Vous êtes sur la page 1sur 349

Acerca de este libro

Esta es una copia digital de un libro que, durante generaciones, se ha conservado en las estanterías de una biblioteca, hasta que Google ha decidido
escanearlo como parte de un proyecto que pretende que sea posible descubrir en línea libros de todo el mundo.
Ha sobrevivido tantos años como para que los derechos de autor hayan expirado y el libro pase a ser de dominio público. El que un libro sea de
dominio público significa que nunca ha estado protegido por derechos de autor, o bien que el período legal de estos derechos ya ha expirado. Es
posible que una misma obra sea de dominio público en unos países y, sin embargo, no lo sea en otros. Los libros de dominio público son nuestras
puertas hacia el pasado, suponen un patrimonio histórico, cultural y de conocimientos que, a menudo, resulta difícil de descubrir.
Todas las anotaciones, marcas y otras señales en los márgenes que estén presentes en el volumen original aparecerán también en este archivo como
testimonio del largo viaje que el libro ha recorrido desde el editor hasta la biblioteca y, finalmente, hasta usted.

Normas de uso

Google se enorgullece de poder colaborar con distintas bibliotecas para digitalizar los materiales de dominio público a fin de hacerlos accesibles
a todo el mundo. Los libros de dominio público son patrimonio de todos, nosotros somos sus humildes guardianes. No obstante, se trata de un
trabajo caro. Por este motivo, y para poder ofrecer este recurso, hemos tomado medidas para evitar que se produzca un abuso por parte de terceros
con fines comerciales, y hemos incluido restricciones técnicas sobre las solicitudes automatizadas.
Asimismo, le pedimos que:

+ Haga un uso exclusivamente no comercial de estos archivos Hemos diseñado la Búsqueda de libros de Google para el uso de particulares;
como tal, le pedimos que utilice estos archivos con fines personales, y no comerciales.
+ No envíe solicitudes automatizadas Por favor, no envíe solicitudes automatizadas de ningún tipo al sistema de Google. Si está llevando a
cabo una investigación sobre traducción automática, reconocimiento óptico de caracteres u otros campos para los que resulte útil disfrutar
de acceso a una gran cantidad de texto, por favor, envíenos un mensaje. Fomentamos el uso de materiales de dominio público con estos
propósitos y seguro que podremos ayudarle.
+ Conserve la atribución La filigrana de Google que verá en todos los archivos es fundamental para informar a los usuarios sobre este proyecto
y ayudarles a encontrar materiales adicionales en la Búsqueda de libros de Google. Por favor, no la elimine.
+ Manténgase siempre dentro de la legalidad Sea cual sea el uso que haga de estos materiales, recuerde que es responsable de asegurarse de
que todo lo que hace es legal. No dé por sentado que, por el hecho de que una obra se considere de dominio público para los usuarios de
los Estados Unidos, lo será también para los usuarios de otros países. La legislación sobre derechos de autor varía de un país a otro, y no
podemos facilitar información sobre si está permitido un uso específico de algún libro. Por favor, no suponga que la aparición de un libro en
nuestro programa significa que se puede utilizar de igual manera en todo el mundo. La responsabilidad ante la infracción de los derechos de
autor puede ser muy grave.

Acerca de la Búsqueda de libros de Google

El objetivo de Google consiste en organizar información procedente de todo el mundo y hacerla accesible y útil de forma universal. El programa de
Búsqueda de libros de Google ayuda a los lectores a descubrir los libros de todo el mundo a la vez que ayuda a autores y editores a llegar a nuevas
audiencias. Podrá realizar búsquedas en el texto completo de este libro en la web, en la página http://books.google.com
υΝίνΕΒδΙϋΑϋ ΟΟΜΡΐυΤΕΝβΕ

5319411521
Ι.Ε0ΤΙΟΜΕ8 &ιυεαϋ:,
δΙΥΕ
ΜΑΝϋ-ϋϋΟΤΙΟ ΗΙδΡΑΝΑΕ 3ϋΥΕΝΤϋΤΙδ
ΙΝ
ίΙΝΟϋΑΜ ΟΒΑΕΟΑΜ.

ΟοηιροδίπΙ, οοηοίηηανϊΙ αΙςηβ οώτόχεφ Ιγρϊϊ


βΧρΓβδδϊΙ ϋΟοΙΟΓ 1&ΖίΙΠ1δ Βαπ1ΟΙ1 βΙ 6οηιβζ,
6Γ3Βο8πηη Ι,ϊΙΙβΓΕΓαηι ίη ΜαΙΓϊΙβηδί Ογηηι3δϊο
ρΓΟίβΒΒΟΓ ΟΓάίηαπυδ.

ματειτι. ιπμχολί.
νικο εχοει.ι.εντι83ιχκο

ΕΤ ΡΕΚΙΤΙ83ΙΜΟ
Ό, ΙΟΑΟΗΙΜΟ ΟΟΜΕΖ ϋΕ ΙΑ ΟΟΚΤΙΝΑ
ΜΑΚΟΗΙΟΝΙ ϋΕ ΜΟΚΑΝΤΕ ϋΟβΤΟΚΙ
ΐυΚΙ8€ΟΝ8ϋΕΤΟ ΑΤΟΠΕ ΑΚΙ)ΕΝΤΙδδΙΜΟ
ΒΙΒΠΟΡΙΟΧΟ

ΗϋΝΟ ΙΙΒΚϋΜ
ΡΚΑ.ΕΡΑΤΙΟ.

ΰγηιδ ϋΙβ πιϊηοΓ, ρΓαβδΙαηΙϊδδϊηηιδ ΡβΓδ»πηη


ΙπιρβΓαΙοΓ, (τΓαβοο Ι,νδαηάΓο, φιύπι ά δΟοίϊδ (Ιοηα
ίβΓβηδ Άά βυπι νβηϊδδβΙ, ϊηΙβΓ αΙϊαδ οοπιίΙαΙϊδ βΐ
})βηβνοίβηΙϊΕιβ δϊ§ηϊίΊοαΙϊοηβδ, βΙϊαπι ΚοΠηπι, (Ιηϊ
δατάϋυδ βδΙ, ίρδβπιβΙ οδΙβηάϊδδβ άϊοϊΙυΓ. ΐΛδ»η-
άπηη νβΓό αάπιϊΓαηΙβπι αΛοπιπι ρυΙοΙΐΓϊΙυάϊηοηι,
ςυόά αβ(}υαίϊΙβΓ βδδβηΙ οππιβδ οοηδϊΙαβ, ({υόά οΓ-
"(ϊϊηβδ βαπιπι ΓβοΙϊ, ηυόά αη§ηΗδ τοοΙϊδ (ΗδροδϊΙαβ
οπιηβδ, βΙ ςηόά οάοΓβδ πηιίΙί αο δυανϊδδϊπιί οί)απι-
ί)υΙαηΙβδ ίρδΟδ οοπιίΙ»ΓβηΙυΓ; άίχϊδδβ, δυδρϊοβΓβ δβ
πηιΙΙό Ιαπιβη πια^ϊδ δοΙβηϊαπι β]υδ, α φιο ϋΙα (ίϊ-
πιβηδα βΙ (ΙβδοπρΙα βδδβηΙ. Ογπιπι αυΙβπι βϊ Γβ-
δροηάϊδδβ: «ΑΙςυί οππιϊα Ιιαβο, πιί Ι,νδαηάοΓ, β^ο
(ϋπιβηδυδ δυπι: πιβϊ δυηΙ οΓάϊηβδ, πιβ» άβδοπρΐϊο:
πιυΙΙαο βΙίαπι ϊδΙαπιπι αι1)Οπΐπι πιβα πιαπυ διπιΐ
δαΙα8».
δίο β§Ο, Ββηβνοίβ Ι,βοΙΟΓ, Ιιηηο Γαδοίοηίιηιι,
ίοη§β αηΙβΙιαο οοηίβοΙηπι, ϊη ςηο ΙοΙϊυδ ΟΓίκοία©
δβπρΙοΓυπι ΠοΓθδ βΙ ΓπιοΙυδ δυανϊδδϊπιί οοηΙϊηοηΙυΓ,
βΙϊαηΐδϊ ηοη τβοΙέ βΙ οΓάϊηαΙβ οοΙΙβ^βππι, ώχά^πο.
Ιιπιβη ραΙίβηΙϊα βΙ οοηδΙαηΙϊ3 βΙα&ΟΓανί. Ρβδίάβ
II
τα&αηΙίη· Ιγρϊ §Γ&βοί, ηβφιβ ίκΙβΓαηΙ ΙγροΛβΙαβ
ρβπΙϊ, υΙ Ιιίο ΜϊδβΓοηΙυδ Ιί&βΓ Μ&ΙπΙί Ιγρϊδ βχοη-
«ΙβΓβΙυΓ. Τνροδ §Γ&βοοδ Ι,ηΙβΙίαβ Ραπδίοπιηι ρβΓ
8β&&δΙίαηηηι (1β ΑΓ8,η]ο βΙ ΙΜηηα, νίπιηι ορΙίω&6
ίικίοΗδ, βΙ αηποηηι ΓκΜίδδίηιηηι, ψιί Ιυηο Λϊ άβ-
§β&αί, αοςαίδίνί; ρΓβΙυηι Ιγρο§Γ&ρΙιίουηι ροδΙβα
ηί38ηίδ δυηιρΙϊ&υδ, ρΓΟ νϊπέυδ ηιβίδ, οοηφ&ΓΒ,νί,·
3ΓΙβηι άβηϊφιβ Ιγρο§ΓαρΙιίοαηι (ϋάίοί. ΙΙ&ςυβ β§ο
ϊρδβ Ιιυ]υδ Ιϋπ αηβΙοι-, β^ο ΙγροΛβΙβδ, &ΐφιβ
ρΓορπϊδ ηι&ηϋιυδ ϊρδβ ρΓβΙο οοηηηϊδί. Νοηηβ ϊ£ϊΙηγ
δϊοβΓβ βΙϊαηι β§ο ροδδυηι: «ΑΙςυϊ οηηώ Ιιαβο β§ο
-άϊηιβηδίιδ διηιι: ηιβϊ δυηΙ οπίίηβδ, ηιβα άβδοπρΙϊο:
ηιηΙΙ3Β βΙϊ&ηι ϊδΙαπηη αΛοπιηί ιηβα ηιαηη δηηΙ
Ϊδ&Ι3Β?»
ίΐΐΙϊηαιη Ηϊδρ&ηαηι ]ηνβηΙηΙβηι &ά ΙϊΙΙβΓ&δ §Γ«-
€&δ αΙΙϊοβΓβ ροδδβηι, φιοά β§ο δβπορβΓ ίη νοΙίδ
1ί3ΐ)υί !

&Γ. ΜΆΙήύ XVI Καΐ. Ι»η. α. ΜΟΟΧΙΥΙΙ.

ΙάζΕΓυδ Βακίοη βΙ Οοηιβζ.


ΕΙΕΝΟΗϋδ.
Μ Β—
δΟΚΙΡΤΟΚΕδ. ΤΙΤϋΠ. Ρα§.
1ΙΒΕΚ ΡΚΙΜϋδ. ΟΑΡϋΤ I.
Ι,&δ03Πδ: άβ ΙϊΙΙβΓ&πίηί άίνίδϊοηβ. 1
(1β δγΐΐίώ&. 2
άβ αοοβηΙίβυδ. 2
άβ άϊοΙϊοηβ. &
ΟΑΡϋΤ II.
ΡΓοάΓοηπίδ: άβ βοάβηι &Γ^υηιβηΙο. 7
ΟΑΡϋΤ III.
Ιαδο&πδ: άβ ρΓΗϊροδίΙίοηίΜδ. 11
δβρΙωκίηΙ» ΗιΙβΓρΓβΙβδ: ηιηηάϊ οΓβ&Ιϊο. 17
ΟΑΡϋΤ IV.
ΡΓοάΓΟίηυδ: άβ αάνβΛϊο. 21
ΐΛδο&πδ: άβ βοάβηι &Γ£ίηιιβηΙο. 22
δβρΙα&είηΙίΐ ϊηΙβΓρΓβΙβδ: ρακιάϊδί άβδοπρΙίο. 24
ΟΑΡϋΤ V.
ΡΓοάΓΟΠΗίδ: άβ οοη]αηοΙίοηβ. 27
Ι,ΕδαΐΓϊδ: άβ βοάβηι αΓ§ηηιβηΙο. 27
8βρΙηα£ίηΙ3, ίηΙβΓρΓβΙβδ: δβΓρβηίίδ αδΙαΙϊα ϋβϊ
ρηβοβρΙηηι ρπηιί ραΓβηΙβδ (Γαηδ^ΓβάίυηΙυΓ. 28
ΟΑΡϋΤ VI.
Ιβδοαπδ: άβ ηοηιίηβ. 31
ρπωα άβοίίηαΙϊο. 33
δοΓϊρΙοΓβδ ν&πϊ: βΧβΓοϊΙ&ΙϊΟ. 34
ΑροΙΙοάοπίδ: Αοηϋΐβδ. 35·
δοΓϊρΙΟΓβδ ν4Γϊϊ: βΧβΓοϊΙ&ΙϊΟ. , 35
ΑροΙΙοάοπίδ: Μβίαηιρυδ. 36
ΐΑδοΛΠδ: δβουηά& άβοΐίωΙϊο. 37
δοΓΪρΙΟΓβδ ν»Γϋ: βΧβΓοϊΙ&ΙϊΟ. 38
ΕΙΕΝΟΗϋδ.
δαΒΙΡΤΟΒΕδ. ΤΙΤϋΙΙ. ¥ά%.
ϋϊοάοπιδ: Μυ&8Β. 38
ΑροΙΙοοίοΓυδ: ΒβΙΙβΓορΙιοη. 39
Ια9ο»πδ: ΙβΓΙία άβοϋηαΙϊο. 40
5οπρΙΟΓβ8 ναπϊ: βχβιτϊΙαΙϊο. 41
Αροΐίοιίοπιδ: δϊδγρίηΐδ. 42
ΑοΙ. ΑροδΙ., Πη^υΕΒ ϊ§ηϊΙ3;: Ιικίβοπιπι οοηίΊιδϊο. 42
Ιαδοαπδ: (ίβ οοηΙι'αοΙϊδ ηοπιίηϊί)υδ. 43
δοΓΐρΙΟΓβδ ναπί: βχβΓοϊΙαΙϊο. 45
ϋϊουοπιδ: οΓΟοοάίΙυ5 βΐ ΙιίρροροΙαπιυδ. 46
ΟΑΡϋΤ VII.
Ι,αδοαΓϊδ: άβ 5ρβοίβ1»υδ ηοπιίηυπι. 49
άβ ραΙΓοηγπιϊοίδ. 50
ιΙβ (ΙίπιϊηυΙίνϊδ. 51
άβ (ίβηοπιϊηαΙϊνίδ βΙ νβΗ)αΗΙηΐδ. 52
δοπρίΟΓβδ ναπϊ: βΧβΓοίΙ3.1ίΟ. 52
Μ»θα]). Ι·, ΑΙβχαικΙβΓ πια§ηυδ. 53
1δΟοΓ3Ιβδ: ρΓδΒοβρΙα ηοηηηίΙα. 53
ΟΑΡυτνιπ. ·
Ιείδοαπδ: άβ αάϊβοΙϊνοπιπι ΙβπΏϊηαΙϊοηϊϋυδ. 55
δΙΓΟ^ο: ΙοΙϊυδ ΙίϊδραηϊΒΒ, ψΐΆ β]υδ ίΐ§υΓα, Ιοη-
§ϊΙυάο βΙ ΙαΙϊΙικΙο βχροηυηΙυΓ. 57
Εαδοαπδ: άβ οοπιραΓαΙίνο βΙ δυρβιΊαΙϊνο. 59
δοπρίΟΓβδ ναπί: βχβιΌϊΜϊο. , 61
ΡΓοοίηδ: άβ δρΙΐίΕΓίβ αχβ βΙ ροίϊ&ν 62
ΑροΙΙοάοηιδ: ΟβοΓορδ. ': 63
ΰΑΡϋΤ IX.
ΡΓοάΓοπηιδ: άβ αΠϊουΙο βΙ ρΓοηοπιίηβ. 64
ΐΛδοαπβ: άβ ρΓοηοπιϊηβ ρππιϊΙϊνο. 65
δοΓϊρΙΟΓβδ ναΓϋ: βΧβΓοϊΙαΙϊΟ. 67
δΐΓαίιο: ^Ε§νρ1ί ργΓαπιϊάβΒ 68
ΕΕΕΝεΗϋδ.
δΟΚΙΡΤΟΚΕδ. ΤΙΤϋίΙ. Ρ»8.
ίαδοαπδ: άβ ροδδβδ8ϊνίδ. 69
άβ αβηιοηδΙΓ3Ιϊνϊκ. 69
άβ ΓβίαΙϊνο. 70
άβ οοηιροδίΙίδ. 70
δοπρΙΟΓβδ ναπί: βχβΓοίΙ&Ιϊο. 72
Ιηοίαηυδ: ΙυρϊΙβΓ βΙ νυΐοαηυδ. 75
1,&δο3Πδ: άβ ηηηιβπιΙίΙ)υδ. 74
δοΓϊρΙΟΓβδ ναπί: βχοΓοϊΙ&Ιϊο. 75
ΑΓπίιηυδ: Οπ' δβρηίοπιηι. 76
αΑΡυτ χ.
1,&δο&Πδ·. άβ νβΓΐ)Ο. 78
άβ ηιοάϊδ. 78
άβ ίηίίηϊΙϊτο. 79
άβ νοαβυδ. 80
άβ νβΓΐ)οπηιι δρβοίβ])υδ. 81
άβ νβιΊιοπηιι ϋ^υπ'δ. 81
άβ ηηηιβπδ. 82
άβ ρβί'δοηίδ. 82
άβ ΙοηιροΓϊΙ)ίίδ. 85
άβοοη]η«»Ιΐοηί1)υδ(ιΊίιδθδνβΓΐ)οπιιη). 85
Αιτίαηυδ: δορΙβηι Ιηάοπιηι ^βηβΓα. 85
Ι,&δοαπδ: άβ (·ϊΓοηηΠβχίδ νβιΊίϊδ. 89
ΙδοοΓ&Ιβδ: άίδοβηάί δΙυάϊηηι. 91
Ε&δο&πδ: άβ ίη |Λι νβΛϊδ. 92
ΙδοοΓαΙβδ: άβ αηΗβϊΐία. 95
1,8δο&Πδ: άβ αη^ίΏβηΙίδ. 95
άβ αη§ηιβηΙο οοηιροδίΙοπηιι νβί'1)οπιηι . 99
ΡίΌοΙυδ: Γ|υίικ[ΐιβ ζοηίβ. 100
Ι,&δοΒΓίδ: άβ νβιΊήδ υδΓ|υβ &ά ρΓΕβΙβπΙυηι
ϊηιρβΓΓβοΙίίίη άοοίίη&Ιϊδ. 101
ΕΙΕΝΕΗϋδ.
«εκίΡΤΟΒΕδ. τιτυπ. Ρ»8.
Βϊοάοπιδ: ΡγΓβηκϊ πιοηΙβδ. 102
ΠΒΕΚ δΕαϋΝϋϋδ.
Αιτίαηυδ:· βίβρίιαηΙοπηη
δβρΙυαεϊηΙα « _ Γ_ . · : νβηαΙϊο.
ΓηΙβΓρΓβΙβδ τ_
ΙαοοΙ)ι πιαΙτίδ οοηδϊ-
105
Πο ΒβηβάίοΙϊοηβπι Ιοοο Εδαυ αοοβρϊΙ. 110
Ώϊοη: ΗίβΓΟδοΙγπιά α Ροπιρβϊο «ιρΙ». 116
'Ώϊοη: 0α!δ3,π3 οΓαΙϊο αά πΗΙϊΙβδ ςυί ϊυ
ΡΙαοβηΙϊα δβάϊΙίοηβπι βχοϊΙανβΓαηΙ. 119
Ιυοίαηυδ: οΓαουΙηπι πιοΓΙυοηηη οοηδυΙΙηπι. 120
Χβηορίιοη: Ογπιδ πια]οΓ, ϊπιπιϊηβηΙβ νϊΙκ
βηβ, ά%\1 αϋδ £ΓαΙϊαδ; ίϋϋδ α(ψιβ αιηϊ(·ϊδ
αΓοβδδϊΙϊδ Ιιη]υδπιο(ίϊ οΓαΙϊοηβηι βχοΓδυδ
βδΙ. 149
ΒβπιοδΙΙιβηβδ: ΡΗϊΗρρϊθα 2". 159
ΡΙαΙοη: ςηαίβδ δϊηΐ οι.Ιιϊδ ΙβΓΓαΓυπι ρία§αβ
Π3ΓΓαΙ δΟοΓαΙ8δ. 172
ΤΗυογάϊάβδ: όβ ΑΙΙιβηίβηδίΙηιδ, ςηϊ ϊη Ρβίο-
ροηηβδίαοο 1»βίίο ρππιί πιοΓΙβιη (ώϊβΓαηΙ,
185
ΤΙιυογά. : ΡβδΙϋβηδ πιοΛυδ ΛΙΙιβηϊδ ϊη^πιϊΙ. 198
ΗίρροοΓ»Ιβδ: άβ αβΓβ, αςυϊδ, βΙ Ιοοϊδ. 207
ΗβΓοάοΙυδ: Βα&γΙόηϊδ, οΙαΠδδίπια0 υΛϊδ, δί-
Ιυδ πια§ηϊΙυ(ίο βΙ άβδοπ'ρΙϊο. 216
ΙΛΒΕΚ ΤΕΒΤΙϋδ.
ΡγΙΙια§οΓ8Β α1ΐΓ8α, οαΓΠιϊηα. 225
ΑροΙϋηαπί Ρδαΐπι. 136: Ιυάβϊ οαρΙίνϊ. 229
ΑηαοΓβοηΙϊδ Τβϋ Οά&. 230
Επηηβε Οά». 259
ΤγΓΙΒΒΪ οαπιιϊηα. 240
δ&ρρίιυδ ΓβΙίςυϊθΒ. 247
δΟΒΙΡΤΟΚΕδ. ΤΙΤϋΙΙ. Ρα$.
ΤΙιβοοπΙί ο&πηίηα. 251
Βϊοη: ΕρϊΙ&ρΙιίυΓη ΑάΌηίάίδ. 266
Μοδοΐιυδ δγπιουδίυδ. 271
Ρίηά&π Οίγηιρί». 273
ΡιηάαιΊ ΙδΙίιηυΕ 285
ΑπδΙορίιαηίδ Ανβδ. 287
Ευπριάϊδ Ηβονώ&: οηηι ηιαοΙαηάα βδδβΙ Ρο-
ϊγχβηα ϋίγδδβηι αΐΐοςυϊΙυΓ. 294
Ταΐίηγηίηδ Ηβαώεβ ηαιτ&Ι Ροΐγ-
χβηδβ ίηιηιοιαΙϊοηβηι. 296
Εηπρϊάϊδ Μβάβ&: Μβάβ& Γιΐϊσδ 8ιι08·8,Γ0βδ-
δίΙοδ ίηΙβΓίϊοβΓβ οοηδ,ΙΠΓ. 299
δορίιοοϊϊδ Α]αχ: Α]&χ ίϊίΓβΐϊδ 8β ϊρδυηι οοοίάίΙ. 302
δορίιοοίίδ ΑηΙϊ^οηβ: ΑηΙϊ^οηβ, οβ ΓΓαΙΓβηί
Ροΐγηϊοβηι &η β» δβρυΐΙυηι, Ά ΙγΓ&ηηο
ΟβοηΙβ νϊνα ϊη ηιοιΊυοπιηι δρβουι» άβ-
άηοίΙυΓ. 304
δορίιοοίίδ ΟΕάίρυδ Κβχ: ΙοοαδΙβε ίηΙβπΙυδ. 306
ΟΕάίρυδ, βΠΌδδίδ δίόϊ ΟοΙίΠδ,
ΙΓϊδΙίδδίηιυηι ίαΙαηι διηηο άβρΐοΓ&Ι. 309
./Εδοίιγίϊ Α^&ηιβηηιο: ϋβΐΐο ΤΓοϊ&ηο οοηίβο-
Ιο* Α^αίΏβΓηηοηίδρΓΟϊοΟ ΙβΓΓ&ηι ραΙΓϊίΐηι
δΐΐυΙαΙ. 311
03δαηάΓα ΟΓθδΙίδ ΓβάϊΙιιηι βΙ υΐ-
Ιίοηοηι ρ3Ι6ΓΠίΕ οεβάϊδ κηαηιπηο ρί'ϊβάίοίΙ. 313
Λδοΐινίί ΡΓοηιοΙΙιβυδ: Υυΐο&ηαδ Ρί'οηιοΙΐιουηι
πϊρί ΆΆ\μ\1 ίηνίΙυδ. 315
Ηοδϊοαϊ ΟροΓ;ι οΙ ϋίβδ: ΑιιΓο& ΐιοηιίηηηι εοΐ&δ. 517
ΑΓ§ρπΙοει 86ΐ»δ ΐιοηιίηυηι. 318
^ϊηεα 8Βΐ»8 ΐιοηιίηηηι. 318
ΕΙΕΝΟΗϋδ.
δΟΚΙΡΤΟΚΕδ. ΤΙΤϋΠ. Ρα§.
τΕΙαδ ηβΓΟυηι. 319
ΡβΓΓβα εβΙ&δ ηοηιίηηηι. 320
Ηοηιβπ ΙΗαάίδ XXII: ΗβοΙΟΓ βΙ ΑοΙιίΠβδ
δίη^υΙαΓϊ οβΓΙαηιίηβ οοη§ΓβαϋυηΙηΓ:
ΗβοΙΟΓϊδ ο3ΒΟ"β6. 321
ΗοηιβΓί Ιϋ&άίδ XXIII: ΡαΙίΌοΙυδ ίηιηιβη-
δο άοΐοΓβ Ιυ§βΙυΓ α& ΑοηϊΠβ, βηϊ &ηί-
ηια βηιδ ίη δοηηιϋδ &ρραΓβΙ. 327
ΗοηιβΓϊ 0άγδδβδ6 VI: Ναυδίω&,, Αίοηιοί
Γβκϊδ πΐια νϊΓ§ο, νβδίϊηιβηΙα Ιαν&Ιυηι
νβηίΙΜΓ οηηι αηοίΙΗδ ΗΙυδ ίηδυΐεβ,
ίη.φίο ηαυίϊ&^υδ βΙ ηυάυδ υίγδδβδ
ρΓοονώαβΓ&Ι; ορβΓβ ΓαοΙο ΙηάυηΙ, ςαο
8ΙΓβρϊΙα βχρβΓΓβοΙυηι υΐγδδβηι, νβδΙβ
οΙ οώο ΓβοΓβαΙυηι, ίη υι-ηβω άηοίΙ. 332
ΟΟΚΚΙΟΕΝϋΑ.

Ρ»8· Ιϊη. (ίϊοϊΙ 1θ£β


20 9 πτη'νη κτη'νν)
29 21 άπο τού άπο του
30 5 έπικατάρατος ικατάρατος
31 17 ρομφαίαα ρομφαίαν
34 14 ε'φρειν οε'ρειν
35 14 τροςνινεγκε προςηνεγκε
43 20 Συναίρεσις. . . Συναίρεσις αε'ν
έστι δύο φωνηέντων φυλαττομένων συναλοκρ)· οίον
Δη[Λοσθε'νεΐ, ει. Κράσις δε'έστι δύο φωνηέντων με-
ταβαλλομένων συναλοκρη· οίον Λν,μοσθε\εα, η·
η του ένος, οίον Δν^Λοσθένεος, ους.
46 19 διαφε'ρων διχοε'ρον
51 1 Πάν δέ. . . Πάν δέ πατρω
νυμικών παραλη'γει, η ι, οίον Κρονίδης, η ει δι-
φθόγΓω, οίον Σηλείδης, η α, οίον Αίνειάδης, ή οι.
οιφθόγΓω, οίον Πανθοίδης.
61 9 ϊγ ιστος έχθιστος
86 8 και ει τις και ει τις
99 / αφονον αφωνον
221 7 πρ.'; ξρον πρότίοον
ΧΕΙΡ ΑΓΩ

ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ "5ΕΠΙ

ΤΗΝ ΓΑΩΣΣΑΝ ΤΩΝ ΈΑΑΗΝΩΝ.

ΙΙΒΕΚ ΡΚΙΜΓδ.
ΟΑΡΙΙΤ I. ϋ6 ΙϊΙΙθΓΗΓίηιι (Ιϊνϊδϊοηο.

1. Περί διαιρέσεως τών γραμμάτων. Γράμμα εστί


μέρος έλάχιστον και άδιαίρετον φωνης· είσι 5έ
γράμματα εικοσι τέσσαρα· α, β, γ, δ, ε, ζ, η,
θ, ι, κ, λ, μ, ν, ξ, ο, 77, ρ, σ, τ, υ, φ, χ, ψ,
ω. Τούτων φωνηεντα μεν επτά- α, ε (ψιλον), η,
ι, ο (μικρον). ω (μέγα), και υ (ψιλόν)· σύμφωνα
δέ δεκαεπτά- β, γ, 5, ζ, 0, κ, λ, μ, ν, ξ, ιτ,
ρ, σ, τ, φ, γ, ψ. Των δέ οωντ,έντων μακρά μεν
δύο· η και ω (μέγα). Βραχέα δέ δύο- ε (ψιλον)
ν.αι ο (μικρόν). Δίχρονα δέ τρία· α, ι, υ. Έξ ών
δίφθογΓοι κυρίως μέν ες γίνονται· α ι, ει, οι, αυ
ευ, ου· εξ δέ καταχρηστικώς· α, η, ω, υ ι, η υ,
Γ
2 ΌΕ δΥΙΧΛΒΑ.
€<>υ. Τώνδέ συμφώνων αφωνα μεν εννέα· κ, τ, ΐί·
7, δ» β' λ' θ, ?" ων Ψι^α Ρ·*7 τρια· κ· τ, π'
-Λέσα δέ τρία· γ, δ, β· δασέα δέ τρία· χ, θ, φ·
·ί[ζίφωνα δέ οκτώ· λ, ν, ρ· σ, ξ, ζ, ψ· ών ά-
{Λετάβολα [Λεν τέσσαρα· λ, -Λ, ν, ρ· διπλά δέ
τρία· ξ, ζ, ψ. Έκ των διηρημένων δέ τώνδε
γρα·λ.μάτων αί συλλαβαι γίνονται· οίον Πέ· δθεν
αί λέξεις, οίον Πέτρος· έξ ών ό λόγος· οίον ό
Πέτρος άναγινόσκει.

Όβ δ}ΊΙίώ&.
2. Περί συλλαβές. Συλλαβη έστί σύλληψις τουλά
χιστον δύο γρα[Χμάτων καταχρηστικώς δέ και
-τα φωνηεντα συλλαβαι λέγονται. Διαιρεΐται δέ η
συλλαβη εις τρία· εις μακραν, οίοννίρως· εις
$ραχεϊαν, οίον λόγος· εις κοινην, οίον άρης.

3. Περί προσωδιών. Προσωδία έστί τάσις έγΓραρ·.-


[Λάτου φωνης, η τόνος πρός δν αδο·Λεν. Εισί δέ
ιτροσωδίαι δέκα· όξεϊα ('), βαρεία πε-
ρισπω-Λενη (")· μακρά ("), β ραχεϊα (")·
ψιλή ('), δασεία (')- απόστροφος ('), ύφ
ΌΕ ΑίΉΕΝΤΙΒυδ. 3
έν («-), και ύπο διαστολη (,). Και διαιρουν
ται εις τέσσαρα· εις τόνους, εις χρονους, εις
πνεύματα, και εις πάθη.
Τόνοι είσί τρεΐς, οξεία, βαρεία, και περι
σπωμένη, οις χρώμεθα επί ταίς λέξεσι. Πάσα
γαρ λέξις έπιδέ/εται τόνον έ'να, η έν τίί ληγουση
η παραληγουση, ή προπαραληγούση . Έν μεν τί)
ληγουση επιδέχεται οξεϊαν, βαρεϊαν, και περισπω
μένην οξεϊαν, όταν το δεχόμενον ή άσυναίρετον,
οίον θεατη'ς, αγαθός· βαρεϊαν δέ ομοίως, ώς
έλαών, δαφνών, και μάλιστα έν τη συνεπεία·
πάσα γαρ ονομαστική και αιτιατική άσυναίρετος
καθ' έαυτήν οξυνεται· έν δέ τη συνεπεία αντί της
οξείας βαρεϊαν έπιδέχεται. Περισπωμένην δέ όταν
το δεχόμενον ή μακρον άπό συναιρέσεως, οίον άπό
του φάος φώς, και άπο του Ξενοφάον Ξενο
φων πάσα γαρ συναίρεσις έξ οξείας και βαρείας
περισπωμένην ποιεΐ. Έν τη παραληγουση δέ οξεϊ-
αν και περισπωμένην όξεϊαν μεν όταν ή τό δεχό-
μενον η βραχυ, ώς λάχης, λόγος· επάνω γαρ
βραχέος περισπωμένη ού τίθεται· η όταν τόδεχό-
μενον μακρόν, και το μετ' αυτό μακρόν, ώς Αι
νείας, Χρυσης, μακρόν γαρ προ μακρου παρ
4 ΌΕ ΑΟΟΕΝΤΙΒϋδ.
οξύνεται" υ, όταν θε'σει μακρον, οίον πε'ρσης·
επάνω γαρ Βϊ'σει μακρου περισπωμενη ου τίθεται.
Περισποψενη δέ δταν τα δεχόιΛενον ή φύσει
μακρόν και το μετα αυτό βραχύ, οίον Μαΐα,
γ α α, [Λ ο 2 σα- παν γαρ φύσει μακρόν προ βρα-
-/ε'ος κείμενον περισπάται· ίτι και εί άπο συναι-
ρε'σεως μακρόν ειν), οίον βοάται, ποιείται.
Έν τϋ) προπαρα)ι7,γούσνί δέ άει οξεΐαν τί9εμεν, ώς
φιλοσοφος, φιλόκαλος· προ δύο γαρ συλ
λαβών άει οξεΐα τίθεται.
Εις χρόνους μακράν και βαρεϊαν οίς ε-
χρωντο οι παλαιοι έπι τοΐς διχρονοις ώς σημείοις
ον-λουντες τό [χακρον και το βρα^υ, οίον όρϊνω,
άκριτος.
Εις πνεύματα δασεϊαν και ψιλη'ν οίςχρώ-
με9α 1*1 τών φωνηέντων και διφθόγΓων, πάσα γάρ
λέςις ά—ό φωνηεντος η διφθόγΓου αρχομένη η ψι-
λοΰται η δασύνεται. Πότεδέ τουτο γίνεται, έντω
περι -πνευμάτων βιβλίω Γεωργίου του Χοιροβοσκου
ζητητέον. Δασύνεται δέ καί τό ρ έν άρχη λέξεως,
οίον ρη'τωρ ρητορικη· δυοϊνδέ δντοιν, όπου αν
τύχωσι, τό πρωτον ψιλοΰται, και τό δεύτερον δα
συνεται κατά τους παλαιους, οίον άρρωστος.
ϋΕ ΑΟΟΕΜΊβϋδ. ο
Εις πάθη, άπόστροφον, ύφέν, και υπο
διαστολη ν. Χρόψ.εθα δέ τη άποστρόφω εν τοΓς
πάθεσι των λέξεων εν τέλει, επομένου φωνη'εντος,
άντι τεσσάρων γραμαάτων άντι βραχέος α, οίον
ά'ρ' ούτος, άντι άρα ούτος· άντι ε, οίον <ρ ε ρ '
είπε, άντι φέρε είπε· άντι ο, οίον τοΰτ' έ-
{Λον, άντι τουτο έ{Λον άντι βραχέος ι, οίον
έπ' άκταΓς, άντι έπι άκταΐς. Οί ποιηται δέ
και άντι α ι και οι διφθόγΓου ταύτη νρώνται, οί
ον βούλομ' έγω, και οί ι/.' ως αχθοιΛαι.
Τη δέ ύφέν ^ρώ[./.ε3α έν συναφεια δυοΐν λέξεων
φύσει οιηοηαένων, και έν τοΐς συνθέτοις όνόιΛασιν,
οίον τη ν- α ρχη ν, το -π ρ ώτον; φ ιλό~σο φ ο ς,
φιλό~δωρος.
Τί) υποδιαστολη δέ χρώυ'.εθκ έν τχϊ'ς διαστο-
λαις των σννημένων λέξεων, οίον ο, τι τό,τε· και
έν ταις έρωτη'σεσι [Λετά στιγμης, οίον «Συ,ταΰτα
λέγεις;»
Περι τόπων των τόνων. Τόποι τΐς οξείας τρεΐς·
ή λέγουσα, ή παραλη'γουσα, και ή προπαραλη
γουσα. Το έχον την οξεΐαν έπι της ληγούσης, κα
λεΐται όξύτ ο ν ο ν, οίον θεατης· το έχον έπι
τΐς παραληγούσης, παροξύτονον και β α ρ ύ τ ο
6 ϋΕ ΑΟΟΕΝΤΙΒυδ.
ν ο ν, οίον ΑΪας· το έχον επί τίίς προπαραληγουση ς
προπαροξύτονον και βαρύτονον, οίονΦι-
λό δη μο ς. Τόπος τ7?ς βαρείας εις, ή ληγουσα·
και πάσα δέ λέξις, αύτην δεχομενη, καθ' όμαλι-
σαον άναγινώσκεται· έστι δέ τόνος συλλαβικώς,
και ού κυρίως. Τόποι τ?ίς περισπωμένης δύο, η
ληγουσα και ή παραληγουσα· το έχον την περι
σπωμένην έπι τηςλωγούσης, καλεΐται περισπώ-
μενον, οίον Δ η μοφών το έχον επί της παρα
ληγουσης, προπερισπώμενον, οίον δημος.

Όβ άϊοΙϊοιΐθ.

4. Περί λέξεως και λόγου. Λέξις ε'στί [Αέρος


ελάχιστον του συντακτικου λόγου διαιρετικόν.
Λόγος εστί λέξεων συνθεσις, διάνοιαν αύτοτελη
δελοΰσα. Του λόγου δέ μερη οκτώ· όνομα, ρή
μα, μετοχη, άρθρον, αντωνυμία, πρόθε-
σις, επίρρημα, σύνδεσμος. Τούτων κλιτά
μεν πέντε· όνομα, ρήμα, μετοχη, άρθρον, άντιο-
νυμία· άκλιτα δέ τρία, πρόθεσις, επίρρημα, και
σύνδεσμος.
ΌΕ δΥΙΙΛΒΑ βΙ ΜΟΤΙΟΝΕ. 1
Περί στιγμής. Στιγμή έστι διανοίας τελείας
σημείον. Διαιρεΐται δέ ειςτελείαν στιγμ/,ν, μέηρτ
και ύποστιγμ/)ν τελεία στιγμή έστιν οτε ή διά
νοια τελεία υπάρχει · μεση, οτε ή διάνοια [Λεσά-
ζουσα, και άτελη'ς· ύποστιγμή, οτε κρεμασμένη,
και ζητεΐ το έπίλοιπον. Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.

ΟΑΡΠΤ II. ϋβ οοιίοηι &Γ§αηιοηΙο.

5. Περι του αύτου. Εισι δέ, ώς οϊμχι, τα "/ρη-


σιαευοντα ταΰτα. Τό δέ είδέναι πόσα μέν φωνη'εντα
βραχέα, και τίνα· τόσα [Λέν φύσει, πόσα δέ δέ
σει· πόσοι τόνοι, και πόσοι τόποι εκάστου αυτών.
"Ετι δέ τίς ή ληγουσα και ή παραληγουσα και ή
προπαραληγουσα· και τί μέν λόγος, τί δέ λέξις,
-τί δέ συλλαβή, τί στοιχεΐον. Βραχέα [Λέν ούν εισΐ
των φωνηέντων δύο, το ε τό ψιλον, και τό ο το
μικρόν μακρά δέ δύο, τό /1 , και τό ω [Λέγα· δί
χρονα τρία, τό α, και τό ι, και τό υ. Θέσει δέ
μακρά εισιν, όσα τι) μέν εαυτών φύσει βραχε'α είσΐ
και άλλότρια του μακρου, δύοδέ συμφώνων προς-
ΐλΟόντων αύτοις, και ένός διπλου, έμηκύνθησαν.
8 ϋΕ 8ΥΙΑΑΒΑ. οΙ ΟΚΤΙΟΚΕ.
Τόνοι δέ εισί δύο, ή οξεία, και ή περισπω
μένη· η γαρ βαρεΐα ούκ εστι κυρίως τόνος· εισί
δέ τις μεν οξείας τόποι τρεΐς - όξύτονος, παρ
οξύτονος, καί προπαροξύτονος· οταν [Λέν
γαρ εις την τελευταιαν συλλαβήν, η της φων/ίς
γίνεται κρουσης, οίον ό νικη της, ό βασιλεύς
ό Κομνηνός, οξύτονον καλεΐται τοΰτο το όνομα·
δταν δέ έν τη οπισθεν κειμενη τοΰ' τέλους συ7.λα-
βί) τέβειται ή οξεΐα, παροξύτονον λέγεται, οίον ό
σεβαστοκράτωρ ό Κομνηνόπαις· όπηνίκα
δέ προ δύο συλλ,αβων κεΐται ή οξεΐα, προπαροξύ-
τονον καλεΐται τοΰτο το όνομα, οίον ό ευτυχέ
στατος ό Πορφυρογέννητος. Της δέ πε
ρισπωμένης τόποι εισί δύο, ό περισπώ μ ενος
τέ καί ό προπερισπώ μενος· περισπώμενος
μεν ούν εστίν, όταν επί τέλους κεΐται ή περισπω
μένη, οίον Θωμάς, Λουκάς· προπερισπώμενος
δέ, οταν προ μιάς τοΰ τέλους συλλαβης κεΐται ή
περισπωμένη, οίον Παύλος, δημος, κήπος.
Λόγος δέ εστί λέξεων άθροισις άκεραίαν δηλοΰ-
σα του λέγοντος την διάνοιαν, ποτέ μεν δυσί, πο
τέ δέ τρισί, ποτέ δε τετράσιν, ενίοτε καί πλείωσι
τούτων λέξεσι περαινόμενος· οίον τί λέγω, έαν
ΏΕ 8ΤΙΧΑΒΑ βΙ ϋΚΤΙΟΝΕ. 9
εΐπω, ζηθι αύτοκράτορ· αύτοτελη έδηλωσα
έ'ννοιαν ότι υπέρ του αύτοκράτορος εΰχομαι, και
έστι το τοιουτον λόγος εκ δύο συγκείαενος λέξε-
ων εκ του 'ζηί)ι και του αύτοκράτορ. "Οταν
προσί)είς εϊπω, ζήθι αύτοκράτορ πάντοτε·
από τριών λέξεων τόν λόγον έποιησάμην - άπό του
',ηΟι, του αυτοκράτορ, και τοΰ πάντοτε. Έάν δέ
ετερον προσθη'σω και εϊπω· ζ$θι αύτοκράτορ
πάντοτε χάριν ή[/.ών των υπηκόων πο-
λυλεξε'στερον τον λόγον έποιησάμην. Ούθόνονγάρ
έκ του ,η9» και του αύτοκράτορ και του πάντοτε
συγκειται, άλλα και έκ του χάριν και του ήαών
και του υπηκόων τοιοΰτον μεν ούν εστίν ό λόγος.
Λέξις δέ λέγεται εν έ'καστον του λόγου μερών
οίον λέξις τό ζηΐ)ι, και λέξις τό αύτοκράτορ, και
λέξις το πάντοτε. Σύγκειται δέ, ύσπερ ό λόγος
από λέξεων διαφόρων, η δυοΐν η τριών η πλειόνων,
οΰτω και εκάστη λέξις άπό διαφόρων συγκειται
συλλαβών, η δυοΐν η τριών η πλειόνων, οίον τό
ζ?ίθ ι άπό της ζη συλλαβης και άπό της θι· και
τό αύτοκράτορ λέξις έστι και αύτό, τεσσαρας
ταυτας έχουσα συλλαβος, την αύ και την το και
την κρά και την τορ· και έστι τελευταία αύτοΰ
10 ϋΕ δΥίΙΛΒΑ βΙ ϋΚΤΙΟΝΕ.
συλλαβη ή τορ, η τις και ληγουσα προσηγόρευται .
Ληγουσα γαρ εστι συλλαβη, εν η ή λέξις
ληγει, ητοι παύεται. "Οπισθεν δέ ή παραλη'
γουσα, ηγουν ή κρά. "Οπισθεν δέ και αύτης της
παραληγούσης ή το, η τις προπαραληγουσα
καλεΐται · ώς είναι μέν λη'γουσαν την έπι τέλους
συλλαβην οίον τοΰ άνθρο.>πος την πος, την δέ
όπισθεν αύτης παραληγουσαν, οίον τήν θρω, την
δέ έτι οπισθεν προπαραλη'γουσαν, οίον άν.
Στοιχέίον δέ εστί μέρος συλλαβής τό έλάχιστον,
οίον του ζ·?ίθ ι δύο εισί συλλαβαί· το [Λέν ζη, και
το θι. Και εκάστη τούτων εις δύο στοιχεΐα τέ
μνεται· ή μεν ζη" εις το ζ και το η, ή δέ θι εις
το θ και το ι. Ό μεν ούν λογος διαιρεΐται εις
λέξεις, ή δέ λέξις (ις συλλαβάς, ή δέ συλλαβη
εις στοιχεΐα· και αύ κατ' άνάλυσιν, τά μέν στοι
χεΐα συντιθέμενα ποιεΐ συλλαβην, αί δέ συλλαβαί
λέξιν, αΐ δέ λέξεις λόγον. βεοδώρ. Προδρόμ.
Γραμμ.
ϋΕ ΡΚΑΕΡΟδΙΤΙΟΝΕ. 1ί

ΟΑΡϋΤ III. ϋο ΡΓο;ροίϊΙϊοηϊί)ιιδ.


1. Πρόθεσις εστι μέρος λόγου άκλιτον προτιθέμε-
νον πάντων των λόγου. μερών και έν τνί συνθέσει
και συντάξει. Τών δέ προθέσεων όκτωκαίδεκα ου-
σων, ες εισι μονοσυλλαβοι· έν, εις, έξ, σύν,
προς, πρό· δυοκαίδεκα δέ δισυλλαβοι· άνά,
κατά, δια, μετά, παρά, άντί, επί, περί,
άμφί, άπο, ύπο, υπέρ.
Τίσι πτώσεσι συντάσσονται αί προθέσεις, και
τι σημαίνουσι.
2. Άντί. Ή άντί γενική συντάσσεται, οίον άντί
<ίου, άντί εκείνου, άντί πολλών. Έν τίί συνθέσει
ποτέ μέν το ίσον σημαίνει, ώς άντίχριστος· και
άντίθεον δόγμα, το εναντίον τω θεώ.
Άπό. Ή άπο άεί τ?ί γενικη συντάσσεται,
την άπο τόπου κίνησιν σημαίνουσα, οίον άπα
της πολέως, άπα του δικαίου.
Έξ. Ή έξ, ητις και έκ λέγεται, άεί γενική
συντάσσεται, οίον έξάγοράς, εκ του βουλευτηρίου ·
-εν/ει το ξ, επομένου φωνηεντος, τό κ δέ, έποίΛε-
.·«. »μ λ'^λλιο, και περι ποιητικον, και συστα-
12 ϋΕ ΡΚΑΕΡ0δΙΤΙΟΝΕ.
Πρό. Ή προ άεί γενική συντάσσεται, τόπον,
και χ ρ όνο ν, σημαίνουσα, οίον προ της θύρας,
προ του περσικου πολεμου έγένετο ό τρωικός.
Έν. Ή έν άει δοτικη συντάσσεται, το εν τι-
νι δηλοΰσα, οίον έν οίκω, εν άγρώ- άττικώς δέ
και γενικη χατ' ελλειψιν τη"ς δοτικής, οίον έν α-
δου, άντί έν'-τώ τόπω του ά'δου. Παρά ποιηταίς
δέ λέγεται έ ν ί ,^-κβα-ε ι ν · το δέ έ'νι δυναμιν του
έ'στιν έχει.
Συν. Ή συν, ητις και ξύν άττικώς λέγεται,
δοτική μόνη συντάσσεται, όμόνοιαν σημαίνουσα,
οίον συν 5ιφ, συν τω Ιωάννη .
Άνά. Ή άνά αιτιατική κοινώς συντάσσεται,,
οίον άνά τήν όδον, άνά το στρατόπεδον, άνά τήν
πόλιν άντί έπί τής όδου, διά του στρατοπέδου,
εις τήν πόλιν . Το δέ γ ρ υ σ έ ο άνά σ κ η π τ ρ ω
ποιητικον, άντί συν σκη'πτρω κ. τ. ά.
Εις. Ή εις, ή τις άττικώς ές λέγεται, αιτια
τική συντάσσεται, οίον είς,ναον, εις άγοράν άτ
τικώς δέ και γενική κατ' ελλειψιν τής αιτιατικής,
οίον εις διδασκάλου, άντί εις τήν οίκίαν του δι
δασκάλου. Χρώμε9α δέ ταύτη έπί άψυχων, οίον-
ϋΕ ΡΚΑΕΡΟδΙΤΙΟΝΕ. 13
Υπέρ. Ή ύπέρ γενικη και αιτιατικη συντάσ
σεται. Γενική μεν οτε η βοηθεια ν ση μαίνει,
οίον υπέρ Κτησιφωντος ό λόγος, η αιτία ν, οίον
υπέρ ών έ'λεςα, πάλιν λέξω· $ έπάνω, οίον Οπερ
καπνου τίθησι τ5, πηδάλιον. Αιτιατικη δέ οτε το
πλέον η έπ' εκεΐνα δηλοΐ, οίον ύπέρ ανθρώπων
φρονεΐ, ύπέρ την Θράκην ή Μακεδονία.
Κατά. Ή κατα γενικη, και αιτιατικη συντάσ
σεται. Γενικη μεν, οτανέπιφοράν και κατη
γορία ν σημαίνη, οίον ό οθεος Νεστόριος κατά
πάντων των αγαθών και σοφών λέγει και γράφει·
η το έπάνω και περί τι, οίον κατα γης κάθημαι·.
το δέ « κατ' ούλυμπόιο καρη'νων χωόμενος » άντι
άπό καρένων κ. τ. ά. Λιτιατικί) δέ οτε ομοιό
τητα, οίον κατά Δημοσθένη γράφει, καθ' "Ομη-
ρον η ό'τε χρόνον, οίον καθ' ή μας έγένετο άνήρ
σοφός· η οτε κίνησιν, ώς κατά νηας Αχαιών.
Διά. Ή διά γενικη και αιτιατικνί συντάσσε
ται. Γενικη μεν ένέργειαν, η το μέσον ση
μαίνουσα, ώς διά σοΰ' τουτο γένοιτο, διά της ά-
γοράς έβάδιζεν. Αιτιατική δέ αιτίαν, οίον διά
τά γ ρηματα πάντα γίνονται· και το μέσον σπα-
ο'τε το κύκλω, και περι ποιητικον, και συστα-
14 ΡΚΑΕΡΟδΙΤΙΟΝΕ.
Έπί. Ή έπί γενική και δοτικη και αιτιατι
κή συντάσσεται. Γενική [Λέν,οτε το επάνω δηλοΐ,
οίον τά ζώα έπί γης, η οτεχρόνον, οίον έιτί άρχο
ντος Πυθοκλέους· η ό'τετο περί τι και εντινι, οίον
1πί πολλών η οτε κίνν)σιν άττικώς, οίον επί της
χώρας. Δοτική δέ οτε α ιτ ία ν, οίον έπ' άγαθώ
εδημηγόρει· η το επάνω, οίον έπί τρόπιδι ναΰς·
ί) το υστερον, ώς έπί τούτοις και ετερα διηγεΐ-
το· η αύτεξουσιότητά τινα, ώς έπίτώάρχιε-
ρεΐ τά της εκκλησίας πράγματα · η έπιβουλήν,
οίον έπί τώ δη'μω, άντί κατά του δη'αου. Αιτια
τική δέ οτε κίνησιν δηλοΐ, οίον έπί την άττι-
κήν έπορεύετο· η δόλον, οίον έφ' ή{Λάς ώραησε.
Τπό. Ή ύπο γενική και δοτική και αιτιατι
κή συντάσσεται. Γενική μεν οτε η το αίτιον ση
μαίνει, οίον ύπο νόσου ού περιπατεΐ· η το ύπο-
κάτω, οίον ύφ' εΐματος. Δοτική δέ και αιτιατι
κή το αύτό, οίον ύπό δε'νδρω, και ύπο δε'νδρον,
και ό στρατιώτης ύπο τον στρατηγόν.
Μετά. Ή [Λετά γενική και δοτική και αιτια
τική συντάσσεται. Γενική μέν οτε ενωσιν δη
λοΐ, ώς μετά σου. Δοτική δέ το αύτο ^οιητικώς,
ΌΕ ΡΒΑΕΡΟδΙΤΙΟΝΕ. 15
ότε το υστερον, οίον μετά σέ έγώ ήλθον.
Άμφί. Ή άρνρι ό[Λο ιόση [Λος, καιόμοιο-
σύντακτός έστι τίρ περί· συνηθεστέρα μέντοι
η περί· πολλάκις δέ παρά ποιηταΤς όμουκεϊνται,
ώς "Εκτωρ δέ άμφιπεριστρώφα καλλίτριχας
ιππους.
Παρά. Ή παρά γενικη και δοτική και αιτια
τικη συντάσσεται. Γενική [Λεν οτε τήν από τινο;
κίνησιν δηλοι, οίον παρά του βασιλέως ή δικαιο
συνη. Δοτική δέ οτε το πλησίον [Λετ' εμψύχου,
οίον παρά τω βασιλεΐ κάθηται, παρά σοι διατρί-
βω. Αιτιατική δέ οτε η το έγΓυς μετά άψυχου,
ώς παρά την $άλατταν η κίνησιν επί τι, οίον
παρά σέ ερχομαι· η τοδιάτι, ώς παρά το αδικεΐν
ή τιμωρία· η το εξω, οίον παρά το δίκαιον πράτ
τει, και παρά γνώμην συμβαίνει.
Περί. Ή περί γενική και δοτικη και αιτιατι-
κή συντάσσεται. Γενικί) μέν οτε το αίτιον δη
λοϊ, οίον [/.άχομαι περι σου. Δοτικνί δέ σχεδον
τό αύτο ποιητικώς, οίον δέδοικα περί ξανθω Με-
νελάω· έτι και το « έρωη'σει περι δουρι», άντί
£ν και περι πύργω, άντί κύκλω. Αιτιατική δέ
οτε το κύκλω, και περι ποιητικον, και συστα
16 ϋΕ ΡΚΑΕΡΟδΙΤΙΟΝΕ.
τικόν, οίον περί την πόλιν το στράτευμα· τί το
περί έμε πράγαα;
Προς. Ή προς γενικη και δοτικη και αιτιατι
κη συντάσσεται. Γενικη μεν όταν την άπο προσ
ώπου σημαίνη κίνησιν, οίον προς 5εοΰ τ' αγα
θχ, αντί παρά· η ότεέπί όρκου κεΐται, οίον ποί-
ησον προς θεοΰ· η το ί ν ώ πιο ν δηλοΐ, οίον προς
τέ ^ε(ον αακάρων, προς τέ θνητών άνθρώπων η
το καθήκον, οίον ού προς ιατρου σοφου. Δοτι
κή ότετο πλησίον, οίον προς τοιςποσί, προς
τώδε. Αιτιατικη όταν κίνησιν πρα'ςτι ε'[/.ψυχον,
ώς επί τό πλεΐστον, σηααίνη, οίον προς τ·/ν Ίω-
άννην η έ'νωσιν, ώς προς τον θε^ν, άντί αετα
5εοΰ· η λόγον τινά, ώς ταδύο προςτατίτταρα,
Όΰτω τά τέτταρα προς τά οκτώ · ^ παράδει γ-
(/.α, οίον προς αύλον ά'^ει.
Σηαείωσαι. "Οτι παρέπονται ταις προθε'σεσι
πέντε· το όςύνεσθαι· τό βραχυκαταληκτεΐν πλην
της εις καί ές· το μεχρι της δισσυλλαβίας αυξε-
σ3αι· το 5ι« ψιλοί> συαφώνου έκφερεσθαι πλην της
άμφί· το ψιλοΰσ3αι πλην της ύπί) και υπέρ.
(Τό γαρ υ προηγούαενον της λε'ξεως δασύνεται).
Εισι όί καί πολλά επιρρηματα γενικη συν
βΕΝ. €ΑΡ. I. β» Π. !7
τασσόμενα, οίον έ'ξω, χωρίς, άνευ, πλην,
άλ ι ς, εν ίο ν, εϊσω. Τα δέ αθροιστικα δο
τικη· τα δέ θετικά δοτικί) και αιτιατικη και
αίς αν πτώσεσι ' τά αύτών συντάσσωνται ρη'αατα.
Το δέ 4αά και νη αιτιατικη - και το [Λέν μά, ώς τά
πολλά, άποφάσκει· το δέ νή καταφάσκει. Κωνστ.
Λασκ. Γραμμ.
»« ■
ϋβ ίηυαάϊ οΓβ&ιϊοηβ.
Άνάγνωσις. Έν άρχίί έποίησεν ό 5ε% τον ού
ρανον και την γνίν ιί γίί ήν αόρατος και άκατα-
σκεύατος· και σκότος επάνω τις άβύσου· και πνε-
υαα 3·εοΰ έπεφέρετο επάνω τοΰ υδατος. Και είπεν
ό ίϊεός· γενηθη'τω φώς· και έγενετο φώς· και είδεν
ό 3εος το φως, ότι καλον και διεχώρισεν ό θεός
ανά μέσον του φωτος, και ανά μέσον τοΰ σκότους·
και έ/.άλεσεν ό 5εός τό φως ήμέραν, και το σκότος
έκάλεσε νυκτα. Και έγενετο εσπέρα, και έγενετο
πρωί, ή μέρα αία.
Και είπεν ό 5εός· γεν/ιθη'τω στερέωμα έν [«'σω
τοΰ υδατος· και έστω διανορίζον άνά μέσον ΰδα
τος και υδατος· και έγενετο οΰτως. Και έποίτσιν
9
18 ΟΕΝ. ΟΑΡ. I. β1 Π.
ό ί?εος το στερέωμα· και διεχώρισεν ό δΐος ανά
μέσον του υδατος, ο ήν ύποκάτω τοΰ στερεωματος·
και άνα μέσον του υδατος, του επάνω του στερεώ
ματος· χχ\ έκάλεσεν ό Βεος το στερεωμα ούρανόν.
Και είίεν ό Βίος, οτι καλόν. Και έγένετο έσπεροι,
και έγενετο πρωΐ ημέρα δευτέρα.
Κοά είπΐν ό είς· συναχθητω το δϊωρ το ύπο
κάτω του ούρανοΰ εις συναγωγ/ιν μίαν, και όφ9η'-
τω ή ξηρά· και έγένετο οΰτως. Και συνηχθη το υ
δωρ το ύποκάτω του ούρανοΰ εις τας συναγωγας
αυτών, και δφ9η ή ξηρά. Και έκάλεσεν ό Βεος την
ξηράν γην και τα συστηματα των υδάτων έκάλε-
σε Βαλάσσας· και είδεν ό Βεος οτι καλόν. Και εί-
πεν ό θεός· βλαστησάτω ή γη βοτάνην χόρτου
σπεϊρον σπέρμα κατα γένος και καθ' ομοιότητα,
και ξύλον κάρπιμον ποιουν καρπον, ού το σπέρμα
αύτοΰ έν αύτω κατα γένος έπι της γης· και έγένε
το ουτως. Και έξη'νεγκεν ή γη βοτάνην χόρτου
σπείρον σπέρμα κατά γένος και κάθ' ομοιότητα,
και ξυλον κάρπιμον ποιουν καρπον, ού το σπέρμα
αύτου έν αύτω κατα γένος έπι της γης. Και είδεν
«β Θ*Μ7 οτι καλόν και έγένετο εσπέρα και έγένετο
ττρωί, ήμερα τρίτη.
βΕΝ. ΟΑΡ. I. βΙ Π. 19
Καί είπεν ό 9εός· γενηθητωσαν φωστήρες έν τα>
στερεώαατι του ουρανου εις φαυσιν επί τής γης,
του οιαχωρ·ςειν ανά της ή μέρας και άνά μέσον της
νυκτός· εστωσαν εις σημεΐα, και εις καιρούς, εις
ημέρας, και εις ένιαυτούς· και εστωσαν εις φαυσιν
έν τω στερεώματι του ουρανου, ώστε φαίνειν επί
τις γης· και έγένετο οΰτως. Και έποίησεν ό θεος
τούς δύο φωστηρας τους μεγάλους· τόν φωστη'ρα
τόν μέγαν εις άρχάς της ημέρας, και τον φωστη'
ρα τον έλα'σσω εις αρχάς της νυκτός και τούς ασ
τέρας. Και εθετο αυτούς ό θεος έν τω στερεώματι
του ούρανοΰ, ώστε φαίνειν έπί τη"ς γης, και άρχειν
της ημέρας και της νυκτός, και διαχωρίζειν άνά
μέσον του φωτός κατ άνά με'σον του σκότους. Και
είδεν ό θεος, δτ; καλόν και έγένετο εσπέρα, και
ί βένετο πρωΐ, ημέρα τετάρτη.
Και ειπεν ό θεος· έξαγαγέτω τά ΰδατα ερπετά
ψυχών ζωσών, και πετείνα πετόμενα επί της γης
κατά τό στερέωμα του ούρανοΰ· και έγένετο οΰ
τως. ΚΛ* έποίησεν ό θεος τά κη'τη μεγάλα, και
πάσαν ψυχην ζώων ερπετών ά έξη'γαγε τά ύδατα
κατά γένη αυτών και πάν πετεινόν πτερο^τόν κα
τά γένος. Και ειδεν ό θεός, δτι καλά· και εύλογη
10 ΟΈΝ. ΟΑΡ. I. βΙΠ.
«εν αύτά ό θεος, λεγων αύξάνεσθε και πληθύνε
τε, και πληρώσατε τά υδατα έν ταϊς θαλάσσαχς-
και τά πετεινά πληθυνέσθωσαν έπι της γης. ΚαΙ
έγένετο εσπέρα, και έγένετο πρωί ήμέρα πέμπτη.
Και είπεν ό θεός·έξαγαγέτω ή γη ψυχήν ζώ>-
σαν κατά γένος, τετράποδα και ερπετά και θηρία
τις γης κατά γένος· και έγένετο οΰτως. Και έποί-
ησεν ό θεος τα θηρία της γης*ατά γένος, και τα
,πτη'νη κατά γένος αυτών, και πάντα τά έρπετα
'της γης κατά γένος. Και είδεν ό θεος, ότι καλ*·
και είπεν ό θεός· ποιη'σω[Λεν άνθρωπον κατά εικόνα
ήμετέραν και καθ' όυ.οίωσιν και άρχέτωσαν των
- ιχθυων της θαλάσσης, και τών πετεινών τοΰ' ούρα-
-νοΰ και τών κτηνών και πάσης της γης, και πάν
των τών ερπετών έρπόντων έπι της γης. Και έποί-
-ησεν ό θεος τον άνθρωπον κατά εικόνα "θεοΰ έποί-
ησεν αυτόν άρσεν και θηλυ έποίησεν -αυτούς. Και
εύλόγησεν αύτβύς ό θεος, λέγων αύξάνεσθε και
πληθύνεσθε, και πληρώσατε την γην, και κατα
κυριευσατε αύτης· και άρχετε τών ιχθύων της θα
λάσσης, και τών πετεινών τβΰ ουρανου, και πάν
των τών κτηνών, και πάσης της γης, και πάντβ»
τών έρπετών τών έρπόντων έπι της γης,
Ο ΕΝ. ΟΑΡ. I. βΓίΓ. 21
Και ειπεν ό θεός· ιοού δέδωκα ύραν πάντα χόρτον·
σπόριαον σπεΐρον σπέρμα, δ εστιν επάνω πάσης
τής γής" και π*ν ξ^ον, ° έχει-έν έαυτω καρπον
«πέρατος σπόρι[Λου ύρν· έσται εις βρώσιν και
πάσι τοις πετεινοϊς του ουρανου, και παντι έρπετω .
ερποντι έπι της γης, ο έχει έν έαυτω ψυχην ζωης, .
καί πάντα χόρτον χλωρον εις βρωσιν και έγένετο
ουτως. Και ειδε» ό θεος τα πάντα όσα έποίησε· και
ίδού καλά λίαν. Και έγενετο εσπέρα, και έγενετο
πρωί ήαέρ* Ικτη.
Καί συνετελέσθησαν ό ουρανος και ή γη^ και .
πας ό κόσμος αυτών και συνετέλεσεν ό θεός\έν τη .
ήμέρα τνί έ'κτη τά έ'ργα αύτοΰ, ά έποίησε. .Και
κατέπαυσε τί ήμέρα τϊί έβδομη άπό πάντων των·
έργων αύτου, ών έποίησε· και εύλόγησεν ο.,θεός την
ήξεραν την έβδουνην, και ήγίασεν αύτην ότι έν-,
αύτνί κατέπαυσεν άπο πάντων των έργων αύτοΰ,
ών ηρξατο ό θεος ποιησαι. Γεν. κεφ· ά, και β'. ..

