ἐγκρατῶς ἢ αὐτοὺς κινδυνεύειν. οὕτως
οὐδ΄ ἡμεῖς θαυμαστὸν οὐδὲν πεποιήκαμεν οὐδ΄ ἀπὸ τοῦ ἀνθρωπείου τρόπου͵ εἰ ἀρχήν τε
διδομένην ἐδεξάμεθα καὶ ταύτην μὴ ἀνεῖμεν ὑπὸ τριῶν τῶν μεγίστων νικηθέντες͵ τιμῆς καὶ
δέους καὶ ὠφελίας͵ οὐδ΄ αὖ πρῶτοι τοῦ τοιούτου ὑπάρξαντες͵ ἀλλ΄ αἰεὶ καθεστῶτος τὸν
ἥσσω ὑπὸ τοῦ δυνατωτέρου κατείργεσθαι͵ ἄξιοί τε ἅμα νομίζοντες εἶναι καὶ ὑμῖν
δοκοῦντες μέχρι οὗ τὰ ξυμφέροντα λογιζόμενοι τῷ δικαίῳ λόγῳ νῦν χρῆσθε͵ ὃν οὐδείς πω
παρατυχὸν ἰσχύι τι κτήσασθαι προθεὶς τοῦ μὴ πλέον ἔχειν ἀπετράπετο. ἐπαινεῖσθαί τε
ἄξιοι οἵτινες χρησάμενοι τῇ ἀνθρωπείᾳ φύσει ὥστε ἑτέρων ἄρχειν δικαιότεροι ἢ κατὰ τὴν
ὑπάρχουσαν δύναμιν γένωνται. «και ότι θα ηναγκάζεσθε να ασκήτε την επ' αυτών
εξουσίαν με ισχυράν πυγμήν, εάν δεν ηθέλατε να εκτεθήτε οι ίδιοι εις κινδύνους.
Επομένως, δεν εκάμαμεν τίποτε το παράδοξον ή αντίθετον προς την ανθρωπίνην φύσιν,
εάν εδέχθημεν την ηγεμονίαν προσφερομένην, και αφού άπαξ την απεκτήσαμεν,
αρνούμεθα να την παραιτήσωμεν, υπείκοντες εις τα ισχυρότατα των ελατηρίων - την
δόξαν, τον φόβον και το συμφέρον. Ούτε άλλωστε πρώτοι ημείς εγκαινιάσαμεν τοιαύτην
πολιτικήν, αλλ' ανέκαθεν έχει κρατήσει η αρχή ότι ο ασθενέστερος υποκύπτει εις την
θέλησιν του ισχυρότερου. Και ημείς, εξ άλλου, νομίζομεν εαυτούς αξίους της ηγεσίας,
και σεις μας εκρίνατε τοιούτους μέχρις ότου αιφνιδίως εσκέφθητε να προβάλετε τώρα
τας αρχάς της δικαιοσύνης, ενώ πράγματι αποβλέπετε εις τα συμφέροντά σας. Ποτέ,
τωόντι, άνθρωπος, εις τον οποίον παρουσιάσθη η ευκαιρία να απόκτηση κάτι διά της
σκαιάς βίας, δεν παρέλειψε να το κάμη, προτιμήσας την δικαιοσύνην. Και είναι άξιοι
επαίνου εκείνοι, οι οποίοι, παρασυρόμενοι από την φυσικήν εις τον άνθρωπον
φιλοδοξίαν του ν' άρχη επί άλλων, ήθελαν δειχθή δικαιότεροι παρ' όσον επέτρεπεν εις
αυτούς η δύναμις που διαθέτουν» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η
μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 434.
Η συνεχής αύξηση της ισχύος μειώνει την ανάγκη, τον εξαναγκασμό του
επειδή δεν έχει ενεργοποιηθεί το δέος του βίαιου θανάτου, διότι στην
εκδοχή που ενεργοποιηθεί η ανάγκη του δέους (και συνήθως κάτι τέτοιο
ταυτόχρονα τη δύναμή τους και άρα την προοπτική της ζωής τους και
386 Θουκ. 3.45.7: ἁπλῶς τε ἀδύνατον καὶ πολλῆς εὐηθείας͵ ὅστις οἴεται τῆς ἀνθρωπείας
φύσεως ὁρμωμένης προθύμως τι πρᾶξαι ἀποτροπήν τινα ἔχειν ἢ νόμων ἰσχύι ἢ ἄλλῳ τῳ
δεινῷ. «Με ολίγα λόγια, οσάκις η ανθρωπίνη φύσις ωθείται εις το να πράξη κάτι, το
οποίον ζωηρώς επιθυμεί, ούτε η αυστηρότης των νόμων, ούτε άλλος κανείς φόβος
ημπορεί να την αποτρέψη, και είναι πολύ ανόητος εκείνος που πιστεύει το εναντίον»
(μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
τα ήθη που απορρέουν απ’ αυτή είναι μία συνθήκη νάρκωσης των
ανάπτυξης.
387 Θουκ. 3. 82: ἐν μὲν γὰρ εἰρήνῃ καὶ ἀγαθοῖς πράγμασιν αἵ τε πόλεις καὶ οἱ ἰδιῶται
ἀμείνους τὰς γνώμας ἔχουσι διὰ τὸ μὴ ἐς ἀκουσίους ἀνάγκας πίπτειν· ὁ δὲ πόλεμος
ὑφελὼν τὴν εὐπορίαν τοῦ καθ΄ ἡμέραν βίαιος διδάσκαλος, «Διότι εν καιρώ μεν ειρήνης
και ευημερίας και αι πόλεις και οι ιδιώται διαπνέονται από ευγενέστερα αισθήματα,
καθόσον δεν περιπίπτουν υπό την πίεσιν αναποτρέπτων αναγκών. Αλλ' ο πόλεμος,
αφαιρών ολίγον κατ' ολίγον από τους ανθρώπους την καθημερινήν ευημερίαν, γίνεται
διδάσκαλος βίαιος και τείνει ν' αφομοιώση τας διαθέσεις των πολλών προς την
παρούσαν αυτών κατάστασιν» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
388 Θούκ. 3. 82: καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν τῶν ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ
δικαιώσει.
389 Θουκ. 3. 82: τὸ δ΄ ἐμπλήκτως ὀξὺ ἀνδρὸς μοίρᾳ προσετέθη͵ ἀσφαλείᾳ δὲ τὸ
ἐπιβουλεύσασθαι ἀποτροπῆς πρόφασις εὔλογος. «Η τυφλή παραφορά εκρίθη ως ανδρική
αρετή, ενώ η χάριν ασφαλείας περαιτέρω σκέψις ως εύσχημος πρόφασις υπεκφυγής»
(μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου,
μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 436.
390 Θουκ. 3. 82: ἐπιβουλεύσας δέ τις τυχὼν ξυνετὸς καὶ ὑπονοήσας ἔτι δεινότερος·
προβουλεύσας δὲ ὅπως μηδὲν αὐτῶν δεήσει͵ τῆς τε ἑταιρίας διαλυτὴς καὶ τοὺς ἐναντίους
ἐκπεπληγμένος. ἁπλῶς δὲ ὁ φθάσας τὸν μέλλοντα κακόν τι δρᾶν ἐπῃνεῖτο͵ καὶ ὁ
ἐπικελεύσας τὸν μὴ διανοούμενον. «Ο στήνων επιτυχή παγίδα εθεωρείτο άνθρωπος
ευφυής, αλλά πολύ περισσότερον ικανός, ο οσφραινόμενος εγκαίρως αυτήν. Ενώ εκείνος
που εφρόντιζε να μην ευρεθή εις την ανάγκην να κάμη ούτε το εν, ούτε το άλλο,
εθεωρείτο διαλυτής του κόμματος και πανικόβλητος απέναντι των αντιπάλων. Με μίαν
λέξιν, ο προτρέχων άλλου εις την διάπραξιν κακού εκρίνετο άξιος επαίνων, καθώς και ο
παρακινών άλλον εις διάπραξιν κακού, το οποίον εκείνος δεν είχε διανοηθή» (μτφρ. Ελ.
Βενιζέλου).
391 Θουκ. 3. 82: ἐν δὲ τῷ παρατυχόντι ὁ φθάσας θαρσῆσαι͵ εἰ ἴδοι ἄφαρκτον͵ ἥδιον διὰ τὴν
πίστιν ἐτιμωρεῖτο ἢ ἀπὸ τοῦ προφανοῦς͵ καὶ τό τε ἀσφαλὲς ἐλογίζετο καὶ ὅτι ἀπάτῃ
περιγενόμενος ξυνέσεως ἀγώνισμα προσελάμβανεν. ῥᾷον δ΄ οἱ πολλοὶ κακοῦργοι ὄντες
δεξιοὶ κέκληνται ἢ ἀμαθεῖς ἀγαθοί͵ καὶ τῷ μὲν αἰσχύνονται͵ ἐπὶ δὲ τῷ ἀγάλλονται. «Αλλ'
εκείνος, ο οποίος, δοθείσης ευκαιρίας, πρώτος ανέκτα το θάρρος του, εάν έβλεπε τον
αντίπαλον απροφύλακτον, εξεδικείτο με μεγαλυτέραν ευχαρίστησιν, λόγω του ότι
εξηπάτα την προς τον όρκον εμπιστοσύνην του αντιπάλου του, παρά εάν εξεδικείτο
παλληκαρίσια. Διότι υπελόγιζεν ότι εκτός του πλεονεκτήματος της ασφαλείας, εκέρδιζε
και το βραβείον της επιτηδειότητος αφού επεκράτησε δι' απάτης. Οι περισσότεροι τωόντι
άνθρωποι προτιμούν να είναι αχρείοι και να ονομάζωνται επιτήδειοι, παρά να είναι
χρηστοί και να λέγωνται ευήθεις, και δια το τελευταίον τούτο μεν εντρέπονται, ενώ δια
το πρώτον υπερηφανεύονται» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
392 Θουκ. 3. 82: καὶ ὅρκοι εἴ που ἄρα γένοιντο ξυναλλαγῆς͵ ἐν τῷ αὐτίκα πρὸς τὸ ἄπορον
ἑκατέρῳ διδόμενοι ἴσχυον οὐκ ἐχόντων ἄλλοθεν δύναμιν· «Και οσάκις υπό την πίεσιν των
περιστάσεων αντηλλάσσοντο τυχόν όρκοι προς ενίσχυσιν συνδιαλλαγής, οι όρκοι
ίσχυαν μόνον προσωρινώς, εφόσον αμφότεροι οι ορκισθέντες δεν είχαν που αλλού να
στηριχθούν» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
393 Θουκ. 3. 82: καὶ μὴν καὶ τὸ ξυγγενὲς τοῦ ἑταιρικοῦ ἀλλοτριώτερον ἐγένετο διὰ τὸ
ἑτοιμότερον εἶναι ἀπροφασίστως τολμᾶν· οὐ γὰρ μετὰ τῶν κειμένων νόμων ὠφελίας αἱ
τοιαῦται ξύνοδοι͵ ἀλλὰ παρὰ τοὺς καθεστῶτας πλεονεξίᾳ. καὶ τὰς ἐς σφᾶς αὐτοὺς
πίστεις οὐ τῷ θείῳ νόμῳ μᾶλλον ἐκρατύνοντο ἢ τῷ κοινῇ τι παρανομῆσαι. τά τε ἀπὸ τῶν
ἐναντίων καλῶς λεγόμενα ἐνεδέχοντο ἔργων φυλακῇ͵ εἰ προύχοιεν͵ καὶ οὐ γενναιότητι (…)
ἐκ δ΄ αὐτῶν καὶ ἐς τὸ φιλονικεῖν καθισταμένων τὸ πρόθυμον. οἱ γὰρ ἐν ταῖς πόλεσι
προστάντες μετὰ ὀνόματος ἑκάτεροι εὐπρεποῦς͵ πλήθους τε ἰσονομίας πολιτικῆς καὶ
ἀριστοκρατίας σώφρονος προτιμήσει͵ τὰ μὲν κοινὰ λόγῳ θεραπεύοντες ἆθλα ἐποιοῦντο͵
διὰ πλεονεξίαν καὶ φιλοτιμίαν, αιτία όλων αυτών των εκφάνσεων της
που συνδέεται άρρηκτα και εγγενώς με το δέος αλλά και την τιμή, αλλά
οι Αθηναίοι σφάλουν στην διαχείριση της ισχύος τους και βρεθούν στην
σε μια προηγούμενη ρήση των Αθηναίων (Θουκ. 5.89) {ΑΘ.} Ἡμεῖς τοίνυν
να σας πείσουν, ότι δίκαια κατέχουμε την ηγεμονία, επειδή καταλύσαμε την
394 Θουκ. 3.40 : πειθόμενοι μὲν ἐμοὶ τά τε δίκαια ἐς Μυτιληναίους καὶ τὰ ξύμφορα ἅμα
ποιήσετε, ἄλλως δὲ γνόντες τοῖς μὲν οὐ χαριεῖσθε, ὑμᾶς δὲ αὐτοὺς μᾶλλον δικαιώσεσθε. εἰ
γὰρ οὗτοι ὀρθῶς ἀπέστησαν, ὑμεῖς ἂν οὐ χρεὼν ἄρχοιτε. εἰ δὲ δὴ καὶ οὐ προσῆκον ὅμως
ἀξιοῦτε τοῦτο δρᾶν, παρὰ τὸ εἰκός τοι καὶ τούσδε ξυμφόρως δεῖ κολάζεσθαι, ἢ παύεσθαι
τῆς ἀρχῆς καὶ ἐκ τοῦ ἀκινδύνου ἀνδραγαθίζεσθαι. «Αν πεισθείτε στις παραινέσεις μου
θα ενεργήσετε δίκαια προς τους Μυτιληναίους, προωθώντας παράλληλα το συμφέρον
σας, αν όμως προκρίνετε κάποια άλλη πρόταση οι Μυτιληναίοι θα είναι ευγνώμονες όχι
γιατί τους βοηθήσατε, αλλά γιατί θα καταδικάσετε τους ίδιους σας τους εαυτούς. Αν
δηλαδή αυτοί αποστάτησαν δίκαια, η κυριαρχία σας σ’ αυτούς θα απέβαινε άσκοπη. Εαν
όμως, ενώ δεν είναι δίκαιο, έχετε την αξίωση να ενεργείτε κυριαρχικά, η ανταπόδοση της
δικαιοσύνης και το συμφέρον σας, επιτάσσουν να τους τιμωρήσετε παραδειγματικά, ειδεμή
παραιτηθείτε από την ηγεμονία σας και επιδοθείτε σε ακίνδυνες ανδραγαθίες».
πέρατα του κόσμου εκτίμηση που τους περιβάλλει , η τιμή των Αθηνών
των υπηκόων μας το μίσος σας θα ήταν απόδειξη της δύναμής μας». Η
και αυξάνει την τιμή των Αθηναίων και γίνεται παράδειγμα για τους
Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος,
395
νόμος και η ηθική που απορρέει απ’ αυτόν είναι μια παροδικότητα, μια
αυτό και το φυσικό δίκαιο της ανθρώπινης φύσης (όπως και όλης της
φύσης και των επιμέρους όντων που την απαρτίζουν) και κατά συνέπεια
του κάθε ατόμου εκτείνεται ως εκεί που εκτείνεται η ισχύς του. Κατά
συνέπεια οτιδήποτε κάνει ένας άνθρωπος χάρη στους νόμους της φύσης
του, το κάνει δυνάμει του υπέρτατου δικαίου της φύσης· και έχει μέσα στη
φύση τόσο δίκαιο όση έχει και δύναμη397. Το μοναδικό δίκαιο που
396 Πρβλ. Guthrie W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press, 1971 Οι Σοφιστές, μτφρ.
Δαμ. Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σελ. 114-118.
397 Σπινόζα Μπ., Πολιτική πραγματεία Κεφ. 2. 4., μτφρ. Στυλιανού Α. Ι., Πατάκης, Αθήνα
2003.
να χρησιμοποιεί όπως θέλει την δύναμη του για την προάσπιση της ίδιας
της φύσης του ή, με άλλα λόγια, της ίδιας της ζωής του· και, συνεπώς, να
κάνει τα πάντα πού θα θεωρήσει, σύμφωνα με την κρίση του και τη λογική
ανάπτυξη της ζωής και της ευδαιμονίας, ενώ η ανακοπή της πορείας της
θανάτου-υποταγής-αφανισμού.
δύναμή της, το δίκαιο απορρέει από την έκταση και την επιβολή της
ισχύος, όση δύναμη έχει κανείς τόσο δίκαιο εξασφαλίζει. Η δύναμη όμως
398 Hobbes, T., Λεβιάθαν, Κεφάλαιο 14 σελ. 199, μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος,
Γνώση, Αθήνα 1989. Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader,
Princeton University Press 2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 263.
ἐπισταμένους πρὸς εἰδότας ὅτι δίκαια μὲν ἐν τῷ ἀνθρωπείῳ λόγῳ ἀπὸ τῆς
οι δύο πλευρές σχεδιάζουμε στη σκέψη μας, αφού εξίσου γνωρίζουμε και
επιβολή της, δηλαδή όταν και τα δύο αντιμαχόμενα μέρη εμπίπτουν στην
δικαίου ισοσθενούς και για τις δύο πλευρές, όταν η μία πλευρά υπερέχει
κράτους ορίζεται από την ικανότητα επιβολής της δύναμής του στους
ἅμα ἄρχομεν (Θουκ. 6. 83). Η αξία θεμελιώνεται στην δια της ισχύος
χάνουν το δικαίωμα επιβολής της ισχύος τους από τους νυν ισχυρότερούς
ἐγίγνοντο καὶ ἡμεῖς ἐρημότεροι (Θουκ. 3. 11), όσο αυξάνεται η ισχύς του
ενός μέρους, τόσο αυξάνεται και η κυριαρχία του και τόσο ακριβώς
μειώνεται ισχύς και η αρχή (και άρα και η απομόνωση) της αντίπαλης
από ζεύγη αντιθετικών δυνάμεων, που ερίζουν για επικράτηση και όσο
στις ανθρώπινες διεργασίες λόγου και δράσης, δεν τον θέσπισαν θέσει,
399 Θουκ. 6.82: μετὰ τὰ Μηδικὰ ναῦς κτησάμενοι τῆς μὲν Λακεδαιμονίων ἀρχῆς καὶ
ἡγεμονίας ἀπηλλάγημεν͵ οὐδὲν προσῆκον μᾶλλόν τι ἐκείνους ἡμῖν ἢ καὶ ἡμᾶς ἐκείνοις
ἐπιτάσσειν͵ πλὴν καθ΄ ὅσον ἐν τῷ παρόντι μεῖζον ἴσχυον. «Και διά τούτο μετά τους
Περσικούς πολέμους, αποκτήσαντες ναυτικόν, απηλλάγημεν της ηγεμονίας και της
υπεροχής των Λακεδαιμονίων, καθόσον κανέν μεγαλύτερον δικαίωμα δεν είχαν εκείνοι
να μας δίδουν οιασδήποτε διαταγάς παρ' ό,τι ημείς προς εκείνους, πλην του
δικαιώματος του ισχυροτέρου, το οποίον, κατά την εποχήν εκείνην, τους ανήκε»
(μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Πρβλ. Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Γοργίας, (Εισαγωγή, Φιλοσοφική
Ανάλυση: Το Δίκαιο του Ισχυροτέρου στην Αρχαία Ελληνική σκέψη, Μετάφραση, Σχόλια,
Υπομνήματα), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2008. σελ. 83-98.
των θεών, όπως τους έχουν αναπαραστήσει στο νου τους οι άνθρωποι, δεν
καὶ ἡμεῖς οὔτε θέντες τὸν νόμον οὔτε κειμένῳ πρῶτοι χρησάμενοι,
γενομένους δρῶντας ἂν ταὐτό. «Τον νόμο αυτό ούτε εμείς τον θεσπίσαμε
ούτε ενώ ίσχυε εμείς πρώτοι τον εφαρμόσαμε, αλλά τον βρήκαμε να ισχύει
γνωρίζοντας με σαφήνεια ότι και εσείς και οποιοιδήποτε άλλοι στην εκδοχή
τρόπο». Τῆς μὲν τοίνυν πρὸς τὸ θεῖον εὐμενείας οὐδ' ἡμεῖς οἰόμεθα
λελείψεσθαι· οὐδὲν γὰρ ἔξω τῆς ἀνθρωπείας τῶν μὲν ἐς τὸ θεῖον νομίσεως,
λείψει η ευμένεια των θεών· διότι δεν διεκδικούμε τίποτε ούτε ενεργούμε
αντίθετα από τις αντιλήψεις των ανθρώπων για το θείο ή τη θέλησή τους
στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Θεωρούμε δηλαδή ότι και ο Θεός400, κατά την
400 Πρβλ. Σπινόζα Μπ., Πολιτική πραγματεία Κεφ. 2. 3., μτφρ. Στυλιανού Α. Ι., Πατάκης,
Αθήνα 2003: γι' αυτό και ο Θεός, ο όποιος υπάρχει, νοεί και ενεργεί με απόλυτη ελευθερία,
υπάρχει, νοεί και ενεργεί επίσης με απόλυτη αναγκαιότητα: αυτήν των νόμων της φύσης
του. Γιατί δεν χωρεί αμφιβολία ότι ο Θεός ενεργεί με την ίδια ελευθερία με την όποια και
υπάρχει· όπως λοιπόν υπάρχει από την αναγκαιότητα της φύσης του, έτσι και δρα από
την αναγκαιότητα της φύσης του, δηλαδή δρα απολύτως ελεύθερα. Πρβλ. Guthrie
W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press, 1971 Οι Σοφιστές, μτφρ. Δαμ.
Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σελ. 114-118.
δυνατότητα έκτασης της ισχύος καὶ ὅτῳ ταῦτα μὴ δοκεῖ͵ αὐτὸ τὸ ἔργον
μεγαλύτερη έκταση της δύναμής τους με στόχο την αρχή που χαρίζει την
401 Θουκ. 6. 85: ἀνδρὶ δὲ τυράννῳ ἢ πόλει ἀρχὴν ἐχούσῃ οὐδὲν ἄλογον ὅτι ξυμφέρον οὐδ΄
οἰκεῖον ὅτι μὴ πιστόν· «Δι' ένα τύραννον ή διά πόλιν ασκούσαν ηγεμονίαν, τίποτε δεν
είναι ανακόλουθον, εφόσον είναι συμφέρον, ούτε δύναται να θεωρηθή τις ως όμαιμος
(οικείος, σύμμαχος), εφόσον δεν δύναται να εμπιστευθή τις αυτόν» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University Press
2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 260.
402 Θουκ., 3, 37.1-12: «Πολλάκις μὲν ἤδη ἔγωγε καὶ ἄλλοτε ἔγνων δημοκρατίαν ὅτι
ἀδύνατόν ἐστιν ἑτέρων ἄρχειν, μάλιστα δ᾿ ἐν τῇ νῦν ὑμετέρᾳ περὶ Μυτιληναίων
μεταμελείᾳ (...) οὐ σκοποῦντες ὅτι τυραννίδα ἔχετε τὴν ἀρχὴν καὶ πρὸς ἐπιβουλεύοντας
αὐτοὺς καὶ ἄκοντας ἀρχομένους, οἳ οὐκ ἐξ ὧν ἂν χαρίζησθε βλαπτόμενοι αὐτοὶ ἀκροῶνται
ὑμῶν, ἀλλ᾿ ἐξ ὧν ἂν ἰσχύι μᾶλλον ἢ τῇ ἐκείνων εὐνοίᾳ περιγένησθε. «Πολλές φορές εγώ
από την πλευρά μου και πρόσφατα και άλλοτε διέγνωσα ότι η δημοκρατία είναι αδύνατο
να εξουσιάζει άλλες πόλεις, διαπίστωση που σαφώς ενισχύθηκε σήμερα μετά τη δική
σας μεταμέλεια στο θέμα των Μυτιληναίων (...) Ούτε αντιλαμβάνεστε ότι η ηγεμονία
την οποία τώρα κατέχετε είναι ένα είδος τυραννίδας εναντίον ανθρώπων, οι οποίοι
υφίστανται την επίβουλη δράση σας και υποτάσσονται στην κυριαρχία σας χωρίς την
θέλησή τους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν υποτάσσονται σε σας εξαιτίας των ευεργεσιών σας
προς αυτούς, τις οποίες πραγματοποιείτε βλάπτοντας τους εαυτούς σας, αλλά λόγω της
υπεροχής την οποία εξασφαλίζει η δύναμη σας και όχι η δική τους ευγνωμοσύνη».
403 Θουκ. 2.63: τῆς τε πόλεως ὑμᾶς εἰκὸς τῷ τιμωμένῳ ἀπὸ τοῦ ἄρχειν͵ ᾧπερ ἅπαντες
ἀγάλλεσθε͵ βοηθεῖν͵ καὶ μὴ φεύγειν τοὺς πόνους ἢ μηδὲ τὰς τιμὰς διώκειν· μηδὲ νομίσαι
περὶ ἑνὸς μόνου͵ δουλείας ἀντ΄ ἐλευθερίας͵ ἀγωνίζεσθαι͵ ἀλλὰ καὶ ἀρχῆς στερήσεως καὶ
κινδύνου ὧν ἐν τῇ ἀρχῇ ἀπήχθεσθε. ἧς οὐδ΄ ἐκστῆναι ἔτι ὑμῖν ἔστιν͵ εἴ τις καὶ τόδε ἐν τῷ
παρόντι δεδιὼς ἀπραγμοσύνῃ ἀνδραγαθίζεται· ὡς τυραννίδα γὰρ ἤδη ἔχετε αὐτήν͵ ἣν
λαβεῖν μὲν ἄδικον δοκεῖ εἶναι͵ ἀφεῖναι δὲ ἐπικίνδυνον. τάχιστ΄ ἄν τε πόλιν οἱ τοιοῦτοι
ἑτέρους τε πείσαντες ἀπολέσειαν καὶ εἴ που ἐπὶ σφῶν αὐτῶν αὐτόνομοι οἰκήσειαν· τὸ γὰρ
ἄπραγμον οὐ σῴζεται μὴ μετὰ τοῦ δραστηρίου τεταγμένον͵ οὐδὲ ἐν ἀρχούσῃ πόλει
ξυμφέρει͵ ἀλλ΄ ἐν ὑπηκόῳ͵ ἀσφαλῶς δουλεύειν. Οφείλετε, άλλωστε, να προασπίσετε την
περίοπτον θέσιν, εις την οποίαν ανήλθεν η πόλις ως εκ της ηγεμονίας της και δια την
οποίαν πάντες υπερηφανεύεστε, και να μην αποφεύγετε τα βάρη αυτής, ειδεμή μήτε τας
τιμάς να επιδιώκετε. Ούτε πρέπει να νομίσετε ότι αγωνίζεσθε υπέρ ενός μόνον
πράγματος, να μη γίνετε δηλαδή υποτελείς αντί ελευθέρων, αλλά και περί διατηρήσεως
ή στερήσεως της ηγεμονίας, και κατά του κινδύνου του μίσους, εις το οποίον σας έχει
εκθέσει η άσκησις αυτής. Της ηγεμονίας όμως αυτής δεν είναι πλέον καιρός να
παραιτηθήτε, και εάν ακόμη μερικοί, κατά την παρούσαν κρίσιν, εκ φόβου και της
επιθυμίας της αποφυγής φροντίδων, είναι διατεθειμένοι και την θυσίαν αυτήν να
στέρξουν, δια να επιδειθούν ότι επιδιώκουν ειρηνόφιλον πολιτικήν. Διότι η ηγεμονία σας
κατήντησεν εξουσία δεσποτική, της οποίας ημπορεί μεν να φαίνεται άδικος η απόκτησις,
αλλ' η από της οποίας παραίτησις είναι επικίνδυνος. Άλλωστε, οι τοιούτοι ήθελαν
και από μία σκληρή τυραννία όσον αφορά την άσκηση της ηγεμονίας και
την σταθερή επιβολή της δύναμης. Κατά τη φυσική ροπή της ανθρώπινης
ενέργεια που προάγει αυτές τις παραμέτρους είναι ελλόγως δίκαιη αλλά
Η τυραννία δεν είναι τίποτα άλλο από την πλήρη ανάπτυξη των
χαρακτηριστικών της ανθρώπινης φύσης, που ρέπει προς την δια της
της: ἀνάγκη καὶ περὶ τῆς ἀρχῆς εἰπεῖν ὡς εἰκότως ἔχομεν (Θουκ. 6. 82) …
καταστρέψει τάχιστα εν κράτος, είτε εάν κατώρθωναν να πείσουν τους συμπολίτας των
ν' αποδεχθούν την γνώμην των, είτε εάν μεταναστεύοντες εξ Αθηνών ίδρυαν αλλού
ίδιον ανεξάρτητον κράτος. Διότι οι ποθούντες υπέρ παν άλλο την ησυχίαν δεν είναι
ασφαλείς, εφόσον δεν παραστατούνται από ανθρώπους δράσεως, και μόνον εις κράτος
υπήκοον συμφέρει η άνευ κινδύνων υποτέλεια, όχι ποτέ εις κράτος, το οποίον ασκεί
ηγεμονίαν (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
404 Θουκ. 6. 83: τήν τε γὰρ ἐκεῖ ἀρχὴν εἰρήκαμεν διὰ δέος ἔχειν καὶ τὰ ἐνθάδε διὰ τὸ αὐτὸ
ἥκειν. «Καθώς, τωόντι, είπαμεν ήδη, και την εκεί ηγεμονίαν διατηρούμεν ένεκα φόβου
και ένεκα του αυτού λόγου ήλθαμεν διά να ρυθμίσωμεν τα εδώ πράγματα» (μτφρ. Ελ.
Βενιζέλου). Πρβλ. Guthrie W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press, 1971 Οι
Σοφιστές, μτφρ. Δαμ. Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991, σελ. 114-118.
405 Πρβλ. Σπινόζα Μπ., Πολιτική πραγματεία, μτφρ. Στυλιανού Α. Ι., Πατάκης, Αθήνα
2003, Κεφ. 2. 9: Συνεπάγεται, επίσης, ότι ένας άνθρωπος υπόκειται στο δίκαιο ενός άλλου
για όσο διάστημα βρίσκεται υπό την εξουσία κάποιου άλλου· και υπόκειται στο δικό του
δίκαιο στον βαθμό πού μπορεί α) να αποκρούει κάθε βίαιη επίθεση, β) να παίρνει εκδίκηση
κατά την κρίση του για κάθε ζημία που υφίσταται και, γενικώς, γ) να ζει σύμφωνα με την
ιδιοσυγκρασία του. Και 2. 10: Ένας άνθρωπος έχει έναν άλλον υπό την εξουσία του α)
όταν τον κρατά αλυσοδεμένο· όταν β) τού έχει αφαίρεση τα όπλα του και τα μέσα για να
αυτοαμυνθεί ή να δραπετεύσει· όταν γ) τού έχει εμφυσήσει φόβο· όταν δ) τον έχει τόσο
πολύ υποχρεώσει με κάποια ευεργεσία, ώστε ό ευεργετημένος να προτιμά να υποτάσσεται
στις επιθυμίες τού ευεργέτη παρά στις δικές του, και να ζει όχι κατά την κρίση του αλλά
κατά την κρίση τού ευεργέτη. Οποίος έχει έναν άλλον στην εξουσία του με τον πρώτο ή τον
δεύτερο τρόπο, εξουσιάζει το σώμα του αλλά όχι την ψυχή του- με τον τρίτο όμως ή τον
τέταρτο τρόπο, εξουσιάζει τόσο την ψυχή όσο και το σώμα του, τουλάχιστον για όσο
διάστημα διαρκεί ό φόβος ή η ελπίδα: όντως, όταν το ένα ή το άλλο συναίσθημα
εξαφανιστεί, ο εξουσιαζόμενος υπόκειται, στο έξης, στο δικό του δίκαιο.