ΟΑΡϋΤ IV. ϋβ ΑίνβΓίϋο.


Περι έπιρρη'ματος. Έπιρρ'η'μα έστι λέξις άκλι
τος [«τά τό ρ"ημα ταττοο·.ίνη, και τρόπον, ·* -:,>-
22 ΏΈ ΑΌν,ΕΒΒΙΟ.
πον η σχε'σιν δελουσα· οίον άναγινώσκω καλώς.
Το μεν γαρ άναγινώσκω ρήμα εστί, το δέ καλώς
επίρρημα· και σημαίνει τρόπον πώς άναγινώσκω.
Το 5ε οϊκαδε, και άνω και κάτω και τα τοιαυτα,
έπιρρ/ίαατα είσι τόπον $ σχεσιν δηλουντα, θεο-
δώρ. Προδρόυ:. Γραμμ.

ϋβ βοάβιη αΓ^υπιβηΙο.
Περι του αύτοΰ. Έπί^ρημά εστι μερος λόγου
άκλιτον, κατά ρίματος λεγό'Λενον, η έπιλεγόμε-
νον. Τούτου δέ τά «.έν καλούνται χρόνου· οίον
νυν, τότε, αύθις, τόφρα, τε'ως, εως, πηνίκα, έ
πειτα, [Μετέπειτα, ση'[Λερον, αύ'ριον, χθες (ο και
εχθές λε'γεται), Ϋίοη, πάλαι, άεί.
Τα δε τόπου· οίον άνω, κάτω, εςω, έσω,
ένδον, εγγύς, πόρρω, εναντίον, χαααι, ένθα, ό'θεν
άπέκεινα, μακράν.
Τα δέ πο ι ότ η το ς· οίον εύ, καλώς, ήοέως,
σοφώς, κυνηδόν, βοτρυδόν, άγεληδόν. (Τούτων δέ
οσα γίνονται άπο τής γενικής πληθυντικής, και
μεσότητος προσαγορεύονται, οίον σοφώς, άπο
των σοφών, καλώς, άπο τών καλών).
Τά δέ ποσότητος· οίον άπαξ, δις, τρίς»
τετράκις. Τά 5έ αθροίσεως, οίον άαα, ό<Λοΰ,
συλλήβδην, αθρόως . Τα δέ π α ρ α κ ε λ ε υ σ ε ω ς,.
οίον εία, άγε, φε'ρε, δεΰτε. Τα δε διαιρη'σε-
ω ς, οίον άνευ, χωρίς, διχή . Τα δέ εξαιρεσεως
οίον πλην. Τα δέ τάξεως, οίον έξης, εφεξής.
Τα δέ ό μ ο ι ώ σ ε ω ς, οίον ώς, ώσπερ, καθά, κα-
θάπερ. Τα δέ ά π ο στάσεως, οίον οίστε. Τα δέ
συνκρίσεως, οίον μάλλον, ηττον. Τα δέ έ ξη-
γηματικά, οίον δηλονότι, δηλαδη, ήγουν,
οίον. Τα δέ ποσότητος αορίστου, και ποι
ότητος, οίον άμηγέπως, όπωσοΰν, άαηγε'πη,
όπως δη'ποτε, όπωςδηποτοΰν. Τα δέ ύ φ α ι ρ ε σ ε
ως, οίον σπανίως, ελάχιστα, ι/.όγις. Τάδε εκ
λογής, οίον [Λενουνγε. Τα δέ αποτρεπτικά,
οίον ήράκλεις, άπολλον. Τά δέ εθνικά, οίον ελ
ληνιστί, έβραιστι, συριστι, φρυγιστι, άρμενιστί.
Τά δέ άνε'σεως, οίον μόλις, μόγις.
Τά δέ διαθε'σεως, οίον σχεδόν. Τα δέ ορ
γανικά, οίον όδάξ· Τα δέ αποθετικά, και
προκαταστατ ικά, οίον είεν. Τά δέ επιτά
σεως, οίον λίαν άγαν, πάνυ, μάλιστα, σφόδρα.
Τά δέ ά ν ε ξ ε ω ς, οίον ήρε'μα,ήσυχή . Τά δέ β ε
24 ΌΕ ΑϋΥΕΚΒΙΟ.
βαιώσεως, οίον δηλαδη, δη'πουθεν, πόντω;,
όντως, ή. Τάδέ καταφάσεως, οίον ναι. Τ* δέ
κατομώσεως, οίον νη, μά. Τα δέ άπομώ-
σεως, οίον μά. Τα 5ε αρνήσεως, οίον ού, ου
δαμώς, ίίκιστα. Τα δέ απαγορεύσεως, οίον
μν), μηδαμώς. Τα δέ εικασμοΰ, οίον ίσως,
τάχα, τυχόν. Τα δε ερωτη'σεως, οίον πόθεν,
που, πηνίκα, πώς. Τά δέ δείξεως, οίον ιδού,
ηνί. Τα δέ κλησεως, οίον ώ. Τα δέ διασα
φη'σεως, ώς οίον. Τά δέ σχετλιασμου, οίον
ώ, ιοΰ, οίμοι, φευ. Τα δέ θαυμασμου, οίον
φευ, βαβαί. Τα δέ εκπληξεως, οίον ά. Τα δέ
θειασμοΰ, οίον εύοΐ, εύάν.
Παρέπεται δέ αύτω είδος, και σχΐμα. Το
μέν γάρ πρωτότυπον, οίον νυν, το δε πα ρ α
γωγο ν, οίον νυνί· και το μεν άπλοΰν, οίον
πάλαι, το δέ συνθετο ν, οίον πρόπαλαι.
Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.
— — ο«—
Ρ&πΐάϊδϊ άβδοηρΐίο.
Άνάγνωσις. Και επλασεν ό θεος τον άνθρω-
πον, χουν άπο τ·?·ς γης· και ενεφύσΥ,σεν εις τ6
π:ό«<πον «ύτου πνοί,ν ζ&ής, και Ιγίνετο ό άν
ΟΕΝ ΟΛΡ ϊί. 23
θρωπος είς ψυχην ζώσαν. Και έφύτευσεν ό θεος
παράδεισον έν Έδέα κατα ανατολάς· και έ'θετο
έκεΐ τον άνθρωπον, δν έπλασε. Και έξανέτειλεν ό
θε ,ς έ'τι εκ τις γης πάν ξύλον'ώραίον εις δρασιν,
και καλ,ν εις βρώσιν και το ξύλον της ζωής έν
{Λε'σφ του παραδείσου, και τ6 ξύλον του ειδέναι
γνωστόν καλοΰ και πονεροΰ. Ποταμος δέ εκπορεύ
εται ές Εδέμ ποτίζειν τϊν παράδεισον έκεϊθεν
αφορίζεται εις τεσσαρας άρχάς. "Ονομα τω ένΐ.
Φισών ούτος ό κυκλων πάσαν τήν γην Εύιλάτ'
έκεϊ ού έστι το χρυσίον το δέ χρυσίον της γης
εκείνης καλόν και έκεϊ έστιν ό άνθραξ και ό λίθος
ό πράσινος. Και δνομα τω ποταμφ τω δευτέρω
Γεών ούτος ό κυκλων πάσαν την γην Αιθιοπίας.
Και ό ποταμός ό τρίτος Τίγρις· ούτος ό προπορε
υόμενος κατε'ναντι Άσσυρίων. Ό δέ ποταμός ό
τέταρτος Ευφράτης. Και έλαβε κύριος ό 5ε>ς τον
άνθρωπον δν έπλασε, και έΐ)ετο αύτ,ν έν τω πα-
ραδείσω της τρυφης, έργάζεσθαι αύτον και φυλάσ-
σειν. Και ένετείλατο κύριος ό θεας τω Άδάμ,
λεγων άπο πάντος ξύλου τοΰ έν τω παραύείσω
βρώσει φαγί)· άπύ δέ τοΰ ξύλου τοΰ γινώσκειν
καλον και πονηρον ού φάγεσθε άπ' αύτοΰ· ή δέ «ν
26 ΟΕΝ. ΟΑΡ. Π.*
ήαίρα φάγητε άπ' αύτοΰ θανάτω άποθανεΐσθε.
Και είπε κύριος ό θεός · ού καλον είναι τον άνθρω-
πον μονον ποιη'σω[Λεν αύτφ βοηθον κατ' αύτόν.
Και έ'πλασεν ό θεος ετι έκ της γης πάντα τά θη
ρία τοΰ άγροΰ, και πάντα τά πετεινά τοΰ ούρα-
νοΰ· κα'. ήγαγεν αύτά προς τον , Α^άα, ίίεϊν τί
καλίσει αύτά· και πάν δ εάν έκάλεσεν αύτο Ά-
δάα ψυχην ζώσαν, τοΰτο ονο,ιια αύτφ. Και έκά
λεσεν Ά^άα ονόματα πάσι τοις κτη'νεσι, και πά-
ϋ'. τοι; πετεινοις τοΰ ούρανοΰ, και πάσι τοις θη-
ριοις του άγροΰ. Τω δε Άδάα ούχ εύρέ9η βοηθος
ό'ν.οιο; αύτω. Και έπε'βαλεν ό 5εος έ'κστασιν .επί
τον 'Άίά^Λ, και υπνωσε· και ελαβε (Λίαν τών πλε
υρών αύτοΰ, και άνεπληρωσε σάρκα άντ' αύτής·
και φκοδόμησεν ό θεος την πλευράν, ην έλαβε ά-
πο τοο Άδά[Λ, εις γυναίκα· και ήγαγεν αυτήν
προς τον Άόάα.· και είπεν Άδάμ· τοΰτο νΰν όσ-
τουν |κ τών οστέων μου· και σάρξ εκ τ^ς σαρκός
μου- αΰτη κληίήσεται γυνή, ότι έκ τοΰ άνδρος
αυτής έλη'φθη· ενεκεν τουτου κατελεί'ίει άνθρωπος
τον πατερα αύτοΰ και τήν [Λητε'ρα, και προςκολτ
ληΟήσεται πρ'.ς τήν γυναϊκα αύτοΰ· και έσονται
οί δύο εις σάρκα [Λίαν. Γεν. κεψάλ. β'.
βΕ €ΟΝΙϋΝΰΤΙΟΝΐΒυδ. 27

ΟΑΡϋΤ V. ϋβ οοη]υηοΙϊοηβ.
Ό δέ συνδεσαος μέρος εστί και αυτός λόγου
άκλιτον ώνόαασται δέ συνδεσμος από του συν-
δεσ>.ιεΐν και ένοποιεΐν τους διαλελυαένους και α
συνδέτους λόγους· οίον τι λέγω έχν εΐπω- ό βασι
λεύς νενίκηκεν ό εχθρος ήττιίθη· άσυνοέτως λέγω
και άπροςκολλη'τως . Έαν δέ εΐπω, ό μεν βασιλε
ύς νενίκντ/.εν, ό δέ εχθρός ιζττη'θη και ιψ.εΐς έορ-
τάζοαεν, ιδού τον λόγον συνέδησα και συνέοραψχ
και ?να έποιησάαην, τόναέν, τον δέ, και τον καί
προςθέαενος σύνδεσαον. Θεοδώρ. Προδρόα. Γρ.

Ββ βοάβηι αΓ§αποβηΙο.
Συνδεσμος έστι μέρος λόγου άκλιτον συνδέον
τα άλλα μέρη του λόγου εις διάνοιαν αετά τάξε
ως. Τουτου δέ οΐ μέν συμπλεκτικοί, οίον αέν
δ», τέ, και, άλλά, άτάρ'οί δέ διαζευκτικοί,
οίον η, ·ίίτοι· οΐ δέ συναπτ ικοί, οίον ει, εΐπερ,
είδη, ειδη'περ· οί δέ αιτιολογικοί, οίον ίνα,
όφρα, όπως, ενεκα, οΰνεκα, γαρ, ότι, οιοτι' οί
δέ άπορη ματ ικοί, οίον άρα, εΐτα, μών, μη·
οί δέ συλλογιστικοί, οίον άρα, άλλά, άλλα
28 ΡΕ €ΟΝΙϋΝΟΤΙΟΝΙβΤΙ?.
μήν, ουν, τοίνυν, τοιγάρτοι, τοιγαροΰν οί δέ
παραπληροματικοί, οίον δη, ποΰ, τοι, δη-
τα, περ, πω, μην, αύ, ούν, γ»· οί δέ δυνητι
κοι, οίον άν οί δέ διακριτικοί, είτ' ούν ε
πιλεκτικοί, οίον γούν, γε· οί δέ έναντιω-
[Λατικοι, οίον ομοιως, καίτοι, καίπερ, ερο)ς..
Παρε'πεται δέ αύτωσχΐμα· ό μέν γαρ άπλοΰς,_
οίον έπεί· ό δέ σύνθετος, οίον έπειδν(. Κωνστ.
Λασκ. Γραμ^.

8βΓρβηΙϊδ αδΙαϋα ϋ«ϊ ρΓΒΒοβρΙηηι ρπΊηί ραΓβηΙβ»


ΙΓ3ηδ§Γβ(1ίηηΙυΓ.
'Ανάγνωσις. Και ησαν οί δύο γυρινοι, ο τε
Άδαμι και ή γυνη αύτοΰ, και ουκ ησχύνοντο. Ό
δέ όφις ην φρονιμώτατος πάντων των θηρίων των
επί τής γης, ων 6'ποίηινε κύριος ό θεάς. Και είπεν
ό όφις τϊ) γυναικί· τί ότι είπεν ό κύριος ό θεός,,
ού τή φάγ/)τε άπο πόντος ξύλου τοΰ παραδείσου;
και, είπεν ή γυνη τω όφει· άπο καρπου τοΰ ξύλου,
τοΰ παρδείσου φαγούμεθα· άπο δέ τοΰ καρπου
τοΰ ξύλου, δ έατιν ίν [Λέσω τοΰ παραδείσου, είπεν
> 5εος, ού φάγεσϊε άπ' αύτοΰ, ού δέ μη ά'ψησθε
αύτοΰ, ινα άπο&άνητε. Και «πεν β όφις τη
€ΕΝ. ΟΑΡ. III. «9
γυναικί· ού θανάτω άποθανεΐσθε· ηδει γαρ ό £ε
ος, ό'τι ή αν Υ,μερα φάγητε άπ' αύτου, διανοι./ ·
θησονται ύ[Λών οί όφθαλαοι, κα·. εσεσΟε ώσ 5όΊ
γινώσκοντες καλον και πονηρόν. Και είδεν ή γυ
νη, ό'τι καλ'ΐν τ> ξύλον 4ις βρώσιν, και ότι άρε.
τον τοΐς όφ9αλμοις ιδεΓν, και ώραΐον έστι τοϋ
κατανοησαι. Και λαβοΰσα άπα του καρπου αυτου,
έφαγε· και εδωκε και τω άνδρι αύτης [Λετ' αύτν,,
και έφαγον. Και διηνοί·/θησαν οί οφθαλμοί των
δύο, και έγνςοσαν ότι γυανοι ήσαν και έρραψαν
φύλλα συκης, και έποίησαν έαυτοις περιζώ[Λατα.
Και ηκουσαν της φωνής κυρίου του θεοΰ περιπα-
τοΰντος έν τω παραδείσω τό δειλινόν και έκρύ-
€ησαν ό τε Άδαμ και ή γυνή αύτου' άπα προσώ
που κυρίου του θεοΰ εν μέσω του ξύλου του παρα
δείσου. Και έκάλεσεν κύριος ό θεος τον Άδάα,
και είπεν αύτω' Άδάμ ποΰ ει; και είπεν αύτω.
της φων^ς σου ηκουσα περιπατουντος έν τω πα
ραδείσω, και έφοβη'θην, ότι γυμνός ειμι, και έ-
κρύβην. Και είπεν αϋτώ ό θεός· τίς ανηγγειλε
σοι ότι γυμνος εί, εί ρι άπό του ξύλου, ούένετει-
λάμην σοι τούτου μόνου μή φαγεΐν, άπ' αύτοΰ έ
φαγες; Και εΐπεν ό Άδά(Λ· ή γυνη, ην έδωκας
30 6ΕΝ. ΟΑΡ. III.
μετ' 6μοΰ, αυτη μοι εοωκεν.άπο του ξύλου, κα
εφαγον. και είπε κύριος ό θεος τη γυναικί· τί του
το έποιη'σας; καί είπεν ή γυνη· ό όφις ηπάτεσέ με
καί εοαγον. Και εί ιτε κύριος ό Β^ς τφ όφει· δτι
έποίησας τουτο, έπικατάρατος σύ άπ} πάντων των
κτηνϊίν, καί άπΐ πάντων των 5ηρίων των επί της
γης· επί τω στη'Οει σου καί το κοιλία πορεύση
και γην φαγη πάνας τάς ήμέρας της ζωης σου·
καί έ'χθραν Βη'σω ανά [Λέσον σου καί άνά με'σον
της γυναικος, καί άνα μεσον του σπε'ραατός σου,
καί άνα με'σον του σπίραατος αύτης· αύτός σου
τηρησει κεφαλην, καί σΰ τηρησεις αυτου πτε'ρ-
ναν. Καί τη γυναικί είπε· πληθύνοον πληθυνω τάς
λύπας σου καί τον στεναγαόν σου· έν λύπαις τέ-
ξη τε'κνα, καί προς τον άνδρα σου η αποστροφη*
σου· καί αυτός σου κυριεύσει. Τω δέ Άοά[Λ ει-
πεν ότι νίκουσας της φων^ς της γυναικός σου,
καί έφαγες άπο του ξύλου, ού ένετειλάριν σοι
τούτου μόνου μή φαγεϊν άπ' αύτοΰ, εφαγες, έπι
κατάρατος ή γή" έν τοις εργοις σοΰ· έν λύπαις φαγίρ
αύτην πάσας τάς ηαε'ρας της ζωης σου· ά/.άνθας και
τριβόλους άνατελεΐ σοι, καί φαγη τον χόρτον τ'οΰ
άγροΰ· έν ίδρώτι τοΰ προσώπου σοΰ φαγη τον άρ
6ΕΝ. ΟΑΡ. ΠΙ. 31
τον σου, εως του άποστρέψαι σε εις τήν γήν έξ
ής ελη'φ9ης· ότι γη ε;, και ε!ς γήν άπολεύση.
Και έκάλεσεν Άδαμ το όνομα τής γυναικος αυ
τού. Ζωή, ό'τι μη'τηρ πάντων τών ζώντων.
Και έποίησε κύριος ό θεος τω Άδάμ και τή γυ-
ναικι αύτοΰ νιτώνας δερματίνους, και ένεΊίυτεν
αύτούς.Και είπεν ό θεος. ! ιδού Άδάμ γέγονεν ώ·.
είς έξ ήμών, του γινώσκειν καλον και πονηρόν ! ! ! .

Και νυν μή ποτέ έκτείνη τον χεΐρα αυτου, και


λάβη άπο του ξύλου τής ζο^ς και φάγη, **ι ζι{-
σεται είς τον αιώνα. Και έξαπέστειλεν αύταν ό
'θεος έκ του παραδείσου τής τρυφής έργάΤεσΟαι
τήν γήν εξ ης εληφθη. Και έξε'βαλε τον Άδάμ,
και κατώκισεν αύτον απεναντι του παραδείσου
τής τρυφής. Και έταξε τα Χερουβιμ και την φλο-
γίνην ρομφαίαμ τήν στρεοομένην φυλάσσειν την
όδόν τοΰ ξύλου της ζωής. Γεν. κεφάλ. γ'.

ΟΑΡϋΤ VI. ϋβ ηοπΗηβ.


"Ονομα εστιν με'ρος λόγου κλιτον σημαντικον
ουσίας κοινής και ιδίας τών υποκειμένων σωμα-
τωντέ και πραγμάτων. Παρέπονταιδέ αύται πέν
31 ΌΕ ΝΟΜΙΝΕ.
τε· γένος, αριθμος, πτώσις, σχημα, εί
δος. Γένη μέν εισί πέντε· άρσενικόν, οίον ό
αγαθός· θηλυχόν, οίον ή άγαθη'· ούδέτερον
οίον το αγαθόν κοινον, οίον ό και ή άνθρωπος·
επί κοινο ν, ό άετός, και ή χελιδών ό'περ μια
φων/ί, και ένι άρθρω άρσενικω η θηλυκω δουλοΐ
τά δυο γένη. 'Αριθμοι δέ τρεΐς· ενικός, οίον ό
άγα'ιός· δυΐκός, οίον τώ άγαθώ· πληθυντι
κό ς, οίον οι αγαθοί. Πτώσεις δέ πέντε· όνο μα
στική, γενική, δοτικη, αιτιατική, και
κλητικη· ών όρθαι και εύθεΐαι δύο καλουνται·
ονομαστική και κλητικη, ορθώς γαρ ίστάμεναι,
όρθην την ούσίαν σημαίνουσιν αί άλλαι δέ πλά-
γιαι. Σχη'ματα δέ τρία. απλουν, οίον ίππος·
σύνθ ετον,οίον Φίλιππος· παρασύνθετον, οί
ον Φιλιππίδης· Είδη δέ δύο· πρωτότυπον, οί
ον μέγας· παράγωγον, οίον μεγαλόψυχος .
Των ονομάτων, τα μέν κλίνονται ισοσυλλά-
βως. οίον Αινείας, Αινείου· τα δέ περιττοσυλλά-
βως, ο'.ον Αίας, Άίαντος· και τα μέν ισοσύλλα-
βα κλίνονται τετραχώς, τα δέ περιττοσύλλαβα
μοναχώς· διο και πέντε κλίσει: εισιν,ών η μεν
πρώτη καλείται, ή· δε δευτέρα, ή δέ τρίτη ή δ«
ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ. 33
τετάρτη · ή δέ πεμ7ττη περιττοσύλλαβος. . -

Ρππια. ϋοοίϊη&Ιϊο.
Πρώτη και δευτερα κλίσις. Πρώτη κλίσις
εστί των ισοσυλλάβων αρσενικών ονομάτων εις ας
ληγόντων, και εις τ ς αρσενικών και κοινών, ών ή
γενικη εις ου, ή δοτική εις α, ή εις η κατα το
φωνήεν τ·?,ς ονομαστικής, ή αιτιατική εις ν μετα
του φωνη'εντος τής ονομαστικής.
Εύρη'σεις δέ παρά ποιηταις όνομαστικας τών εϊς
ας και εις ης ονομάτων τής πρώτης κλίσεως. όμο
ιας ταις αύτών κλητικαΓς, ληγουσας εις α βραχύ
έ'ίει αιολικώ και βοιωτικά και θεσσαλι/.ώ· οίον
Ύβραγορα αντι Ύβραγόρας, Θηέστα άντι Θηε'σ-
της, νεφεληγερε'τα άντι νεφεληγερε'της, μητιέτα
άντι μητιετης, ήχετα άντι ήχε'της, ίττπότα άντι
ιπ—ότ.ος.
Δευτε'ρα κλίσις εστι τών ίσοσυλλάβων Ε γλυκών
ονομάτων εις α και εις η ληγόντων, ών ή γενική
ε'? 'η ς, ή δοτική εις ι\, και αιτιατική εις ν μετά
του φωνη'εντος τής ονομαστικές.
Σημείωσαι οτι μόνα τα εις α μακρον, και ει;
Ρ»
Ο
34 ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ.
α καθαρον, και εις ρ α, και εις δ α, και εις θα λη
γοντα όνόιιατα θηλυκα ιρυλάττουσι το α έπι της
γενικης και δοτικης, οιον Αθηνά, 'Αθηνάς, Άθή
να· Μαία, Μαϊας, Μαία· τήαε'ρα, ημέρας, ήαέρα·
Ληδα, Ληδας, Λν$α· Μάρθα, Μάρθας, Μάρθα.
Τα δέ άλλα πάντα τρέπουσι το α εις η επί της
γενικές και δοτικης, οίον μουσα, μούσης, μούση·
δίψα, δίψης, δίψη· πεινα, πεΐνης, πεινη, Κωνστ.
Λασκ. Γραμμ.
ΕχβΓοίΙαΙϊο.
1 Τέχνη εστίν άνθρώποις ατυχιας λι[«·'ν. 2
Πάσι βροτοις τιμη πέφυκε παιδεία. 5 Άνθρώποις
γαρ νόσον τίκτουσι λυπαι. 4 Όργή δέ πολλούς
δραν κακον αναγκάζει. 5 Πενίαν έφρειν ού παντος
άλλ' άνδρός σοφοΰ. 6 Βακτηρια γάρ εστι βίου πα
ιδεία. 7 Ύπερηφανία μέγιστον άνθρώποις κακόν.
8 Ψυχί,ς νοσούσης φάρμακον έστι λόγος. 9 Θά
λασσα και πυρ και γυνη τρίτον κακόν. 10 Βουλης
γαρ ορθης ούδέν άσφαλέστερον. 11 ' Αλαζονείας
ού'τις άκφεύγει δίκην. 12 Ό μέντοι Αστυάγης
έπε; εγνω Κΰρον λυπούμενον ισχυρώς, βουλόμενος
κύτω χαρίζίσθαι, έξάγει έπί ^η'ραν: '
Μ; ΝΟΜΙΚΕ. 5$
ΑοΙιίΙΙοδ.
'Ω; δ& εγένησε θε'τις έκ Πηλε'ως βρέφος, «θά
νατον θέλουσα ποιησαι τουτο, κρύφα Πηλάος εις
το πΰρ έγκρυβοίϊσα της νυκτος, έφθειρεν ο ην αύ
τω θνη*όν πατρωον μεθ' ήμέραν δέ έχριεν αμ
βροσία. Πηλεύς δέ έπιτηρη'σας, και άσπαίροντα
τον παΐδα ιδων επί τοΰ πυρός, έβόησε. και Θε'τις
κωλυθεΐσα την προαίρεσιν τελειωσα», νη'πιον τον
παΐδα άπολιποΰσα, προς Νηρείδας φχετο. Κομί
ζει δέ τον παΐδα προς Χείρωνα Πηλευς· ό δέ λα
βών αύτον έτρεφε σπλάγνοις λεόντων και συών α
γρίων και άρκτων μυελοΐς· και ώνόμασεν Αχιλ
λέα· πρότερον μέν ην όνομα αύτω Λιγυρων οτι.
τα χείλη μαστοΐς σύ τροςηνεγκε'. Άπαλλοδωρ·
ΕχβΓοϊΙΛΙϊσ.
{ Θηβαις έγένοντο προστάται φιλόσοφοι. 2Γ
Κάλπης λιμην έστιν μέν εν τ?ί Θράκη τη έν τη
Ασία. 3 Ποσειδών δε Άμφιηρίτην την Ωκεανου
γαμεΐ· και αύτω γίνεται Τρίτων, και 'Ρόδη, ίν
"Ηλιος εγημε. 4 Λιβυης δέ και Ποσειδωνος γί
νονται παίδες. δίδυμοι, Άγη'νωρ και Βηλος. 5
/Ηρακλης δέ παραγενόμενος εις Καλυδωνα, την
Οινέως θυγατέρα Δηϊάνειραν έμνηστεύσατο. &
36 ΌΕ ΝΟΜΙΝΕ.
Κυκλωπας μεν Ούρανός δη'σας, εις Τάρταρον έρρι-
ψε· τόπος δέ ούτος έρεβώδης έστιν »ν αδου, τοσο
υτον άπο γης έ'νων διάστημα, δσον άπ' ουρανοΰ
-γη. 7 Καλλίας ό Ίπονίκου των Άθηναίων οπλι
τών ην στρατηγών, και Ιφικράτης τών πελτασ-
τών άρχων. 8 Κρηνη ήν παρά την όδον ή Μίδου
ααλουμένη του Φρυγών βασιλεως, έφ' η' λέγεται
Μίδας τον Σάτυρον 5ηρευσαι οΐνω κεράσας αυτην.

Μβίαηιρμδ.
Άμυθάων μέν ούν οίκών Πύλον, Είδομένην γα-
μεϊ την Φέρητος, και γίνονται παίδες αύτώ Βίας
και Μελάμπους, δς έπι τών χωρίων διατελών, οΰ
σης πρό της οικη'σεως αύτοΰ δρυος, εν η' φωλεος δφε-
ων ύπηρχεν, άποκτεινάντων τών θεραπόντων τούς
οφεις, τά μέν ερπετά, ξύλα συμφορησας, έ'καυσε,
τους δέ τών οφεων νεοσσούς εθρεψεν οί δέ γενόμε
νοι τέλειοι, περιστάντες αύτώ κοιμωμένω τών ώ
μων εξ έκατέρου, τάς άκοάς ταϊς γλώσσαις έξεκοί-
Οαιρον. Ό δέ άναστάς, και γενόμενος περιδεής,
τών ύπερπετομένων όρνέων τάς φωνάς συνίει· και
τταρ' εκείνων μανθάνων, πρού'λεγε τοϊς άνθρώποις
τά μέλλοντα. Προσέλαβε δέ και την έπι τών ίέ
ΌΕ ΝΟΜΙΝΕ. 3Τ
ρών, μαντικην. Περί δέ τον Άλφειόν συντυχών-
Άπόλλωνι, το λοιπόν άριστος ήν μάντις. Απολ
λοδώρου Βιβλιοθη'κη .

δοοιηκία ϋβοΐίη&Ιϊο.
Τρίτη και τετάρτη κλίσις. Τρίτη κλίσις έστν
των ίσοσυλλάβων αρσενικών και θηλυκων·, κοινών,,
και έπικοίνων ονομάτων, αττικών ληγόντων εις ως
και ούδετέρων εις ων ών ή γενική εις ω, η δοτι
κή εις ω, ή αιτιατική εις ν μετά του φωνηεντος
της ονομαστικης· οίον ό Μενέλεως, του Μενέλεω,
τω Μενέλεω, τον Μενέλεων. Σημειωση δέ ότι οί
Αττικοι των εις ος καθαρόν κοινών ονομάτων τ?ίί
τετάρτης κλίσεως την λη'γουσαν έκτείνοντες, και
την παραλη'γουσαν συστέλλοντες, σχηματίζουσν
τά εις ως, φυλάττοντες τον αύτον τόνον οίον ά.
Μενέλαος, Μενε'λεως· έξαιρεΐται ό κάλος, κάλως,
ό τάλος, τάλως την αύτην φυλάξαντες παραλη'γο-
υσαν και ό όρφος, όρφώς, και ό λάγος, λαγώς
μετη'λλαξαν τόν τόνον.
Τετάρτη κλίσις έστι τών ίσοσυλλάβων αρσε
νικών και θηλυκών, κοινών, και επικοίνων ονομά
των, ληγόντων εις ος, και ούδετέρων εις ον ών ή
38 ΌΈ ΝΟΜΙΝΕ.
γενικη εις ου, η δοτικη εις ω, η αιτιατιτ.ή εις -»
μετά τοΰ φωνήεντος τις ονομαστικη"ς· οίον ό λό
γγος, του λόγου, τω λόγω, τύν λόγον. Σημείωσαν
«τι έν τοΐς ούδετέροις όνόμασι τρεϊς πτώσεις εισιν
«μοιαι έν παντί άριθμω· ονομαστικη, αιτιατικη,
λαί κλητική. Κ,ωνστ. Λασκ. Γραμμ.
ΕχβκϊΙαΙΐβ.
1 Άνδρος πονηρου φεΰγε συνοδίαν άεί. 2 Κα
κον φε'ρουσι καρπόν οΐ κακοι φίλοι. 3 Αιμός μέ-
γιστον άλγος άνθρώινοις εφυ. 4 Μακάριος όστις
«ύσίαν και νουν έχει. 5 Νόμος γονεΰσιν ισοθέους
τιμάς νέμειν. 6 Βροτοΐς άπασι ή συνείδησις θεός.
7 Χρόνος δίκαιον άνδρα δεικνυει μόνος- θ "Ανδρες
φίλοι και συμμαχοι, τοις μεν θεοϊς μεγίστη χάρις
ότι έ"δοσαν ήμϊν τυχεϊν ών ένομίζομεν άξιοι είναι.
9 Ωκεανου και Τηθύος γίνεται παις "Ιναχος, άφ'
ου ποταμός έν "Αργει "Ιναχος καλεΐται. 10 Η
σίοδος δέ φησιν αυτόχθονα εΐναι τον Πελασγόν.
41 Ό Κε'ρβερος, ό τοΰ αδου φρουρός, είχε τρεϊς
|Λέν κυνών κεφαλάς, την δέ ούράν δράκοντος, κατά
*δέ ταΰ -νώτου παντοίων όφιων κεφαλάς.
Μ«826-
Αί Μοΰσαι Διός και Μνημοσυνης θυγατέρες εΐ
ΡΕ ΝΟΜΙΝΕ. 39
-ναι λεγονται. Ησίοδος τα ονόματα αύτων απο
φαίνεται οΰτως·
Κλειώ τ' Ευτέρπη τε, Θάλεια τε Μελποαε'νη τε
Τερψιχόρη τ' Ερατώ τε, Πολύριάτ' Ούρανίη τε
Καλλιόπη θ'· ή προφερεστάτη εστίν άπασέων.
Αιοδώρ. της Σικ.

ΒβΙΙβΓορΙιοη.
Βελλεροφόντης δέ ό Γλαύκου τοΰ Σισυφου, κτεί-
νας ακουσίως άδελφον Δηλιάδην, ώςδέ τινε'ς φασι,
Πειρηνα, άλλοι δέ Άλκιμένην, προς Προίτον έλ-
θων καθαίρεται· και αύτοΰ Σθενέβοια ερωτα ΐσν/ει
και προςπε'[Λπει λόγους περι συνουσίας. Τοΰ δέ ά-
παρνουμενου, λέγει προς Προίτον, ότι Βελλεροφόν
της περι φθοράς προςεπέ^ψατο λόγους. Προϊ-
τος δέ πιστεύσας, εδωκεν έπιστολάς αύτώ πρί,ς
Ίοβάτην κοαίσειν, έν αίς ένεγέγραπτοΒελλεροφόν-
την άποκτεϊναι. Ιοβάτης δέ έπιγνους, έπέταξεν
αύτω Χί[Λαιραν κτεϊναι, νομίζων αυτόν ύπο τοΰ
θηρίου οΊαφθαιρη'σεσθαι' ην γαρ ού μόνον ένι, άλ
λα πολλοις ούκ εύάλωτον είχε ο*έ προτομην μέν
λε'οντος, ούραν δέ Δράκοντος, τρίτην δέ κεφαλην,
«.ε'σην αιγο:, δι' ής πΰρ άνίει' και την '/ήζα-Ί ^ι
40 ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ.
έφθειρε, και τα βασκηματα έλυμαίνετο· [ΐλα. γαρ
φύσις τριών θηρίων είχε δυνάαιν. Λέγεται δέ και
την Χίμαιραν ταύτην τραφήναι μέν ύπό Άμισω-
δάρου, καθάπερ εΐρηκε και "Οαν)ρος, γενηθηναι δέ
εκ Τυφώνοςκαι Έχίδνης, καθώς Ήσίοόος ιστορεΐ.
Άναβιβάσας ούν εαυτον ό Βελλεροφόντης έιη
τον Πη'γασον, δν είχεν Ι'ππον εκ Μεδουσης πτηνον
γεγενντ,αένον και Ποσειδώνος, αρθείς εις ύψος, ά-
7το τούτου κατετόςευσε την Χιμαιραν Μετά δέ
τον αγώνα τουτον έπέταξεν αύτώ Σολύαοις ψ*.·/ί-
σασθαι· ώς δέ έτελεύτησε και τουτον, Άααζόσιν
έτ:έταξεν άγονίζεσθαι αύτί.ν. Ώς δέ και ταύτας
άπέκτεινε, τους τνί νεότητι Λυκίων διαφέρειν δο-
κουντας έπιλέξας, έπέταξεν άποκτεϊναι λοχησαν-
τας· ώς δέ και τούτους άπέκτεινε πάντας, 3αυ-
[/,άσας την δύνααιν αύτοΰ" ό Ιοβάτης, τά τε γράμ
ματα έ'δειξε, και παρ' αύτώ μενειν ηξκοσε, δούς
την θυγατέρα Φ·Λονόην και θνη'σκων, την βασι-
λείαν κατέλι-εν αύτώ. 'Λπολλοδώρ. Βιβλιοθηκ.

ΤοΓΙί& ϋβοΐίηαΙϊο.
Πέμπτη κλίσις. Πε[//πτη κλίσις έστι πάντων
των περιττοσυλλάβων ονομάτων, άρσινικών και
ΏΕ ΝΟΜΙΝΕ. 41
γλυκών και ούδετέρων, κοινων και επικοίνων,
διαφόρους καταλέξεις εχόντων, ών ή γενική εις ος
ή δοτική εις ι, και ή αιτιατικη εις α· οίον Αίας,
του Αιαντος, το) Αΐαντι, τον Αΐαντα, ώ Αιαν
κοινώς, και ώ Αιας άττικώς. Και ταΰτα μέν
περί των άπλών κλίσεων, είτα δέ περί των συνη-
ρηαενων λέξομεν
ΕχβΓοίΙαΙίο.
1 Χαρακτήρ άνδρας έκ λόγου γνωρίζεται. 2 Βρο-
τοϊς άπασιν άποθανεΐν οφείλεται. δΓέλως άκαιρος
εν βροτοις δεινον κακόν. 4 Κε'ρδος πονηρόν υν/)δέ-
ποτε βούλου λαβεΐν. 5 Ξίφος τιτρώσκει σώαα, τον
δέ νουν λόγος. 6 Πατήρ ούχ ό γεννη'σας, άλλ' ό
σε θρε'ψας· 7 Φθείρουσι ήθη "/ρήσθ' ό[/ιιλίαι κα-
καί. 8 Τρίχας [Λεν έ'χει των ζώων όσα πεζά και
ζωοτόκα, φολίδας δέ όσα πεζά και ώοτόκα, λεπί
δας δ' ιχθυες μόνοι, όσοι ώοτοκουσι τό ψαθυρόν
ώόν. 9 Μεταβάλλουσι δ' έ'νια τών ζώων τάς χρό-
ας τών τριχών κατά τάς τών ύδάτων μεταβολάς·
ένθα {χεν. γαρ λευκά γίνονται, ένθα δέ μέλανα. 10
Ένυπνιάζειν φαίνονται ού μόνον άνθρωποι, άλλά
και ίπποι καί κυνες και βόες, έτι δέ πρόβατα καί
αιγες καί πάν τό τών ζωοτόκων και τετραπόδων
Ά Τ)Έ ΝΟΜΙΝΕ.
γένος. 11 Ό δέ γύψ νεοττεύει μέν έπι πέτραις
άπροσβάτοις· διό σπάνιον ιδεϊν νεοττείαν γυπΐς
και νεοττούς· και δια τοΰτο Ήρόδωρος ό Βρύσω-
νος του σοφιστοϋ πατηρ φησιν είναι τους γύπας
άφ' ετέρας γης «διόλου ήμϊν.

Σίσυφος δέ Αιολου κτίσας 'Εφύραν την νυν λε-


γομένην Κόρινθον γαμεϊ Μερόπην την "Ατλαν
τας· έξ αυτών παίς γίνεται Γλαυκος, ώ παίς Βελ-
λεροφόντης έξ Εύρυμε'δης έγεννη'θη · δς έκτεινε την
πυρίπνουν Χίμαιραν Κολάζεται δέ Σίσυφος έν α-
δου, πέτρον ταίς χερσι και τνί κεφαλή κυλίων,
και τοΰτον ύπερβάλλειν 9έλων ούτος δέ ωθούμε
νος ύπ' αύτου, ωθεΐται πάλιν εις τούπίσω. Τίνει
δέ ταύτην την δίκην δια την Ασωποΰ θυγατέρα
Α'ίγιναν άρπάσαντα γαρ αύτην κρύφα τον Δία
Άσωπφ μηνύσαι ζητοΰντι λέγεται. 'Απολλοδώρ.

Ιί秫33 ί^ηϊΙίΕ: ΙαάΒΒΟΓυηι βοηίυδίο.


ΤΗσαν έν Ιερουσαλήμ κατοικοΰντες Ιουδαίοι,
άνδρες ευλαβεΐς άπο παντος εθνους των ύπο τον
ούρανόν γενομένης δέ της φωνης ταύτης, συνηλθεν
ΌΕ ΝΟΜΙΝΕ. 43
τβ πληθος και συνεχύθη, ότι ηκουον εις έκαστος
τη ιδία διαλέκτω αύτών λαλούντων. Έξίσταντο
&έ πάντες και έθαύαα^ον λέγοντες. Ούχι ιδού ά
παντες ουτοι οί λαλοΰντές εισιν Γαλιλαϊοι; Και
πώς ήυιεϊς άκούο[Λεν έκαστος την διάλεκτον ή[Λών
έν η έγεννη'θημεν, Πάρθοι και Μηδοι και Έλαρα-
ται, και οί κατοικοΰντες την Μεσοποταμίαν, Ιου-
δαίαν τε .και Καππαδοκίαν, Πόντον και την Ά-
σίαν, Φρυγίαν τε και Παμφυλίαν, Αΐγυπτον και
τα [Λερη της Λιβύης της κατά Κυρη'νην, και οί
έπιδημοΰντες "Ρωμαίοι, Ιουδαϊοι τε και προση'-
λυτοι, Κ,ρη"τες και "Αραβες, άκούομεν λαλουντων
αύτών ταίς ή[Λετέραις γλώσσαις τα μεγαλεΐά τοΰ
θεοΰ; Τί θελει τουτο είναι; Πράξεις τών 'Αποστ.

Ώα οοηΙΓαοΙίδ ηοηιίηί&υδ.
Περι τών συνηρημένων κλίσεων. Εισι και άλ-
λαι πεντε κλίσεις συνηρημεναι καλούμεναι, άπα
τις πέμπτης κλίσεως κατά συναίρεσιν και κράσιν
γινομεναι. Συναίρεσις μέν έστι δύο φωνηέντων φυ-
λαττομένων συναλοιφή· οίον Δημοσθένεα, η\ ί
τοΰ ένός, οίον Δημοσθένεος, ους.
Πρώτη κλίσις. Πρώτη κλίσις έστι τών συνηρη
44 ΒΕΝΟΜΙΝΕ.
μένων άρσενικών και θηλυκών και κοινών ονομά
των, ληγόντων εις ης· και ούδετέρων εις ες, και
εις ος· ών ή γενική, δια τοΰ εος ούσα ιωνικώς, εις
ους κοινώς κιρνάται· οίον ό Δημοσθένης, ήτριη'ρης,
ό και ή άληθής και τό άληθές, το τειχος.
Δευτέρα κλίσις. Δευτέρα κλίσις έστι των συν-
Τ)ρημένων αρσενικών και θηλυκών, κοινών και έπι-
κοίνων ονομάτων εις ις ληγόντων, και ούδετέρων
εις ι · ών ή γενική δια τοΰ ιος κοινώς, και εος ιω-
νικώς, και εως άττικώς γίνεται· οιον όό'φις, ή πό-
λις, τό σίνηπι. Σημείωσαι δέ ότι συναιρουμένης
της ενικής γενικης, ώσπερ έπι της πρώτης κλίσε
ως συναιρεΐται και ή γενικη δυϊκή, και πληθυντι
κή. εκείνης δέ μή συναιρουμένης ώσπερ επί της
δευτέρας κλίσεως, ούδέ αύται συναιρουνται.
Τρίτη κλίσις. Τρίτη κλίσις εστί τών συνηρη-
μένων αρσενικών ονομάτων εις ευς ληγόντων ών
ή γενική δια του εος κοινώς, και ηος ιωνικώς, και
εως άττικώς γίνεται· οίον ό βασιλεύς.
Τετάρτη κλίσις. Τετάρτη κλίσις εστί τών συν-
ηρημένων θηλυκών ονομάτων εις ω και εις ως λη
γόντων ών ή γενική διά τοΰ οος ούσα, εις ους κα
τά κράσιν γίνεται· οίον ή Λητώ, ή αιδώς.
ΏΈ ΝΟΜΙΝΈ. 45
Πεμπτη κλίσις. Πέμπτη κλίσις έστι των συν-
ηρη μένων ούδετέρων ονομάτων εις ας και εις ρας
ληγόντων · ών ή γενικη δια του ατος κοινώς, και
αος ίωνικώς, και εως άττικώς γίνεται· οίον το
κρέας, το κέρας.
Σημείωσαι· ότι τά εις οος ονόματα συναιρουν
ται εν πάσαις ταις πτώσεσιν οίον ό νόος, ό πλόος.
"Ετι συναιρουνται και τα εις υς και υ, όξύτονα
και βαρύτονα· οίον ό ηδύς, ό βότρυς, η ναυς, τό
δάκρυ. Κωστ. Λασκ. Γραμμ.
ΕχβΓοϊΙαΙϊο.
1 'Ήφαιστος τω πόδε χωλος ην. 2 Ή οργή
και ή άσυνεία, δύο μεγίστω κακώ, πολλούς απώ
λησαν. 3 Άκη'κοε τών οδοιπόρων τις, ότι ληστε
υεται ή οδός. 4 Οί μέν νέοι τά η()η είσίν έπιθυ-
μητικοί, και οίοι ποιεΐν ων αν έπιθυμη'σωσι. 5
Άνηρ Συβαρίτης, εις άγρόνποτε πορευόμενος, εφη,
ιδών τούς έργάτας σκάπτοντας, αύτος ρημα λα
βεΐν. 9 Ή Μηδεια γράφεται τώ παΐδε δεινόν ύ-
ποβλέπουσα· εχει δέ ξίφος έν χερσί· τώ δέ άθλίω
κάθησθον γελώντε, μηδέν τών μελλόντων ειδότε
και ταυτα όρώντε το ζίφος έν ταΐν χεροΐν ί^ω"
τρός. 7 Χαρίξεινος ό Σικυωνίος φίλος ην Εύδαμί
48 ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ.
χρείαν και κατηναγκασμένην ενεργών εις ανθρώ
πων εύεργεσίαν.
Ό δέ καλούμενος ίππος τω μεγέθει μέν έστιν
ούκ ελάττων πηχών πέντε· τετράπους ών και
δίχηλος παραπλησίως τοΐς βουσι, τους χαυλιόδο-
ντας έχει μείζους των αγρίων ύών, τρεις εξ αμφο
τέρων τών μερών · ώτα δέ και κέρκον και φωνήν
ίππω παρεμφερή, το δ' ολον κύτος του σώματος
ούκ άνόμοιον έλέφαντι, και δέρμα πάντων σχεδον
τών 5ηρίων ισχυρότατον . Ποτάμιον γαρ υπάρχον
και χερσαΐον, τάς μεν ήμε'ρας εν τοΐς ΰδασι δια-
τρίβει γυμναζομενον κατά βάθους, τάς νύκτας
έπι χώρας κατανε'μεται τόν τε σίτον και τον χόρ-
τον. "Ως τε ει πολύτεκνον ν,ν τοΰτο το ζώον και
κατ' ένιαυτον έτικτεν, ελυμαίνετο αν όλοσχερώς
τάς γεωργίας τάς κατ' Αιγυπτον. Άλίσκεται δέ
και τοΰτο το ζώον πολυχειρία τών τυπτόντων τοις
σιδηροις έμβολίοις. "Οπου γαρ αν φανή, συνάγου-
σιν έπ' αύτό πλοία, και περιστάντες κατατραυ-
ματίζουσιν ώσπέρ τισι κοπεΰσιν'έπι σιδηροΐς άγ-
κίστροις, είθ' ένι τών έμπαγέντων ένάπτοντες αρ
χάς στυπίνας, άφιάσι μέχρις αν ό'του παραλυθώ,
γενόαενον εςαιμον. Τη·/ μ;ν ουν σάρκα σκληρά*
ϋΕ ΝΟΗΙΝΕ. 49
ίχει και δύσπεπτον των δ' εντοσθεν ού5ΐν έδω-
διμον, οΰτε σπλάχνον, ού'τ' έγκοίλιον. Αιοδώρ.

ΟΑΡυΤ VII. ϋβ δρβαβίΗιδ ηοιϊιϊηηπι.