406 Πρβλ. Θουκ. 1. 42: ἡ γὰρ τελευταία χάρις καιρὸν ἔχουσα͵ κἂν ἐλάσσων ᾖ͵ δύναται μεῖζον
ἔγκλημα λῦσαι. 1. 121: καὶ ὅταν ἀμυνώμεθα Ἀθηναίους͵ καταθησόμεθα αὐτὸν ἐν καιρῷ. 1.
142: τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί. 4. 23: σκοποῦντες καιρὸν εἴ τις παραπέσοι.
της ανθρώπινης φύσης, που ωθούν στη δράση. Αν ο καιρός δεν είναι
που δρα εντός των ιστορικών συνθηκών, εκτός από την αυτογνωσία των
ορθού μέτρου, που ισοδυναμεί με την έκταση επιβολής της ισχύος, πρέπει
407 Θουκ. 6. 85: πρὸς ἕκαστα δὲ δεῖ ἢ ἐχθρὸν ἢ φίλον μετὰ καιροῦ γίγνεσθαι. καὶ ἡμᾶς τοῦτο
ὠφελεῖ ἐνθάδε͵ «Ο καθείς πρέπει να είναι εχθρός ή φίλος αναλόγως των περιστάσεων.
Και το ιδικόν μας συμφέρον ενταύθα εξυπηρετείται» (μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Zagorin
Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University Press 2005,
μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 259.
408 Θουκ. 6. 68: τῆς τε οὖν ὑμετέρας αὐτῶν ἀξίας μνησθέντες ἐπέλθετε τοῖς ἐναντίοις
προθύμως͵ καὶ τὴν παροῦσαν ἀνάγκην καὶ ἀπορίαν φοβερωτέραν ἡγησάμενοι τῶν
πολεμίων. «Ενθυμηθήτε, λοιπόν, ότι πρέπει να φανήτε άξιοι υμών αυτών, και ορμήσατε
κατά του εχθρού μετά θάρρους και έχοντες υπ' όψιν ότι η ανάγκη της νίκης και το
δίλημμα, ενώπιον του οποίου ευρίσκεσθε, είναι φοβερώτερα από αυτόν».
409 Machiavelli Ν., Ο Ηγεμών, ΧΧV: Η τύχη είναι σαν τα καταστροφικά εκείνα ποτάμια που
όταν αγριεύουν κατακλύζουνε κάμπους, τσακίζουνε δέντρα και κτίσματα, σηκώνουν το
χώμα και το πάνε μίλια μακριά και οι πάντες κάνουν τόπο στην ορμή τους χωρίς να
μπορούν να την ανακόψουν (…) Είναι καλότυχος ο Ηγέτης που έτυχε να συνταιριάξει τον
τρόπο να μπορεί να πολιτεύεται ανάλογα με τη φυσιογνωμία των καιρών κι αλίμονο σε
εκείνον που στα φερσίματά του διχογνωμούν οι καιροί.
δράση ή σκέψη εκπορεύεται από τη θέση της πλάστιγγας στο ζυγό της
ισχύος:
ανακύκληση από την ακμή στην παρακμή, από γέννηση στη φθορά δεν
πραγμάτων. Πάντα γὰρ πέφυκε καὶ ἐλασσοῦσθαι (Θουκ. 2. 64), κάθε τι που
βρίσκεται στην μέγιστη ακμή ισχύος του είτε πρόκειται για έμβιο
αλλάζουν συνεχώς και φέρουν την ακμή, την δύναμη σ’ αυτόν που
επικράτησης αντίθετων δυνάμεων, ένας αγώνας, μία έριδα που ποτέ δεν
η απράγμων ησυχία οδηγεί στο τέλμα και στην αδυναμία ενώ η συνεχής
410 Πρβλ. Θουκ. 3. 82: τὰ δὲ μέσα τῶν πολιτῶν ὑπ΄ ἀμφοτέρων ἢ ὅτι οὐ ξυνηγωνίζοντο ἢ
φθόνῳ τοῦ περιεῖναι διεφθείροντο. «Οι πολίται, εξ άλλου, όσοι δεν ανήκαν εις καμμίαν
από τας δύο μερίδας, έπιπταν θύματα και των δύο, είτε διότι ηρνούντο ν' αγωνισθούν
παρά το πλευρόν των, είτε διότι τους εφθόνουν δια την ακίνδυνον και ήσυχον ζωήν που
εζούσαν» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Και Ἀποκ. 3. 15-16: οἶδά σου τὰ ἔργα, ὅτι οὔτε ψυχρὸς εἶ
οὔτε ζεστός, ὄφελον ψυχρὸς εἴης ἢ ζεστός οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε
ψυχρός, μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου.
411 Πρβλ. Ἡρακλ. Β. 53, DK: Πόλεμος πάντων μὲν πατήρ ἐστι͵ πάντων δὲ βασιλεύς͵ καὶ τοὺς
μὲν θεοὺς ἔδειξε τοὺς δὲ ἀνθρώπους͵ τοὺς μὲν δούλους ἐποίησε τοὺς δὲ ἐλευθέρους.
ψευδαίσθηση. Όπως στο φυσικό κόσμο δεν υπάρχει ποτέ ησυχία, ακινησία
αδύναμο μέρος, ενώ ισχύς, αρχή, συμφέρον και πλεονεξία και άρα
ίδιο τον άνθρωπο και την ουσιώδη φύση του, η ανθρώπινη αυτογνωσία
υφίσταται στον κόσμο του ανθρώπου και όποιος θεωρήσει ότι μπορεί να
πολέμου βρίσκεται στα λόγια του Περικλή, πριν την έναρξη του εμφύλιου
πελοποννησιακού πολέμου:
412 Διόδ. 9. 10. 4. Πρβλ. Πλάτ. Χαρμ. 165a: τὸ Ἐγγύη πάρα δ΄ ἄτη. Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία.
Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ.
440.
τότε θα πραΰνει την τραγική έκφραση του βίου του, όταν εκούσια
δεν αναλαμβάνει εκούσια τον συνεχή πόλεμο ενάντια στην ίδια του τη
φύση και τον αιώνιο νόμο της γέννησης και της φθοράς, θα έχει την τύχη
του τυράννου της Σάμου Πολυκράτη, ο οποίος παρά τις προσπάθειές του
πολύτιμο δαχτυλίδι που πέταξε στο ανοικτό πέλαγος και υπέστη την
413 Ἡρόδ. 3. 40. Η συμβουλή που έδωσε ο φαραώ Άμασις υπό μορφή χρησμού στον
Πολυκράτη ήταν η εξής: ἐμοὶ δὲ αἱ σαὶ μεγάλαι εὐτυχίαι οὐκ ἀρέσκουσι͵ τὸ θεῖον
ἐπισταμένῳ ὡς ἔστι φθονερόν. Καί κως βούλομαι καὶ αὐτὸς καὶ τῶν ἂν κήδωμαι τὸ μέν τι
εὐτυχέειν τῶν πρηγμάτων͵ τὸ δὲ προσπταίειν͵ καὶ οὕτω διαφέρειν τὸν αἰῶνα ἐναλλὰξ
πρήσσων ἢ εὐτυχέειν τὰ πάντα· οὐδένα γάρ κω λόγῳ οἶδα ἀκούσας ὅστις ἐς τέλος οὐ
κακῶς ἐτελεύτησε πρόρριζος͵ εὐτυχέων τὰ πάντα. «αλλά εμένα οι δικές σου μεγάλες
ευτυχίες δεν μου αρέσουν, διότι γνωρίζω καλά πόσο το θείο φθονεί την ανθρώπινη
ευημερία. Και γι’ αυτό έχω τη βούληση και για εμένα τον ίδιο αλλά και γι’ αυτούς, τους
οποίους νοιάζομαι, τα πράγματα άλλοτε να τείνουν προς την ευτυχία και άλλοτε να
εκπίπτουν προς τη δυστυχία και έτσι προτιμώ να διάγω το βίο μου με εναλλαγές και
διαφοροποιήσεις ευτυχίας και δυστυχίας παρά να ευτυχώ δια παντός. Διότι απ’ όσα
γνωρίζω και απ’ όσα άκουσα, ως τώρα δεν υπήρξε άνθρωπος, ο οποίος ευτυχώντας
διαρκώς σε όλα να μη κατέληξε στο τέλος της ζωής του στην καταστροφή». Ο
Πολυκράτης ακολουθώντας τη συμβουλή του Άμασι πέταξε το πιο πολύτιμο δαχτυλίδι
που είχε στην κατοχή του στο ανοιχτό πέλαγος προκειμένου να δυστυχήσει και να
ανακόψει τη συνεχή ευδαιμονία του, που θα τον οδηγούσε κατά τον αιώνιο νόμο της
γέννησης και της φθοράς στην καταστροφή. Όμως λίγες μέρες αργότερα κάποιος ψαράς
έπιασε ένα μεγάλο ψάρι και θεώρησε σκόπιμο να δωρίσει στον τύραννο, για να τον
ευχαριστήσει. Μέσα στην κοιλιά του ψαριού ο Πολυκράτης βρήκε το πολύτιμο δαχτυλίδι
που είχε πετάξει στη θάλασσα και ερμήνευσε το γεγονός ως ευνοϊκό θεϊκό οιωνό. Ο
οιωνός του δαχτυλιδιού όμως ήταν το μήνυμα της επικείμενης καταστροφής του
ισχύ-αρχή, ηδονή, πλεονεξία υπό το κράτος του δέους) αλλά και πραΰνει,
ικανότητες και έξεις που πηγάζουν από την ίδια την ανθρώπινη φύση
διαφορά από τον τρόπο που αποφασίζει και ενεργεί ένα πολιτικό κράτος
ένα κράμα ικανής φύσεως και δεξιότητας όσον αφορά την ανάγνωση των
Πολυκράτη, ο οποίος έπρεπε να υπακούσει στον αιώνιο νόμο του τραγικού και από την
απόλυτη ευδαιμονία να εκπέσει στην απόλυτη δυστυχία (ο σατράπης των Σάρδεων
Οροίτης τον συνέλαβε και έβαλε να τον γδάρουν ζωντανό και έπειτα να τον
σταυρώσουν).
φύσης προς το συμφέρον, την τιμή, την πλεονεξία και την ηδονή,
Όσον αφορά την έννοια της φυσικής ορθότητας και άρα υπεροχής
της φύσεως του Θεμιστοκλή414. Όπως η φύση προηγείται του νόμου και
414 Θουκ. 1. 138: Ην γὰρ ὁ Θεμιστοκλῆς βεβαιότατα δὴ φύσεως ἰσχὺν δηλώσας καὶ
διαφερόντως τι ἐς αὐτὸ μᾶλλον ἑτέρου ἄξιος θαυμάσαι· οἰκείᾳ γὰρ ξυνέσει καὶ οὔτε
προμαθὼν ἐς αὐτὴν οὐδὲν οὔτ΄ ἐπιμαθών͵ τῶν τε παραχρῆμα δι΄ ἐλαχίστης βουλῆς
κράτιστος γνώμων καὶ τῶν μελλόντων ἐπὶ πλεῖστον τοῦ γενησομένου ἄριστος εἰκαστής·
καὶ ἃ μὲν μετὰ χεῖρας ἔχοι͵ καὶ ἐξηγήσασθαι οἷός τε͵ ὧν δ΄ ἄπειρος εἴη͵ κρῖναι ἱκανῶς οὐκ
ἀπήλλακτο· τό τε ἄμεινον ἢ χεῖρον ἐν τῷ ἀφανεῖ ἔτι προεώρα μάλιστα. καὶ τὸ ξύμπαν
εἰπεῖν φύσεως μὲν δυνάμει͵ μελέτης δὲ βραχύτητι κράτιστος δὴ οὗτος αὐτοσχεδιάζειν τὰ
δέοντα ἐγένετο. «Διότι ο Θεμιστοκλής, λόγω της φυσικής του οξυδερκείας η οποία είχε
πραγματικώς καταδειχθή κατά τρόπον απαραγνώριστον, ήτο περισσότερον από κάθε
άλλον άξιος εξαιρετικού όλως διόλου κατά τούτο θαυμασμού. Διά της εμφύτου εις αυτόν
οξείας αντιλήψεως, και χωρίς ανάγκην ενισχύσεως αυτής, ούτε διά προηγουμένης
διδασκαλίας, ούτε διά των μαθημάτων της πείρας, και τα παρόντα κατόπιν βραχυτάτης
σκέψεως έκρινεν οξύτατα και τα μέλλοντα να γίνουν επί μακρόν διάστημα χρόνου
προείκαζεν άριστα. Kαι εκείνα μεν, περί των οποίων εκάστοτε ησχολείτο, είχε και την
ικανότητα να εξηγή προς τους άλλους, εκείνα δε, περί των οποίων δεν είχε προσωπικήν
πείραν, ηδυνήθη να κρίνη επαρκώς, και κανείς δεν ημπορούσε να προΐδη με την ιδίαν
ευκρίνειαν το καλόν ή το κακόν που επεφύλαττε το άδηλον μέλλον. Και
συγκεφαλαιώνων λέγω ότι διά της φυσικής του οξυνοίας και ως εκ της ελαχίστης
προπαρασκευής, η οποία του ήτο αναγκαία προς τούτο, ανεδείχθη ικανώτερος από κάθε
άλλον να διαγινώσκη αμέσως τι έπρεπε να πραχθή ή να λεχθή» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
ανδρός, δεν είναι όμως αφηρημένη μακριά από το χώρο πολιτικής δράσης,
νους και πράξη ταυτίζονται, οι πράξεις είναι η μόνιμη «σκιά» του ικανού
415 Θουκ. 4. 87: οὕτω πολλὴν περιωπὴν τῶν ἡμῖν ἐς τὰ μέγιστα διαφόρων ποιούμεθα͵ καὶ οὐκ
ἂν μείζω πρὸς τοῖς ὅρκοις βεβαίωσιν λάβοιτε ἢ οἷς τὰ ἔργα ἐκ τῶν λόγων ἀναθρούμενα
δόκησιν ἀναγκαίαν παρέχεται ὡς καὶ ξυμφέρει ὁμοίως ὡς εἶπον. «Ενεργούντες κατ' αυτόν
τον τρόπον, δεικνύομεν μεγάλην περίσκεψιν δι' ό,τι αφορά τα ζωτικά μας συμφέροντα,
και καμμίαν καλυτέραν εξασφάλισιν εκτός από τους όρκους μας δεν ημπορείτε να έχετε,
παρά εκείνην που σας παρέχουν άνθρωποι, των οποίων αι πράξεις, εξεταζόμεναι εν
σχέσει προς τους λόγους, παρέχουν την αναμφισβήτητον πεποίθησιν ότι
ανταποκρίνονται πραγματικώς προς το συμφέρον των, όπως υποστηρίζουν» (Μτφρ. Ελ.
Βενιζέλου).
416 Πρβλ. Ἀριστ. Πολ. 1253a.3: τὸ μὲν γὰρ δυνάμενον τῇ διανοίᾳ προορᾶν ἄρχον φύσει καὶ
δεσπόζον φύσει και Ἀντιφῶν ἐρωτηθείς, τί ἐστι μαντική, εἶπεν· «ἀνθρώπου φρονίμου
εἰκασμός»,DK. 87. A. 9, Gnomologium Vindobonensis 50, p. 14 Wachsmuth: «Όταν ρώτησαν
τον Αντιφώντα τι είναι η μαντική, εκείνος αποκρίθηκε: Εικασία συνετού ανθρώπου».
νόημα, αν δεν σχετιζόταν άμεσα με την διάκριση του ωφελίμου και του
Γενικά αιχμή της ανώτερης φύσης (τὸ ξύμπαν εἰπεῖν φύσεως μὲν δυνάμει)
είναι η ορθή κριτική ικανότητα (κρῖναι ἱκανῶς) κατά τον ρου και την
υπό το κράτος των φυσικών κινήτρων του δέους, της ωφέλειας και της
φιλοσοφία) κινείται πέρα από το καλό και απ’ το κακό, πέρα από τα όρια
πηγάζει από τη φύση, η οποία αναγνωρίζει μόνο ένα δίκαιο, το δίκαιο της
ευδαιμονία που προκύπτει από την ελευθερία και τον περιορισμό της
ανδρός ταυτίζεται με την ισχύ επιβολής του στους άλλους και στις
417 Θουκ. 4. 21: τοῦ δὲ πλέονος ὠρέγοντο. Και 4. 92: τοῦ πλέονος δὲ ὀρεγόμενος ἑκών τινι
ἐπέρχεται. Έχει ιδιαιτερη σημασία το ότι το ρήμα ορέγομαι συνδέεται με έμφυτη
προδιάθεση της ανθρώπινης φύσης. Η πλεονεξία οράται ως έμφυτη και άρα κατά το
φυσικό δίκαιο δικαιολογημένη ανθρώπινη τάση.
418 Θουκ. 6. 23: ἐγὼ φοβούμενος͵ καὶ εἰδὼς πολλὰ μὲν ἡμᾶς δέον εὖ βουλεύσασθαι͵ ἔτι δὲ
πλείω εὐτυχῆσαι (χαλεπὸν δὲ ἀνθρώπους ὄντας)͵ ὅτι ἐλάχιστα τῇ τύχῃ παραδοὺς
ἐμαυτὸν βούλομαι ἐκπλεῖν͵ παρασκευῇ δὲ ἀπὸ τῶν εἰκότων ἀσφαλὴς ἐκπλεῦσαι. ταῦτα
γὰρ τῇ τε ξυμπάσῃ πόλει βεβαιότατα ἡγοῦμαι καὶ ἡμῖν τοῖς στρατευσομένοις σωτήρια. εἰ δέ
τῳ ἄλλως δοκεῖ͵ παρίημι αὐτῷ τὴν ἀρχήν. «Τούτο εγώ φοβούμαι, και επειδή γνωρίζω ότι
έχομεν ανάγκην πολλής συνέσεως και ακόμη περισσοτέρας καλής τύχης (πράγμα
δύσκολον προκειμένου περί ανθρώπων), επιθυμώ να εκστρατεύσω στηριζόμενος όσον το
δυνατόν ολιγώτερον εις την τύχην, αλλά με στρατιωτικήν δύναμιν, η οποία κατά την
ανθρωπίνην κρίσιν εγγυάται την ασφάλειαν. Διότι τα μέτρα ταύτα θεωρώ και διά το
πρόσωπό του στο πολιτικό σώμα. Η εκούσια μέσω της λεκτικής πειθούς
σώματος προς το πρόσωπο του ηγέτη και την κατεύθυνση της πολιτικής
δέος-φόβο των πολιτών (ἰδίᾳ δὲ τοῖς παθήμασιν ἐλυποῦντο) και τους ωθεί
παρόντων δεινῶν ἀπάγειν τὴν γνώμην) τα πολιτικά πάθη του σώματος των
σύνολον της πόλεως ασφαλέστατα και δι' ημάς, οι οποίοι θα μετάσχωμεν της
εκστρατείας, σωτήρια. Και εάν άλλος τις έχη αντίθετον γνώμην, παραιτούμαι της
αρχηγίας υπέρ αυτού» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου). Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του
έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974, τ. Α΄, σελ. 441.
στόχο την εξασφάλιση της ασφάλειας που απορρέει από την έλλειψη
βαθμό με βάση το ορθό φυσικό μέτρο (ὅσον τε γὰρ χρόνον προύστη τῆς
καὶ ἐν τούτῳ προγνοὺς τὴν δύναμιν). Διακρίνεται ένα ορθό φυσικό μέτρο
τόσο για τον πολίτη όσο και για την πόλη-κράτος, που καθορίζεται από
του το ορθό φυσικό μέτρο, το οποίο ανταποκρίνεται στην ισχύ της άριστης
φύσης του, και επιπλέον εμφυσά στην πολιτεία διά της έλλογης σύνεσής-
παρορμήσεις της τιμής, του δέους και της ωφέλειας που άγουν στην
πλεονεξία, το ιδιοτελές συμφέρον και στην δια της αρχής επιβολή της
συμφέροντος του πολιτικού είναι θεμιτή, στην εκδοχή που αυτό δεν
μᾶλλον ὑπ΄ αὐτοῦ ἢ αὐτὸς ἦγε). Το πλήθος, λόγω της πολλαπλότητάς του
επαρκώς την έκταση της δύναμής του και την κατάλληλη στιγμή δράσης
σ’ αυτό μέσω της έλλογης πειθούς ή στην έσχατη περίπτωση μέσω της
ξύνεσιν (του πολιτικού: ὁπότε γοῦν αἴσθοιτό τι αὐτοὺς παρὰ καιρὸν ὕβρει
ηδονής του πλήθους, αλλά άρχων της γνώμης του πλήθους που μεριμνά
για την επίτευξη του συμφέροντος και για την αύξηση της συνολικής
419 Θουκ. 2. 65: οἱ δὲ ταῦτά τε πάντα ἐς τοὐναντίον ἔπραξαν καὶ ἄλλα ἔξω τοῦ πολέμου
δοκοῦντα εἶναι κατὰ τὰς ἰδίας φιλοτιμίας καὶ ἴδια κέρδη κακῶς ἔς τε σφᾶς αὐτοὺς καὶ
τοὺς ξυμμάχους ἐπολίτευσαν͵ ἃ κατορθούμενα μὲν τοῖς ἰδιώταις τιμὴ καὶ ὠφελία μᾶλλον
ἦν͵ σφαλέντα δὲ τῇ πόλει ἐς τὸν πόλεμον βλάβη καθίστατο. Πρβλ. Θουκ. 2. 40.
αρχή-εξουσία της ορθής γνώμης420 που απορρέει από την βέλτιστη φύση
αριστοκρατία του ενός, η επιβολή της ισχύος της βέλτιστης φύσης που
επίτευξη του κοινού συμφέροντος που εκπηγάζει από την αύξηση της
420Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University
Press 2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 281. Πρβλ. Ober J., (1989),
Mass and Elite in democratic Athens: Rhetoric, Ideology and Power of People, Princeton University
Press, μτφρ. Β. Σερέτη, Πολύτροπον, Αθήνα 2003, σελ 134-139.
421 Θουκ. 2. 65: οἱ δὲ ὕστερον ἴσοι μᾶλλον αὐτοὶ πρὸς ἀλλήλους ὄντες καὶ ὀρεγόμενοι τοῦ
πρῶτος ἕκαστος γίγνεσθαι ἐτράποντο καθ΄ ἡδονὰς τῷ δήμῳ καὶ τὰ πράγματα ἐνδιδόναι.
ἐξ ὧν ἄλλα τε πολλά͵ ὡς ἐν μεγάλῃ πόλει καὶ ἀρχὴν ἐχούσῃ͵ ἡμαρτήθη καὶ ὁ ἐς Σικελίαν
πλοῦς͵ ὃς οὐ τοσοῦτον γνώμης ἁμάρτημα ἦν πρὸς οὓς ἐπῇσαν͵ ὅσον οἱ ἐκπέμψαντες οὐ τὰ
πρόσφορα τοῖς οἰχομένοις ἐπιγιγνώσκοντες͵ ἀλλὰ κατὰ τὰς ἰδίας διαβολὰς περὶ τῆς τοῦ
δήμου προστασίας … καὶ οὐ πρότερον ἐνέδοσαν ἢ αὐτοὶ ἐν σφίσι κατὰ τὰς ἰδίας διαφορὰς
περιπεσόντες ἐσφάλησαν. «Ενώ οι διάδοχοί του όντες μάλλον ίσοι ο εις προς τον άλλον,
ισχυρό έλεγχο στην λειτουργία του πολιτεύματος και στη λήψη των
προκειμένου να αυξήσει την προσωπική του ισχύ, πρβλ. Ἀριστ, Ἀθ. Πολ.
25-27).
επιδιώκοντες όμως έκαστος να γίνη πρώτος, ήσαν έτοιμοι και αυτήν την κατεύθυνσιν
των δημοσίων υποθέσεων να θυσιάζουν εις τας εκάστοτε ορέξεις του πλήθους. Τοιαύτη
όμως αδυναμία, όπως είναι επόμενον, προκειμένου περί πόλεως μεγάλης και ασκούσης
ηνεμονίαν, ωδήγησε και εις άλλα πολλά σφάλματα και εις την Σικελικήν εκστρατείαν
της οποίας η αποτυχία ωφείλετο όχι τόσον εις κακόν υπολογισμόν, λαμβανομένης υπ'
όψιν της δυνάμεως του εχθρού όσον εις το ότι οι υπεύθυνοι δια την εκστρατείαν, μετά τη
αποστολήν της, δεν είχαν υπ' όψιν το συμφέρον της, αλλά κατεγίνοντο να διαβάλλουν οι
μεν τους δε δια να επιτύχουν την λαϊκήν ηγεσίαν … και τότε μόνον υπέκυψαν, όταν,
συνεπεία των προσωπικών των διενέξεων, συνεκρούσθησαν προς αλλήλους και
αυτοκατεστράφησαν» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
422 Θουκ. 8. 97: καὶ οὐχ ἥκιστα δὴ τὸν πρῶτον χρόνον ἐπί γε ἐμοῦ Ἀθηναῖοι φαίνονται εὖ
πολιτεύσαντες· μετρία γὰρ ἥ τε ἐς τοὺς ὀλίγους καὶ τοὺς πολλοὺς ξύγκρασις ἐγένετο καὶ
ἐκ πονήρων τῶν πραγμάτων γενομένων τοῦτο πρῶτον ἀνήνεγκε τὴν πόλιν. «Και κατά την
πρώτην περίοδον, η οποία επηκολούθησε τα μέτρα ταύτα, οι Αθηναίοι είχον
αναμφισβητήτως το άριστον επί των ήμερων μου πολίτευμα. Διότι έγινε τότε η
προσήκουσα ανάμιξις δημοκρατίας και ολιγαρχίας και το νέον τούτο πολίτευμα
επέτρεψε διά πρώτην φοράν εις την πόλιν ν' ανορθωθή πάλιν μετά την ολεθρίαν
κατάστασιν, εις την οποίαν είχε καταπέσει» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
σύνθημα της ησυχίας, και επεκτείνεται όχι μόνο στις διπλωματικές αντιμαχίες
πολιτών μέσα στην ίδια την Αθήνα. (π.χ. ο Περικλής επιτίθεται ενάντια σ'
423 Finley J. H., “Thucydides, the President and Fellows of Harvard College”, σελ. 133, 159, 225
μτφρ, Κουκούλιος Τ., Παπαδήμα, Αθήνα 1985. Πρβλ. Θουκ. 1. 70. Πρβλ. Zagorin Perez,
Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University Press 2005, μτφρ., Κ.
Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006, σελ. 254-255.
και στο συλλογικό κράτος, που δρα ακριβώς με τον ίδιο φυσικοδικαιϊκό
λειτουργεί με το δικό της βέλτιστο τρόπο εντός της φυσικής και ιστορικής
αντιπάλους τους.
πλεονεκτική αύξηση της ισχύος με ταυτόχρονη μείωση του δέους και κατά
δηλαδή της αύξησης της κρατικής ισχύος, από την οποία απορρέει η άνευ
424 Θουκ. 1. 70: οἱ μέν (οι Αθηναίοι) γε νεωτεροποιοὶ καὶ ἐπινοῆσαι ὀξεῖς καὶ ἐπιτελέσαι
ἔργῳ ἃ ἂν γνῶσιν· ὑμεῖς (οι Σπαρτιάτες) δὲ τὰ ὑπάρχοντά τε σῴζειν καὶ ἐπιγνῶναι
μηδὲν καὶ ἔργῳ οὐδὲ τἀναγκαῖα ἐξικέσθαι. Εκείνοι τωόντι είναι νεωτερισταί, ικανοί και
εις ταχείαν σύλληψιν νέων σχεδίων και εις ταχείαν εκτέλεσιν των άπαξ
αποφασισθέντων. Ενώ η ιδική σας ικανότης περιορίζεται εις την διατήρησιν των
κεκτημένων, χωρίς τίποτε νέον να επινοήτε και χωρίς καν να φέρετε εις πέρας το
απολύτως αναγκαίον» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
425 Θουκ. 1. 70: αὖθις δὲ οἱ μὲν καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ
καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες· τὸ δὲ ὑμέτερον τῆς τε δυνάμεως ἐνδεᾶ πρᾶξαι τῆς τε
γνώμης μηδὲ τοῖς βεβαίοις πιστεῦσαι τῶν τε δεινῶν μηδέποτε οἴεσθαι ἀπολυθήσεσθαι.
«Επί πλέον, εκείνοι μεν και τολμούν υπέρ την δύναμιν των, και διακινδυνεύουν παρά τας
υπαγορεύσεις της φρονήσεως, και διατηρούν την αισιοδοξίαν των εν μέσω των κινδύνων.
Η ιδική σας αντιθέτως συνήθεια είναι να επιχειρήτε κατώτερα της δυνάμεως σας, και να
δυσπιστήτε και προς εκείνα ακόμη, τα οποία η σκέψις παρουσιάζει ως βέβαια, και όταν
περιπέσετε εις κινδύνους, να νομίζετε ότι ουδέποτε θ' απαλλαγήτε απ' αυτούς». Πρβλ.