Περί των ύποπεπτωκότων ειδών τω ονόματι .
"Ετι των ονομάτων τά μεν κύρια καλουνται, οίον
Σωκράτης, Πλάτων τά δέ προσηγορικα, οίον ό
και ή παρθένος. Τα δέ πρός τι, οίον πατηρ, υίος,
δοΰλος, δεσπότης· τά δέ ώς προς τι, οίον νύξ, ή
μερα, θάνατος, ζωη'. Τα δέ περιληπτικά, οίον
δήμος, /.°Ρ^, ^Χ^ί' τ* περιεκτικά, οίον δαφ
νων, κοιτών, ελαιών τά δέ ώς περιεκτικά, οίον
άπατεών, κυκεών. Τά δέ πεποιημένα, οίον φλοΐ
σβος, ροΐζος· τά δέ γενικά, οίον ζώον, φυτόν τά
δέ ειδικά, οίον βοΰς, ίππος, κύων. Τά δέ άπολε-
λυμένα, οίον θεός, λόγος, ά'γΓελος· τά δέ εθνικά,
οίον Φρύξ, Πέρσης.
Τά δέ ομώνυμα, οίον Αιας ό τοΰ Τελαμώνος.
και Αιας ό του Ό'ίλέως· τά δέ συνώνυμα, εΐτε πο
λυώνυμα, οίον ά'ορ, ξίφος, σπάθη, μάχαιρα, φάσ-
γανον τά δέ φερώνυμα, οίον μεγαπένθης· τά δέ
διώνυμα, οίον Αλέξανδρος ό και Πάρις, Σκάμαν
4
1$6 ΝΟΜΙΝΕ.
δρος ό και Ξανθος·· τα δέ επώνυμα, οίον 'Ενοσί-
χθων ό Ποσειδών, και Φοιβος ό Άπόλλων.
Ρβ ΡαΙΓοηγηϊοϊδ.
Περί πατρωνυμικών. Πατρωνυμικόν ονομα κυ-
-ρίως εστι το άπο πατρος έσχηματισμένον, και υί-
'ον πατρος σημαίνει, οίον άπό του Πηλευς Πηλεί
δης, ό Άχιλλεύς· καταχρηστικώς δέ και άπο του"
πάππου λέγεται, οίον άπο του Αιακος Λιακίδης,
ό αύτός. Τουτου δέ τά μεν αρσενικα, τά δέ θηλυ
κά· και τών μεν αρσενικών τρεΐς καταλέξεις είσί·
δης κοινή, οίον Πηλείδης· ων ιωνική, οίον Πηλεί-
·ων αδιος, οίον Ύρόάδιος. "Οτε ή γενική του ο
νόματος λη'γει εις ως, η εις ους, η εις ος, τότε εις
ιδης κοινώς σχηματίζεται το πατρωνυμικόν Πη-
λεύς έως, Πηλείδης· Δημοσθένης ένους, Δημοαθε-
νίδης· Αγαμέμνων ονος, ^γαμεμνονίδης. "Ετι
«ι ή γενική λη'γει εις ου, της τετάρτης κλίσεως ού
σα, ·μή παραληγομένη τω ι, εις ιδης σχηματίζε
ται το πατρωνυμικόν οίον Πρίαμος ου, Πριαμί-
δης· Τάνταλος ■ου, Τανταλίδης· ει δέ αΰτη παρα-
'λη'γει το ι, εις αδης σχηματίζεται το πατρωνυμι
κόν, οίον ηλιος ου, ήλιάδης· έτι τα της πρώτης
κλίσεως εις αδης σχηματίζουσιν, οίον Αινείας ου,
ΝΟΜΙΝΕ. 81
Αινειάδης· Ιππότης ου, Ίπποτάδης. Πάν δέ πα-
τρωνυμικόν παραλη'γει η I, οίον Κρονίδης, η οι
διφθόγΓω κατά συναίρεσιν, οίον Πανθοίδης.'
Των δέ θηλυκών τρεΐς καταληξεις εισίν ας,
ις, γη, και αί γλν εις ας και ις άπό των ιδίων αρ
σενικών σχηματίζονται αποβολή τοΰ δη, οίον Ή
λιος άπό 'Ηλιάδης, Πριααις άπο Πριαμίδης· ή
δέ εις νη, αιολική ούσα, άπο τής γενικής σχημα
τίζεται, οίον Άδραστίνη άπο τοΰ Αδράστου, Ά-
κρισιώνη άπο τοΰ Άκρισίωνος.
ϋβ ΒϊπιϊηηΙίνίδ.
Περι υποκοριστικών. Υποκοριστικών όνομα έσ-
τι το μείωσιν του πρωτοτύπου δηλοΰν. Τούτου δ»
τά [Λεν άρσενικά, τά δέ θηλυκά, τά δέ ούδέτερα,
άπο κυρίων και προσηγορικών παραγόμενα. Και
τών μέν άρσενικών καταλη'ξεις είσί πέντε· ας, οίον
μηνάς, ων, οίον χωρίων, αξ, οίον λίθαξ, σκος, οί
ον άνθρωπίσκος, και λος, οίον ναυτίλος. Τών δ»
θηλυκών δύο· ις, οίον θεραπαινίς, και σκη., οίον
παιδίσκη. Τών δέ ουδετέρων παραλη'ξεις εννέα εις
ον ληγόντων νι, οίον όψώνιον, κι, οίον μειράκιον,
δρι, οίον λογύδριον, λλι, οίον μειρακύλλιον, φι,
οίον ζωύφιον, γη. οίον πολίχνιον, πι, οίον άνθρώ
ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ.
πιον, ρι, ΐ)ίον παιδάριον, δ·ι, οίον κρεάο\ον.
ϋβ «ΙβαοπιϊηαΙίνϊδ βΙ νβΛαΙί&υδ.
Περί παρωνύμων. Παρώνυ[Λον ό'νοΜΛ έστι άπο
"Όνόαατος παραγόμενον, οίον Θέων άπο του θεος,
Τρύφων άπατης τρυφής, Πλάτων άπο του πλατύς .
Περι ρ)ματικών. 'Ρηαατικον ομοίως το άπο
του ρηματος παραγόμενον, οίον νοηρκον άπο τόδ
νενόημαι, και Φιλη'μων άπο του πε<ρίλν)μαι.
Κωνστ. Λασκ. Γρα[ΐμ.
ΕχβΓοϊΙΛΙϊο.
1 Ού το πένεσθαι κατά φύσιν αισχρόν άλλα
το ίι' αισχράν αιτίαν πένεσθαι όνειδος. 2 Άρκε-
.σίλαος τήν πενίαν λυπεράν [«ν ελεγεν είναι, ώσ-
περ και την Ίθάκην, άγαθην δέ κουροτρόφον έθί-
ζουσαν συνεΐναι λιτότητι, και καρτερία, και καθ
όλου γυμνάσιον αρετής έμπρακτον. 5 Ζηλωτος
"ό'στις ευτύχησεν έν τέκνοις. 4 Ή Λάκαινα, πρός
τινα ιωνικήν δείξασαν αύτί) τον κόσ[Λον, άνταπέ-
Λειξε τά τέκνα, ειπουσα· ό σ·ε έυ.ος κόσμος τοιου
τος. 5 "Αμαχον ούν τι πράγμα γίνεται γαμετη
γυνή και νόμι[Χ.ος, αν έν εαυτή πάντα 5ε[Λένη, και
προΐκα, και γένος, και φάρμακα, και τον κεστον
αύτον, ηθει και άρετνί κατεργάσηται την εϋνοιαν.
ϋΕ ΝΟΜΙΝΕ. . 85,
6 Λυκουργος έκέλευσε Λακεδαιμονιος [*·^ πολλά
κις τοις αύτοις πολεμεΐν, ίνα [Λή άκοντας πολεμεΐν'
διδάξωσιν. 7 'Εν τω πολεμω τους τε πρώτους α
ρίστους δεΐ τάττειν και τούς τελευταίους· έν [Λέ
σω 5ε τους χείρους, ίνα ύπο {Λέν τών άγωνται, ύ-
πο δέ τών ώθώνται. 8 Ξενοφών ό Σωκρατικος φι
λόσοφος εφη · τώ βασιλεΐ κάλλιον ειναι^ το τών ·
χαρίτων άπολιπεΐν, η τροπαίων πληθος.

ΑΙβχ»ιι(1βΓ Μα§ηυβ.
Συνεστιίσατο 'Λλέξανδρος πολέμους πολλούς,
και έκράτησεν όνυρωμάτων. πολλών, και εσφαξε
βασιλεΐς τίς γής· και διήλθεν εως άκρων τής γής.
και ελαβε σκΰλα πλη'θους εθνών και ήσύχασεν ή
γΐ ενώπιον αύτου· και ύψόθιη , και επ/ίρθη ή καρ
δία αύτοΰ, και συνη'γαγε δυναμιν ισχυράν σφόδρα
και ηρξε χωρών και έθνών και τυράννων, και έγέ-
νοντο αύτώ εις φόρον. Και μετα ταυτα έπεσεν έπΐ.
την κοίτην, και έγνωό'τι.άποθνη'σκει.Μακκ. πρωτ..

ΡΓ3Η·ρρΙ» ηοηηυΙΐδ.
Μιμοΰ τα τών βασιλέων ΐθη, και δίωκ» τα
εκείνων επιτηδεύματα· δόζεις γαρ αύταυς άποδέ
54 ΒΕ Ν0Μ1ΝΕ.
χεσθαι, και ζηλουν. "Ωσ τε' σοι συμβησεται *αο&
τε τω πλάθει [Λάλλον εύδοκιμεΐν, και την παρ' ε
κείνων εΰνοιαν βεβαιοτέραν έ'χειν. Πείθου μεν και
τοις νόμοις τοΐς ύπό των βασιλεων κειμένοις· ισ-
χυρότατον με'ν τοι νόμον ήγοΰ', τον εκείνων τρό
πον. "Ωσπερ γαρ τον έν δημοκρατία πολιτευόμε-
νον τό πλήθος δεΐ θεραπεύειν, ουτω και τον έν
μοναρχία κατοικοΰντα, τον βασιλέα προσηκει θαυ-
μάζειν. Εις άρχήν κατασταθεις μηδενι χρώ πο-
νηρώ προς τας διοικησεις· ών γαρ αν εκεΐνος ά-
μάρτοι, σοι τας αιτίας άναθη'σουσιν. 'Εκ των κοι
νών επιμελειών άπαλλάττου μη πλουσιώτερος,
άλλ' ενδοξότερος· πολλών γαρ χρημάτων κρείτ-
των ό παρα το πλη'θους έπαινος. Μηδενι πονηρώ
πράγματι μη'τε παρίστασο, μη'τε συνηγορει· δό-
ξεις γαρ και αύτος τοιαυτα πράττειν, οία περ αν
τοΐς αλλοις πράττουσι βοηθάς. Παρασκεύαζε σε-
αυτον πλεονεκτεΐν μέν δυνάμενον, άνέχου δέ το ί
σον εχειν ίνα δοκης όρέγεσθαι της δικαιοσυνης,
μη δι' άσθένειαν, άλλα δι' έπιείκειαν. Μάλλον ά-
ποδέχου δικαίαν πενίαν, η πλοΰτον άδικον τοσ-
ούτω γαρ κρείττων δικαιοσύνη χρημάτων, οσω τά
μεν ζώντας μόνον ωφελεΐ, ή δέ και τελευτη'σασι
ϋΕ ΑϋΙΕΟΤΙΥΟ. ί»
δόξαν παρασκευάζει. Κακείνων («ν τοϊς φαύλοις
{Λέτεστι, ταύτης δέ τοϊς [Λοχθηροις αδύνατον φ.ζ-
ταλαβεΐν. Μηδένα ζήλου των έξ αδικίας κερδαι-
νόντων, άλλα μάλλον άποδε'χου τους [Λετά δικαι
οσύνης ζηαιωθέντας· οί γαρ δίκαιοι τών αδίκων,
ει μηδέν αλλο πλεονεκτουσιν, άλλ' ούν έλπίσι γε
σπουδαίαις ύπερέχουσι, Ισοκρατ. προς Δηαονικ.

ΟΑΡ. ΥΙΠ. ϋβ α(1]βοΙίνοΓυηι ΙβπηϊηαΙϊοηίΐΜίδ.


Περι τών καταληξεων τών επιθέτων. Τών έπι»-
θέτων τα αέν εις ης, ες, οίον ό και ή άληθής, και
το άληθές· τα δέ εις ην, εν, οίον ό και ή τέρην,
και τ» τέρεν τά δέ εις εις, εσσα, εν, οίον χα
ρίεις, χαρίεσσα, χαρίεν τα δέ εις ις, ι, οιον ό και
ή φιλόπατρις, και το φιλόπατρι. Τα δέ εις ος,ον,
οίον ό και ή φιλόσοφος, και. τα φιλοσοφον, ό και ή
φιλόκαλος, και το φιλόκαλον τά δέ εις ος, η,ον,
οίον σοφος, σοφή, σοφον, άγαθός, αγαθή, αγαθόν.
Δεΐ δέ ειδέναι ότι τά εις ος καθαρον επίθετα, και
τά εχοντα το ρ, ποιοΰσι 5ηλυκα» εις α, οίον αν
δρεΐος, ανδρεία, άνδρεϊον-, λόγιος, λογία, λόγιον,
φοβερος, φοβερά, φοβερόν. Τα δέ εις ους, ουν, οι
ον ό και ν, πολύπαυς,.και τα παλύποαν ταδέ. «ς;
8β ϋΕ ΑΟΙΕΟΤΙΥΟ.
υς, η η α, υν, οίον άπλοΰς, άπλη, απλοΰν, χρυ
σους, χρυσΐ, χουσοΰν, χαλκους, χαλκη, χαλκοΰν,
[χολιβδοΰς, μολιβδη, μολιβδουν, αργυρους, αργυ
ρα, άργυρουν άτινα ίωνικως χρύσεος, χρυσε'α,
χρύσεον λεγεται, και άργυρεος, άργυρέα, άργυρε-
ον. Τα δέ εις υς, υ, οίον ό και ή άδακρυς, και το
άδακρυ· τα δέ εις υς, εια, υ, οίον ηδυς, ήδεΐα,
ηδύ. Τα δέ εις ων, ον, οίον ό και ή εύδαί[Λων, και
το εΰδαιμον τά δέ εις ως, ων, οίον ό και ή ευγε-
ως, και το ευγεων. Κωνατ. Λασκ. Γραρ:^.
ΕχβκΐΙ&Ιίο.
4 Ό τύχη βίος συαπεπλέγμενος εοικε χειαάρ-
ρ^ο ποταρκο· και γαρ ταραχώδες, και ιλύος άνά-
[Λεστος, και δυσε'μβατος, και τυραννικός, και ιτο-
λύηχος, και όλιγοχρονος. 2 Ψυχη όμιλοΰσα αρε
τη, εοικεν άεννάιω πηγ?ί· και γαρ καθαρόν, και
άτάραχον, και πότιμον, και νόστι[Λον, και κοινω-
νικόν, και πλούσιον, και άβλαβες, και άνώλεθρον.
3 'ίβη'ρων αί γυναΐκες κατ' έτος ο, τι αν έξηφά-
νωαιν έν κοινω δεικνύουσιν άνδρες δέ χειροτονη-
τοι κρίναντες την πλείστα έργασααενην προτιμώ-
σιν. "Εχουσι δέ καί με'τρον τι ζώνης, η την γασ-
τι'ρα περιλαβεΐν άν ρι δυνηΌωσιν, αίσχρον ήγοΰ
»Ε ΑϋΙΕΟΤίνΟ. 87
νται. 4 "Έθος εστιν τοϊς άποθνησκουσι πάσι πίνει»
το Λιίθης ΰδωρ. 5 Κλεά/}ης ερωτώμενος, πώς άν
τις εΐη πλούσιος, ειπεν εί των επιθυμιών εΐη πε-
ν/ί;. 6 Των [«ν Κροίσοι» και Κύρου θησαυρων πε-
γίαν έσχάτην καταψηφιούμεφα· ενα δέ και μόνον
πιστεύομεν είναι πλούσιον και σοφον, τον δυνάμε
νοι κτη'σασθαι το άνενδεές πανταχου.

ΤοΙίυδ Ηϊδραηίεκ, ςυ,α β]υ$ Γί^υΐΏ, Ιοη§ί(α(1ο


βΙ ΙαΙϊΙαάο οχροηυηΙυΓ.
Πρώτον δέ μερος της Ευρώπης εστι το έσπέρι-
ον, ώς εφαμεν, ή Ιβηρία. Ταύτης δη τ6 μεν πλέ
ον οικεΐται φαύλως· όρη γαρ και δρυμούς καί πε
δία λεπτην εχοντα γην, ούδέ ταύτην όμαλώς ευ-
δρον οικοΰσι την πολλη'ν ή δέ πρόσβορρος ψυχρά
τε' έστι τελέως προς τη τραχύτητι, και παρωκεα-
νίτις, προσειληφυία το άμικτον και άνεπίπλεκτον
τοϊς άλλοις· ώσθ' υπερβάλλει τίί μοχθηρία τις οι-
κη'σεως· ταΰτα μεν δη τα με'ρη τοιαυτα. Ή δε
νότιος πάσα εύδαίμων σχεδόντι, και διαφερόντως
ή εςω στηλών εσται δέ δηλον έν τοϊς καθ' έκασ
τα· ύπογράψασιν ήμϊν πρότερον τό τε σχημα, και
το μέγεθος. "Εοικε γαρ βύρση κατά μεν ρικος
88 ϋΕ ΑΟΙΕΟΤίνΟ.
άπό τη"ς εσπερας έπι την έ'ω, τά προσθια έχουση
μέρη προς τη έ'ω· κατά πλάτος δέ άπο των άρ
κτων προς νότον. "Εχει δέ σταδίων έξακισχιλίων
όμοΰ το ρικος· πλάτος δέ πεντακισχιλίων, το
μέγιστον έ'στι δέ όπου πολύ ελαττον των τρισ-
χιλίων και μάλιστα προς τη Πυρη'νη τη ποιούση
την έωαν πλευράν. "Ορος γαρ διηνεκές άπο νότου
προς βορράν τεταμένον, ορίζει την Κελτικήν άπα
της Ιβηρίας. Οΰσης δέ και της Κελτικης άνωμά-
λου το πλάτος, και τη"ς Ίβηρίας· το δέ στενώτα-
τον τοΰ πλάτους έκατέρας άπο της ημετέρας 3χ-
λάττης έπι τον Ώκεανόν έστι, τό τ?ί Πυρη'νη πλιν-
σιάζον, μάλιστα έφ' έκάτερον αύτης το μέρος και
ποιουν κολπους τους μεν επί τω Ώκεανω, τούς δέ
ίπί τίί καθ'ήμάς θαλάττη· μείζους δέ τούς Κελ-
τους, οΰς δη και Γαλατικούς καλοΰσι, στενώτερον
τον ισθμόν ποιοΰντας παρά το 'ίβηρικόν. Και δή
το μέν έώον πλευρον της Ιβηρίας ή Πυρη'νη ποιεΐ·
το δέ νότιον ΐί\ τε καθ' ή μας θάλαττα άπο της
Πυρη'νης μέχρι στηλων, και η έκτος τό έξης μέχρι
του Ίεροΰ άκροτηρίου καλουμένου· τρίτον έστι τό
έσπέριον πλευρον, παραλληλόν πως τη Πυρηνη,τό
άπό του Ίεροΰ άκρωτηρίου μέχρι της προς Άρτά
ΟΕ ΑϋΉΟΤΙΥΟ. 89
βροις άκρας η» καλοΰσι Νερίον τέταρτον δέτό έν-
θένδε μέχρι των βορείων άκρων της Πυρη'νης. Ά-
ναλαβόντες δέ λέγωμεν τά καθ' εκαστα άπό του
"Ιερου ακρωτηρίου άρξάμενοι. Τοΰτο δέ έστι δυτι-
κώτατον ού τίίς Ευρώπης μόνον, άλλα και της οι
κουμένης άπάσης σημεΐον.
Περατοΰται [Λεν γαρ ύπο των δυοιν ηπείρων
ή" οίκουμένη προς δύσιν, τοΐς τε της Ευρώπης ά-
κροις, και τοΐς πρώτοις τής Λιβύης· ών τά μεν
"Ιβηρες εχουσι, τά δέ Μαυρούσιοι· πρόύχει δέ τά
Ιβηρικά όσον χιλίοις πιντακοσίοις σταδίοις κατά
τό λεχθέν άκρωτη'ριον και δη και την προσεχη
τούτω χώραν τη Λατίνη φωννί καλοΰσι Κούνιον,
σφήνα σημαίνειν βουλόμενοί. Στραβ. Γεωγραφ.

ϋβ οοπιρΕΐΓαΙϊνο βΙ δπρβι.Ια1ίνο.
Περι συγκριτικου. Συγκριτικών όνομα έστι,
δι' ού σύγκρισις γίνεται προς όμοφυεις, και έτε-
ροφυεις· καταλη'ξεις δέ αυτου δύο· ων ανώμαλος,
οίον μείζων, βελτίων και ερος κοινός, οίον πλου-
σιώτερος, φρονιμώτερος· σχηματίζεται δέ άπο
των τριγενών ονομάτων, όσα τν)ν του μάλλον έπι-
τασιν άναδέχονται· άπο δέ των ληγόντων εις ος,
60 ϋΕ ΑΟΙΕΟΤίνΟ.
εκβολη τοΰ σ, και προσθέσει του τερος σν^ματίζω-
νται, οίον πραος, πραότερος· παλαιος, παλαιότε
ρος· ωφέλιμος, ώφελιμώτερος· φρόνιμος, φρονιμό
τερος. Έτι άπο του ούδετέρου των εις ης διγενών,
οίον άληθές, άληθέστερος· ακριβές, ακριβέστερος.
Έτι άπο των εις ων, και εις εις, και εις ους,
οίον σώφρων, σώφρονος, σωφρονέστερος· χαρίεις,
χαρίεντος, χαριέστερος· ευνους, εύνούστερος· καί
άπο μετοχίίς, οίον έρρομενέστερος. Έτι άπο των
εις υς, μη φυλαττομένου τοΰ σ, οίον ήδύς, ήδύ-
τερος· οξύς, οξύτερος· βαρύς, βαρύτερος. Και τα
άπο βημάτων γινόμενα, οίον φέρτερος, και βέλτε-
ρος· και τα άπο προθέσεων και επιρρημάτων, οίον
υπέρτερος, εγγύτερος. Συντάσσονται δέ γενικη,
οίον όΆχιλλεύς ην ανδρειότερος του Αιαντος, και
ό αύτος ην ισχυρότερος των Τρώων και τ?ί δοτι
κή ύπερβολήν σημαινούση, οίον όΚροισος ήν πλου-
σιώτερος Κύρου έκατον ταλάντοις.
Περι υπερθετικοί». Ύπερθετικον ονομα έστι
δι' ού ύπέρθεσις γίνεται· καταλη'ξεις δέ αύτοΰ
δύο· τατος τοΰ· εις τερος συγκριτοΰ, άπο τοΰ αύ-
του σχηματισμένη, οίον πράος, πραότερος, πρα
ότατος· φρόνιμος, φρονιμώτερος, φρονιμώτατος·
ϋΕ ΑϋΙΕΟΤΙΥΟ. 61
ακριβές, ακριβέστερος, ακριβέστατος. Και εις στος
τοΰ εις ων συγκριτικου ανώμαλος, οιον καλος, καλ-
λίων, κάλλιστος· κακος κακίων η χείρων, κάκισ-
τος· μέγας, μείζων, μέγιστος· αγαθος, βελτίων,
άρείων, κρείων, κρείττων, άμείνων βέλτιστος,
άριστος, κράτιστος· πολύς, πλέων, πλεΐστος· ή-
δίις, ηδίων, νίδιστος· ταχΰς, ταχιων τάχιστος·
μικρον, μείων και ^ττων, ελάττων, ελάχιστος·
έχθρος, έχθίων, έχιστος· αισχρος, αισχίων, αί-
<τ/ιστος· ράδιος, ράων, ραστος· φίλος, φίλτερος,
φίλτατος. Συντάσσονται δέ τά υπερθετικα γενική,
οίον ό "Ομηρος έγένετο σοφώτατος πάντων των
ποιητών. Έτι τά διά τοΰ οτερος και οτατος, εί
μεν έχωσι την προ του ο συλλαβήν βραχεΐαν, δια
του ω (μεγάλου) γράφονται, οίον φρόνιμος, φρονι-
μώτερος, φρονιμώτατος· ει δε μακράν φύσει η θέ
σει, δια τοΰ ο (μικρου), οίον πραος, πραότερος,
πραότατος· ένδοξος, ενδοξότερος, ενδοξότατος.
Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.
ΕχβΓοίΙ&Ιίο.
1 Τυραννις χρΐμα μεν σφαλερον, πολλοι δέ αύ-
·της έρασταί είσιν. 2 Πιστον ιή γ?), άπιστον ή θα
λασσα. 3 Πόλεμος ένδοξος ειρη'νης αισχράς αίρε
τώτερος. 4 Άρετης ούδέν χρημα σεμνότερο·» ούδε
βεβαιότεροι/ έστιν. 5 Χαλεπόν το ποιεΐν, το κέ-
λευσαι ράδιον. 6 Στέργε μέν τα παρόντα, ζητει
δέ τά βελτίω. 7 Ό μέλας οίνος έστι θρεπτικώ-
τατος, ό δέ λευκος λεπτότατος. 8 Πρεσβυτατον
των όντων θεός, άγέννητος γαρ· κάλλιστον κόσ
μος, ποίημα γαρ θεοΰ· μέγιστον τόπος,' πάντα
γαρ χωρεΐ· τάχιστον νους, δια παντός γαρ τρέχει·
ίσχυρότατον ανάγκη, κρατεΐ γαρ πάντων σοφώ-
τατον χρόνος, ανευρίσκει γάρ πάντα.. 9 Ό θάνα
τος κοινός και τοΐς χειρίστοις και τοΐς βελτίστοις·
οΰτε τούς πονηρούς ύπερορα, οΰτε τούς αγαθούς
θαυμάζει. 10 Άριστοτέλης εφη, της παιδείας
τάς μεν ρίζας είναι πικρας, γλυκεις δέ τούς καρ
πους. 11 Ή μυΓα έξάπους ούσα, τοΐς μεν τέσσαρ-
σι βαδίζει μόνοις, τοΐς δέ προσθίοις δυσιν ώς χερ-
σι χρηται. 12 Έπεσθαι δέ δοκεΐ μάλιστα τη
αχαριστία άναισχυντία· και γαρ αΰτη δοκεΐ είναι
μεγίστη έπι πάντα τα αισχρά ήγεμών.

ϋβ δρ!ι3ΕΓ36 ΑΧϊ βΙ ΡΟΙϊ5.


Περι άξωνος και πόλων. "Αξων καλεΐται του
κόσμου ή διάμετρος αύτου, περί ην στρέφεται. Τα
βΕ ΑϋΙΕΟΤίνΟ. 65
δέ περατα του άξωνος πολοι λέγονται του κόσμου.
Των δέ πόλων ό μέν λε'γεται βόρειος, ό δέ νότιος·
βόρειος μέν ό δια παντος φαινόμενος, ώς προς την
ήμετε'ραν οίκησιν νότιος δέ όδια παντός αόρατος,
ώς προς τον ήμέτερον ορίζοντα. Εισί μεν τοι τό
ποι τινές επί της γης, όπου συμβαίνει τόν παρ'
ήμΐν πόλον τονάεί φανερόν, έκείνοις άόρατον είναι·
τόν δέ παρ' ήμΐν πόλον άόρατον, έκείνοις φανερόν
είναι. Και πάλιν, έστί τις τόπος επί της γής, ό
που δύο πόλοι ομοίως επί του ορίζοντος κεΐνται.
Προκλ. Σφαίρ.

ΟβΟΓΟρδ.
Κέκροψ αύτόχθων συμφυές εχων σώμα άνδρός
και δράκοντος της Αττικης έβασίλευσε πρώτος·
και την γην, πρότερον λεγομε'νην Άκτην, άφ' ε
αυτου Κεκροπίαν ώνόμασεν. Επί τούτου φασίν ε-
δοξε τοΐς θεοις πόλεις καταλαβέσθαι, εν αις εμελ-
λον έχειν τιμας ιδίας έ'καστος. ΤΗκεν ούν πρωτος
Ποσειδών έπί την Άττικήν, και πλη'ξας τίϊ τρι-
αίν/ι , κατά μέσην την άκρόπολιν άνέφηνε θάλασ
σαν, ην νυν Έρεχθηίδα καλοΰσι. Μετά δέ τουτον
ηκεν Άθηνα· και ποιησαμε'νη της καταλιίψεώς
β* 1)ϋ ΑΟίΕΰΤίνΟ.
Κέκροπα μάρτυρα, έφύτευσεν ελαίαν, η νυν έν τω
Πανδροσίω δείκνυται. Γενομένης δέ έριδος άμφοΐν
περί της χώρας, Άθηναν και Ποσειδώνα διαλύσας
Ζευς, κριτάς εδωκεν ούχ, ώς είπον τινές, Κέκρο-
πα και Κραναόν, ούδέ Έρεχθέα· θεούς δέ τους
δώδεκα. Και τούτων δικαζόντων ή χώρα της Α
θηνάς εκρίθη, Κέκροπος μαρτυρησαντος, ότι πρώ
τον την έλαίαν έφύτευσεν. 'Αθηνά μέν ούν άφ' ε
αυτης την πόλιν έκάλεσεν 'Αθηνας. Ποσειδών δέ,
θυμω όργισθεις, το Θριάσιον πεδίον έπέκλυσε και
την Άττικήν ΰφαλον έποίησε. Άπολλ. Βιβλ.

ΟΑΡ. IX. ϋβ ΛΓ1ϊουΙο βΐ ρΓοηοπιϊηβ.


Περι άρθρου. "Αρθρον ούν έστι μέρος λόγου μο-
νοσύλλαβον προτασσόμενον εις αεί τών ονομάτων.
"Αρθρον δέ λέγεται, κατ' έμην κρίσιν, άπο του
ένάρθρως ύποδεικνύειν το γένος του υποκειμένου
ονόματος· οΐόν τι λέγω, έαν εΐπω, ήλθεν άνθρω
πος, ούκ έδήλωσα τό γένος εί τε άρσενικόν έστι,
ει τε 3ηλυκόν έστι γαρ άνθρωπος άρσενικον και
άνθρωπος θηλυκόν Έάν δέ προσθησω και τό άρ
θρον τό ό και εΐπω, ηλθεν ό άνθρωπο:, ιδού διά
του άρθρου τό γένος ένάρθρως έδη'λωσα, ότι εστι
ΏΕ ΡΚ0Ν0Μ1ΝΕ. 63
αρσενικον η εάν επω πάλιν ή άνθρωπος, έϊη'λοσα
το γένοί ότι έστι Βτηλυκόν. Είσ'.ν οίν τά άρθρα
τοταυτα, όπ ίσα οηλαδη και αί πτώσεις των ονο
μάτων. Θεοδώρ. Προδρώμ. Γραμμ.
— —
ϋβ ΡΓοηοπιίυβ ρΓϊπιίΙϊνο.
Περι αντωνυμιών. Άντωνυμία τοίνυν έστι
μέρος λόγου πτοτικον αντί ονόματος παραλαμία .
νόμενον. Των γάρ ονομάτων τρίτον πρόσωπον ί μ-
φαινόντων, αυτη παρνιση'χθη ίνα τα πάντα δτλώ.
σιρ, των μεν πτώσεων του ονόματος κεχονν(ονηκυΐα
και τών προσώπων τοΰ ρηματος· ταύτης δέ άρ
κτικά εΐϊη πί<τε· πρωτίτυπον, χτητικον, δει-
κτικιν, αναφορικών, και συν9ετον, περ·. ών λεκ-ίιν.
Πρωτότυποι εισι τρεΐς· τοΰ πρώτου προσώ,του
ή ονομαστική μεν εγώ, άττικώς δε έ'.γωγε, δωρι-
κώς έγών και έγώνν)· ή γενική έμοΰ και μου*·
ιωνικώς «μίο έμοΐο έμέοθεν και έμέϊεν, δωρ. και
αιολικώς έμεΰ· ή δοτική έμοι και μοί· ή αιτια
τική έμέ και με'· ή ονομαστική και αιτιατική ^υ-
ΐκή νώϊ και νώ, δωρ. και αιολ. άμμε· ή γενική
και δοτική νώϊν και νφν ή ονομαστική πληθυντι
66 ΟΕ ΡΒΟΝΟΜΙΝΕ.
κή ήμ&ς ήμεΤς, δωρ. και αίολ. άμμες· ή γενκή
ήμέων ήμών και ήμείων, αιολ. άμμέων ή δοτι
κή ήμΐν, ποιητικώς δέ ήμίν, δωρ. άμιν, και αί-
ολικώς άμμι· ή αιτιατική ήμε'ας ήμας,αιολ. αμ-

Του δευτέρου προσώπου ή ονομαστική σύ δω-


ρικως τύ και τηύ- ή γενικη σου, ποιητ. σε?ο, ιω-
νικώς σέω, άττ. σεόθεν σε'9εν, δωρ. και αιολ. σεΰ·
ή δοτική «οι, δωρ. τοί· ή αιτιατική σέ, δωρ. τύ·
τϊ ονομαστική και αιτιατική δυϊκή σφώϊ σφώ, δω-
ρικώς αιολικώς ύ'μμε· ή γενική και δοτική σφώ'ίν
και σφψν· ή ονομαστική πληθυντική ύμε'ες ύμεΐς,
δωρ. ΰμες και αιολ. {[[/.μες· ή γενική ΰμέων υμών,
αιολ. ύμείων και ύμεων ή δοτική ύμΐν, ποιητ.
ύμιν, δωρ. ΰμιν, και αιολ. ΰμμιν ή αιτιατική
ύμέάς υμάς, δωρ. και αιολ. άμμε.
Του τρίτου προσώπου ή ονομαστική κατα πα
λαιους ΐ, και ος· ή γενική ού, ίων. εο και ειο,
δωρ. ευ, άττ. εθεν (το δέ έμοΐο και σοΐο και οίο
'ού γίνονται άπο των πρωτοτύπων, άλλ' άπό των ι
κτητικών εμου σου ου εδει ιωνικά·) ή δοτική οί,
και εο»· ή αιτιατική ε και ?ε· ή ονομαστική και
«ίτιατική δυϊκή σαώε σ«ε· ή γενική και δοτική
»£ ΡΚΟΝΟΜΙΝΕ. 67
σφώϊν, σφοΓν, και σφίν ^ ονομαστικη πληθυντι-
χη 'σφέες σφεΐς, και δωρ. σφε'ς· τό γενική σφεων
σ<ρών, και σφείων* τή δοτική σφίσι και σφϊν ή
αιτιατικίι σφε'ας σφάς. Και αύται μέν αί πρωτό
τυποι άντο<η»[/.ίχι. Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.
ΕχβΓοϊΙ&Ιϊο.
Ί Διαλέγ/ι συ νυν άλλώ τινι η εμοί; ούκοΰν
και εγώ σοί; 2 "Αρτι [Λέν έπιπ«ιί{Μ)ν εΐς τα δι
δασκαλεΐα φοιτών, ήδη τήν ήλικίαν πρόσηβος ών,
ό δέ πατήρ έσκοπεΐτο μετά των φίλων ο τι και
διδάξαιτό με. 3 Ήμεΐς δέ οΐ ες τά πληθη παρί-
οντες καί τάς τοιαύτας των ακροάσεων έπαγΓέλ-
λοντες είδωλα άττα έπιδεικνυμεΟα. 4 Ούδέν υ
μών δέομαι, μή ενοχλεΐτε [Λοι. 5 Με'τρια τά πε
ρι σαυτοΰ" λεγεις, ήμεΐς δέ αχάριστοι αν ειν) μεν
άμνημονοΰντες. 6 Άλλα καν ύμεϊς γε κατελεη'-
σετέ με παρά τήν άςίαν δυστυχοΰντα. 7 Διδά
σκαλε, δέομαι σου έπίβλεψαι επί τον υίόν μου,
ότι μονογενής εστίν μοι· αποκριθείς δέ ό Ιησοΰς
εϊπεν. ΤΩ γενεά άπιστος καί διεστραμμένη, εως
πότε έσομαι προς ύμάς καί άνέξομαι ύμών; προσ
άγαγε ώδε τον υίόν σου. 8 Κορώναι άλλήλαις ει-
σι π*στόταται χαι πάνυ σφόδρα άγαπώσι σφας.
*68 ΌΈ ΡΒΟΝΟΜΙΝΕ.
Λ^γρΙί ΡνΓίιηιίόβδ.
Τετταράκοντα ο° άπό της (Μέμφις) πόλεως
-σταδίους προελθόντι, όρεινη' τις όφρύς έστι, έφ' η
πολλαι μεν Πυραμιδες είσι, τάφοι των βασιλέων
τρεΐς δ' αξιόλογοι, τας δύο τούτων και έν τοϊς
έπτά ϊεάμασι καταριθμουνται. Είσι γαρ σταδι-
αίαι το ΰψος, τετράγωνοι τω σχη'ματι, της πλευ
ράς έκαστης μικρώ μεΐζον το ύ'ψος έχουσαι, μικρώ
δέ και ή έτε'ρα της ετέρας έστι μείζων έχει δ' έν
-Όψει μέσως πως των πλευρών λίθον έξαιρέσιμον
-άρθέντος δέ, συριγξ έστι σκολια μέχρι της θη'κης.
Αύται [«ν ούν έγΓυς αλληλων είσι τω αύτώ έπι-
πέδω. Άποτέρω δ' εστίν έν υψει μείζονι της ο
ρεινης ή τρίτη πολύ έλάττων ταΐν δυοϊν, πολύ δέ
μείζονος δαπάνης .κατεσκευασμένη - άπό γαρ θε
μελίων μέχρι μέσου σχεδόντι μέλανος λίθου έστίν
έξ ού και τάς θυίας κατασκευάζουσι κομίζοντα;
-πόρρωθεν άπό των της Αιθιοπίας όρων δςτώ σκλη
ρός είναι και δυσκατέργαστος, πολυτελη την πραγ-
ματείαν παρέσχε· λέγεται δέ της εταίρας τάφος
γεγονώς ύπό των έραστών, ην Σαπφω μεν ή των
αμελών ποιητρια, καλεΐ Δορίχαν. Στραβών, ιζ'.
ΌΕ ΡΚΟΝΟΜΙΝΕ. 6&·
ϋβ ρΟ5δβδδϊνϊδ.
Περι κτητικών. Αιτο των πρωτοτυπων αντω
νυμιων παράγονται όκτώ κτητικαι τριγενώς κλι-
νόμεναι. ΤΑπι της έμοΰ γενικης παράγεται εαος,
η, όν άιη της σοΰ γενικης σος, ση, σον, η και
ποιητικές τεος, τεχ, τεον, λέγεται· ίτ.> τη: ου
γενικής έός, έή, έόν. 'Απο της νώΐ ονομαστικης
Μυϊκης νωΐτερος, α, ον κκ\ τη"ς σφώϊ ονομαστι
κης σφωίτερος, α, ον (άπο του τρίτου προσώπου -
αντωνυμία ού παράγεται, ού γάρ έστιν ονομαστι
κη άφ' ης παραχθησεται,. τό γαρ σφώε αιτιατι-
κη' έστιν). Άπύ της ήμέες, εΐς, ονομαστικης πλη
θυντικης ημέτερος, α, ον άπό της ύμέες, εϊς, υ
μέτερος, α, ον άπό της σφέες,. «ς, σφέτερος, α,
ον. Παρά ποιηταίς δέ είσι και άλλαι κτητικαι
άντωνυμίαι κατά την άκολουθίαν τούτων άμος,
η, ον, αντί ημέτερος· ΰμος„ η, όν,.άντι υμέτερο; ·"
καί σρος, η, ον, αντί σφέτερο;..
— —
ϋβ άβηιοηδίΓ&ΙίνΓβ..
Περί δεικτικών. Δεικτικαί δέ άντωνυμίαι «ισί
ίύο τριγενώς κλινόμεναι· ούτος, αΰτη, τουτο· και
{κεϊνος, εκείνη, εκεΐνο, η κεϊνος, η, ο, ποΜΊΤΗΜος-
70 ΟΕ ΡΚΟΝΟΜΙΝΕ.
Οι Αττικοί δέ ειώθασι προστιθέναι το ι, ΐν*
πλείω την δεΐξιν έκφαίνωσι· «ον ούτοσι, αί-τ/ιΐ,
τουτοι, και τουτί· έκεινοσι, έκειννη, εκεινοι* ·ί.δέ
ΔωριεΤς τρέποντες το χ εις τ και το ε της ει εις η
υπογράφοντες και το ι τήνος, τ$'νη, ττνο, άντί
κεΐνος, η, ον, λέγουσι.
'Απο δέ του άρθρου ό, *ΐ, το, και δέ, και γέ
συνδέσμων γίνονται αντωνυμία οδε και όδι, .ίίδε,
τόοε και τοδι, καί ογε, ·ί)γε, τόγε· έτι αγίνετας
αντι ο1<τος. Ευρίσκεται δέ και δείνα επι τρίτου
προσώπου μόνον πάντα τα άρθρα προσλαμβάνουσα.
»■ Μ
ϋβ ΓβΙαΙϊνΟ.
Περι αναφορικης. 'Αναφορική δέ μία, ίίτις και
εζιταγματική καλεΐται, κλίνεται τριγενως οδτω·
αύτος, αύτν), αυτό. Λαμβάνεται δέ αύτος αντί ε
γώ, σύ, δς, και εκεΐνος, και ψιλοΰται άεί· τα δε
αύτοΰ, ω, ον δασυνόμενα, άπο τοΰ εαυτου κατβε
άφαίρεσιν, οθεν και ω δασεΐα φυλάττεται.

ϋβ ΟΟΓΠρθδϊΙϊδ.
Περι συνθέτων. Σύνθετοι δέ τρεΐς, άπο των
πρωτοτύπων γινόμεναι, περι ών «ϊδίναι δ*ΐ ότι οι
ϋΕ ΡΚΟΝΟΜΙΐίΕ. η
αρχαίοι, ,Λυ< εχοντες συνθέτους άντωνυαίας, άνε-
πλ/ίρουν τΑν χρείαν αύτών οια τ»κ πρωτοτυπων,
και της άναφορικής, έαοΰ αύτοΰ λέγοντες, σοϊίαΰ.-
τοΰ, ου αύτου, και έπι των άλλων ώσαύτως/οί· δέ
μεταγενέστεροι συνέθηκαν. Κλίνονται δετριγενώς
ονομαστικάς ούκ εχουσαι διότι αύτοπάί)ειαν σ7;-
μαίνουσι· και αι μεν τοΰ πρώτου, και δευτέρου
προσώπου ένικώς μόνον κλίνονται· εμαυτοΰ, έμαυ-
της, εμαυτοΰ· σεαυτοΰ, σεαυτής, σεαυτοΰ, ί,τις
και κατά κράσιν σαυτοΰ, σαυτη;, σαυτοΰ λέγεται.
Τοΰ τρίτου προσώπου έαυτοΰ, έαυτϋς, εαυτου,
και πλ-ήθυντικώς παρά Χόγον ε9ει άττικω συνθέ
τως και ο\ν·,ρημένως τριγενώς κλίνεται έαυτών,
και σφών αύτών. Εύρη'σεις και παρά ποιηταις
άλλας άντονυμίας μονοπτιότους, και μοναδικάς
καλουμενας, οίον. έμΑν άντι έμοι, τιν και τείν αν
τί σοι, σι^εκαι μινκαι νίν άντι αύτον καιαύτους.
ΕιαΙ δέ και άλλαι άντωνυμίαι σύνθετοι, οίον
άπα βς„ η, ο και τις, τί, όν.τις, ·»ίτις,.ότ(· και
παραγωγοι,, οίον άπα δς, δ,,.οίος β, ον οσος,
ΐ, ον ήλίκος, %, ον τοΐος,.νι, ον τόσος, η, ον
τηλίκος, η, αν και ποίας^ πόσος, πηλίκος · και
«ποΐος, άπόσος, όπηλίκας· και τοιαυτας» τασα2τ.α;».
72 ΌΕ ΡΚ0ΝΟΜ1ΝΕ.
τηλικοΰτοξ, όποσοσταης, όποσόστος· και άιτοτνίς
πάς, σα, άν, άπας, συμπας, άπάξαπας· και άπο
εις, μία, εν, και άμος, μηδε'.ς, μηδαμός· καί ά
πο τ?ς άλλος, άλληλων, άλληλοις, αις, οις, αλ
ληλους, α^, α. Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.
ΕχβΓοϊΙ&Ιϊο.
1 Διδυμων άϊελφών ·ει·; έτελεύτησε· σχολαστι
κος ούν άπαντνίσάς τω ζώντι ήρώτα· σύ απέθανες
-/Ι ό αδελφός σου; 2 ΤΩ παίδες, οτι [ϋ.έν έστέ πα
τέρων αγαθών, αύτο μηνυει το νυν παρόν τήμϊν
δέ έξον ζ·?,ν μη καλώ:, καλώς αίρουμεθα [Λάλλον
τελευτάν, πριν ύμάς τε και τους επειτα εις ονείδη
καταστησαι, και πριν τοΰς ημετέρους πατέρας,
καί πάν το πρόσθεν γένος αισχύναι. 5 Καθίος θέ
λετε ίνα ποιώσιν ύμϊν οΐ άνθρωποι, και ύμεΓς ποι
εΐτε αύτοϊς ομοίως. 4 Άχιλλεύς λαβών δέ ήφαι-
στότευκτον πανοπλίαν, άλλους τε πολλούς, και
τελευταίον άνεϊλεν "Εκτορα. 5θί δέ τών Βακτρί-
ων ιππεΐς, ώς φεύγειν εμαθον Β·?,σσον, άλλος άλ
λη επί τά οφών εκαστοι απηλλάγησαν. 6 Λέγε
ται δέ Λακεδαιμονίους άποκρίνασθαι Άλεξάνδρω,
μή είναι σφίσι πάτριον άκολουθεϊν άλλοις, άλλ
αύτούσ άλλων έςηγεΐσθαι. 7 Οί δε πολέμοι, πάν
ϋΕ ΡΒΟΝΟΜΙΝΕ. 73
των επ; σιράς έλαυνόντων, έγκλίναντες εφευγον.
8 Μαχησιψ.εθα δέ, εισόκε δαίμων ά[χ[/.ε ο\ακρίνν),
δ<0η δέ έτε'ροις νίκτ,ν. 9Νώί δέ, έγώ και Σθε'νελος
ααχ7)σόαεθα.

ΙυρϊΙβΓ βΙ νυΙβαη«5.
*Ηφ. Τί [Λε, ώ Ζεΰ, δεΐ ποιεϊν; νίκω γαρ, ώς
εκε'λευσας, έ^ων τον πέλεκυν οξύτατον, εί και λί
θους δέοι [Λια πληγ/ί διατεμεΐν. Ζ. Εύ γε, ώ Ή-
φαιστε. Άλλα ^ίειλέ μου τον κεφαλην έςδύο κα-
τενεγκών. "Ηφ. Πειρα μου, εί [Λέαηνα; Πρόστατ-
τε δ' ούν τάληθές, οπερ θέλεις σοι γενέσθαι. Ζ.
Τοΰτ' αύτο, διαιρε^ναι ριοι το κρανίον ει ά-
πειθη'σεις . . . . , ού νΰν πρώτον όργιζομενου πειρά-
0η [Λου. 'Λλλα χρή καθικνεϊσθαι παντι τω θυμώ,
ρ)δέ με'λλειν άπόλλυ[/,αι γαρ ύπο των ώδίνων,
αΐ [χοι τον έγκε'φαλον άναστρέφουσιν. "Ηφ. "Ορα,
ώ Ζεΰ, μν) κακόν τι ποινίσω[Λεν οξύς γαρ ό πέλε-
κύς έστι, και ούκ άναιρίωτι ούδέ κατα την Είλεί-
θυιαν μαιώσεταί σε. Ζ. Κατένεγκε μόνον, ώ "Η-
φαιστε, θαρρών οιδα γαρ έγώ το συμφέρον.
"Ηφ. "Ακων μέν, κατοίσω δέ' τί γαρ χρίι ποιεϊν,
οοΰ κελεύοντος; Τί τοΰτο; κόρη ενοπλος!
76 ΏΕ ΡΚΟΝΟΜΙΝΕ.
κισχιλίους, ελέφαντας δέ έξη'κοντα. 4 Ό Πλάτων
έτελεύτησε τω πρώτω ετει τής ογδόης και εκατο
στές Όλυμπιάδος, βιούς έτος εν προς τοις όγδο-
η'κοντα. 5 Άθροίσας γαρ Ξέρξης έβδορίκοντα μυ
ριάδας επί τους "Ελληνας, κακώς άπ/ίλλαξεν εί
τα έπανελΟών, αισχιστα άν'ίρώπων άπέθανεν, ά-
ποσφαγε',ς νύκτωρ έν τη εύνή ύ—ό του υίοΰ'. 6 "Α
σπονδος ην Θετταλοΐς προς Φωκε'ας πόλεαος· οί
[Λέν γάρ άρχοντας αυτών και τυράννους έν ταΐς
Φωκικαΐς πόλεσιν η μέρα μια πάντας άπέκτειναν,
οί δέ πεντηκοντα και διακοσιους εκείνων όμη'ρους
κατηλόησαν. 7 Φιλη'μων ό κωδικος έγραψε δρά
ματα έπτα και έννενη'κοντα. 8 Σιλουΐου ένος δέο
ντα τριάκοντα έτη βασιλεύσαντος, Αινείας, υίχ
αύτοΰ, ένι πλε'ω τριάκοντα ετών την δυναστείαν
εϊχεν. 9 Οί Λακεδαιμόνιοι τοΐς Αθηναίοι: βοη-
θη'σοντες έν τρισιν ήμέραις και τοσαύταις νυξι δι
ακόσια και χίλια στάδια διηλθον.

ΟγΓϊ δβριιίοπΐπ».
Είναι γαρ (φασι) έν Πασαργάδαις έν τώ πα--
ραδείσω τώ βασιλικώ Κύρου έκείνου τάφον και
«*ρι αύτον άλσος έμπεφυτεΰσθαι δένδρων παντοι.
ϋΕ ΡΚΟΝΟΜΙΝΕ. 77
"ων, και ΰδατι είναι κατάρρυτον, και πόαν βαθεΐ-
αν πεφυκέναι έν τω λειαώνι · και αύτόν δέ τον τά-
φον τά κάτω λίθω τετραπε'δω ές τετράγ(ονον σχη-
{Λα πεποιΐσ!)αι· άνωθεν δέ οίκημα έπεΐναι λί6ινον
έστεγασμε'νον, θυρίδα έχον φέρουσαν έσω στενήν,
ώς [Λόλις άν ένι άνδρί ού μεγάλω, πολλά κακοπα-
θοΰντι παρελθεΐν έν δέ τω οικηρνχτι πύελον χρυ
σών κεΐσ'Ιαι, ίνα το σώμα του Κύρου έτέθαπτο,
και κλίνην παρα τ?ί πυε'λω· πόδας δέ είναι τΒ
κλίνη χρυσοΰς σφυρηλατους, και τάπητα έπιβλη-
μάτων Βαβυλωνίου, και καυνάκας πορφυρους ύπο-
.στρώννυσ9αι· έπεΤναι δέ και κάνδυς, κα\ άλλους
χιτώνας τις Βαβυλωνίου εργασίας· και άναξυρί-
δες Μηδικαι και στολαι ύακινθινοβαφεις έκειντο·
αί δέ πορφύρας, αί δέ άλλης και άλλης ^ρόας·
και στρεπτοι, και άκινάκαι, και ένώτια χρυσοΰ
τε και λίθων κολλητά· και τράπεζα εκειτο. Έν
μέσω δέ της κλίνης ή πυελος έ'κειτο, ή το σώμα
του Κύρου έχουσα· είναι δέ εντος του περιβόλου,
προς τη άναβάσει τ7, επί τον τάφον φερούση, οί
κημα σμικρον τοΐς μάγοις πεποιημένον, οί δη έ-
φύλασσον τον Κύρου τάφον, έτι άπο Καμβύσου
του Κύρου, παι; παρα πατρος έκδεχόμενοι την
78 ΒΈ■ \ΈΚΒΟ.
φυλακών. Και τούτοις πρόοατόν τι ές ήμέραν έδί-
δοτο εκ βασιλέως, και άλεύρων τε και οίνου τε
ταγμενα, και ΐππος κατά μήνα £ς θυσίαν τφ
Κύρω. Έπεγε'γραπτο δέ ό τάφος Περσικοις γράμ-
μασι, και έδηλου Περσιστί τάδε· «ΤΩ άνθρωπε,
έγω Κύρος είμι ό Καμβύσου, ό τήν αρχήν Πέρ»
σαις καταστησάμενος, και της Ασίας βασιλεύσας*
μή -ούν φθόνει μοι του μνη'ματος». Άρριαν. ς-'.

Περι ρί[χ,ατος. Τήμα εστί λόγου μέρος άπτ»-


τσν, ήτοι μή έχον πτώσεις, διαφόρους χρόνους δ-η-
λοϊν εν ιδίοις μετασχηματισμοις. Οΰτω και τω
ρη'ματι οκτώ τινα παρακολουθοΰσιν εγκλίσεις,
διαθέσεις, εΐδη, σχηματα, αριθμοι, πρόσωπα,
χρόνοι, και συζυγίαι.
ΰε Μ(χΙϊ5.
Περι εγκλίσεων "Εγκλισις μεν ουν εστι βον-
λη'ματος ψυχης εμφασις. Τα δέ βουληματα της
ψυχης κεφαλαιωδώς είσί τεσσαρα· η γαρ άληθε'υ-
ειν και ψιύδεσθαι βούλεται ή ψυχή, και λέγεται
αίίτ») βούλησις οριστική, ώς ορίζουσα το ψευδος
και τήν «λ/θειαν η προστασσίιν βούλεται, και
ϋΕ ΥΕΒΒΟ. 79
λεγεται ή βουλησις αΰτη προστακτικη'· η ευχβ-
σθαι θέλ«,χ*ί λέγεται αΰτη ή θέλησις ευκτικέ·
ί) αίτίαν τινά παριστάνειν βούλεται, και λέγεται
αυτη ή βούλησις υποτακτικη. Έπεί γοΰν τέσσα
ρες εισίν αί της ψυχης θελη'σεις, τέσσαρες ακο
λούθως και αί των ρημάτων εγκλίσεις. Οΰ γαρ α
πλώς η γλώσσα ες έαυτης τά παρατυχόντα λαλεΐ·
άλλα τά της ψυχης θεληματα διαφωτίζει καί ές-
αγΓε'λλει. Έγκλισις δέ το τοιουτον λέγεται, διό
τι περί έκαστου θέλησιν έγκλίνεται, ητοι τρέπε
ται η ψυχη'· όταν ούν εΰξασθαι ή ψυχή (άουληθίί,
και έγκλιθη προς την εύνην και τραπη, τηνικαΰ-
τα και ή γλώττα εύκτικά προβάλλει τά ρηματα·
και λέγομεν τά τοιαυτα έγκλισιν ευκτικών. Τοι
ουτον μέν ή εγκλισις. Μέρη δέ αύτης κυρίως [Λέν
τέσσαρα, ώς προείπομεν τύ όριστικον, οίον τό λέ
γω· τό προστακτικών, οίον λέγε· το εύκτικον, οί
ον γένοιτο μοι κατά το ρη'μα σου· και το ύποτα-
κτικον, όπερ αιτίαν τινά ύπεμφαίνει, οίον έαν ει
πώ μέν ότι εδόθη σοι χάρτης, ίνα μανθάνης.
ϋβ ΙηΠηίϊϊνο.
Περι απαρεμφάτων. Ή δέ απαρέμφατος ουκ
βστι κυρίως εγκλισις, άλλα καταχρηστικών όιό
80 ΌΕ ΥΕΚΒΟ.
τι ού δέ βούλη μα ψυχης δηλοΐ. Δια τοΰτο γαρ
χαι ό Τεχνικος άπαρέμφατον αύτην προσηγόρευσεν,
ώς μη παρεμφαίνουσαν ποίον ούν ψυχ.ίς βούλημα.
ϋβ νοοί&υδ.
Περί διαθεσεων. Διάθεσις δέ έ.ττι δηλωσις .ή
του ένεργεΐν, η τοΰ πάσχειν, η του μέσως έχειν.
Εί μεν γαρ εΐπω ιατρεύω, ιδού έδη'λωσα ότι
διάκειμαι κατ' ένέργειαν και εγώ ενεργώ τω πά-
©χοντι την ϋγείαν. Ειδέεΐπω ότι ίατ ρευομαι,
ύπέφηνα ό'τι κατά πάθος διάκειμαι, και πάσχω
την ύγείαν παρά του ιατρεύοντος. Το δέ ίατρευ-
σάμην μέσον εστι· δηλοΐ γαρ και το ιατρεύω
ενεργητικώς, δηλοι δέ και το ίατρεύθην παθητι-
κώς, ώς άν αύτφ τις χρη'σηται. Ει μεν γάρ εΐπης
ό'τι εγώ ιατρευσάμην τον άρρωστον, ενεργητική
εστι ή σημασία του ιατρευσάμην αντί γάρ τοΰ
ΐάτρευσα τέτακται. Ει δέ εϊπης ότι εγώ ιατρευ
σάμην ϋπο του ίατροΰ, παθητικη έστιν ή σημα
σία τοΰ ιατρευσάμην άντι γάρ τοΰ ίατρευθην
λαμβάνεται. Τρεις ούν αί διαθέσεις, ενέργεια, πά
θος, μεσάτης. Παρακολουθουσι δέ αύται έξ ανάγ
κης τω ρη'ματι· πάσα λέξις ρηματικη, η ενεργη
τική ε'στι. $ παθητική, η. μέση.
ϋΕ νΕΚΒΟ. 81
ϋβ νΕΓίιοπηη δρβοίββηδ.
Περί ειδών. Εΐδη δέ ρημάτων είσί δύο· πρω-
τότυπον και πχράγωγον. Πρωτότυπον μέν τό μή
άφ' έτερου τινός γινόμενον, οίον λέγω· παράγω-
γον δε το άπό πρωτοτύπου τιν!>ς παραγόμενον,
οίον το ευλογώ. Το μέν γαρ λέγω άπό τινός ού
παράγεται, και δια τοΰτο έστι πρωτότυπον το
δέ ευλογώ άπο του εύ παράγεται και του λόγο:,
και δια τοΰτο παράγωγον λέγεται. Ού μόνον δέ
-ή εγκλισις και ή διάΟεσις ες άνάγκης παρέπεται
τώ ρη'ματι, άλλα δη και το είδος· πάοα γαρ λέ-
ξις ρηματικη ίι πρωτότυπος εστίν, η παράγωγος.
Οβ νβΓ&ΟΠΙΠΙ ΓΙ§11Γϊδ.
Περι σχημάτων. Σχη'ματα δέ ρημάτων είσ'ι
τρία· το άπλοΰν, το σύνθετον, και τό παρασύν9ε-
τον. Και άπλοΰν μεν ρήμα λέγεται τό άσύν9ετον,
οπερ μίαν ν/α λέςιν, οίον το λέγω και φιλώ· σύν-
Οετον δέ το άπό δύο συγκείμενον λέςεων, οίον ευ
λογώ, φιλοσοφώ· και γαρ τό εύλογώ άπο τη"ς εύ
και του λόγος σύγκειται, καί το φιλοσοφώ άπο
του φιλώ και τοΰ σοφός. Παρασύν9ετον δε, τό μή
ρίνβν από δύο, άλλα χώ άπο τριών συγκ«ίμ*ναν
6
"82 βΕΎΕΗΙΟ.
λέξεων, οίον το ύπερευλογώ, και το ύπερφιλοσο-
φώ· τουτων γαρ τό «.εν άπο τοΰύπέρ και τοδ
εύ και του λόγος συγκειται· το δέ ά-ό του ύ-
περ και του φιλώ και του σοφός. Παρέπεται
ούν και το σχήοΛ ές ανάγκης τω ρη'ματι- πάσα
γαρ λέξις ρηματικη η άπλη εστι και άσυνθετος,
τίγουν μονόλεςος, η συνθετος κάΐ δίλεςος, υί παρα-
«υνθετος και πολΰλεςος.

Περι αριθμών. Άριθ^οι δε' εισχ τρεΐς· ό ενι


κος, ό δυϊκος, -και ό πληθυντικός. Παρέπονται δέ
και ούτοι τω ρηματι· άπαν γαρ ρημα η ένικώς
εκφέρεται, ώς το λέγω, λε'γεις, λέγει· (εκαστον
γαρ τουτων ένα άν9ρωπον εισάγει λε'γοντα, τό μεν
λε'γω έ[ζέ, το δέ λε'γεις ιή, το δέ λέγει έκεΐνον)·
η δυϊκώσ, ώς τό λέγετον, τοΰτο γαρ δύο [Λόνους
εισάγει λέγοντας· η πληθυντικώς, ώς τό λέγομεν,
λε'γετε, λέγουσι· ταυτα γαρ πολλούς εισάγει τους
λέγοντας.
Όβ ρΕΓδΟΟΙδ.
Περί προσώπων. Πρόσωπα τρία, πρώτον, δευ
τερον, τρίτον. Και πρώτον [/.έν έστι πρόσωπον,
ίναν ό λίγων περι 'ΐαυτοΰ τόν λόγον ποιηται, οίον
ϋΕ νΕΚΒΟ. 83
εγώ τύπτω, εγώ γράφω· δεύτερον δ» πρόσωπον
έττι, όταν περί του ομιλοΰντος αύτω λίγη, οίον
σύ άκούεις, συ λέγεις· τρίτον πρόσωπον εστι, ο
ταν περί τινος έκτος ό λόγος γίνηται, οίον εκεΐνος
γράφει, εκεΐνος διαλέγεται. ΠαρακολουΟοΰσι ο"»
και ταυτα τω ρη'ματι· άπαν γαρ ρημα η πρωτο-
προσώπως, η δευτεροπροσώπως, η τριτοπροσώπως
εκφέρεται. Θεοδ(όρ. Προδρώμ. Γραμμ.
ϋβ ΙβπιρΟΓίΙιυδ.
Περί χρόνων. Χρόνοι δέ έ'ς· 'Ενεστώς, οίον
τύπτω· Παρατατικο:, οίον έτυπτον Παρακείμε
νο:, οίον τέτυφα· Ύπερσυντέλικος, οίον έτετύφειν
Αόριστος, οίον ετυψα· Μέλλων, οίον τύψω.
ϋβ οοη]υ£31ϊοηϊΙ)ιιδ (οΙαδδβδ υοΓ&οπιπι).
Περί συζυγιών Συζυγίαι δέ δεκατρεΐς· εξ
τών βαρυτόνων ρεμάτων τρεις τών περισπωμέ
νων και τέσσαρες των εις μι.
Πρώτη. Πρώτη συζυγία εστί των βαρυτόνων
ρημάτων, τών ληγόντων εις β, π, φ, πτ, οίον
λείβω, τέρπω, γράφω, τυπτω· ών ό μέλλων εις
ψ, οίον λείψω, τέρψω, γράψω, τύψω· ό παρακεί
μενος εις φ, οίον λέλειφα, τέτερφα, γέγραφα, τέ
τυφα·
7^ 1>Ε ΥΕΗΒ<*.
ήιυτερβ. Δευτερα έστι των ληγόντων εί; γ,
κ, χ, χχ, οίον λέγω, πλίκω, τρέχω, τίκτω- ών
3 μελλων εις ξ, οίον >έξω, πλέξω, τρέξω, τίξω·
ό παρακείμενος εις χ, οίον λέλεχα, πέπλεχα, τέ-
τρεχα, τέτεχα·
Τρίτη . Τρίτη εστί των ληγόντων εις δ, θ-, τ,
και ττ άττ*κώς, οίον άδω, πλη'θω, άνύτω· ών ό
|ί.έλλων εις σ, οίον άσω, πλησω, άνόσω· ό παρα
κείμενος εις κ, οίον ήκα, πέπληκα, νίνυκα.
Τετάρτη. Τετάρτη εστί των εις ζ, και δύο
σσ κοινώς, οίον φράζω, όρύσσω- και τα, μεν εις
ζω, ποτέ μεν το ξ έν τω μέλλοντι έχουβιν, οίον
παίζω παίξω, σφάζω σφάξω, ών ό παρακείμενος
το χ έχει· ποτέ δέ το σ εν τώ μέλλοντι έ'^ουσι,
οίον φράζω φράσω, βαδίζω βαδίσω, ών ό παρα
κείμενος το κ έχει· τα δέ εις σσω, ώς επί το πλε>·
<ΓΓον, εις ξω τον μέλλοντα ποιοΰσιν, οίον πλη'σσω
πλη'ξω, όρύσσω όρύξω, ών ό παρακείμενος το χ ε
χει, οίον πέπληχα, ώρυχα. Εξαιρεΐται τά εις
σω τον μέλλοντα ποιοΰντα, οίον ίμάσσω ίμάσω,
πλάσσω πλάσω, λεύσσω,λεύσω., πάσσω πασω, ών
* παρακείμενος το κ έχει.
Πέμπτη. Πέμπτη έστι των τεσσάρων άμετα*
»Ε ΥΕΚΒΟ. 8&
βόλων λ, ρ., V, ρ, οίον ψάλλω, νέμω, κρίνω, σπιί-
ρ*>· ών ό μέλλων δια τοΰ άύτοΰ άμεταβόλου περι-
*-ώμενός έστι, τ·/)ν παραλη'γουσαν βραχιίαν ε
χων άμετάβολον, η τό ι τις διφθόγΓου έκβάλλων,.
οίον ψαλώ, νεμω* ϋρινώ σπερω· ό παρακείμενος,
είς κ, οίβν εψαλκα, νενέμηκα, κέκρικα, εσπαρκα.
"Εκτή. "Εκτη έστί των εις ω καθαρόν, οίον
ιππεύω, πλέω, βασιλεύω, άκούω, ών ό μέλλων·
εις σ οίον ιππεύσω, πλεύσω, βασιλεύσω, άκούσω·
ό παρακείμενος εις κ, οίον ΐππευκα, βεβασίλευκα,..
-ίίκουκα κοινώς·, και άκη'κοα άττικως.
Τούτων οΰτως ενόντων, είδεναι δεΐ οτι πα»
ρήμα η εις ω βαρύτονον λη'γει, ί) έις ώ περ«πώ-
μενβ», η έίς μι. Κωνστ. Αασκ. Γραμμ.

δβρίβηι Ιηάοι-ηίΏ ββηβΓ&.


Νενέμηνται δέ οί πάντίς Ινδδι ες έπτα μά
λιστα γενεάς· έν μέν αύτοΤσΙν ώί σοψισταί 'έΐσι,
πλ·/ί9ει μέν μείους των άλλων, &ο**ν| και τιμ$
γεραρώτατοι. θυτε γάρτι τι3 σώματι εργάζεσθαι.
αναγκα:ν) σφίν προσκέαται· όΰτϊτι άποφέρειν άφ'
δτου πονέουσιν έ; το κοινόν ούδέ τι άλλο ανάγ
κης άπλώς έπεΐναι τοϊσι σοφιστνίσι, ότι μνΐ 3ύαν
86 ΏΕ ΥΕΚΒΟ.
τας θυσίας τοΤσι θεοΐσιν ύπέρ του κοινου των Ιν
δών και οστις δέ ιδία δύει, έξηγητΐς αύτώ τις
δυσ'ας τών τις σοφιστώ ι τούτων γίνεται, ώς ούκ
αν άλλως κεχαρισμε'να το~ς Βεοϊς δύσαντας. Εισι
δε καί μαντικής ούτοι μοΰνοι Ινδών δαη'μονες,
ούδέ έφείται άλλω μαντεύεσθαι, ότι μη σοφώ άν-
δρί. Μαντεύουσι δέ όσα ύπέρ των ωραίων του ε-
τεος, και ε'' τις ές τό κοινόν συμφορη καταλαμ
βάνει. Τα ίδια δέ έκάστοισιν ού' σφιν μέλι·, μαν-
τεύεσθαι· ί) ώς ούκ έξικνεομένης της [ιοντικές ές
τα μικρότερα, η ώς ούκ άςιον έπί τούτοισι πονέε-
σθαι. "Οστις δέ άμάρτοι ές τρεΐς μαντευσάμενος,
τούτω δέ άλλο μεν κακον γίγνεσθαι ούδέν, σιω-
παν δέ είναι έπάναγκες του λοιποΰ· και ούκ εστιν
όστις έξαναγκάσει τον άνδρα τουτον φωνησαι, ο
του ή σιωπη κατακέκριται. Ούτοι γυμνοι διαιτώ
νται οΐ σοφισται,, τοΰ μεν χειμώνος υπαίθριοι έν
τω ήλίω, του δέ θερεος έπην ό ηλιος κατεχνι, έν
τοισι λειμώσι και τοϊσιν έ'λεσιν ύπό δε'νδρεσι μέ-
γαλοισιν ών την σκιην Νεαρχος λε'γει ές πέντε
πλέ£)ρα έν κύκλω έξικνέεσθαι, και αν μυρίους υπό
ένί δένδρεϊ σκιάζεσθαι· τηλικαυτα είναι ταΰτατά
δε'νδρεα. Σιτέονται δέ ωραϊα, καί τον φλοιον τών
ϋΕ \ΈΒΒΟ. 8Τ
δενδρων, γλυκύν τε όντα τον φλοιον και τρόφι-
{/ον, ού [Λεΐον ηπερ αί βάλανοι των φοινίκων.
Δεύτεροι δ' έ—ί τούτοισιν οί γεωργοί εισιν-
οΰτοι πλη'θει πλεΐστοι. Ινδών έόντες· και τούτοι-
σιν οΰτε οπλα εστί* άρη''ι'α, οΰτε υ-ίλει τα πολέ
μια έ'ργα,. άλλα την χώρην ούτοι εργάζονται· καο
τους φόρους τοΐς τε. βασιλεΰσι και ττσι πόλεσιν,
οσαι αύτόνουΛι, οΰτοι άποφέρουσι. Και ει πόλε
μος ές άλληλους τοΐσιν Ίνδοΐσιν τύχοι,τών έργα-
ζοαενων την γΐν ού ϊέμις σφιν άπτεσ9αι, ούδέ .
αύτήν την γην τέανειν άλλα οΐ μεν πολεαοΰσι
και κατακαίνουσιν άλληλους οπως τύχοιεν οι δέ
ττλησίον αύτών κατ' ησυχ ίην άροΰσι, ία τρυγώοιν, ,
η κλαδουσιν, η 3ερίζουσιν.
Τρίτοι δε' είσιν Ίνδοΐ«ιν οί νοο.ε'ε:, οΐ ποιμέ
νες τε και βουκόλοι, και οΰτοι οΰτε κατα πόλιας,.
οΰτε έν τήσι κώμησιν οίκέουσι· νομάδες τέ εισι,
και άνα τά ό'ρεα βιοτευουσι. Φόρον δέ και οΰτοι,
άπο των κτηνέων άποφέρουσι· και &ηρενουσιν οΰ
τοι άνα την χώρην όρνιθας τε και άγρια £ηρία.
Τέταρτον δε' έστι το δημιουργικόν τε και κα—
πηλικον γένος. Και οΰτοι λειτουργοί είσι, και φό
ρον άποφε'ρουσι άπο τών έργων των σφετε'ρων„
88 Ι>Ε ΥΕΒΒΟ.
πλην γε δη όσοι τά άρη'ϊα όπλα ποίεουσιν ουτοι
δέ καί μισ&όν έκτου κοινοΰ προσλαμβάνουσιν. Έν
δέ τουτω τω γένει οί τε ναυπηγοί και οί ναΰταί
εισι, όσοι κατά τους ποταμούς πλώουσι.
Πέμπτον δέ γενος έστίν Ινδοΐσιν, οί πολε-
μισταί· πλη9ει [Λεν δεύτερον μετά τούς γεωργούς,
πλείστη δέ έλευθερίητε καί εύθυμίη έπι/ρεόμενον
και ούτοι άσκηταί μόνων των πολεμικών εργω-»
είσί. Τά δέ όπλα άλλοι αύτοϊς ποιέουσι, και ίπ
που; άλλοι παρέχουσι· και διακονοΰσιν επί στρα
τοπέδου άλλοι, οί τούί τε ίππους αύτοΤς θεραπεύ-
ουσι, και τα όπλα έκκαθαίρουσι, καί τούς έλε'φα-
ντας άγουσι, και τά άρρητα κοσμέουσί τε καί ή-
νιοχεύουσιν. Αύτοί δέ, έατ' άν μεν πολεμεϊν δεΤ,
πολεμοΰσιν ειρήνης δέ γενομένης, εύθυμέουσι ·
καί σιριν {χ,ισθός έκ του κοινοΰ τοσόσδε ερχεται,
ώς καί άλλους τρέφειν άπ' αύτοΰ εύμαρέως.
Έκτοι δε εισιν Ινδοΐσιν οί επίσκοποι καλεό-
μενοι. Ούτοι έφορώσι τά γινόμενα κατά τε τήν
χώρην, καί κατά τα; πολίας· καί ταΰτα άναγΓέλ-
λουσι τω βασιλεϊ, ίναπερ βασιλεύονται Μνδοί· η
το~ς τέλεσιν, ίναπερ αύτόνομοι εισί. Καί τούτοις
ού £έμις ψώδος άναγΓεΐλαι ούδ*ν, ούδε τις Ινδών
ΟΕ νΕβ*0. 89
αιτό)ν «σχε ψεύσασθαι. Έβδομοι δέ είσιν οΐ όπερ
των κοινών βουλε-χίμενοι όμοΰ τω βασιλεΐ, ΐ κατκ
πολιας, όσαι αυτόνομοι, συν τησιν άρν·?,σι. Πλά
θει μεν ολίγον το γένος τοΰτό έστι, σοφό) δέ και
δικαιότητι έκ πάντ*ον προκεκριμένον ένθεν ο? τι
άρχοντες αύτοϊσιν επιλεγονται, και οσοι νομάρχαι
και υπαρχος και θησαυροφύλακές τε και στρατο-
φύλακες, ναύαρχοι τε και ταμίαι, και των κατά
γεωργών εργων έπιστάται. Γαμέειν δέ &, έτερου
γένεος ού ϊέμις · οίον τοϊσι γεωργοΐσιν εκ του δη
μιουργικου, η εμπαλιν ούδέ δύο τέχνας έπτ»-
δευειν τον αύτον, ούδε τοΰτο 3έμις· ούδέ άμεί-
βειν ές έτερου γενεος εις ετερον οίον γεωργαον
εκ νομέως γενέσθαι, ν, νομέα έκ δημιουργικου.
Μοΰνον σφίσιν άνεΐται σοφιστην έκ παντος γένεος
γενέσθαι· ό'τι ού μαλθακα τοΐει σοψιστήσιν ειβι
τά πράγματα, άλλα πάντων ταλαιπωρότατβ.
Άρριαν. Ίνδικη.

ϋβ οίΓουηΠβχίδ νβΛϊδ.
Περί των περισπωμένων ρημάτων. Τα περι-
σΐηόμενα ρίματα άπο τίς (Εκτης συζυγίας των
βαρυτόν»ν κατά συναίρεσιν γίνεται, οίον άπο του
90 ΏΕ νΕΚΒΟ.
ποιέω ποιω. Εισι δέ τούτων αί συζυγίαι τρε~?,
ών ή πρώτη δια τοΰ εω προφερεται, οίον ποιέω
ποιώ· και έν τ^ παραληγούση τοΰ μέλλοντος και
πάντων τών παρωχημένων πλην τοΰ παρατατικου
το η εχει, οίον πεποίηκα, έπεποιη'κειν, έποίησα,
ποιη'τω, πλην τινων δια τοϊ εσω τνν μέλλοντα
ποιούντων, οίον τελώ- τελέσ:«, όλώ- όν^ω.
Ή δευτέρα συζυγία ιών π:ρισπωμένων δια
τοΰ αω προφέρεται, οίον βοάω βοώ, δράω δρώ·
καί έν τη παραληγούση τοΰ μέλλοντος το η, η τα
α έχει, οίον βοη'σω, δράσω.
Ή τρίτη συζυγία δια τοΰ·ο·Λ προφέρεται, οι
ον χρυσόω χρυσώ· και «ν τη παραληγούση τοϊ
μέλλοντος το ω ε/ ει, οίον /ρυσώσω, πλην τοΰ ά-
ρόω άρόσω, όμόω άμόσω, ένόω ενόσω, βόω βόσο^
όνοω ονόσω.
Δεΐ δέ ειδέναι ότι σπανίως ε!>ρίοκωνταιΓ μέ-
σοι παρακείμενοι, και δεύτεροι αόριστοι έπι τη;
πρώτης και δευτέρας συζυγίας των περισπωμένων,
οίον κτυπώ εκτυπα εκτυπον, δουπώ δέδουπα ε-
δουπον, μυκώ μέμυκα έμυκον, χραισμώ εχραισ-
μον, όλισθώ ώλισθον, άμαρτώ ημαρτον, βλαστδ
έ'δλαστον επί δέ της τρίτη; ούίαμώς. Λασκ.
Μ νΕΒΒΟ. 91
Οϊ&βικΠ δΙικίίηηκ
Έάν τ,ς φιλομαθης, εσνί πολυμαθη'ς. *Α μ»
έπίστασαι, διαφύλαττε ταίς μελέταις· ά δέ μή
μιμά9ηκας, προσλάμβανε ταϊς έπιστη'μαις. "Ο
μοιως -γαρ αίσχρον άκούσαντα χρ[σιμον λόγον μ·4
μανθάνειν, και διδομενόν τι άγαθον παρα των φι
λούν ρι λαβεΐν. Κατανάλισκε την έν βίω σχολών
εις τΐ,ν τών λόγιων φ'.ληκοΐαν ουτω γαρ τά τοις
άλλοις χαλεπώς εύρν,μένα, συμβη'σεταί σοι ραδίως
μανθάνειν. Ήγοΰ των ακουσμάτων πολλα πολλών
είναι χρημάτων κρείττω· τα [Λέν γαρ ταν/έως α
πολείπει, τα δέ πάντα τον χρόνον παραμένει. Σο
φία γαρ μόνη των κτημάτων ά9άνατον. Μί) κα-
τόκνει μακραν όδον πορεύεσθαι προς τούς διδάσ-
κειν τι χρνίσιμον έπαγΓελλομένους· αισχρον γαρ
τούς μεν έμπορους τηλικαΰτα πελάγη διαπεραν
Σνεκα τοΰ πλείω ποιίίσαι τήν ύπάρχουσαν ούσίαν,
τούσ δέ νεωτέρους μηδέ τας κατά γ?|ν πορείας ύ-
πομένειν επί τω βελτίω καταστησαι τΐν εαυτών
διάνοιαν. Τω μέν τρόπω γίνου φιλοπροση'γορος,
τω δέ λόγω εύπροσνίγορος· εστι δέ «ριλοπροσηγο-
ρίας μέν το προσφωνεΐν τους απαντώντας, εύπροσ-
τγορίας δέ το τοις λόγοις αύτοις οίκείως εντυγχά
92 0Ε νΕΚΒ&
νην. Ήδέως μέν έχε προς άπαντος, χρω δε τοις
βελτίστοις. Οΰτω γαρ τοΐς μέν ούκ απεχθής έση,
τοΐς σ*έ φίλος γεν/ίσνι . Τας έντεύξεις μή πυκνά;
ποιου τοΐ: αύτοις, μηίέ μακρας περί τών αύτών
πλησμονη γαρ πάντων. Ίσοκρατ. προς Δημονικ.

&β »η (λι νβΓίήβ.


ίίερι των εις μι ρημάτων. Τα εις μι ρ·η'ματίε
«πΐ, τών περισπωμενων ρημάτων γίνονται. Είσί
&έ τούτων αϊ συζυγίαι τέσσαρες· ών ή πρώτη άπο
Τίίς πρώτης τών περισπωμένων γίνεται, οίον τι-
')εω ώ, τίθημι· έχει δέ το η έν τη παραληγούση,
του ΐνεργητικου, το ε δέ έν τη του παθητικου,
βίον τίθημι, τι'Οίμαι.
Δευτέρα συζυγία τών εις μι γίνεται άπο της
ας τών περισπωμένων, οίον ίστα'ω ώ, ΐστη-
μι· έχει δέ το η εν τη παραληγούση του ενεργη
τικου, το α δέ έν τη του παθητικου, οίον ιστημι,
ίσταμαι.
Ή τρίτη συζυγία τών εις μι γίνεται άπο τίίς
τρίτης τών περισπωμένων, οίον διδόω ώ, οίσωμι'
έχει τι ω Ιν το παραληγούση του ενεργητικου,
το 6ί ο ίντη τού' παθητικου, ώς £ί£ωμι, ίίίομαι.
Ή τετάρτη συζυγία των ε'ς [/,ι .γίνεται άπα
τ?,ς έκτης των βαρυτίνων ριμάτων εις υω ληγ.ί-
ντων, οίον ζευγνύω, ζεύγνυ[Λι. "?7.^ δ* ^
τ?ί παραληγούση του ένεργητικοΰ, και παθητικοί, ,
οίον ζεύγνυμι, ζεύγνυοΛι· και [Λόνον [«χρι παρα
τατικου κλίνεται.
Κοινον δέ αύταϊ'ς ταις συζυγίαις εν τω αίλ-
λοντι άποβάλλειν την πρώτην συλλαβτ,ν.· τίθτ[Αΐ
^Λ^ω, ίστη[Λι στησω, δίδοψ.ι δώσω. και έν [Λεν
τοΐς ενεργητικοΐς [Μ(κρα παραληγειν, έν δ* τοΐς
παθητικοΐς βραχεία. ει [Λη' που ποιητικ/ι άοεία
τουναντίον έν τοΐς παθητικοΐς γένοιτο, ώς τίϊη-
{Λχι, άκάχη[Λαι, ίίζηααι, και άλλα ιωνικά. Ο.ί
δέ. Αιολείς τίθε[/Λ, ίσταμι λεγουσι, κα'. τα περι-
σπώ[Λενα ρηματα εις [Λι ποιουσι, οίον νόηαι άντι
νοώ, φίληααι άντί φιλώ, αΐνιαι (παρ' Ήσι,όδω)
άντι αινώ. Και τα μέν ε,ις [Λι έν [Λέν τώ ένεστώτι
και παρατατικώ και άορίστω δευτε'ρω ιδίαν ϊ'λα-
χον κλίσιν έν δέ τοις άλλοις χρόνοις ό[Αοιοτρόπως
τοις βαρυτόνοις κλίνονταν, ά, προ τών. άλλων, δα
καλώς [Λα^ειν, Κωνσ*, Λ*<ικ. Γρο^ψ.

Μΐι&ίμιι, φίλ,ον π#ο& πρ\ν.αχ£]^σης,.ΐ5ώς


94 ϋΕ νΕΚΒΟ.
κεχρηται τόις προτεροις φίλοι:· ελπιζε γαρ αύτον
και περί σε γενέσθαι τοιουτον, οίος και περι εκεί
νους γέγονε. Βραδέως (Λεν φίλος γίνου, γενόρνος
δε πειρώ διαρ'νειν ομοίως γαρ αισχρον ρ,δέν*
φίλον εχειν, και πολλοί*; εταίρους ρταλλάττειν.
Μνίτε μετα βλάβης πειρώ των φίλων, ρ'τε άπει
ρος είναι τών εταίρων 3έλε· τουτο δέ ποιη'σεις,
άν ρ δεόμενος το δεΐσθαι προσπόιη. Περι τών
ρητών ώ; άπορρη'των άνακοίνου. Μ/) τυχών [Λεν
γάρ ού^εν βλαβηση· τυχών δέ, μάλλον τον τρό
πον αυτών επιστηση. Αοκίριζε τούς φίλους εκ τε
της περι τον βίον ατυχίας, και τής εν τοις κινδυ
νοις κοινωνίας· το μεν γαρ χρυσίον έν τώ πυρι δο-
κιμαζομεν, τους δέ φίλους έν ταΐς άτυχίαις δια-
γινώπκομεν. Οΰτω δ' αν άριστα χρη'ση τοις φί
λοις, άν μ·/! περιμεννις τας παρ' εκείνων δεησεις·
άλλ'αύτεπάγΓελτος έντοΐς καιροίς αυτοΐς
Όμοίως αισχρον νόμιζε τών έχθρων νικάσθαιταις
κακοποιΐαις, και τών φίλων ήττάσθαι ταΐς εύερ-
γ«σίαις. Άποδέχου τών εταίρων ρ μόνον τοί»ς
επι τοις κακοΐς δυσχεραίνοντας, άλλα και τούς έ-
πι τοις άγαθοις ρ φθονοΰντας· πολλοι μεν γάρ
«τυχοΰσι τοΐςφίλοις συνάχθονται, καλώς δέπράτ
ΒΕ νΕΚΒΟ. δδ
τβυσι φθονουσι. Των απόντων φίλων μέμντσοπρος
τους παρόντας, ίνα δοκίίς μη'τε τούτων απόντων
όλιγωρεΐν. Ίσοκρατ. προς Δημονικ.
-Μ»»·^
αυ§ηιβηΙίδ.
Πάν δη ρνίμα η άπο φωνηεντος άρχεται, η ά
πο διφθόγΓου , η συμφώνου· ει μέν άπο φωνη'εντος,
ΐ μεταβολικοΰ", ί) άμεταβόλου. Ει μεν άπό άμε
ταβόλου,, δηλονότι η, ι, υ, ω, ούδεμία τροπο γί
νεται έν τοϊς παρωχημένοις· ταΰτά τοι και άμε-
τάβολα π ροσηγόρευται, ό; μη τρεπόμενα.
Ει δέ το ρη'μα άρχεται άπο φωνήεντος μετα
βολικου, εΐτουν τρεπτοΰ", δηλονότι α, ε, ο, γίνε*
ται τροπη έν τοις παρωχημένοις, ην χρονικήν αΰ^·
ξησιν καλοΰμεν. Και ει μεν άρχεται άπο του α,
τρέπεται κοινώς το α εις η, οίον άνύω, ηνυον, νί-
νυκα, ήνύ/.ειν, ηνυσα· έξαιρεΐται το άηθέσσω, και
άηδίζομαι δια την έπαλληλίαν των δύο ηη, και
άω (το πνέω), και άί<ο (το ακούω) ίνα μή συνεμ-
πέσωσι τω ηον, και τω ηιον (το επορευόμην).
Ει δέ άπα του ε άρχεται, ομοίως τρέπεται το
ε εις η · πλην των σεση μειωμένων εχω, επω, 'Ιλω,
εο-τνίκω, έπομαι, έχω, έστίω, έρπύζω, ερπω, ελ
9β ΏΕ ΥΕΗΚΚ
χω, ελκυω, έρϋω, εθίζω, ε3ω, ίω, εργάζομαι, έ*
νίς με'νον το ε προσλαμβάνει και ι.
Ει δέ άπο του ο, τρέπεται το ο εις ω, οίον
«ναμάζω, ώνόμαζον, ώνόμακα, ώνομκκειν, ώνό-
μασα. Παρά ποιηταίς δέ τά τοιαυτα άναύξητα,
ιιτε ατρεπτα μενουιτι όια το μετρον ε^ει ιωνικω.
Ει δέ άπο διφθόγΓου άρχεται το ρη'μα, η ά-
ιώ τρεπτικης η άπο άτρέπτου· ει μεν άπο άτρέπ-
του, δηλονότι ει, ευ, ου, ούδεμία τροπή γίνεται·
ει δέ άπο τρεπτικης, δηλονότι αι, αυ, οι, γίνεται
ή αύτη τροπή τών μεταβολικών φωνηέντων ει μεν
άπο του αι, τρέπεται το α εις η και το ι υπογρά
φεται, οίον. άίρω, νιρον, ήρκα, ήρκειν ει δέ άπο
της αυ, τρέπεται το α εις η, οίον αύλέω, ηύ'λεον,
ηυληκα, ηύλη'κειν, ηΰλησα. ει δέ άπο της οι, τρέ
πεται το ο εις ω, και τό ι υπογράφεται, οίον οι-
κτείρω, ωκτειρον, ωκτειρα, πλήν τών σεοημειο-
μένων άτρέπτων οίώμαι, οίμώ, οίνώ, οίνίζω, οί-
στρώ» οΐωνίζομαι, οΐωνοσκοπώ, οίωνοπολώ, οία-
κίζω, αιακονομώ, οίακοστροφώ·· ένιοι δε και το
οίδαίνω, και4οίκουρώ έβημεκνΰαντο.
'Οτιί δή το ρι^μα άρχεται άπο των μεταβο
λικών φωνηέντων οί Αττικοί ιρκα3«ν ϊδιο;» π«ρ«
ϋΕ νΕΚΒΟ. 87
χείμενον ενεργητικόν, και παθητικον, και μεσον,
τα αρκτικα δύο γράμματα του ένεστώτος προςτι-
βε'ντες τώ κοινώ παρακειμε'νω και τήν τρίτον συλ
λαβήν συστέλλοντες τοΰ τετρασυλλάβου, ει μακρά
ιό·,· οιον ακούω νίκουκα κοινώς, και άκη'κοα αττι
κός· άλείφω νίλειφα κοινώ:, και άλη'λιφα άττι-
κώς· ελεύ9ω νίλευθα κοινώς, και έλη'λυθα άττικώς
[/.ίσος παρακείμενος. Ένε'γκω ήνεγκα κοινώς, και
έν/ίνογα άττικώς· όμώ ώμωκα κοινώς, και όμώ-
μοκα άττικώς· όλεω ώλεκα και όλώλεκα. όρύσσω
ώρυχα και όρώρυχα· όλλω ώλα μέσος παρακείμε
νος, και άττικώς ολωλα. "Ομοίως και εν τοϊς πα-
βητικοϊς, οίον νίλειμμαι άλη'λιμμαι, νίρεισμαι ε-
ρηρεμαι. Έν ένίοις δέ μ'ίνον προστιθεασιν ε, οίον
ώσμαι έωσμαι, ώντμαι έώνημαι, ώνούμην έωνού-
μην, ώρακα έώρακα, ώρων έώρων, άνώγα άνε'ωγα·
το δε ξυνεηκε και εειπε ποιητικά. Εΰρηται δέ καί
τινα <ον ή τρίτη συλλαβη ού συστελλεται, οίον ά-
λάλημαι, έρη'ρεικα άπο τοΰ έρείδω, και ώρηκα ό-
ρώρηκα άπο τοΰ όρώ.
Ει άπο συμφώνων άρχεται το ρήμα, ο παρα
τατικός χαι αόριστος πρώτος και δεύτερος προ$
81 ϋΕ ΥΕΚΒΟ.
λαμβάνουσι £, δ-ερ συλλαβικήν αύ'ξτ)σιν καλοΰμεν
οίον γράφω εγραφον έγραψα.
"Οτε δέ ό παρατατικος τούτων άρχεται άπο
μακράς φύσει η θέσει. άπο της αύτν)ς άρχεται ό
παρακείμενος, οίον ιΐγόραζον ήγόρακα, εφΰειρον ε-
©θαρκα, έσπειρον εσπαρκα. "Οτε δέ άρχεται άπο
βραχεία; η κοινης άναδιπλασιάζεται ό παρακεί
μενο; δια του συμφωνου του Ινεστώτος, οίον έτυ-
πτον τέτυφα, ελεγαν λέλεχα, έπλυνον πεπλυκα·
πλην των αρχομένων άπο του γνω και γρν), οίον
γνωρίζω έγνώρικα, γρηγορέω έγρνίγόρηκα (δια
γαρ κακοφωνίαν ούκ άναδιπλί σιάζονται)· καί τών
αρχομένων άπό ρ, οίον ρ?,τορεύω έρρττόρευκα, (το
--ίέ ρερυπωμένα, καί άλλα, ποοιτνκά) · καΐ τών
αρχομένων άπο διπλών ζ, ξ, ψ, οίον ζάω ε^κα,
ξέω έςεκα, ψάλλω έ'ψαλκα. Τα δέ άπα δασέων
5, φ, χ. αρχόμενα άναδιπλασιάζονται μεν, τρέ
πονται δέ τά δασέα εις ψιλά· ών το 5 εις τ τρε
πεται, το φ εις π, το χ εις κ, οίον θεωρέω τεδε-
ώρτ^ια, φωνέω πεφώνηκα, χωνεύω κεχώνευκα.
- "Οτε δέ ό ένεστως άρχεται άπο του λ, η μ,
οί Αττικοί ποιοΰσι τον ίδιον παρακείμενον εκβο
λή τοδ πρώτον λ καί μ, και πλεονασμω του ι,
ϋΕ ΥΕΚΒΟ: 99
οίον λέοω λη'ψω λέληφα κοινώς,, και εΐλτφα άτ-
τικώς, λτ'χ«* λνίς<ο λέληχα, και εΐλτχα, μείρο-
μαι μέμαρμαι, και εΐμαρμαι, όθεν ειμαρμένη.
"Οτε $έ ό παρακείμενος άρχεται άπο συμφώ
νου, βραχεΐαν έχει την άρχουσαν, η κοινην σεση-
μείωνται το πέπταμαι, πέπτωκα, κέκτ/,μαι,.μέ-
ρηημαι' ει γαρ και ουκ έχουσιν άφονον προ άμε-
ταέολου, πλην ποιοΰοπ κοινή* συλλαβη'ν.
Ό ύπερσυντέλικος &έ λαμβάνει, το ε αΰξτσ,ιν,.
οίον γέγραφα έγεγράφειν, τε'τυφα έτετύφειν
Οβ αη§πιβηΙο οοπιροδϊΙΟΓππι νομότυπη.
Περί της αΰςησεως των συνθέτων ρημάτων-
Τούτων οΰτως εχάντων, δεΐεί^έναι ότι ό'τεαί προ-
Θέσεις ού^έν πλέον του' ρίματος σημαίνουσιν έν τΐί.
συνθέσει, γίνεται η συνήθης αυξησις έν τή άρχη
του ρηματος προ τής προθέσεως, οίον ένέπω νίνε-
πον, καθεύδω έκάθευδον, καθαιρω έκάθαιρον. "Οτ*
δέ πλέον αύτοΰ οημαίνουσι, γίνεται ή αύ'ξησις
μετά τήν πρόθεσιν έν άρχή του ρηματος, οίον πα-
ρακουω παρη'κουον, έπομνύω έπώμνυον, επαινέω .
έπν'νουν, καταγράφω κατέγραφον, έπιστέλλω έ-
πέστελλον έν τούτοις γαρ εισερχομένζις τής αυξη
σεως, αποβάλλεται το φωνήεν τίις προθέσεως. Τα,
406 Ι>Ε ΥΕΒΒΟ.
αρχόμενα άπο προθέσεων έ'θει άττικώ ίςωθΐ»
ποιουσι την αύ'ζησιν, οίον άντιβολέω ήντιβόλουν,
ά{Λφισβητ&» ήαφισρη'το·/»" το δέ ένοχλέω ήνώ-
χλουν, και άνορθέω ήνώρθουν, και άνέχοααι ήνβ-
χόυνην, και παροινέω έπαρώνουν πεπαρώνηκα, και
διαιτέω δεδιήτηκα διπλΐν την αΰςησιν ποιοΰσιν.
"Ετι ενια τα άπο του δυς και ευ άρχόαενα έσ-
·*>θεν αύξάνουσι, οίον δυσαπιστε'ω δυοηπίοτουν,
.«ύορκεω αΐώρκουν, εύαγΓελίζο[Λαι εύηγΓελιζό[/.ην.
Κωνστ. Λασκ. Γρααρι.
.· ■
δβ ςηίηφΚ Ζοηίδ.
Πιρι των πέντε ζωνών. Ή της συμπάσης ε
πιφάνεια σφαιροειδής υπάρχουσα, διαιρεΐται εις
£ώνας πέντε· -ων δύο («ν αίπερί τους πόλους, πορ-
^ρώτατα δέ κεί^εναι τη"ς τοΰ ηλίου παρόδου, κα-
τεψυγαέναι λέγονται, και άοίκητοι ίια τό ψύχος
«ΐσίν. Αφορίζονται δ» ύπο των αρκτικών προς
τούς πόλους. Αι δέ τούτων έξης, ουμ[χετρως αέν
κε·'μεναι προς την του ηλίου πάροδον, ευκρατοι
:καλουνται· αφορίζονται δ' αύται ύπο των εν τω
*όσ[Λ» άρκτνκών και τροπικών κύκλων, μεταξΰ
ΧΑΐρα/ΟΛ αύτών. Ή δε λοιπή, (Λ*ση των προειρη
ΥΕΒΒΟ. 40*
μένων κειμένη δέ έπ' αύτην την τοΰ ηλίον πάρο-
δον, διαχζκαυμένη καλεΐται· διχοτομεΐται δ' αύ
τη ύπο του έν τ/ι .γη ισημερινου κύκλου, % κεΐται
ύπο τον έν τω κόσμω ίσηξΛερινον κύκλον. Των δέ
εύκρατων δύο ζωνών η, ύπί, των έν τη καθ' ημάς:
οικουμένη κατοικεΤσθαι συμβέβηκεν, επί μεν το
μηκος ούσα ώς εγΓιστα περί δέκα μυριάδας στα
δίων, έπ'ι δέ τό πλάτος ως έγΓιστα το ημισυ.
Προκλ. Σφαΐρ.

ϋβ νεΓΐ)ϊδ πδφίβ αά ρΓΧΙβπΙυιη ΗηρβΓίβοΙυπι

Περι των ρημάτων των μέχρι παρατατικού


κλινομένων. Τα δια τοΰ ανω ρηματα (ϊαρύτονα,.
μέχρι τοΰ παρατατικου κλίνονται, οίον λαι/Χανω.
έλάμβανον, μανθάνω έμάνθανον, λανθάνω έλάνϋα-
νον. "Ετι τα δια του αθω, και εθω, και υθω.
οιον άμυνάθω ημύναθον, φλεγέθω έψλέγε',ΐον, μι-
νύίω έμίνυθον. "Ετι τα εις β ω, έχοντα προ τοδ·
β σύμφονον, η ε, οίον ρίμβω ερεμβον, σέβω έ'σε-
βον. "Ετι τα εις σκω, οίον αρέσκω ήρεοκον, πι-
πράσκω έπίπρασκον, χωρίς του θνησκω Ενν)ξωΤ
και άλύσκω άλύξω· το δέ διδάξω ούκ άπο τοΰ»
Ιδί Ϊ)Έ νΚΠΒΟ.
διδάσκω, άλλ' άπό τοΰ διδάχω. "Ετι τ* δια του
"εινω ύπερδισύλλαβα,οίονέρεείνω ήρέεινον, φαείνω
έφάεινον. "Ετι τά δια του ε* ω παραγωγα άπό ένε-
στώτος, η μέλλοντος, οίον άπο του κίχω, κι./είω
έκίν/ειον τελέω, τελείω έτέλειον- άπο τοΰ βρώ,;ω,
βρωσείω έβρώσειον πολεμησω πολερισείω' οψω
όψείω. "Ετι τα δια τοΰ υω ύπερδισύλλαβα ποι-
"οΰντα εις μ* παράγωγα, και ε'τι τα απ' αύτώ»
παραγόμενα, οίον πηγνύω πηγνυμι, ομνύω ό'μνυ-
μι, όλύω όλυμι. "Ετι πάντα τα της πε'μπτης συ
ζυγίας κατά παλαιούς την πρώτην συλλαβην δι-
πλασιαζομένην έχοντα, οίον μαρμαίρω έμάρμαι-
ρον, μορμύρω έμόρμυρον. "Ετι τα προ του ω δύο
σύμφωνα έχοντα κατ' έπιπλοκην, ών το δεύτερον
«μετάβολσν εΐ.η., οίον μέμβλω, δφλώ, έγρω, δά-
^χνω. "Έτι τα εις ω καθ.αρον τη υι διφθόγίω πα-
ραληγόμενα, οίον όπυίω, άγυίω. "Ετι τά εις δω7
:<προ τοΰ δ έχοντα ν, οίον κϋλίνδω., σπε'νδω.
Κωνστ. Λασκ. Γραμμ.
Μ*»·«-
ΡγΓβΐι33 ηιοηίβδ.
Τα όριη τά καλούμενα ΠυρηναΤα χαι κατά τό
ϊψο; και κατά το μεγεθος υπάρχει διάφορα τών
Ι)Ε νΕΒΒΟ: ίβ5
άλλων. Παρη'κει γαρ άπί» της κατά αεσηαβρίαν
$αλάττης σχεδον άχρι προς τον ύπο τας άρκτους
ώκεανον, διείργοντα την Γαλατίαν και τήν 'ίβη-
ρίαν, έτι δέ την Κελτιβηρίαν, παρεκτείνει σταδί
ους ώς τρισχιλίους. Πολλων δέ οντοιν έν αυτοΐς
δρυμών και πυκνών τοΐς δένδρεσι, φασιν έν τοΐ;
παλαιοΐς χρόνοις ύπό τιν<ον νομέων, αφεντων πΰρ,
κατακαηναι παντελώς άπασαν την όρεινην χώραν.
Διο και συχνάς ήμερας συνεχώς πυρος έπιφλέγο-
ντος, καηναι την έπιφώνειαν τ·?,ς ·)"?,;. Και τα μέν
όρη δια το συμβεβηκος κλη6·?,ναι Πυρηναΐα· την
δ' έπφάνειαν της κατακεκαυρ-ένης χώρας άρηρίρω
ρυηνοι πολλώ, και χ(·,νευθείσης της ούσεοχ,.ϊς τίς
ό άργυρος καταοκευάζεται, ρύακας γενέσθαι πολ
λούς αργύρου καθαρου'. Της δέ τούτου χρείας α
γνοουμένης παρά τοΐς έγχωρίοις, τούς Φοίνικας
έμπορίαις χρωμένους, και το γεγονος μαθόντας,
άγοράζειν τον άργυρον μικράς τινος άντιδόσ&ως
άλλων φορτίων. Διό δη τούς Φοίνικα; [Λετακο[Λί-
ζοντας εΐς τε τήν Ελλάδα και την Άσίαν, και
τάλλα πάντα εθνη, μεγάλους περιποιη'σασθαι
πλούτους. Έπι τοσουτο δε τούς έμπορους διατεϊ'-
ναι της φιλοχερδίας, ώστδ έπ&ιδάν, κατάγουν
104 ϋΕ ΥΕΒΒΟ.
όντων των πλοίων, περιττεύη πολύς άργυρο;, εκ-
κόπτειν τον εν ταίς άγκιίραις ρίλιβδον, και εκ
τοΰ αργύρου τήν έκ του μολίβδου χ,ρείαν άλλάτ-
τεσθαι. Διόπερ έπι πολλούς χρόνους οί Φοίνικες δια
τής τοιαυτης εμπορίας έπι πολύν λαβόντες χρόνον
αύ'ξτσιν, αποικίας πολλάς απέστειλαν, τας |.·.εν
εις Σικελίαν και τας συνεγΓυς ταύτη νησου;, τάς
δέ εις τήν Λιβύην, και Σαρδονα, και την Ίβηρίαν.
"Υστερον δέ πολλοις χρόνοις οΐ μεν 'ίβηρες, μαθό-
ντες τα περι τον αργυρον ιδιώματα, κατεσκεύασαν
αξιόλογα μεταλλα· διόπερ αργυρον κάλλιστον και
σχεδόν τι πλεΐστον κατασκευάζοντες, μεγάλα; ε-
λάμβανον προσόδους. Αιοδώρ. τοΰ Σικελιωτ. ι'
ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ

ΤΗΣ «ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ ΈΠΙ

ΤΗΝ ΓΑΩΣΣΑΝ ΤΩΝ ΈΛΑΗΝΩΝ.

ΙίΒΕΚ δΕϋϋΝΟϋδ.

ΕΙερΙιιηΙοηιιη τβηΐΐο.
θυρώβι δέ Ίνδοι τα [Λεν άλλα άγρια &ηρία,
κατάπερ και "Ελληνες· ή δε των ελεφάντων <;φιν
3νίρα ούδέντι άλλη έοικεν ότι και ταΰτα τα 3ύ)-
<ρία ούία^ΑοΤσΜ άλλοισι θ^ρίοις επίοικεν. 'Αλλά
τό-αν γαρ έ-.λί;άαενοι άιτεδον, και καυ&ατώίεα,
«ν κύκλφ τάφρονόρύσσουσιν, όσον μεγάλω στρατο-
ιαδφ έπαυλίσασθαι. Τις δέ τάφρου το εύρος ές
πέντε όργυΐας ποιεονται, βάθος τε ές τεσσάρας.
Τον δ.έ χουν όντινα έκβάλλουσιν εκ του όρύγμα-
τος, επι τα χείλεα έκάτερα τνίς τάφρου επιφορη'σα-
ντε;, άντι τείχεος διαχρέονται. Αύτοι δέ ίτλ τφ
χώρυκτι του έιϊι του χείλεος του ε;ω της τάφρου,
οκηνάς ,σφιν όρυκτ,ας ποιεΌνται, και δια τουτε'ων
ύπολίίτίονται· δι'ών φώςτ,ε αΰτοις «υνειοερ
106 ΑΚΚΙΑΝΙ
χεται,καί τά Κν)ρια προαάγαντα και έπελαύνοντα
ες το ?ρκος σκέπτονται. ^Ενταυθα έντος του έ'ρκε-
ος καταστη'σαντες των τινας 5'ηλέων τρεΐς η τεσ
σαρας, όσαι μάλιστα τον θυμον χειροη'θεες, μίαν
εϊσοδον άπολιμπάνουσι κατα την τάφρον, γεφυρώ-
σαντες την τάφρον και ταύτη χουν τε και πόαν
πολλήν έπιφέρουσι, του μή άρίδηλΌν είναι τοΐσι
ίοισι την γέφυραν, μη' τινα δόλον οισθώσι.
Αύτοί μεν ουν εκποδων σφάς εουσι κατα των
σκηνέων των ύπο τ.?ί τάφρω δεδυκότες. Οί δέ ά
γριοι ελέφαντες ή μέρης [«ν ού πελάζουσι τοΐσιν
οίκουμένοισι, νιίκτωρ δέ πλανώνται τε πάντη, και
άγεληδόν νέμονται, τω μεγίστω και γενναιοτάτω
σφών επόμενοι, κατάπερ αί βόες τοΐσι ταύροισιν
Έπεάν ών τω έ'ρκε» πελάσωσι, την τε φωνήν ά-
κούοντες των θηλέων, και τη όδμη αισθόμενοι,
ίενται ώς έπι τον χωρον τον πεφραγμένον
έκπεριελθόντες δέ της τάφρου τα χείλεα, εύτ' αν
τ?ί γεφύρη έπιτύχωσι, κατα ταύτην εις το ερκος
ώθέονται.
Οί δέ άνθρωποι αισθόμενοι την έσοδον των ε
λεφάντων των αγρίων, οί μέν αύτών την γέφυραν
όξεως άφεΐλον, οι δ* ϊπί τας πίλας κώμας άβο
ΗΙ5Τ. ΙΝΟΙΰΑ. 107
σραυνίντες, άγγε·λλουσι τους ελεφαντας ότι «ν το>
'έ;ρκει έχονται· οί δέ άκού&αντες έπιβαίνουσι των
κρατίστων τε τον θυαον και των χευοηθεστάτων
ελεφάντων έπιβάντες δέ, ελαυνουσιν ώς έπί τ»
?ρκος· ελάσαντες δέ, ούκαύτίκχ μ*χτ< άπτονται·
άλλα έωσι γαρ λι[Λω τε ταλαιπωρηθηναι τους α
γρίους ελέφαντας, και ύπο τω δίψει δουλωθ^ναι.
Εΰτ' άν δέ.σφ'σι κακώς έχειν δοκέωσι, τηνικαΰτα
έιηττησαντες αύθις την γέφυραν ελαυνουσί τε ώς
ές το έ'ρκος, και τά <Λ£ν πρώτα μάχη ΐσταται κρα
τερη τοΐσιν ή<./.έ'ροισι τών ελεφάντων προς τους έα-
λωκότας· έπειτα κρατέοντα·, μέν κατα το ε'κος οί
άγριοι, υπό τε τη άθυ{·.ϋη και τω λι[Λώ ταλαιπω-
ρουμενοι. Οί δέ άπό τών ελεφάντων καταβάντες,
παρειαε'νοισιν νίδη τοΐς τ' άγρίοισι τούς πίδας ά
κρους συνδε'αυσιν · έπειτα έγκελεύονται τοιοιν ή-
·Λέροισι πληγαΐς σφάς κολάζειν πολλαΤς, έστ' άν
εκεΐνοι ταλαιπιορουμενοι έςγην πέσκσι· παραοτά-
ντες δέ, βρόχους περιβάλλοισιν αύτοΐ^ι κατά τους
αυχενας, και αύτοί έπιβαίνουσι κειαένοισι. Του
δε μτ άποσείεσθαι τούς άαβάτας, μ··δέ τι άλλο
άτασθαλον έργάζεσθαι, τον τράχηλον αύτοΐοιν, έν
κύκλω, μαχαιρίω όξεΐ «-ιτ«ανουσι, και τον βρό
40» ΑΚΚΙΑΝΙ
χον κατα την τοαήν περιδέουσιν, ό>ς άτρεμα εχε«»
την κεφαλη'ν τε και τον τράχηλον ύπατου ελκεος.
Ει γαρ περιστρε'φοιντο ύπο άτασθαλήκ, τρίβεται
αύτοΐσι το ελκος ύπο τω κάλω· ούτω [Λεν άτρέμα
ϊσχουσι, και αύτοι γνωσιμαχέοντες ηδη, άγοντα*
χατα τον δεσρών προς των ήμέρων.
"Οσοι δέ νη'πιοι αύτών, η δια κακότητα ούκ
άξιοι έχτίσθαι, τούτους έωσιν άπαλλάττεσθαι ές
τα σφε'τερα νίθεα. "Αγοντες δέ εις τας κώ[Λας τους
άλόντας, του τε φλωρου καλάμου και τί.ς πόας
τα πρώτα έμφαγεΐν έ'δοσαν οί δέύπο άθυμίηςούκ
£9ελουσ·.ν ουδέν σιτε'εσθαι, τούς δέ περιΐστάμενοι
ο'. Ινδοί, φ<^α~σίτε και τυμπάνοισι και κυαβάλοι-
οιν έν κύκλω κρούοντές τε και έπάδοντες, κατευ-
να,ουσι. Θυρνίσοφον γαρ, εΐπέρ τι άλλο θν?ρίον, ό
έλίφας· καί τινες η^ίι αύτίίν τους άμβάτας σφων
εν πολέμω αποθανόντας αραντες αύτοι έξη'νεγκαν
έ; τα(ρίν οΐ δέ και ύπερ^πισαν κειαε'νους· Ά δέ
καί πεσόντων προεκινδύνευσαν ό δε' τις πρός όρ-
γην άπακτείνας τόν άριβάτΥ,ν, ύπό μετανοίν.ς τε
και άθυ{Λίης άπε9ανεν. Ειδον δέ εγωγε και κυρ>
βαλίζοντα 7ί'ίη ελέφαντα, και άλλους ό;.χεοαένουί,
,κυμβκλαιν τ» κυμβαλίζοντι πρΐς τοΐν σκελοΐν
ΗΙδΤ. ΙΝϋΙΟΑ. 109
τοΤν εμπροσθεν προσηρτημένοιν, και πρός τη προ-
€οσκί$ι καλεο[.«νη άλλο κυ<Λ€αλον ό οέ έν μέρη
τη προβοσκίδι έκρουε το κιψβαλον έν ρυθ[Λω προς
ίκατέρον τοϊν σκελοϊν οί δέ όρ·/εό^£νοι έν κύκλω
τε έχόρευον, και έπαίροντές τε καί έπικ«μπτοντες
τα έμπροσθεν σκέλεα έν τω μερει, εν ρυθμω και
ούτοι έβαινον, καθότι ό κυαβαλί'ων «φίσιν ύφη-
·νέετο. Βαίνεται 5ε έλεφας ηρος ώρη, κατάπερ βοΰς
-η ίππος, έπεαν τησι 3ηλε'εσιν αι πάρα τοισι κρο-
τάφοιοιν άναπνοαί άνοιχθεΓσαι έκπνέωσι· κόει δέ
τους έλαχίστους μεν έκκαίδεκα [Ληνας· τοϋς πλεί
στους δέ, όκτωκαίδεκα· τίκτει δί εν, κατάπερ
ίππος· και τοΰτο εκτρέφει τω γάλακτι ές έτος δγ-
ίοον. Ζώσι δέ έλεφάντων οί πλεΐστα έ'τεα ζώντες,
ές διηκόσια· πολλοί δένόσω προτελευτώσιν αύτών·
γη'ρ* δε ές τόσον ερχονται.
Καί έστιν αύτοϊσι των μέν οφθαλμών ία[/.*
το βόειον γάλα έγχε^.ενον προς δέ τάς άλλας νό
σους, ό [Λέλας οίνος πινόαενος· επί δέ τοϊσιν ελ
κει ι, τα ΰεια κρεα όπτώμενα καί καταπασσό^αενα.
Ταϋτα παρ' Ίνδοΐσίν έστιν αύτοϊσιν ίάματα.
Άρριαν. ΊνέΊ»ί.
110 βΕΝΕδΙδ ΟΑΡ. 27.