Θουκ. 1. 71: ἀνάγκη δὲ ὥσπερ τέχνης αἰεὶ τὰ ἐπι γιγνόμενα κρατεῖν· καὶ ἡσυχαζούσῃ μὲν
πόλει τὰ ἀκίνητα νόμιμα ἄριστα͵ πρὸς πολλὰ δὲ ἀναγκαζομένοις ἰέναι πολλῆς καὶ τῆς
ἐπιτεχνήσεως δεῖ. «Και εις την πολιτικήν δε, καθώς και εις τας τέχνας, κατ' ανάγκην το
νέον επικρατεί πάντοτε του απηρχαιωμένου. Είναι αληθές ότι εις χρόνους ειρήνης αι
κυβερνητικαί μέθοδοι καλύτερον είναι να μη μεταβάλλωνται. Αλλ' η ανάγκη της
ανασφάλεια του αφανισμού, τόσο περισσότερο αυξάνει την αρχή του και
του ισχυρού επιβάλλει την πλήρη, ολοσχερή εξάπλωση της ισχύος του
40):
μηδὲ τρισὶ τοῖς ἀξυμφορωτάτοις τῇ ἀρχῇ, οἴκτῳ καὶ ἡδονῇ λόγων καὶ
της αύξησης του ζωτικού χώρου δύναμης και της συνεχούς πλεονεξίας-
427 Θουκ. 1. 70: κρατοῦντές τε τῶν ἐχθρῶν ἐπὶ πλεῖστον ἐξέρχονται καὶ νικώμενοι ἐπ΄
ἐλάχιστον ἀναπίπτουσιν. «Οσάκις νικήσουν τους εχθρούς των, ωθούν την
εκμετάλλευσιν μέχρι του ακροτάτου δυνατού σημείου, και οσάκις νικηθούν, υποχωρούν
όσον το δυνατόν ολιγώτερον» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
428 Θουκ. 1. 70: καὶ ἃ μὲν ἂν ἐπινοήσαντες μὴ ἐπεξέλθωσιν͵ οἰκείων στέρεσθαι ἡγοῦνται͵ ἃ
δ΄ ἂν ἐπελθόντες κτήσωνται͵ ὀλίγα πρὸς τὰ μέλλοντα τυχεῖν πράξαντες. ἢν δ΄ ἄρα του
καὶ πείρᾳ σφαλῶσιν͵ ἀντελπίσαντες ἄλλα ἐπλήρωσαν τὴν χρείαν. «Και αν μεν δεν
επιτύχουν όσα εσχεδίασαν, θεωρούν ότι έχασαν κάτι τι, το οποίον είχαν ήδη. Εάν όμως η
επιχείρησίς των στεφθή υπό επιτυχίας, θεωρούν το επιτευχθέν μικρόν, εν συγκρίσει
προς ό,τι υπολείπεται ακόμη να πραχθή. Αλλ' εάν τυχόν αποτύχη καμμία των
επιχείρησις, αναπληρώνουν το έλλειμμα διά της συλλήψεως νέων αμέσως ελπίδων»
(Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
429 Θουκ. 1 70: ἔτι δὲ τοῖς μὲν σώμασιν ἀλλοτριωτάτοις ὑπὲρ τῆς πόλεως χρῶνται͵ τῇ δὲ
γνώμῃ οἰκειοτάτῃ ἐς τὸ πράσσειν τι ὑπὲρ αὐτῆς. «Μεταχειρίζονται τα σώματα των εις
κατεύθυνση της ακμής του εὐδαιμονεῖν και της αναστολής της παρακμής-
ολέθρου στην αέναη τραγική οδό της ιστορίας και της ζωής, όπου η γένεση
τοῦ αἰῶνος μοχθοῦσι, εις τον άπαντα χρόνο αγωνίζονται διὰ τὸ αἰεὶ
φυσική κατεύθυνση της αύξησης της ελευθερίας, της πλεονεξίας και του
ασφάλειας) δια της επιβολής της δύναμης. Η ορθή φυσική τάση, το ορθό
την υπηρεσίαν της πατρίδος, ως να ήσαν εντελώς ξένα και όχι ιδικά των, το πνεύμα των
όμως θεωρούν ως το ασφαλέστερον εις την διάθεσίν των όργανον, όπως κατορθώσουν
να επιτύχουν κάτι τι άξιον λόγου υπέρ αυτής» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
430 Θουκ. 1. 70: μόνοι γὰρ ἔχουσί τε ὁμοίως καὶ ἐλπίζουσιν ἃ ἂν ἐπινοήσωσι διὰ τὸ ταχεῖαν
τὴν ἐπιχείρησιν ποιεῖσθαι ὧν ἂν γνῶσιν. «Διότι εις μόνους αυτούς συμβαίνει, ώστε
πραγματοποίησις και επιθυμία, οσάκις συλλαμβάνουν εν σχέδιον, να συμπίπτουν εις εν
και το αυτό, ως εκ της ταχύτητος, με την οποίαν επιχειρούν τ' αποφασισθέντα» (Μτφρ.
Ελ. Βενιζέλου).
του, μήτε αὐτοὺς ἔχειν ἡσυχίαν μήτε τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἐᾶν͵ ὀρθῶς ἂν
εἴποι431.
διά της ισχύος τους στα ιστορικά δρώμενα αγγίζοντας την πολυπόθητη
431 Θουκ. 1. 70: καὶ ταῦτα μετὰ πόνων πάντα καὶ κινδύνων δι΄ ὅλου τοῦ αἰῶνος μοχθοῦσι͵
καὶ ἀπολαύουσιν ἐλάχιστα τῶν ὑπαρχόντων διὰ τὸ αἰεὶ κτᾶσθαι καὶ μήτε ἑορτὴν ἄλλο τι
ἡγεῖσθαι ἢ τὸ τὰ δέοντα πρᾶξαι ξυμφοράν τε οὐχ ἧσσον ἡσυχίαν ἀπράγμονα ἢ ἀσχολίαν
ἐπίπονον· ὥστε εἴ τις αὐτοὺς ξυνελὼν φαίη πεφυκέναι ἐπὶ τῷ μήτε αὐτοὺς ἔχειν ἡσυχίαν
μήτε τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους ἐᾶν͵ ὀρθῶς ἂν εἴποι. «Αυτός είναι ο πλήρης μόχθων και
κινδύνων σκοπός, υπέρ του οποίου αγωνίζονται καθ' όλην των την ζωήν. Και
απολαμβάνουν ελάχιστα τα υπάρχοντα, διότι διαρκώς επιζητούν ν' αποκτήσουν
περισσότερα. Η εκτέλεσις του καθήκοντος αποτελεί δι' αυτούς την μόνην εορτήν, και
θεωρούν την ησυχίαν της απραξίας ως μεγαλυτέραν συμφοράν παρά την επίπονον
δράσιν. Ώστε την αλήθειαν θα έλεγε κανείς, εάν συγκεφαλαιώνων ήθελεν είπει περί
αυτών ότι εγεννήθησαν, όπως ούτε οι ίδιοι μένουν ήσυχοι, ούτε τους άλλους αφήνουν
ήσυχους» (Μτφρ. Ελ. Βενιζέλου).
έναρξη μιας περιόδου ειρηνικής ακμής τόσο για την πόλη-κράτος όσο και
Περικλή και της πολιτικής του στην Αθήνα, η ἔργῳ δὲ ὑπὸ τοῦ πρώτου
και πολιτικής ακμής για την πόλη, όπως ακριβώς και η μονομερής
με στόχο την ανάδειξη την αρχή του πρώτου πολιτικού ανδρός είτε σε
επιβεβλημένος τόσο από την ιδιαίτερη ανθρώπινη φύση, που ρέπει προς
του τραγικού. Εφόσον η ζωή είναι ένας συνεχής αγώνας, ένας συνεχής
μόχθος εκδίωξης διά της ισχύος από τον ορίζοντα τοι δέους της
είναι πάντα υπό έλευση, ποτέ δεν επιτυγχάνεται διά παντός. Μόνο η
ελευθερία είναι πάντα υπό έλευση, ποτέ δεδομένη και άρα η συμμετοχή σ’
επιστητού.
όντων: Πυθαγόρειοι
ἐπεὶ οἷά γ΄ ἂν ἑκάστῃ πόλει δίκαια καὶ καλὰ δοκῇ͵ ταῦτα καὶ εἶναι
αὐτῇ͵ ἕως ἂν αὐτὰ νομίζῃ· ἀλλ΄ ὁ σοφὸς ἀντὶ πονηρῶν ὄντων αὐτοῖς
Έ
πειτα από την φιλοσοφική αποτύπωση της πραγματικής
434 Πλάτ. Θεαίτ. 167c: «Όποιοι νόμοι δίνουν την εντύπωση ότι είναι δίκαιοι και ορθοί σε
μια συγκεκριμένη πολιτεία, είναι τέτοιου είδους για αυτήν την πολιτεία για όσο χρονικό
διάστημα αυτή η πολιτεία τους νομίζει τέτοιους· αλλά ο σοφός άνδρας αντικαθιστά τους
διεφθαρμένους νόμους με ορθούς σε κάθε περίπτωση, οι οποίοι νόμοι δεν φαίνονται
μόνο ορθοί αλλά είναι πραγματικά ορθοί». Πρβλ. Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον Λόγο,
σελ. 159-162, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010.
βάση της αριθμητικές αναλογίες που διέπουν την ιδιαίτερη φύση τους.
αναλογία που αποτελεί το ορθό μέτρο της φύσης τους. Το ορθό φυσικό
μέτρο προσδίδει στα φυσικά όντα φυσική αρμονία, όπως το ορθό μουσικό
435 Πρβλ. Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ
τοῦ Περὶ βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): ὅθεν ὡς λύραν καὶ πόλιν εὐνομουμέναν δεῖ
συναρμόσασθαι βασιλέα ὅρον δικαιότατον καὶ νόμω τάξιν ἐν αὐτῷ πρᾶτον καταστησάμενον͵
εἰδότα διότι τῶ πλάθεος͵ ὧ δέδωκεν ὁ θεὸς αὐτῷ τὰν ἁγεμονίαν͵ ἁ συναρμογὰ ποτ΄ αὐτὸν
ὀφείλει συναρμοσθῆμεν «Επομένως μια ευνομούμενη πόλη, όπως ακριβώς συμβαίνει με
την καλοκουρδισμένη λύρα, επιβάλλεται να είναι εναρμονισμένη με τη βούληση του
βασιλιά, ο οποίος πρέπει πρώτα μέσα στον ίδιο του τον εαυτό να καταστήσει την ευταξία
του νόμου, ώστε να είναι ο πιο δίκαιος πολίτης, γνωρίζοντας καλά ότι συναρμογή του
πλήθους, του οποίου την ηγεμονία του την απέδωσε ο θεός, οφείλει να συντελεστεί με
πρότυπο τη θεϊκή συναρμογή του σύμπαντος». Πρβλ. Mathieu Bernard, 1987, ‘Archytas de
Tarente pythagoricien et ami de Platon’, Bulletin de l'Association G. Budé, 239-255.
υπακούοντας σε ένα κοινό λόγο ενότητας, σε μια έμμετρη τάξη που απηχεί
μια κοινή συμπαντική αρμονία και εξαιτίας αυτής της ορθής έμμετρης
πρόκειται για το όλο σύμπαν είτε για ένα απλό φυσικό ον μετέχει του
μέτρου, της κοσμιότητας, της τάξεως, της αρμονίας και της ενότητας που
είναι έμμετρο και άρα πεπερασμένο τότε πεπερασμένα είναι και τα μέρη
καὶ γῆν καὶ θεοὺς καὶ ἀνθρώπους τὴν κοινωνίαν συνέχειν καὶ φιλίαν438 καὶ
κοσμιότητα καὶ σωφροσύνην καὶ δικαιότητα͵ καὶ τὸ ὅλον τοῦτο διὰ ταῦτα
οὐ προ έχειν τὸν νοῦν τούτοις͵ καὶ ταῦτα σοφὸς ὤν͵ ἀλλὰ λέληθέν σε ὅτι ἡ
οι σοφοί439 προβάλλουν τον ισχυρισμό πως τον ουρανό και τη γη και τους
438 Πρβλ. Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Ἐκφάντου, ἐκ τοῦ Περὶ
βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): ἁ δ΄ ἐν τᾷ πόλει φιλία κοινῶ τινος τέλεος ἐχομένα τὰν τοῦ παντὸς
ὁμόνοιαν μιμᾶται· «Η φιλία που διέπει την πόλη αποβλέπει σ’ έναν κοινό τελικό σκοπό
και μιμείται την ομόνοια που διέπει το σύμπαν».
439 φασὶ δ᾿ οἱ σοφοί: Πρβλ. Πλάτ. Σοφ. 242c-243a. Εννοεί τους Πυθαγορείους σοφούς ή τον
Εμπεδοκλή, φιλόσοφο με επίσης πυθαγόρειες καταβολές. Εξάλλου είναι γνωστό ότι
πρώτος ο Πυθαγόρας ονόμασε το σύμπαν «Κόσμον». Ἀέτιος, Συναγωγή τῶν ἀρεσκόντων,
II 1, 1 (D. 327, 8): πρῶτος ὠνόμασε τὴν τῶν ὅλων περιοχὴν κό σμον ἐκ τῆς ἐν αὐτῷ τάξεως.
«Πρώτος ο Πυθαγόρας ονόμασε την περιοχή όλων των πραμάτων (δηλαδή το σύμπαν)
‘κόσμο’ εξ’ αιτίας της τάξης που ενυπάρχει σ’ αυτόν». Woolf R., 2000, “Callicles and Socrates:
Psychic (Dis)harmony in the Gorgias”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 18: 1-40.
το νου σου σε αυτά, ενώ μάλιστα είσαι σοφός, αλλά λανθάνεις στο σημείο
πως η γεωμετρική ισότητα441 και στους θεούς και στους ανθρώπους έχει
γεωμετρία».
δικαιοσύνη και η φιλία είναι κοινές τόσο για το συμπαντικό όσο και για
Πρβλ. Jaeger W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος,
440
442 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Ἐκφάντου, ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας
(περ. 400 π.Χ.): Ὅτι μὲν ἅπαντος ζῴω φύσις ποτί τε τὸν κόσμον ἅρμοκται καὶ τὰ ἐν τῷ
κόσμῳ πολλοῖς μοι δοκεῖ τεκμαρίοις φανερὸν ἦμεν. συμπνείουσα γὰρ αὐτῷ καὶ συνδεδεμένα
τὰν ἀρίσταν τε ἅμα καὶ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν ὀπαδεῖ ῥύμᾳ τῶ παντὸς περιαγεομένω ποτί
τε τὰν κοινὰν εὐκοσμίαν καὶ ποττὰν ἴδιον ἑκάστω διαμονάν· παρὸ καὶ τόδε κόσμος
ποταγορεύεται καὶ ἔντι τῶν ὄντων ζῴων τελῃότατον. ἐν δὲ τοῖς μέρεσσιν αὐτῶ πολλοῖς τε
ὄντεσσι καὶ διαφόροις τὰν φύσιν ἐξάρχει τι ζῷον κατ΄ οἰκειότατα ἐγγενῆ καὶ διὰ τὸ μετέχεν
πλέον τῶ θείω. καὶ ἐν μὲν τᾷ τῶ θείω θέοντος ἀεὶ φύσει τὰ τὰν πράταν καὶ μεγίσταν
ἀκολουθίαν ἔχοντα ἀσπάζεται «Ότι η φύση κάθε έμβιου όντος είναι προσαρμοσμένη προς
το σύμπαν και το κοσμικό γίγνεσθαι θεωρώ ότι φανερώνεται από πλήθος τεκμηρίων.
Διότι βρίσκεται σε σύμπνοια και σύνδεση και ακολουθεί το υπέρτατο νομοτελειακό
ρεύμα του σύμπαντος, καθώς αυτό περιστρέφεται, και ταυτόχρονα μετέχουν στη
συμπαντική ευκοσμία τα μέρη της δικής τους (των έμβιων όντων) ιδιαίτερης ύπαρξης. Γι’
αυτό το λόγο το σύμπαν ονομάζεται κόσμος και είναι το τελειότερο δημιούργημα των
έμβιων όντων. Μεταξύ των μερών του σύμπαντος, που είναι όντα αναρίθμητα και
διαφορετικά ως προς τη φύση τους, προεξάρχει ένα έμβιο ον σε μέγιστο βαθμό συγγενές
με το θεό του σύμπαντος και μετέχει περισσότερο από όλα τα άλλα όντα στη θεϊκή
αρμονία. Και, καθώς λοιπόν, ο άνθρωπος μετέχει στη θεϊκή φύση διάκειται πάντοτε
ευνοϊκά προς την υπέρτατη και μέγιστη συμπαντική νομοτέλεια».
443 Ἰάμβλ. Βί. Πυθ. 7.34.13: φυγαδευτέον πάσῃ μηχανῇ καὶ περικοπτέον πυρὶ καὶ σιδήρῳ καὶ
μηχαναῖς παντοίαις ἀπὸ μὲν σώματος νόσον͵ ἀπὸ δὲ ψυχῆς ἀμαθίαν͵ κοιλίας δὲ
πολυτέλειαν͵ πόλεως δὲ στάσιν͵ οἴκου δὲ διχοφροσύνην͵ ὁμοῦ δὲ πάντων ἀμετρίαν.
«Είναι αναγκαίο να αποφεύγεται με κάθε τρόπο και να κόβεται δια πυρός και σιδήρου
φυσικού μέτρου διά της τυφλής υπακοής στα σωματικά πάθη, δεν έχει
καθένα αυτό που του αξίζει σύμφωνα με την ατομική του αξία και τις
όντων και εφαρμογή αυτής της φυσικής ορθότητας, αυτού του φυσικού
και με παντός είδους έλεγχο των περιστάσεων από το σώμα η νόσος, από την ψυχή η
αμάθεια, από την κοιλιά η πολυτέλεια, από την πόλη η πολιτική διαμάχη-εξέγερση, από
την οικογένεια η διχόνοια, και από όλα συνολικά η έλλειψη μέτρου».
καὶ δικαιοσύνης, ΜΓ΄, 136: Δεῖ δὲ τὸν νόμον ἀκόλουθον ἦμεν τᾷ φύσει͵
τούτων αἴτε πλῃόνων αἴτε πάντων ἀπο λείπεται͵ ἤτοι οὐ νόμος ἢ οὐ τέλῃος
δέξασθαι͵ τὸ δὲ ποθ΄ αὑτὼς καὶ τὸ ἐνδεχόμενον· οὕτω γὰρ καὶ τοὶ νοσέοντες
τις επιταγές της φύσης, η εφαρμογή του στα πολιτικά πράγματα να είναι
δυνατή και επωφελής για την πολιτική κοινωνία· γιατί αν μία από αυτές
τις παραμέτρους, ή κάποιες ή και όλες δεν είναι επιτεύξιμες, ούτε νόμος
δίκαιο που απονέμει στον καθένα ανάλογα με την ιδιοσυστασία του και
την ατομική του αξία (= γεωμετρική ισότητα). Ο νόμος είναι ισχυρός, στο
αυτό δηλαδή που συμφέρει τους ίδιους ανάλογα με την εναλλαγή των
Η πόλη και οι πολίτες, που δεν τελούν υπό τις επιταγές και τους
την συμπαντική αρμονία, νοσούν και γι’ αυτό έχουν την ανάγκη
αποδίδει στον κάθε πολίτη αυτό που του αξίζει σύμφωνα με την ατομική
φύση του. Κάθε κατάλυση της φυσικής δικαιοσύνης, την οποία εγγυάται η
πράγμα που σημαίνει ότι η δικαιοσύνη δεν αποκλείει τον διά της πειθούς
444 Ἰάμβλ. Βί. Πυθ. 7.34: ἀνεῖλε δὲ ἄρδην στάσιν καὶ διχοφωνίαν καὶ ἁπλῶς
ἑτεροφροσύνην.
καὶ δικαιοσύνης, ΜΓ΄, 132. 22: συνείρονται μὲν γὰρ ταὶ πράξιες ἐκ τοῦ
ἄρχειν καὶ τοῦ ἄρχεσθαι καὶ τρί τον ἐκ τοῦ κρατεῖν. Τὸ μὲν οὖν ἄρχεν τῶ
ἄρχει μὲν γὰρ τὸ λόγον ἔχον τᾶς ψυχᾶς͵ ἄρχεται δὲ τὸ ἄλογον͵ κρατοῦντι δὲ
υπεροχή και κατευθύνει, από εκείνο που κατευθύνεται και τρίτον από την
εποικοδομητική σχέση εξουσίας που διέπει και τα δύο μέρη. Αυτό λοιπόν
ανίσχυρο, η αμοιβαία σχέση εξουσίας και στα δύο μέρη445· το έλλογο μέρος
επικράτηση εναντίον των παθών· από την αρμονική συναρμογή και των
445 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Ἐκφάντου, ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας
(περ. 400 π.Χ.): ὁ κατ΄ ἀρετὰν ἐξάρχων καλέεταί τε βασιλεὺς καὶ ἔντι͵ ταύταν ἔχων φιλίαν
τε καὶ κοινωνίαν ποτὶ τὼς ὑπ΄ αὔταυτον͵ ἅνπερ ὁ θεὸς ἔχει ποτί τε τὸν κόσμον καὶ τὰ ἐν
αὐτῷ. ὅλαν δὲ τὰν εὔνοιαν χρὴ παρασκευάζεσθαι πρῶτα μὲν παρὰ τῶ βασιλέως ἐς τὼς
βασιλευομένως͵ δεύτερον δὲ παρὰ τῶνδε ἐς τὸν βασιλέα͵ ὁποία γεννάτορος ποτὶ υἱέα καὶ
ποτὶ ποίμναν νομέως καὶ νόμω ποτὶ χρωμένως αὐτῷ. «Αυτός που κυβερνά με ιδανικό
τρόπο ονομάζεται και είναι πραγματικός βασιλιάς και έχει την ίδια σχέση και
επικοινωνία προς τους υπηκόους του με τη σχέση του θεού προς το σύμπαν και τα μέρη
αυτού. Πρώτα πρέπει να δομείται η εύνοια του βασιλιά προς τους υπηκόους του και κατά
δεύτερο λόγο των υπηκόων προς τον βασιλιά, όπως ακριβώς διάκειται ευνοϊκά ο πατέρας
προς τον υιό και ο ποιμένας προς το κοπάδι του και ο νόμος προς εκείνους ενεργούν
σύμφωνα με αυτόν».
τον αρμονικό κόσμο και όχι βέβαια το χάος. Αρχή όλων των όντων είναι η
αριθμοί και από τους αριθμούς τα σημεία και οι γραμμές, εκ των οποίων
και διεκπεραιωτής της τάξης και υπακοή στην ορθή τάξη από ένα
446 Ἰάμβλ. Βί. Πυθ. 18.83. Πρβλ. Cornford F. M., 1922–1923, ‘Mysticism and Science in the
Pythagorean Tradition’, CQ 16: 137–150; 17: 1–12.
447 Διόγ. Λαέρτ. 8. 25.
448 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ
Περὶ βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): βασιλέως ὥσπερ θεῶ ἐν τῷ κόσμῳ ὧ ἁγεμών τε καὶ
έλλογο ον και γι’ αυτό η συγγένειά του με την έλλογη αρμονία του
προστάτας ἐντί͵ ξυνᾷ μὲν τὸ ποτὶ μίαν ἀρχάν τε καὶ ἁγεμονίαν τὸ ὅλον ξυναρμόσθαι͵ καθ΄
ἕκαστον δὲ τὸ καὶ τὰ κατὰ μέρος ποττὰν αὐτὰν ἁρμονίαν τε καὶ ἁγεμονίαν συναρμόζεσθαι.
«Έργο του βασιλιά, όπως ακριβώς του θεού, είναι να κυβερνάει και να προστατεύει τον
κόσμο, με την ιδέα ότι το σύμπαν διέπεται από μία ανώτατη αρχή και διακυβέρνηση και
είναι ορθά διατεταγμένο, και ότι τα επιμέρους στοιχεία του σύμπαντος διέπονται από
την ίδια αρμονία και συναρμογή της ανώτατης αρχής». Πρβλ. Mueller I., 1997, ‘Greek
arithmetic, geometry and harmonics: Thales to Plato’, in Routledge History of Philosophy Vol. I:
From the Beginning to Plato, C. C. W. Taylor (ed.), London: Routledge, 271–322.
449 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ
Περὶ βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): κυβερνάτα μὲν γὰρ ἔργον ἐντὶ τὰν ναῦν σῴζεν͵ ἁνιόχω δὲ
τὸ ἅρμα͵ ἰατρῶ δὲ τὼς νοσίοντας͵ βασιλέως δὲ καὶ τῶ στραταγῶ τὼς ἐν πολέμῳ
κινδυνεύοντας. ὧ γὰρ ἕκαστος ἁγεμών ἐντι συστάματος͵ τούτω καὶ ἐπιστάτας καὶ
δαμιουργός «Έργο του κυβερνήτη του πλοίου είναι μέσω της ορθής διακυβέρνησης να
διασώζει το πλοίο, του ηνιόχου να οδηγεί το άρμα, του ιατρού να θεραπεύει τους
νοσούντες, του βασιλιά και του στρατηγού έργο είναι να διασώζουν αυτούς που
διακινδυνεύουν τη ζωή τους στον πόλεμο. Καθένας δηλαδή από αυτούς είναι ειδήμων
και ηγεμών της ομάδας, της οποίας είναι επικεφαλής».
450 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Ἐκφάντου, ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας
(περ. 400 π.Χ.): ὅτι δ΄ ἁ τῶ κόσμω φρόνασις ὁ θεός ἐντι͵ φανερόν· συνέχεται γὰρ εὐκοσμίᾳ τε
καὶ τάξει τᾷ δεούσᾳ· νόω δὲ χωρὶς οὐκ ἂν αὐτὰ γενοίατο. οὐδ΄ ὁ βασιλεὺς δὴ χωρὶς
φρονάσιος. «Ότι η φρόνηση του σύμπαντος είναι ο θεός είναι φανερό· διότι ο κόσμος
προερχόμενους νόμους451.
προς την πόλη την ίδια σχέση που έχει ο θεός (ο οποίος προσωποποιεί την
επιβάλλει την τάξη εντός της ψυχής του, αφού καθυποτάξει στην έλλογη
φρόνησή του τα άλογα πάθη του και αφού πετύχει έτσι την ομοίωση με
συνέχεται από ευκοσμία (ορθή διευθέτηση) και με τη δέουσα τάξη· χωρίς νου (έλλογο
σχεδιασμό) αυτά δε θα μπορούσαν να γίνουν. Ούτε βασιλιάς θα μπορούσε να υπάρξει
χωρίς φρόνηση».
451 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ
Περὶ βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): τὸ μὲν γὰρ δίκαιον ἐν τῷ νόμῳ ἐντί͵ ὁ δέ γε νόμος αἴτιος τῶ
δικαίω͵ ὁ δὲ βασιλεὺς ἤτοι νόμος ἔμψυχός ἐντι ἢ νόμιμος ἄρχων· «Διότι το δίκαιο ενυπάρχει
στο νόμο και ο νόμος είναι αιτία του δικαίου, και ο βασιλιάς-επιστήμων ή αποτελεί
έμψυχο νόμο ή εξουσιάζει σύμφωνα με το νόμο».
452 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Διωτογένεος Πυθαγορείου ἐκ τοῦ
Περὶ βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): τῶν μὲν οὖν φύσει τιμιωτάτων ἄριστον ὁ θεός͵ τῶν δὲ περὶ
γᾶν καὶ τὼς ἀνθρώπως ὁ βασιλεύς. ἔχει δὲ καὶ ὡς θεὸς ποτὶ κόσμον βασιλεὺς ποτὶ πόλιν·
καὶ ὡς πόλις ποτὶ κόσμον βασιλεὺς ποτὶ θεόν. ἁ μὲν γὰρ πόλις ἐκ πολλῶν καὶ διαφερόντων
συναρμοσθεῖσα κόσμου σύνταξιν καὶ ἁρμονίαν μεμίμαται͵ ὁ δὲ βασιλεὺς ἀρχὰν ἔχων
ἀνυπεύθυνον͵ καὶ αὐτὸς ὢν νόμος ἔμψυχος͵ θεὸς ἐν ἀνθρώποις παρεσχαμάτισται «Από τα
πιο αξιόλογα φυσικά δημιουργήματα την ανώτερη θέση κατέχει ο θεός, και όσον αφορά
τα γήινα και ανθρώπινα πράγματα ο βασιλεύς υπερέχει. Ο βασιλιάς έχει προς την πόλη
την ίδια σχέση που έχει ο θεός προς το σύμπαν, και την ίδια σχέση που έχει η πόλη προς
το σύμπαν, έχει και ο βασιλιάς προς τον θεό. Διότι η πόλη που είναι συναρμοσμένη από
πολλά και διαφορετικά στοιχεία μιμείται την εύτακτη διευθέτηση και την αρμονία του
σύμπαντος, και ο βασιλιάς που κυβερνά χωρίς να χρειάζεται νομικό έλεγχο, καθώς είναι
ο ίδιος έμψυχος νόμος, επέχει θέση θεού μεταξύ των ανθρώπων». Πρβλ. Burkert W., 1960,
‘Platon oder Pythagoras? Zum Ursprung des Wortes “Philosophia”’, Hermes 88: 159-77.
άνδρας μιμείται την αιώνια θεϊκή τάξη του σύμπαντος453 μέσω της
διάστημα, λόγω της επιδεκτικής στη σοφία ατομικής φύσης του αλλά και
453 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Σθενίδα Λοκροῦ Πυθαγορείου, Περὶ
βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): Χρὴ τὸν βασιλέα σοφὸν ἦμεν· οὕτω γὰρ ἐσσεῖται ἀντίμιμος καὶ
ζηλωτὰς τῶ πράτω θεῶ. οὗτος γὰρ καὶ φύσει ἐστὶ καὶ πρᾶτος βασιλεύς τε καὶ δυνάστας͵ ὁ
δὲ γενέσει καὶ μιμάσει. καὶ ὁ μὲν ἐν τῷ παντὶ καὶ ὅλῳ͵ ὁ δὲ ἐπὶ γᾶς͵ καὶ ὁ μὲν ἀεὶ τὰ πάντα
διοικεῖ τε καὶ ζώει αὐτὸς ἐν αὑτῷ κεκταμένος τὰν σοφίαν͵ ὁ δ΄ ἐν χρόνῳ ἐπιστάμαν. ἄριστα
δέ κα μιμέοιτο τοῦτον «Ο βασιλιάς πρέπει να είναι σοφός· διότι έτσι θα είναι αντάξιος
μιμητής και ζηλωτής του υπέρτατου θεού. Διότι ο θεός είναι σύμφωνα με τη φύση
υπέρτατος βασιλιάς και κυρίαρχος, ενώ ο ανθρώπινος βασιλιάς ανήκει στη θεϊκή γενιά
και μιμείται τη θεϊκή κυριαρχία. Ο θεός είναι κυρίαρχος του σύμπαντος, ενώ ο βασιλιάς
κυρίαρχος των ανθρωπίνων πραγμάτων, και ο θεός ζει αιώνια και διοικεί τα πάντα
κατέχοντας μέσα του τη σοφία, ο βασιλιάς είναι κάτοχος της επιστήμης που απέκτησε
μέσα σε συγκεκριμένο χρόνο και δύναται να μιμηθεί με άριστο τρόπο τη θεϊκή
βασιλεία».
454 Διόγ. Λαέρτ. 8. 8.
σχετικότητας).
τίτλο του υπέρτατου πολιτικού συντελεστή κατ’ επίφαση αλλά κατ’ ουσία.
455 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Ἐκφάντου, ἐκ τοῦ Περὶ βασιλείας
(περ. 400 π.Χ.): ἐν δὲ τᾷ γᾷ καὶ παρ΄ ἁμῖν ἀριστοφυέστατον μὲν ἄνθρωπος͵ θειότερον δ΄ ὁ
βασιλεὺς ἐν τᾷ κοινᾷ φύσει πλεονεκτῶν τῶ κρέσσονος͵ τὸ μὲν σκᾶνος τοῖς λοιποῖς ὅμοιος͵
οἷα γεγονὼς ἐκ τᾶς αὐτᾶς ὕλας͵ ὑπὸ τεχνίτα δ΄ εἰργασμένος λῴστω͵ ὃς ἐτεχνίτευσεν αὐτὸν
ἀρχετύπῳ χρώμενος ἑαυτῷ· κατασκεύασμα δὴ ὦν ὁ βασιλεὺς ἓν καὶ μόνον ἐντὶ οἷα τύπος
τῶ ἀνωτέρω βασιλέως͵ τῷ μὲν πεποιηκότι γνώριμον ἀεί «Επάνω στη γη και στο φυσικό
περιβάλλον την τελειότερη φυσική ιδιοσυστασία (ανάμεσα στα έμβια όντα) έχει ο
άνθρωπος, και τα περισσότερο θεϊκά χαρακτηριστικά τα έχει ο βασιλιάς, που υπερέχει
και πλεονεκτεί ανάμεσα στην κοινή φύση των ανθρώπων, όμοιος βέβαια με τους άλλους
ανθρώπους στο σώμα, αφού αποτελείται από την ίδια σωματική ύλη, δουλεμένος όμως
από άριστο τεχνίτη (τον θεό), που τον φιλοτέχνησε χρησιμοποιώντας ως αρχέτυπο την
ίδια του την υπόσταση· ο βασιλιάς αποτελεί ένα και μοναδικό δημιούργημα τυπολογική
προσέγγιση του ανώτατου θεϊκού βασιλιά, πάντα γνώριμο στον δημιουργό του».