Ιηεοί) πιίιΐπδ οοηίϊίί» Ι)οηοόίοΙϊοηβπϊ


Ιοοο Εδαυ αοοβρϊΙ.
Έγε'νετο δέ μετα το γνιράσαι τόν Ίσαακ, και
νΙμβλύΥιησαν οί οφθαλμοί αύτοΰ του άραν και έ-
κάλεσεν. Ήσαΰ τον υίον αύτοΰ ·τον πρίσβυτερον,
και είπεν αύτώ· υιέ μου· και είπεν ιδού έγώ.~
και είπεν ιδού γεγηρακα, και ού γινώσκω την-
ήαέραν της τελευτής μου· νυν ούν λάβε το σκεΰός
σου, τνιν τε φαρέτραν, και το τόξον' και εςελΟε
εις το πεδίον, και θη'ρευσόν μοι 3ηραν και ποίη-
σόν μοι έίε'τ^Λατα, ώς φιλώ εγώ· και ενεγκέ μοι,
ίνα φάγω· όπως εύλογίσν) σε ή ψυ/;/ί [Λου πρΙν ά-
ποθανεΐν με. 'Ρεβέκκα δέ νικουσε λαλοΰντος 'Ισαακ
πρός Ήσαΰ τον υίον αύτοΰ. Έπαρεϋθν! δέ Ήσαΰ
εις το πεδίον 3ν,ρεΰσαι θνίραν τώ πατρι αύτοΰ.
'Ρεβέκκα δε είπε προς τόν Ιακώβ τον υίόν
αύτης τον έλάσσω· ΐδε, νίκουσα τοΰ πατρός σου
λαλοΰντος προς Ήσαΰ τόν άδελφόν σου, λέγοντος·
«ενεγκόν μοι θηραν και ποίησόν μοι εδεσματα,
ίνα «ραγών εύλογη'σω σε εναντίον κυρίου προ τοΰ
άποθανεΐν με.» Νυν ούν υίε' μου άκουσον μου,.
χα5ά εγώ σοι εντέλλομαι· και πορευθεις εις τα
σΕΝΕΓδΓδ €ΑΡ. 57. ίίΐ
πρόβατα λάβε μοι έ/.εΐί)εν δύο έρίφους απαλούς,
και κάλου;. Και ποιη'σω αύτούς εδέσματα τωπα-
τρί σουΤ ώς. φιλε:· και είσοίσεις τω πατρί σου και
φάγεται., ο—ως εύλογηση σε ό πατηρ σου προ τοΰ
άποθανεΐν αυτόν. Είπε δέ Ίακωβ προς 'Ρεβέκκαν
τήν ρν/ιτέρα αύτοΰ. "Εστιν Ήσαΰ ό αδελφός μου
άνήρ δασυς, έγω δέ άνήρ λεΐος· ρί ποτε ψηλαφη
ση με ό πατήρ, και έ'σο[Λαι εναντίον αύτοΰ ώς κα-
ταφρονών και έπά!;« εν έααυτον κατάραν, και
ούκ εύλογίαν. Είπε δέ αύτω ή ρίτηρ· έπ' εγ.ε ή
καταρα σου τέκνον ρόνον επάκουσόν μου της φω-
ν^ς· και πορευθείς ένεγκέ ριοι.
Πορευθείς δέ. ελαβε, και ήνεγκε τη ρ'.ητρι'· και
έποίησεν ή ρίτηρ αύτοΰ έδέσαατα, καθα εφίλει ό
πατήρ αύτοΰ. Και λαβοΰσα "Ρεβέκκα την στολη*
Ήσαΰ τοΰ υίοΰ αύτΐ.ς τοΰ πρεσβυτέρου τήνκχλήν,
η ην παρ ' αύτη έν τώ οίκω, ένέδυσεν αύτήν 'ίακωβ
τον υίον αύτίς τον νεώτερον και τα δέρματα των
ε'ρίφων περιέθηκεν έπι τους βραχίονας αύτοΰ, και
έπι τά γυρα του τράχηλου αύτοΰ · και έδωκε τά
έδέσ[Λατα και τούς αρτους οΰς έποίησεν εις τας
χείρας Ίακωβ τοΰ υίοΰ αύτη;. Και είση'νεγκε ~!ψ
πατρι αύτοΰ· είπεδί. Πάτερ - ό δέ είπεν · ιδού εγώ.
!« ΠΕΝΕ5Ι5 ΟΑΡ. 27.
Τίς ει συ τέκνον; Και είπεν Ίακωβ τω πατρί· I-
γώ ΊΙσαΰ ό πρωτότοκος σου πεποίτ,κα καθά έλά-
λνίσάς μον άναστάς κάθισον και φάγε άποτής Ξη
ρας μου, όπως εύ'λογη'σ/ι με ή ψυχνί σου. Είπε δέ
Ισαάκ τω υίω αύτου· τί τοΰτο, δ ταχύ εΰρες ω
τέκνον; Ό δέ ειπεν δ παρέδωκε κύριος ό 3εός
σου εναντίον μου. Είπε δέ Ισαάκ τω Ιακώβ· εγ-
γισόν μο», και ψηλαφίσω σε τέκνον, ει σύ ε'ι ό
υιός {ίου Ήσαυ, η ού. 'Ήγγισε δέ Ίακωβ προς
Ισαάκ τον πατέρα αύτοΰ· και έψν.λάιρ.σεν αύτον,
χαί είπεν η {Λέν φο.ν/), φωνίι Ιακώβ' αί δέ χεί
ρες, χείρες Ήσαΰ. Και ούκ έπέγνω αυτόν Ϋ.σαν
γαρ «ί χείρες αύτοΰ, ώς αΐ χείρες Ήσαυ του α
δελφοΰ αύτοΰ δασεΐαι.
Και εΰλόγησεν αύτον, και είπε. Συ εΐ ό υίος
μου Ήσαυ; ό δέ είπεν· εγώ. ΚαΙ είπε· προσάγα-
γέ μοι, και φαγομαι άπο τής θήρας σου, τέκνον,
?να εύλογηση σε ή §ν·/·ή [ΑΟυ· ^αι πί;(!σν)ν£γ*ίν
αύτω, και έφαγε· και είσηνεγκεν αύτψ οίνον, και
επιε. Και είπεν αύτω Ισαάκ ό πατηρ αύτΌϋ· έ'γ-
γισόν μοι, και φίλν,σόν με τέκνον και έ·)γίσ»ς
ίφίλϊισεν αύτόν. Και ώσφράνθη τί.ν όσμήν των ι
ματίων αύτοΰ, χαί «ύλόγησεν αύτόν· και «Ι*».
βΕΝΕδΙδ ΟΑΡ. 27. 113
Ίδού όσμη του υίοΰ μου, ώς όσαή άγροΰ πλή
ρους, ον ευλόγησε κυριος. Και δώη σοι ό &εός άπα
της δρόσου του ούρανοΰ, και άπο τις πιότητος της
γης, και πληθος σίτου, και οϊνου. Και δουλευσά-
τωσάν σοι έ'θνη , και προσκυνησάτωσάν σοι αρχο
ντες· και γίνου κύριος του άδελφοΰ σου · και προσ-
κυνη'σουσί σοι οί υιοί του πατρός σου. Όκαταρώ-
[Λενός σε, έπικατάρατος· ό δέ εύλογων σε, εύλο
γη [Λενος .
Και έγένετο μετα το παύσασθαι Ισαάκ εύλο-
γουντα Ιακώβ τον υίον αύτου· και έγένετο, ώς άν/
έξηλθεν Ιακώβ άπό προσώπου Ισαάκ του πατρος
αύτου, και Ήσαυ ό άδελφός αύτου ηλθεν απο της
θη'ρας. Και έποίησε και αύτος εδέσαατα, και προσ-
η'νεγκε τω πατρι αύτου. Και είπε τω πατρί· ανα
στήσω ό πατη'ρ [Λου· κ αι φαγέτω άπο τίς θη'ρας
του υίου αύτου, όπως εύλογη'ση ρ:ε ή ψυχη' σου.
Και είπεν αύτω Ισαάκ ό πατηρ αύτου. Τίς εΐ
συ; όδέ είπεν εγώ ειμι ό υιός σου ό πρωτότοκος
Ήσαΰ. Έξε'στη Ισαάκ εκστασιν μεγάλην σφό-
α. . . . Και είπε· τίς ούν ό 3ηρεύσας ρωι θη'ραν
και εισενέγκας [/.οι, και εφαγον άπο πάντων πρ»
8
114 βΕΝΕδΙδ ΟΑΡ. Π.
τοΰ ελθεΐν σε; Και ευλόγησα αύτόν, και ευλογη
μένος εσται. Έγένετο δέ ηνίκα ηκουσεν Ήσαΰ τα
ρίματα τοΰ πατρος αύτοΰ Ισαάκ, άνεβόησε φω-
νην [Λεγά*λην και πικράν σφόδρα· και εΐπεν. Εύ-
λόγησον δη κά[Λέ πάτερ. Ειπε δέ άυτω· έλθών ό
αδελφός σου [Λετά δόλου, ελαβε την ευλογίαν σου.
Και είπε· δικαίως εκλήθη τοόνο[*α άυτοΰ Ιακώβ·
Ιπτέρνικε γάρ με ιδού δεύτερον τοΰτο. Τά τε πρω-
τοτόκιά μου εϊληφε· και νυν ελαβε την ευλογίαν
[/.ου. Και εΐπεν Ήσαΰ τώ πατρι άυτοΰ· όυχ ύπε-
λίπου [Λοι ευλογίαν, πάτερ; Αποκριθείς δέ 'Ισαάκ
«πε τω Ήσαΰ· ει κύριον άυτον πεποίηκά σου, και
πάντας τους αδελφούς άυτοΰ πεποίηκα άυτοΰ οί-
κέτας· σίτω και οίνω έστη'ριξα άυτόν σοι δε τί
ποιη'σω τέκνον; Είπε δέ Ήσαΰ προς τον πατέρα
άυτοΰ· [λή ευλογία [Λία σοι εστι πάτερ; έυλόγησον
δη κάμέ πάτερ. Κατανυχθέντος δέ Ίσαάκ, άνε
βόησε φωνη Ήσαΰ, και εκλαυσεν.
Άποκριθείς δέ Ισαάκ ό πατηρ άυτοΰ, εΐπεν
άυτω· ιδού άπο της πιότητος της γης εσται ήκα-
τοίκησίς σου, και άπο της δρόσου του ουρανου ά
νωθεν και επί τη μαχαίρα σου ζη'ση, και τω ά-
δελφω σου δουλευσεις· εσται δέ ηνίκα έάν καθέλης
βΕΝΕδΙδ ΟΑΡ. 27. 113
και έκλυσης τον ζυγόν άυτοΰ άπο του τραχηλου
σου. Και ένεκότει Ήσαΰ τω Ιακώβ περι της ευ
λογίας, ης έυλόγησεν άυτον ό πατηρ άυτου. Είπε
&έ Ήσαύ έν τη διανοια άυτοΰ· έγγισάτωσαν αϊ
ημέραι τοΰ πενθους του πατρός μου, ίνα άποκτεί-
νω 'Ιακωβ τον αδελφόν μου.
ΆπηγΓέλη δέ "Ρεβέκκα τά ρη'ματα Ήσαΰ
του υίοΰ άυτης του πρεσβυτε'ρου· και πέμψασα έ-
κάλεσεν Ίακωβ τον υίόν άυτης τόν νεώτερον, και
«πεν άυτψ. 'ΙδΌύ Ήσαΰ ό αδελφός σου απειλεΐ σοι
του άποκτεΐναι σε. Νυν ούν, τε'κνον, άκουσον μου
της φωνης, και άναστάς άπόδραθι εις την Μεσο-
ποταμίαν προς Λαβαν τοναδελφόν μου ειςΧαρράν
και οίκησον μετ' άυτοΰ ήμέρας τινάς, «ως τοΰ ά-
ποστρέψαι τον θυμον, και την όργην τοΰ αδελφοΰ
σου άπο σοΰ, και έπιλάθηται ά πεποίηκας άυτω·
και άποστείλχσα αεταπέμψομαί σε εκεΐθεν, ανί
ποτε άποτεκνωθώ άπο τών δύο ήμών έν ή(Λέρα
[χια. Γενέσ. κεφ. κζ'.
116 ϋΙΟΝΙδ ΟΟ^ΕΠ

ΗϊοΓΟδοΐγηι& α Ροπορβϊο «φΙε.


Άρε'τας δέ Άραβίων μέν τών νυν τοϊς 'Ρω-
μαίοις δουλευόντων μέχρι τίίς Ερυθράς θαλάσσης
εβασίλευε· πλεΐστα δέ την Συρίαν πρότερον λυπη'-
σας, και δια τοΰτο μάχη προς τών "Ρωμαίων ά-
μυνόντων αύτί) νικηθείς, ομως και τότε ά'τ1 έπο-
λέμει. Έπ' ούν τουτον τους τε πλησιοχώρους αύ
τί!» ό Πομπ/μος έλάσας, άκονιτί τε αυτούς προση-
γάγετο, και φρουρα παρε'δωκε. Κ,άντεΰθεν έπι την
Συρίαν την Παλαιστίνην, ώς και την Φοινίκην κα-
κώσαντας, ώρμησεν ήρχον δέ αυτών Ύρκανός τε
και Άριστόβουλος αδελφοι, και έτύγχανον ύπέρ
της του σφετέρου ^εου, όστίς ποτε ούτός εστιν,
ίερωσύνης (οΰτω γαρ την βασιλείαν σφών ώνόμα-
ζον) αυτοί τεδιαφερόμενοι, και τάς πόλεις στασιά-
ζοντες. Ό ούν Πομπη'ϊος 'ϊρκανον μεν ούδεμίαν άξι-
όχρεων ισχύν εχοντα, άμαχει ευθύς προσέθετο· Ά-
ριστόβουλον δέ ές χωρίον τι κατακλείσας όμολογή-
σαίοίηνάγκασε. Και έπειδέ μη'τε τα χρηματα, μη'
τε το φρούριον παρεδίδου, έ'δησεν αύτόν κάκ τούτου
τούς μεν άλλους ραον προσεποιησατο. Τάδέ Ιεροσό
λυμα πολιορκών πράγματα έ'σχε · την μεν γαρ άλλην
ΗΙδΤΟΚΙΑ ΚΟΜΑΝΑ. 447
πολιν, έσίεξααένων αύτον των τα του Ύρκάνου
φρονούντων, άπραγ[Λ0νως έ*λαβεν αύτο δέ το ιερον
προκατασχ όντων των έτερων , ουκ άπόνως ειλεν.
Έπί γε γαρ [Λετεώρου ήν, και περιβάλω ίδίω
ώχύρωτο, και εΐγε έν πάσαις ταϊς ήμέραις ιψ.οίως
η[Λύνοντο, ούκ αν αύτό έχειρώσαντο. Νυν δέ τάς
του Κρόνου δη ώνομασμενας ήμέρας διαλείποντες
και ούδέν το παράπαν εν αύταίς δρώντες, παρε'-
αωκαν τοϊς 'Ραψ.αίοις καιρον εν τω διακένω τού
τω τό τείχος διασεΐσαι· μαθόντες γαρ την έαποί-
ησιν αυτών ταυτην, τον [Λεν άλλον χρόνον ούδίν
σπουδΐί έπραττον. Ταϊς δέ δη ήμέραις έκείναις ό
ποτε έκ της περιτροπης έπέλθοιεν, έντονώτατά οί
προσέβαλον · και ουτως έάλωσάν τε έν τη του Κρό
νου ήμερα μηδ' άμυνό[/.ενοι, και πάντα τά χρη'-
ματα διηρπάσθη· η τε βασιλεία τω 'Τρκάνω εδό
θη, και ό 'Αριστόβουλος άνηνέχθη. Ταυτα μεν τό
τε έν τη Παλαιστίνη έγένετο· οΰτοί γάρ τό σύμ
παν εδνος όσον άπό της Φοινίκης [/-έχρι της Αιγυ
πτου παρά την θάλασσαν την έσω παρη'κει, ύπο
παλαιου κέκληται. Ένουσι δέ και ετερον όνομα
έπίκτητον η τε γαρ χώρα Ιουδαία, και αύτοί
Ιουδαίοι ώνομάδαται. Ή δέ έπίκλησις αυτη έκεί
118 0Ι0ΝΙ5 ΟΟΟΟΕΠ
νοις μέν ούκ οιδ' όθεν νίρξατο γενέσθαι· φέρει δε
και επί τους άλλους ανθρώπους, όσοι τα νόμιμα
αύτών, καί περ άλλοεθνεΐς όντες, ζηλουσι, καί εσ
τι και παρα τοΐς 'Ρωμαίοις τό γενος τοΰτο, κο-
λουσθέν [Λεν πολλάκις, αύξηθέν δέ έπι πλείστον,
ώστε και ές παρρησίαν τής νομίσεως έκνικήσαι.
Κεχωρίδαται δέ άπό των λοιπών ανθρώπων,
ες τε τα άλλα τα περί την δίαιταν πάνθ', ώς ει
πεΐν, και μάλισθ' ότι τών μέν άλλων 3·εών ούδένα
τιμώσιν έ'να δέ τινα ισχυρώς σέβουσι· ούσ" ά
γαλμα ουδέν εν αύτοις ποτε τοΐς Ίεροσολυμοις
εσνον. "Αρρητον δέ οη και άειδη αύτον νομίζοντες
είναι περισσότατα ανθρώπων Ξτρησκεύουσι, και αύ-
τφ νεών τε μέγιστον και περικαλλέστατον, πλην
κΰ(9' όσον άχανη'ς τε και άνώροφος ήν, έξεποίησαν.
Και τί..ν ήμέραν την του Κρόνου καλουμένην ανέ
θησαν, και άλλα τέ έν αύτ?ί ιδιαίτατα ού ποιοΰσι,
και εργου ούδενος σπουδαίου προσάπτονται. Και
τα μέν κατ' εκεΐνον τίς τέ έστι, και ό'θεν ουτως
έτιμη'θη, όπως τέ περι αύτόν έπτόηνται, πολλοΐς
τε ειρηται, καί ούδέν τηδε τνί ιστορία προσηκει.
Διώνος Ίστορ. Βιβλ. λζ'.
ΗΙ5Τ0ΚΙΑ ΒΟΜΑΝΑ. Η9

Οχδ&ΐΊδ οταϋο &ά πιίΙϊΙοδ, ςιπ ϊη ΡΙαοβηΙϊα


δβάίΙϊοηβηι βχοίΐανβπΐηΙ.
Έγώ, ώ άνδρες στρατιώται, βού>ο[Λαι [Λέν
φιλεΐσθαι ύφ' ύ^,ών, ού μέντοι και συνεξαμαρτά-
νειν αν ύμ.ΐν δια τοΰθ' έλοίμην αγαπώ τε γαρ υ
μάς, και έθέλοιμ' αν ώς πατηρ παΐδας, και σώ-
ζεσθαι και εύθηνεΐν και εύδοξεΐν. Μη γαρ τοι νο
μίσατε φιλοΰντος εργον είναι, το συγχωρεΐν τισιν
ά [«ι προσηκει πράττειν, έξ ών κινδύνους και ά-
δοξίας άνάγκνι πάσα αύτοΐς συμβαίνειν άλλα τό
τ» τα άμείνω αυτούς διδάσκειν, και το των χει-
ρόνων άπείργειν, και νουθετοΰντα, και σωφρονίζο-
ντα. Γνώσεσθε δέ ότι τάληθί) λε'γω, άν μν(τε προς
το αύτίκα ήδύ το συμφέρον κρίνητε μάλλον, ίι
προς τό άει ώφέλιμον μη'τε το τάς επιθυμίας έκ-
πιμπλάναι γενναΐον μάλλον, η το κρατεΐν αυτών,
νομίσητε είναι. Αίσχρον μέν γαρ παραχρημα τι
ήσθέντας υστερον μεταγνώναι · δεινον δέ, το τών
πολεμίων κρατουντας, ηδονών τινων .«ττάσθαι.
Προς ουν τί ταΰτα λεγω; ό'τι τά επιτηδεια
άφθονος έχοντες (λε'ξω γαρ μετά παρρησίας, με-
δέν ύποστειλάμενος) τνίν τε γαρ μισ9οφοράν εντελή
120 ΰΙΟΝΙδ ΟΟίΧΕΙΙ
και κατά καιρον λαμβάνετε, και τής τροφης άεί
ναι πανταχου πολλές έμπίπλασθε, και μη'τε πό-
νον τινά άδοξον μήτε κίνδυνον άνωφελνϊ υπομένο
ντες, και προσέτι τ·?ς μεν άνδραγαθίας πολλα και
μ.εγάλα γέρα καρπούμενοι, των δ' αμαρτημάτων
ομικρόν ούδέ επιτιμώμενοι, ούκ άξιουτε τούτοις
άρκεΐσθαι. Λέγω ταΰτα ού προς πάντας ύμάς,
(ούδέ γαρ τοιουτοι, έστέ) άλλά προς εκείνους [Αό
νους, οΐτινες τη εαυτών πλεονεξία και τούς άλλους
διαβάλλουσιν. Τμεις [Λεν γαρ οί πολλοι και πά
νυ ακριβώς και καλώς τοΐς τε παραγ Γέλμασι τοις
εμοις πείθεσθε, και τοΐς ή'θεσι τοΐς πατρφοις εμ
μένετε· και δια τοΰτο και χώραν τοσαύτην και
πλουτον και δόξαν έκτησασθε. Όλίγοι δέ τινες
-πολλήν αισχύνην και άδοξίαν άπασιν ήμΐν προσ-
νται. Καίτο» έ'γωγε πρότερον σαφώς έπιστά-
{Λενος τοιούτους αύτους ό'ντας (ούδέν γάρ μοι τών
υμετέρων αμελές έστι), ού προσεποιούμην ειδέ-
ναι, νομίζων σφάς άμείνους έκ του λαθεΐν αν δοκί)
άμαρτόντας τινα, γενη'σεσθαι, του μη πλεονάσα-
ντάς ποτε και έφ' οίς συνεγνώσθησαν κολασθνίναι.
Επει μέντοι αύτοίτε και ώς έξον σφίσι πάν
τα όσα βούλονται πράττειν, ότι. μη κατά πρώτας
ΗΙδΤΟΚΙΑ ΚΟΜΑΝΑ. 121
εύθύς έδικαιώθησαν, ύπερθρασύνονται, και τους αλ
λους τους μηδέν πλημμελοΰντας προστασιάζειν
έπιχειροΰσιν, άναγκαΐόν εστί μοι θεραπείαν τέ τι
να και έπιστροφήν αυτών ποιησασθαι. Οΰ τε γαρ
άλλο τι σύστημα ανθρώπων συμμεϊναι και σωθη-
ναι δύναται, αν μη1 τό κακουργοΰν σωφρονίζηται.
Το γάρτοι νοσησαν αν μη την προση'κουσαν ιασιν
λάβη, συγκάμνει και το λοιπον πάν, ώς περ έν
τοϊς σώμασι ποιεΐ. Έν δέ δη ταϊς στρατιαίς ούχ
ηκιστα, διότι αυτοί τε ισχυν εχοντες, τολμηρό
τεροι γίγνονται, και τούς αγαθούς προςδιαφθεί-
ρουσιν, άθυμοτέρους ποιουντες, ώς ούδέν οφελος έκ
του δικαιοπραγεϊν έ'ξοντας. Παρ' οίς γαρ αν τό
5ρασυνόμενον πλεονεκτΫί, παρά τούτοις ανάγκη το
επιεικές έλαττουσθαι· και έν οίς άο^ικία ατιμώρη
τος ή, και τό σωφρονοΰν άγε'ραστον γίγνεται. Τί
μεν γαρ άν ύμεϊς αγαθόν ποιεΐν φη'σετε, ει μηδέν
ούτοι κακόν δρώσι ; πώς δέ αν εικότως τιμάσθαι
έθελη'σητε, αν μη την δικαίαν ούτοι τιμωρίαν ύ-
πόσχωσιν ·, η αγνοεΐτε τουθ' ότι αν τό μέν των
φόβων τ·5ίς δίκης έλευθερωθη, τό δέ της έλπίδος
τών άθλων στερηθνί, αγαθόν μέν ούδέν, κακά δέ
μυρία απεργάζεται ; ώστ' εΐπερ άρετην όντως ά
122 ΜΟΝΙδ ΟΟΟΟΕΙΙ
σκεΐτε, μιση'σατε μεν τούτους ώ; πολεμίους· ού
γαρ πω φύσει τινι τό φίλιον άπό τοΰ εχθρου δια-
κέκριται, άλλα τοΐς τε τρόποις και ταις πράξει*
διορίζεται. ΤΩν αγαθών μέν οντων, παν και το
άλλότριον οικειουται· πονηρών δέ πάν και το συγ-
Γενές άλλοτριοΰται.
Άπολογίσασθε δέ υπέρ υμών αύτών. Ανάγκη
γάρ τις πυνθανόμενος τό τε πλήθος ήμών και την
όρμην, ες πάντας ημάς και τα τοις όλίγοις πλεμ-
μελοΰμενα αναφέρει. Και οΰτω τών πλεονεξιών ου
συμμετέχοντες αύτοΐς, τών εγκλημάτων το ίσον
φερόμείΐα. Τίς γαρ άν ούκ άγανακτήσειεν άκούων
ονομα [Λεν ημάς "Ρωμαίων εχοντας, εργα δέ Κελ
τών δρώντας ; Τίς δ' ούκ αν όρων ώδύρετο την Ί-
ταλίαν ομοίως τη Βρεττανία πορθουμένην ; Πώς
δ' ού δεινόν τα μεν τών Γαλατών τών καταπολε-
μηθέντων μηκέθ' ημάς λυπεΐν, τά δέ εντός τών
"Αλπεων, ως τινας ηπειρώτας, η Καρχηδονίους,
η Κίμβρους πορθεΐν ; Πώς δ' ούκ αισχρόν σεμνύ-
εσθαι^μέν ημάς, και λέγειν οτιήμεις πρώτοι 'Ρω-
μαίων και τον 'Ρηνον διέβημεν, και τόν ώκεανον
επλεύσαμεν, την δέ οικείαν άπαθη κακών άπο τών
πολεμίων ούσαν διαρπάσαι, και αντί μεν επαίνου
ΗΙδΤΟΚΙΑ ΚΟΜΑΝΑ. 425
μέμψιν, άντι δέ τ*[Λ^ς άτιμίαν, αντί δέ κερδων
ζημίας, άντι δέ άθλων τιμωρίας λαβεΐν;
Μή γάρτοι νομίσητε [Λη'θ' ότι στρατεύεσθε,.
κρείττους παρά τουτο τών οίκοι πολιτών είναι·
'Ρωμαΐοι γαρ έστέ αμφότεροι, και ομοίως ύμΐν
κακουργεΐν. Οιτε γάρ νόμοι κυριώτεροι ύμών είσι·
και πάντως ποτέ και ταΰτα καταθησεσθε. Μή
μέντοι μηδέ τω πλη'θει θαρσεΐτε· πολυ γαρ πλεί-
ους ύμών οί αδικούμενοι, άν γε και συστραφώσιν,
εισί. Συστραφη'σονται δέ εάν τοιαυτα ποιητε. Μηδ*
ότι τους βαρβάρους ενικη'σατε, και τούτων κατα
φρονεΐτε, ών ούδέν κατά γένος ουτε κατά παιδεί-
αν, ούκ εκ της τροφης, ούκ έκ των επιτηδευμά
των διαφέρετε· άλλ' ώσπέρ που και προσήκον καΐ
συμφέρον έστιν ύμΐν, μητε βιάζεσθέ τινα αύτών,
μη'τ' άδικεΐτε. Άλλα τα μέν επιτηδεια παρ' ε
κουσίων σφών λαμβάνετε, και τά γέρα παρ' έκόν-
τών προσδένετε. Προς γαρ δη τοΐς είρημένοις,
τοΐς τε άλλοις όσα άν τις μηκύνωνπερί των τοιού
των διεξέλθοι, και εκεΐνο δεΐ ύμάς προσλογίζεσθαι
ότι νΰν ήμεΐς ενταΰξ)' ηκομεν, ίνα τί| τε πατρίδι
αδικουμενη βοηθη'σωμεν, και τούς κακουργοΰντας
αύτήν άμυνώμεθα. ΈπεΙ εΐγε έν μηδενι δεινω ην,
124 ϋΙΟΝΙδ ΟΟΚΙΕΙΙ
ουτ ' αν ές την Ίταλίαν μετά των οπλων ήλθο[Λεν
(ού γαρ έ'τ' έστιν), ουτ' αν τάτε των Κελτών και
τα των Βρεττανών άτέλεστα κατελίποιιεν, δυνη-
θέντες αν και εκεΐνα προςκατεργάσασθαι.
Ούκοΰν πώς μέν ουκ άτοπον, επί τη των αδι-
κούντων τιμορία παρόντας ήιΛας μηοε ήττον πλε-
ονεκτοΰντας εκείνων φαν?ίναι ; Πώς ού σχετλιον,
·προς έπικουρίαν της πατρίδος άφιγμένους, συ[/.-
ρχχων αύτήν έτε'ρων άναγκάσαι καθ' ήμών δεη-
θηναι ; Καίτοι έγωγε τοσουτον περιεϊναι τοις δι-
καιώμασι του Πομπηίου νομίζω, ώστε και ες δί-
κην πολλάκις αύτόν προκαλέσασθαι . Και επειδή
·νε [Λή ήθέ*λησεν ειρηνικώς ύπο του συνειδότος δια-
κριθηναι, πάντα [Λεν τόν δή[Λον, πάντας δέ τους
συμμ0χους έλπίσχι δια τουτο προσθη'σεσθαι. Άλ
λα νυν αν γε και τοιαυτα ποιώ[χεν, ουτ' αύτος έ-
πιτη'δειόν τι εξω προ'ίσχεσθαι, ουτ' έκείνοις άν ε
πιεικές έγκαλέσαι . Δεϊ δέ δη και του δικαίου πά-
σαν ήμας πρόνοιαν ποιεϊοθαι. Μετα μέν γαρ τού
του, και ή παρα τών όπλων ισχύς εύ'ελπίς £στιν
άνευ δ' εκείνου βέβαιον ούδέν, καν παραυτίκα τις
κατορθώση τι, έχει. Και ότι ταυθ' οΰτω πε'φυκε,
και ύαών οί πλείους έπίστανται· πάντες γουν τα
ΗΙ8Τ0ΚΙΑ ΚΟΜΑΝΑ. 128
προση'κοντα άπαράκλητοι πράττετε. "Οθεν που και
εγώ συνεκαλεσα ύμάς, ίνα και μάρτυρας και έπο-
πτας των τε λεγομενων και πραττομένων ποιη'σω-
μαι. Άλλ' ύμεις ού τοιουτοι έστέ, και δια ταΰτα
και έπαινεΐσθε. Όλίγοι δέ δη' τινες, οράτε, όπως
πρός τω πολλάκις κακουργηκέναι, και μηδεμίαν
δίκην δεδωκέναι, και προσεπαπειλοΰσιν ήμΐν.
Ού μέντοι και εγώ ουτ' άλλως καλον είναι νο
μίζω άρχοντα τινα των αρχομενων ήττάσθαι, ουτ'
αν σωτηριόν τι γενέσθαι ποτέ, ει το ταν/θέν ύπη-
ρετεΐν τινι, κρατεΐν αύτοΰ έπιχειρη'σειε. Σκέψασθε
δέ ποιος μέν κόσμος οίκίας γένοιτο, αν οί έν τή η
λικία ό'ντες τών πρεσβυτέρων καταφρονη'σωσι. ποΐ-
ος δέ τών διδασκαλείων, αν οί φοιτώντεςτών παι-
δευτών άμελη'σωσι· τίς ύγίεια νοσοΰσιν, αν μη
πάντα τοΐς ιατροΓς οί κάμνοντες πειθαρχώσι· τίς
δέ ασφάλεια ναυτιλλομένοις, άνοίναυται τών κυ
βερνητών άνηκουστώσι . Φύσει τέ γαρ άναγκαΐά
τινα και σωτη'ρια, τω μέν άρχειν έν τοις άνθρώ-
ποις, τώ δέ άρχεσθαι, τέτακται. Και αδύνατον
έστιν άνευ αυτών και ότιουνκαι έφ' όποσονοΰν δια-
γενέσθαι. Προσηκει τέ τω μέν έπιστατοΰντί τινος
εκφροντίζειν τέ τά δέοντα, και έπιτάττειν τω δέ
126 0Ι0ΝΙ8 ΟίΜΧΕΙΙ
ύποτεταγ[«νω πειθαρχεΐν τε άπροφασίστως, και
εκπονεΐν το κελευόμενον. Έξ ού και μάλιστα τό
τε εμφρον του άφρονος, και το έπιστίμον τοΰ άνε-
πιστημονος εν παντί προτετίμηται. Οΰτω δη ούν
τούτων εχόντων, ούκ άν ποτε οΰτε συγχωρη'σαιμί
τι τούτοις τοϊς θορυβνίσασιν, αναγκασθεις, οΰτ1
αν έπιτρέψαιμι, βιασθείς. "Η τί μεν από τε τοΰ
Αινείου και άπο τοΰ Ιούλου γεγονα ; Τί δέ εστρα-
τη'γησα; Τί ύπάτευσα; Έπί τί δ·έ ύμάς τούς
1χ,έν οίκοθεν έξη'γαγον, τούς δ' υστερον προσκατε-
λεξα ; Έπί τί τοσουτον ηδη χρόνον την έξουσίαν
την άνθύπατον έχω λαβων, άν γε δουλεύσω τονί
ύμών, και νικηθώ τινος ύμών ένταΰθα έν τ?ί Ιτα
λία, προς την 'Ρώμην, δι' ων και Γαλάτας έχει-
ρώσασθε, και Βρεττανών έκρατη'σατε ; Τί δείσας,
καί τί φοβηθείς ; Μη' με τις ύμών άποκτείνη ;
Άλλ' εί μέν πάντες ταΰτ' έφρονεϊτε, έκών αν ά-
ποθανεΐν είλόμην, η τό τε αξίωμα της ήγεμονείας
καταλύσαι, καί τό φρόνημα το τη προστατεία
προσηκον άπολε'σαι.
Πολύ γαρ που πλείω πολύ κινδυνεύεται τοΰ
ε'να άνδρα αδίκως άποθανεΐ'ν, αν εθισθώσινοί στρα-
τιώται τοΐς τε στρατηγοις σφών προστάττειν τινα,
ΗΙ8Τ0ΚΙΑ ΒΟΜΑΝΑ. «7
και τα δίκαια τα των νόμων έν ταΐς χερσί ποιεΐ-
σθαι. Άλλα τοΰτο μέν ούδέ έπηπείληκε τις αυ
τών και γαρ αν. . . , και παραχρημα, ευ οιδα,
ότι προς ύμών τών άλλων άπε'σφακτο. Την δέ δη
στρατιαν ώς κεκμηκότες εξίστανται, και τα όπλα
ώς και πεπονημενοι κατατίθενται· και παντως άν
γε μή παρ' έκόντος μου τούτου τύχωσι, και την
τάξιν έκλείψουσι, και προς τον ΠομπηΊ'ον μετα-
στη'οΌνται, απέρ που και παραδηλοΰσί τινες. Και
τις μεν ούκ αν έθελη'σειε τοιούτων ανθρώπων στε-
ρηθηναι ; Τις δέ ούκ αν εΰξαιτο τοιούτους έκείνω
στρατιώτας ύπάρξαι, ο'ί τινες [Λητε τοΐς διδομέ-
νοις αρκουνται, μη'τε τοις προσταττομένοις πείθο
νται, άλλ' έν Ηλικία γηρας, και έν ίσχύΐ άσθένει-
αν προβαλλόμενοι, δεσπόζειν τέ τών αρχόντων,
και τυραννεΐν τών ηγουμένων σφών άξιοΰσιν ;
Έγώ γαρ μυριάκις άν και προς τον Πομπνμ-
ον όπωσδη' ποτε καταλλαγηναι, και άλλο ότιοΰν
παθεΐν έλοίμην, η τι άνάξιον του τε πατρίου φρο
νηματος και της έμαυτοΰ προαιρέσεως πραξαι.
Άγνοεΐτε ότι οΰτε δυναστείας ουτε πλεονεξίας ε
πιθυμώ ; Ούδέ μοι πρόκειται πάντως τι και εκ
παντός τρόπου καταπράξαι, ώς τε' τι έπί τούτω
128 ΙϋΟΙΑΝΙ
και ψεύσασθαι, και θωπεΰσαι και κολακεΰσαί τι-
νας ; Παύσασθε μέν δη διά ταυτα της στρατιας,
ώ, τί άν ύμάς όνομάσαιρα ·, Ού μέντοι ώςκαιαύ-
τοι και βούλεσθε και φατέ, άλλ1 ώς τω κοινώ και
έ[Λοι συμφέρει. Των Δίων. 'Ρωααικ. Ίστ. μα'.

ΟΜΟϋΐυΜ ΜΟΚΤυΟΚΙΙΜ ΟΟΝδϋΙΤϋΜ.


Μβηϊρρυδ βΙ ΡΜοηϊάβδ.
ΜΕΝ. ΤΩ χαϊρε μέλαθρον πρόπυλά θ' εστίας ίμ.ης,
ώς άσμενός σε' γ' είδον ές φάος μολών. ΦΙΛ. Ού
Μένιππος ούτός έστιν ό κύων ; ου μεν ούν άλλος,
εί μη εγώ παραβλέπω· Μένιππος ολος. Τίούν αύ-
τω βούλεται τό άλλόκοτον του σχηματος, πϊλος,
καί λύρα, και λεοντή ; προσιτέον δέ ομως αύτω.
Χαϊρε, ώ Μένιππε- πόθεν ήμϊν άφΐξαι ·, πολύν γαρ
χρόνον ου πέφηνας έν τνί πόλει.
1 ΜΕΝ. "Ηκω νεκρών κευθμώνα κα'ισκότου πυλας
λιπών, ΐν' "Αόης χωρις ωκισται θεών.
ΦΙΛ. Ήράκλεις, έλελη'θει Μένιππος ημάς απο
θανών, κατ' έξ ύπαρχης άναβεβίωκεν ; ΜΕΝ. Ούκ,
άλλ' έ'τ' έ'μπνουν Ά'ί'δης μ' έδέξατο. ΦΙΛ. Τίςδ'
ή αιτία σοι της καινής και παραδόξου ταυτης α
ποδημίας; ΜΕΝ. Νεότης μ' έπνίρε και θράσος
ΝΕΟΚΟΜΑΝΤΙΑ. 429
τοΰ νου πλέον. ΦΙΛ. Παΰσαι, αακάριε, τραγω-
δων και λέγε ούτωσί πως άπλώς καταβάς άπο των
ϊ*|ΐβηων, τίς ή στολη ; τί σοι της κάτω πορείας
«δεησεν ; άλλως γαρ ούχ ήδειά τις ούδέ άσπάσιος
η1 όο\ίς. ΜΕΝ. ΤΩ φιλότης, χρειώ [Λε κατη'γαγεν
ίίς Άίδαο ψυχ.7 χρησομενον Θηβαίου Τειρεσίαο..
ΦΙΛ. Ούτος, άλλ' ί παραπαίεις ; ού γαρ αν οΰτως
έ[Λ[Λέτρως έρραψωδεις προς άνδρας φίλους. ΜΕΝ.
Μη θαυρ;άσης, ώ εταίρε· νεωστι γαρ Ευριπίδη
και 'Ορίρω συγγενό[Λενος ούκ οίδ' όπως άνεπλνί-
σθην των έπων και αύτοματά μοι τά μέτρα έπι
το στόαα ερχεται.
2 Άτάρ είπε ρκ>ι, πως τρί ύπέρ γης «7 ει, και
τί ποιοΰσιν οί εν τη πόλει ;
ΦΙΛ. Καινον ούδέν, άλλ' οία και προ του άρ-
πάζουσιν, έπιορκοΰσι, τοκογλυφοΰσιν, όβολοστα-
.τοΰσιν. ΜΕΝ. 'Άθλιοι και κακοδαίμονες· ου γαρ
ΐσασιν οία εναγχος κεκύρωται παρά τοΐς κάτω και
οία κεχειροτόνηται τα ψηφίσματα κατά τών πλου
σίων, ά ΟΛ τόν Κέρβερον ούδευιία [/,ηνανί) τό δια-^
φυγεΤν αυτούς. ΦΙΛ. Τίφη'ς; δέδοκταί τι νεώτεροι
τοις κάτω περι τών ένθάδε; ΜΕΝ. Νη Δία, και πολ-
9
130 ιυαίΑΝί
λάγε· άλλ' ού &ε'μις έκφέρειν αύτά προ; απαντας
ουδέ τά άπόρρητα έξαγορεύειν, μή καί τις ημάς
γράψηται γραφην ασεβείας επί του 'Ραδαμάνθυος.
ΦΙΛ. Μηδαμώς, ώ Μένιππε, προς του Αιος, μη\
φθονησης των λόγων φίλω άνδρί· προς γαρ ειδότα
σιωπαν έρεις, τά τ' άλλα και προς μεμυημένον.
ΜΕΝ. Χαλεπον μεν έπιτάττεις τούπίταγμα χα»
ού πάντη άσφαλε'ς· πλην άλλα σου γε ενεκα τολ-
μητε'ον. "Εδοξε δη τους πλουσίους τουτους καί
πολυχρημάτους και το χρυσίον κατάκλειστον ώσ.,
.περ την Δαναών φυλάττοντας ...
ΦΙΛ. Μή πρότερον εΐπης, ώγαθέ, τά δεδογμέ»
"να, πριν εκεΐνα διελθεΐν, ά μάλιστ' αν ήδέως ά«
χούσαιμί σου, τίς ή έπίνοιά σου τής καθόδου έγέ»
-νετο, τίς δέ ό τής πορείας ήγεμών, εΐθ' έξης α τε
είδες ά τε άκουσας παρ' αύτοις· εικος γαρ δη φι-
λόκαλον όντα σε μηδέν των άξίων 5ε'ας η άκοης
·παραλιπεΐν.
3 ΜΕΝ. Ύπουργητέον και ταΰτά σοι· τί γάρ
αν και πάθοι τις, όποτε φίλος άνήρ βιάζοιτο )
Και δη πρώτα σοι δίειμι τά περί της γνώμης της
έ*μης και οθεν ώρμηθην προς την καταβασιν έγώ
7αΡ> α7.Ρι μέν έν παισίν ην, άκούων Όμηρου και
ΝΕΟΚΟΜΑΝΤΙΑ. 131
Ησιόδου πολέμους και στάσεις διηγουμένων ού
μόνον των ημιθέων, άλλα και αυτών ηδη των θε
ών, ετι δέ και μοιχείας αυτών και βίας και άρπα
γας και δίχας και πατέρων έξελάσεις και αδελφών
γάμους, πάντα ταυτα ένόμιζον είναι καλα και ού
παρέργως έκνώμην προς αυτά. έπεί δέ εις άνδρας
τελεΐν ηρξάμην, πάλιν αύ ενταυθα ηκουον τών νό
μων τάναντία τοΐς ποιηταΐς κελευόντων, μη'τε
μοιχεύειν μη'τε στασιάζειν μη'τε άρπάζειν. Έν
μεγάλη ούν καθειστη'κειν άμφιβολία ούκ ειδώς δ
τι χρησαίμην έμαυτώ· οΰτε γαρ άν ποτε τους θε
ούς μοιχευσαι καιστασιάσαι προς άλληλους ήγού-
μην, εί μη ώς περί. καλών τούτων έγίγνωσκον,
ουτ' αν τούς νομοθέτας· τάναντία τουτοις παραι-
νεΐν, ει μή λυσιτελεΐν ύπελάμβανον.
4 Έπει δέ διηπόρουν, εδοξέ μοι έλθόντα παρά
τούς καλουμένους τουτους φιλοσόφους έγχειρισαι
τε έμαυτον και δεηθηναι αυτών χρησθαί μοι δ τι
βούλοιντο καί τινα όδον άπλήν και βέβαιον ύπο-
δεΐξαι του βίου. Ταΰτα μεν δη φρονών προση'ειν
αύτοις, ελελη'θειν δ' έμαυτον ές αύτο, φασί, το
πυρ έκ του καπνου βιαζόμενος· παρά γάρ δη τού
τοις μάλιστα εΰρισκον επισκοπών την άγνοιαν και
132 ΙϋΟΙΑΝΙ
τήν άπορίαν πλείονα, ώστε [Λοι τάχιστα χρυσοδν
απέδειξαν ούτοι τον των ιδιοτών βίον άμέλει ό
[Λεν αύτών παρνίνει το πάν νίδεσθαι και μόνον τοΰ-
το έκ παντος μετιέναι· τοΰτο γαρ εΐναι το εΰ'δαι-
[Λον ό δε τις εμπαλιν, πονεΐν τά πάντα και [/λ-
χθεΐν και το σώμα καταναγκάζειν ρυπώντα καΐ
αύχμώντα και πάσι δυσαρεστοΰντα και λοιδορού-
μενον, συνεχές έπιρραψφδών τά πάνδημα εκεΐνα
του Ησιόδου περι τν)ς αρετης επη και τον ίδρωτα
και την έπι τό άκρον άνάβασιν άλλος καταφρο-
νεΐν χρημάτων παρεκελεύετο καιάδιάφορον οΐεσθαι
την κτησιν αυτών ό δέ τις εμπαλιν άγαθον είναι
και τον πλοΰτον αύτον άπεφαίνετο· περι μεν γαρ
του κόσμου τί χρίι και λέγειν ; ος γε ιδίας και α
σώματα και άτόμους και κενα και τοιουτον τινα
οχλον ονομάτων όση μέραι παρ' αύτών άκούων έν-
αυτίων. Και το πάντων άτοπώτατον, ότι περι
τών έναντιωτάτων εκαστος αύτών λέγων σφόδρα
νικώντας και πιθανούς λόγους έπορίζετο, ώστε
μη'τε τώ θερμαν το αύτο πραγμα λέγοντι μη'τε
τφ ψυχρόν άντιλέγειν έ'/ειν και ταΰτα ειδότα σα
φώς ώς ούκ άν ποτε 5ερμόν εϊη τι και ψυχρον ε»
ταυτώ χρόνω· άτεχνώς ούν έπασγ/ον τοις νυστά
ΝΕΟΚΟΜΑΝΤΙΑ. <53
ζουσι τούτοις όμοιον άρτι μεν έπινεύων, άρτι δε
βνανεύων εμπαλιν.
5 Πολλώ δέ τούτων εκεΐνο άλογώτερον τους
γαρ αυτούς τούτους εΰρισκον επιτηρών έναντιώτα-
τα τοΐς αυτών λόγοις έπιτηδεύοντας· τους γοΰν
χαταφρονεΐν παραινοΰντας χρημάτων έώρων άπρίξ
«χομένους αυτών και περί τόκων διαφερομένους
χαί «πι μισθώ παιδεύοντας και πάντα ?νεκα τού
των υπομένοντας, τούς τε την δόξαν άποβαλλομε-
νους αυτής ταύτης χάριν τα πάντα και πράττον
τας και λέγοντας, ηδονής τε αυ σχεδον απαντας
χατήγορούντας, ιδία δέ μόνη ταύτη προσηρτη μέ
νους.
9 Σφαλεις ουν και τησδε της ελπίδος έτι μάλ
λον έδυσχέραινον ήρεμα παραμυθούμενος έμαυτον,
ότι μετά πολλών και σοφών και σφόδρα έπί συνέ-
«ι διαβεβοημένων άνόητόςτε είμι καιτάληθές έτι
άγνοών περιέρχομαι· καί μοί ποτε διαγρυπνοΰντι
τούτων ένεκα εδοξεν ές Βαβυλώνα ελθόντα δεηθη-
ναί τινος τών μάγων τών Ζωροάστρου μαθητών
και διαδόχων, ηκουον δ' αυτούς έπωδαις τε τβα
τελεταις τισιν άνοίγειν τε του "Αδου τάς πύλας
και κατάγειν δν αν βούλωνται ασφαλώς και οπισω
134 ΙϋΟΙΑΝΙ
αύθις άναπε'μπειν. "Αριστον ούν ήγού[Λην είναι
παρά τινος τούτ&>ν ο\απραξάμενον την κατάβασιν
έλθόντα παρά Τειρεσίαν τόν Βοιώτιον (Ααθεΐν παρ*
αύτοΰ άτε μαντεως και σοφοΰ, τίς έστιν ό άριστος
βίος και αν αν τις ελοιτο εύ φρονών και δη άνα-
πηδη'σας ώς είχον τάχους έ'τεινον εύθύ Βαβυλώνος.
Έλθών δέ συγγίγνομαί τινι των Χαλδαίων σοφώ
άνδρι και θεσπεσίω την τέχνην, πολιώ μέν τη»
κήιυαν, γένειον δέ μάλα σε[Λνον καθειμενω, τοΰνο-
μα δέ ην αύτφ Μιθροβαρζάνης· δεηθεις δέ και
καθικετεύσας μογις επέτυχον παρ' αύτοΰ, έφ' ότφ
βούλοιτο μισθώ, καθηγη'σασθαί [Λοι της όδοΰ.
7 Παραλαβών δέ με ό άνηρ πρώτα μέν ή[Λερας
εννέα και εΐκοσιν άμα τη σεληνη άρξάμινος ελουε
κατάγοον έωθεν έπι τον Εύφράτην, προς άνίσχοντα
τον ηλιον ρησίν τινα ριακράν έπίλεγων, ής ού σφό
δρα κατη'κουον ώσπερ γαρ οί φαυλοι τών εν τοις
άγώσι κηρύκων έπίτρο"/όν τι και ασαφές έφθέγΓε-
το· πλην έώκει γέ τινας έπικαλεΐσθαι δαίμονας.
Μετά δέ ούν την έπωδην τρις αν [Λου προς το πρόσ
ωπον άποπτύσας, έπανη'ειν πάλιν ούδένα τών ά-
παντώντων προσβλέπων και σιτία μέν ήμΪν τά
άκρόδρυα, ποτον δέ γάλα και μελίκρατον και το
ΝΕΟΚΟΜΑΝΤΙΑ. 135
του Χοάσπου ΰδωρ, εύνη δέ υπαίθριος έπί της πό
ας. Έι«ι δέ άλις είχε της προδιαιτη'σεως, περί
{Λε'σας νύκτας επί τον Τίγρητα ποτααον άγαγών
εκάθηρέ τε' [Λε καί άπε'μα:;ε και περιη'γνισε δαδί-
οις και σκίλλη και άλλοις πλείοσιν ν.ψ% και την-
έπωδην έκείν/ιν ύποτονθορύσας, είτα ολον με κα-
ταιχ,αγεύο-ας και περιελθών, ίνα [Λή βλαπτοί[ζην
ύπο των φασαατων, επανάγει ές την οίκίαν, ώς,
«ΐχον, άναποδίζοντα, καί το λοιπον άμφι πλοΰν
*ΐχο[χεν.
8 Αύτος [Λέν ούν ρ,αγικη'ν τινα ένέδυ στολήν
τα πολλα έοικυίαν τη Μησικη, ζψι δε τουτοισΐ
«ρε'ρων ένεσκεύασε τω πίλω και τ/ί λεοντίί και
-προαετι τη λύρα, και παρεκελεύσατο, ην τις έ'ρη-
ταί μ5 τοΰνοαα, Μένιππον μεν ψΊ\ λεγειν, Ήρα-
-κλεα δέ η Όδυινσε'α η Όρφέα.
ΦΙΑ. Ώς δη τί τουτο, ώ Μένιππε ; ού γάρ
«υνίη[Λι τήν αιτίαν ουτε του σχη'αατος οΰτε των
·ονομάτων.
ΜΕΝ . Και μην πρόδηλον τοΰτό γε και ού παν
τελως απόρρητον έπει γαρ ούτοι προ ή [.Λων ζωντες
ές "Αδου κατεληλύΟεσαν, ήγείτο, ει με άπεικά-
βειεν αύτοις, ραϊίως αν τν]ν του Αιακου φρουραν
136 ΙϋΟΙΑΝΙ.
διαλαθεΐν και άκωλυτως παρελθεΐν άτε συνηθέσ-
τερον τραγικως μάλα παραπε[Λπό[Λενον ύπο τον
σχη'ματος.
9 "Ηδη δ' οί*ν ύπέφαινεν ή μέρα, και κατελ-
θόντες επί τον ποταμόν περι άναγωγην έγιγνόρι.ε-
ία· παρεσκεύαστο δ' αύτω και σκάφος και ίερεΐίκ
και μελίκρατον και άλλ' όσα προς την τελετήν
χρη'σι[Λα. Έμβαλοαενοι οΰν άπαντα τά παρεσκευ-
«σμε'να οΰτω δη και αύτοί βαίνομεν άχνύμενοι,
^αλερόν κατά δάκρυ ρέοντες. Και [Λέχρι [Λεν τι
νος ύπεφερόμεθα έν τω ποταμω, είτα δ' έσεπλεύ-
σα[Λεν ές τό ελος και την λί|Λνην, ές ην ό Ευφρά
της αφανίζεται· περαιωθέντες δέ και ταύτην άφ-
ικνούμεθα ες τι χωρίον ερημον και ύλώδες και άν-
ηλιον, εις ο δη άποβάντες (ήγεΐτο δέ Μιθροβαρ-
ζάνης) βόθρον τε ώρυξάαεθα και τά μηλα έσφά-
ξαμεν και τό αί[Λα περί αύτόν έσπείσαμεν. Ό δέ
•Λάγος έν τοσούτω δαδα καο[Λε'νην εχων ούκε'τ' η-
ρεααία τη φωνη, πα[Λ[Λεγεθες δέ, ώς οίός τε ην,
άνακραγών δαίμονας τε όμοΰ πάντας έπεβοάτο
και Ποινάς και 'Ερινύας, και νυχίαν Έκάτην και
«παινην Περσεφόνειαν, παρααιγνύς άμα και βαρ
βαρικά τινα και άση^αα ονόματα και πολυσύλλαβα.
ΝΕΟΗΟΜΛΝΤΙλ. 137
10 Εύθύς ούν άπαντα εκεΐνα έααλεύετο καί ύ-
πο της έπωδης τοΰδαφος άνερρη'γνυτο και ή ύλακή
του Κερβερου και πόρρωθεν ήκούετο και το πράγ
μα ύπερκατηφές ήν καί σκυθρωπόν. "Εδδεισεν δ'
ύπένερθεν άναξ ένε'ρων Άϊδωνεύς· κατεφβίνετο γαρ
Ϋίδη τά πλεΐστα, και ή λίμνη και ό Πυριφλεγέθων
και του Πλούτωνος τά βασίλεια. Κατελθόντες δ'
όρος δια του χάσματος τον [Λεν 'Ραδάμανθυν εύ'-
ρομεν τεθνεώτα μικρου δεϊν ύπο του δέους· ό δέ
Κε'ρβερος ύλάκτησε μεν τι και παρεκίνησε, ταχύ
δέ μου κρούσαντος την λύραν παραχρημα έκηλη'θη
ύπο του μέλους. Έπει δέ προς την λίμνην άφικό-
μεθα, μικροΰ μεν ούδ' έπεραιώθημεν ήν γαρ πλή
ρες ήδη τό πορθμεΐον καί οιμωγής άνάπλεων,
τραυματίαι δέ παντες έπέπλεον, ό μεν το σκελος,
ό δέ την κεφαλήν, ό δέ άλλο τι συντετριμμένος,
εμοί δοκεϊν, εκ τινος πολέμου παρόντες. "Ομως
δ' ούν ό βέλτιστος Χάρων ώς είδε τήν λεοντήν,
οίηθείς με τον Ήρακλέα είναι, έσεδέξατό με καί
διεπόρθμευσέ τε άσμενος καί άποβάσι διεση'μηνε
την άτραπόν.
11 Έπεί δέ ή μεν έν τω σκότω, προη'ει μέν ό
Μιθροβαρζάνης, είπόμην δ' εγώ κατόπιν επόμενος
158 ΙϋΟΙΑΝΙ
αύτου, εως προς λειμώνα μεγιστον άφικνούμεθα
τω άσφοδε'λω κχτάφυτον, ένθα περιεπε'τοντο
ή μας τετριγυΐαι τών νεκρων αί σκιαί· κατ' όλίγο»
δέ προΐόντες παραγιγνόμεθα προς το του Μίνω οΊ-
καστη'ριον, έτύγχανε δέ ό μεν επί θρονου τινος
υψηλοΰ καθημενος, παρειστη'κεσαν δέ αύτώ Ποιναι
χχι άλάστορες και Ερινύες· έτέρωθεν δέ προση'-
γοντο πολλοί τινες εφεξής άλύσει μακραδεδεμένο*
ελε'γοντο <5'έ είναι μοιχοί και πορνοβοσκοί και τε~
λώναι και κόλακες και συκοφάνται και ό τοιουτος
ομιλος τών πάντα κυκώντων εν τω βίω· χωρις δε
οι τε πλούσιοι και τοκογλύφοι προσνίεσαν ωχροί
και προγάστορες και ποδαγροί, κλοιον εκαστος
αύτών και σκύλακα διτάλαντον επικείμενος. Έφ-
εστώτες ούν ημεις έωρώμέν τε τα γιγνόμενα και
ηκούομεν τών άπολογουμένων - κατηγορουν δέ αύ
τών καινοί τινες και παράδοξοι ρητορες .
ΦΙΛ. Τίνες ούτοι, προς Διός; μη γαρ όκνη'σης
και τοΰτο ειπεΐν.
ΜΕΝ. Οίσθά που ταυτασί τάς προς τον ηλιον
άποτελουμενας σκιάς άπό τών σωμάτων;
ΦΙΛ. Πάνυ μέν ούν.
ΜΕΝ. Λύται τοίνυν, έπειθαν άποθάνωμεν, ,
ΝΕΟΒΟΜΑΝΤΙΛ. 139
κατηγοροΰσί Τε και καταααρτυροΰαι και διελέγ-
χουσι τα πεπραγμένα ήαϊν παρά τον βίον, και
σφόδρα τινές αξιόπιστοι δοκοΰσινάτε άει ξυνουσαι
και [Αηδέποτε άφιστά[χ,εναι των σωμάτων.
12 Ό ούν Μίνως επιμελώς έξετάζων άπέ-
πεαπεν εκαστον ές τον των άσεβων χώρον οίκην
ύφέξοντα κατ' άξίαν των τετολμημενων, και μά
λιστα εκείνων ήπτετο των επί πλούτοις τ ε και άρ-
'/βϊς τετυφωμένων και μονονουχί και προσκυνεΐ-
«θαν περι[Λενόντων, την τε όλιγο"/ρόνιον άλαζονεί-
«ν αυτών και την ύπεροψίαν μυσαττόμενος, και
ότι μή έμεμνηντο θνητοί τε οντες αύτοί και θνη
τών αγαθών τετυνηκότες· οί δέ άποδυσάαενοι τα
"λαμπρά εκεΐνα πάντα, πλουτους λε'γω και γένη
και δυναστεία:, γυμνοί κάτω νενευκότες παρειστη'-
κεσαν ώσπερ τινά δνειρον άναπεαπαζόμενοι την
παρ' ή[ΛΪν εύδαιμονίαν ώστε εγωγε ταΰθ' όρών
ύπερέχαιρον και εΐ τινα γνωρίσαιαι αύτών, πρασ
ιών άν ήσυχη πως ύπεμίμνεσκον οίος ήν παρά το*
βίον και ηλίκον έφυσα τότε, ήνίκα πολλοι αέν έ'-
<οθεν επί τών πυλώνων παρειστη'κει>αν την πρόοδον
αύτοΰ" περιμενοντες ώθούμενοί τε και άποκλειόμε-
-νοι προς τών οικετών ό δέ μόγις άν ποτε άνατεί
140 ΙϋΟΙΑΝΙ
λας αύτοΐς πορφυρους τις η περίχρυσος η διαποί-
χιλος εύδαίμονας ωετο και μακαρίου; άποφαίνειν
τούς προσειπόντας, εί το στήθος η την δεξιάν προ
τείνων δοίη καταφιλεϊν. Εκεΐνοι μέν ούν ήνιώντο
άκούοντες.
13 Τω δέ Μι'νωϊ μία τις και προς χάριν έδι-
κάσθη· τον γάρ τοι Σικελιωτών Διονύσιον πολλα
και ανόσια υπό τε Δίωνος κατηγορηθέντα και ύπο
της σκιάς καταμαρτυρηθέντα παρελθών Αρίστιπ
πος ό Κυρηναίος (άγουσι δ' αύτον έν τιμη και δύ-
-ναται μέγιστον έν τοις κάτω) μικρου όεΐν τη Χι
μαιρα παραδοθεντα παρέλυσε τη"ς καταδίκης λε
γων πολλοις αύτον των πεπαιδευμένων προς άργυ-
ριον γενεσθαι δεξιόν.
44 Άποστάντες δέ ομως του δικαστηρίου προς
το κολαστη'ριον άφικνούμεθα. "Ενθα δη, ώ φίλε,
πολλά και ελεεινά ην άκοΰσαι και ιδεΐν μαστι
γων τε γάρ ομοΰ ψόφος ήκούετο και οιμωγη των
επι του πυρος όπτωμένων και στρέβλαι και κυφω-
νες και τροχοι, και η Χίμαιρα έσπάραττε και ό
Κέρβερος έδάρδαπτεν, έκολάζοντό τε ά'μα πάντες,
βασιλεΐς, δοΰλοι, σατράπαι, πένητες, πλούσιοι,
πτωχοι, και μετέμελε πάσι των τετολμημένων.
ΝΕ0ΚΟΜΑΝΤ1Α. 141
Ένίους δε αύτών και εγνωρίσαριεν ιδόντες, όπόσοί
"ήσαν των έναγχος τετελευτηκότων οί δέ ένεκα-
λύπτοντο και άπεστρέφοντο, »ί δε και προσβλέ-
ποιεν, [λάλα δουλοπρεπες τι και κολακευτικών,
και ταΰτα πώς οίει βαρεις όντες και ύπερόπται
παρά τον βίον; Τοΐς [Λεντοι πένησιν .όμιτέλειβ
των κακών έδίδοτο, και διαναπαυό[Λενοι πάλιν
έκολάζοντο. Και μήν κάκεΐνα είδον τά μυθώδη,
τον Ίξίονα και τον Σίσυφον και τον Φρύγα Τάν-
ταλον χαλεπώς έχοντα και τον -γηγενη Τιτυον,
Ήράκλεις όσος· εκειτο γουν τόπον επεχων αγρου.
15 Διελθόντες δέ και τούτους ες το πεδίον έσ-
βαλλομεν τ6 Άχερούσιον, εύρίσκομεν τ» αύτόθί
τοί»ς ημιθέους τε και τάς ήρωίνας και τον αλλον
ό[Αΐλον των νεκρών κατα έθνη και κατά φΰλα δι-
αιτωμένους, τους μεν παλαιούς τινας και εύρωτι-
ώντας και ώς φησιν "Ομηρος, άμενηνούς, τούς δ*
έτι νεαλεις και συνεστηκότας, και μάλιστα τους
Αιγυπτίους αύτών δια το πολυαρκές της ταριχεί-
ας. Το μέντοι διαγιγνώσκειν εκαστον ού πάνυ τι
ην ράδιον άπαντες γαρ άτεχνώς άλληλοις γίγνον-
"ται ομοιοι τών οστών γεγυμνωμένων πλην άλλ«
αόγις τε και δια πολλοΰ άναθεωροΰντες αυτούς έ
142 ΙϋΟΙΑΝΙ
γιγνώσκο[Λεν. "Εκειντο δ' έπ' άλληλοις άριαυροί
καί άσημοι και ούδέν έτι των παρ' ήμΐν καλών
φυλάττοντες. Άρ.ε'λει πολλών έν ταύτώ σκελετών
κειμένων και πάντων ομοίων φοβερόν τι και διά->
κενον δεδορκότων και γυμνούς τούς οδόντας προ-
φαινοντων, ηπόρουν προς έ[Λαυτον φτινι διακρίναι-
}Λι τον Θερσίτην άπο του καλου Νιρέως η τον
ταίτην ΤΙρον άπο τοΰ' Φαιάκων βασιλέως η Πυρρί-
αν τον [Λάγειρον άπο τοΰ" 'Αγαμέμνονος· ούδέν γαρ
ετι τών παλαιών γνωρισμάτων αύτοΐς παρέμενεν,
αλλ' ομοια τά όστά ην, άδηλα και άνεπίγραφα
και υπ' ούδενός ετι διακρίνεσθαι δυνάμενα.
16 Τοιγάρτοι εκεΐνα όρώντι έδόκει μοι ό τών
ανθρώπων βίος πομπίί τινι μακρα προσεοικέναι,
χορηγεΐν δέ και διατάττειν εκαστα ή Τύχη διά
φορα και ποικίλα τοΐς πομπευταις τα σχηματα
προσάπτουσα· τον [Λεν γαρ λαβοΰσα, ει τύνοι,
βασιλικώς διεσκεύασε τιάραν τε έπιθεΐσα και δο-
ρυφόρους παραδοΰσα και την κεφαλην στέψασα τω
διαδη'ματι, τω δέ οικέτου σχημα περιέθηκε, τον
δε τινα καλον είναι έκόσμησε, τον δέ άμορφον και
γελοΐον παρεσκεύασε· παντοδαπην γαρ, οίμαι,
δεΓ γενεσθαι την θεαν. Πολλάκις δέ και δια μέ
ΝΕΟΚΟΜΑΝΤΙΑ. 143
σης της πομπής μετέβαλε τα ένίων σχ/ίματα ούκ
έωσα ές τέλος διαπομπευσαι ώς ετάχθησαν, άλλα
μ*ταμφιέσασα τον μέν Κροΐσον Ανάγκασε τήν οί-
κέτου και αιχμαλώτου σκευήν άναλαβεΐν, τον δέ
Μαιάνδριον τέως έν τοΐς οικέταις πομπεύοντα την
του Πολυκράτους τυραννίδα μετενέδυσε, και μέ
χρι μέν τινος εΐασε χρήσθαι τω σχη'ματι· έπειδαν
δ' ό της πομπης καιρος παρέλθη , τηνικαΰτα έκα-
βτος άπονους τήν σκευήν και άποδυσάμενος το
σχήμα μετά του σώματος οσπερ ήν προ του γί-
γνεται, μηδέν του πλησίον διαφέρων. "Ενιοι δέ
ύπ' άγνωμοσύνης, έπειδαν άπαιτη τον κόσμον έ-
πιστάσα ή Τύχη, άχθονταί τε και άγανακτουσιν
ώσπερ οίκείων τινών στερισκόμενοι και ούχ ά προς
ολίγον έχρησαντο, αποδιδοντες. Οίμαι δέ <τε καΐ
των επί της σκηνης πολλάκις έορακέναι τους τρα
γικούς ύποκριτας τούτους προς τάς χρείας των
δραμάτων αρτι μεν Κρέοντας, ενίοτε δέ Πριάμους
γιγνομένους ή Άγαμέμνονας, και ό αύτός, εί τύ-
χοι, μικρον έ'μπροσθεν μάλα σεμνώς τό του Κέ-
κροπος η Ερεχθεως σχήμα μιμνησάμενος μετ' ο
λίγον οίκέτης προήλθεν ύπο του ποιητοΰ κεκελευ-
σμένος· ήδη δέ πέρας έχοντος τοΰ δράματος άπο
144 ίυΟΙΑΝΙ
δυσάμενος εκαστος αύτών την χρυσόπαστον εκεί-
νην έσθΫίτα και τό προσωπεΐον αποθεμενος και κα-
ταβάς άπο των έμβατών πένης και ταπεινός ττβ-
ρίεισιν ούκέτ' Άγαμέμνων ό Άτρέως ούδέ Κρέων.
ό Μενοικέως, άλλα Πώλος Χαρικλέους Σουνιεύς ο
νομαζόμενος Σάτυρος Θεογείτονος Μαραθώνιος.
Τοιαυτα και τά των ανθρώπων πράγματά εστιν,
ώς τότε [Λοι όρώντι Ιδοξεν.
17 ΦΙΑ. Είπε μοι, ώ Μένιππε,' οί $ε τους
πολυτελεις τουτους και υψηλούς τάφους έχοντες
υπέρ γίίς και στηλας και είκόνας και επιγράμμα
τα ούδέν τιμιώτεροι παρ' αύτοις είσι τών ιδιω
τών νεκρών ;
ΜΕΝ. Ληρεις, ώ ουτος· ει γοΰν έθεάσω τον
Μαύσωλον αύτον (λέγω δέ τον Κάρα, τον έκ τον·
τάφου περιβόητον) εύ οίο^α ούκ αν έπαυσ» γελών,
οΰτω ταπεινος έρριπτο έν παραβύστω που λανθά
νων έν τω λοιπώ δη'μω τών νεκρών, έμοι δοκειν,
τοσουτον απολαύων τοΰ μνηματος, παο' όσον έβα-
ρυνετο τηλικοΰτον άχθος επικείμενος· έπειο·άν γάρ
ώ εταίρε, ό Λιακός άπομετρη'ση έκάστω τόν τό
πον (δίδωσι δέ το μέγιστον ου πλέον ποδος) α
νάγκη άγαπώντα κατακεϊσθαι προς το μέτρον
ΝΕΟΒΟΜΑΝΤΙΑ. 14»
ιιυνεσταλμένον. Πολλώ δ' αν οϊμαι [Λάλλον έγέ-
λασας, εϊ έθεάσω τούς παρ' ήμϊν βασιλέας και
σατράπας πτωχεύοντας παρ' αύτοϊς και ητοι τα-
ριχοπωλοΰντας ύπ' άπορίας η τα πρώτα διδάσ
κοντας γράμματα και ύπο του τυγόντος ύβριζο-
μένους και κατά κόρρης παιομένους ώσπερ των
άνδραπόδων τα ατιμοτατα. Φίλιππον γοΰν τόν
Μακεδόνα έγώ 5εασάμενος ούδέ κρατεΐν έμαυτοΰ
δυνατος $ν έδείχθη δε' [χ,οι έν γωνιδίω τινί μισ-
0ου άκούμενος τά σαπρά των υποδημάτων. Πολ
λους δέ και άλλους ην ιδεΐν έν ταίς τριόδοις με-
ταιτοϋντας, Εέρξας λέγω και Δαρείους και Πολυ-
χράτας.
18 ΦΙΛ. "Ατοπα διηγη τά περί των βασιλέ
ων και μικρου δεΐν άπιστα. Τι δέ ό Σωκράτης έ
πραττε και Διογένης και ει τις άλλος τών σοφών ;
ΜΕΝ. Ό μεν ϊωκράτης κάκεϊ περιέρχεται δι-
αλέγχων απαντας· συνεισι δ' αύτώ Παλαμηδης
και 'θδυσσ«ύς και Νέστωρ και ει τις άλλος λάλος
νεκρός. "Ετι μέντοι έπεφύσητο αύτώ και διωδη-
κει έκ της φαρμακοποσίας τά σκέλη . Ό δέ βέλ
τιστος Διογένης παροικεΐ μεν Σαρδαναπάλλω τω
10
146 ΗΉΙΑΝΙ
Άσσυρίω και Μίδα τω Φρυγι και άλλοις τισι των
πολυτελών άκούων δέ οιμωζόντων αύτών και την
παλαιαν τυχην άναμετρου[Λένων γελά τε και τέρ
πεται και τά πολλα ΰπ-ιος κατακείμενος άδει
αάλα τραχεία και άπηνεΐ τη φωνη τάς οιμωγάς
αύτών επικαλύπτων, ώστε άνιάσθαι τους άνδρας
και διασκέπτεσθαι μετοικεΐν ού φέροντας τον Δι
ογένην.
19 ΦΙΛ. Ταυτι μέν ίκανώς· τί δέ το ψη'φισμα
ην, ό'περ έν άρν_η έλεγες κεκυρώσθαι κατ* των
πλουσίων; . ,
ΜΕΝ. Ευ γε ύπέμνάσας· ού γαρ οΐδ' όπως πε
ρι τούτου λέγειν προθέμενος πάμπολυ άπεπλανη'-
Οην του λόγου. Διατρίβοντος γαρ μου παρ' αύτοις
προΰθεσαν οί πρυτάνεις έκκλησίαν περι τών κοινη
συμφερόντων ιδών ούν πολλούς συνθέοντας άνα-
μίξας έμαυτον τοΐς νεκροις ευθύς εις κάι αύτύς ην
τών εκκλησιαστών. Διωκηθη [Λεν ουν και άλλα,
τελευταΐον δέ τό περι τών πλουσίων έπεί γαρ
αύτών κατηγόρητο πολλά και δεινά, βία και
άλαζονεία και υπεροψία και αδικία, τέλος ά-
ναστάς τις τών δημαγωγών άνέγνω ψη'φισμ*
τοιουτον.
ΝΕϋΚΟΜΑΝΤΙΑ. 147

ΨΗΦΙΣΜΑ.

20 « Έπειδή πολλα και παράνοαα οί πλουσι


οι δρώσι παρά τον βίον αρπάζοντες και βια'(οαε-
νοι και πάντα τρόπον των πενητων καταφρονοΰν-
τες, δεδόχθη τη βουλή και τω $η<Λ<ο, έπειδάν
άποθάνωσι, τά μέν σώματα αυτών κολάζεσθαι,
καθάπερ και τά των άλλων πονηρών, τάς Βϊ ψν-
γχς άναπεμφθείσας άνω ές τον βίον καταδύεσθαι
ες τους όνους, άχρι άν έν τώ τοιούτω διαγάγωσι
μυριάδας ετών πέντε και εΐκοσιν, όνοι ες όνων γι-
γνόμενοι, και άχθοφοροΰντες και ύπό των πενη'των
έλαυνόμενοι, τούντεΰθεν δέ λοιπόν έξεΐναι αύτοΐς
«ποθανεΐν. Είπε τηνγνώμην Κρανίων Σκελετίωνος
Νεκυσιεύς φυλίς Άλιβαντίδος. »
Τούτου άναγν<οσθέντος τοΰ ψηφίσματος έπεψνί-
φισαν μεν αί άρχαι, έπεχειροτόνησε δέ τό πλήθος
και ένεβριμη'σατο ή Βριμώ και ύλάκτησεν ό Κέρ
βερος· οΰτω γαρ έντελη .γίγνεται και κύρια τά α
πεγνωσμένα.
21 Ταΰτα μέν δη σοι τά έν τΐί εκκλησία. Ε
γώ δέ, ουπερ άφίγμην ενεκα, τώ Τειρεσία προσ
148 ΜΚΙΑΜ
έλθων ίκέτευον αύτόν τά πάντα διηγησάμενος εί-
ιτεΐν προς με, ποΐόντινα Ηγείται τον άριστον βίον.
Ό ο*έ γελάσας (εστι ο*έ τυφλόν τι γερόντιον και
ών;ρον και λεπτόφωνον), ώ τε'κνον, φησι, την μεν
αιτίαν οί'ίά σοι της απορίας οτι παρά τών σοφών
έγένετο ού τα αύτά γιγνωσκόντων εαυτοίς· άτάρ
ού θέμις λέγειν προς σε'· άπείρηται γαρ ύπο του
'Ραοαμάνθυος. Μηοαμώς, εφην, ώ πατέριον, άλλ'
είπέ και μη περιίδης [Λε σου τυφλότερον περιιοντα
, εν τώ βίω. Ό δέ $η' με άπαγαγών και πολύ των
άλλων άποσπάσας η ρέμα προσκύψας προς το ους
φησιν. Ό των ιδιωτών άριστος. βίος και σωφρο-
νέστερος· ώςτης αφροσυνης παυσάμενος τοΰ μετε-
ωρολογεΐν και τέλη και αρχάς επισκοπεί* και κα-
ταπτύσας των σοφών τούτων συλλογισμών και τα
τοιαυτα λίίρον ήγνισάμενος τοΰτο μόνον έξ άπαντβς
&ηράση, όπως το παρον εύ θέμενος παραδράμης
γελών τά πολλα και περί μηδέν έσπουδακώς.
"Ος ειπων πάλιν ώρτο κατ' άσφοδελον λειμώνα.
22 Έγώ δέ (και γαρ ηδη όψέ ην) άγε δη, ώ
Μιθροβαρζάνη, φημί, τί διαμέλλομεν και ούκ «-
πιμεν αύί)ις ές τον βίον ; Ό δέ προς ταυτα, θαρ
ρει, φησιν, ώ Μένιππε· ταχεϊαν γαρ σοι και
ΝΕ0ΚΟΜΑΝΤ1Α. 149
άπρά·γν.ονα υποδείξω άτραπόν. Και δη άπαγαγών
;/.ε προς τι χωρίον του άλλου ζοφερώτείον δείϊ;*ς
τι χειρί πόρρωθεν άααυρόν τι και λεπτον ώσπευ
δια κλειθρίας έσρέον φώς, εκεΐνο, εφη, εστί το ιε
ρον το Τροφωνίου, κάκεΐθεν κατίασιν οΐ άπο Βοιω
τίας· ταύτην ούν άνιθι και εύθύς ίοτη έπι τίίς Ελ
λάδος. Ήσθείς δέ τοΐς είρταένοις εγώ και του
αά·γον άσπασήΛενος χαλεπώς μάλα δια του στο
μίου άνερπύσας ούκ οίδ' όπως έν Λεβαδεία γί~
γνοααι. Λουκιαν. Ν«κυομαντ.

Ονπιδ ιπα]οΓ ίπιπιϊηβηΙο. νϊΙ» Πηβ »£ίΙ ιίϋδ


£ΓίιΙϊαδ, Πίϋδ »ΙςΠβ α111ΐο1δ α1ΓβδδϊΙίδ ΙιΌ]υδΠιο(ίί
οΓΗΙϊοηβπι βΧΟΓδ118 βδΙ.
Ουτω δέ τοΰ' αιώνος προκεχωρν,κότος, μάλα
δη πρεσβύτης ων ό Κΰρος άφικνεΐται εις Πέρσας
το έβδομον επί τής αύτοΰ άρχης. Και ό [Λέν πα-
τίιρ και ή ρίτηρ πάλαι δή ώσπερ είκός έτετελευ-
τη'κεσαν αύτω· ό δέ Κΰρος έ'θυσε τά νο[Λιζόμενα
ιερά και του χοροΰ ήγησατο Πέρσαις κατάτά πά
τρια και τά δώρα πάσι διέδ(οκεν ώσπερ είώΟει.
Κοψ.ηθείς δ' έν τώ βασιλείω όναρ είδε τοιόνδε.
Έδοςεν αύτω προσελθών κρείττων τις η κατά άν
150 ΧΕΝΟΡΗΟΝΤΙδ
θρωπον ειπεΐν «Συσκευάζου ώ Κΰρε, ηδη γαρ εις
Ι^εούς άπει.» Τοΰτο δέ ιδών το δναρ έΕηγέρθη
και σχεοον έοόκει είδέναι ότι του βίου ή τελευτν)
παρείη .
Εύ9ύς ούν λαβών ιερεϊα έ'ίυε Διί τε πατρώω και
Ήλίω .και τοις αλλοις 2'εοϊ'ς επί των άκρων, ώς
Πέρσαι ^ύουσιν, ώδε έπευχόμενος · «Ζεΰ πατρώε
και "Ηλιε και πάντες 5εοι, δέχεσθε τάδε και τε-
λεστη'ρια πολλών και καλών πράςεων και χαριατη'-
ρια ότι έσηιαίνατέ αοι και έν ιεροις και εν ούρα-
νίοις σηαείοις και έν οίωνοις και έν φημαις ά' τ'
έ/ρήν ποιεϊν και ά ουκ έχρην. Πολλή δ' ύμΐν χά
ρις ότι κάγώ εγίγνωσκον τήν ύμετέραν έπιμέλει-
αν και ούδεπωποτε έπι ταϊς εύτυ-/ίαις ύπερ άν-
Ορωπον έορόνησα. Αιτουμαι δ' ύμάς δουναι και
νυν παισι ιΛεν και γυναικι και φίλοις και πατρίδι
εύδαιμονίαν, έαοι δέ οίόνπεο αιώνα δεδώκατε
τοιαύτην και τελευτήν δουναι.»
Ό μέν δη τοιαυτα ποιη'σας και ο'ικαδε έλθών
έοοςεν άναπαύσεσ9αι και κατεκλβη . 1 ίίπει δέ ώρα
ήν, οΐ τεταγμένοι προσιόντες λούσασίαι αύτον έ-
κέλευον. Ό δ' ελεγεν δτι ήδέως άναπαύοιτο. Οί
δ' αύ τεταγμένοι, έπει ώρα ήν, δεϊπνον παρετίθε
ΟΥΒΙ ΙΝδΤΠΓϋΤΙΟ. 151
σαν τω οέ ή ψοχν) σίτον μεν ού προσίετο, διψην
δ' έδόκει, και έπιεν ήδέως. Ώς δέ και τη ύστε-
ραία συνέβαινεν αύτω ταΰτα και τη τρίτη, έκάλε-
σε τους παίδας· οί δέ έτυχον συνηκολουθηκότες
αύτώ και οντες έν Πέρσχις· έκάλεσε δέ και τούς
φίλους και Περσών άρχάς· παροντων δέ πάντων
ηρχετο τοιοΰδε λόγου.
α Παΐδες έαοι και πάντες οί παρόντες φίλοι,
έμοι μεν του βίου το τέλος ήδη πάρεστιν εκ πολ
λών τοΰτο σαφώς γιγνώσκω· υμάς δέ χρή, οταν
τελευτη'σω, ώς περι εύδαίμονος έμοΰ και λέγειν
και ποιεΐν πάντα. Έγώ γαρ παίς τε ων τά έν
παισι νομιζόμενα καλα δοκώ κεκαρπώσθαι, έπεί
τε ηβησα, τα έν νεανίσκοις, τελειος τε άνήρ γενό
μενος τά έν άνδράσι· σύν τω ^ρόνω τε προϊόντι
άει συναυξανομένην έπιγιγνώσκειν έδόκουν και την
έμήν δυναμιν, ώστε και τούμον γηρας ούδεπώπο-
τε ησθόμην της έμης νεότητος άσθενέστερον γιγνό-
μενον, και ουτ' έπιχειρη'σας οϋτ' έπιθυμη'σας οίδα
ότου ητυχησα. Και τους μέν φίλους έπεΐδον οι'
έμοΰ εύδαίμονας γενομένους, τούς δέ πολεμίους
ύπ' έμοΰ δουλωθέντα;- και την πατρίδα πρόσ-
6εν ιδιωτευουσαν έν τη Ασία νυν προτετιμημένην
152 ΧΕΝΟΡΗΟΝΤΙδ
καταλείπω· ών τ' έκτησά[ϋ,ην ούδέν οΐδα ότι ού
διεσωσάατν. Καί τον μέν παρελθόντα χρόνον έ-
πραττον οΰτως ώσπερ εύχό[Λην, φόβος δε' [ΐ,οι συ[Λ-
παροααρτών ρί τι εν τω έπιόντι '/ρόνω ·$ ΐδοι[Λν
η άκουσα ιαι νι πά6οι[Μ χαλεπον, ούκ εΐα τελε'ως
[« [Λέγα φρονεϊν ούδ' εύφραίνεσθαι έκπεπταμε'νως.
Νυν δ' ην τελευτη'σω, καταλείπω [Λέν ύμας, ώ
παίδες, ζώντας ουσπερ εδοσάν μοι ο'. θεοι γενέ
σθαι, καταλείπο) δέ πατρίδα και φίλους εύδαιμο-
νοΰντας· ώστε πώς ούκ αν εγώ δικαίως αακαριζό-
μενος τον αεί χρόνον μν/)[Μ)ς τυγχάνοιαι ; Δεΐ τέ
και τν}ν βασιλείαν [Λε ίδη σαφηνίσαντα καταλι-
πεΐν, ώς αν α.ν) άαφίλογος γενομε'νη πράγματα
ύ[Μν παράσχνι. Έγώ φιλώ [Λέν άαφοτέρους ύμ«ς
ομοίως, ώ παίδες· το δέ προβουλεύειν και το η-
γεϊσθαι έφ' ο, τι άν καιρος δακίί είναι, τοΰτο
προστάττω τω προτέρω γενο[Λε'νω και πλειόνων
κατά το είκ-',ς έ[χ.πείρω. »
« Έπαιδεύθν·,ν δέ και αύτος οΰτως ύπο τήσδε
της έαίίς τε και υαετέρας πατρίδος, τοϊς πρεσβυ
τεροις ού [./-όνον αδελφοις άλ7.ά και πολίται; και
όδών και θάκων και λόγων ύπείκειν, και ύιΛάς δέ
ώ παίδες, ουτως ες άρχΫ,ς επαίδευον, τους μέν
ΟΥΒΙ ΙΝδΤΙΤϋΤΙΟ. 453
γερ*ιτέρους προτιααν, των δέ νεωτέρων προτετι-
{Λΐσθαι· ώς ούν παλαια και ειθισμε'να και έννοια
λέγοντος έ[ϋ.οΰ οΰτως άποδέχεσθε. Και σύ μέν, ω
Καμβύση, την βασιλείαν έχε, θεών τε διδόντων
σοι και έμοΰ όσον εν έ[Λοί· σοι δε, ω Ταναοξάρη,
σατράπην είναι δίδωμι Μηδων τε και Αρμενίων
και τρίτων Καδουσίων ταΰτα δέ σοι διδούς νο-
αίζω άρ·/ην μεν μείζω και τοΰνοιΛα της βασιλείας
τω πρεσβυτέρω καταλιπεΐν, εύδαιαονίαν δέ σοι
άλυποτέραν. Όποιας αέν γαρ ανθρωπίνης ευφρο
σύνης έπιδε./)ς έσει ούχ όρώ, άλλα πάντα σοι τα
δοκοΰντα ανθρώπους εύφραίνειν παρέσται. Το δε
δυςκαταπρακτοτέρων τε έραν και το πολλα με-
ριμναν και το [Λη δύνασθαι ήσυχίαν εχειν κεντρι-
ζόμενον υπό τής προς τάαα έ'ργα φιλονεικίας και
το έπιβουλεύειν και το έπιβουλεύεσθαι, ταΰτα τω
βασιλεύοντι άνάγκη σου «.άλλον συιΛπαρομαρτεΐν,
ά, σάφ' ΐσθι, τω εύφραίνεσθαι πολλας άσχολίας πα
ρέχει. ΟΪσθα μέν ούν και σύ, ώ Καμβύση, ότι ού
τάδε τό χρυσοΰν σκήπτρον το την βασιλείαν δια-
σώζόν έστιν, άλλ' οί πιστοι φίλοι σκήπτρον βα-
σιλεΰσιν άληθέστατον και άσοαλέστατον. Πιστούς
δέ ρ) νόμιζε φύσει φύεσθαι ανθρώπους· πάσι γαρ
154 ΧΕΝ0ΡΗΟΝΤΙ3
αν οί αύτοι πιστοι φαίνοιντο, ώσπερ και τά'λλα τά
πεφυκότα πάσι τά αύτά φαίνεται· άλλα τους πι
στούς τίθεσθαι δεΐ έ'καστον έαυτώ· ή δέ κτήσις
αύτών εστιν ούδαμώς συν τη βία, άλλά μάλλον
συν τη ευεργεσία. Ει ούν και άλλους τινάς πει-
ράση συμφύλακας της βασιλείας ποιεϊσθαι, μηδα-
μό9εν πρότερον άρχου η άπο τοΰ όιω'θεν γενομένου.
Και πολϊταί τοι άνθρωποι αλλοδαπών οίκειότεροι
και σύσσιτοι άποσκ-ηνων οί δέ .άπο τοΰ αύτου
σπέρματος φύντες και ύπο της αύτης μητρος τρα-
φέντες καί εν τ-/) αύτνί οικία αύξηθέντες και ύπο
των αύτών γονέων άγαπώμενοι και τηναύτήν μη
τέρα και τον αύτον πατέρα προσαγορεύοντες, πώς
ού πάντων ούτοι οικειότατοι ; Μτ, ούν ά οί θεοι
ύφη'γηνται άγα9ά εις οικειότητα άδελ'ΐοϊς μάταια
ποτε ποιησητε, άλλ' επί ταΰτα εύθύς οικοδομεΐτε
άλλα φιλικά έργα· και οΰτως αεί ανυπέρβλητος
(άλληλοις) εσται ή ύμετέρα φιλία. Έαυτου τοι
κη'δεται ό προνοων αδελφου· τίνι γάρ άλλω αδελ
φος μέγας ων οΰτω καλον ώς άδελφω ; τίς δ' άλ
λος τιμησεται δι' άνδρα μέγα δυνάμενον οΰτ«ος
ώ: αδελφός; τίνα δέ φοβη'σεταί τις άδικεϊν άδελ-
φου μεγάλου οντος οΰτως ώς τον άδελφόν ; »
αΥΚΙ ΙΝδΤΙΤϋΤΙΟ. 455
« Μη'τε ούν θαττον μηοείς σοΰ τούτω ύπακου-
έτω μ/ίτε προ9υμότερον παρε'στω, ούδενι γαρ οί-
κειότερα τα τούτου οΰτε άγαθά οΰτε δεινά η σοί.
Έννόει δέ και τάδε· τίνι χαρισάμενος έλπίσαις
αν ϋ,ειζόνων τυ-/εΐν η τούτω; τίνι δ' αν βοηθη'σας
ίσχυρ.ότερον σύ>Λμ«χον άντιλάβοις ; τίνα δ' αίσ-
χιον [χή φιλεΐν ί) τον άδελφόν ; τίνα δέ άπάντων
κάλλιον προτιιΛαν η τον άδελφόν ; [Λόνου τοι, ώ
Καμβύση, προ^τεύοντος αδελφου παρ' άδελφώ ού-
δέ φθόνος παρά των άλλων έφικνεΐται. Άλλα.
προς £"εών πατρώων, ώ παϊδες, τιμάτε άλληλους,
εί τι καί του έαοι χαρίζεσθαι μέλει ύαϊν ού γάρ
δηπου τουτο γε σαφώς δοκεϊτε ειδεναι ώς ούδέν
ειαι εγώ έτι, έπειδάν του ανθρωπίνου βίου τελευ-
τη'σω· ούδέ γάρ νυν τοι την γ' έαην ψυχν)ν έωρά-
τε, άλλ' οίς διεπράττετο τούτοις αύτην ώς ούσαν
κατεφωράτε. »
« Ταςδέτών άδικα παθόντων ψυ^τάς ού'πω κα-
τενοη'σατε οιους μέν φόβους τοϊς [Λιαιφόνοις έ,χ-
βαλλουσιν, ο?ους δέ παλααναίους τοΐς άνοσίοις έ-
πιπε'[Λπουσι ; τοΐς δέ φ6ιμενοις τάς τιμάς διαμέ-
νειν έτι αν δοκεΐτο, ει μΤ,δενος αύτών αι ψυχαί
κύριαι ήσαν ; Οΰτοι έ'γωγε, ώ παϊδες, ούδέ του
«56 ΧΕΝ0ΡΗ0ΝΤ13
το πώποτε έπείσθην ώς ή ψυχή εως [Λεν άν εν θννι-
τω σώματι η, ζΐί, όταν δέ τούτου απαλλαγη,
τέθνηκεν. Όρώ γαρ ότι και τά θνητά σώματα
όσον αν έν αύτοις χρόνον ή ή ψυχή, ζώντα παρέ
χεται. Ούδέ γε όπως άφρων έ'σται ή ψυχή, έπει-
5άν του άφρονος σώματος δίχα γένηται, ούδέ του
το πέπεισμαι· άλλ' όταν άκρατος και καθαρος ό
νους έκκριθή, τότε και φρονιμώτατον είκός αυτόν
είναι. Διαλυομένου δέ ανθρώπου δήλα εστιν εκα
στα άπιόντα προς το όμοφυλον πλην τής ψυχης·
αΰτη δέ μόνη οΰτε παρουσα οΰτε άπιουσα όράται.
Εννοήσατε δέ, έφη, ότι έγγύτερον [Λέν τω άνθρω-
πίνω θανάτω ούδέν Ιστιν ΰπνου· ή δέ του άνθρω
που ψυχή τότε δη'που θειοτάτη καταφαίνεται,
και τότε τι των μελλότων προορα· τότε γαρ, ώς
εοικε, μάλιστα ελευθεροΰ'ται. Ει μεν ούν οΰτως
έχ ει ταυτα ώσπερ εγώ οϊομαι και ή ψυχή κατα
λείπει το σώμα, και τήν εμήν ψυχήν καταιδού-
μενοι ποιεΐτε ά εγώ δέομαι· ειδέμή οΰτως, άλ>ά
μένουσα ή ψυχή έντώ σώματι συναποθνησκει, άλ
λα θεούς γε τους άει όντας και πάντ' εφορώντας
και πάντα δυναμένους, ο'ί και τηνδε τήν των όλων
τάξιν συνέχουσιν άτριβή και άγ/)ρατον και άνα
ΟΥΚΙ ΙΝδΤΙΤϋΤΙΟ. 157
μάρτητον και ύπο κάλλους και μεγέθους άβιη'γκι-
τον, τούτους φοβούμενοι [/τίποτε ασεβές αηδέν
ριτίδέ άνοσιον μητε ποιη'σητε («)τε βουλεύσητε. »
« Μετά αέντοι θεούς και ανθρώπων το παν
γένος τλ άει επιγιγνόαενον αιδεϊσθε· ού γάρ εν
σκότω ύ[.ιάς οί θεοι αποκρύπτονται, άλλ' έαφανί;"
πάσιν άνάγκη άει ζην τα ύμέτερα εργα· ά ην αέν
καθαρά και εςω τών άδικων φαίντται, δυνατούς
ύ[«ϊς έν πάσιν άνθρώποις αναδείξει· ει δέ εις αλ
ληλους άδικόν τι φρονησετε, εκ πάντων ανθρώπων
το αξιόπιστοι είναι άποβαλεΐτε. Ούδείς γάρ άν
έτι πιστεΰσαι δύναιτο ύαϊν, ούδ' εί πάνυ προθυ
μοΐ™, ιδών άδικού[χ,(νον τον μάλιστα φιλία προσ
ήκοντα. Ει ρεν ούν εγώ ύμάς ίκανώς διδάσκω-
βίους χρη προς άλληλους είναι, ει δέ μη, και πα
ρά τών προγεγενη μένων μανίάνετε· αυτ/ι γάρ ά-
ρίστη διδασκαλία. Οί μεν γάρ πολλοί διαγεγεννι-
νται φίλοι μεν γονεΐς παισι, φίλοι δέ αδελφοί
άδελφοις· νίδη δέ τινες τούτων και εναντ'α άλλη'-
λοιν επραξαν όποτέροις άν ούν αισθάνησθε τά
πραχθεντα συνενεγκόντα, ταυτα δη αίρούμενοι ορ
θώς άν βουλεύοισθε. Και τούτων [«ν ΐσως ηδη
ά'λις. »
158 ΧΕΝΟΡΙΙΟΝΤΙδ
« Το έμον σώμα, ώ παίδες, όταν τελευτ,'ίσω,
μη'τε έν χρυσω θήτε μη'τε έν άργύρω μη'τε εν άλ-
λω μηδενι, άλλα τη γνί ώς τάχιστα άποδοτε.
Τί γάρ τούτου μακαριωτερον του γη μιχθήναι, η
πάντα μέν τά καλά, πάντα δέ τάγαθα.φύει τε
κα'ι τρέφει ; εγώ δέ και άλλως φιλάνθρωπος έγε-
νόμην και νυν ήδέως αν μοι δοκώ κοινωνησαν του
εύεργετοΰντος άνθρώπους. Άλλα γαρ ήδη, έφη?
εκλι-εϊν μοι φαίνεται ή ψυχή οθενπερ, ώς έ'οικε,
πάσιν άρχεται άπολείπουσα. Ει- τις ούν ύμών η
δεξιάς βούλεται τη: έμής άψασθαι ή όμμα τούτον
ζωντος έτι πρόσιδεΐν έθέλει, προσίτω· όταν δ'
εγώ έγκαλύψωμαι, αιτουμαι ύμάς, ώ παϊδες,
μηδεις ετ' άνθρώπων τούτον σώμα ιδέτω, μηδ'
αύτοι ύμεϊς.»
« Πέρσας μέντοι πάντας και τους συμμάχους
έπι το μνημα τούμόν παρακαλεΐτε συνησθησομέ-
νους έμοι ότι έν τω άσφαλεϊ ήδη έ'σομαι, ώς μη
δέν άν έ'τι κακον παθεΐν, μη'τε ην μετά του θείου
γένωμαι μη'τε ην μηδέν έτι ώ· όπόσοι δ' άν έλ-
θωσι, τούτους εϋ ποιη'σαντες όπόσα έπ' άνδρι εύ-
δαίμονι νομίζεται αποπέμπετε. Και τοΰτο, εφη,
μέμνησθέ μου τελευταίον, τους φίλους εύεργετοΰ
ΟΥΚΙ ΙΝδΤΙΤϋΤΙΟ. «9
ντες και τους εχθρούς δυνησεο-θε κολάζειν. »
« Και χαίρετε, ώ φίλοι παΐόες, και τ η μητρί
απαγγέλλετε ώς παρ' έμοΰ· και πάντες δέοί πα
ρόντες και οί απόντες φίλοι /αίρετε »
Ταΰτ' ειπών και πάντας δεςιωσάμενος συνεκα-
λυψατο και οΰτως έτελευτησεν.
Ξενοφωντ. Κυροΰ Παιδ. βιβλ. η'.

Ι)ΕΜΟδΤΗΕΝΙδ ΡΗΙΙΛΡΡΙ0Α ΙΤ.


"Οταν, ώ άνδρες Άθηναίοι, λόγοι γίγνωνται
περι ών Φίλιππος πράττει και βιάζεται παρά την
είρηνην άει τους ύπέρ ημών λόγους και δικαίους
και φιλανθρωπους ορώ φαινομένους και λέγειν μεν
απαντας άει τά δέοντα δοκοΰντας τους κατηγο-
ροΰντας Φιλίππου, γιγνόμενον δ' ούδέν ώς έπος
ειπεΐν τών δεόντων ούδ' ών ενεκα ταΰτ' άκουειν
άξιον. Άλλ' εις τουτο ηδη προηγμένα τυγχάνει
πάντα τά πράγματα τη πόλει, ώσθ' δσω τις άν
μάλλον και φανερώτερον έξελέγχη Φίλιππον και
την προς ύμάς ειρη'νην παραβαίνοντα και πάσι
τοϊς "Κλλησιν έπιβουλεύοντα, τοσούτω το τί χρη
ποιεϊν αυμβουλεΰσαι χαλεπώτερον είναι. Αίτιον
δέ τούτων, οτι πάντας, ώ άνδρες Αθηναίοι, τους
160 ϋΕΜΟδΤΗΕΜδ ΙΝ ΡΗΙΙΙΡΡϋΜ.
πλεονεκτεΐν ,ητοΰντας εργω κωλύειν καί πράξεσιν,
ούχί λόγοις δέον, πρώτον μεν ημεΐς οί παριόντες
τούτων [Λ£ν άφε'σταμεν, και γράφειν και συμβου-
λεύειν, την προς υμάς άπέχθειαν οκνουντες, οία
ποιεΐ δέ, ώς δεινα και χαλεπά, και τοιαυτα, δι-
ΰςερχόμεθα· επειθ' ύμεΐς οΐ καθημενοι, ώς [Λεν αν
εΐποιτε δικαίους λόγους και λέγοντος άλλου συν-
δίητε, άμεινον Φιλίππου παρεσκεύασθε, ώς δέ κω
λύεται-' αν ακεΐνον πράττειν ταυτα έφ' ών εστί
νυν, παντελώ; άργώς εχετε. Συμβαίνει δη πράγ
μα άναγκαΐον, οίμαι, κζί ίσως είκός· εν οί; έκά-
τεροι διατρίβετε και περί ά σπουδάζετε, ταΰτ'
άμεινον έκατεροις έχει, έκείνω μεν αί πράξεις, ύ-
μΐν δ' οί λόγοι. Ει μεν ούν και νύν λε'γειν δικαι
οτερα ύμΐν έξαρκεί'· ράδιον, καί πόνος ούδείς πρόϊ-
εστι τω πράγματι. Ει δ' οπως τά παρόντ' έπαν-
ορ9ω0ησεται δεΐ σκοπεΐν, και μή προελθόντα έτι
πορρωτε'ρω λησει πάνθ' ημάς, μηδ' έπι«τη'<τετ«ι
μεγεθος δυναμεως προς ί)ν ούδ' άντάραι δυνησο-
μεθα· ούχ όαύτος τρόπος ό'τπερ πρότερον του βου-
λεύεσ!)αι, άλλα και τοΐς λέγουσιν άπασι και τοΐς
άκούουσιν ύμϊν τά βελτιστα καί τά σώσοντ' άντί
των ράστων και των ήδίο'των προαιρετέον.
ϋΕΜΟδΤΗΕΝΙδ 1Ν ΡΗΙΙΛΡΡϋΜ. 161
Πρώτον μεν ουν, εΐ τι:, ώ άνδρες Άθηναΐοι,
5αρρε~ όρων ήλίκος ηδη και όσων κύριος έστι Φί
λιππο:, και μηδενα οϊεται κίνδυνον φε'ρειν τοΰτο
τνί πόλει μηδ' έφ' ύμας πάντα ταΰτα παρασκευ
άζεσαι, θαυμάζω, και δεηθηναι πάντων ομοίως
ύμών βούλομαι τους λογισμούς άκοΰσαί μου διά
βραχέων, δι' ους τάναντία έμοι παρε'στηκε προσ-
δοκαν και οι' ών έ'/θρόν ηγουμαι Φίλιππον, ϊν',
εαν μέν εγώ $οκώ βέλτιον τών άλλων προοράν,
έμοι πεισθητε· έαν οί θαόροΰντες και πεπισ-
τευκότες αύτώ· τουτοις προσθησεσθε. Έγώ τοί-
νυν, ώ άνδρες Αθηναΐοι, λογίζομαι, τίνων ό Φί
λιππος κύριο; πρώτον μετα την είρη'νην κατεστη;
Πυλών και τών έν Φωκεΰοι πραγμάτων. Τι ούν;
πώς τούτοις έχρη'σατο; ά Θηβαίοις συμφε'ρει και
ούχ ά τ?ί πόλει, πράττειν προείλετο. Τί δη' ποτε;
οτι προς πλεονεξίαν, οίμαι, και τό πάνθ' ύ^' ε-
αυτω ποιη'σασθαι τούς λογισμους εξετάζων, και
ούχ1 προς είρη'νην ούδ' ήσυχίαν ούδέ δίκαιον οϋ-
$έν είδε τοΰτ' όρθίος, ό'τι τη μεν ημετέρα πόλε*
και το"ς ηθεσι τοΐς ημετεροις ούδέν άν ένδείξαιτο
τοιουτον ούδέ ποιη'σειεν, ύφ' ου πεισθε'ντε: ύμεΐς
11
162 ϋΕΜΟδΤΠΕΝΙδ ΙΝ ΡΗΙΙΛΡΡϋΜ.
της ιδίας ενεκ' ωφελείας των άλλων τινάς Ελλη
νων έκείνω προεΐσθε, άλλα και του δικαίου λόγον
ποιούμενοι, και την προσουσαν άδοξίαν τω πράγ
ματι φεύγοντες, και πάν(Γ ά προση'κει προόρώμε-
νοι, ομοίως έναντιώσεσθε, αν τι τοιοΰτον επιχει
ρώ πράττειν, ώσπερ αν εί πολεμοΰντες τύχοιτε.
Τους δέ Θηβαίους ήγείτο, όπερ συνέβη, άντι
τών έαυτοις γιγνομένων τά λοιπά έασειν όπως
βούλεται πράττειν εαυτόν, και ούχ όπως άντιπρά-
ζειν και διακωλύσειν, άλλα και συστρατεύσειν, αν
αύτούς κελεύη . Και νυν τους Μεσσηνίους και τούς
Άργείους ταύτα ύπειληφως εύ έποίει· δ και μέ-
γιστόν έστι καθ' ύμών έγκώμιον, ώ άνδρες Αθη
ναΐοι. Κέκρισθε γαρ εκ τούτων των εργων μονοι
τών πάντων μηδενός αν κέρδους τά κοινά δίκαια
των Έλλη'νων προέσθαι, μηδ' άνταλλάξασθαι ιΛη-
δεμιάς χάριτος μηδ' ωφελείας την εις τους Έλ
ληνας εΰνοιαν. Και ταυτ' είκότως και περι ύμών
οϋ'τως ύπείληφε και κατ' Άργείων και Θηβαίων
ώς έτέρως, ού μόνον εις τά παροντα όρων, άλλα
και τά προ τούτων λογιζόμενος. Ευρίσκει γαρ,
οΐμαι, και ακούει τους μεν υμετέρους προγόνους,
«ζόν αΰτοΐ; τών λοιπών άρχειν Έλλη'νων ώστ' αύ
ϋΕΜΟδΤΙΙΕΜδ ΙΝ ΡΠΙΙΛΡΡϋΜ. 165
τους ύπακούειν (ίκσιλεϊ, ού ρν/.ον ούκ άν»σχοι«-
νους τον λόγον τοΰτον, ήνίκ' ν,λΟεν Αλέξανδρος ύ
τουτων πρόγονος περί τούτων κηρυ;, άλλα καίτην
χώραν έκλιπεΤν προελόμένους και παθεΐν ότιοΰν ύ-
*ομείναντα:, και ιΛετά ταυτα πράξαντας ταΰΟ' ά
πάντες άει γλίχονται λέγειν, άςίο^ ι5' ούδείς ει
πεϊν δε^ύνηται, διόπερ κάγίο παραλείψω δικαίως
(εστι γαρ αείζονα τάκείνων εργα η ώ: τω λόγω
, τις άν ε'ίποι), τους όέ Θηβαίων και Άργείων προ
γόνους τούς μεν συστρατεύσαντας τω βαρβάρω,
τους ούκ ΐναντιωΟέντας. Οϊ^εν οίν αμφοτερους
ίδία το λυσιτελοΰν άγαπν)σοντας, ούχ ότι συνοίσει
κοινί) τοϊς "Ελλησι σκεψοαένους. Ήγεΐ'τ' ούν, ει
(Λεν ύμάς ελοιτο φίλους, επί τοϊς οικαίοις αλήα-
σθαι, ει δ' εκείνοις προσθείτο, συνεργούς έ'ξειν της
αύτου πλεονεξίας. Δια τζύτ' εκείνου; άν(ί' ύμών
και τότε και νΐίν αΐρεΐται· ού γαρ δη τριηρεις γε
όρα πλείους αύτοΐς ή ύμϊν ένούσας, ούδ' έν μέν τη
{χ,εσογεία τιν' άρ-/ην εύρηκε, της δ' έπι τη θα-
λάττη καί των εμπορίων άφέστηκεν, ούδ' άμνη-
μονεϊ τούς λόγους ούί'έ τας υποσχέσεις, έφ' αίς
της ειρηνης έ'τυχεν.
Άλλα νή Δί', εΐποι τις αν ώς πάντα ταυτ' ίί
1(34 ΟΕΜ03ΤΗΕΜ8 1Ν ΡΗΙ11ΡΡΙΜ.
δώς, ού πλεονεξίας ενεκεν ούδ' ών εγώ κατηγορώ
τότε ταΰτ' έπραςεν, άλλα τω δικαιότερα τους Θη
βαίους η υμάς άςιοΰν. Άλλα τουτον και μόνον
πάντων των λόγων ούκ ένεστιν αύτώ νυν ειπεΐν
ό γαρ Μεσσηνην Λακεδαιμονίους άφιέναι κελεύων
πώς αν Όρχομενον και Κορώνειαν τότε θηβαίοις
παραδούς τώ δίκαια νομίζειν ταΰτ' είναι πεποιη-
κε'ναι οκνίψαιτο;
'Λλ7^' έοιάσθη νη Δία (τοΰτο γάρ έσθ' ύπόλοι-
πον) και παρα γνώμην, τών Θετταλών ιππέων
κα\ τών Θηβαίων οπλιτών έν (Λέσω ληφθεις, συν-
εχώρησε ταΰτα. Καλώς· ούκοΰν φασι μέν μέλλειν
προς τούς Θηβαίους αύτον ύπόπτως εχειν, και λο-
γοποιοΰσι περιιόντες τινές, ώς Έλάτειαν τεινιεΐ.
Ό δέ ταΰτα μέν μέλλει και μελλησει γε, ώς έγώ
κρίνω, τοΐς Μεσσηνίοις δέ και τοΐς Άργείοις έπι
τοϋς Λακεδαιμονίους συμβάλλειν ού μέλλει, άλλα
και ξένους είσπέμπει και. χρη'ματ' αποστέλλει και
δυναμιν μεγάλην εχων αυτός έστι προσδόκιμος.
Τους μεν όντας εχθρούς Θηβαίων Λακεδαιμονίους
αναιρεί, οΰς δ' άπώλεσεν αύτός πρότερον Φωκέας
νυν σώζει; Και τίς άν ταΰ;α πιστεόσειεν; έγώ
[Λέν γαρ ούδ' αν ηγουμαι Φ;λιππον, ού'τ' ει τα
ϋΕΜΟδΤΗΕΝΙδ 1Ν ΓΗΙϋΡΡΙΜ. 463
πρώτα βιασθεις άκων επραξεν οΰτ' αν ει νυν άπε-
γίγνωσκε Θηβαίους, τοϊς εκείνων εχθροις συνεχώς
Ιναντιοΰσθαι, άλλ' άφ' ών νυν ποιεΐ, κάκεϊνα εκ
προαιρεσεως δηλός εστι ποιη'σας, εκ πάντο« δ' αν
τις ορθώς θεοργ, πάντα πραγματεύεται, κατα τΐίς
πόλεως συντάττων. Και τοΰτ' έξ ανάγκες τρόπον
τιν' αύτω νυν γε δν| συμβαίνει. Αογίζεσθε γάρ·
άρχειν βούλεται, τούτου δ' άνταγωνιστάς μόνους
ΰπείλνίΦεν Ομάς. Αδικεΐ πολυν ν$-/) χρόνον. και
τοΰτο αύτος άριστα σύνοιδεν έαυτω· οίς γαρ ουσιν
Ομετε'ροις έχει, τούτοις πάντα τάλλα άσφαλώ;
κέκτηται. Ει γαρ Άμοίπολιν και Ποτίδαιαν
προεϊτο· ούδ' αν οίκοι μένειν βεβαίως ήγεΐτο.
Αμφότερα οϋν οίδε, και εαυτον ύμϊν έπιβου-
λιύοντα και υμάς αισθανομένους· εύ φρονεΐν δ' υ
μάς ύπολαμβάνων, δικαίως άν αύτον μισεΐν νον.ί-
ζοι και παρώξυνται, πείσεσθαί τι προσδοκών, αν
καιρον λάβητε, έαν μί φθάσν; ποινίσας πρότερος.
Δια ταΰτ' έγρη'γορεν, έφέστ7,κεν έπι τνί πόλει, θε
ραπεύει τινάς, Θηβαίους και Πελοποννησίων τους
ταύτα βουλομε'νους τούτοις, οΰς δια μεν πλεονε-
ξίαν τά παρόντα άγαπν'σειν οίετα·., δια δέ οκαι-
ότητα τρόπων των μετζ ταΰτ' ού-^εν προόψεσθαι.
<66 ΟΕΜ08ΤΗΕΝΙ8 ΙΝ ΡΗΙΙΙΡΡϋΜ.
Καίτοι σωφρονού'σί γε και μετρίως εναργνί παρα-
δείγαατ' έ'σ-ιν ιδεΐν, ά και προς Μησσηνίους και
προς Άργείους έ'μοιγ' ειπεΐν συνέβη, βέλτιον
ίσως και πρύς ύνιας εστιν ειρησθαι.
Πώς γαρ οϊει»ν, εοην, ώ. ανδρες Μεσση'νιοι,
δυσχερώς άκούειν Όλυν9ίους, ε" τίς τι λε'γοι κατά
Φιλίππου κατ' εκείνου; του: χρόνους, οτ' Άν9ε-
αοΰντα [Λεν αύτοΐς ήψίει, ης πάντες οί πρότερον
Μακεδονίας βασιλεις άντεποιοΰντο, Ποτίδαιαν δ'
έδίδου τους Αθηναίων αποίκους έκβάλλων, και
την [Λεν εχΟραν την προς ήυ,ας αΰτΐ,ς άνηρητο, την
χώραν ο1 εκείνοις έδεδώκει καρποΰσθαι; άρα προσ ·
,ϊοκάν αύτού: τοιαυτα πείσεσίαι, η λεγοντος άν
τινος πιστεΰσαι (οΐεσθε); Άλλ' οαως, εφην εγώ,
μικοον χρόνον την αλλοτρίαν καρπωσάμενοι πολύν
τη; εαυτών ύπ' εκείνου στέρονται, αισ"/ρώς έκπε-
σόντες, ού κρατηΟίντε; αόνο·/, αλλ* και προδο9ε'-
ντες ύπ' αλλήλων και πραθεντες· ού γαρ ασφαλεΐς
ταΐ; πολιτείαι; αί προς τους τυράννους αύται λίαν
<ψ.ιλίαι. Τί (>' ο'. Θετταλοί; άρ' οΐεσί)', εφην,
οτ' αΰτοΐς τούς τυράννους έςε'βαλλε και πά).ιν Νί-
καιαν και Μαγνησίαν έδίδου, προσδοκαν την κα-
Οεστΰσαν νΰν δεκαδαρχ ίαν έ'σεσθαι παρ' αΰτοις;
ΟΕΜΟδΤΗΕΝΙδ ΙΝ ΡΗΙΙΙΡΡϋΜ. 167
η τον την πυλαίαν άποδόντα τουτον τάς ιδίας αυ
τών προσόδους παραιρησεσθαι; ούκ έστι ταΰτα·
άλλά ι/.ίιν γέ-γονε ταΰτα και πάσιν εστιν ειδέναι.
'Υ[Λεϊς δ', εφην εγώ, διδοντα μέν και ύπισχνού-
[χενον θεωρεΐτε Φίλιππον, έςηπατηκότα δ' ηδτ)
και παρακεκρουμένον άπεύχεσθ', εί σωφρονεΐτε δη
ιδεϊν. "Εστι τοίνυν νη Δί', έφην εγώ, παντοδαπά
εύρν)[«να ταϊ'ς πόλεσι προςφυλακην και σωτηρίαν,
οιον χαρακώματα και τείχη και τάφροι καιτάλλα
ασα τοιαυτα· και ταΰτα με'ν εστιν άπαντα χειρο
ποίητα, και δαπάνης προσδεΐται. -Έν δέ τι κοι-
νον ή φύσις των ευ φρονούντων έν έαυτη κέκτηται
©υλακτηριον, 3 πασι μεν έστιν άγαθον και σωτη'-
ριον, μάλιστα δέ τοις πλη'θεσι προς τούς τυράν
νους· τί ουν εστί τοΰτο; απιστία. Ταύτην φυ-
λάττετε, ταύτης άντέχεσθε· έαν ταύτην σώζητε,
ούδέν ρ δεινον πάθητε. Τί ζητεΐτε; εφην έλευ-
θερίαν. Είτε ούχ οράτε Φίλιππον άλλοτριωτάτας
ταύτη και τας προσηγορίας έχοντα; βασιλευς γαρ
και τύραννος άπας εχθρος έλευθερία και νόμοις εν
άντιος. Ού φυλάξεσθ' οπως, εφην, ρι πολεμου
ζητοΰντες άπαλλαγηναι δεσπότην εΰρητε ;
Ταΰτ' άκούσαντες εκεΐνοι, και 5ορυβοΰντες ώς
168 ΌΕΜΟ8ΤΗΕΝΙδ ΙΝ ΡΗΙΠΡΡΙ'Μ.
ορθώς λέγεται, και πολλούς έτερους λόγους παρα
των πρέσβεων και παρόντος έμοΰ και πάλιν υστε
ρον (άκούσαντες), ώς έ'οικεν ούδέν μάλλον άποσ-
^η'σονται της Φιλίππου φιλίας ούδ° ών επαγγέλ
λεται. Και ού τοΰτο έστιν ατοπον, εί Μεσσηνιοι
και Πελοποννησίων τινές παρ' ά τω λογισαώ βέλ-
τισθ' όρώσί τι πράςουσιν, άλλ' ύμεϊς (αύτοι) οί
και συνιέντες αύτοί και των λεγόντων άκουοντες
-ί^ών, ώς έπιβουλεύεσθε, ώς περιτειχίζεσθε, ώστε
|«ιδέν νίοη ποιεϊν, λη'σεσθ', ώς έ[/.οι οΌκεΐ πάνθ'
όποιΛείναντε:. Ουτως ή παραυτίχ' ήσΌνη και ρα-
στ<όνη μεΐζον ισχυει του ποθ' υστερον συνοίσειν
μέλλοντος .
Περί μεν οη των ύαϊν πρακτέων καθ' υμάς αυ
τούς υστερον βουλευσεσθε, αν σωφροννίτε, ά δέ νΰν
άποκρινάμενοι τα δέοντ' άν εΐττ' έψηφισμένοι,
ταΰτα δη λέξω; "Ην μέν ούν δίκαιον, ώ άνδρες
Αθηναίοι, τους ένεγκόντας υποσχέσεις, έφ' αίς
5πείσ9ητε ποιη'σασθαι την είρηνην, καλεϊν οϋτί
γαρ αύτος άν ποτε ύπέμεινα πρεσβεύειν, βΰτ' χ*
ύμεΐς οίδ' οτι έπαύσασθε πολεμοΰντες, ει τοιαυτα
πράξειν τυχόντα ειρηνης Φίλιππο-; ώεσθε· άλλ'
τν πολυ τούτων άφεστηκότα τα τότε λεγόμενα.
ϋΕΜΟδΤΗΕΜδ 1Ν ΡΠΙϋΡΡϋΜ. 169
Και πάλιν γ' έτερους καλεΐν τίνας; τούς, οτ' ε
γώ γεγονυίας ηοη της ειρηνης από της υστέρας η
χων πρεσβείας της έπι τούς όρκους, αισθό[/.ενος
φενακιζομε'νην την πόλιν, προυλεγον και δΊεααρ-
τυρόμην και ούκ εΐων προέσθαι Πύλας ούδε Φωκέ-
ας λεγοντας ώς έγώ μέν ΰδωρ πίνων εικότως δύςτρο-
πος και δύςκολός είμί τις άνθρωπος, Φίλιππος δ' , ά-
περ εΰξαισθ' άν ύαεις, έαν παρέλθη, πράξει, και Θε-
σπιας μέν και Πλαταιάς τειν/ιεΐ, Θηβαίους παύ
σει της υβρεως, Χερρόνησον δέ τοις αύτοΰ' τέλεσι
διορύςει, Εΰβοιαν δέ και τον 'Πρωπόν άντ' Άα-
φιπόλεως ύαΐν αποδώσει· ταυτα γαρ άπαντα έπι
του βη'[Λατος ενταυθα ΐίΥτ,^Λ^εύί^ οίδ' οτι ρηθέν-
τα, καίπερ οντες ού δεινοι τούς άδικοΰντας αε-
ξ/,νησθαι. Και τό πάντων αΐσχιστον, και τοΐς έκ-
γόνοις προς τας έλπίδας την αύτην ειρη'νην είναι
ταύτην έψηφίσασθε· οΰτω τελέως ύπηχθητε. Τί
δη ταΰτα νυν λέγω καί καλεΐν γη<Δ δεΐν τούτους;
Έγώ νη τούς θεούς τάληθή αετα παρρησίας έρώ
προς ύμας και ούκ άποκρύψοααι . Ονγ ΐν' εις λοι-
δορίαν έαπεσών έααυτω μεν έξ ΐσου λόγον παρ'
ύμΐν ποιησω, τοΐς δ' ίαΆ προσκρούσασιν ές άρ-
χης και νυν παράτ/ω πρό^ασιν του πάλιν τι λα
170 ΟΕΜ0δΤΠΕΝΙδ ΙΝ ΡΗΙΙΐΡΡϋΜ.
βεΐν παρά Φιλίππου, ούδ ' ίνα ως άλλως άδολε-
σχώ· άλλ ' οίμαι πο9 ' ύμάς λυπησειν, ά Φίλιππος
πράττει, μάλλον η τανυνί. Τό γαρ πραγμα όρώ
προβαϊνον, και ούχι βουλοίμτν άν είκά^ειν ορθώς,
φοβουμαι δέ μη λίαν έγγύς η τοΰτ ' ν$η . "Οταν
ούν μηκέθ ' ύμϊν άμελεϊν έςουσία γίγνηται των
συμβαινόντων, μηο ' άκούηζ) ', ότι ταΰτ ' έφ ' ύμας
έστιν, εμοΰ μηδέ του δεΐνος, άλλ ' αύτοι πάντες
οράτε και εύ εί^ΐτε· όργίλους και τραχεις ύμάς
έ'σεσθαι νομίζω. Φοβοΰμαι δη [Λυ| των πρέσβεων
σεσιωπτ,κότων, έφ' οίς αύτοις συνίσασι δεδωροδο-
κηκότες, τοις έπανορθοΰν τι πειρωμένοις των δια
τούτους άπολωλότων τη παρ ' ύμών όργη περιπε-
σεΐν συμβί,· όρώ γαρ ώς τά πολλά ένίους ούκ εις
τούς αιτίους άλλ ' εις τους ύπό χεΐρα μάλιστα την
όργήν άφιέντας· "Εως ούν έτι μέλλει και συνί
σταται τα πράγματα και κατακούομεν άλληλων,
εκαστον υμών, καίπερ άκριβώς ειδότα, ομως έπ-'
αναμνησαι βούλομαι, τίς ό Φωκέας πείσας και
Πύλας ύμάς προέσθαι, ών καταστάς εκεΐνος κύριος
της επί την Άττικην οίου και της εις Πελοπόν-
νησον κύριος γέγονε, και πεποίηχ ' ύμϊν μη περί
των όιϋαίων μηδ' υπέρ τώνεςω πραγμάτων είναι
ϋΕΜΟδΤΗΕΝΙ8 ΙΝ ΡΗΙΙΛΡΡϋΜ. 17 ί
την βουλήν, άλλ ' ύπέρ τών έν τνί 7„ώρα 'Λ%1 το"
προς την Άττικην πολέμοΰ, δς λυπησει μεν εκα-
στον, έπειδάν παρη, γέγονε ο ' έν έκείνη τη ή μέ
ρα. Ει γαρ μη παρεκρούσθητε τό9 ' ύμεϊς, ούδέν
άν ην τη πόλει πράγ[/Λ. Ούτε γαρ ναυσι δη'ποι»
κρατησας είς την Άττικην ηλθεν άν ποτε στόλω
Φίλιππος οΰτε πεζνί βαδίζων υπέρ τάς Πύλας και
Φωκέας, άλλ' η τά δίκαι' άν έποίει και την είρη'-
νην άγων ήσυχίαν είν; εν, η παραχρη[χ ' άν ην έν
όαοίω πολέ[«;> δι ' δν τότε της ειρηνης Ιπεθύρισεν.
Ταΰτ ' ούν ώς [Λέν ύπομνησαι, νυν ίκανώς εΐρηται,
ώς δ ' άν έξετασθείη μάλιστ ' άκριέώς, μνι γενοι
το, ώ πόντες &εοί. Ούδένα γαρ βουλοίαην εγωγ'
αν, ούδ ' εί δίκαιος έστ ' άπολωλέναι, αετά τοΰ
πάντων κινδύνου και της ζημίας δίκήν ύποσχεϊν.
Δηαοσθ. κατά Φιλίππ. β'.
172 ΡίΑΤΟΝΙδ