του ορθού φυσικού δικαίου και θεμελιώνει την έννοια της πολιτικής
άμετρης πλεονεξίας και απόλαυσης της ηδονής διά μέσω της ισχύος του
ηδονής, του συμφέροντος και της πλεονεξίας του εμπειρικού φορέα της.
πάντα χρήματα ἦν ὁμοῦ· εἶτα νοῦς ἐλθὼν αὐτὰ διεκόσμησεν) -, ταυτίζει την
τη φιλοσοφία456.
456 Στοβ. Ἀνθ., Ὑποθῆκαι Περὶ βασιλείας ΜΗ΄, 61-66, Σθενίδα Λοκροῦ Πυθαγορείου, Περὶ
βασιλείας (περ. 400 π.Χ.): οὐδὲν δὲ ἀβασίλευτον καλὸν οὐδὲ ἄναρχον· ἄνευ δὲ σοφίας καὶ
ἐπιστάμας οὔτε μὰν βασιλέα οὔτε ἄρχοντα οἷόν τε ἦμεν. μιματὰς ἄρα καὶ ὑπηρέτας
ἐσσεῖται τῶ θεῶ ὁ σοφός τε καὶ νόμιμος βασιλεύς. «Τίποτα δεν είναι καλό χωρίς βασιλεία
και διακυβέρνηση· Επιπλέον, χωρίς σοφία και επιστήμη δεν μπορεί να υπάρξει αληθινός
βασιλιάς και άρχοντας. Άρα νόμιμος υπηρέτης και μιμητής του θεού είναι και ο σοφός
και ο σύμφωνος με το φυσικό δίκαιο άρχοντας».
Σωκράτης - Πλάτων
Ο
πολιτικός άνδρας λοιπόν αποτελεί ομοίωση της θεϊκής
αρετής, που αποτελεί την φυσική τελείωση της ανθρώπινης φύσης και
μόνο εγκώμια αρμόζει να εγείρει στους συνανθρώπους και στην πόλη την
οποία διοικεί; Μήπως οι κατά φύση βέλτιστοι πολιτικοί άνδρες τελούν υπό
θεού, όταν λαμβάνουν τις θαυμαστές αποφάσεις τους και εκτελούν τις
ανεξήγητα και τυχαία από τον ουρανό, η ἀρετὴ ἂν εἴη οὔτε φύσει οὔτε
είναι αποτέλεσμα ούτε της βέλτιστης ανθρώπινης φύσης ούτε βέβαια της
έλλογος Τειρεσίας ανάμεσα στις άλογες σκιές των νεκρών, που δύναται
460 Πλάτ. Μέν. 99d: καὶ τοὺς πολιτικοὺς οὐχ ἥκιστα τούτων φαῖμεν ἂν θείους τε εἶναι καὶ
ἐνθουσιάζειν͵ ἐπίπνους ὄντας καὶ κατεχομένους ἐκ τοῦ θεοῦ͵ ὅταν κατορθῶσι λέγοντες
πολλὰ καὶ μεγάλα πράγματα͵ μηδὲν εἰδότες ὧν λέγουσιν.
461 Ὁμηρ. Ὀδυσ. κ . 490-495 (Μετάφραση Ἀργ. Ἐφταλιώτη):
εἰς Ἀίδαο δόμους καὶ ἐπαινῆς Περσεφονείης,
ψυχῇ χρησομένους Θηβαίου Τειρεσίαο,
μάντηος ἀλαοῦ, τοῦ τε φρένες ἔμπεδοί εἰσι·
τῷ καὶ τεθνηῶτι νόον πόρε Περσεφόνεια,
οἴῳ πεπνῦσθαι, τοὶ δὲ σκιαὶ ἀίσσουσιν.᾽
«στῆς Περσεφόνης τῆς σκληρῆς καὶ στοῦ Ἅδη τὰ λημέρια
θὰ πᾶτε, τὰ μελλούμενα ν' ἀκοῦστε ἀπ' τὸ Θηβαῖο
τὸν Τειρεσία, τὸν τυφλὸ μάντη ποὺ ὁ νοῦς του ἀκόμα
υφής και της λειτουργίας πολιτικού του νόμου με σκοπό τον χειρισμό του
ανέπαφος από την σκεπτικιστική επίθεση του σοφιστή σε κάθε τομέα του
νόμου, δεν αναζήτησε την αιτία, την ουσία και το σκοπό του νόμου και της
στόχο την ανάληψη του πλήρους ελέγχου των συνθηκών αυτών από τον
βάθρων κριτικής των κείμενων γνωμών (ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα), αναζήτησε
των θετών νόμων που αλλάζει συνεχώς μορφή στον ρου του χρόνου και
ανάπτυξή του στον φυσικό και κοινωνικό χώρο. Αν δεχτούμε ότι δεν
αρχές αποτελούν την αιτία των όντων, διαφορετικά χωρίς πρώτες αρχές
οδηγήσει την έρευνα για το φυσικό κόσμο: στη φύση των πραγμάτων, στο
φυσικό υπόστρωμα-ουσία που αποτελεί την αιτία της κίνησης και της
462 Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός
Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, σελ. 195, μτφρ.,
Κολιόπουλος Κ., Ποιότητα, Αθήνα 2007.
463 Press Gerald A[lan] 1996, “The State of the Question in the Study of Plato,” Southern Journal
of Philosophy 34, 507-32.
464
Vlastos G. (1993), Σωκράτης: Ειρωνευτής και Ηθικός Φιλόσοφος, μτφρ. Π. Καλλιγάς,
Εστία, Αθήνα, σελ. 386-388.
για το σύνολο των υπαρκτών όντων επικέντρωσε την φυσική αυτή έρευνα
αιτίας, της ουσίας και του σκοπού του ανθρώπου. Ο άνθρωπος όμως,
των πραγμάτων. Ο θετός νόμος «έκρυβε» την ορθότητα της φύσης και
στην ουσία της αιώνιας ανθρώπινης φύσης που βρίσκεται πέρα από το
άνθρωποι.
κινείται. Η ψυχή με τη σειρά της διαιρείται σε τρία μέρη στο λόγο, το θυμό
και την επιθυμία (βλ. Πλάτ. Πολιτ. 427 κ.ε.). Το λογιστικό ψυχικό μέρος
λόγο που ηγεμονεύει και μεταδίδει ευταξία (ορθή τάξη) και ευκοσμία
κυριαρχία του λογιστικού ψυχικού μέρους, του ορθού λόγου επί των
άλλων μερών της αρετής. Το θυμοειδές ψυχικό μέρος είναι αυτό που
μέρος, που περικλείει την ροπή του ανθρώπινου σώματος προς την
ικανοποίηση υλικών επιθυμιών από τις οποίες αντλεί ηδονή και ωφέλεια.
αρχή του στο επιθυμητικό ψυχικό μέρος θα επέλθει η διαφθορά της ψυχής
επί των επιθυμιών και διατηρεί την ψυχική τάξη, την αυτοκυριαρχία, που
του λογιστικού και την κυριαρχία της αδικίας. Η ψυχική αδικία ορίζεται ως
δικαιοσύνη είναι συνολική αρετή της ψυχής που εξασφαλίζει την ψυχική
αρμονία, που προκύπτει από την υποταγή του κατώτερου ψυχικού μέρους
ψυχής πράττει το έργο που του έχει ανατεθεί από τη φύση και δεν
έργο που είναι καθορισμένο από τη φύση συντελώντας στην ορθή φυσική
ενεργοποίηση της γνώσης αυτής μέσω της επιβολής της ορθής ψυχικής
δηλαδή το να γνωρίζει κάποιος το ορθό και ωφέλιμο για τον ίδιο και να
λογισμὸν πρὸς τὰ δοκοῦντα ἡδέα εἶναι (Πλάτ. Ὅρ. 416a), είναι αδύνατη στο
466 Windelband W. – Heimsoeth H. Lehrbuch der Geschichte der Philosophie, Tübingen 1976,
Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μτφρ. Σκουτερόπουλος Ν.Μ., Τόμος Α´, Μ.Ι.Ε.Τ.
Αθήνα 1991, σελ. 91.
εμπίπτει στην συνθήκη του παραλογισμού ή της αδικίας, διότι στην πρώτη
λογιστικού και άρα δεν μπορούμε να ομιλούμε για αρετή, για ιδανική
σκοπού της ανθρώπινης φύσης, ορθή βούληση αυτού του σκοπού και ορθή
ενώ στην πραγματικότητα δρα παρά τους κανόνες της αρετής και
επιθυμεί την αδικία σημαίνει ότι σε καμία περίπτωση δεν είναι ενάρετος
είτε διότι δεν γνωρίζει, και άρα στην πραγματικότητα δεν θέλει468, το ορθό
467 Zingano Marco, “Akrasia and the Method of Ethics,”. In Christopher Bobonich and Pierre
Destree (eds.), Akrasia in Greek Philosophy. Leiden: Brill 2007, pp. 167 – 192.
468 Πρβλ. Πλάτ. Γοργ. 466d-e: φημὶ γάρ͵ ὦ Πῶλε͵ ἐγὼ καὶ τοὺς ῥήτορας καὶ τοὺς τυράννους
δύνασθαι μὲν ἐν ταῖς πόλεσιν σμικρότατον͵ ὥσπερ νυνδὴ ἔλεγον· οὐδὲν γὰρ ποιεῖν ὧν
βούλονται ὡς ἔπος εἰπεῖν͵ ποιεῖν μέντοι ὅτι ἂν αὐτοῖς δόξῃ βέλτιστον εἶναι (…) Ἀγαθὸν
οὖν οἴει εἶναι͵ ἐάν τις ποιῇ ταῦτα ἃ ἂν δοκῇ αὐτῷ βέλτιστα εἶναι͵ νοῦν μὴ ἔχων; καὶ τοῦτο
καλεῖς σὺ μέγα δύνασθαι; «Σω.: Γιατί πεποίθησή μου είναι Πώλε, ότι και οι ρήτορες και οι
τύραννοι μηδαμινή επιρροή ασκούν στις πολιτικές κοινότητες καθώς προ ολίγου έλεγα.
Διότι τίποτε δεν διεκπεραιώνουν με επιτυχία εξ όσων επιθυμούν, για να το διατυπώσω
έτσι, αλλά πράττουν βέβαια, ότι φαίνεται να επιφέρει συμφέρον στους ίδιους (…)
Θεωρείς λοιπόν, πως αποτελεί αγαθό, αν κάποιος διαπράττει όσα φαίνονται εξαιρετικά
συμφέροντα στον ίδιο, ενώ στην ουσία είναι ανόητος, και αυτό λοιπόν εσύ αποκαλείς
μεγάλη ισχύ»;
(οὐδεὶς ἑκὼν κακός) είτε είναι απατεώνας, σοφιστής των σοφιστών που
εξυπηρετώντας ιδιοτελώς την ατομική του ηδυπάθεια και άρα αδικία του
469 Windelband W. – Heimsoeth H. Lehrbuch der Geschichte der Philosophie, Tübingen 1976,
Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μτφρ. Σκουτερόπουλος Ν.Μ., Τόμος Α´, Μ.Ι.Ε.Τ.
Αθήνα 1991, σελ. 92-96.
470 Strauss L., Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, σελ. 129, μτφρ. Ροζάνης Σ., Λυκιαρδόπουλός Γ.,
Γνώση, Αθήνα 1988.
δίκαιο, πριν αποτελέσει μέρος του συμπαντικού όλου, είναι μέρος της
μέρος της δίποδης, άφτερης, ακέρατης αγέλης (Πλάτ. Πολιτικ. 266e), είναι
471 Schofield M., "Plato on the Economy," in The Ancient Greek City-State, ed. M.H. Hansen
(Copenhagen, 1993), 183-196; rerpinted in his Saving the City: Philosopher-Kings and Other
Classical Paradigms (London: Routledge, 1999), 69-81.
φυσικό οργανισμό, όπου ο κάθε πολίτης έχει το ρόλο του ανάλογα με τις
φυσικές δυνατότητες του. Η ενότητα της πόλης είναι προϊόν της κατά
φύση εξειδίκευσης473.
εκτελεί τη λειτουργία που αρμόζει στη φύση του προς επίτευξη του ορθού
φυσικού μέτρου, της φυσικής δικαιοσύνης, της αρετής και συνεπώς της
ενότητας (σοφίας) που διέπει το σύμπαν αλλά και την ανθρώπινη ψυχή.
Είναι γνώστες των αρχών, της ουσίας-φύσης και του σκοπού των
προς την φυσική ευδαιμονία. Η τάξη των φυλάκων επίκουρων έπεται στην
και για την αποφυγή της εξωτερικής απειλής προς την ζωτική πολιτική
Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων,
472
εναντίον των ανώτερων γεγονός που θα επιφέρει την αδικία εντός του
ἄγαν, το ορθό φυσικό μέτρο που προκύπτει από την αξιολογική κατάταξη
(υπό τις επιταγές της γεωμετρικής ισότητας) των φυσικών και πολιτικών
κατάσταση δεν επικαθορίζεται από την επιστήμη της φύσης των όντων,
δηλαδή από τη φιλοσοφία, αλλά από την εμπειρία, από την εμπειρική
γίγνεσθαι, ή την αμάθεια, που βρίσκει την απόλυτη έκφρασή της στον
474 Kenny A.J.P., "Mental Health in Plato's Republic," Proceedings of the British Academy 55 (1969):
229-253; reprinted in his The Anatomy of Soul (Oxford: Blackwell, 1973): 1-27.
παρά την επιμελημένη αγωγή που λαμβάνουν από τους διδασκάλους της
σοφιστών τις περισσότερες φορές ενεργούν υπό τις επιταγές της αδικίας
διδάσκουν αναμφίβολα κάποια τέχνη, τότε αυτή η τέχνη είναι η τέχνη της
Κίμων (υιός του Μιλτιάδη νικητής των Περσών και ονομαστός πολιτικός
σχεδόν ως ημίθεοι από τους συμπολίτες τους, όλοι τους σε κάποια στιγμή
της ζωής τους γνώρισαν την απαξίωση από το ίδιο το πλήθος που τους
αποθέωνε και βρέθηκαν ατιμασμένοι είτε στη φυλακή είτε στην εξορία
εκτέλεση. Ένας ικανός από τη φύση του ηνίοχος, ο οποίος στην αρχή της
εκμάθησης της τέχνης του ηνιόχου δεν εκπίπτει από το άρμα - πράγμα
εκπέσει από το άρμα ή να χάσει τον έλεγχο των ίππων στην πλήρη ακμή
της εκδίπλωσης της τέχνης του ηνιόχου, όταν εκτός από τους κανόνες
χρήσης του άρματος προστεθεί και η εμπειρία που πηγάζει από την
476 Πλάτ. Πολιτ. 493a: Ἕκαστος τῶν μισθαρνούντων ἰδιωτῶν͵ οὓς δὴ οὗτοι σοφιστὰς
καλοῦσι καὶ ἀντιτέχνους ἡγοῦνται͵ μὴ ἄλλα παιδεύειν ἢ ταῦτα τὰ τῶν πολλῶν δόγματα͵
ἃ δοξάζουσιν ὅταν ἁθροισθῶσιν͵ καὶ σοφίαν ταύτην καλεῖν.
πολιτικοί, που εκπίπτουν από το άρμα της πολιτείας με τους πολίτες που
εφόσον δεν γνωρίζουν της πολιτική επιστήμη που θα τους προσέδιδε την
477 Πλάτ. Γοργ. 516e-517a: καίτοι οὗτοι͵ εἰ ἦσαν ἄνδρες ἀγαθοί͵ ὡς σὺ φῄς͵ οὐκ ἄν ποτε
ταῦτα ἔπασχον. οὔκουν οἵ γε ἀγαθοὶ ἡνίοχοι κατ΄ ἀρχὰς μὲν οὐκ ἐκπίπτουσιν ἐκ τῶν
ζευγῶν͵ ἐπειδὰν δὲ θεραπεύσωσιν τοὺς ἵππους καὶ αὐτοὶ ἀμείνους γένωνται ἡνίοχοι͵
τότ΄ ἐκπίπτουσιν· οὐκ ἔστι ταῦτ΄ οὔτ΄ ἐν ἡνιοχείᾳ οὔτ΄ ἐν ἄλλῳ ἔργῳ οὐδενί … οὐδένα
ἡμεῖς ἴσμεν ἄνδρα ἀγαθὸν γεγονότα τὰ πολιτικὰ ἐν τῇδε τῇ πόλει. Όμως αυτοί, αν
πραγματικά ήταν ικανοί πολιτικοί άνδρες, όπως εσύ ισχυρίζεσαι, δεν θα πάθαιναν ποτέ
αυτά. Οι ικανοί ηνίοχοι δηλαδή, δεν εκπίπτουν από το άρμα στην αρχή, αλλά μετέπειτα
όταν επιμεληθούν τους ίππους και αυτοί οι ίδιοι γίνουν (με την εξάσκηση) καλύτεροι
ηνίοχοι, τότε πέφτουν· Αυτά τα παράδοξα δεν συμβαίνουν ούτε στην τέχνη του ηνιόχου
ούτε σε καμία άλλη … εμείς δεν γνωρίζουμε κανένα άνδρα, σ’ αυτήν εδώ την πόλη, ο
οποίος υπήρξε ικανός στην πολιτική πράξη. Πρβλ. Πλάτ. Γοργ. 516b. Πρβλ. Ross W. D.,
1933, “The Socratic Problem,” Proceedings of the Classical Association 30, 7-24.
κατέδειξε ότι η φύση των όντων και όχι η σύμβαση καθορίζει σε κάθε
βελτίονι καὶ θεῷ καὶ ἀνθρώπῳ͵ ὅτι κακὸν καὶ αἰσχρόν ἐστιν οἶδα480. Ο
υφιστάμενο ον του έργου που αρμόζει στη φύση του και η αξιολογική
ευταξία-ευκοσμία των όντων μέσω της υπακοής του φύσει κατώτερου στο
ως τέκνο του νόμου σήκωσε με θράσος το χέρι και χτύπησε τον πατέρα
επιταγές του σεβάσμιου πατέρα του που τον τιμώρησε με την εσχάτη των
478 Vlastos Gregory, 1954, “The Third Man Argument in Plato's Parmenides,” Philosophical
Review 63, 319-49.
479 Πλάτ. Γοργ. 482b.
480 Πλάτ. Ἀπολ. 29b.
481 Πλάτ. Γοργ. 500c. Πρβλ. Vlastos G. (1993), Σωκράτης: Ειρωνευτής και Ηθικός Φιλόσοφος,
μτφρ. Π. Καλλιγάς, Εστία, Αθήνα, σελ.308-314.
εποχής του, ο μόνος πραγματικός γνώστης της επιστήμης των όντων, και
εφαρμογή του ορθού φυσικού μέτρου στα ανθρώπινα πράγματα προς την
είναι του στο νόμο, η ιδιότητα του πολίτη απορρέει από το σεβασμό και
την υπακοή στο νόμο. Κανένας πολίτης δεν έχει το δικαίωμα να καταλύει
μόνο τα δικαιώματά του που του προσφέρει ο νόμος αλλά και τις
πολιτείας και άρα η αιτία ύπαρξης της πολιτείας και κατ’ επέκταση των
482 Πλάτ. Γοργ. 521e: ΣΩ. Οἶμαι μετ΄ ὀλίγων Ἀθηναίων͵ ἵνα μὴ εἴπω μόνος͵ ἐπιχειρεῖν τῇ ὡς
ἀληθῶς πολιτικῇ τέχνῃ καὶ πράττειν τὰ πολιτικὰ μόνος τῶν νῦν· ἅτε οὖν οὐ πρὸς χάριν
λέγων τοὺς λόγους οὓς λέγω ἑκάστοτε͵ ἀλλὰ πρὸς τὸ βέλτιστον͵ οὐ πρὸς τὸ ἥδιστον.
«Σω.: Θεωρώ ότι εγώ μαζί με λίγους ακόμη Αθηναίους, για να μη πω μόνος, εφαρμόζω
την αληθινή πολιτική επιστήμη και ενεργώ πολιτικά μόνος ανάμεσα στους σημερινούς
(πολιτικούς). Επειδή λοιπόν οι λόγοι που διατυπώνω σε κάθε περίσταση δεν αποβλέπουν
στην τέρψη, αλλά αποσκοπώ πάντοτε στο καλύτερο και όχι στο ευχάριστο». Πρβλ.
Nehamas A., “Socratic Intellectualism.” Repr. Nehamas, A. (1999), ch. 2.
483 Πλάτ. Μενέξ. 238c: πολιτεία γὰρ τροφὴ ἀνθρώπων ἐστίν͵ καλὴ μὲν ἀγαθῶν͵ ἡ δὲ
ἐναντία κακῶν.
τους. Η άσκηση βίας προς αναίρεση των ενδεχομένως άδικων νόμων είναι
484 Πλάτ. Κρίτ. 51b-c: καὶ σέβεσθαι δεῖ καὶ μᾶλλον ὑπείκειν καὶ θωπεύειν πατρίδα
χαλεπαίνουσαν ἢ πατέρα͵ καὶ ἢ πείθειν ἢ ποιεῖν ἃ ἂν κελεύῃ͵ καὶ πάσχειν ἐάν τι προστάττῃ
παθεῖν ἡσυχίαν ἄγοντα͵ ἐάντε τύπτεσθαι ἐάντε δεῖσθαι͵ ἐάντε εἰς πόλεμον ἄγῃ
τρωθησόμενον ἢ ἀποθανούμενον͵ ποιητέον ταῦτα͵ καὶ τὸ δίκαιον οὕτως ἔχει͵ καὶ οὐχὶ
ὑπεικτέον οὐδὲ ἀναχωρητέον οὐδὲ λειπτέον τὴν τάξιν͵ ἀλλὰ καὶ ἐν πολέμῳ καὶ ἐν
δικαστηρίῳ καὶ πανταχοῦ ποιητέον ἃ ἂν κελεύῃ ἡ πόλις καὶ ἡ πατρίς͵ ἢ πείθειν αὐτὴν ᾗ
τὸ δίκαιον πέφυκε· βιάζεσθαι δὲ οὐχ ὅσιον οὔτε μητέρα οὔτε πατέρα͵ πολὺ δὲ τούτων ἔτι
ἧττον τὴν πατρίδα; «και ότι πρέπει να σεβόμαστε και περισσότερο να υπακούμε και να
δείχνουμε την αγάπη μας στην πατρίδα, όταν βρίσκεται σε δεινή θέση περισσότερο απ’
ότι στον πατέρα μας, και, ή να προσπαθούμε να την πείθουμε ότι κάνει λάθος, ή να
εκτελούμε ό, τι κι αν διατάζει. Και ή να υποφέρουμε, αν αυτή το θέλει, χωρίς την
παραμικρή διαμαρτυρία, και αν θέλει ακόμα να μας χτυπήσει ή να μας βάλει στην
φυλακή, ή να μας στείλει στον πόλεμο για να τραυματιστούμε ή να σκοτωθούμε, όλα
αυτά πρέπει να τα εκτελούμε. Και αυτό είναι το ορθό. Μάλιστα δεν πρέπει να
ξεφεύγουμε από την διάταξη της μάχης ούτε να οπισθοχωρούμε ούτε να
εγκαταλείπουμε τη θέση μας, αλλά και στον πόλεμο και στο δικαστήριο και οπουδήποτε
αλλού, καθήκον μας είναι να εκτελούμε όσα διατάσσει η πολιτεία και η πατρίδα, ή
αλλιώς (αν εκείνο που ή πατρίδα διατάζει δεν είναι κατά την κρίση μας δίκαιο), να της
υποδείξουμε και να την πείσουμε ποιο είναι το φυσικό δίκαιο. Να μεταχειριζόμαστε
όμως βία, δεν είναι ασέβεια σε μια μητέρα, σε έναν πατέρα και πολύ περισσότερο στην
πατρίδα»;
την πειθώ είτε με τη βία. Αυτή είναι η μοναδική αλήθεια της φιλοσοφίας
νόμου από τον πολίτη, όσο ορθός και αν είναι αυτός ο νόμος, ακόμη κι αν
485 Πλάτ. Γοργ. 519a. Πρβλ. Cooper J.M., 1999, ‘Socrates and Plato in Plato's Gorgias’, in his
Reason and Emotion, Princeton: Princeton University Press, 29-75.
486 Πλάτ. Κρίτ. 48a: ΣΩ. Οὐκ ἄρα͵ ὦ βέλτιστε͵ πάνυ ἡμῖν οὕτω φροντιστέον τί ἐροῦσιν οἱ
πολλοὶ ἡμᾶς͵ ἀλλ΄ ὅτι ὁ ἐπαΐων περὶ τῶν δικαίων καὶ ἀδίκων͵ ὁ εἷς καὶ αὐτὴ ἡ ἀλήθεια.
Λοιπόν, φίλε μου, δεν πρέπει να ενδιαφερόμαστε τόσο πολύ για το τι θα πουν για μας οι
πολλοί, αλλά για το τι θα πει εκείνος ο ειδικός (ο επιστήμων) που γνωρίζει τι είναι δίκαιο
και τι άδικο, ο ένας - και αυτή είναι η αλήθεια.
νόμοι για όλες τις τεχνικές ή επιστημονικές ικανότητες, όπως αυτή της
να εγκαταλείψει για ένα χρονικό διάστημα τους ασθενείς του και αφήσει
έλεγχο που του παρέχει η γνώση της επιστήμης του, και καθώς ο ειδήμων
δικαιώνει την ορθότητά τους. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και στην εφαρμογή
ποινή, στην εκδοχή που η «ορθή» νομοθεσία δεν επιθυμεί να εκπέσει στην
οδό της φθοράς και του χάους από τη υποδόρια υπονόμευση των νομικών
κανόνων. Η ισχύς του θετού νόμου είναι για την πολιτεία και για τον
πολιτικής επιστήμης και βάσει της απόλυτης αλήθειας της επιστήμης του,
η οποία πηγάζει από την γνώση της ανθρώπινης φύσης και του σκοπού
της, καθώς και από την επισταμένη παρατήρηση των εναλλαγών του
βιολογική εξόντωσή του. Διότι τίποτε και κανείς δεν πρέπει να είναι πιο
πολιτείας που του επιβάλλει δικαιώματα και υποχρεώσεις. Από την άλλη
βελτίους τούς ἀνθρώπους γενέσθαι κατά τις επιταγές της ευταξίας και της
αχρείος, μη πολίτης και θέτοντας τον εαυτό του εκτός της υποδοχής της
την αλήθεια, το φυσικό δίκαιο, που γνωσιολογικά κατέχει, στις δομές της
ίδιας της ζωής κα μετά βίας θα αποφύγει τον ατιμωτικό θάνατο (πρβλ.
αλήθειας του φιλοσοφεῖν και υπηρέτη του νόμου ένεκα του χρέους
κατέδειξε το άτοπο της ισχύος της με την ίδια τη ζωή και τον ατιμωτικό
επιστήμη, όπως και κάθε άλλη επιστήμη δεν έχουν καμία προοπτική
ανθρώπινη ζωή, που είναι πάντα αλλά και τώρα δύσκολη, αποβαίνει
487Πλάτ. Πολιτικ. 299e: ΝΕ. ΣΩ. Δῆλον ὅτι πᾶσαί τε αἱ τέχναι παντελῶς ἂν ἀπόλοιντο
ἡμῖν͵ καὶ οὐδ΄ εἰς αὖθις γένοιντ΄ ἄν ποτε διὰ τὸν ἀποκωλύοντα τοῦτον ζητεῖν νόμον· ὥστε
ὁ βίος͵ ὢν καὶ νῦν χαλεπός͵ εἰς τὸν χρόνον ἐκεῖνον ἀβίωτος γίγνοιτ΄ ἂν τὸ παράπαν.
έλλογη αναζήτηση του φυσικού κριτηρίου της αλήθειας για τον άνθρωπο
Η
κατάδειξη της συνθήκης ότι η συμβατική νομοθεσία
πολιτική νομοθεσία, εξυπηρετεί και προάγει ως ένα βαθμό και το δικό της
στο ενδιάμεσο του ἀδικεῖν και του ἀδικεῖσθαι, εφόσον όλοι οι πολίτες είναι
εις βάρος των άλλων [Βλ. Κεφ. Ο Πολιτικός Ἀνήρ εντός της νομικής
νομικής ουσίας, που βρίσκεται στο ενδιάμεσο του ἀδικεῖν και του
και αφετέρου γιατί η εξουσία αυτή είναι νόμιμη και όχι ανεξέλεγκτη,
τις προβλεπόμενες ποινικές κυρώσεις ακόμη και την αφαίρεση της αρχής,
Αντίθετα όμως από την ισχύ του συμβατικού δικαίου η έρευνα του
τί ἕκαστον τῶν ὄντων ἐστί (Ξεν. Ἀπομν. 4.6.1) κατέδειξε ότι φύσει μὲν γὰρ
πᾶν αἴσχιόν ἐστιν ὅπερ καὶ κάκιον (Πλάτ. Γοργ. 483a), σύμφωνα με το
φυσικό δίκαιο σε κάθε περίπτωση το ασχημότερο είναι αυτό που είναι και
προσδιορισμό του ορθού μέτρου ανάμεσα στα άκρα της υπερβολής και
δικαιότερο από ένα ον στο οποία επικρατεί εντός του η αταξία, η ακοσμία
εφαρμογή της γεωμετρικής και όχι της αριθμητικής ισότητας, δεν είναι
ανθρώπου. Η κατά φύση ανθρώπινη ζωή είναι μια ζωή απόλυτης λογικής
κυριαρχίας έναντι του θυμού και της επιθυμίας. Συνεπώς ένας απόλυτα
άρχουν της ίδιας τους της φύσης διά του ορθολογισμού και της γνώσης
πολλοί (Πλάτ. Γοργ. 483b), αυτοί που εκφράζουν τη συναίνεσή τους στο
νόμος δεν ακολουθεί την τάξη που έχει καθιερωθεί από τη φύση. Το
(Πλάτ. Γοργ. 488d). Οι πολλοί λοιπόν αρκούνται στην εκδοχή της νομικής
του ισχυρότερου και την πραγμάτωση από μέρους του της απόλυτης
φυσική ορθότητα την καθυπόταξη των αδυνάτων στην ισχύ του ισχυρού.
πολιτική αρχή του, εφόσον η ισχύς του δεν είναι υλική ούτε βεβαίως
ανθρώπινης φύσης (αυτογνωσία), της φύσης και του σκοπού των όντων
ανθρώπου, την υπερίσχυση του ορθού λόγου επί του θυμού και της
αρχής. Αν ένας άνθρωπος δεν είναι εσωτερικά άριστος μέσω της γνώσης
αξίωμα που θα επικυρώσει την φυσική υπεροχή του πολλάκις ἄρα εἷς
488 Πλάτ. Γοργ. 491d-e: ΣΩ. Τί δέ; αὑτῶν͵ ὦ ἑταῖρε͵ τί; ἦ τι ἄρχοντας ἢ ἀρχομένους; ΚΑΛ.
Πῶς λέγεις; ΣΩ. Ἕνα ἕκαστον λέγω αὐτὸν ἑαυτοῦ ἄρχοντα· ἢ τοῦτο μὲν οὐδὲν δεῖ͵ αὐτὸν
ἑαυτοῦ ἄρχειν͵ τῶν δὲ ἄλλων; ΚΑΛ. Πῶς ἑαυτοῦ ἄρχοντα λέγεις; ΣΩ. Οὐδὲν ποικίλον ἀλλ΄
ὥσπερ οἱ πολλοί͵ σώφρονα ὄντα καὶ ἐγκρατῆ αὐτὸν ἑαυτοῦ͵ τῶν ἡδονῶν καὶ ἐπιθυμιῶν
ἄρχοντα τῶν ἐν ἑαυτῷ. «Σω.: Κυβερνούν αυτοί τον εαυτό τους, φίλε μου, τι νομίζεις;
Αλήθεια είναι άρχοντες ή αρχόμενοι; Καλ.: Τι εννοείς με αυτό; Σω.: Εννοώ ο καθένας να
είναι ο ίδιος κυβερνήτης του εαυτού του· ή αυτό δεν αποτελεί καθόλου αρμόζουσα
προοπτική, να εξουσιάζει κάποιος τον εαυτό του, αλλά πρέπει να είναι κυβερνήτης των
άλλων; Καλ.: Τι εννοείς να εξουσιάζει τον εαυτό του; Σω.: Τίποτα πολύπλοκο, αλλά αυτό
ακριβώς που καταγράφεται ως άποψη των πολλών, να είναι κανείς συνετός και
εγκρατής όσον αφορά τον εαυτό του, απόλυτος κυρίαρχος των ηδονών και των
επιθυμιών του». Πρβλ. Kahn C., 1983, “Drama and Dialectic in Plato's Gorgias”, Oxford Studies
in Ancient Philosophy 1: 75-121.
του ειδήμονα του ορθού ανθρώπινου μέτρου ἐνδεικνυμένη ὅτι τοῖς μὲν
ὅτι οὐκ ἂν ἄλλη τις εὐδαιμονήσειεν οὔτε ἰδίᾳ οὔτε δημοσίᾳ (Πλάτ. Πολιτ.
εὐδαιμονεῖν.
της φύσης του όντος εν γένει και της φύσης του ανθρώπινου όντος όσον
από κάθε άποψη μένει αμετάβλητο, δηλαδή την αιώνια φύση των όντων,
και η επαφή τους με την άχρονη αλήθεια του ανθρώπου τους χρίζει
αγνοώντας την άρχουσα ενότητα και γι’ αυτό δεν είναι ικανοί να
πραγμάτωση του ορθού φυσικού σκοπού (Πλάτ. Πολιτ. 484b). Η φύση των
ουσία-φύση των όντων που μένει πάντα σταθερή ανάμεσα στο αναγκαίο-
νομοτελειακό φυσικό και ανθρώπινο δίπολο της γενέσεως και της φθοράς
489 Πλάτ. Πολιτ. 477d, πρβλ. Πλάτ. Γοργ. 483c: ἐκφοβοῦντες τοὺς ἐρρωμενεστέρους τῶν
ἀνθρώπων. Πρβλ. Irwin T.H., "Republic 2: Questions about Justice," in Plato 2: Ethics, Politics,
Religion, and the Soul, ed. Gail Fine (Oxford: Oxford University Press, 1999), 164-185.
(Πλάτ. Πολιτ. 485b: τῆς οὐσίας τῆς ἀεὶ οὔσης καὶ μὴ πλανωμένης ὑπὸ
του Καλλικλή για το φυσικό δίκαιο της ισχύος: ΣΩ. Πολλάκις ἄρα α) εἷς
φρονῶν μυρίων μὴ φρονούντων κρείττων ἐστὶν κατὰ τὸν σὸν λόγον͵ καὶ
τοῦτον ἄρχειν δεῖ͵ τοὺς δ΄ ἄρχεσθαι͵ β) καὶ πλέον ἔχειν τὸν ἄρχοντα τῶν
επιπλέον δεν έχει πέρας, μέτρο, τέλος, ολοκλήρωση για τον άνθρωπο. Αν
κάποιος όντας ιατρός είναι ισχυρότερος από τους άλλους όσον αφορά την
ασθενών, διότι έτσι θα υπερβεί το ορθό μέτρο της φύσης του και αποβεί ο
490 Terry Penner, "Thought and Desire in Plato" in Plato: A Collection of Critical Essays, II: Ethics,
Politics, and Philosophy of Art and Religion, ed. Gregory Vlastos (New York: Doubleday and
Company, 1971), 96-118.
δικαιοσύνη και την τάξη της ανθρώπινης φύσης και της πολιτικής της
φύσει βέλτιστο, ο ιατρός τους ασθενείς, ο σοφός την ίδια του τη φύση, ο
ότι εντός της κοινωνίας αυτής δεν πρέπει να είναι ιδιοτελής επιδιώκοντας
Η φυσική θέση του υπέρτατα έλλογου και κατά φύση υπέρτερου των
μέρος της ανθρώπινης ψυχής. Ο φύσει άρχων νους μεριμνά και ενεργεί
με σκοπό την κατά φύση βελτίωση του υλικού του, δηλαδή του συνόλου
491 Πρβλ. Πλάτ. Πολιτ. 505b: τοῖς μὲν πολλοῖς ἡδονὴ δοκεῖ εἶναι τὸ ἀγαθόν͵ τοῖς δὲ
κομψοτέροις φρόνησις.
ποιο τρόπο μπορεί να διοικηθεί ορθά η πολιτεία και όχι μόνο η σύνεση
επιστήμονος της φύσης και του σκοπού των ανθρώπινων όντων. Μια
στασιμότητα493.
492 Πλάτ. Γοργ. 491a-b: ἀλλ΄ οἳ ἂν εἰς τὰ τῆς πόλεως πράγματα φρόνιμοι ὦσιν͵ ὅντινα ἂν
τρόπον εὖ οἰκοῖτο͵ καὶ μὴ μόνον φρόνιμοι͵ ἀλλὰ καὶ ἀνδρεῖοι͵ ἱκανοὶ ὄντες ἃ ἂν νοήσωσιν
ἐπιτελεῖν͵ καὶ μὴ ἀποκάμνωσι διὰ μαλακίαν τῆς ψυχῆς. Πρβλ. Robinson R. “Plato's
separation of reason and desire.” Phronesis 16 (1971), 38-48.
493 Πλάτ. Πολιτ. 495a: Οὗτος δή, εἶπον, ὦ θαυμάσιε, ὄλεθρός τε καὶ διαφθορὰ [b.] τοσαύτη τε
καὶ τοιαύτη τῆς βελτίστης φύσεως εἰς τὸ ἄριστον ἐπιτήδευμα, ὀλίγης καὶ ἄλλως
γιγνομένης, ὡς ἡμεῖς φαμεν. καὶ ἐκ τούτων δὴ τῶν ἀνδρῶν καὶ οἱ τὰ μέγιστα κακὰ
ἐργαζόμενοι τὰς πόλεις γίγνονται καὶ τοὺς ἰδιώτας, καὶ οἱ τἀγαθά, οἳ ἂν ταύτῃ τύχωσι
ῥυέντες· σμικρὰ δὲ φύσις οὐδὲν μέγα οὐδέποτε οὐδένα οὔτε ἰδιώτην οὔτε πόλιν δρᾷ.
«Τέτοια, είπα, εξαίρετε φίλε μου, είναι η συντριπτική καταστροφή και τέτοιου είδους και
τόσο μεγάλη η διαφθορά της πιο εκλεκτής φυσικής ιδιοσυστασίας στο πεδίο της πιο
σημαντικής ενασχόλησης (της πολιτικής), η οποία φυσική ιδιοσυστασία συμβαίνει
επιπλέον να είναι και σπάνια, όπως εμείς ισχυριστήκαμε. Συγκεκριμένα από τέτοιους
(Πλάτ. Πολιτ. 497a-b). Η κατά φύση ανώτερη ανθρώπινη φύση δεν μπορεί
ισότητα, αν δεν νοεί και ενεργεί εντός μιας έμμετρης, δίκαιης πολιτείας
ροπή της προς τον αγαθό ανθρώπινο φυσικό σκοπό (διὸ καὶ στρέφεσθαί τε
καὶ ἀλλοιοῦσθαι αὐτήν … οὐκ ἴσχειν τὴν αὑτοῦ δύναμιν͵ ἀλλ΄ εἰς ἀλλότριον
ανθρώπους προέρχονται όσοι επιφέρουν τα μεγαλύτερα δεινά στις πόλεις και στα
μεμονωμένα άτομα, αλλά και όσοι παρέχουν τις μεγαλύτερες ευεργεσίες, αν συμβεί να
τους οδηγήσει η ροή των πραγμάτων σ’ αυτή την κατεύθυνση· αντίθετα μία φύση
περιορισμένων δυνατοτήτων δεν πραγματώνει ποτέ τίποτε υψηλό, ούτε για κάποιον
μεμονωμένο ιδιώτη ούτε για μία οργανωμένη πολιτεία».
494
Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων,
Αριστοτέλης, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010,σελ. 185-192.
μᾶλλον τοῦ Ἡρακλειτείου ἡλίου͵ ὅσον αὖθις οὐκ ἐξάπτονται, και 519c: τοὺς
ἔτι ἀπῳκίσθαι).
σε μια πολιτική συνθήκη που μαστίζεται από φυσική αδικία, αταξία και
στην αδικία, στην παράβαση του ορθού φυσικού μέτρου και στην ακρασία,
495 Gabriela Roxana Carone, "Akrasia in the Republic: Does Plato Change his Mind?" Oxford
Studies in Ancient Philosophy 20 (2001): 107-148.
φυσική δικαιοσύνη και έχει κάνει κτήμα του την επιστημονική γνώση της
Α
ν λοιπόν καταλυθεί ο νόμος, τι θα κρατά σε τάξη και συνοχή
506c). Τὸ γὰρ ἄτοπον ἐξ ἀγνοίας πᾶσι συμβαίνει (Πλάτ. Πολιτικ. 291b), για
μόνον, διαιρούνται σε δύο μέρη, στο καθαρά κριτικό, το οποίο κρίνει και
όχι μόνο διατρέχει έλλογα και κριτικά την επεξεργαζόμενη γνώση αλλά
τίποτε άλλο από την διαχείριση ενός οίκου παρά μόνο στο μέγεθος του
εντολές και με τα σειρά τους τις διαβιβάζουν σε άλλους, όπως η τέχνη των
496Για μια αναλυτική παρουσίαση και ερμηνεία της πλατωνικής σκέψης και του
πολιτικού ανδρός στον Πολιτικό βλ. Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Πολιτικός (Εισαγωγή,
φιλοσοφική ερμηνεία: Οι Αρχές της Πλατωνικής Πολιτικής Επιστήμης «Μια φιλοσοφική
ερμηνεία του Πολιτικού», ερμηνευτικά σχόλια), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2010.
497 Πλάτ. Πολιτικ. 259d: ΞΕ. Ταύτῃ τοίνυν συμπάσας ἐπιστήμας διαίρει͵ τὴν μὲν πρακτικὴν
προσειπών͵ τὴν δὲ μόνον γνωστικήν. Πρβλ. Ackrill J. L., 1955, “ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΕΙΔΩΝ”,
Bulletin of the Institute of Classical Studies 2: 31–35. Repr. in Studies in Plato's Metaphysics, R. E.
Allen (ed.), and in Essays on Plato and Aristotle, J. L. Ackrill, Oxford: Oxford University Press,
1997. 72–79. Πρβλ. Rowe C. J., 1996. “The Politicus: Form and Structure”, in Form and
Argument in Late Plato, C. Gill and M. M. McCabe (eds.), Oxford: Clarendon Press. 153–78.
εκτέλεση των δικών της εντολών498. Η διαπίστωση αυτή άγει την πολιτική
πολιτικού σκοπού για την ανθρώπινη έμβια φύσει και όχι νόμω
βαθμίδα από το κοπάδι του, ενώ ο πολιτικός ανήκει στην ίδια ανθρώπινη
υπό την άμεση αρμοδιότητά του όλες τις έμβιες διαδικασίες των ζώων του
(ζευγάρωμα, εκτροφή κτλ. έως και την πράυνση τους με το παίξιμο του
οποία δεν βρίσκεται υπό τον πλήρη και ίσως σωτήριο έλεγχό του, αλλά
498 Πλάτ. Πολιτικ. 305d: τὴν γὰρ ὄντως οὖσαν βασιλικὴν οὐκ αὐτὴν δεῖ πράττειν ἀλλ΄ ἄρχειν
τῶν δυναμένων πράττειν͵ γιγνώσκουσαν τὴν ἀρχήν τε καὶ ὁρμὴν τῶν μεγίστων ἐν ταῖς
πόλεσιν ἐγκαιρίας τε πέρι καὶ ἀκαιρίας͵ τὰς δ΄ ἄλλας τὰ προσταχθέντα δρᾶν. «Διότι η
πραγματική βασιλική επιστήμη δεν πρέπει να ενεργεί η ίδια, αλλά να ελέγχει εκείνες
που μπορούν να ενεργήσουν, επειδή ξέρει πότε είναι κατάλληλος καιρός και πότε όχι για
την ανάληψη των σημαντικότερων επιχειρήσεων μέσα στις πόλεις, ενώ οι άλλες
εκτελούν τις εντολές της». Πρβλ. De Ciara-Quenzer D., 1998, “The Purpose of the
Philosophical Method in Plato's Statesman”, Apeiron 31: 91–126.
όντων.
υπέρτατου Αγαθού, που αποτελεί την αιτία ύπαρξης και διατήρησης της
ύπαρξης του εἶναι, την ενότητα, την τάξη και την κοσμιότητα που συνέχει
Ειδών και του επικεφαλής όλων των όντως όντων, Αγαθού, ο πρώτος
κόσμο στον κόσμο του φαίνεσθαι και της φθοράς και επιχειρεί να
Στον Πολιτικό η κατάκτηση της γνώσης, της ουσίας και του σκοπού
των όντων έχει παύσει τον ούριο άνεμο της επιστημονικής επέλασης, το
συνάγει τις πολλαπλές εκφάνσεις των φυσικών όντων στην ενότητα του
της φύσης του εκάστοτε όντος και ακολουθώντας τα σημεία των φυσικών
συνδέσεων φτάνει στο άτμητον είδος, δηλαδή στην ειδοποιό διαφορά του
όντος, που αποτελεί τον αέναο φυσικό χαρακτήρα του όντος στην αιώνια
φυσικό μέτρο κατὰ τὴν τῆς γενέσεως ἀναγκαίαν οὐσίαν (Πλάτ. Πολιτικ.
283d) ανάμεσα στα επιβλαβή άκρα της υπερβολής και της έλλειψης,
499 Πλάτ. Πολιτ. 501b: Ἔπειτα οἶμαι ἀπεργαζόμενοι πυκνὰ ἂν ἑκατέρωσ΄ ἀπο βλέποιεν͵ πρός
τε τὸ φύσει δίκαιον καὶ καλὸν καὶ σῶφρον καὶ πάντα τὰ τοιαῦτα͵ καὶ πρὸς ἐκεῖν΄ αὖ τὸ ἐν
τοῖς ἀνθρώποις ἐμποιοῖεν͵ συμμειγνύντες τε καὶ κεραννύντες ἐκ τῶν ἐπιτηδευμάτων τὸ
ἀνδρείκελον͵ ἀπ΄ ἐκείνου τεκμαιρόμενοι͵ ὃ δὴ καὶ Ὅμηρος ἐκάλεσεν ἐν τοῖς ἀνθρώποις
ἐγγιγνόμενον θεοειδές τε καὶ θεοείκελον. Πρβλ. Allen R[eginald] E., 1971, “Plato's Earlier
Theory of Forms,” in Vlastos 1971, 319-34.
κατ’ επίφαση, από τον τίτλο του πολιτικού κυβερνήτη ακριβώς επειδή
γνώση τον διαχωρίζει από το σύνολο των Κενταύρων και των Σατύρων
γίνει κτήμα του συνόλου των πολιτών. Είναι μια άκρως δυσχερής ως προς
επιστημονική διδασκαλία, επομένως τὴν μὲν ὀρθὴν ἀρχὴν περὶ ἕνα τινὰ
καὶ δύο καὶ παντάπασιν ὀλίγους δεῖ ζητεῖν͵ ὅταν ὀρθὴ γίγνηται (Πλάτ.
Πολιτικ. 293a).
που είναι ουσιωδώς ιατρός, διότι μπορεί ν’ αποδείξει ορθολογικά τις αρχές
της ιατρικής επιστήμης έχει την απόλυτη ευχέρεια χρήσης της ιατρικής
σώματος που προέκυψε από κάποια ροπή του οργανισμού προς την
500 Schofield M., 2000, 'Plato and Practical Politics', in The Cambridge History of Greek and Roman
Political Thought, Christopher Rowe and Malcolm Schofield (eds.), Cambridge: Cambridge
University Press, 293-302.
δόκιμη στην εκδοχή που αποβλέπει στην εφαρμογή των κανόνων του
νόμους είτε χωρίς νόμους, είτε με τη συναίνεσή τους είτε χωρίς αυτή και
φυσικής ορθότητας. Αυτή είναι η μόνη ορθή πολιτική συνθήκη κατά την
πολίτευμα είναι αυτό στο οποία δεν ισχύουν οι συμβατικοί νόμοι αλλά η
έλλογη ζώσα αρχή του πολιτικού επιστήμονος που εκπορεύεται από την
(Πλάτ. Πολιτικ. 294a). Ο νόμος με την ακαμψία που τον διακρίνει ένεκα
άνθρωπο που εφαρμόζει «τυφλά» τις εγχαραγμένες στο νου του εντολές
νομική ισχύ των συνταγμάτων τους είναι μιμήσεις της αλήθειας σε τρίτο
των ανθρώπινων φύσεων που έχει υπό τη διακυβέρνησή του προς την
επιστήμων είναι ο υπέρτατος γνώστης της ουσίας και του σκοπού της
501 Bostock D., 1984, “Plato on ‘is not’”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 2: 89–119.
502 Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός
Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, μτφρ., Κολιόπουλος Κ.,
Ποιότητα, Αθήνα 2007. σελ. 604-612. Πρβλ. Kahn C. H., 1995, “The Place of the Statesman in
Plato's Later Work”, in Reading the Statesman. Proceedings of the Third Symposium
Platonicum, C. J. Rowe (ed.), Sankt Augustin: Academia Verlag. 49–60.
Ο
αληθινός πολιτικός άνδρας-επιστήμων ως υπέρτατο
σκοπού, που εφαρμόζει έλλογα και καίρια την επιστήμη του ορθού μέτρου
(Πλάτ. Πολιτικ. 301e: Νῦν δέ γε ὁπότε οὐκ ἔστι γιγνόμενος͵ ἐν ταῖς πόλεσι
μοίρᾳ ἄνευ νοῦ από τον ουρανό (Πλάτ. Μέν. 99e-100a). Επιπρόσθετα η
503 Weiss R., 1995, “Statesman as epistêmôn: Caretaker, Physician, and Weaver”, in Reading the
Statesman, Proceedings of the Third Symposium Platonicum, C. J. Rowe (ed.), Sankt Augustin:
Academia Verlag. 213–22.
ατομικού τύπου συμφερόντων και όχι προς την κατεύθυνση του βελτίους
με τον πρώτο πλου της αληθείας ένας δεύτερος πλους που ισοδυναμεί με
την σύσταση γραπτής νομοθεσίας από ανθρώπους που ένεκα της γνώσης
(Πλατ. Πολιτικ. 300b: Παρὰ γὰρ οἶμαι τοὺς νόμους τοὺς ἐκ πείρας πολλῆς
ἑκάστων ταῦτα εἴη τῆς ἀληθείας͵ τὰ παρὰ τῶν εἰδότων εἰς δύναμιν εἶναι
γεγραμ μένα … 300e: εἰ δ΄ ἔντεχνοι͵ τοῦτο οὐκ ἔστιν ἔτι μίμημα ἀλλ΄ αὐτὸ τὸ
που είναι ικανοί να θεσπίσουν ένα σύστημα νόμων και κανόνων που
εφαρμογής της πολιτικής επιστήμης, που εδράζεται στη γνώση της φύσης
«ηνία» των κρατών της εποχής. Γνωρίζουμε505 ότι ένας από τους διαδόχους
504 Ιδρύθηκε από τον Πλάτωνα περί το 387-386 π.Χ. στην Αθήνα στο διάστημα ανάμεσα
στο πρώτο και το δεύτερο ταξίδι του φιλοσόφου στη Σικελία, με τα χρήματα που
πλήρωσαν οι φίλοι του Πλάτωνα για την εξαγορά της ελευθερίας του, καθώς ο τύραννος
των Συρακουσών, Διονύσιος Α΄, τον πούλησε ως δούλο στην Αίγινα με τη συνδρομή του
Σπαρτιάτη Πόλλι.
505 Πλούταρχ. Πρὸς Κωλώτην, 1126.c-d.
506 Διογ. Λαέρτ. 3, 23.
507 Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Πολιτικός (Εισαγωγή, φιλοσοφική ερμηνεία: Οι Αρχές της
Πλατωνικής Πολιτικής Επιστήμης «Μια φιλοσοφική ερμηνεία του Πολιτικού»,
ερμηνευτικά σχόλια), σελ. 61-62, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2010. Πρβλ. Powell A., (1994),
“Plato and Sparta: Modes of Rules and of Non-Rational Persuasion in the Laws” in Powell A. and
Hodkinson S., (Eds.) The Shadow of Sparta, London 273-321.
γάρ;
Κλεινίας: Ναί.
«τύραννος δ' ἔστω νέος καὶ μνήμων καὶ εὐμαθὴς καὶ ἀνδρεῖος καὶ
μεγαλοπρεπὴς φύσει·»
Κλεινίας: Ναι.
πόλιν ἄν, ὡς φαίνῃ, μετὰ νομοθέτου γε ἄκρου καὶ τυράννου κοσμίου, καὶ
ασφαλώς κορυφαίου νομοθέτη και ευπρεπούς τυράννου, και ότι από την
φαίνεσθαι στο σταθερό εἶναι της πολιτικής. Στο βάθος της φιλοσοφικής-
στις αιώνιες αρχές του κοσμικού και ανθρώπινου φυσικού δικαίου που
την ομαλή μετάβαση από την απολυταρχική, πλην όμως ορθή με την
«νέας» φιλοσοφικής πολιτείας από τους ίδιους της πολίτες της με την
των πλατωνικών Νόμων, η οποία απαντά στο ἄνευ νόμων δεῖν ἄρχειν
λαμβάνει υπόψη του την εκούσια ενεργή συναίνεση των πολιτών στην
μέγιστος διδάσκαλος των πολιτών και τους μεταδίδει την ορθή παιδεία, η
οποία δομείται υπό τον όρους αρχής-υπερίσχυσης του νου έναντι των
μάχη έναντι των ηδονών, της αδικίας και της αμάθειας (αυτοέλεγχος). Οι
παλαιοί και σοφοί νομοθέτες τὴν τοῦ νοῦ διανομὴν ἐπονομάζοντας νόμον
(Πλάτ. Νόμ. 714a), ο νόμος είναι μια πολιτική διανομή ορθού λόγου όσον
που,
508 Vlastos G., "Does Slavery Exist in the Republic" Classical Philology 63 (1968): 291-295;
reprinted in his Platonic Studies, 2nd ed. (Princeton: Princeton University Press, 1981), 140-146.
εξαρτάται και πάλι, όπως ακριβώς και στην Πολιτεία509, από την
κράτους των Νόμων είναι όχι πολιτικά αχρείοι (όπως για παράδειγμα η
509 Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός
Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, μτφρ., Κολιόπουλος Κ.,
Ποιότητα, Αθήνα 2007, κεφ. 15.
απορρέει από την κυριαρχία του ορθού λόγου στα άλογα πάθη, από τον
απατηλό τέχνασμα επιβολής του δικαίου του ισχυροτέρου διά της πειθούς
της πιστευτικής άνευ γνώσεως. Ο νόμος μέσω των προοιμίων του παρέχει
διά της αληθούς ρητορικής πίστη διδασκαλική μετά γνώσεως (Πλάτ. Γοργ.
σκοπό των νομικών εντολών και να προκαλέσει γνώση εντός της ψυχής
των πολιτών.
510 Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός
Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, μτφρ., Κολιόπουλος Κ.,
Ποιότητα, Αθήνα 2007, κεφ. 13.
της πολιτικής, ὥστε σχεδὸν ἡ νομοθεσία τέλος ἂν ἡμῖν ἔχοι . Υπάρχει όμως
τοῖς νόμοις εἶναι͵ πῶς χρὴ τὴν ἀμετάστροφον αὐτοῖς ἐγγίγνεσθαι κατὰ
τέχνης στο επιβλαβές άκρο της έλλειψης και αλλοιώνουν το ορθό φυσικό
μέτρο. Οι νόμοι αρμόζει να διέπονται από το ορθό φυσικό μέτρο αλλά και
προς τη φθορά κατὰ φύσιν δύναμιν, σύμφωνα με την εγγενή φυσική ισχύ
παροδικό στο πολιτικά τέλειο συγγενές του αιωνίως αληθινού και κατά
φύση δικαίου.
αληθινή πολιτική επιστήμη, η οποία διά της μετρικής τέχνης συνιστά μια
και του σκοπού-τέλους των όντων και τὸ γιγνῶσκον ἐν αὐτῷ πρῶτον μὲν
υπέρτατου Αγαθού χάρη στο οποίο όλα γίνονται και είναι και εν συνεχεία
511 Πλάτ. Νόμ. 965d: τί ποτε διὰ πάντων τῶν τεττάρων ταὐτὸν τυγχάνει͵ ὃ δή φαμεν ἔν τε
ἀνδρείᾳ καὶ σωφροσύνῃ καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν φρονήσει ἓν ὄν͵ ἀρετὴν ἑνὶ δικαίως ἂν
ὀνόματι προσαγορεύεσθαι.
512 Πλάτ. Νόμ. 965c: ΑΘ. Ἆρ΄ οὖν ἀκριβεστέρα σκέψις θέα τε ἂν περὶ ὁτουοῦν ὁτῳοῦν
γίγνοιτο ἢ τὸ πρὸς μίαν ἰδέαν ἐκ τῶν πολλῶν καὶ ἀνομοίων δυνατὸν εἶναι βλέπειν;
διά της ενατένησης των πολλών συλλαμβάνει την ενότητα του κόσμου και
επενέργεια επί των νόμων και πάνω από τους νόμους. Ενώ στο κράτος
των Νόμων όλοι οι πολίτες έχουν πολιτικό ρόλο και μετέχουν ενεργά στη
οι ορθοί νόμοι, πίσω από το πολιτικό φαίνεσθαι, που λαμβάνει χώρα την
πολιτική ορθότητα στην χρονική οδό βασιζόμενοι στην αιώνια φύση των
φύλακες των νόμων, οι οποίοι τῶν νόμων ὄντως εἰδέναι τὰ περὶ τὴν
ἀλήθειαν αὐτῶν͵ καὶ λόγῳ τε ἱκανοὺς ἑρμηνεύειν εἶναι καὶ τοῖς ἔργοις
Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός
513
Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, μτφρ., Κολιόπουλος Κ.,
Ποιότητα, Αθήνα 2007, σελ. 769-797.
με το ορθό φυσικό μέτρο σε μία αρμονική ενότητα τις αντίθετες τάσεις της
της πολιτικής πράξης, ἡ περὶ τοῦ πολιτικοῦ ζήτησις (Πλάτ. Πολιτικ. 285d)
ξένε͵ καὶ τὸν πολιτικόν (Πλάτ. Πολιτικ. 311c), στον οποίο ανεπιφύλακτα
Επίμετρο
Η ανάπτυξη του αριστοτελικού Πολιτικού Ἀνδρός
Ο
λόγος ως ειδοποιό ανθρώπινο χαρακτηριστικό συνεχίζει να
άλογο είναι η ταχύτητα και η ισχύς, για τον άνθρωπο άριστο τέλος,
άριστη φυσική ολοκλήρωση είναι ὁ κατὰ τὸν νοῦν βίος (Ἀριστ. Ἠθ. Νικ.
κανείς, όσο περισσότερο μετέχει κανείς στον ορθό λόγο τόσο περισσότερο
πόλις φύσει ἐστί͵ (Ἀριστ. Πολ. 1253a), ο άνθρωπος από τη φύση του είναι
514 Windelband W. – Heimsoeth H. Lehrbuch der Geschichte der Philosophie, Tübingen 1976,
Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μτφρ. Σκουτερόπουλος Ν.Μ., Τόμος Α´, Μ.Ι.Ε.Τ.
Αθήνα 1991, σελ. 173.
515 Ἀριστ. Πολ. 1253a: τοῦτο γὰρ πρὸς τὰ ἄλλα ζῷα τοῖς ἀνθρώποις ἴδιον͵ τὸ μόνον
ἀγαθοῦ καὶ κακοῦ καὶ δικαίου καὶ ἀδίκου καὶ τῶν ἄλλων αἴσθησιν ἔχειν· ἡ δὲ τούτων
κοινωνία ποιεῖ οἰκίαν καὶ πόλιν.
516 DePew David J., “Humans and Other Political Animals in Aristotle's Historia Animalium.”
Phronesis 40 (1995), 156–76. Πλάγγεσης Γ., Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική
Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων, Αριστοτέλης, Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 239.
αφενός περικλείει την οικογένεια και την κώμη, που δίδουν το ζην (τέλος
την ύπαρξη του όλου συνεισφέροντας στο ευ ζην, στην κατάκτηση της
επιτευχθεί518. Η φύση ενός όντος δηλώνει την τέλεια μορφή του και κατ’
στοιχείου.
πονεῖν ἀρχόμενον καὶ φύσει δοῦλον (Ἀριστ. Πολ. 1253a). Η σχέση αρχής
517 Kullmann Wolfgang, “Man as a Political Animal in Aristotle.” In David Keyt and Fred D.
Miller, Jr. (eds.) A Companion to Aristotle's Politics. Oxford: Blackwell, 1991, pp. 94–111.
518 Reeve C. D. C., “The Naturalness of the Polis in Aristotle.” In Georgios Anagnostopoulos
(ed.) A Companion to Aristotle. Oxford: Wiley-Blackwell, 2009, pp. 512-25. Πρβλ. Τζιώκα Π.,
Αριστοτέλης - Πολιτικά VII, VIII, (Πρλγ., Γ. Πλάγγεσης: Η έννοια του ‘πολιτικού’ και η
διαλεκτική της εξουσίας στην πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη) Ζήτρος, Θεσσαλονίκη
2009, σελ. 20-23.