Ου&Ιθδ δίηΙ οΓΙ)ϊδ Ιβΐτ&πηη ρΐ&βδβ η&ΓΓίΙ


8ΟοΓ8Ιβδ.
Είσι δέ πολλοι και θαυμαστοί της γΐς τόποι '
κα·, αύτή , οΰτε οία οΰτε όβη δοξάζεται ύπο των
περι γης είωθότων λεγειν, ώς εγώ ύπό τινος πεΤ-
πεισμαι. Και ό Σιμμίας, Πώς ταΰτα, είρη, λέ
γεις ώ Σωκρατες; περι γάρ τοι της γη"ς και ού
τος πολλά 5ϋι άκνίκοα· ού μέντοι ταυτα ά σε πεί
θει· ^έως αν ούν άκούσαιμι. Άλλα μέντοι, ο>
Σιμμία, ούχ ή Γλαύκου τέχνη γέ μοι δοκεΐ είναι
διηγησασθαι ά γ' εστίν ώς μέντοι άληθή, χαλε-
-πάτερόν μοι φαίνεται η κατα την Γλαύκου τέννην.
Και άμα μεν εγώ ίσως ούδ ' αν οίος τι ε'.'ην, άμα
οέ, εί και ήπιστάμην, ό βίος (Λοι δοκιϊ ό ίμος, ώ
Σιμμία. τω μη'κει του λόγου ούκ έςαρκεϊν. Την
μέντοι ιδέαν τη"ς γί,ς, οΐαν πέπεισμαι ιίναι, και
τούς τόπους αύτης, ούδέν με κωλύει λεγειν.
Άλλ', εφη ό Σιμμίας, και ταΰτα αρκεΐ. Πέ-
-πεισμαι τοίνυν, ή δ" £ς, εγώ, ώς πρώτον ιΛιν, ει
εστιν έν μέσω τώ ούρανώ περιφερής ούσα, μηδέν
αύτνί δεΐν μη'τε αέρος προς το μή πεσεΐν, μητε
άλλης ανάγκης μηδεμιας τοιαύτης· άλλα ίκανη'ν
ΡΗΑΕϋΟΝ. 1"<3
γε είναι αυτήν ΐσχκν την ομοιότητα του ουρανου
αύτου έαυτώ πάντη, και της γης αυτής την ισορ-
ροπίαν. Ίσόρροπον γάρ πράγμα, ιψ.οίου τινος έν
μιέσω τε'}έν, ούχ εζει {/.άλλον ούδ ' ήττον ούδαρώ-
<ιε κλιθηναι· ομοίως δ' έχον, άκλινές [χενεΐ- πρώ
τον μέν δη, ή δ' ος, τουτο πέπεισμαι. Και ορθώς
γε, εφη ό Σιαυ;ίας. "Ετι τοίνυν, εφη, πάαμεγα
τι είναι αυτό- και ή[Λας οικεϊν τους μέχρι Ηρα
κλείων στηλών άπο Φάσιδος έν σ[Λικρω τινι μο-
ρίω, ώσπερ περι τέλυ;α [Λυρρικας η βατράχους,
περί την θάλατταν οικοΰντας, και άλλους άλλοθι
πολλούς εν πολλοϊς τοιούτοις τόποις οικεϊν. Ειναι,
γαρ πανταχή περί την γήν πολλά κοίλα και παν-
τοόαπά και τας ιδέας και τά μεγέθη· εις ά ξυν-
ερόυηκέναι το, τε υδωρ και την ό^αίχλην, και τον
άέρα· αυτήν δέ την γήν καθαράν έν καθαρώ κεΐ-
σθαι τω ούρανω, έν ωπέρ έστι τά άστρα, ον δη
αιθέρα όνομάζειν τούς πολλούς των περι τά τοιαυ
τα είωθότων λέγειν οΰ δη υποστάθμην ταΰτα, εί
ναι, και ξυρρεϊν άει εις τά καΐλα της γης. Ήαβΐς
ούν οικοΰντας έν το~ς κοίλοις αύτης λεληθέναι, και
οΐεσθαι άνω έπι της γης οΐκεϊν ώσπερ άν ε'ί τις
έν μέσω τώ πυθμένι του πελάγους οίκων, οίοιτό
174 ΡΙΑΤΟΝΙδ
τε επί τις θαλάττης οικεϊν, καί δια του υδατος
όρων τον νίλιον και τα άλλα άστρα, την θάλατ-
ταν ήγοιτο ούρανον είναι, δια δέ βραδυτητά τε
και άσί)ενειαν, [Ληδεπώποτε επί τα άκρα της δ'αλάτ-
της άφιγ[ι.ένος [Μ)δε έωρακως εΐ»ί, έκδύς και άνα-
κύψας έκ της θαλάττης εις τον έν9οί5ε τόπον, όσω
καθαρώτερος και καλλίων τυγχάνει ών τοΰ παρα
σοίσι, ι/.ηδέ άλλου άκηκοως εν») τοΰ έωρακότος·
-ταύτόν οη τοΰτο και η[χάς πεπονθέναι.
Οικουντας γαρ εν τινι κοίλω της γης, οίεσθαι
επάνω αύτης οίκεϊν, και τον άέρα ούρανον καλεΐν,
ώς δια τούτου, ούρανοΰ δντος, τα άστρα χωρουν.
τα· το δέ είναι ταύτόν, ύπ' ασθενείας και βραδυ
τατος ούχ οίους τε είναι ηαάς διεξελθεΐν επ ' εσ-
χατον τον άε'ρα. Έπεί, εΐ τις αύτοΰ έπ' άκρα
Ιλθοι, η πτηνός γενόαενος άναπτοιτο, κατιδεϊν αν
άνακύψαντα, ώσπερ ένθάδε οί έκ της Ξταλάττης
ίχθύες ανακύπτοντες όρώσι τα ενθάδε, οΰτως άν
τινα και τα έκεϊ κατιδεϊν και ει ή φύσις ίκανη
εΐη άνασχέσθαι θεωρουσα, γνώναι αν ότι εκεΐνος
εστιν ό άληθινός ουρανος και τό άληθινόν φως καί
ή1 ώς άληθώς γη. "Ηδε [Λεν γάρ ή γη και οί λί
θοι, και άπας ό τόπος ό ένθάδε, διεφθαρμένα εστί
ΡΗΑΕϋΟΝ. 175
και καταβεβρωμε'να, ώσπερ τά έν τ}, θαλάττη ύ-
πο τ?,ς άλμης· και ουτε φύεται άξιον λόγου ούδέν
έν τη θαλάττη, οΰτε τέλειον, ώς είτος ειπεΐν, ου
δέν έστι· σηραγγες δΐ και άμμος, και πηλος α
μηχανος και βόρβοροί είσιν, όπου άν και ή γη η·
και προς τά παρ' ήμΐν κάλλη κρίνεσθαι ούδ' ό-
πωςτιουν άξια. Εκεΐνα δέ αύ των παρ' ήμΐν πο
λύ άν έτι πλέον φανείν) διαφέρειν. Ει γαρ δεΐ και
μΰθον λέγειν καλον, άξιον άκοΰσαι, ώ 2ιμμία,
οία τυγχάνει τά επί τής γης ύπό τώούρανώ όντα.
Άλλα μην, έφη ό Σιμμίας, ώ Σώκρατες, ήμεις
γε τούτου τοϊί μύθου ήδέως άν άκούσαιμεν.
Λέγεται τοίνυν, ?φη, ώ εταΐρε, πρώτον μεν
είναι τοιαύτη ή γη αύτη ιδεΐν, εϊ τις άνωθεν θε-
ωτο, ώσπερ αΐ δωδεκάσκυτοι σφαΐραι, ποικίλη,
χρώμασι διειλημμένη· ών και τά ένθάδε είναι
χρώματα ώσπερ δείγματα, οίς δη οί γραφεΐς κα
ταχ ρώνται. Έχεΐ δέ πάσαν την γην έκ τοιούτων
είναι, και πολύ έτι έκ λαμπροτερων και καθαρω-
τέρων η τούτων. Την μέν γαρ άλουργη είναι και
5αυμαστην το κάλλος, την δέ χρυσοειίη· την ύ'έ
όση λευκη, γύψου η χιόνος λευκοτέραν, και έκ τών
άλλων χρωμάτων ξυγκειμένην ωσαύτως, και έτι
176 ΡΙΑΤΟΝΙδ
πλειόνων και καλλιόνων ΐ, όσα «αεΐ; έωράκααϊ*.
Και γαρ αύτά ταΰτα τα κοιλα αυτής, ΰίατό; τε
και άερος εαπλεα όντα, χρώματος τι εί$ος πζρέ-
χεσθαι, στίλβοντα εν τϊ) των αλλων χρωμάτων
ποικιλία· ώστε εν τι αύτης είδος ξυνεχές ποικίλον
φαντάζεσθαι. Έν δέ ταύτη ουση τοιαύτη άνα λό-
γον τά φυόμενα φύεσθαι, δε'νδρα τε και άνθη, και
τους καρπούς· και αΰ τα δρη ωσαύτως και τους
λίθους εχειν άνα τον αύτον λόγον την τελειότητα
και την διαφάνειαν, και τα χρώματα καλλίω· ών
και τα ενθάδε λιθίδια είναι ταΰτα τα άγαπώμενα
μόρια, σάρδιά τε και ίάσπιδας και σμαράγίους,
και πάντα τά τοιαυτα· έκεΐ δέούίέν ο, τι ού τοι
ουτον είναι, και ετι τούτων καλλίω. Τα δ' αί
τιον τούτου είναι, οτι εκεΐνοι οί λίθοι καθαροί εΐ-
σι, και ού κατεδηδεσμένοι, ού$ε διεφθαρμενοι,
ώσπερ οί ένθάδε, ύ-ο σηπεδόνος και άλμης, και
ύπο των δεΰρο ξυνερρυηκότων, ά και λίθοις και
γη και τοϊ'ς άλλοις ζώοις τε και φυτοίς αίσχη τε
και νόσους παρέχει. Την δέ γην άυτην κεκοσμη-
σθαι τούτοις τε άπασι, και ετι χρυσω τε και άρ
γυρε, και τοΐ; άλλοις χι τοΐς τοιούτοις. Έκφανη
γαρ αυτά πεφυκέναι, οντα πολλα πλη'θει και
ΡΗΑΕϋΟΝ. 171
μεγάλα, και πανταχου της γίίς· ώστε αύτην ίδείν
είναι θέαϊΛα εύδαι[Λόνων θεατών, ζώα δ' έπ' αύ-
της είναι άλλα τε πολλά και ανθρώπους, τούς £ΐ.έ»
έν μεσογεία οικοΰντας, τούς £έ περι τον αέρα,
-ώσπερ ί[Λεϊς περί την θάλατταν τούς δέ έν νή-
-σοις, άς περιρρεϊν τον αέρα, προς τίί ήπείρω οί-
σας· και ένι λόγω, δπερ ήαΪν το ύ'δωρ τε καί τ&
θάλαττά έστι προς την ήμετέραν χρείαν, τουτο>
εκεΐ τον αέρα· δ δέ ήραν άήρ, τοΰτο έκείνοις το»
αιθέρα. Τας δέ ώρας αύτοϊς κράσιν εχειν τοιαύ
την, ώστε έκείνους άνοσους είναι, και χρόνον τε,
ζψ πολύ πλείω των ένθάδε, και δψει και άκοτ»
και φρονήσει και πάσι τοϊς τοιούτοις ήμών άφε.-
στάναι τη αύτ?ί αποστάσει, νίπερ άη'ρ τε υδατος
άφέστηκε, και αιθήρ άέρος, προς καθαρότητα.
Και δη και θεών άλση τε και ιερά αύτοϊς εί-
ναι· έν οίς τώ όντι οικητας θεούς είναι, και <ρτί-
μας τε και μαντειας και αισθη'σεις τών θεών, και
τοιαύτας ξυνουσίας γίγνεσθαι αύτοϊς προς αύτους-
και τόν γε ηλιον και σελη'νην και άστρα όράσθαι
ύπ' αυτών οία τυγχάνει όντα, και την άλλην εύ-
δαιαονίαν τούτων άκόλουθον είναι. Και ολην μί*
42
ί•78 ΡΙΑΤΟΝΙδ
την γην οδτω πεφυκέναι, και τα περί την γην
-τόπους δ' έν αύτίί είναι κατά τα έγκοιλα αύτης,
κύκλω περί όλην, πολλούς· τους μεν βαθυτερος
και άναπεπταμένους μάλλον η έν φ ήμεις οίκου -
}Λεν τούς δέ βαθυτερους όντας, το χάσμα αύτούς
Ιλαττον εχειν τοΰ παρ' ήμΐν τόπου. "Εστι δ' οΰς
και βραχυτέρους τω βάθει του ένθάδε είναι και
"πλατυτερους. Τούτους δέ πάντας ύπο γΐν εις αλ
λήλους συντετρησθαί τε πολλαχη, και κατά στε
νότερα και ευρύτερα, και διεξόδους έχειν πολύ
μεν υδωρ ρεΐν έξ άλλη'λων εις άλλήλους, ώσπερ εις
κρατηρας, και άενάων ποταμών άμη'χανα μεγέθη
ύπο την γην, και θερμών ύδάτων και ψυχρών
-πολυ δέ πυρ, και πυρος μεγάλους ποταμους, πολ
λους δέ ύγροΰ πηλοΰ, και καθαρωτέρου και βορ-
βορωδεστέρου· ώσπερ έν Σικελία οίτρό του ρύακος
·πηλοΰ ρέοντες ποταμοι και αύτος ό ρύαξ· ών δη
και έκαστους τούς τόπους πληροΰσθαι, ών αν έκά-
«τοις τύχη εκάστοτε ή περιρροή γιγνομένη· ταυ
τα δέ πάντα κινεΐν άνω και κάτω ώσπερ αιώραν
τινά ένοΰσαν έν τή γίί. "Εστι δέ άρα αυτη ή αι
ώρα δια φύσιν τοιάνδε τινά· εν τι τών χασμάτων
-της γης άλ>ως τε μέγιστον τυγχάνει δν, και δι. .
ΡΗΑΕϋΟΝ. 4·ι0
αμπερές τετρημένον οι' όλης της γης, τοΰτο δϊτερ
"Ομηρος είπε, λέγων αύτό· «Τηλε μάλ', ηχι βά-
θιστον ύπό χθονός εστι βέρεθρον.» ·Ό και άλλοθι
και εκεΐνος και άλλοι πολλοι των ποιητών Τάρ-
ταρον κεκληκασιν. Εις γαρ τοντο το χάσμα ξυρ-
ρε'ουσί τε πάντες οΐ ποταμοι, και έκ τουτου πάλιν
πάντες ε'κρε'ουσι. Γίγνονται δέ εκαστοι τοιούτοι,
δι' οίας αν και της γης ρε'ωσιν. Ή δ' αιτία έοτι
τοΰ έκρεΐν τε εντευθεν και είσρεΐν πάντα τά ρεύ
ματα, ότι πυθμένα ούκ έχει ούδέ βάσιν τό ύγρόν
τοΰτο. Αιωρεΐται δη και κυμαίνει άνω και κάτω
και ό άηρ και το πνεΰμα τό περί αυτό ταύτόν ποι-
εΐ. Ευνε'πεται γαρ αύτω και όταν εις τό έπε'κεινα
της γης όρμη'ση, και όταν εις τό επί τάδε. Και
ώσπερ των άναπνεόντων άεί έκπνεΐ τε και άναπνη
ρεον τό πνεΰμα, οΰτω και έκεΐ ξυναιωρούμενον τω
ύγρω τό πνευμα δεινούς τινας άνεμους και αμήχα
νους παρεχεται, και εισιόν και έξιόν. "Οταντεούν
όρμησαν υποχωρηση τό ΰδωρ εις τον τοπον τον δ·}
κάτω καλούμενον, τοΐς κατ' έκεΐνα τα ρεύματα
δια της γης είσρεΐ τε και πληροΐ αύτα, ώσπερ οί
επαντλοΰντες· όταν τε αύ εκείθεν μεν άπολίπη,
δεΟρο δέ όρμη'ση. τα ένΟάδε πληροΐ αύθις· τα δέ
180 ΡΙΑΤΟΝΙ5
πληρωθεντα ρεΐ δια των οχετών και δια τίίς ρ)ς,
και εις τους τόπους εκαστα άφικνούμενα, εις οΰς
εκαστος θεοποιεΐται, θαλάττας τε και λίανας και
ποταμούς και κρηνας ποιεΐ. Έντεΰβεν δέ πάλιν
δυόαενα κατά τήςγ?ίς, τα μεν ^.ακροτερους τόπους
περιελθόντα και πλείους, τά δέ ελάττους και βρα
·/υτερους, πάλιν εις τον Τάρταρον εμβάλλει· τα
[Λέν πολύ κακωτε'ρω ν) έπηντλεΐτο, τα δέ ολίγον
πάντα δέ ύποκάτω εισρεΐ τή'ς εκροές. Και ένια
αέν καταντικρύ ·/, εισρεΐ έξε'πεσεν, ενια δέ κατά
το αύτό μέρος· έ'στι δέ ά παντάπασι κυκλω περι-
ελθόντα, η ά'παξ η και πλεονάκις περιελιχθέντα
περι την γήν, ώσπερ οί ό'φεις, εις το δυνατον κά
τω καθέντα, πάλιν εμβάλλει · δυνατον δ' εστιν
έκατέρωσε μέχρι του μέσου καθιέναι, πέρα δ' ού.
"Αναντες γάρ άμφοτέροις τοΐς ρεύμασι το έκατέ-
ρίοΟεν γίγνεται μέρος.
Τα μέν ούν δη άλλα πολλά τε και μεγάλα και
παντοδαπά ρεύματάέστι· τυγχάνει δ' άρα όντα
έν τούτοις τοις πολλοΐς τε'τταρ ' άττα ρευματα, ών
το μεν μέγιστον και έξωτάτω ρέον περι κύκλω ό
" καλούμενος Ωκεανός έστι' τούτου δέ καταντικρύ
'«&\ έναντίως ρε'ον, Άχέρων δς δι ' έρημων τε
ΡΗΑΕΟΟΝ. 181
τόπων ρεΐ άλλων, και δή και ύπο γην ρέον, εις
την λίμνην άφικνεΐται την Άχερουσιάδα, ο!, αί
των τετελευτηκότων ψυχαι τών πολλών άφικνοΰ-
νται· καί τινας είμαρμένους χρόνους μείνασαι, αί
μέν μακροτέρους, αί δέ βραχυτέρους, πάλιν εκ
πέμπονται εις τας τών ζώων γενέσεις. Τρίτος δέ
ποταμος τούτων κατά μέσον έκβάλλει, και εγγύς
τη'ς εκβολης εκπίπτει εις τόπον μέγαν, πυρί πολ-
λώ καιόμενον, και λίμνην ποιεΐ μείζω τ·?,ς παρ '
^{Λΐν !5αλάττης, ζε'ουσαν 0'δατος και πηλου. Εν
τευθεν δέ χωρεΐ κυκλω θολερος και π/)λώδης· πε-
ριελιττόμενος δέ τ?ί γή, άλλοσέ τε άφικνείται,
και παρ' έσχατα της 'Αχερουσιάδος λίμνης, ού
ξυμμιγνυμενος τω ΰδατι· περιελιχ&είς δέ πο7<λά-
κις ύπο γης, εμβάλλει κατωτέρω τοΰ ϊαρτάρου.
Ούτος δ ' εστίν δν ετι έπονομάζουσι Πυριφλεγέ-
θοντα· ού και οί ρυακες αποσπάσματα άναφυσώ-
σιν, οπη αν τυνωσι της γης. Τουτου δ' αύ κα
ταντικρύ ό τέταρτος εκπίπτει εις τόπον πρώτον
δεινόν τε και άγριον, ώς λέγεται, χρώμα δέ έχο
ντα δλον οίον ό κυανός· ον δη άπονομάζουσι Στύ-
γιον, και τήν λίμνην ποιεΐ ό ποταμός έμβάλλων,
Στόγα. Ό δ' έμπεσών ενταΰθα, καί δεινας δυνά
182 ΡΙΛΤΟΝΙδ
[χεις λαβων εν τω ΰδατι, δύς κατά της γης, πε-
ριελιττόμενος χωρεΐ έναντίως τω Πυριφλεγε'θοντι,
και άπαντα εν τη Άχερουσιάοι λίμνη έξ εναντίας·
και ούίέ το τούτου ΰδωρ ούδενί μίγνυταν, άλλα
και ούτος κύκλω περιελθών εμβάλλει εις τον Τάρ-
ταρον, έναντίως τω Πυριφλεγέθοντι. "Ονομα δέ
τούτω εστίν, ως οι ποιηταί φάσκουσι, Κωκυτός.
Τούτων δέ οΰτω πεφυκότων, επειδαν άφίκω-
νται οί τετελευτηκότες εις τον τόπον οί ό δαίμων
εκαστων κομίζει, πρώτον μεν διεδικάσαντο οί τε
καλώ: και όσίως (και δικαίως) βιώσαντες, και οί
μη\ Και οΐ [χεν αν οόξωσι μέσως βεβιωκέναι, ιγο-
ρευθέντες επί τον Αχέροντα, άναβάντες ά δη αύ-
τοϊς οχη'ματά έστιν, επί τούτων άφικνουνται εις
τν)ν λίμνην και εκεΐ οίκοΰσί τε, και καθαιρόμενοι
τών τε αδικημάτων διδοντες δίκας, απολύονται,
εΐ τίς τι ηδίκησε, τών τε ευεργεσιών τιμάς φέρο
νται κατά τν)ν άςίαν έκαστος. Οΐ δ' αν δόξωσιν
άνιάτως εχειν διά τά μεγέθη τών αμαρτημάτων,
η ιεροσυλίας πολλάς και μεγάλας, η φόνους «οί
κους και παρανόμους πολλούς έξειργασμένοι, υ,
άλλα όσα τυγχάνει δντα τοιαυτα, τούτους δέ %
προσήκουσα μοίρα ρίπτει εις τον Τάρταρον, 39εν
ΡΠΑΕϋΟΝ. 183
οΰποτε έκβαίνουσιν · οΐ άν ιάσιμα μέν, μεγάλχ
δέ δόξωσιν ήμαρτηκέναι αμαρτηματα, οιον προς
πατέρα 3 μητέρα ύπ' όργης βίαιόν τι πράξαντες,
και μετάμελον αύτοΐς τον άλλον βίον βιώσιν, ντ
άνοροφόνοι τοιούτω τινί άλλω τρόπω γένωνται,
τούτους δέ έμπεσεΐ'ν μεν εις τον Τάρταρον ανάγ
κη, έμπεσόντας δέ αυτούς και ένιαυτον εκεΐ γενο
μένους, έκβάλλει το κΰμα, τους μεν άνδροφόνους
κατά τον Κωκυτον, τούς δέ πατραλοίας και μη.-
τραλοίας κατά τον Πυριφλεγέθοντα. Έπειθαν
φερόμενοι γένωνται κατά την λίμνην Άχερουσιά'-
δα, ενταυθα βοώσί τε και καλοΰσιν, οί μέν οΰς
άπίκτειναν, οί δέ οΰς υβρισαν καλέσαντες ίκε-
τεύουσι, και δέονται έασαι σφάς έκβηναι εις την;
λίμνην και δέςασθαι. Και εάν μέν πείσωσιν, £-
·ποβαινουτί τε και λη'γουσι τών κακών εί δέ μη,
φέρονται αύθις εις τον Τάρταρον, και εκείθεν πά-
'λιν εις τους ποταμούς· και ταΰτα πάσχοντες ο&
πρότερον παύονται, πριν άν πείσωσιν οΰς ηδίκη-
<ταν. Αΰτη γαρ ή δίκη ύπο τών δικαστών αύτοϊς
έτάχθη. Οι δέ δη άν δόξωσι διαφερόντως προς
το οσίως βιώναι, ούτοί εισιν οί τώνδε μέν τώνι
τόπων τών εν τη γη έλευθερούμενοί τε και άπαλ—
184 ΡΙΑΤΟΝΙ8
"λαττόμενοι, ώσπερ δεσιίωτηρίων, άνω $έ εις τήν-
καθαραν οίκησιν άφικνού[Λενοι, και επί τ^ς γης
οίκιζόμενοι.
Τουτων αυτών οί φιλοσοφία ίκανώς καθηρά-
|/^νοι, άνευ τε σωαάτων ζώσι τοπαράπαν εις τον
επειτα "/ρόνον, και εις οικησεις έτι τούτων καλλί-
-ους άφικνοΰνται· άς οΰτε ράδιον δηλώσαι, ουτε ό
χρόνος ικανός έν τω παρόντι. Άλλα τούτων δνΙ
-ενεκα χρή ών διεληλύθαιΛεν, ώ Σψαία, πάντα
-ποιεΐν, ώστε άρετης και φρονησεως έν τω βίω με-
τασ/εϊν. Καλον γάρ το άθλον, και ή έλπίς μεγά
λη. Το μεν ούν ταυτα διϊσχυρίσασθαι οΰτως έ'χειν-
ώς εγώ διελη'λυθα, ού πρέπει νοΰν εχοντι άνδρί.
"Οτι με'ντοι η ταΰτ' έστιν, η τοιαΰτ' άττα, περί
τάς ψυνάς -«αών και τάς οικησεις, έπείπερ άθάνα-
τάν γε ή ψυχή φαίνεται ούσα, τοΰτο και πρέπειν
ί[Λ0ι δοκεϊ, και άξιον κινδυνεΰσαι, οιοαένω οΰτως
«χειν. Καλος γάρ ό κίνσυνος, και χρή τά τοιαυτα
ώσπερ έπάδειν έαυτώ.
Πλατ. Φαίδων.
185

ΤΗϋΟΥΟΙϋΙδ ΗΙδΤΟΚΙΑ.
Όβ ΑΛβηίβηδϊ&υδ, ςηί ίη Ρβίοροηηβδί^οο &€ΐΐο
ρπηιί ηιοΓΙβηι οΜβΓ&ηΙ, Γαηβΐηηδ οπιΙϊο.

Έν δέ τω αύτω χειαώνι οί Άθηναίοι τω πα-


τρίω νόμω χρ(·ψ.ενοι δημοσία ταφάς έποιη'σαντο
των έντώδε τωπολέαω πρώτον αποθανόντων τρό
πω τοιωδε. Τα ιΛέν οστά προτίθενται των άπο-
·γενο[Λε'ν(ον πρότριτα σκηνην ποιη'σαντες, και επι
φέρει τω αύτοΰ' εκαστος ην τι βουλεται· έπειδάν
&έ ή εκφορά ή, λάρνακας κυπαρισσίνας άγουσιν
ά'ααξαι, φυλης έκαστης μίαν ένεστι δέ τά οστά
ης εκαστος ην φυλίίς. Μία δέ κλίνη κενή φέρεται
έστροψ-ένη των αφανών, οι αν μή εύρεθώσιν ές ά-
ναίρεσιν. Ξυνεκφέρει δέ ό βουλόμενος και άστών
και ξένων, και γυναϊκες πάρεισιν αί προση'κουσαι
έπι τον τάφον όλοφυρόμεναι. Τιθέασιν ούν ές το
ίημόσιον σημα, ο έστιν έπι του καλλίστου προ-
αστείου τ^ς πόλεως, και άει έν αύτω θάπτουσι
τους έκ των πολέμων, πλη'νγε τούς έν Μαραθώνι·
εκείνων δέ διαπρεπη την άρετήν κρίναντες αύτοΰ
και τόν ταΛον εποίησαν. Έπειδάν δέ κρύψωσι
186 ΤΗϋΟΥϋΙΟΙδ
γη, άνήρ ήρηιΛε'νος ύπο της πόλεως, δς άν γνώ^
'τε δοκνί [Λη άξυνετος είναι και αξιώσει προηκ·/),
λέγει έπ' αύτοϊς έ'παινον τον πρέποντα· μετά δε
τουτο απέρχονται. ΤΩ^ε μεν θάπτουσιν και δια
παντος του πολέμου, όποτε ξυμβαίη αύτοϊς, ε-
χρώντο τω νόμω. Έπι ούν τοΐς πρώτοις τοϊς-
δε Περικλης ό Ξανθίππου ήρέθη λέγειν. Και έπει-
07ι καιρον έλάμβανε, προελθών άπό του ση'ματος
έπι βηιΛα ύψηλον πεποιημένον, όπως άκούοιτο ώς
έπι πλεΐστον του ομίλου έ'λεγε τοιάδε.
« Οι [Λέν πολλοι των ένθάδε ειρηκότχον ήδ-ή ί-
παινοΰσι τόν προσθέντα τω ν<ψ.ω τόν λόγον τόνίε
ώς καλον έπι τοϊς έκ των πολέμων θαπτομένοις
άγορεύεσθαι αύτόν Έαοι δ' άρκοΰν αν έδόκει εί
ναι άνδρων αγαθών έργω και δηλοΰσθαι τας τι-
μας, οία και νυν περι τον τάφον τόνδε δημοσία
παρασκευασθε'ντα οράτε, και μή έν ένι άνδρι πολ
λών άρετάς κιν&υνευεσθαι εύ τε και νείρον είπόντι
πιστευθη"ναι. Χαλεπόν γαρ το μετρίως ειπεΐν έν
φ ρωλις και ή δόκησις της αληθείας βεβαιοΰται.
"Ο τε γαρ ξυνειδώς και εϋνους ακροατής τάχ' άν
τι ένδεεστε'ρως πρός ά βούλεταί τε και έπίσταται
νοιΛίσεΐε δηλοΰσθαι, ο τε άπειρος έστιν ά και
ΗΙδΤΟΚΙΑ. 187
πλεονάζεσθαι, δια φθόνον, εΐ τι ύπέρ την έαυτοϊ
φύσιν άχούοι. Με'/ρι γαρ τουδε ανεκτοι οί έπαι
νοι είσι περί έτερων λεγόμενοι, ές όσον αν και
αυτός εκαστος οίηται ικανος είναι δρασαί τι ών
νίκουσεν τω δ' ύπερβάλλοντι αύτών φθονοΰντες
ηδη και άπιστοΰσιν. Επειδη δέ τοΐς πάλαι ου
τως έδοκιμάσθη ταΰτα καλώς έχειν, χρί) και έ[*1
έπόμενον τω νόριω πειράσθαι ύμών τ/)ς έκαστου
βουλη'σεώς τε και δόςη: τυχεΐν ώς επί πλεΐστον.»
«"Αρςο[Λαι δ' άπο των προγόνων πρώτον δί
καιον γαρ αύτοΐς και πρέπον δέ α\ια έν τω τοιώδε
την τιμην ταύτην της μνη'[Λης δίδοσθαι· την γαρ
χώοαν αεί οί αύτοί οίκοΰντες διαδοχη τών έπιγι-
γνοαενων μ.Γ/ρι τουδε ελευ9ε'ραν δι' άρετην παρέ-
δοσαν. Και ΙκεΤνοί τε άξιοι επαίνου και έτι μάλ
λον οί πατέοε. ήαων κτησάμενοι γαρ πρός ο«ς
«ϊέξαντο, ?σην έχοαεν άρχην, ούκ άπόνως
τοΐς νυν προσκατε'λιπον. Τα δέ πλείω αύτίίς αυ
τοί ήαεΐς ο?δε οί νυν έτι ό'ντες [Λάλιστα έν τη κα
θεστηκυία ηλικία έπηυξη'σαμεν, και την πόλιν
τοΐς πάσι παρεσκευάσα[Λεν και ές πόλεμον και ες
είρηνην αύταρκεττάτην . ΤΩν έγώ τα [Λέν κατά πο
λέμους εργα, οις έκαστα έκτη'ίΐη, η ε'ί τι αύτοί η
488 ΤΗϋΟΥϋΙΟΙδ
οί πατέρες .ημών βάρβαρον .η "Ελλ.ηνα πόλεμον έ-
πιόντα προθύμως ημυνάμεθα, μακρηγορεΐν εν εί-
ίόσιν ού βουλόμενος έάσω· άπο δέ οΐας τε έπιτν)-
δεύσεως ηλθομεν έπ' αύτά και μεθ' ο'ιας πολιτείας
και τρόπων εξ οίων μεγάλα έγένετο, ταυτα δ·/;—
λώσας πρώτον είμι και επί τον τώνδε έπαινον,
νοαίζων επί τε τω παρόντι ούκ άν άπρεπη λεν/θίί-
ναι αύτά και τον πάντα ό'μιλον και αστών και ξέ
νων ξύμφορον είναι αυτών έπακοΰσαι.»
« Χρώμεθα γαρ πολιτεία ού ζ·ηλούσ·η τούς των
πέλας νόμους, παράδειγμα δέ μάλλον αύτοι οντες
·τινι ω μιμουμενοι ετέρους. Και όνομα μέν διά
το μΫ) ές όλίγους άλλ' ές πλείονας οίκεΐν δημο
κρατία κέκληταί· μέτεστι δέ κατά μέν τούς νό
μους προς τά ϊδια διάφορα πάσι το ϊσον, κατα
<ϊε την άξίωσιν, ώς εκαστος εν τω εύδοκιμεΐ, ούκ
άπο μέρους το πλεΐον ές τά κοινά η άπ' αρετές
*προτιμάται, ούδ' αύ κατά πενίαν, ε^ων δέ τι α
γαθόν δράσαι την πόλιν, αξιώματος άφανεία κε-
κώλυται. Ελευθέρως δέ τά τε πρός τό κοινόν πο-
λιτευομεν και ε'ς την πρός αλλήλους τών καθ' ·ή-
μέραν επιτηδευμάτων ύποψίαν, ού δι' όργης τον
πέλαι, ει καθ' ήδονην τι δρα, έχοντε:, ούδε άζ·η
Η18Τ0ΚΙΑ. 189
[Λίου: [ύν λυπηράς οέ τη όψει άχθηδόνας προστι
θέμενοι . ΆνεπαχΘώς τά ίδια προσομιλοΰντες
τά δημόσια δια δέος μάλιστα ού παρανομοΰμεν,
των τε αεί έν άρχη όντων άκροάσει και των νόμων
και μάλιστα αυτών όσοι τε έπ' ώφελία τών άοΐ-
κουμένων κεΐνται και όσοι άγραφοι όντες αισνύνην
όμολογουμένην (ρέρουσιν. »
« Και υ;ήν και τών πόνων πλείστας αναπαύλας
τ?ί γνώμη έπορισάμεθα, άγώσι μέν γε και θυσί-
αις διετησίοις νομίζοντες, ιδίαις δέ κατασκευαΐς
εύπρεπέσιν, ών κα9' ήμέραν ή τέρψις τό λυπηρόν
έκπλη'σσει. Έπεισέρν/εται δέ δια μέγεθος της πό-
λεω; έκ πάσης γης τά πάντα, και ξυμβαίνει ήμΐν
μηβέν οίκειοτέρα τνί άπολαύσει τά αύτοΰ άγαθά
γιγνόμενα καρποΰσθαι η και τά τών άλλων άν-
θρώπων. »
« Διαφέρομεν δέ και ταις τών πολεμικών με-
λε'ταις τών εναντίων τοΐσδε. Την τε γαρ πόλιν
κοινην παρέχομεν, και ούκ έστιν ότε ξενηλασίαις
άπείργομέν τινα η μαθη'ματος η θεααατος, δ μ/»
κρυφθέν άν τις τών πολεμίων ιδών ώφεληθείη, πι-
στεύοντες ού ταις παρασκευαΐς τ , πλέον και άπά-
ταις η τφ άφ' ήμών αύτών έ; τα έργα εύψυχω*
190 ΤΗυ0ΥϋΙ0Ι8
και εν ταις παιδείαις οί μεν έπιπόνω άσκη'σει εύ-
8ύς νε'οι όντες το άνδρεΐον μετέρχονται, ήμεις 5ε
άνειμένως διαιτώμενοι ούδέν ήσσον έπι τους ισο-
παλεις κινδύνους χωροΰμεν Τεκμη'ριον δέ· οΰ'τε
γαρ Λακεδαιμόνιοι καθ' εκάστους, μετά πάντων
β' ές την γην ημών στρατεύουσιν, τη'ν τε τών πέ-
λα; αύτοί έπελθόντες ού χαλεποίς έν τη άλλοτρια
τους περι τών οίκείων αμυνομένου; μαχόμενοι τά
-πλείω κρατοΰμεν. Άθρόα τε τη δυνάμει ημών
«ύδείς πω πολέμιος ένέτυνε ο\ά την τοΰ ναυτικου
.τε άμα έπιμέλειαν και την έν τη γ.?ί έπι πολλα
-ημων αυτών έπίπεμψιν ην δέ πο\» μορίω τινι
-προσμίξωσιν, κρατη'σαντές τέ τινας ήμών πάντας
«ύχοΰσιν άπεώσθαι και νικηθέντες ύφ' απάντων
ήσσησθαι. Καίτοι εί ραθυμία μάλλον η πόνων
"μελέτη και μη μετά νόμων το πλεΐον η τρόπων
άνδρίας έθέλομεν κινδυνευειν, περιγίγνεται ήμΐν
τοις τε μέλλοοσιν άλγεινοΐς μή προκάμνειν, και
ίς αυτά έλθοΰσι μη άτολμοτέρους τών άει μοχ-
ΐούντων φαίνεσθαι, και εν τε τούτοις την πόλιν
άξίαν είναι θαυμάζεσθαι και έτι έν άλλοις. »
« Φιλοκαλοΰμεν γαρ μετ' ευτελειας και ιριλο-
βοφουμενάνευ μαλακία., πλουτω τε εργου μάλλον
ΗΙδΤΟΒΙΑ. 191
καιρω η λόγου κόμπω χρώμεθα, και το πένεσθαι
ούχ όμολογεΐν τινι αίσχρον, άλλά μή διαφεύγειν
εργω αΐσχιον. Ένι τε τοϊς αύτοϊς οικείων άμα
και πολιτικων επιμέλεια, και έτεροις προς εργα
τετραμμένοις τά πολιτικά μήένδεώς γνώναι. [/.ό
νοι γαρ τόν τε μηδέν τώνδε μετέχοντα ούκ άπράγ-
μονα άλλ' άχρεϊον νομίζομεν, και αύτοι ητοι κρί-
νομέν γε η ενθυμούμεθα ορθώς τά πράγματα, ού
τούς λόγους τοις έργοις βλάβην Ηγουμενοι, άλλά
μη προδιδαχθηναι μάλλον λόγω πρότερον η έπι ά
δεΐ έργω έλθεΐν. Διαφερόντως γάρ δη και τόδε
εχομεν ώστε τολμάν τε οί αύτοι μάλιστα και πε
ρι ων έπιχειρη'σομεν έκλογ·'ζεσθαι· ο τοις άλλοις
άμαθία μεν θράσος, λογισμός δέ οκνον φέρει.
Κράτιστοι δ' αν την ψυχην δικαίως κριθεΐεν οί τά
τε δεινά και ηδέα σαφέστατα γιγνώσκοντες καί
διά ταΰτα μη άποτρεπόμενοι εκ τών κινδύνων.
Και τά ές άρετην ηναντιώμεθα τοϊς πολλοϊς· ού
γάρ πάσχοντες ευ άλλά δρώντες κτώμεθα τούς φί
λους. Βεβαιότερος δέ ό δράσας την χάριν ώστε
οφειλομένην δι' εύνοιας 5 δέδωκε σώΤειν ό δ'άν-
τοφείλων άμβλύτερος. ειδώς ούκ ές χάριν άλλ' ές
όφείλημα την άρετην άποδώσων. Και μόνοι ού
192 ΤΗϋΟΥϋΙϋΙδ
του ξυμφέροντος [Λάλλον λογισ^ω η της έλευθερί
ας τω πιστω άδεώς τινά ώφελουμεν. »
α Ξυνελών τε λέγω τη'ν τ ε πάσαν πόλιν τις
Ελλάδος παίδευσιν είναι, και κα9' έ'καστον δο-
-κεϊν άν μοι τον αυτόν άνδρα παρ' ημών έπι πλεΐ-
στ' άν εΐδη και μετά χαρίτων μάλιστ' άν εύτρα-
πέλως το σώμα αύ'ταρκες παρέχεσθαι. Και ώς ού
λόγων έν τω παρόντι κόμπος τάδε μάλλον η ερ
γων εστίν άληθεια, αύτη ή δύναμις της πόλεως,
ην από τώνδε των τρόπων έκτησάμεθα, σημαίνει.
Μόν/ι γαρ των νυν άκοης κρείσσων ές πείραν έρχε
ται, και μόνη οϋτε τω πολεμίω έπελθόντι άγαν-
άκτησιν έχει ύφ' οΐων κακοπαθεϊ, οϋτε τω ύνΤΛ-
κόω κατάμεμψιν ώς ούχ ύπ' άςίων άρχεται. Με
τά μεγάλων δέ σημείων και ού δη' τοι άμάρτυρόν
γε την δύναμιν παρασχόμενοι τοΐς τε νυν και τοΐς
επειτα θαυμασθησόμεθα, και ούδέν προσδεόμενοι
οΰτε Όμη'ρου επαινετου οΰτε όστις έπεσι μεν το
αύτίκα τέρψει, των δ' έργων την ύπυνοιαν ή άλη'
θεια βλάψει, άλλά πάσαν μεν θάλασσαν και γην
έσβατόν τη ημετέρα τόλμη καταναγκάσαντες γε
νέσθαι, πανταχου δέ μνημεΐα κακών τε κάγαθών
Λιοια ξυγκατοικίσαντες. Περί τοιαύτης ουν πόλεως
ΗΙδΤΟβΙΑ. 193
οΐδε τε γενναίως, δικαιοΰντες μη άφαιρεθηναι αύ-
την, μαχομενοι έτελεύτησαν, και των λειπομένων
-πάντα τινά εικός έθέλειν ύπέρ αύτης κάμνειν.»
α Διό δη και έμη'κυνα τά περι της πολεως, δι-
δασκαλίαν τε ποιούμενος μή περί ίσου ήμϊν είναι
τον αγώνα και οίς μηδέν υπάρξει ομοίως, και τ^ν
εύλογίαν άμα έφ' οίς νυν λέγω φανεράν σημείοις
καθιστάς. Και εΐρηται αύτης τα μέγιστα· ά γαρ
την πόλιν υμνησα, αί τώνδε και των τοιώνδε ά-
ρεται έκόσμησαν, και ούκ άν πολλοϊς των Ελλή
νων ισόρροπος ώσπερ τώνδ* ό λόγος των έργων
φανείη . Δοκεϊ δέ δηλουν άνδρος άρετήν πρώτη τε
μηνύουσα και τελευταία βεβαιουσα ή νυν τώνδε
καταστροφη'. Και γαρ τοις τάλλα χείροσι δίκαι-
ον την ές τους πολέμους ύπέρ της πατρίδος άν-
δραγαθίαν προτίθεσθαι· άγαθώ γάρ κακόν άφανί-
«ναντες κοινώς μάλλον ωφέλησαν η έκ των ιδίωι»
εβλαψαν. Τώνδε δέ οΰτε πλούτου τις την έτι ά-
πόλαυσιν προτιμη'σας έμαλακίσθη, ού'τε πενίας
«λπίδι, ως καν έ'τι διαφυγών αύτην πλου/π^ειεν,
άναβολην του δεινου έποιησατο· την δέ των εναν
τίων τιμωρίαν ποθεινοτέραν αυτών λαβο/ν^ες, φ$\»
13
194 ΤΙΠΚΥΟΙΟΙδ
χινδύνων άμα τόνδε κάλλιστον νομίταντες, έβου-
λη'θησαν μετ' αύτοΰ τους μεν τιμωρεΐσθαι των δέ
έφίεσθαι, ελπίδι μεν το αφανές του κατορθώσειν
.έπιτρέψαντες, έργω δέ περι του ηδη δρωμένου
σφίσιν αύτοΐς άξιουντες πεποιθέναι, και έν αύτω
το άμυνεσθαι και παθεΐν μάλλον ήγησάμενοι η το
ένδόντες σώζεσθαι, το μέν αισχρόν του λόγου έ'-
<φυγον, τό δ' έργον τω σώματι ύπέμειναν, και ϊι'
.ελαχίστου καιρου τυχης άμα άκμί) της £όξης
μ.αλλον η του δέους απηλλάγησαν. »
«Και οΐδε μέν προσηκόντως τη πόλει τοιοίδε έ-
γένοντο· τους δέ λοιπούς χρη άσφαλεστέραν μεν
εΰχεσθαι, άτολμοτέραν ο*έ μηδέν άξιοΰν την ές
τούς πολεμίους διάνοιαν έχειν, σκοποΰντας μή λό
γω μόνω την ώφελίαν, ην άν τις προς ούδέν χεΐ-
|»ν αύτους υμάς είδότας μηκυνοι, λέγων όσα έν
τω τούς πολεμίους άμυνεσθαι άγαθά ενεστιν, άλ
λα μάλλον την της πόλεως δύναμιν καθ' ήμέραν
Ιργω ί^εωμένους και έραστάς γιγνομένους αύτης,
χαι όταν ύμΐν μεγάλη δόξη είναι, ένθυμουμένους
9η τολμώντες και γιγνώσκοντες τα δέοντα και έν
τοΐς έργοις αισχυνόμενοι άνδρες αύτά έκτη'σαντο,
και όποτε και πείρα του σφαλείησαν, οΰκουν και
ΙΙΙδΤ0ΚΙΑ. 495
τη·» πόλιν γε της σφετέρας αρετης άξιοΰντες στε-
ρίσκειν, κάλλιστον δέ ερανον αύτ?) προϊέμενοι.
Κοινη γαρ τά σώματα διδοντες ιδία τον άγη'ρων
επαινον έλάμβανον και τον τάφον επισηαότατον,
ούκ εν φ κεΐνται μάλλον, άλλ' εν φ ή δόξα αυ
τών παρά τω έντυχόντι άεΐ και λόγου και εργου
καιρω αείμνηστος καταλείπεται. Ανδρών γαρ έ-
πιφανών πάσα γη τάφος, και ου στηλών μόνον έν
τίί οικεία σημαίνει επιγραφη, άλλα και έν τη μή
προσηκούση άγραφος μνη'μη παρ' έκάστω της γνώ
μης μάλλον η του έργου ένδιαιτάται. Οΰς νυν ύ-
μεϊς ζηλώσαντες, και το εύ'δαιμον τό έλεύθερον τό
δ' έλευθερον το ευψυχον κρίναντες, μή περιοράσθε
τούς πολεμικούς κινδύνους. Ού γαρ οί κακοπρα-
γοΰντες δικαιότερον άφειδοϊεν αν του βίου, οίς έλ-
πίς ούκ έ'στ' άγαθοΰ, άλλ' οίς ή εναντία μεταβολή
έντώζην ε τι κινδυνεύεται και έν οίς μάλιστα με
γάλα τά διαφέροντα, ην τι πταίσωσιν. Άλγεινο-
τέρα γαρ άνδρί γε φρόνημα έχοντι ή έν τω μετά
του μαλακισθηναι κάκωσις η ό μετά ρώμης και
κοινης έλπίδος ά'μα γιγνόμενος αναίσθητος θάνα
τος. Διόπερ και τούς τώνδε νυν τοκέας, όσοι πά-
ρεστε, ούκ όλοφύρομαι μάλλον η παραμυθη'σομαι.
196 ΤΉΙΟϋΠ)Ιδ
Έν πολυτροποις γαρ ξυμφοραϊς έπίστανται τρα-
(ρέντες· το δ' ευτυχές, ο'ί αν της ευπρεπεστατης
λάχωσιν, ώσπερ οΐδε [λεν νυν τελεστης, ύ[Λεϊς δέ
λύπης, και ο'ις ένευδαι[ν.ονησαί τε ό βίος ομοίως
και έντελευτησαι ξυνειιετρη'θη . Χαλεπον [Λέν ούν
οιδα πείθειν δν, ών και πολλάκις έ'ξετε υποδ/ι
ματα έν άλλων εύτυχίαις, αίς ποτέ και αύτοι ή-
γάλλεσθε· και λύπη ούχ ών άν τις [Λη πειρασά-
μενος αγαθών στερίσκηται, άλλ' ού άν έθας γενό
μενος άφαιρεθη. Καρτερεϊν δέχρη και άλλων παί
δων έλπίδι, οίς έτι ηλικία τέκνωσιν ποιεϊσθαι'
ιδία γάρ τε των ούκ όντων λη'θη οί έπιγιγνόμενοί
τισιν έσονται, και τίί πόλει διχόθεν, έκ τε του
(Λη έρημοΰσθαι και άσφαλεία, ξυνοίσει· ού γάρ
οίον τε ίσον τι η δίκαιον βουλεύεσθαι οΐ άν αη
και παίδας έκ του (ψ.οίου παραβαλλόμενοι κινδυ-
νεύωσιν. "Οσοι δ' αύ παρηβη'κατε, τον τε πλεί
ονα κέρδος δν ευτυχεΐτε βίον ήγεϊσθε και τόνδε
βραχύν έ'σεσθαι, και τη τώνδε εύκλεία κουφίζεσθε.
Το γάρ φιλότιμον άγνίρων μόνον, και ούκ έν τω
άχρείω της ηλικίας τό κερδαίνειν, ώσπερ τινές
φασι, μάλλον τέρπει, άλλά το τιμάσθαι. »
« ΠαισΙ δ' αυ όσοι τώνδε πάρεστε η άδελφοΐς
ΗΙδΤΟΒΙΑ. 197
ορώ [Λέγαν τον αγώνα· τον γαρ ούκ όντα άπας ει-
ωθεν έπαινεϊν, και μόλις αν καθ' υπερβολήν αρε
τές ούχ όμοΐοι άλλ' όλίγω χείρους κριθείτε.
Φθόνος γαρ τοΐς ζώσι προς το άντίπαλον, το δέ
[Λή έμποοών άνανταγωνίστω εύνοια τετίμηται.
Ει δέ με δεΐ και γυναικε'ας τι άρετης, δσαι νυν
εν χηρεία έσονται, μνησθηναι, βραβεία παραινέσει
άπαν σημανώ. Της τε γαρ ύπαρχουσης φυσεώς μν)
χείροσι γενέσθαι ύμϊν μεγάλη ή δόξα, και ης αν
επ' έλάχιστον αρετης πέρι η ψόγου έν τοΐς άρσεσι
κλέος γ.»
« Ειρηται και έμοι λόγω κατά τον νόμον οσα
εϊχον πρόσφορα, και έργω οΐ !5απτόμενοι τά μεν
ηδη κεκόσμηνται, τά δέ αύτών τούς παίδας το
άπό τουδε δημοσία ή πόλις μέχρι ηβης δρέψει,
ώφέλιμον στέφανον τοισδέ τε και τοϊς λειπομένοις
τών τοιώνδε αγώνων προτιθεΐσα· άθλα γάρ οις
κεΐται άρετης μέγιστα, τοϊς δέ και άνδρες άριστοι
πολιτευουσιν. Νυν δέ άπολοφυράμενοι ον προση
κει έ'καστος άπιτε. »
Τοιόσδε μεν ό τάφος έγένετο έν τώ χειμώνι
τουτω· και διελθόντος αύτοΰ πρώτον έτος του πο
λέμου τοΰδε έτελευτα.
193 ΪΙΙϋΟΥΟΙϋΙδ

ΡοδΙϋβηδ ηιοιΊ)ΐίδ Λΐΐιβηϊδ ϊη§πιϊΙ.