συνύπαρξη των μερών που έχει ως σκοπό την οργανική ενότητα προς
επίτευξη της ιδανικής φυσικής κατάστασης (Ἀριστ. Πολ. 1254a: ὅσα γὰρ ἐκ
μετέχουσι ζωῆς ἔστι τις ἀρχή͵ οἷον ἁρμονίας). Ένας άνθρωπος είναι
ηδονές εξουσιάζουν την ψυχή και το νου λόγω ακριβώς της διεφθαρμένης
και σαφώς για το όλον οργανικό σύνολο. Εφόσον η πόλη είναι μία φυσική
δυνατότητα520.
519 Cooper John M., “Political Animals and Civic Friendship.” In Günther Patzig (ed.)
Aristoteles' ‘Politik’. Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1990, pp. 220–41. Repr. in Richard
Kraut and Steven Skultety (eds.) Aristotle's Politics: Critical Essays. Lanham MD: Rowman and
Littlefield, 2005, pp. 65–89.
520 Stalley R.F., "Aristotle's Criticism of Plato's Republic," in A Companion to Aristotle's Politics,"
ed. David Keyt and Fred D. Miller, Jr. (Oxford: Blackwell, 1991), 182-199.
ἐγχειρίζειν (Ἀριστ. Προτρ. 14.1). Οι άνθρωποι που από τη φύση τους είναι
1144a. 25: Ἔστι δὴ δύναμις ἣν καλοῦσι δεινότητα· αὕτη δ' ἐστὶ τοιαύτη, ὥστε
φαῦλος, πανουργία· διὸ καὶ τοὺς φρονίμους δεινοὺς καὶ πανούργους φαμὲν
οδηγούν στο σκοπό που έχει τεθεί και να τον επιτυγχάνει. Αν ο σκοπός
της φρόνησης ορίζεται ως γνώση των αναγκαίων μέσων για την επίτευξη
521 Miller Fred D., Jr. “Aristotle and the Origins of Natural Rights.” The Review of Metaphysics
49 (1996), 873–907.
προς το Αγαθό. Δεῖ τοίνυν ὀρέγεσθαι τῆς ἐπιστήμης (δηλ. την φρόνηση)
τον καθορισμό της φύσης και του σκοπού των όντων, και ταυτόχρονα η
φιλοσοφία ταυτίζεται με την ορθή άσκηση της πολιτικής πράξης αλλά και
522 Πρβλ. Annas Julia, “Aristotle on Human Nature and Political Virtue.” The Review of
Metaphysics 49 (1996), 731–54.
523 Πρβλ. Πλάτ. Πρωτ. 318e-319a: η εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων͵ ὅπως ἂν ἄριστα τὴν αὑτοῦ
οἰκίαν διοικοῖ͵ καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως͵ ὅπως τὰ τῆς πόλεως δυνατώτατος ἂν εἴη καὶ
πράττειν καὶ λέγειν. Πρβλ. Düring Ing., Aristotles. Darstellung und Interpretation seines
Denkens, Carl Winter Universitätsverlag, Heidelberg 1966, μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2, Μ.Ι.Ε.Τ,
Αθήνα 1991, σελ. 163, 179, 214, 228, 231. Πρβλ. Ross W.D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2001, σελ. 266, 270.
ορθό φυσικό μέτρο τον ιδιωτικό και τον πολιτικό ανθρώπινο βίο524. Ποια
είναι όμως αυτή η επιστήμη που συνδυάζει τη φιλοσοφική γνώση και την
ἡ πολιτικὴ φαίνεται· τίνας γὰρ εἶναι χρεὼν τῶν ἐπιστημῶν ἐν ταῖς πόλεσι,
[1094b] (1) καὶ ποίας ἑκάστους μανθάνειν καὶ μέχρι τίνος, αὕτη διατάσσει·
ὁρῶμεν δὲ καὶ τὰς ἐντιμοτάτας τῶν δυνάμεων ὑπὸ ταύτην οὔσας, οἷον
«Φαίνεται λοιπόν ότι η γνώση αυτή (του αγαθού) είναι μέρος της
524 Ambler Wayne, “Aristotle's Understanding of the Naturalness of the City.” Review of
Politics 47 (1985), 163–85.
επιστήμες είναι απαραίτητες για τις πολιτείες και ποιές είναι αναγκαίο
κανείς και από ποιά να απέχει, ο τελικός σκοπός της επιστήμης αυτής
ορισμός της αρετής, ο οποίος μπορεί να παρέχει δομικά στοιχεία για τον
φρόνιμος ὁρίσειεν. μεσότης δὲ δύο κακιῶν, τῆς μὲν καθ᾽ ὑπερβολὴν τῆς δὲ
κατ᾽ ἔλλειψιν· «Η αρετή είναι (έξη) μόνιμη ιδιότητα της ψυχής που το
άτομο επιλέγει με τη δική του θέληση, βρίσκεται στο ‘σε σχέση με εμάς’
μέσο, το οποίο μέσο καθορίζεται από τον ορθό λόγο, και μάλιστα, για να
το θέσω ακριβέστερα, από τον ορθό λόγο φορέας του οποίου είναι ο
τις οποίες η μία είναι υπερβολή και η άλλη έλλειψη» (Ἀρίστ. Ἠθ. Νικ. Β6,
14-16, 1107a).
Δεν είναι δυνατό για τον κάθε χαμηλής νοητικής ποιότητας άνθρωπο να
φτάσει στη γνώση του τελικού σκοπού όλων των ανθρωπίνων ενεργειών,
κινείται ελλόγως από την ενότητα του ανθρώπινου αγαθού στα ἀτμητα
το φυσικό δίκαιο και κατά τον τελικό σκοπό του ανθρώπου την ορθή
πολιτεία πολιτείας ἀγαθὴ φαύλης. (Ἀρίστ. Ἠθ. Νικ. Β1, 1103b, 1-5) «Τις
διαμόρφωσης των πολιτών ενός κράτους μέσω της νομοθεσίας, που δεν
525 Gerson Lloyd, “Platonism in Aristotle's Ethics.” Oxford Studies in Ancient Philosophy 27
(Winter 2004), pp. 217-48
526 Salkever Stephen G., “Aristotle's Social Science.” Political Theory 9 (1981), pp. 479–508.
Repr. in Richard Kraut and Steven Skultety (eds.) Aristotle's Politics: Critical Essays. Lanham
MD: Rowman and Littlefield, 2005, pp. 27–64.
στρέφει διά του ορθού φυσικού μέτρου την πολιτική σκέψη και δράση
ὄντες καὶ τὴν πολιτικὴν δύναμιν· ὥσπερ γὰρ θεὸν ἐν ἀνθρώποις εἰκὸς εἶναι
τὸν τοιοῦτον. Ὅθεν δῆλον ὅτι καὶ τὴν νομοθεσίαν ἀναγκαῖον εἶναι περὶ τοὺς
ἴσους καὶ τῷ γένει καὶ τῇ δυνάμει͵ κατὰ δὲ τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος·
αὐτοὶ γάρ εἰσι νόμος. Καὶ γὰρ γελοῖος ἂν εἴη νομοθετεῖν τις πειρώμενος κατ΄
αὐτῶν (Ἀριστ. Πολ. 1284a. 9-15). «Θα υποστούν δηλαδή αδικία (οι
τόσο πολύ ανώτεροι στην ατομική αξιοσύνη και στην πολιτική ικανότητα.
ποιότητα και την πολιτική ικανότητα. Αντίθετα ο νόμος δεν ισχύει για
αυτούς».
αφορά την ανάληψη της αρχής. Η γνώση των αρχών και του σκοπού των
όντων (φιλοσοφία) και κατ’ επέκταση η γνώση των αρχών και του σκοπού
του ανθρώπου (φρόνηση) είναι το μέγιστο ανθρώπινο αγαθό και ίδιον του
527 Vander Waert, Paul A. “Kingship and Philosophy in Aristotle's Best Regime.” Phronesis 30
(1985), 249–73. Πρβλ. Ψυχοπαίδης Κ., Ο φιλόσοφος, ο πολιτικός και ο τύραννος-Για την
πολιτική σκέψη του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, Πόλις, Αθήνα 1999, σελ. 98-99.
γνώστη των κανόνων της ανθρώπινης αρετής και κατά φύση ισχυρότερο.
πλου της ζωντανής έλλογης πολιτικής διακυβέρνησης υπό τις αρχές της
κυριαρχείται από εκείνα που αποτελούν μέσα για την πραγμάτωση του
εξουσιάσει κανείς τον απόλυτο άρχοντα των αθανάτων και των θνητών
528 Πρβλ. Rowe Christopher J., “Aims and Methods in Aristotle's Politics.” In David Keyt and
Fred D. Miller, Jr. (eds.) A Companion to Aristotle's Politics. Oxford: Blackwell, 1991, pp. 57–74.
529 Smith Nicholas D. and Robert Mayhew, “Aristotle on What the Political Scientist Needs to
Know.” In K. I. Boudouris (ed.) Aristotelian Political Philosophy, vol. 1. Athens: International
Center for Greek Philosophy and Culture, 1995, pp. 189–98.
ἀναγκαῖον εἶναι κοινὰς καὶ τῶν ἀρχομένων καὶ τῶν ἀρχόντων͵ ἀρχομένου
δέ γε οὐκ ἔστιν ἀρετὴ φρόνησις͵ ἀλλὰ δόξα ἀληθής (Ἀριστ. Πολ. 1277b.25-
και της άσκησης της πολιτικής επιστήμης είναι κτήμα μόνο του ανώτερου
πολιτικού ανδρός, που είναι πολιτικός κυβερνήτης κατά τις αρχές του
της ευδαιμονίας530, αλλά δήλωση πίστης άνευ λόγου στο προς ευδαιμονία
διαφορά της έννοιας πολίτης από την έννοια πολιτικός ἀνήρ. Πολίτης δ΄
ἁπλῶς οὐδενὶ τῶν ἄλλων ὁρίζεται μᾶλλον ἢ τῷ μετέχειν κρίσεως καὶ ἀρχῆς
αληθινός πολιτικός άνδρας διαφέρει από τον κοινό πολίτη όσον αφορά
την αρετή της φρόνησης, που έτσι καθίσταται το ειδοποιό γνώρισμα του
530 Kahn Charles H., “The Normative Structure of Aristotle's Politics.” In Günther Patzig (ed.)
Aristoteles' ‘Politik’. Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1990, pp. 369–84.
στις νομικές διατάξεις, μέσω του ομοιότροπου εθισμού τους στην αληθή
αντανάκλασή της532.
είναι δηλαδή κινούντα ακίνητα του ανθρώπινου κόσμου, όπως ο θεός είναι
το πρώτο κινούν ακίνητο του παντός533. Φρόνησις ἄρα τις κατὰ φύσιν ἡμῖν
γεγόναμεν͵ δῆλον ὅτι καὶ ἐσμὲν ἕνεκα τοῦ φρονῆσαί τι καὶ μαθεῖν (Ἀριστ.
Προτρ. 29-30) και τό γε τελέως ζῆν τότε καὶ τούτοις ἀποδοτέον͵ τοῖς
συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο και ταυτίζεται με την ίδια την
531 Irwin Terence H. “Moral Science and Political Theory in Aristotle.” History of Political
Thought 6 (1985), pp. 150–68.
532 Pellegrin Pierre, “On the ‘Platonic’ Part of Aristotle's Politics.” In Willaim Wians (ed.)
Aristotle's Philosophical Development. Lanham, MD: Rowman & Littlefield, 1996, pp. 347–59.
533 Πλάτ. Προτρ. 27-28: Ὥστε τῶν διανοήσεων αἱ δι΄ αὐτὸ ψιλὸν τὸ θεωρεῖν αἱρεταὶ
τιμιώτεραι καὶ κρείττους τῶν πρὸς ἄλλα χρησίμων· δι΄ αὑτὰς δὲ τίμιοι αἱ θεωρίαι καὶ
αἱρετὴ ἐν ταύταις τοῦ νοῦ ἡ σοφία͵ διὰ δὲ πράξεις αἱ κατὰ φρόνησιν· ὥστε τὸ ἀγαθὸν καὶ
τίμιον ἐν ταῖς κατὰ σοφίαν θεωρίαις͵ θεωρίαις δ΄ οὐ δήπου πάλιν ταῖς τυχούσαις· [οὐ γὰρ
πᾶσα ἁπλῶς κατά ληψις τίμιον͵ ἀλλ΄ ἡ τοῦ ἄρχοντος σοφοῦ ὄντος καὶ τῆς ἐν τῷ παντὶ
ἀρχῆς͵ αὕτη καὶ σοφίᾳ σύνοικος καὶ οἰκείως ἂν ὑποκέοιτο.] 28 Αἰσθήσεως μὲν οὖν καὶ νοῦ
ἀφαιρεθεὶς ἄνθρωπος φυτῷ γίγνεται παραπλήσιος͵ νοῦ δὲ μόνου ἀφῃρημένος ἐκθηριοῦται͵
ἀλογίας δ΄ ἀφαιρεθεὶς μένων δ΄ ἐν τῷ νῷ ὁμοιοῦται θεῷ. Πρβλ. Ross W.D., Αριστοτέλης,
μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2001, σελ. 270, 311-313. Πρβλ. Düring Ing., Aristotles.
Darstellung und Interpretation seines Denkens, Carl Winter Universitätsverlag, Heidelberg 1966,
μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1991, σελ. 16.
ζῷόν ἐστιν ὁ ἄνθρωπος καὶ κατὰ λόγον καὶ νοῦν τέτακται αὐτοῦ ἡ οὐσία͵
οὐκ ἄλλο ἐστὶν αὐτοῦ ἔργον ἢ μόνη ἡ ἀκριβεστάτη ἀλήθεια καὶ τὸ περὶ τῶν
εντελές έμβιο ον είναι αυτός, που φτάνει ελλόγως στην αλήθεια των
απαρέγκλιτα από την επιστήμη της φύσης και του σκοπού των όντων534. Η
νόηση535. Ὁ κατὰ τὸν νοῦν βίος (Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 1178a.7) είναι ο θεωρητικός
σχετίζεται με την πολιτική πράξη. Ενώ ο φιλόσοφος έχει την ευχέρεια και
534 Barker Ernest, “The Life of Aristotle and the Composition and Structure of the Politics.”
Classical Review 45 (1931), 162–72. Πρβλ. Depew David J., “The Ethics of Aristotle's Politics.”
In Ryan K. Balot (ed.) A Companion to Greek and Roman Political Thought. Oxford: Wiley-
Blackwell, 2009, pp. 399-418.
535 Ἀριστ. Ἠθ. Νικ. 1177a-1180b. Πρβλ. Düring Ing., Aristotles. Darstellung und Interpretation
seines Denkens, Carl Winter Universitätsverlag, Heidelberg 1966, μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2,
Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1991, σελ. 258. Πρβλ. Ross W.D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 2001, σελ. 329-332.
αδιέξοδο της φθοράς και γι’ αυτό ομοιάζει με το μυθικό Σίσυφο, του
πολιτική ευδαιμονία στερώντας έτσι από τον εαυτό του την επίτευξη της
φιλόσοφος στον Αριστοτέλη εκκινούν από την ίδια αφετηρία της γνώσης
της ουσίας και του σκοπού των όντων και της εφαρμογής της επιστήμης-
ανδρός.
Βιβλιογραφία
Ι. Αρχαίες Πηγές
Αθήναιος, Δειπνοσοφισταί, the Loeb Classical Library, vols. I-VII, London 1961-
1969.
Αιλιανός, Ποικίλη Ιστορία, ed. N. G. Wilson, the Loeb Classical Library, vols. I-VII,
London 1997.
Αισχύλος (Eschyle), Agamemnon, Les Choerhores, Les Eumenides, Les Suppliantes, Les
Perses, Les Sept contre Thebes, Promethee enchaine, τόμ. 2 Les Belles Lettres, Paris 1968.
Αισχύνης (Εschine), Discours, τόμ. 2 Les Belles Lettres, Paris 1962.
Αντιφών (Antiphon), Discours, επιμ. P. Gernet Les Belles Lettres, Paris 1965.
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, The Loeb Classical Library, London 1921.
Απολλόδωρος, Επιτομή, The Loeb Classical Library, London 1921.
Αριστοτέλης, (Aristoteles), τα κείμενα που μνημονεύονται από τις εκδόσεις της
Οξφόρδης, (Clarendon Press, Oxford).
Αριστοτέλης, Aristotle, The Complete Works of Aristotle, vol. 1 and 2, Jonathan Barnes,
ed. Princeton: Princeton University Press, 1984.
Αριστοτέλης, Έλληνες Υπομνηματιστές του Αριστοτέλη, Commentaria in Aristotelem
Graeca, 1882-1909, Berlin: G. Reimeri.
Αριστοτέλης, Φυσικά Α-Β (2010), Γ-Δ (2008), Μπετσάκος Β. (εισ-μτφρ-σχ.), Ζήτρος,
Θεσσαλονίκη.
Αριστοφάνης (Aristophanis) Comoediae (Κωμωδίες), επιμ. F.W. Hall-W.M. Geldart,
τόμ. 2 Clarendon Press, Oxford 1964.
Γαληνός, Περί κράσεων, μτφρ. Κ.Γ. Λαμεράς Πάπυρος, Αθήναι 1938.
Δημοσθένης (Demosthenes) Orationes (Λόγοι), επιμ. S.H. Butcher, τόμ. Α' (2)
Clarendon Press, Oxford 1966
Δημοσθένης (Demosthenes), Orationes (Λόγοι), επιμ.S.H. Butcher, τόμ. B1 Clarendon
Press, Oxford 1966.
Διογένης Λαέρτιος (Diogenes Laertius) Vitae Philosophorum (Βίοι φιλοσόφων), επιμ.
H.S. Long, τόμ. 2 Clarendon Press, Oxford 1964.
Διόδωρος ο Σικελιώτης, Diodorus Siculus, 1933-1967, Library of History, C. H.
Oldfather et al. (trs.), 12 Vols., Cambridge, Mass.: Harvard University Press.
Ερμογένης, Hermogenis opera, ed. H. Rabe, Leipzig 1913.
Ευριπίδης (Euripides), Fabulae (Έργα), επιμ. G. Murray, τόμ. Β' Clarendon Press,
Oxford 1974.
Ευριπίδης, Scolia in Euripides. ed. E. Schwartz, vol. I, Reimer/Berlin 1887.
Ηράκλειτος, Άπαντα, μτφρ. Τάσος Φάλκος-Αρβανιτάκης, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη
1999.
Ηρόδοτος (Herodotus) Historiae (Ιστορίαι), μτφρ. C. Hude, τόμ. 2, Clarendon Press,
Oxford 1967.
Ηρόδοτος (Herodotus) Historiae (Ιστορίαι), μτφρ. C. Hude, τόμ. 2, Clarendon Press,
Oxford 1967.
Ησίοδος (Hesiode), Theogonie. Les travaux et les jours. Le bouclier (Θεογονία. Έργα και
Ημέραι. Ασπίς), μτφρ. P. Mazon, Les Belles Lettres, Paris 1967.
Ησύχιος ο Αλεξανδρεύς, Λεξικόν, επιμ. M. Schmidt, τόμ. 4 Γεωργιάδης, Αθήνα
1975.
Θεόφραστος (Theophraste), Caracteres (Χαρακτήρες), μτφρ. O. Navarre Les Belles
Letttres, Paris 1964.
Abbott G. F., Thucydides: A Study in Historical Reality, London: George Routledge &
Sons 1925.
Ackrill J. L., 1955, “ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΕΙΔΩΝ”, Bulletin of the Institute of Classical Studies 2:
31–35. Repr. in Studies in Plato's Metaphysics, R. E. Allen (ed.), and in Essays on Plato
and Aristotle, J. L. Ackrill, Oxford: Oxford University Press, 1997. 72–79.
Adam J. (1963), The Republic of Plato, Cambridge vols II.
Adcock Frank E., Thucydides and His History, Archon Books 1973.
o Adkins A.W.H., 1960, Merit and Responsibility: A Study in Greek Values, Oxford:
Clarendon Press.
o Adkins A.W.H., Moral Values and Political Behavior in Ancient Gr. Chatto-Windus,
1972.
o Allen R., Plato's Euthyphro and the Earlier Theory of Forms. London: Routledge & Kegan
Paul, 1970.
o Allen R[eginald] E., 1971, “Plato's Earlier Theory of Forms,” in Vlastos 1971, 319-34.
o Ambler Wayne, “Aristotle's Understanding of the Naturalness of the City.” Review of
Politics 47 (1985), 163–85.
o Andrewes, H Τυραννία στην Αρχαία Ελλάδα, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1982.
o Annas J. (198I), An Introduction to Plato’s Republic, Oxford.
o Annas J., Platonic Ethics Old and New. Ithaca: Cornell University Press, 1999.
o Annas Julia, “Aristotle on Human Nature and Political Virtue.” The Review of
Metaphysics 49 (1996), 731–54.
o Annas Julia, 2002, ‘Democritus and Eudaimonism,’ in V. Caston and D. Graham
(eds.), Presocratic Philosophy: Essays in Honour of Alexander Mourelatos, London:
Ashgate, pp. 169–82.
o Anton J., (ed.). Science and the Sciences in Plato. Delmas, NY: Caravan Books, 1990
o Baldes Richard W., 1975, ‘Democritus on Visual Perception: Two Theories or One?,’
Phronesis, 20: 93–105.
o Balme David, 1941, ‘Greek Science and Mechanism II. The Atomists,’ Classical
Quarterly, 35: 23–8.
o Baradat L. P. (1994), Political Ideologies, their Origins and Impacts, New Jersey.
o Barker E., Greek Political Theory: Plato and his Predecessors, Cambridge 1925, Ο
Πολιτικός Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι Καταβολές του, μτφρ.,
Κολιόπουλος Κ., Ποιότητα, Αθήνα 2007.
o Barker E., Political Thought of Plato and Aristotle, New York, 1959.
o Barker Ernest, “The Life of Aristotle and the Composition and Structure of the
Politics.” Classical Review 45 (1931), 162–72.
o Barker, E., Social Contract: Essays by Locks, Hume and Rousseau, London (World's Classics)
1947.
o Barnes Jonathan, 1982, The Presocratic Philosophers, London: Routledge.
o Benakis Linos G. (ed.)., 1984, Proceedings of the Ist International Congress on Democritus,
Xanthi.
o Benardete, S., 1984, The Being of the Beautiful: Plato's Theaetetus, Sophist, and Statesman,
Chicago: University of Chicago Press.
o Berryman Sylvia, 2002, ‘Democritus and the explanatory power of the void,’ in V.
Caston and D. Graham (eds.), Presocratic Philosophy: Essays in Honour of Alexander
Mourelatos, London: Ashgate.
o Betegh, G., 2007, “On the Physical Aspect of Heraclitus' Psychology,” Phronesis, 52: 3–
32.
o Blondell R., 2005, “From Fleece to Fabric: Weaving Culture in Plato's Statesman”, Oxford
Studies in Ancient Philosophy 38: 23–75.
o Blondell Ruby, 2002, The Play of Character in Plato's Dialogues, Cambridge: Cambridge
University Press.
o Bobonich C., Plato's Utopia recast: his later ethics and politics. Oxford: Oxford University
Press, 2002
o Bok S. (1978), Lying: Moral Choice in Public and Private Life, New York.
o Bostock D., 1984, “Plato on ‘is not’”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 2: 89–119.
o Boudouris K. J., 1991, The Philosophy of Socrates, Athens: International Center for Greek
Philosophy and Culture.
o Brandwood L., The Chronology of Plato's Dialogues. Cambridge: Cambridge University
Press, 1990.
o Brickhouse Thomas C., and Nicholas D. Smith, 1994, Plato's Socrates, New York: Oxford
University Press.
o Burkert W., 1960, ‘Platon oder Pythagoras? Zum Ursprung des Wortes “Philosophia”’,
Hermes 88: 159-77.
o Burnet J., Greek Philosophy, I. Thales to Plato, London 1914.
o Burnet J., Η αυγή της ελληνικής φιλοσοφίας, Αναγνωστίδης, χ.χ.
o Calame C., (1999), “The Rhetoric of Muthos and Logos: Forms of Figurative Discourse”, in
Buxton R. (ed.) From Myth to Reason, Oxford 119-144.
o Campbell L., The Sophistes and Politicus of Plato, a rivised text and english notes, Oxford
1867.
o Cawkwell George, Thucydides and the Peloponnesian War, Routledge 1997.
o Chappell T.D.J., 1993, “The Virtues of Thrasymachus”, Phronesis 38: 1-17.
o Chappell Timothy, “‘Naturalism’ in Aristotle's Political Philosophy.” In Ryan K. Balot
(ed.) A Companion to Greek and Roman Political Thought. Oxford: Wiley-Blackwell, 2009,
pp. 382–98.
o Cherniss Harold, 1935, Aristotle's Criticism of Presocratic Philosophy, Baltimore: Johns
Hopkins Press.
o Cogan Marc, The Human Thing: The Speeches and Principles of Thucydides' History.
University of Chicago Press 1981.
o Cole Thomas, 1967, Democritus and the Sources of Greek Anthropology, Cleveland: Western
Reserve University Press.
o Connor W. Robert, Thucydides. Princeton University Press 1987.
o Cooper J. M., “Plato's Theory of Human Motivation.” Reason and Emotion. Essays on
Ancient Moral Psychology and Ethical Theory. Princeton: Princeton University Press, 1999,
ch. 5.
o Cooper J.M., 1999, ‘Socrates and Plato in Plato's Gorgias’, in his Reason and Emotion,
Princeton: Princeton University Press, 29-75.
o Cooper John M., “Political Animals and Civic Friendship.” In Günther Patzig (ed.)
Aristoteles' ‘Politik’. Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 1990, pp. 220–41. Repr. in
Richard Kraut and Steven Skultety (eds.) Aristotle's Politics: Critical Essays. Lanham MD:
Rowman and Littlefield, 2005, pp. 65–89.
o Cornford F. M. (1942), The Republic of Plato, London.
o Cornford F. M., 1922–1923, ‘Mysticism and Science in the Pythagorean Tradition’, CQ
16: 137–150; 17: 1–12.
o Cornford F. M., Plato's Cosmology. London: Routledge & Kegan Paul, 1937.
o Cornford F. M., Plato's Theory of Knowledge. London: Routledge & Kegan Paul, 1935.
o Crane Gregory, Thucydides and the Ancient Simplicity: The Limits of Political Realism,
University of California Press 1997.
o Croiset Alfred and Maurice, Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μτφρ. Α.Ι.
Πουρνάρας, τόμ. Α', Β' (2), Ε', ΣΤ' Πάπυρος, Αθήναι 1938.
o Cross R. C. & Woozley A. D. Plato's Republic: A Philosophical Commentary. London:
Macmillan, 1964.
o Davidson J., Αρχαίοι Αθηναίοι. Ηδονές, καταχρήσεις και πάθη, μτφρ. Χ.
Παπαδημητρίου, Περίπλους, Αθήνα 2003.
o De Ciara-Quenzer D., 1998, “The Purpose of the Philosophical Method in Plato's
Statesman”, Apeiron 31: 91–126.
o De Lacy Phillip, 1958, ‘Ou mallon and the Antecedents of Ancient Scepticism,’ Phronesis,
3: 59–71.
o De Romilly Jacqueline, Thucydides and Athenian imperialism, Blackwell 1963.
o Debnar Paula, Speaking the Same Language: Speech and Audience in Thucydides'
Spartan Debates, University of Michigan Press 2001.
o DePew David J., “Humans and Other Political Animals in Aristotle's Historia
Animalium.” Phronesis 40 (1995), 156–76.
o Depew David J., “The Ethics of Aristotle's Politics.” In Ryan K. Balot (ed.) A Companion
to Greek and Roman Political Thought. Oxford: Wiley-Blackwell, 2009, pp. 399-418.
o Dewald Carolyn, Thucydides' War Narrative: A Structural Study, University of California
Press 2005.
o Diels H. and W. Kranz = DK, 1952, Die Fragmente der Vorsokratiker, (αποσπάσματα και
δοξογραφικές μαρτυρίες) 6th edition, 3 Vols., Dublin and Zürich: Weidmann, (Original
work published by Diels in 1903).
o Diels H., 1958, Doxographi Graeci, Berlin: De Gruyter.
o Dodds E. R., Οι Έλληνες και το παράλογο, μτφρ. Γ. Γιατρομανωλάκης, Καρδαμίτσα,
Αθήνα 1978 .
o Dorter K.,1994, Form and Good in Plato's Eleatic Dialogues: the Parmenides, Theaetetus,
Sophist, and Statesman, Berkeley: University of California Press.
o Dover K.J., Greek Popular Morality in the Time of Plato and Aristotle. Oxford: Blackwell,
1974.
o Düring Ing., Aristotles. Darstellung und Interpretation seines Denkens, Carl Winter
Universitätsverlag, Heidelberg 1966, μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1991.
o Edmunds Lowell, 1972, ‘Necessity, Chance, and Freedom in the Early Atomists,’
Phoenix, 26: 342–57
o Edmunds Lowell, Chance and Intelligence in Thucydides, Harvard University Press 1975.
o Field G.C. Ο Πλάτων και η εποχή του, μτφρ. Α.Η. Σακελλαρίου, Γρηγόρης, Αθήνα
1972.
o Fine G., On Ideas: Aristotle's Criticism of Plato's Theory of Forms. Oxford: Oxford
University Press, 1993.
o Finley J. H., “Thucydides the President and Fellows of Harvard College”, Θουκυδίδης, μτφρ,
Τ. Κουκουλιός, Παπαδήμας, Αθήνα, 2001.
Finley John H. Jr., Thucydides, Harvard University Press 1942.
o Furley D.J., 1981, “Antiphon's Case Against Justice”, in Kerferd 1981b.
o Furley David J., 1967, Two Studies in the Greek Atomists, Princeton: Princeton University
Press.
o Furley David J., 1989, Cosmic Problems: Essays on Greek and Roman Philosophy of Nature,
Cambridge: Cambridge University Press.
o Furley David J., 1993, ‘Democritus and Epicurus on Sensible Qualities,’ in J.
Brunschwig and M.C. Nussbaum (eds.), Passions and Perceptions, Cambridge:
Cambridge University Press, pp. 72–94.
o Gabriela Roxana Carone, "Akrasia in the Republic: Does Plato Change his Mind?" Oxford
Studies in Ancient Philosophy 20 (2001): 107-148.
o Gadamer Hans-Georg, 1980, Dialogue and Dialectic: Eight Hermeneutical Studies on Plato,
tr. from the German by P. Christopher Smith, New Haven: Yale University Press.
o Gagarin M. and P. Woodruff (ed. and trans.), 1995, Early Greek Political Thought from
Homer to the Sophists, Cambridge: Cambridge University Press.
o Ganson Todd, 1999, ‘Democritus against Reducing Sensible Qualities,’ Ancient
Philosophy, 19: 201–15.
o Gerson Lloyd, “Platonism in Aristotle's Ethics.” Oxford Studies in Ancient Philosophy 27
(Winter 2004), pp. 217-48.
o Gigon Ο., Σωκράτης. Η εικόνα του στην ποίηση και στην ιστορία, σελ. 121, μτφρ.
Γεωργίου Α., Γνώση, Αθήνα 1995.
o Gill M. L., 2006. “Models in Plato's Sophist and Statesman”, Journal of the International
Plato Society 6.
o Gill M. L., 2009 , “Division and Definition in Plato's Sophist and Statesman”, in Definition
in Greek Philosophy, D. Charles (ed.), Oxford: Clarendon Press.
o Glotz G. Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ. Σακελλαρίου Α. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1994.
o Gomez-Lobo, Alfonso, 1994, The Foundations of Socratic Ethics, Indianapolis: Hackett
Publishing Co.
o Gosling J.C.B., and C.C.W. Taylor, 1982, The Greeks on Pleasure, Clarendon Press:
Oxford.
o Graham, D. W., 2002, “Heraclitus and Parmenides.” In Presocratic Philosophy: Essays in
Honour of Alexander Mourelatos, V. Caston and D. W. Graham (eds.), 27–44, Aldershot:
Ashgate.
o Guthrie W. K. C., 1962, A History of Greek Philosophy, Vol. 1, Cambridge: Cambridge
University Press.
o Guthrie W.K.C., The Sophists, Cambridge University Press, 1971 Οι Σοφιστές, μτφρ.
Δαμ. Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1991.
o Hankinson R.J., 1998, Cause and Explanation in Ancient Greek Thought, Oxford: Oxford
University Press.
o Havelock E. A., The Liberal Temper in Greek Politics, London 1957.
o Hegel Werke in zwanzing Bänden, 12: 134/177, επιμ. E. Moldenhauer/K. M. Michel.
Frankfurt: Suhrkamp 1969-71.
o Hesk J. (2000), Deception and Democracy in Ancient Athens, Cambridge.
o Hirsch Ulrike, 1990, ‘War Demokrits Weltbild mechanistisch und antiteleologisch?’
Phronesis, 35: 225–44.
o Hobbes T., Λεβιάθαν, μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος, Γνώση, Αθήνα 1989.
o Hornblower Simon, Thucydides, Johns Hopkins University Press 1987.
o Howland Jacob, 1991, “Re-Reading Plato: The Problem of Platonic Chronology,” Phoenix
45:3, 189-214.
o Kraut R., Socrates and the State. Princeton: Princeton University Press, 1984.
o Kuczewski M. G. – Polansky R., Bioethics, Βιοηθική: Αρχαίες Θεματικές σε Σύγχρονα
Προβλήματα, Καλοκαιρινού Ελ. (επιμέλεια-επίμετρο), μτφρ. Κατσιμίτσης Μ.,
Τραυλός, Αθήνα 2007.
o Kullmann W., Η Πολιτική Σκέψη του Αριστοτέλη, μτφρ. Α.Ρεγγάκος, Μ. Ι. Ε. Τ.,
Αθήνα 1996.
o Kullmann Wolfgang, “Man as a Political Animal in Aristotle.” In David Keyt and Fred
D. Miller, Jr. (eds.) A Companion to Aristotle's Politics. Oxford: Blackwell, 1991, pp. 94–11.
o Lane M., Method and Politics in Plato's Statesman. Cambridge: Cambridge University
Press, 1998.
Lee Mi-Kyoung, 2005, Epistemology After Protagoras: Responses to Relativism in Plato,
Aristotle. and Democritus, Oxford: Oxford University Press.
o Lesky A. Ιστορία της αρχαίας ελληνικής λογοτεχνίας, μτφρ. Α. Τσοπανάκης,
Ε.Ι.Ε.Π., Θεσσαλονίκη 1972.
o Lesky A., Η τραγική ποίηση των αρχαίων Ελλήνων, μτφρ. Ν. Χουρμουζιάδης, τόμ.2,
Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1989.
o Lisi F., (ed.) Plato's Laws and its Historical Significance. Sankt Augustin: Academia
Verlag, 2001
o Livingstone R. W., Ελληνικά ιδανικά και σύγχρονη ζωή, μτφρ. Δ. Χόνδρος (2) Α.Δ.Ε.Ε.,
Αθήνα 1950.
o Lloyd G., E. R., 1979, Magic, Reason, and Experience, Cambridge: Cambridge University
Press.
o Long A.A., and D.N. Sedley, The Hellenistic Philosophers, vol 1 and 2 (Cambridge:
Cambridge University Press, 1987),
o Long A.A., Η Ελληνιστική Φιλοσοφία, μτφρ. Δημόπουλος Σ.-Μ. Δραγώνα-Μονάχου,
Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1997.
o Luginbill Robert D., Thucydides on War and National Character, Perseus Books 1999.
o Machiavelli Νiccolo, Ο Ηγεμόνας, μτφρ. Ζ. Ζωγραφίδου-Καραχάλιου, Βάνιας 1999.
o MacPherson C. B., Ατομικισμός και Ιδιοκτησία: Η πολιτική θεωρία του πρώιμου
φιλελευθερισμού από τον Hobbes στον Locke , Γνώση, Αθήνα 1986.
o Martin G., Πλάτων, μτφρ. Κ. Τσελεμέγκος Οργ. Κλασ. Εκδ., Αθήναι, χ.χ.
o Mary Margaret MacKenzie. Plato on Punishment. Berkeley: University of California
Press, 1986.
o Mathieu Bernard, 1987, ‘Archytas de Tarente pythagoricien et ami de Platon’, Bulletin de
l'Association G. Budé, 239-255.
Maurer Karl, Interpolation in Thucydides, E. J. Brill. 1995.
o McCabe M.M., Plato's Individuals. Princeton: Princeton University Press, 1994.
o McCabe Mary Margaret, 2000, Plato and His Predecessors: The Dramatisation of Reason,
Cambridge: Cambridge University Press.
o McDiarmid J.B., 1958, ‘Phantoms in Democritean Terminology: ΠΕΡΙΠΑΛΑΞΙΣ and
ΠΕΡΙΠΑΛΑΣΣΕΣΘΑΙ,’ Hermes, 86 (3): 291–8.
o Menn S., Plato on God as Nous. Carbondale: Southern Illinois University Press.
o Miller Fred D., Jr. “Aristotle and the Origins of Natural Rights.” The Review of
Metaphysics 49 (1996), 873–907.
o Miller M., 2004, The Philosopher in Plato's Statesman, Repr. with supplementary material,
Las Vegas: Parmenides Publishing. [Originally published 1980].
o Minar Edwin L., 1942, Early Pythagorean Politics in Practice and Theory, Baltimore:
Waverly Press.
o Monk- Hampsher Iain, A History of Modern Political Thought, Blackwell, 1992.
o Monoson Sara, Plato's Democratic Entanglements. Princeton: Princeton University Press,
2000.
o Morpeth Neil, Thucydides' War: Accounting for the Faces of Conflict, Georg Olms Verlag.
2006.
o Morrison D., “The Happiness of the City and the Happiness of the Individual in Plato's
Republic.” Ancient Philosophy 21 (2001), 1-24.
o Morrison Donald (ed.), 2006, The Cambridge Companion to Socrates, Cambridge:
Cambridge University Press.
o Morrison J.S., 1963, “The Truth of Antiphon”, Phronesis 8, 35-49.
o Morrow G. R., Plato's Cretan City. Princeton: Princeton University Press, 1993.
o Mourelatos Alexander P.D., 2004, ‘Intrinsic and Relational Properties of Atoms in the
Democritean Ontology,’ in Ricardo Salles (ed.), Metaphysics, Soul, and Ethics: Themes
from the work of Richard Sorabji, Oxford: Clarendon Press, pp. 39–63.
o Mueller I., 1997, ‘Greek arithmetic, geometry and harmonics: Thales to Plato’, in
Routledge History of Philosophy Vol. I: From the Beginning to Plato, C. C. W. Taylor (ed.),
London: Routledge, 271–322.
o Murphy N.R., The Interpretation of Plato's Republic. Oxford: Clarendon, 1951.
o Murray P., (1996), Plato on Poetry, Cambridge.
o Murray P., (1999), “What is a Muthos for Plato?” in Buxton R. (ed.) Form myth to Reason,
Oxford 251-262.
o Nails Debra, 1995, Agora, Academy, and the Conduct of Philosophy, Dordrecht: Kluwer
Academic Publishing.
o Nails Debra, 2002, The People of Plato: A Prosopography of Plato and Other Socratics,
Indianapolis: Hackett Publishing.
o Nehamas A., “Episteme and Logos in Plato's Later Thought". Repr. Nehamas, A. (1999), ch.
11
o Nehamas A., “Socratic Intellectualism.” Repr. Nehamas, A. (1999), ch. 2.
o Nehamas A., 2002, “Parmenidean Being/ Heraclitean Fire,” in Presocratic Philosophy:
Essays in Honour of Alexander Mourelatos, V. Caston and D. W. Graham (eds.), 45–64,
Aldershot: Ashgate.
o Nehamas A., Virtues of Authenticity. Essays on Plato and Socrates. Princeton: Princeton
University Press, 1999.
o Nietzsche F., 1968, The Will to Power, trans. W. Kaufman, New York: Random House
(original work published 1901).
o Nietzsche F., Die Geburt der Tragödie, 1872, The Birth of Tragedy, tr. from the German by
Walter Kaufmann, New York: Penguin (1967), «Η Γέννηση της Τραγωδίας», μτφρ. Ζ.
Σαρίκας, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2005.
o Nietzsche F., Ο Αντίχριστος, μετάφραση Ζ. Σαρίκας, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, χ.χ.
o Nightingale A., (1995) Genres in Dialogue: Plato on the Construct of Philosophy, Cambridge
University Press.
o Notomi N., 1999, The Unity of Plato's ‘Sophist’: Between the Sophist and the Philosopher,
Cambridge: Cambridge University Press.
o Nussbaum M. C., 1972, “Psyche in Heraclitus,” Phronesis, 17: 1–16; 153–70.
o Nussbaum Martha C., 1994, The Therapy of Desire, Princeton: Princeton University Press.
o Ober J., (1989), Mass and Elite in democratic Athens: Rhetoric, Ideology and Power of People,
Princeton University Press, μτφρ. Β. Σερέτη, Πολύτροπον, Αθήνα 2003.
o Ober J., Political Dissent in Democratic Athens. Princeton: Princeton University Press,
1998.
o O'Brien Denis, 1981, Democritus, weight and size: an exercise in the reconstruction of early
Greek philosophy, Theories of Weight in the Ancient World (Volume 1), Leiden: Brill.
o O'Keefe Timothy, 1996, ‘Does Epicurus Need the Swerve as an archê of Collisions?,’
Phronesis, 41: 305–17.
o O'Keefe Timothy, 1997, ‘The Ontological Status of Sensible Qualities for Democritus
and Epicurus,’ Ancient Philosophy, 17: 119–34.
o O'Neill B., 1988, “The Struggle for the Soul of Thrasymachus”, Ancient Philosophy 8: 167-
85.
o Orwin Clifford, The Humanity of Thucydides, Princeton University Press 1994.
o Osborne Catherine, 2004, Presocratic Philosophy: A Very Short Introduction, Oxford:
Oxford University Press.
o Page D. H Ιλιάς και η Ιστορία, μτφρ. Χρ. Πανηγύρης, Παπαδήμας, Αθήνα 1988.
o Palmer Michael, Love of Glory and the Common Good: Aspects of the Political
Thought of Thucydides, Rowman & Littlefield. 1992.
o Pasnau Robert, 2007, ‘Democritus and Secondary Qualities,’ Archiv für Geschichte der
Philosophie, 89: 99–121.
o Pellegrin Pierre, “On the ‘Platonic’ Part of Aristotle's Politics.” In Willaim Wians (ed.)
Aristotle's Philosophical Development. Lanham, MD: Rowman & Littlefield, 1996, pp. 347–
59.
o Pendrick G., (ed. and trans.), 2002, Antiphon the Sophist: The Fragments, Cambridge,
Cambridge University Press.
o Penner T., “The Unity of Virtue.” Philosophical Review 82 (1973), 35-68.
o Penner Terry, 1992, “Socrates and the Early Dialogues,” in Richard Kraut (ed.), The
Cambridge Companion to Plato, Cambridge: Cambridge University Press.
o Popper K., (1966), The Open Society and its Enemies, vol. I, The Spell of Plato, 5th edition,
London.
o Pouncey Peter R., The Necessities of War: A Study of Thucydides' Pessimism, Columbia
University Press. 1980.
o Powell A., (1994), “Plato and Sparta: Modes of Rules and of Non-Rational Persuasion in the
Laws” in Powell A. and Hodkinson S., (Eds.) The Shadow of Sparta, London 273-321.
o Powell J. G. F., 1995, Cicero the Philosopher, Oxford: Clarendon Press.
o Press Gerald A[lan] 1996, “The State of the Question in the Study of Plato,” Southern
Journal of Philosophy 34, 507-32.
o Price A., Love and Friendship in Plato and Aristotle. Oxford: Clarendon Press, 1989.
o Price Jonathan J., Thucydides and Internal War, Cambridge University Press 2001.
o Proctor Dennis, Experience of Thucydides, Aris & Phillips 1980.
o Rawlings Hunter R., The Structure of Thucydides' History, Princeton University Press.
1981.
o Reeve C. D. C., “The Naturalness of the Polis in Aristotle.” In Georgios
Anagnostopoulos (ed.) A Companion to Aristotle. Oxford: Wiley-Blackwell, 2009, pp. 512-
25.
o Reeve C.D.C. Philosopher Kings: The Argument of Plato's Republic. Princeton: Princeton
University Press, 1988.
o Ritter C. Untersuchungen über Platon: Die Echtheit und Chronologie der Platonischen
Schriften. Stuttgart: Kohlhammer, 1888.
o Roberts Jean, “Excellences of the Citizen and of the Individual.” In Georgios
Anagnostopoulos (ed.) A Companion to Aristotle. Oxford: Wiley-Blackwell, 2009, pp. 555-
65.
o Robinson R. (1953), Plato’s Earlier Dialogues, Oxford.
o Robinson R. “Plato's separation of reason and desire.” Phronesis 16 (1971), 38-48.
o Robinson R., Plato's Earlier Dialectic. Oxford: Clarendon Press, 1953.
o Romilly de J., Ο Θουκυδίδης και ο αθηναϊκός ιμπεριαλισμός, μτφρ. Λ. Στεφάνου
Παπαδήμας, Αθήνα 2000.
o Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη,
μτφρ. Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση Κ., Το Άστυ, Αθήνα 1995.
o Rood Tim, Thucydides: Narrative and Explanation, Oxford University Press 1998.
o Rosen S., 1995, Plato's Statesman: The Web of Politics, New Haven, Conn.: Yale University
Press.
o Ross W. D., 1933, “The Socratic Problem,” Proceedings of the Classical Association 30, 7-24.
o Ross W. D., Plato's Theory of Ideas. Oxford: Clarendon Press, 1905.
o Ross W.D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 2001.
o Rousseau J.J., “Du Contract Social”, Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφρ. Κουχτσόγλου Δ.
και Ν., Δαρεμά, Αθήνα 1957.
o Rowe C. J., (ed.) 1995. Reading the Statesman, Sankt Augustin: Academia Verlag.
o Rowe C. J., 1995, Plato: Statesman, Warminster: Aris & Phillips.
o Rowe C. J., 1996. “The Politicus: Form and Structure”, in Form and Argument in Late
Plato, C. Gill and M. M. McCabe (eds.), Oxford: Clarendon Press. 153–78.
o Rowe Christopher J., “Aims and Methods in Aristotle's Politics.” In David Keyt and
Fred D. Miller, Jr. (eds.) A Companion to Aristotle's Politics. Oxford: Blackwell, 1991, pp.
57–74.
o Rudebusch George, 1999, Socrates, Pleasure, and Value, New York: Oxford University
Press.
o Runciman, W. G. 1962, Plato's Later Epistemology, Cambridge: Cambridge University
Press.
o Russell B., "Α Ηistory of the Western Philosophy", Simon and Schuster,1945. μτφρ.
Χουρμουζίου Αιμ., Αρσενίδη, Αθήνα. χ.χ.
o Russell B., Power-A New Social Analysis, London 1938, Ισχύς-Μια Νέα Κοινωνική
Ανάλυση, μτφρ. Κυριακόπουλος Γ., Ευρασία, Αθήνα 2001.
o Ryan K. Balot., Greed and Injustice in Classical Athens. Princeton: Princeton University
Press, 2001.
o Ryle G., Plato's Progress. Cambridge: Cambridge University Press, 1966.
o Salkever Stephen G., “Aristotle's Social Science.” Political Theory 9 (1981), pp. 479–508.
Repr. in Richard Kraut and Steven Skultety (eds.) Aristotle's Politics: Critical Essays.
Lanham MD: Rowman and Littlefield, 2005, pp. 27–64.
o Samaras Thanassis, Plato on Democracy. New York: Peter Lang, 2002.
o Santas G. (1997), Σωκράτης: Φιλοσοφία στους Πρώιμους Διάλογους του Πλάτωνα,
μτφρ. Δ. Βούβαλη, Αθήνα.
o Santas G. Socrates: Philosophy in Plato's Early Dialogues. London: Routledge & Kegan
Paul, 1979 .
o Santas G., “Two theories of the good in Plato's Republic.” Archiv für Geschichte der
Philosophie 57 (1985), 223-45.
o Santas Gerasimos, Goodness and Justice: Plato, Aristotle, and the Moderns. Oxford:
Blackwell Publishers, 2001. Chapters 6-7.
o Sayre K. M., 2006, Method and Metaphysics in Plato's Statesman, Cambridge: Cambridge
University Press.
o Sayre K., Plato's Analytic Method. Chicago: Chicago University Press, 1969.
o Schofield M., "Plato on the Economy," in The Ancient Greek City-State, ed. M.H. Hansen
(Copenhagen, 1993), 183-196; rerpinted in his Saving the City: Philosopher-Kings and
Other Classical Paradigms (London: Routledge, 1999), 69-81.
o Schofield M., 2000, 'Plato and Practical Politics', in The Cambridge History of Greek and
Roman Political Thought, Christopher Rowe and Malcolm Schofield (eds.), Cambridge:
Cambridge University Press, 293-302.
o Schofield M., Saving the City: Philosopher-Kings and other Clasical Paradigms. London:
Routledge & Kegan Paul, 1999.
o Schofield Malcolm, 2002, ‘Leucippus, Democritus and the ou mallon Principle: An
Examination of Theophrastus Phys. Op. Fr. 8,’ Phronesis, 47(3): 253–63.
o Scodel H. R. 1987, Diairesis and Myth in Plato's Statesman, Göttingen: Vandenhoeck &
Ruprecht.
o Scott D., Recollection and experience, Plato's theory of learning and its successors.
Cambridge: Cambridge University Press, 1995.
o Scott Gary Alan (ed.), 2002, Does Socrates Have a Method? Rethinking the Elenchus in
Plato's Dialogues and Beyond, University Park: Pennsylvania State University Press.
Sedley David, 1982, ‘Two Conceptions of Vacuum,’ Phronesis, 27: 175–93.
Sedley David, 2008, ‘Atomism's Eleatic Roots,’ in Patricia Curd and Daniel W. Graham
(eds.), The Oxford Handbook of Presocratic Philosophy, Oxford: Oxford University Press,
305–332.
o Segal C. (1962), “Gorgias and the Psychology of the Logos”, H.S.C.P. 66, 99-155.
o Shanske Darien, Thucydides and the Philosophical Origins of History, Cambridge
University Press. 2007.
o Shorey Paul, 1903, The Unity of Plato's Thought, Chicago: University of Chicago Press.
o Sinclair T. A., Ιστορία της Ελληνικής Πολιτικής Σκέψεως, Παπαζήσης, Αθήνα 1969.
o Skemb J. B., Plato’ s Statesman, Routledge & Kegan, London 1952.
o Smith Nicholas D. and Robert Mayhew, “Aristotle on What the Political Scientist Needs
to Know.” In K. I. Boudouris (ed.) Aristotelian Political Philosophy, vol. 1. Athens:
International Center for Greek Philosophy and Culture, 1995, pp. 189–98.
o Snell B. Η ανακάλυψη του πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981.
o Sorabji Richard, 1983, Time, Creation and the Continuum, London: Duckworth.
o Stahl Hans-Peter (Translated by David Seward), Thucydides: Man's Place in History,
Gerald Duckworth & Co. 2003.
o Stalley R.F., "Aristotle's Criticism of Plato's Republic," in A Companion to Aristotle's
Politics," ed. David Keyt and Fred D. Miller, Jr. (Oxford: Blackwell, 1991), 182-199.
o Stokes M. Plato's Socratic Conversations: Drama and Dialectic in Three Dialogues.
Baltimore: Johns Hopkins University Press, 1986.
o Strauss L, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, μτφρ. Ροζάνης Σ., Λυκιαρδόπουλός Γ., Γνώση,
Αθήνα 1988.
o Strauss L., 1964, The City and Man, Charlottesville: University Press of Virginia.
o Strauss L., Περί Τυραννίδος, μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση, Αθήνα 1995.
o Tarán L., 1999, “Heraclitus: The River Fragments and Their Implications,” Elenchos, 20:
9–52.
o Taylor A. E., Plato. The Man and his Work, Methuen & Co Ltd, London 1978, Ο
άνθρωπος και το έργο του, μτφρ. Ι. Αρζόγλου, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 2000.
o Taylor C. C. W. Plato's Protagoras. Trsl & notes. Oxford: Clarendon Press, 1976.
o Taylor C.C.W., 2007, ‘Nomos and Phusis in Democritus and Plato,’ Social Philosophy and
Policy, 24 (2): 1–20.
o Taylor, A. E., 1961, Plato: The Sophist and the Statesman, R. Klibansky and E. Anscombe
(eds.), London: Thomas Nelson and Sons.
o Teloh Henry, 1986, Socratic Education in Plato's Early Dialogues, Notre Dame: University
of Notre Dame Press.
o Terry Penner, "Thought and Desire in Plato" in Plato: A Collection of Critical Essays, II:
Ethics, Politics, and Philosophy of Art and Religion, ed. Gregory Vlastos (New York:
Doubleday and Company, 1971), 96-118.
o Thessleff H. Studies in Platonic Chronology. Helsinki; Societas Scientiarum Fennica, 1982.
o Vander Waerdt (ed.), 1994, The Socratic Movement, Ithaca: Cornell University Press.
o Vander Waert, Paul A. “Kingship and Philosophy in Aristotle's Best Regime.” Phronesis
30 (1985), 249–73.
o Verdenius W. J. (1981), “Gorgias Doctrine of Decetion’’, in Kerferd G. B. (ed) The Sophistic
Movement, Cambridge, 116-27.
o Vernant J. P. Μύθος και σκέψη στην αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Στ. Γεωργούδη, τόμ. Α', Β'
Δαίδαλος, Αθήνα 1989.
o Vlastos G. (1993), Σωκράτης: Ειρωνευτής και Ηθικός Φιλόσοφος, μτφρ. Π. Καλλιγάς,
Εστία, Αθήνα.
o Vlastos G. (1995), Πλατωνικές Μελέτες, Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., Vlastos, G. Platonic Studies.
Princeton: Princeton University Press, 1988.
o Vlastos G., "Does Slavery Exist in the Republic" Classical Philology 63 (1968): 291-295;
reprinted in his Platonic Studies, 2nd ed. (Princeton: Princeton University Press, 1981),
140-146.
o Vlastos G., “Elenchus and Mathematics: A Turning-Point in Plato's Philosophical
Development.” American Journal of Philology 109 (1988), 362-396.
o Vlastos G., 1955. “On Heraclitus,” American Journal of Philology, 76: 337–378.
o Vlastos G., 1975, ‘Ethics and physics in Democritus,’ in D.J. Furley and R.E. Allen (eds.),
Studies in Presocratic Philosophy (Volume 2: Eleatics and Pluralists), London: Routledge
and Kegan Paul, pp. 381–408.
o Vlastos G., Plato's Universe. Seattle: University of Washington Press, 1975.
o Vlastos Gregory, 1954, “The Third Man Argument in Plato's Parmenides,” Philosophical
Review 63, 319-49.
o Wagner E. (ed.), Essays on Plato's Psychology. Lanham, MD.: Lexington Books, 2001.
o Wardy Robert, 1988, ‘Eleatic Pluralism,’ Archiv für Geschichte der Philosophie, 70: 125–46.
o Warren James, 2002, Epicurus and Democritean Ethics: An Archaeology of Ataraxia,
Cambridge: Cambridge University Press.
o Wedin M. V., 1987, “Collection and Division in the Phaedrus and Statesman”, Revue de
Philosophie Ancienne 5: 207–33.
o Webster T.B.L., Εισαγωγή στον Σοφοκλή, Μτφρ., Ιωαν. Μπάρμπας, Θεσσαλονίκη
1994.
o Weiss R., 1995, “Statesman as epistêmôn: Caretaker, Physician, and Weaver”, in Reading
the Statesman, Proceedings of the Third Symposium Platonicum, C. J. Rowe (ed.), Sankt
Augustin: Academia Verlag. 213–22.
o Werkmeister W. H. (ed.), Facets of Plato's Philosophy. Assen: Van Gorcum, 1976.
o West M. L., 1983, The Orphic Poems, Oxford: Clarendon Press.
Westlake H. D., Studies in Thucydides and Greek History, Bristol Classical Press 1989.
Westlake Henry Dickinson, Individuals in Thucydides, Cambridge University Press 1968.
o White D. A., Rhetoric and Reality in Plato's ‘Phaedrus’. Albany: State University of New
York Press, 1993.
o White N. P., A Companion to Plato's Republic. Indianapolis: Hackett, 1979.
White N., Individual and Conflict in Greek Ethics. Oxford: Oxford University Press, 2002.
o White S. A., 1995, “Thrasymachus the Diplomat”, Classical Philology 90: 307-27.
o Wilamowitz-Moellendorff Ulrich von, 1962, Platon, 2 Vols., Berlin: Weidmann, Πλάτων
η Ζωή και το Έργο του, μτφρ. Αρμυρός Ξ., Κάκτος, Αθήνα 2005.
o Williams B. A. O. “The Analogy of city and soul in Plato's Republic.” Lee,
E.N/Mourelatos, A. D. P./ Rorty, R. M. (eds.) (1973), ch. 10.
o Windelband W. – Heimsoeth H. Lehrbuch der Geschichte der Philosophie, Tübingen 1976,
Εγχειρίδιο Ιστορίας της Φιλοσοφίας, μτφρ. Σκουτερόπουλος Ν.Μ., Τόμος Α´, Μ.Ι.Ε.Τ.
Αθήνα 1991.
o Woodhead Arthur Geoffrey, Thucydides on the Nature of Power, Harvard University
Press 1970.
o Woolf R., 2000, “Callicles and Socrates: Psychic (Dis)harmony in the Gorgias”, Oxford
Studies in Ancient Philosophy 18: 1-40.
o Zagorin Perez, Thucydides: An Introduction for the Common Reader, Princeton University
Press 2005, μτφρ., Κ. Κολιόπουλος, Ποιότητα, Αθήνα 2006.
o Zeller Eduard - Nestle Wilhelm, Ιστορία της Ελληνικής Φιλοσοφίας, μτφρ. Θεοδωρίδη
Χ., Εστία, Αθήνα 1980.Zingano Marco, “Akrasia and the Method of Ethics,”. In
Christopher Bobonich and Pierre Destree (eds.), Akrasia in Greek Philosophy. Leiden: Brill
2007, pp. 167 – 192.
o Ziolkowski John E., Thucydides and the Tradition of Funeral Speeches at Athens, Arno Press
1981.
o Νέστλε Β., Από τον Μύθο στον Λόγο, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010.
Adkins A.W.H., 1960, Merit and Responsibility: A Study in Greek Values, Oxford: Clarendon
Press - Adkins A.W.H., Moral Values and Political Behavior in Ancient Gr. Chatto-Windus, 1972
- Allen R., Plato's Euthyphro and the Earlier Theory of Forms. London: Routledge & Kegan Paul,
1970 - Bok S. (1978), Lying: Moral Choice in Public and Private Life, New York - Calame C.,
(1999), “The Rhetoric of Muthos and Logos: Forms of Figurative Discourse”, in Buxton R. (ed.) From
Myth to Reason, Oxford 119-144 - Dodds E. R., Οι Έλληνες και το παράλογο, μτφρ. Γ.
Γιατρομανωλάκης, Καρδαμίτσα, Αθήνα 1978 - Glotz G. Η Ελληνική «Πόλις», μτφρ.
Σακελλαρίου Α. Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1994 - Livingstone R. W., Ελληνικά ιδανικά και σύγχρονη
ζωή, μτφρ. Δ. Χόνδρος (2) Α.Δ.Ε.Ε., Αθήνα 1950 - Lloyd G., E. R., 1979, Magic, Reason, and
Experience, Cambridge: Cambridge University Press - Murray P., (1999), “What is a Muthos for
Plato?” in Buxton R. (ed.) Form myth to Reason, Oxford 251-262 - Νέστλε Β., Από τον Μύθο
στον Λόγο, μτφρ. Γεωργίου Αν., Γνώση, Αθήνα 2010- Nietzsche F., Die Geburt der Tragödie,
1872, The Birth of Tragedy, tr. from the German by Walter Kaufmann, New York: Penguin
(1967), «Η Γέννηση της Τραγωδίας», μτφρ. Ζ. Σαρίκας, Νησίδες, Θεσσαλονίκη 2005 - Page
D. H Ιλιάς και η Ιστορία, μτφρ. Χρ. Πανηγύρης, Παπαδήμας, Αθήνα 1988 - Penner T.,
“The Unity of Virtue.” Philosophical Review 82 (1973), 35-68 - Snell B. Η ανακάλυψη του
πνεύματος, μτφρ. Δ.Ι. Ιακώβ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1981 - Vernant J. P., Μύθος και σκέψη στην
αρχαία Ελλάδα, μτφρ. Στ. Γεωργούδη, τόμ. Α', Β' Δαίδαλος, Αθήνα 1989 - West M. L., 1983,
The Orphic Poems, Oxford: Clarendon Press - Βλάχος Γ., Πολιτικές κοινωνίες στον Όμηρο,
μτφρ. Μ. Παϊζη-Αποστολοπούλου-Δ.Γ. Αποστολόπουλος, Μορφ. Ίδρ. Εθν. Τράπ., Αθήνα
1981 - Βουρβέρης Κ.Ι., Το νόημα του πολιτικού φαινομένου της ζωής (Αισχύλος-Πλάτων),
Αθήναι 1961. Μαρωνίτης Δ., Πόλκας Λ., Αρχαϊκή Επική Ποίηση, Ι.Ν.Σ., 2007.
Baradat L. P. (1994), Political Ideologies, their Origins and Impacts, New Jersey - Burnet J., Greek
Philosophy, I. Thales to Plato, London 1914 - Burnet J., Η αυγή της ελληνικής φιλοσοφίας,
Αναγνωστίδης, χ.χ. - Gagarin M. and P. Woodruff (ed. and trans.), 1995, Early Greek Political
Thought from Homer to the Sophists, Cambridge: Cambridge University Press - Gomez-Lobo,
Alfonso, 1994, The Foundations of Socratic Ethics, Indianapolis: Hackett Publishing Co - Jaeger
W., Παιδεία. Η μόρφωσις του έλληνος ανθρώπου, μτφρ. Γ. Π. Βέρροιος, Αθήναι 1971-1974 -
Machiavelli Νiccolo, Ο Ηγεμόνας, μτφρ. Ζ. Ζωγραφίδου-Καραχάλιου, Βάνιας 1999.
Barnes Jonathan, 1982, The Presocratic Philosophers, London: Routledge - Diels H. and W.
Kranz = DK, 1952, Die Fragmente der Vorsokratiker, (αποσπάσματα και δοξογραφικές
μαρτυρίες) 6th edition, 3 Vols., Dublin and Zürich: Weidmann, (Original work published by
Diels in 1903) - Diels H., 1958, Doxographi Graeci, Berlin: De Gruyter - Kirk G.S., –J.E. Raven –
M. Schofield, The Presocratic Philosophers, Cambridge 1969, Οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι,
μτφρ. Δ. Κούρτοβικ, Μ.Ι.Ε.Τ., Αθήνα 1988 - McCabe Mary Margaret, 2000, Plato and His
Predecessors: The Dramatisation of Reason, Cambridge: Cambridge University Press - Osborne
Catherine, 2004, Presocratic Philosophy: A Very Short Introduction, Oxford: Oxford University
Press - Βέϊκος Θ., Φύση και Κοινωνία από το Θαλή ως το Σωκράτη, Σμίλη. Αθήνα 1991 -
Βουδούρης Κ., Προσωκρατική Πολιτική Φιλοσοφία, Αθήνα 1988 - Δεληβογιατζής Σ.,
Ζητήματα διαλεκτικής, Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2000 - Ziegler K., Ξενοφάνης ο Κολοφώνιος,
ένας επαναστάτης του πνεύματος, ΕΕΦΣΠ Θεσ/νίκης, τ. 9, Θεσ/νίκη 1965, σσ. 127-144 -
Κελεσίδου Αν., Η κάθαρση της θεότητας στη φιλοσοφία του Ξενοφάνη, Ακαδημία
Αθηνών, Αθήναι 1969 και Μελετήματα Προσωκρατικής Ηθικής, Πρόλογος Γ. Βλάχου,
Ακαδημία Αθηνών, Αθήναι 1994 - Πόππερ Κ., Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της τ. Ι,
μτφρ. Ειρήνη Παπαδάκη. «Δωδώνη» Αθήνα 1980, σ. 50 - Heidegger M., Heraklit GA 55.
Klostermann Frankfurt a. M. 1979, σ. 214-215.
Γ) Δημόκριτος: Ο Πολιτικός Ἀνήρ στις αυτοθεσμιζόμενες πολιτικές
κοινωνίες
Annas Julia, 2002, ‘Democritus and Eudaimonism,’ in V. Caston and D. Graham (eds.),
Presocratic Philosophy: Essays in Honour of Alexander Mourelatos, London: Ashgate, pp. 169–82 -
Baldes Richard W., 1975, ‘Democritus on Visual Perception: Two Theories or One?,’
Phronesis, 20: 93–105 - Balme David, 1941, ‘Greek Science and Mechanism II. The Atomists,’
Classical Quarterly, 35: 23–8 - Benakis Linos G. (ed.)., 1984, Proceedings of the Ist International
Congress on Democritus, Xanthi - Berryman Sylvia, 2002, ‘Democritus and the explanatory
power of the void,’ in V. Caston and D. Graham (eds.), Presocratic Philosophy: Essays in Honour
of Alexander Mourelatos, London: Ashgate - Cole Thomas, 1967, Democritus and the Sources of
Greek Anthropology, Cleveland: Western Reserve University Press - Edmunds Lowell, 1972,
‘Necessity, Chance, and Freedom in the Early Atomists,’ Phoenix, 26: 342–57 - Furley David J.,
1967, Two Studies in the Greek Atomists, Princeton: Princeton University Press - Furley David
J., 1993, ‘Democritus and Epicurus on Sensible Qualities,’ in J. Brunschwig and M.C.
Nussbaum (eds.), Passions and Perceptions, Cambridge: Cambridge University Press, pp. 72–94
- Hirsch Ulrike, 1990, ‘War Demokrits Weltbild mechanistisch und antiteleologisch?’
Phronesis, 35: 225–44 - Lee Mi-Kyoung, 2005, Epistemology After Protagoras: Responses to
Relativism in Plato, Aristotle. and Democritus, Oxford: Oxford University Press - Mourelatos
Alexander P.D., 2004, ‘Intrinsic and Relational Properties of Atoms in the Democritean
Ontology,’ in Ricardo Salles (ed.), Metaphysics, Soul, and Ethics: Themes from the work of Richard
Sorabji, Oxford: Clarendon Press, pp. 39–63 - Sedley David, 2008, ‘Atomism's Eleatic Roots,’
in Patricia Curd and Daniel W. Graham (eds.), The Oxford Handbook of Presocratic Philosophy,
Oxford: Oxford University Press, 305–332 - Taylor C.C.W., 2007, ‘Nomos and Phusis in
Democritus and Plato,’ Social Philosophy and Policy, 24 (2): 1–20 - Vlastos G., 1975, ‘Ethics and
physics in Democritus,’ in D.J. Furley and R.E. Allen (eds.), Studies in Presocratic Philosophy
(Volume 2: Eleatics and Pluralists), London: Routledge and Kegan Paul, pp. 381–408 - Warren
James, 2002, Epicurus and Democritean Ethics: An Archaeology of Ataraxia, Cambridge:
Cambridge University Press.
α) Θεωρητική οριοθέτηση
Annas J. (198I), An Introduction to Plato’s Republic, Oxford - Barker, E., Social Contract: Essays by
Locks, Hume and Rousseau, London (World's Classics) 1947 - Chappell T.D.J., 1993, “The Virtues
of Thrasymachus”, Phronesis 38: 1-17 - Davidson J., Αρχαίοι Αθηναίοι. Ηδονές, καταχρήσεις
και πάθη, μτφρ. Χ. Παπαδημητρίου, Περίπλους, Αθήνα 2003 - Gosling J.C.B., and C.C.W.
Taylor, 1982, The Greeks on Pleasure, Clarendon Press: Oxford - Guthrie W.K.C., The Sophists,
Cambridge University Press, 1971 Οι Σοφιστές, μτφρ. Δαμ. Τσεκουράκης, Β΄ έκδοση, ΜΙΕΤ,
Αθήνα 1991 - Havelock E. A., The Liberal Temper in Greek Politics, London 1957 - MacPherson
C. B., Ατομικισμός και Ιδιοκτησία: Η πολιτική θεωρία του πρώιμου φιλελευθερισμού από
τον Hobbes στον Locke , Γνώση, Αθήνα 1986 - Monk- Hampsher Iain, A History of Modern
Political Thought, Blackwell, 1992 - Ober J., (1989), Mass and Elite in democratic Athens: Rhetoric,
Ideology and Power of People, Princeton University Press - Rousseau J.J., “Du Contract Social”,
Το Κοινωνικό Συμβόλαιο, μτφρ. Κουχτσόγλου Δ. και Ν., Δαρεμά, Αθήνα 1957 - Santas G.,
“Two theories of the good in Plato's Republic.” Archiv für Geschichte der Philosophie 57 (1985),
223-45 - Sinclair T. A., Ιστορία της Ελληνικής Πολιτικής Σκέψεως, Παπαζήσης, Αθήνα
1969 - Strauss L, Φυσικό Δίκαιο και Ιστορία, μτφρ. Ροζάνης Σ., Λυκιαρδόπουλός Γ., Γνώση,
Αθήνα 1988 - White N. P., A Companion to Plato's Republic. Indianapolis: Hackett, 1979 -
Βέϊκος Θ., Η Αρχαία Σοφιστική, Θεσσαλονίκη 1971 - Μπαγιόνας Α.Μ., Ιστορία της
Αρχαίας Ελληνικής Ηθικής, Θεσσαλονίκη 1974 - Πλάγγεσης Γ., Πολιτική & Θρησκεία στη
Φιλοσοφία του John Locke, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1998 - Πλάγγεσης Γ.,
Αρχαία Ελληνική Πολιτική και Κοινωνική Φιλοσοφία, Σοφιστές, Πλάτων, Αριστοτέλης,
Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2010 - Καστοριάδης Κορ. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα 1: Από τον
Όμηρο στον Ηράκλειτο, σελ. 446, μτφρ. Καστοριάδη Ζ., Κριτική, Αθήνα 2007 και
Καστοριάδης Κορ, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Κέδρος, Αθήνα 1999 -
Καστοριάδης Κορ, Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας, Κέδρος, Αθήνα 1999 - Hobbes,
T., Λεβιάθαν, Κεφάλαιο 14 σελ. 199, μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος, Γνώση,
Αθήνα 1989 - Rousseau J.J., Το κοινωνικό συμβόλαιο, σελ. 61, μτφρ. Βασ. Γρηγοροπούλου –
Αλ. Στάινχαουερ, Πόλις, Αθήνα 2004.
Kahn C., 1981, “The Origins of Social Contract Theory in the Fifth Century B.C.”, in Kerferd
1981b, 92-108 - Kerferd G.B., 1981, The Sophistic Movement, Cambridge: Cambridge University
Press - Kraut R., (1992) “The Defense of Justice in Plato’s Republic”, in Kraut, R. (ed) The
Cambridge Companion to Plato, Cambridge 311-337 - Ober J., Political Dissent in Democratic
Athens. Princeton: Princeton University Press, 1998 - Romilly de J., Ο Νόμος στην ελληνική
Σκέψη, από τις απαρχές στον Αριστοτέλη, μτφρ. Μ. Αθανασίου-Μηλιαρέση Κ., Το Άστυ,
Αθήνα 1995 - Samaras Thanassis, Plato on Democracy. New York: Peter Lang, 2002 - Strauss
L., 1964, The City and Man, Charlottesville: University Press of Virginia - White S. A., 1995,
“Thrasymachus the Diplomat”, Classical Philology 90: 307-27 - Δεληβογιατζής Σ., Το Φυσικό
και το Ανθρώπινο, Ερωδιός, 2002 - Κύρκος Β., Αρχαίος Ελληνικός Διαφωτισμός και
Σοφιστική, Ιωάννινα 1986.
Hesk J. (2000), Deception and Democracy in Ancient Athens, Cambridge - Hobbes T., Λεβιάθαν,
μτφρ. Γ. Πασχαλίδης - Α. Μεταξόπουλος, Γνώση, Αθήνα 1989 - Irwin T., Plato's Moral
Theory: The Early and Middle Dialogues. Oxford: Clarendon Press, 1977 - McCabe M.M., Plato's
Individuals. Princeton: Princeton University Press, 1994 - Monoson S. (2000), Plato’s Democratic
Entanglements, Princeton - Morrison D., “The Happiness of the City and the Happiness of the
Individual in Plato's Republic.” Ancient Philosophy 21 (2001), 1-24 - Pendrick G., (ed. and
trans.), 2002, Antiphon the Sophist: The Fragments, Cambridge, Cambridge University Press -
Russell B., Power-A New Social Analysis, London 1938, Ισχύς-Μια Νέα Κοινωνική Ανάλυση,
μτφρ. Κυριακόπουλος Γ., Ευρασία, Αθήνα 2001 - Ryan K. Balot., Greed and Injustice in
Classical Athens. Princeton: Princeton University Press, 2001 - Strauss L., Περί Τυραννίδος,
μτφρ. Λυκιαρδόπουλος Γ., Γνώση, Αθήνα 1995 - Westlake Henry Dickinson, Individuals in
Thucydides, Cambridge University Press 1968 - Ψυχοπαίδης Κ., Ο φιλόσοφος, ο πολιτικός
και ο τύραννος-Για την πολιτική σκέψη του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, Πόλις, Αθήνα
1999.
Abbott G. F., Thucydides: A Study in Historical Reality, London: George Routledge & Sons 1925
- Adcock Frank E., Thucydides and His History, Archon Books 1973 - Cawkwell George,
Thucydides and the Peloponnesian War, Routledge 1997 - Cogan Marc, The Human Thing: The
Speeches and Principles of Thucydides' History. University of Chicago Press 1981 - Connor W.
Robert, Thucydides. Princeton University Press 1987 - Crane Gregory, Thucydides and the
Ancient Simplicity: The Limits of Political Realism, University of California Press 1997 - De
Romilly Jacqueline, Thucydides and Athenian imperialism, Blackwell 1963 - Debnar Paula,
Speaking the Same Language: Speech and Audience in Thucydides' Spartan Debates, University of
Michigan Press 2001 - Dewald Carolyn, Thucydides' War Narrative: A Structural Study,
University of California Press 2005 - Edmunds Lowell, Chance and Intelligence in Thucydides,
Harvard University Press 1975 - Finley J. H., “Thucydides the President and Fellows of Harvard
College”, Θουκυδίδης, μτφρ, Τ. Κουκουλιός, Παπαδήμας, Αθήνα, 2001 - Johnson Laurie M.,
Thucydides, Hobbes, and the Interpretation of Realism, Northern Illinois University Press 1993 -
June Allison W., Power and Preparedness in Thucydides, Johns Hopkins University Press 1989 -
Orwin Clifford, The Humanity of Thucydides, Princeton University Press 1994 - Palmer
Michael, Love of Glory and the Common Good: Aspects of the Political Thought of Thucydides,
Rowman & Littlefield, 1992 - Pouncey Peter R., The Necessities of War: A Study of Thucydides'
Pessimism, Columbia University Press, 1980 - Shanske Darien, Thucydides and the Philosophical
Origins of History, Cambridge University Press. 2007 - Stahl Hans-Peter (Translated by David
Seward), Thucydides: Man's Place in History, Gerald Duckworth & Co. 2003 - Woodhead
Arthur Geoffrey, Thucydides on the Nature of Power, Harvard University Press 1970 - Σπινόζα
Μπ., Πολιτική πραγματεία Κεφ. 2. 4., μτφρ. Στυλιανού Α. Ι., Πατάκης, Αθήνα 2003.
Burkert W., 1960, ‘Platon oder Pythagoras? Zum Ursprung des Wortes “Philosophia”’, Hermes
88: 159-77 - Mathieu Bernard, 1987, ‘Archytas de Tarente pythagoricien et ami de Platon’,
Bulletin de l'Association G. Budé, 239-255 - Minar Edwin L., 1942, Early Pythagorean Politics in
Practice and Theory, Baltimore: Waverly Press - Vlastos G. “Elenchus and Mathematics: A
Turning-Point in Plato's Philosophical Development.” American Journal of Philology 109 (1988),
362-396 - Vlastos G., Plato's Universe. Seattle: University of Washington Press, 1975 - Wagner
E. (ed.), Essays on Plato's Psychology. Lanham, MD.: Lexington Books, 2001 – Sorabji Richard,
1993, Animal Minds and Human Morals, Ithaca: Cornell University Press - Philip J. A., 1966,
Pythagoras and Early Pythagoreanism, Toronto: University of Toronto Press.
Adam J. (1963), The Republic of Plato, Cambridge vols II - Annas J., Platonic Ethics Old and New.
Ithaca: Cornell University Press, 1999 - Barker E., Greek Political Theory: Plato and his
Predecessors, Cambridge 1925, Ο Πολιτικός Στοχασμός στην Αρχαία Ελλάδα, ο Πλάτων και οι
Καταβολές του, μτφρ., Κολιόπουλος Κ., Ποιότητα, Αθήνα 2007 - Bobonich C., Plato's Utopia
recast: his later ethics and politics. Oxford: Oxford University Press, 2002 - Boudouris K. J., 1991,
The Philosophy of Socrates, Athens: International Center for Greek Philosophy and Culture -
Brandwood L., The Chronology of Plato's Dialogues. Cambridge: Cambridge University Press,
1990 - Brickhouse Thomas C., and Nicholas D. Smith, 1994, Plato's Socrates, New York:
Oxford University Press - Cooper J. M., “Plato's Theory of Human Motivation.” Reason and
Emotion. Essays on Ancient Moral Psychology and Ethical Theory. Princeton: Princeton University
Press, 1999, ch. 5 - Cornford F. M. (1942), The Republic of Plato, London - De Ciara-Quenzer
D., 1998, “The Purpose of the Philosophical Method in Plato's Statesman”, Apeiron 31: 91–126 -
Gigon Ο., Σωκράτης. Η εικόνα του στην ποίηση και στην ιστορία, σελ. 121, μτφρ. Γεωργίου
Α., Γνώση, Αθήνα 1995 - Kraut R., Socrates and the State. Princeton: Princeton University
Press, 1984 - Morrison Donald (ed.), 2006, The Cambridge Companion to Socrates, Cambridge:
Cambridge University Press - Nehamas A., “Socratic Intellectualism.” Repr. Nehamas, A.
(1999), ch. 2 - Nehamas A., Virtues of Authenticity. Essays on Plato and Socrates. Princeton:
Princeton University Press, 1999 - Rudebusch George, 1999, Socrates, Pleasure, and Value, New
York: Oxford University Press - Scott Gary Alan (ed.), 2002, Does Socrates Have a Method?
Rethinking the Elenchus in Plato's Dialogues and Beyond, University Park: Pennsylvania State
University Press - Shorey Paul, 1903, The Unity of Plato's Thought, Chicago: University of
Chicago Press - Terry Penner, "Thought and Desire in Plato" in Plato: A Collection of Critical
Essays, II: Ethics, Politics, and Philosophy of Art and Religion, ed. Gregory Vlastos (New York:
Doubleday and Company, 1971), 96-118 - Vlastos G. (1993), Σωκράτης: Ειρωνευτής και
Ηθικός Φιλόσοφος, μτφρ. Π. Καλλιγάς, Εστία, Αθήνα - Williams B. A. O. “The Analogy of
city and soul in Plato's Republic.” Lee, E.N/Mourelatos, A. D. P./ Rorty, R. M. (eds.) (1973), ch.
10 - Woolf R., 2000, “Callicles and Socrates: Psychic (Dis)harmony in the Gorgias”, Oxford
Studies in Ancient Philosophy 18: 1-40.
Blondell Ruby, 2002, The Play of Character in Plato's Dialogues, Cambridge: Cambridge
University Press - Cooper J.M., 1999, ‘Socrates and Plato in Plato's Gorgias’, in his Reason and
Emotion, Princeton: Princeton University Press, 29-75 - Kahn C., 1983, “Drama and Dialectic in
Plato's Gorgias”, Oxford Studies in Ancient Philosophy 1: 75-121 - Nietzsche F., 1968, The Will to
Power, trans. W. Kaufman, New York: Random House (original work published 1901) -
Nietzsche F., Ο Αντίχριστος, μετάφραση Ζ. Σαρίκας, Εκδοτική Θεσσαλονίκης, χ.χ -
O'Neill B., 1988, “The Struggle for the Soul of Thrasymachus”, Ancient Philosophy 8: 167-85 -
Reeve C.D.C. Philosopher Kings: The Argument of Plato's Republic. Princeton: Princeton
University Press, 1988 - Rosen S., 1995, Plato's Statesman: The Web of Politics, New Haven,
Conn.: Yale University Press - Rowe C. J., (ed.) 1995. Reading the Statesman, Sankt Augustin:
Academia Verlag - Schofield M., Saving the City: Philosopher-Kings and other Clasical Paradigms.
London: Routledge & Kegan Paul, 1999 - Segal C. (1962), “Gorgias and the Psychology of the
Logos”, H.S.C.P. 66, 99-155 - Weiss R., 1995, “Statesman as epistêmôn: Caretaker, Physician,
and Weaver”, in Reading the Statesman, Proceedings of the Third Symposium Platonicum, C. J.
Rowe (ed.), Sankt Augustin: Academia Verlag. 213–22 - Βαβούρας Ηλ., Πλάτων Γοργίας,
(Εισαγωγή, Φιλοσοφική Ανάλυση: Το Δίκαιο του Ισχυροτέρου στην Αρχαία Ελληνική
σκέψη, Μετάφραση, Σχόλια, Υπομνήματα), Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2008 - Δεσποτόπουλος
Κ., Η πολιτική φιλοσοφία του Πλάτωνα, Αθήνα 1957 - Ραφαηλίδης Α. Ρ., Το ανθρώπινο
αγαθό στο διάλογο Γοργία και στα πρώτα βιβλία Α-Δ της Πολιτείας του Πλάτωνα,
Παρασκήνιο, Αθήνα 1994 - Τσεκουράκης, Δ., ‘Η στάση των Σοφιστών απέναντι στο
λεγόμενο «δίκαιο του ισχυροτέρου»’, ΕΕΦΑΠΘ, ΚΒ (1984), σελ. 637-685.
Ackrill J. L., 1955, “ΣΥΜΠΛΟΚΗ ΕΙΔΩΝ”, Bulletin of the Institute of Classical Studies 2: 31–35.
Repr. in Studies in Plato's Metaphysics, R. E. Allen (ed.), and in Essays on Plato and Aristotle, J. L.
Ackrill, Oxford: Oxford University Press, 1997. 72–79 - Anton J., (ed.). Science and the Sciences
in Plato. Delmas, NY: Caravan Books, 1990 - Benardete, S., 1984, The Being of the Beautiful:
Plato's Theaetetus, Sophist, and Statesman, Chicago: University of Chicago Press - Blondell R.,
2005, “From Fleece to Fabric: Weaving Culture in Plato's Statesman”, Oxford Studies in Ancient
Philosophy 38: 23–75 - Bostock D., 1984, “Plato on ‘is not’”, Oxford Studies in Ancient Philosophy
2: 89–119 - Campbell L., The Sophistes and Politicus of Plato, a rivised text and english notes,
Oxford 1867 - Cornford F. M., Plato's Theory of Knowledge. London: Routledge & Kegan Paul,
1935 - Dorter K.,1994, Form and Good in Plato's Eleatic Dialogues: the Parmenides, Theaetetus,
Sophist, and Statesman, Berkeley: University of California Press - Gadamer Hans-Georg, 1980,
Dialogue and Dialectic: Eight Hermeneutical Studies on Plato, tr. from the German by P.
Christopher Smith, New Haven: Yale University Press - Gill M. L., 2006. “Models in Plato's
Sophist and Statesman”, Journal of the International Plato Society 6 - Gill M. L., 2009, “Division
and Definition in Plato's Sophist and Statesman”, in Definition in Greek Philosophy, D. Charles
(ed.), Oxford: Clarendon Press - Miller M., 2004, The Philosopher in Plato's Statesman, Repr.
with supplementary material, Las Vegas: Parmenides Publishing - Βαβούρας Ηλ., Πλάτων
Πολιτικός (Εισαγωγή, φιλοσοφική ερμηνεία: Οι Αρχές της Πλατωνικής Πολιτικής
Επιστήμης «Μια φιλοσοφική ερμηνεία του Πολιτικού», ερμηνευτικά σχόλια), Ζήτρος,
Θεσσαλονίκη 2010.
Irwin T.H., Plato's Ethics. Oxford: Oxford University Press, 1995. (This revises and supersedes
Plato's Moral Theory [Oxford: Oxford University Press, 1977].) - Morrow G. R., Plato's Cretan
City. Princeton: Princeton University Press, 1993 - Nails Debra, 1995, Agora, Academy, and the
Conduct of Philosophy, Dordrecht: Kluwer Academic Publishing - Nehamas A., “Episteme and
Logos in Plato's Later Thought". Repr. Nehamas, A. (1999), ch. 11 - - Powell A., (1994), “Plato
and Sparta: Modes of Rules and of Non-Rational Persuasion in the Laws” in Powell A. and
Hodkinson S., (Eds.) The Shadow of Sparta, London 273-321 - Runciman, W. G. 1962, Plato's
Later Epistemology, Cambridge: Cambridge University Press - Ryle G., Plato's Progress.
Cambridge: Cambridge University Press, 1966 - Schofield M., "Plato on the Economy," in The
Ancient Greek City-State, ed. M.H. Hansen (Copenhagen, 1993), 183-196; rerpinted in his
Saving the City: Philosopher-Kings and Other Classical Paradigms (London: Routledge, 1999), 69-
81 - Schofield M., 2000, 'Plato and Practical Politics', in The Cambridge History of Greek and
Roman Political Thought, Christopher Rowe and Malcolm Schofield (eds.), Cambridge:
Cambridge University Press, 293-302 - Ξηροτύρης Ι.Ν., Η κοινωνιολογική σκέψη και ο
Πλάτων, Θεσσαλονίκη 1969 - Κελεσίδου Α., Η έννοια της σωτηρίας στην πλατωνική
πολιτική φιλοσοφία, Πρόλογος Γ. Μιχαηλίδου-Νουάρου, Ακαδημία Αθηνών, Αθήναι,
1982, σσ. 80-81.
Barker E., Political Thought of Plato and Aristotle, New York, 1959 - Cherniss Harold, 1935,
Aristotle's Criticism of Presocratic Philosophy, Baltimore: Johns Hopkins Press - Dover K.J.,
Greek Popular Morality in the Time of Plato and Aristotle. Oxford: Blackwell, 1974 - Düring Ing.,
Aristotles. Darstellung und Interpretation seines Denkens, Carl Winter Universitätsverlag,
Heidelberg 1966, μτφρ. Κοτζιά, Π. τ. 2, Μ.Ι.Ε.Τ, Αθήνα 1991 - Fine G., On Ideas: Aristotle's
Criticism of Plato's Theory of Forms. Oxford: Oxford University Press, 1993 - Gabriela Roxana
Carone, "Akrasia in the Republic: Does Plato Change his Mind?" Oxford Studies in Ancient
Philosophy 20 (2001): 107-148 - Kullmann W., Η Πολιτική Σκέψη του Αριστοτέλη, μτφρ.
Α.Ρεγγάκος, Μ. Ι. Ε. Τ., Αθήνα 1996 - Price A., Love and Friendship in Plato and Aristotle.
Oxford: Clarendon Press, 1989 - Ross W.D., Αριστοτέλης, μτφρ. Μ. Μητσού, Μ.Ι.Ε.Τ.,
Αθήνα 2001 - Stalley R.F., "Aristotle's Criticism of Plato's Republic," in A Companion to
Aristotle's Politics," ed. David Keyt and Fred D. Miller, Jr. (Oxford: Blackwell, 1991), 182-199 -
White N., Individual and Conflict in Greek Ethics. Oxford: Oxford University Press, 2002 -
Βαλαλά-Πεντζοπούλου Τ., Ο πολιτικός άνδρας στον Αριστοτέλη, (2 ανάτυπα) Α.Π.Θ.,
Θεσσαλονίκη 1991 - Μαραγκάκης Ε.Ν., Η πεμπτουσία του αριστοτελικού έργου "Περί
ποιητικής" Γρηγόρης, Αθήνα 1993 - Τζιώκα Π., Αριστοτέλης - Πολιτικά VII, VIII, (Πρλγ.,
Γ. Πλάγγεσης: Η έννοια του ‘πολιτικού’ και η διαλεκτική της εξουσίας στην πολιτική
φιλοσοφία του Αριστοτέλη) Ζήτρος, Θεσσαλονίκη 2009 - Σκαλτσάς Θ. (1993), Ο χρυσούς
αιών της αρετής. Αριστοτελική ηθική, Αθήνα: εκδόσεις Αλεξάνδρεια - Nussbaum
M.(2010), Not for Profit: Why Democracy Needs the Humanities, New Jersey: Princeton
University Press - Polanski R.N. (2000), «Phronesis on Tour: Cultural Adaptability of
Aristotelian Ethical Notions», Kennedy Institute of Ethics Journal, vol.10, pp. 323-336 - Irwin T.
1980), “The metaphysical and psychological basis of Aristotle’s ethics” in Rorty, R. (ed.),
Essays on Aristotle’s Ethics, Los Angeles: California University Press - Glassen P. (1957), “A
Fallacy in Aristotle’s Argument about the Good” Philosophical Quarterly, pp.319-322 -
MacIntyre A. (1981), After Virtue, London: Duckworth.
Περίληψη
Διατρέχοντας στοχαστικά τη διδακτορική διατριβή του Ηλία Βαβούρα «Ο Πολιτικός
Ἀνήρ στην Αρχαία Ελλάδα: οι φιλοσοφικές καταβολές της πολιτικής πράξης»
οδηγούμαστε διά λογικών τεκμηριώσεων στο συμπέρασμα ότι έννοια του φυσικού
δικαίου εμπεριέχει και επικαθορίζει την ουσία και την έκφραση των ανθρωπίνων
πολιτικών εγχειρημάτων. Η δικαιοσύνη είναι φύσει παρούσα στην εκδίπλωση της
πολιτικής σκέψης και πράξης. Η δικαιοσύνη όμως δεν τηρεί ουδέτερη στάση ούτε στο
φυσικό ούτε στον ανθρώπινο κόσμο: ετυμηγορεί υπέρ του φορέα και εκφραστή των
εντολών της και φροντίζει επιτακτικά για την υλοποίηση τους. Ως εκ τούτου η
δικαιοσύνη εμπεριέχει την Ανάγκη και σαφώς, όταν υπάρχει καταναγκασμός, υπάρχουν
συσχετισμοί αρχής και εξουσίας, υπάρχουν άρχοντες και αρχόμενοι. Η φύση παραχωρεί
εν είδει δικαστικής ετυμηγορίας το αναπόσπαστο δικαίωμα του ἄρχειν στο μέρος της
ανθρώπινης ιδιοσυστασίας ή της πολιτικής κοινότητας που δύναται να εκπληρώσει
άριστα την προκαθορισμένη φυσική τάξη-νομοτέλεια και να προσεγγίσει τον τελικό
ανθρώπινο (άτομο) ή πολιτικό (σύνολο) σκοπό. Εν μέσω αυτών των θεωρητικών
διακριβώσεων δομείται η αρχαιοελληνική πολιτική σκέψη ως πολιτική επιστήμη ή
πολιτική φιλοσοφία από τη μια και ως παρατήρηση και εμπειρική αξιοποίηση της
πραγματικότητας από την άλλη. Η έννοια του πολιτικού ανδρός ως άρχοντα ή ως
αρχόμενου αναδύεται εν μέσω του διπόλου φύσεως και νόμου, φυσικής και συμβατικής
πολιτικής θέσπισης. Η πολιτική πράξη εκπηγάζει διαλεκτικά από θεωρητικές
προκείμενες ως αρμονία ανάμεσα στην εριστική-πολεμική αντίθεση νόμου και φύσεως ή
ως ταύτιση με επιστημονικούς όρους των δύο οπτικών. Ίσως εν τέλει, αν εισακουστούν οι
φιλοσοφικές έλλογες παραινέσεις, ο φυσικός και ανθρώπινος νόμος να πρέπει να
ευθυγραμμιστούν εποικοδομητικά με επιστημονικούς-φιλοσοφικούς χειρισμούς.
Abstract
Skimming the doctoral thesis of Ilias Vavouras «The Political man in ancient Greece: the
philosophical origins of the political act» we rationally come to the conclusion that the
concept of natural right involves and determines the essence and the expression of human
political endeavors. Justice is naturally present in the unfolding of political thought and
practice. However, justice does not hold neutral attitude either in natural or in human world.
It verdicts in favour of the holder and exponent of its commands and arrange their
implementation. Therefore, justice involves the Need and clearly, when compulsion exists,
there are correlations of authority and power and there are lords and incipient as well.
Nature gives like judicial verdict the indispensable right to rule in the part of the human
constitution or the political community which may implement the predetermined natural
order-finality and to reach the final human (individual) or political (total) aim. Through these
theoretical conclusions the ancient Greek political thought is structured on the one hand as
political science or political philosophy and on the other hand as observation and empirical
use of reality. The concept of political man as ruler or incipient emerges through the dipole
nature and law, natural and conventional political establishment. The political act dialectically
originates from theoretical cases as harmony between the fractious opposition between law
and the nature or as identity with scientific terms the two optics. Maybe eventually, if the
rational philosophical precepts are heard, the natural and human law should be
constructively aligned with scientific-philosophical treatments.