Του δέ θέρους εύ&ύς άρχομένου Πελοπονν/ίσι-


οι και οί ςύαααχοι, τά δύο μέρη, ώσπερ και το
πρώτον, έσεοαλον έςτν)ν Αττικών ήγείτοοέ Άρ-
χίδααος ό Ζευξιδάαου Λακεδαιμονίων βασιλεύς.
Και καθε,όαενοι έδ/ίουν την γην. Και όντων αυ
τών ού πολλάς πω η αέρας έν τ?ί Αττική ή νόσος
πρώτον νίρςατο γενέσθαι τοϊς Άθηναίοις, λεγοαε-
νον αέν και προτερον πολλαχόσε έγκατασκνίψαι
και περί Λ?,μνον και έν αλλοις νωρίοις, ού μέντοι
τοσουτο^ γε λοιαος ούοε φθορα ουτως άνΕΐρώπων
ούίαιΛοΰ έ[7.ν/)[Λονεύετο γενέσθαι. Ουτε γάρ ιατροί
νίρκουν το πρώτον Ξίεραπεύοντες αγνοία, άλλ' αυ
τοί μάλιστα έ'Ονησκον δσω και μάλιστα προσνίε-
σαν, ούτε άλλη άνθρωπεία τέχνη ούδεμία· δσα τε
προς ιεροϊς ίκέτευσαν η μαντείαις και τοϊς τοιου-
τοις έχρτ/;αντο, πάντα άνωοελνί ην, τελευτώντές
τε αυτών άπέστησαν ύπο του κακου νικώμενοι.
"ΙΙρξατο δέ το μέν πρώτον, ώς λέγεται, έξ
Αιθιοπίας τις ύπεο Αιγύπτου, έπειτα δέ και ες
Αιγυπτον και Λιβύην κατέβη και ες την βασιλέως
ΗΙδΤΟΚΙΑ. 49»
γην την πολλη'ν. Ές δέ την Αθηναίων πόλιν έξ-
απιναίως ένέπεσεν, και το πρώτον έν τω Πειραιεΐ
-ηψατο τών ανθρώπων, ώ^τε και έλέχθη ύπ' αυτών
ώς οί Πελοποννη'σιοι φάρμακα έσβεβλη'κοιεν ές τα
φρέατα· κρηναι γαρ ουπω ήσαν αυτόθι. "Υστερον
δέ και ες την άνω πόλιν άφίκετο, και έ'θνησκον
πολλω μάλλον ηδη. Λεγέτω μεν ούν περι αύτοδ
ώς εκαστος γιγνώσκει και ιατρός και ιδιώτης,
άφ' ότου εικός ήν γενέσθαι αυτό, και τάς αιτίας
ά'στινας νομίζει τοσαύτης μεταβολη"ς ίκανάς είναι
δύναμιν ές το μεταστησαι σχεΐν εγώ δέ οίον τε
έγίγνετο λέξω, και άφ' ών άν τις σκοπών, εΐ πά
τε και αύθις έπιπέσοι, μάλιστ' αν έ'^οι τι προει-
μή άγνοεΐν, ταυτα δηλώσω αυτός τε νοση'σας
και αυτός ιδών άλλους πάσχοντας.
Τό μεν γάρ έτος, ώς ώμολογεΐτο, έκ πάντων
μάλιστα δη εκεΐνο άνοσον ές τας άλλας ασθενείας
έτυγχανεν δν ει δέ τις και προέκαρέ τι, ές του
το πάντα άπεκρίθη. Τούς δ' άλλους άπ' ούδεμΐ-
- ας προφάσεως άλλ' έξαίφνης υγιεΐς δντας πρώτον
[ιέν της κεφαλης 5έρααι ισχυραι και τών οφθαλ
μών έρυθη'ματα και φλόγ<οσις έλάμβανεν, και τοε.
«ντος, η τε φάρυγξ και ή γλώσσα, ευθύς αίαατώδνί
500 ΤΗϋΟΥΟΙΟΙδ
και πνεΰμα άτοπον και δυσώδες ηφίει· έπειτα
«ξ αυτών πταρμός και βράγχος έπεγίγνετο, και
£ν ού πολλώ χρόνω κατε'βαινεν ες τα στη'θη ό πό-.
-νος μετά βηχός ισχυροΰ· και όποτε ες την καρδίαν
«τνιρίξαι, άνέστρεφε' τε αυτην και αποκαθάρσεις
χολής πάσαι δσαι ύπό ιατρών ώνο[Λασ[Λέναι είσιν
επη'εσαν, και αύται μετά ταλαιπωρίας μεγάλης.
Αύγξ τε τοϊς πλείοσιν ένε'πιπτε κενή, σπασμόν
.ενδΊοΌΰσα ισνυρόν, τοϊς [Λεν μετα ταΰτα λωφη'-
«αντα, τοις και πολλώ υστερον. Και τό μέν
ίξωθεν άπτομενω σώμα οΰτ' άγαν θερμόν ην ούτε
-χλωρόν, άλλ' ύπέρυθρον, πελιτνόν, φλυκταίναις
^ικραίς και ελκεσιν έξηνθηκός· τα δέ εντός ουτως
εκάετο ώστε μνί'τε τών πάνυ λεπτών ΐ[Λατί<ον και
ο»νο"όνων τάς έπιβολάς μηο" άλλο τι η γυρινοι ά-
-νεχεσθαι, νίδιστά τε αν ές υοΊορ ψυχρόν σφάς αυ
τούς ρίπτειν. Και πολλοι τοΰτο τών ήιΛεληι«νων
«νθρώπων και εδρασαν ές φρε'ατα, τ?ί δίψ?ί άπαυ-
βτω ξυνεχόμενοι· και εν τώ όμοίω καθειστηκει τό
τε πλέον και ελασσον ποτόν. Και ή απορία το5
ήσυχάζειν και ή αγρυπνία έπέκειτο δια παν
τός. Και τό σώαα, δσονπερ χοόνον και ή νόσος
Λχ.μ.άζο{.} ούκ έμαραίνετο άλλ' άντεϊχε παρα δόξαν
ΗΙ5Τ0ΒΙΑ. 201
τη ταλαιπωρία, ώστε η διεφθείροντο οί πλεΐστοι
ίναταϊΌι και έβδομαίοι ύπό του έντός καύματος,
ετι έχοντες τι δυνάμεως, η ει διαφυγοιεν, έπικα-
τιόντος του νοση'αατος ες την κοιλίαν και έλκώ-
σεώς τε αύτη ίσχυράς έγγιγνοαένης και διαρροιας
άμα άκρατου έπιπιπτούσης οί πολλοι υστερον ο*'
αύτήν άσθενεία άπεφθείροντο. Διεξηει γαρ δια
παντός του σώματος άνωθεν άρξάμενον τό εν τϊ)
κεφαλη πρώτον ιδρυθέν κακόν, και εΐ τις έκ των
{Λεγίστων περιγε'νοιτο, των γε ακρωτηρίων άντί-
ληψις αύτου έπεση'[Λαινεν κατέσκηπτε "γαρ ές αι
δοια και ές άκρας χεΐρας και πόδας, και πολλοί
οτερισκόμενοι τούτων διέφευγον, εισι δ' οί και
των οφθαλμών. Τους δέ και λη'θη έλάμβανε πα-
ραυτίκα άναστάντας των πάντων όρ-οίως, και η-
γνόησαν σφάς τε αυτους και τούς επιτηδείους.
Γενό[Λενον γαρ κρεΐσσον λόγου τό είδος της νό
σου τά τε άλλα χαλεπωτέρως η κατά την άνθρω-
πείαν φυσιν προσε'πιπτεν έκάστω, και έν τώδε έ-
δηλοσε μαλιστα άλλο τι ον η των ξυντρόφων τι·
τά γαρ δρνεα και τετράποδα οσα ανθρώπων άπτε
ται, πολλών άταφων γιγνοαένων η ού προση'ει η
202 ΤΗυΟΥβΙΟΙδ
Τεκαηριον δέ των μεν τοιούτων ορνίθων έπίλει-
ψις σαφης εγε'νετο, και ούχ έωρώντο οΰτε άλλως
οΰτε περί τοιοΰτον ούδε'ν οί δέ κύνε: ααλλον αΐ-
σ9τσιν παρεΐχον του άποβαίνοντος δια τό ξυνδι-
αιτάσθαι. Το μέν ούν νόσ»)μα, πολλά και άλλα
παραλιπόντι άτοπίας, ώς έκάστω ετύγχανε τι
διαφερόντως έτε'ρω προς ετερον γιγνόμενον, τοι
ουτον ήν επί πάν την ιδέαν. Και άλλο παρελύπει
κατ' εκεΐνον τον χρόνον ούδέν των ειωθότων δ δέ
και γενοιτο, ες τοΰτο έτελεύτα. "Εί)νησκον δέ οί
μεν άμελεία, οί δέ και πάνυ θεραπευόμενοι. "Εν
τε ούδέ εν κατέστη ϊα[Λα ώς ειπεΐν ο τι χρην προσ
φεροντας ώφελεϊν το γαρ τω ξυνενεγκόν άλλον
τοΰτο έ'βλαπτεν. Σωαα τε αΰταρκες δν ούδέν δι-
εφανη πρός αυτό ισχύος πε'ρι η ασθενείας, άλλα
πάντα ξυνη'ρει και τά πάση διαίτνι θεραπευόμενα.
Δεινότατον δέ παντός ήν του κακοΰ η τε άθυμία
οπότε τις αϊσθοιτο κάπνων (πρός γαρ τό άνελπι-
στον εύθύς τραπόμενοι τη γνώρι πολλω μάλλον
προ'ιεντο σφάς αυτούς και ούκ άντεΐχον), και ότι
ετερος άφ' έτε'ρου θεραπείας άναπιμπλάαενοι ώσ-
περ τα πρόβατα έ'ϊίνησκον · και τον πλείστον φθό-
ρον τουτο Ινεποίει. Είτε γαρ αή θίλοιεν δεδιότες
ΗΙδΤΟΜΑ. 203
άλλη'λοις προσιέναι, άπώλλυντο έρν)[Λοι, καί οίκί-
αι πολλαι έκενώθησαν απορία του θεραπεύσοντος ■
εΐτε προσίοιεν, διεφθείροντο, και μάλιστα οί αρε
τές τι μεταποιού[Λενοι· αισχύννι γαρ ηφείδουν
σφών αυτών, έσιόντες παρά τούς φίλους, έπεί καί
τας όλοφύρσεις των άπογιγνοαενων τελευτώντες
και οί οίκεΐοι έςέκαανον, ύπό του πολλου κακοΰί
νικώιΛενοι. Έπί πλέον δ' οαως οί διαπεφευγότες
τον τε ]5νησκοντα και τον πονούαενον ώκτίζοντα
δια το προειδέναι τε και αύτοί νίδη έν τω θαρσα-
λεω είναι· δίς γαρ τον αΰτον, ώστε και κτείνειν,
ουκ έπελάαβανεν . Και έαακαρίζοντό τε ύπο των
αλλων, και αύτοί τώ παραχρήμα περιχαρεΐ και ες
τον έπειτα χρόνον ελπίδος τι είχον κούφης υν/ιδ*
αν ύπ' άλλου νοσνιματός ποτε έτι διαφθάρήναι.
Έπίεσε δ' αύτους μαλλον προς τώ ύπάρχοντε
πόνω καί ή ξυγκο[λιδη εκ τών αγρών ές το άστυ,
και οϋγ ήσσον τούς έπελθόντας. Οικιών γαρ ούν/
ύπαρχουσών, άλλ' έν καλύβαις πνιγηραις ώρα ε
τους διαιτωμένων ό φθόρος έγίγνετο ούδενί κόσμ»
αλλά και νεκροί άπ' άλλη'λοις άποθννίσκοτες έ'κει-
ντο, και έν ταΐς όδοις έκαλινδοΰντο και περί τας
κρη'νας άπάσας .ή[Λι5ν?τες του υδατος επιθυμία.
204 ΤΗυΟΥϋΙϋΙδ
Τά τε ιερά έν οίς έσκη'νηντο νεκρών πλέα ην, αυ
του έναποθνησκόντων ύπερβιαζομένου γάρ του κά
κου οί άνθρωποι ούκ έχοντες ο τι γένωνται, ες ό-
λιγωρίαν έτράποντο και ιερών και όσιων ομοίως.
Νόμοι τε πάντες συνεταράχθησαν οίς έχρώντο πρό
τερον περί τάς ταφάς, εθαπτον δέ ώς εκαστος έ-
ίυνατο. Και πολλοι ές αναισχυντους δ'η'κας έτρά-
ττοντο σπάνει των επιτηδείων δια τό συχνούς νίδΎ)
-προτεθνάναι σφίσιν έπι πυρά ς γαρ άλλοτριας φθά-
οαντες τούς νη'σαντας οί μεν έπιθέντες τον εαυτών
νεκρον ύφηπτον, οί δέ καιομένου άλλου άνωθεν ε-
-πιβαλόντες δν φέροιεν άπηεσαν.
Πρώτον τε ήρξε και ές τάλλα τη πόλει επί
-πλέον ανομίας τό νόσημα. 'Ραον γαρ έτόλμα τις
* πρότερον άπεκρύπτετο μή καθ' ήδονήν ποιεϊν,
άγχίστροφον τήν μεταβολήν όρώντες τών τ' εύ-
δαιμόνων και αιφνιδίως θν/ισκόντων και τών ου
δεν πρότερον κεκτημένων, ευθύς δέ τάκείνων έχ ό
ντων. "Ωστε ταχείας τάς έπαυρέσεις καί προς το
τερπνον ηξίουν ποιεϊσθαι, εφημερα τά τε σώματα
και τά χρηματα ομοίως ήγούμενοι. Και το μεν
-προσταλαιπωρεϊν τω δόξαντι καλώ ούδείς πρόθυ
μος ην, άδηλον νομίζων ει πριν έπ' αύτο έλθεΐν.
ΗΙ8ΤΟΚΙΑ. 205
διαφθαρη'σεται- ο τι δέ ν$η τε ήδύ και παντα
χόθεν το ές αύτό κερδαλέον, τοΰ*το και καλόν και
χρη'σιμον κατέστη. Θεών δέ φόβος η ανθρώπων
νό[Λος ούδεις άπεϊργεν, το μεν κρίνοντες εν όαοίω
και σέβειν και μή έκ του πάντας όράν εν ΐσω ά-
πολλυ[Λένους, τών δέ αμαρτημάτων ούδεις ελπί
ζων μέχρι του δίκην γενέσθαι βιούς άν την τιμω-
ρίαν άντιδοΰναι, πολύ δέ μείζω την ηδη κατεψη-
φισμένην σφών έπικρεμασθηναι, ην πριν έμπεσεϊν
εικός είναι τοΰ βίου τι άπολαυσαι.
Τοιουτω μέν πάθει οί Άθηναίοι περιπεσόντες
έπιέζοντο, ανθρώπων τ' ένδον θνησκόντων και γης
έςω δηουμένης. Έν δέ τω κακώ, οία εικός, άνε-
μνη'σθησαν και τοΰδέ τοΰ επους, φάσκοντες οί
πρεσβυτεροι πάλαι άδεσθαι, «ηΊ;ει Δωριακός πό
λεμος, και λοιμός άμ' αύτώ.» Έγένετο [Λέν ούν
ερις τοϊς άνθρώποις μή λοιπον ώνομάσθαι έν τόϊ
έ'πει ύπό τών παλαιών άλλα λιμόν ένίκησε δέ ε
πι τοΰ παρόντος εικότως λοιμόν ειρησθαι· οι γαρ
άνθρωποι προς ά έ'πασχον την μνη'μην έποιουντο.
"Ην δέ γε οίμαί ποτε άλλος πόλεμος καταλάβη
Δωρικός τοΰδε υστερος και ξυμβη γενέσθαι λιμόν,
κατα τό εικός οΰτως ασονται. Μνη'μη δ* εγένετ»
206 ΤΗυατϋΐϋΐδ
και του Λακεδαιμονίων χρηστη ρίου τοις ειδόσιν,
δτε επερωτώσιν αύτοϊς τον θεον εί χρή πολεμεΐν
άνεϊλε κατα κράτος πολε[Λουσι νίκην έ'σεσθαι, και
αύτος ειρί ξυλλη'ψεσθαι. Περί μέν 6ύν του χρηα-
ττρίου τάγιγνόμενα -ίίκαζον ιψ.οϊα είναι, έσβεβλ·»:-
κότων δέ των Πελοποννησίων ή νόσος νίρξατβ ευ
θυς. Και ές μέν Πελοπόννησον ούκ έσίίλθεν, δ τι
άξιον και ειπεΐν, έπενείματο Άθηνας μέν μά-
"λιστα, επειτα δέ και των άλλων χωρίων τα πο-
λυανθρωπότατα. Ταΰτα μέν τα κατά την νόσον
-γενόμενα.
Θουκι&ίδου Βιβλίον β'.
207

ΗΙΡΡΟΟΚΑΤΕδ
(ϋβ ΑβΓβ, Αφίϊδ, βΙ Ιοοίδ.

Ίνιτρικνιν, όστις βούλεται ορθώς ζητεΐν, τά


δε νρν) ποίεειν. Πρώτον μεν ένθυμε'εο-θαι τάς ώ
ρας του έ'τεος, ο τι δύναται άπεργάζεσθαι έκαστη·
ού γαρ έοίκασιν ούθέν, άλλα πολύ διαφέρουσιν αύ
ται τέ έωυτών, και έν τνίσι μεταβολίίσιν. "Επει
τα δέ, τά πνεύματα, τά 5ερ[Λά τε, και τά ψυ
χρά, μάλιστα μεν, τά κοινά πάσιν άνθρώποισιν.
"Επειτα δέ, και έν εκάστη '/ώρη έπιχώρια έόντα.
Δεϊ δέκαι τών υδάτων ένθυμέεσθαι τάς δυνάι/,ιας·
ώσπερ γάρ έν τω στ,ψ.ατι διαφέρουσιν, και έν τω
σταθμώ, οΰτω και ή δύνααις διαφέρει πολύ έκα
στου· ώστε ές πόλιν έπειδάν άφίκηταί τις, ης ά
πειρος έστι, διαφροντίσαι χρή την $έσιν αύτέης,
όκως κέεται, και προς τά πνεύματα, και πρός τάς
ανατολάς του ήλίου. Ού γάρ τωύτό δύναται, Ϋίτις
προς βωρέην κέεται, και ητις πρός νότον ούδ' η
τις πρός ίίλιον άνίσχοντα· ούδ' ητις πρόςδύνοντα.
Ταΰτα δέ ένθυο-έεσθαι ώς κάλλιστα· και τών υ
δάτων πέρι, ώς Ιχουσιν, και πότερον έλώδεσι
208 ΠΙΡΡΟΟΚΑΤΕδ.
ν/ρέονται και μαλακοΐσιν, η σκληροΐσί τε και εκ
μετεώρων, και έκπετρωδέων εΐτε άλυκοΐσι, και
άτεράμνοισιν. Και την γην, πότερον ψιλη τε, και
άνυδρος, η δασεΐα και έφυδρος, και εΐτε έν κοίλω
εστι, και πνιγηρη, εΐτε μετέωρος, και ψυχρη'.
Και την δίαιταν των ανθρώπων όκοίη ή'δονται·
πότερον φιλοπόται, και άριστηται, και άταλαί-
πωροι, η φιλογυμνασταί τε και φιλόπονοι, και
έδωδοι, και άποτοι. Και από τουτε'ων χρη ένθυ-
μέεσθαι εκαστα, ει γαρ ταυτα ειδείη τις καλώς,
μάλιστα [Λέν πάντα, εί δέ μή, τάγε πλεΐστα,
ούκ αν αυτον λανθάνοι ές πόλιν άφικνεόμενον, ής
αν άπειρος η, οΰτε νοσηματα έπιχώρια, οΰτε τών
κοινών ή φύσις όκοίη τίς εστιν. "Ωστε [Λη άπο-
ρέεσθαι έν τνί 5'εραπείη τών νούσων, μη δέ δια-
μαρτάνειν, ά είκός έστι γίγνεσθαι, ην μήτις ταυ
τα πρότερον ειδώς προφρώντις ή.
Περι έκαστου δέ χρόνου προσιόντος, και του έ-
νιαυτουλέγοι αν, όκόσατε νοση'ματα με'λλει πάγ-
κοινα την πόλιν κατασχησειν, η 5ερεος η χειμώ-
νος· όκόσα τέ ίδια έκάστω κίνδυνος γίγνεσθαι,
έκ μεταβολης της διαίτης. ΕΪδώς γαρ τών ώρέ-
ων τας μεταβολβς, και τών άστρων ΐπιτολάς, χι
ΗΙΡΡ(Η]ΚΑΤΕδ. 20»
και δύσιας, καθότι εκαστον τουτέων γίγνεταε,.
προειδέιη αν το εετος, όκοΐόντι μέλλει γίγνεσθαι·
οΰτως άν τις έρευνώμενος και προγινώσκων τους
καιρούς, μάλιστ' άν ειδέιν) περί έκαστου, και τα
πλεΐστα τυγχάνει της ύγιέιης, και κατ' όρθον φέ-
ροιτο ούκ ελάχιστα έν τη τέχνη. Ει δέ δοκέοι τις
ταΰτα μετεωρόλογα είναι, ει μεταστάιη της γνώ
μης, μάθοι άν οτι ούκ ελάχιστον [*ερος συμβάλ
λεται Άστρονομίη ές ιωτρικήν, άλλα πάνυ πλεί
στον άμα γαρ τησιν ώρησιν και αί κοιλίαι μ*~
ταβάλλουσιν τοΐσιν άνθρώποισιν.
"Οκως δέ χρη έκαστα των προειρη μενων σκο-
πεΐν και βασανίζειν , εγώ φράσω σαφέως. "Ητις
μεν πόλις προς τά πνεύματα κεΐται τά θερμά»
(ταΰτα δ' Ισται μεταξύ της τε χειμερινές ανατο
λης τοΰ ηλίου, και των δυσμέων των χειμερινων}
και αύτέη ταΰτα τά πνεύματά εστι ξυννομα· των;
δέ άπο των άρκτων πνευμάτων σκέπη, έν ταύτη,
τίί πόλει εστι τά τε υδατα πολλα, και υφαλα,
και ανάγκη είναι μη μετέωρα, του μεν θερέος,
θερμά, του δέ χειμώνος, ψυχρά. Και όκόσαι με*
τών πόλεων κε'ονταί γε καλώς του ηλίου και τώ*
210 ΙΙΙΡΡΟΟΚΑΤΕδ.
πνευμάτων, υόασί τε χρώνται άγαθοϊσιν, αύται
|Λέν ήσσον αισθάνονται των τοιούτων [Λεταβολε'ων.
Όκόσαι δέ ΰδασί τε έλείοισι χρε'ονται, καί λι-
ανώδεσιν, κεΐνται τε [«) καλώς των πνευμάτων
και του ηλίου, αύται δέ μάλλον. Κην μεν τό 3έ-
ρος αύχτηρόν γένηται, θάσσον παύονται αί νου-
σοι. *Ην δέ εποαβρον, πολυχρόνιοι γίνονται, και
φαγεδαίνας εικος έγγίνεσθαι άπο πάσης προφάσι-
ος, ην ελκος έγγένηται. Του δέ χ ειμωνος ψυχρου,
τούς τε άνθρο/ινους τας κεφαλας ύγράς έχειν, και
<ρλεγ[Λατώδεας· τάς τε κοιλίας αύτέων πυκνά έκ-
ταράσσεσθαι, άπο της κεφαλής του φλεγματος
επικαταρ ρέοντος· τά τε εΐδεα επί το πληθος αύ
τέων άτονώτερα είναι· έσθίειν δ' ούκ αγαθούς εί
ναι, ούδέ πίνειν. Όκόσοι μεν γαρ κεφαλάς άσθε-
νΙας έχουσιν, ούκ αν εΐησαν αγαθοί πίνειν ή γαρ
λραιπάλη μαλλον πιε'ζει.
Νοση'αατά τε τάδε έπιχώρια είναι. Πρώτον
{Λεν τας γυναίκας νοσεράς καί ροώδεας είναι· έπει
τα πολλάς άτοκους ύπο νόσου, και ού φύσει, έκ-
τιτρώσκεσθαί τε πυκνά. Τοϊσίτε παιδίοισιν έπι-
πίπτειν σπασμούς καί άσθματα, ά νορζουσιν το
παιδίον πονε'ειν, καί ίερην νοΰσον είναι. Τοισι δε
ΙΙΐΡΡΟ0ΚΑΤΕ8. 211
άνδράσιν δυσεντερίας, και διαρροιας, και ηπιά-
λους, και πυρετούς πολυχρονίους χειμερινούς, και
έπινυκτίδας πολλάς, και αιμορροιδας έν τίί έδρη·
πλευρίτιδες δέ, και περιπνευμονίαι, και καυσοι,
και όκοσα οξέα νοσηματα νομίζονται, ούκ έγγί-
νονται πολλά· ού γαρ οίον τε, δκου άν κοιλίαι ύ-
γραι έώσι, τάς νούσους ταύτας ισχύειν. Όφθαλ-
μίαι τέ έγγίνονται ύγραί, και ού χαλεπαί, όλι-
γοχρόνιοι, ην μη' τι κατάσχη νοσημα πάγκοινον
έκ μεταβολης. Και όκόταν τα πεντη'κοντα έ'τεα
ύπερβάλλωσι, κατάρροι επιγενόμενοι έκ του εγκε
φάλου, παραπληκτικούς ποιέουσι τούς άνθρώπους,
όκόταν έξαίφνης ήλιωθεώσι την κεφαλην, η ριγώ-
σωσι. Ταΰτα μέν τά νοση'ματα αύτέοισιν έπιχώ-
ριά έστιν. Χωρις δέ ην τι πάγκοινον κατάσχη
νοση'μα έκ μεταβολης των ώρέων, και τουτέου
μετέχουσιν. Όκόσαι δ' άντικέονται τουτέων προς
τά πνεύματα τα ψυχρά, μεταξύ τών δυσμών των
θερινών του ηλίου, και της ανατολάς τη"ς θερινης,
και αύτίίσι ταΰτα τα πνεύματα έπιχώριά έστιν,
του δε νότου και τών θερινών πνευμάτων σκέπη,
ώδε έχει περ'ι τών πόλεων τουτέων.
Πρώτον μέν τά ΰδατα τά σκληρά τε και ψυχρά
212 ΗΙΡΡΟ0ΚΑΤΕδ.
ώς έπι το πλη"θος γλυκαίνεται, τούς δέ ανθρώπους
έντονους τέ και σκελιφρούς ανάγκη είναι· τους τε
πλείου; τάς κοιλίας άτεράμνους εχειν και σκληράς
τας κάτω, τάς δέ άνω εύροωτέρας· χολώδεάς τε
[Λάλλον η φλεγματίας είναι. Τας δέ κεοαλάς ύ-
γιηράς έ'χουσι και σκληράς. 'ΡηγιΛατίβκ τε είσίν
ιιη το πληθος. Νοσεύματα δέ αύτεοισιν έπιδη-
αεϊται πλευρίτιδε'ς τε πολλαι, αΐ τε οξεϊαι νομι-
ζόαεναι νοΰσοι. Ανάγκη δέ ώδε εχειν, όκόταν
κοιλίαι σκληραί έωσιν. "Ερνπυοί τε πολλοί γίνον
ται άπο πάσης προφάσιος. Τουτέου δέ αιτιόν έστι
τοΰ σώματος ή έντασις, και ή σκληρότης τίίς κοι-
λίης. Ή γαρ ξηρότης ρηγι.ιατίας ποιε'ει είναι, και
τοΰ υδατος η ψυχρότης. Επωδούς δέ ανάγκη τάς
τοιαύτας φύσιας είναι, και ού πολυπότας· ού γαρ
οίον τε άμα πολυβόρους τε είναι και πολυπότας.
Όφθαλμίας τε γίγνεσθαι μέν διαχρόνους, γίγνε
σθαι δέ σκληρας και ισχυράς, και εύθε'ως ρη'γνυ-
σθαι τα δμματα. Αίμορροίας δέ έκ των ρινε'ων
τοισι νεωτε'ροισι τριη'κοντα έτε'ων γίγνεσθαι ισνυ-
ράς τοΰ θε'ρεος· τά τε ιερά νοσεύαατα καλεύμενα,
ολίγα μέν ταΰτα, ισχυρά δέ. Μακροβιους δέ τούς
άνθρωπους τουτε'ους μάλλον εικος ειναι έτερων
ΠΙΡΡΟ0ΚΑΤΕδ. 213
τάτε Ιλκεα ού «ρλεγματώδεα έγγίγνεσθαι, ού 5*
άγριοΰσθαι. Τάτε ηθεα άγριώτερα, η ήμερώτερα.
Τοισι μεν άνδράσι τα νοσ/ιματα έπιχώριά έστιν
και χωρίς ην τι πάγκοινον κατάσχη έκ μεταβολης
των ώρε'ων. Τ/,σι δέ γυναιξι, πρώτον μεν στρυφ-
ναι πολλαι γίγνονται δια τά ΰδατα όντα σκληρά
τε και άτε'ραμνα, και ψυχρά. Αί γάρ καθάρσιες
ούκ έπιγίνονται των έπιμηνίων έπιτη'δειαι, αλλά
όλίγαι και πονηραί· έπειτα τίκτουσι χαλεπώς,
ίκτιτρώσκουσί τε ού σφόδρα. Όκόταν δέ τίκωσι,
τά παιδία αδύνατοι τρε'φειν εισί· το γαρ γάλα
άποσβε'ννυται άπο των ύδάτων τ·?ίς σκληρότητας
και άτεραμνίης. Φθίσιές τε γίνονται συχναι άπα
τών τοκετών ύπο γαρ βίης ρη'γματα ΐσχουσι και
σπάσματα. Τοϊς δέ παιδίοισιν ΰδρωπες έγγίνον-
ται έν τοισιν δρχεσιν, έως μικρά η - επειτα προϊ
ούσης της ήλικίης αφανίζονται. Ήβώσι τε όψέ εν
ταύτη τη πόλει. Περι μεν ούν τών θερμών πνευ
μάτων, και τών ψυχρών, και τών πόλεων τουτε-
ων, ώδε έχει, ώς προείρηται.
Όκόσαι δέ κεονται πρός τα πνεύματα μεταξύ
τών θερινών άνατολέων του ηλίου, και τών χει
μερινών και όκόσαι το εναντίον τουτεων, ώδε έ'χ:>
214 ΠΙΡΡΟ0ΒΑ.ΤΕ3.
περί αύτέων. Όκοσαι μεν προς τάς ανατολάς το»
ηλίου κέονται, ταυτας είκος είναι ύγιεινοτέρας
των προς τάς άρκτους έστρα[Λ[Λενων, και των προς
τα ίτεραά, ην και στάδιον το [Λεταξυ η. Πρότε-
ρον [Λέν γαρ [Λετριώτερον ει το θερ[Λον και το
ψυνρόν. "Επειτα τα ΰδατα, όκόσα προς τας τοδ
ήλίου ανατολάς έστιν, πάντα λααπρά τε είναι α
νάγκη και εύώ^η και ααλακά, και ερατεινά έγγί-
γνεσθαι έν ταυτη τ·?ί πόλει. Ό γαρ ήλιος κωλυ-
ει άνίσγοη και καταλάμπων · το γαρ έωθινον ε
κάστοτε αύτος ό ήηρ κατέχει, ώς επί το πολύ.
Τά τε εί^εα των ανθρώπων, εΰχροά τε και ανθηρά
έστι [Λάλλον, ην [«) τις νουσος άλλη κωλύη· λαα-
πρόφωνοί τε οί άνθρωποι. Όργην τε και Εύνεσιν
βελτίους είσίν των πρνς βορέην, ε'ίπερ και τά άλ
λα τά έ[Λφυό[Λενα ά[Λε:νω εστίν. 'Έοικέ τε μάλι
στα ή οΰτω κειαένη πόλις ηρι κατά την μετριό
τητα του ,ΐτεραου και του ψυχροΰ'. Τά τε νοσεύ-
[Λατα ελάσσω [Λέν γίνεται και ασθενέστερα· έ'οικε
δέ τοΐς έν ταις πόλεσιν γενομένοις νοσεύαασι ταΓς
προς τά θεραά τά πνεύαατα εστραααένησιν αΐ-
τε γυναΐκες αυτόθι έναρικύαονες εισι σφόδρα, και
τικτουσι ρηΐδίως. Περί μέν τουτέων ώίε έ'νει.
ΙΙΙΡΡΟ0ΒΑΤΕ8. 215
Όκόσαι δέ προς τάς θυσιας κεΐνται, χαι αύ-
τε'ησιν εστι σκέπη των πνευμάτων των άπο της
ηοΰς πνεόντων, τά τε θερμά πνεύματα παραρρεΐ
και τα ψυχρά άπο των άρκτων, ανάγκη ταύτας
τας πόλιας 5εσιν κε'εσθαι νοσερωτάτην. Ποώτον.
μέν γαρ τα ΰδατα ού λαμπρά· αίτιον δέ, οτι ό
ήηρ το έωθινον κατεχει, ώ: επί το πολύ, οστις
τω ΰδατι εγκαταμιγνύμενος, το λαμπρον αφανί
ζει. Ό γαρ ήλιος, πριν άνω άρθήναι, ούκ έπι-
λάμπει· του δέ θερεος έωθεν μεν άυραι ψυν/ραι
πνεΌυσι, και δρόσοι πίπτουσι. Το δέ λοιπον ηλιος
έγκαταδύνων, ώστε μάλιστα διε'ψει τους ανθρώ
πους. Διο και άχρόους τε εικός είναι, και άρρω
στους· τών τε νοσευμάτων πάντων μετέχειν, [Λε
ρος των προειρημένων ούδέν αύτέοις άποκέκριται'
βάρυφώνους τε εικός είναι, και βραγχώδεας δια
τον ηερα, όίτι ακάθαρτος ώς έπί το πουλύ αυτόθι
γίγνεται, και νοσώδης· οϋτε γαρ ύπο τών βορεί
ων εκκρίνεται σφόδρα· ού γάρπροσε'χουσι τά πνεύ
ματα. "Α τε προσέχουσιν, αύτέοισι και προσ
κεΐνται, ύδατεινότατά εστιν έπεί τά επί της
έσπέρης πνεύματα έοικεν τω μεθοπώρω μάλιστα.
Ή θε'σις ή τοιαυτη της πόλιος κατά τάς τε ή με
Ϊ16 ΗΕΒΟϋΟΤϋδ.
|»ις μεταβολάς, ότι πολύ το [«σον γίγνεται τοΰ;
■τι έωθινου και του προς την δείλην. Περί [Λεν.
-πνευμάτων, ά τε εστιν επιτηδεια και άνεπιτηδεια,
«δε έχει.
"Ιπποκράτης περί Αέρων, Υδάτων, Τόπων.

ΒΑΒΥΙΟΝΙδ, ΟΙΑΚΙδδΙΜΛ ϋΒΒΙδ,


δίΙοδ ηιβ^ηϋικίο βΙ άβδοιϊρΙϊο.
Της δέ Άσσυρίης εστί μεν κου και αλλα πο-
λίσ[Λατα [Λεγάλα πολλο, το δέ ούνο[Λαστότατον
και ισχυρότατον, ένθα σφι της Νίνοι» αναστατοι*
-γενομένης τά βασιλη'ϊα κατεστη'κεε, ην Βαβυλών,
ίουσα τοιαύτη δη τις πόλις. Κέεται εν πεδίω με-
γάλω, μέγαθος έοΰσα [Λέτωπον εκαστον εΐκοσι και
Ικατον σταδίων έουσης τετραγώνου· ούτοι στάδι
ο» τνίς περιόδου τις πόλιος γίνονται συνάπαντες
ογδώκοντα και τετρακόσιοι. Το ^έν νυν με'γαθος
τοσουτον έστι του άστεος τοΰ Βαβυλωνίου, έκεκό·
σ^ητο δέ ώς ούδέν άλλο πόλισ[χ.α τών ήι«ΐς ϊδ-
|*εν. Τάφρος μεν πρώτα μιν βαθε'α τε και εύρε'α
και πλέη υδατος περιθέει, [Λετα όέ τείχος πεντη'-
χοντα μέν πηχεων βασιληίων έον το εύρος, υψος
δε διηκοσίων πηχεων ό δέ βασιλη'ϊος πηχυς τοδ
ΗΕΚΟϋΟΤϋδ. 217
μετρίου έστι πη'χεος μέζων τρισί δακτύλοισι. Δε*
δη' με προς τούτοισι «τι φράσαι ίνα τε έκ της τά
φρου ή γη άναισιμώθη και τό τειχος οντινα τρό
πον εργαστο. Όρύσσοντες άμα τηντάφρον έπλίν-
θευον την γην την ε* του όρυγματος έκφερομένην,
«λκύσαντες δέ πλίνθους ίκανας ώπτησαν αύτάς έν
καμίνοισι· μετά δέ τέλματι χρεωμενοι άσφάλτω
Ιϊερμη, και δια τριη'κοντα δόμων πλίνθου ταρσούς
καλάμων διαστοιβάζοντες, έδειμαν πρώτα μεν
της τάφρου τά χείλεα, δεύτερα δέ αύτό τό τειχος
τόν αύτόν τρόπον. Επάνω δέ του τείχεος παρ»
τα εσχατα οίκη'ματα μουνόκωλα εδειμαν, τετ ραμ
μένα ες άλληλα· τό μέσον δέ των οικημάτων ε-
λιπον τεθρίππω περιέλασιν. Πυλαι δε ένεστέασι
πέριξ του τείχεος έκατόν, χάλκεαι πάσαι, και
σταθμοί τε και υπέρθυρα ωσαυτως. "Έστι δέ άλ
λη πόλις άπέχουσα όκτώ ημερέων όδόν άπό Βα-
βυλώνος· *Ις ουνομα αύτη. "Ενθα έστι ποταμος
ου μέγας· *Ις και τω ποταμω τό ουνομα, έσβάλ-
λει δε ουτος ές τόν Εύφρη'την ποταμόν τό ρέεθρον.
Ούτος ών ό *Ις ποταμός άμα τω ΰδατι θρόμβους
ασφάλτου άναδιδοϊ πολλούς, ένθεν ή άσφαλτος ές
τό έν Βαβυλώνι τειχος έκομίσθη.
218 ΙΙΕΚΟϋΟΤϋδ.
Τετείχιστο μεν νυν η Βαέυλων τρόπω τοιωδε,
εστι δέ δύο φάρσεα της πόλιος. Το γαρ με'σον αυ
της ποτααος διέργει, τω οΰνοαά εστι Εύφρη'της·
ρέει δέ ές Αρμενίων, έων με'γας και βαθυς και
τα./ύς· έςίεε δε ούτος ες την Έρυθρήν θάλασσαν.
Το ών δη τεΐχος έκάτερον τους άγκωνας ές τον πο-
τααον ελη'λαται· το δέ άπό τούτου αι έπικααπαι
παρα ./εΐλος έκάτερον του ποταμου αίαασιη πλίν
θων όπτέων παρατείνει. Το δέ άστυ αύτο έον πλή
ρες οΐκιεων τριωροφων τε και τετρωράρων κατατέ-
ταηται τα; οδούς ιθέας, τάς τε άλλας και τα:
έπικαρσίας τάς έπι τον ποτα'Λον έχούσας. Κατα
οη ών έκάστην οίον έν τ/) αίμασιη τη παρα τον
ποταμών πυλίδες έπησαν, οσαι περ αί λαΰραι, το-
σαΰται άρι9μ0ν έ'σαν δέ και αύται χάλκεχι, φέ
ρουσα! και αύται ές αύτον τον ποταμόν.
Τοΰτο αέν δη το τεΐχος θώρης' έστί, ετερον δέ
έ'σωΘεν τείχος, ού πολ7^ω τέω άσΘενέστερον του έ
τερου τείχεος, στεινότερον δε'. Έν δέ φάρσεΐ έ-
κατέρω της πόλιος έτετείχιστο έν μέσω έν τώ [Λεν
τα βχσιλη'ια περιβόλω μεγάλω τε και ισχυρω, έν
δέ τ;ο έτε'ρω Διος Βηλου ίρύν χαλκοπυλον, και ές
έαέ τούτο ετι έιν, δύο σταϊίων πά/τ/) έΐ,ν τετρά
ΗΕΒΟϋΟΤϋδ. 219
γωνον Έν μέσω του ίροΰ πυργος στερεος οι-
κοδόι/Λίται, σταδίου και το μηκος και το εύρος,
και έπι τούτω τω πύργω άλλος πύργος έπιβέβηκε,
και έτερος [χαλα Ιπι τούτω, μέχρι ού οκτώ πύρ
γων. Α,νάβασις δέ ες αυτούς έ'ςωθεν κύκλω περί
πάντας τους πύργους έχουσα πεποίηται. Μεσοΰν-
τι δέ κου της άναβάσιός έστι καταγωγη τε και
ϊώκοι άαπαυστη'ριοι, έν τοισι κατίζοντες ά[ιπαύ-
ονται οι άναβαίνοντες . Έν δέ τω τελευταίω πύρ
γω νηος έπεστι μέγας· έν δέ τω νηω κλίνη με
γάλη κεεται εύ έστρωμένη, καί οί τράπεζα παρα-
κέεται χρυσέη-. "Αγαλμα <^έ ούκ έ'νι ούδέν αυτόθι
ένιδρυαένον ούδέ νύκτα ούδείς έναυλίζεται άθρώ-
πων δτι αή γυνη [Αούνη των έπιχωρίων, την αν ό
θεος έ'ληται έκ πασέων, ώς λέγουσι Ά Χαλδαΐοι
έόντες ίρέες τούτου του δ'εοΰ.
Φασί 5έ οί αυτοί, ούτοι, έαοι [Λεν ού πιστα λέ
γοντες, τον .^εί,ν αύτον φοιτάν τε ές τον νηον καί
άαπαύεσθαι έπι της κλίνης, κατά περ έν Θηβησι
τΐίσι Α'.γυπτίησι κατά τον αύτον τρόπον, ώς λέ
γουσι οί Αιγύπτιοι· καί γαρ οη εκεϊιίι κοιμαται
έν τω του Δ'.ός του Θηβαιέος γυνη, άαψότεραι δέ
-αύται λέγονται άνδρ&ν ούδα[Λών ές ό[/.ιλίην φοιτάν·
320 ΗΕΗΟΟΟΤυδ.
και κατά περ εν Πατάροισι τις Λυκίης ή πρό[Λαν-
τις του θεοΰ, έπεαν γένηται· ού γαρ ών αιεί έιττι
χρηστη'ριον αυτόθι· επεαν γέττ,ται, τότε ών
ουγκατακληΐεται τάς νύκτας έσω εν τω ν«ω.
"Εστι δε του έν Βαβυλωνι ίροΰ και άλλο; κάτω
ντος, ένθα άγαλμα [«γα τοΰ Διος ενι καηί[Λ.ενον
"χρύσεον, καί οί τράπεζα [Λεγάλν) παρακέεται χρυ-
βέη, και το βάθρον οί και ό 5ρόνος χρύσεός έστι·
και ώς ελεγον οί Χαλδαΐοι, ταλάντων οκτακοσίων
χρυσίου πεποίηται ταΰτα. "Εξω δέ τοΰ νηοΰ βω-
}Λός έστι χρύσεος. 'Έστι δ"έ και άλλος βω[Λός
^έγας, όπου λυεται τα τέλεα των προβάτων· επί
γαρ του χρυσε'ου βω[Λοΰ ούκ εξεστι θύειν οτι
-γαλαθηνα αοΰνα. Έπί δε τοΰ μέζονος βω[Λοΰ και
καταγίζουσι λιβανωτοΰ χίλια τάλαντα ετεος εκά
στου οί ΧαλδαΐΌι τότε έπεαν την όρτην άγωσι τω
3εω τουτω. ΤΗν δέ ϊν τω τε[Λε'ν«ϊ τούτω έτι τον
χρόνον εκεΐνον και άνδριά; δυώδεκα πήχεων χρύ-
«εος στερεός· έγω [Λέν μιν ούκ εΐδον, τα δέ λεγε
ται ύπο Χαλδαίων, ταΰτα λέγω. Τούτω τω άν-
δριάντι Δαρεΐος [Λέν ό Ύστάσπεος έπιβουλεύσα;
βύκ έτόλ[Λησε λαβέειν, Ξέρξης δέ ό Δαρείου ελαβε,
και τον ίρε'α άπε'κτεινε άπαγορεύοντα [Λη κινε'ειν
ΠΕΚΟϋΟΤϋδ. 221
τον ανδριάντα. Το [Λεν δη ίρον τουτο οΰτω κε-
κόσμηται, εστι δέ και ίδια άναθη'ματα πολλά.
ΤΫ;ς δέ Βαβυλώνος ταύτης πολλοι μεν κου και
άλλοι έγένοντο βασιλέες, των έν τοισι Άσσυρίοισι
λόγοισι μνημην ποιη'σομαι, οι τα τείχεά τε έπε-
κόσμησαν και τα ίρά, εν δέ δη και γυναίκες δύο.
Ή μεν πρό ί,ρον άρξασα, της υστερον γενεησι
πέντε πρότερον γενομένη, τίί οΰνομα ήν Σεμίραμις,
αυτη μεν άπεδέξατο χώματα ανά το πεδίον έόντα
άξιοθέητα· πρότερον δέ έώθεε ό ποταμος άνά τα
πεδίον πάν πελαγίζειν
Ή δέ δη δεύτερον γενομενη ταύτης βασίλεια,
τη οΰνομα ην Νίτωκρις, αυτη δέ συνετωτέρη γε
νομένη της πρότερον άρξάσης τοΰτο μεν μνημόσυ
να ελίπετο τά εγώ άπηγη'σομαι, τοΰτο δέ την
Μη'δων όρέον»σα αρχήν μεγάλην τε και ούκ άτρε-
μίζουσαν, άλλ' άλλα τε άραιρημένα άστεα αύτοΤ-
σι, έν δέ δη και την Νίνον, προεφυλάξατο οσα έ-
δύνατο μάλιστα. Πρώτα μέντόν Εύφρη'την ποτα-
μον ρέοντα πρότερον ίθύν, ος σφι δια της πόλιος
μέσης ρέει, τούτον άνωθεν διώρυχας όρύξασα, ο>3-
τω δη' τι έποίησε σκολιον ώστε δη τρις ές τών τι
νά κωμέων τών έν τ?ί Άσσυρίη άπικνέεται ρέων.
222 ΒΕΚΟΟΟΤϋδ.
Τή δέ κώμνι οϋνοαά έστι, ές τίιν άπικνε'εται ο Εύ-
φρη'της;, Άρδέρικκα. Και νυν ο'ί αν κο]Λι'ζωνται
-κπο τηςδε της θαλάσσης ές Βαβυλωνα, καταπλώ-
οντες ές τον Εύφρη'την ποτα(/.ον τρίς τε ές την αυ
τήν ταύτην κώ{Λην παραγίνονται και έν τρισι ή-
[Λέρησι. Τουτο 4αέν δη τοιουτο εποίησε, χώμα δέ
παρέχωσε παρ' έκάτερον τοΰ ποτα[Λοΰ' το χεΐλος
άξιον 5ώ[Λατος, μεγαθος και ΰψος οσον τι έστ·.
Κατύπερθε δέ πολλώ Βαβυλώνας ώρυσσε έ'λυτοον
λίανη, όλίγον τι παρατείνουσα άπο το5 ποτα[/ου,
$ά8ος [Λέν ές τό ΰδωρ αιει όρύσσουσα, εύρος δέ τό
"Ττερί[Λετρον αύτοΰ ποιευσα εϊκοσί τε και τετρακο-
σί<ον σταδίων τον δέ όρυσσόριενον χουν έκ τούτου
τοΰ ορύγματος άναισίγου παρα τα χείλεα τον πο-
ταμοΰπαραχέουσα. Έπείτε δέοί όρώρυκτο, λίθους
άγαγο[Λένη κρηπΐδα κύκλω περι αυτήν ήλασε.
Έποίέε δέ αμφότερα ταυτα, τοντε ποταμον σκο-
λιον και το ορυγμα πάν ελος, ώς ό τε ποταμό;
βραδύτερος εΐη περι κα[>.πάς πολλάς άγνύ[/,ενος,
και οί πλόοι έωσι σκολιοι ές τήν Βαβυλώνα, εκτε
Των πλόων έκδέκηται περίοδος της λίμνης (ιακρη'.
Κατά τουτο δέ έργά'ζετο της χώρης τη αι τε έσ-
βολαι έσαν και τά σύντομα της έκ Μη'δων όδοΰ,
ΗΕΚΟΰΟΤϋδ. 225
ίνα μν) έπιμισγόμενοι οί Μηόοι έκμανθάνοιεν αύ-
της τά πρηγματα.
Ταΰτα μεν δη έκ βάθεος περιεβάλετο, τοιη'νδε
δέ έξ αυτών παρενθηκην έποιη'σατο. Τ^ς πόλιος
έούσης δύο φαρσεων, τοΰ δέ ποταμοΰ μέσον εχον
τος, έπί των πρότερον βασιλέων, ό'κως τις έθελοι
έκ του έτε'ρου φάρσεος ές τοΰτερον διαβήναι, χρην
πλοίω διαβαίνειν, και ήν, ώς έγώ δοκέω, όχληρον
τοΰτο. Αυτη δέ και τοΰτο προεΐδε· έπείτε γαρ
ώρυσσε τό έλυτρον τί) λίμνη, μνημόσυνον τόδε
άλλο άπό του αύτοΰ έ'ργου ελίπετο. Έτάμνετο
λίθους περιμη'κεας, ώς δε' οί έσαν οί λίθοι έτοιμοι
και το χωρίον όρώρυκτο, έκτρέψάσα τοΰ ποταμου
το ρέεθρον πάν ές το ώρυσσε νωρίον, έν ω έπίμ-
πλατο τοΰτο, έν τούτω άπεξηρασμένου τοΰ αρ
χαίου ρεέθρου, τοΰτο μέν τά χείλεα τοΰ ποταμοΰ
κατά την πόλιν και τάς καταβάσις τάς έκ των
πυλίδων ές τον ποταμον φερούοας ανοικοδόμησε
πλίνθοσι όπτησι κατά τον αύτον λόγον τω τείχεΓ,
τοΰτο δέ κατά μέσην κου μάλιστα την πόλιν τοΐ-
σι λίθοισι τους ώρύξατο οίκοδόμεε γέφυραν , δέου
σα τούς λίθους σιδη'ρω τε και μολίβδω. Έπιτεί-
νεσκε δέ έπ' αυτήν, οκως μεν ή μέρη γένοιτο,
224 ΗΕΚΟΟΟΤϋδ.
ξύλα τετράγωνα, έπ' ών την διάβασιν έποιεΰντο
οί Βαβυλώνιοι· τάς δε νύκτας τα ξύλα ταΰτα ά-
παίρεσκον τουδε εινεκεν, ϊνα [Λή διαφοιτέοντες τάς
νύκτας κλέπτοιεν παρ' άλληλων. Ώ; δέ τό τε
όρυχθέν λίμνη πλη'ρης έγεγόνεε ύπο τοΰ ποτα[Λοΰ
και τα περί την γεφυραν έκεκόβ-μητο, τον Εύφρνί-
την ποτα[χον ές τά αρχαία ρέείρα έκ τη"ς λίμνης
έξη'γαγε, και ουτω τό όρυχθέν ελος γενιψενον ές
δέον έδόκεε γεγονέναι και τοϊσι πολιη'τνίσι γέφυρα
ην κατεσκευασ[Αΐνη.
Ηροδότου Ιστοριων βιβλίον α'.
ΧΕΙΡΑΓΩΓΙΑ

ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΝΕΟΤΗΤΟΣ ΈΠΙ

ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑΝ ΤΩΝ ΈΑΑΗΝΩΝ.

ΐίΒΕΚ ΤΕΚΤΙϋδ.

ΡγΐΙι&§ΟΓ3Β ΑαΓβίΐ Οαπηίηα.


'Αθανάτους μεν πρώτα θεούς νόμω ώς διάκεινται,
τίμα· και σε'βου ορκον έ'πειθ' νίρωας άγαυούς.
Τους τε -Καταχθονιους σεβου δαίμονας εννομα ρε'ζων.
Τούςτε γονεϊς τίμα, τους τ' άνχιστ' έκγεγαώτας.
Των δ' άλλων άρετη ποιεΰ φίλον οστις άριστος.
Πραέσι είκε λόγοις, εργοισί τε έπωφελίμοισι.
Μη'δ' εχθαιρε φίλον σον άμαρτάδος εΐνεκα μικρης,
οφρα δύνη· δύναμις γαρ άνάγκης έγγυθι ναίει.
Ταΰτα {Λεν οΰτως ϊσθι κρατεΐν δ' είθίζεο τώνδε·
-γαστρος {«ν πρώτιστα και υπνου λαγνείης τε,
και 6υμοΰ, πρη'ξεις δ' αισχρόν ποτε μη'τε μετ' άλλοι*
|Λητ' ίδίη, πάντων δέ μάλιστ' αισχυνεο σαυτόν.
Είτα δικαιοσύνην άσκεϊν εργω τε λόγω τε.
15
226 ΡΥΤΠΑ00ΚΑδ.
Μη'δ' άλογίστως σαυτόν έχειν περι μηδέν εθιζε.
Άλλα γνώθι μεν ώς δανέειν πέπρωται άπασιν
χρη'ματα δ' άλλοτε μ.έν κτάσθαι φίλει, άλλοτ'
όλεσθαι.
"Οσσάτε δαιμονίησι τυχαις βροτοιάλγε' εχουσιν,
ΤΩν άν μοίραν -έ'χης,πράως φέρε, μηδε αγανακτει.
Ίάσθαι δέ πρέπει καθόσον δύνη. Τίΐδε δέ φράζεο-
Ού πάνυ τοϊς άγαθοϊς τούτων πολύ μοϊρα δίδωσι.
Πολλοί δ' άνθρώποισι λόγοι δειλοί τε και έσθλοί
προσπίπτουσ', ών μη'τ' έκπλησσεο μη'τ' άρ έασης
εΐργεσθαι σαυτόν ψευδος δ', ην πε'ρ τι λέγηται,
πράως ΐσχ'. Ό δε τοι έρέω επί παντι τελείσθω·
{Ληδεις μη'τε λόγω σε παρείπη, μη'τέ τι έργω·
πρήξαι μη'δ' ειπεϊν ότι τοι μη βέλτερόν έστι.
Βουλευου δέ προ εργου, όπως [Λη [«ορά πέληται·
δειλου τοι πρη'σσείν τε λέγειν τ' ανόητα προς άνδοός -
άλλα τά δ' έκτελέειν, ά σε [Λή μετέπειτ' άνιη'ση.
Πρησσεδέ αηδέν τών μηπίστασαι, άλλα διδάσκει»
όσα χρεών και τερπνότατον βίον ώδε διάξεις.
Ούδ' ύγιείης της περί σώ^ι' άαέλειαν ενειν /ρή,
άλλα ποτου τε μέτρον και σίτου γυμνασίων τε
ποιεΐσθα^· μέτρον δέ λέγω τόδ' δ ρί σ' άνιη'ση.
Ειθίζου δέ δίαιταν έ'χειν καθάρειον, άθρυπτον,
ΡΥΤΉλαΟΚΑδ. 227
και πεφύλαξόγε ταΰτα ποιεϊν όποσα οθόνον Ίο-/ ει.
Μυ, δαπανάν παρά καιρον όποΐα καλών άδαη'αων
{Λη'δ' ανελεύθερος ΐσθι· με'τρονδ' έπίπάσιν οριστον.
Πρί,σσε δέ ταΰθ' άσε ρ, βλάψη, λόγισαι £έ προ
εργου .
Μηδ' ΰπνον μαλακοΐ'οιν έπ' 0μμασι προσδε'ςασθαι
πριν των Υ,ρί,ερινών έργων τρις έ'καστον έπελθεϊν
Πνί παρέβης τί έ'ρεξα; τίμοι δέονούκ έτελε'σθη;
Άρξάμενος άπο πρώτου έπέξιθι και [ιετέπειτα·
δειλά μεν έκπρΥίξας έπιπλν)σσεο, χρηστά δέτε'ρπου.
Ταυτα πόνει· ταΰτ' έκμελέτα· τούτωνχρΫ, έρανσε-
ταυτά σε τνίς θείης άρετη"ς εις ΐχνια ^η'σει.
Ναι μα τόν άμετέρα ψυχα παραγοντα τετρακτύν
παγάν άεννάου φυσεως· άλλ' έ'ρχευ έπ' έργον,
θεοϊσιν έπευξά[/,ενος τελεσαι · τούτων δέ κρατν'σας,
γνώση αθανάτων τε θεών, 3ν/)τών τ' ανθρώπων
σύστασιν, νΐ τε έ'καστα διερχεται, νί τε κρατεΐται·
γνώσνι δ' νί θε'μις έστι φύσιν περι παντος όμοίην,
ώσ τέ σε μητε άελπτ' έλπίζειν, μη τε' τι λη'θειν
γνώσνι δ' ανθρώπους αυθαίρετα πν'ματ' έχοντας.
Τλνί[Χονες! οι τ' αγαθών πέλας δντώνούκ έσορώσιν
οΰτε κλύουσι· λύσιν δέ κακών παΰροι συνίσασιν.
Τοίη μοιρα βροτών βλάπτει φρένας· ο'ί δέκυλίνδροις
δ28 ΡΥΤΗΑΟΟΚΑδ.
άλλοτ' έπ' άλλα φέρονται άπείρονα πη'ματ' έχοντες.
Λυγρ/) γαρ συνοπαδος ερις βλάπτουσα λέληθε
σύμφυτος, ην ού δεΐ προσάγειν, εΐκοντα δέ ©εύγειν.
Ζε2 πάτερ, η πολλών τε κακών τε λύσειας απαντας
νί πασιν δείςαις ο'ιω τώ δαψ-ονι χρώνται.
Άλλα συ 3άρσει· έπεί δ^εϊον γένος εστι βροτοϊσιν
οίς ιερά προφέρουσα φύσις δείκνυσιν εκαστα.
Ών, εΐ σοί τι [Λέτεστι, κρατν-'σεις ών σε κελευω
έςα/.ε'σας, ψυχήν δε πόνων άπα τώνδε σαώσεις.
'Αλλ' εί'ργου βρωτών ών εΐπομεν έντε καθαρμοϊς,
εν τε λύσει ψυχΐς κρίνον, και <ρράί|^1καστα,
ήνίονον γνώμην στη'σας καθύπερ'ίεν^^στην.
*Ην δ' άπολείψας σώμα ές αιΟε'ρ' έλεύθερον έ'λθτις,
έ'σσεαι άθανάτος 5εος, άρ-βροτος, ούκ έτι δν/ιτός.
ΑΡ0ΙΙΛΝΑΚΙΙ Ρ5Α1Μ. ΟΧΧΧνί. 220
Ιηάβί οαρίίνί.
Κλαύσαμεν έζό[Λενοι ποταμών Βαβυλώνος ΰπερθεν
μν/ισάμενοι Σιώνος, άριπρεπέος τ' άλεωρΐς·
[/,εσσόθι γαρ ποταμών ύπέρ ώλεσίκαρπον ιτε'αν
-ήμετεραι φόρμιγγες άπνιώρηντο λιγεϊαι.
Κεϊσ' άναειρόμενοι λνίίστορες έ'ννεπον άνδρες,
-ίμέας οί τε έπερσαν, άειδέμεναι σφίσιν (ίμνον
« Έκ [Λελέων Σιώνος άγακλέος εΐπατε μολπη'ν . »
Θεΐον έν άλλοδαπί) πώς μέν μέλοςέστιν άεϊσαι;
Αιχ' Ίερουσαλή πολυη'ρατε σεϊο λαθοί[Λν)ν,
νψ.ετέρν^^^κ)οιτο φίλν) κατά δεξιτερή χειρ·
-πν)·ν,νυμέ^ΛΚρΓλαι[/,ον έμη κάρφοιτό κε γλώσσα,
εί μη' σευ κατά 5υμον άει μεαν/^αένος εΐην^
ώς Ίερουσαλην και ευφροσυνην προβαλοίαην !
Και σι» μάκαρ τεκε'ων έπιλη'θεο [Λη'~οτ' Έοώ[Λου,
ολβιον ·ίΐμαρ εχειν Ίερουσαλίίς έριτίμου,
των ποτέ βαζόντων «Κενεη, κενεη' τις ολοιτο,
{«ίδ0 έτι οί φείδεσθε, έως έτι πυθμένας ϊσχει.»
ΤΩ 5ύγατερ Βαβυλώνος άει περικάμαορος εΐης!
"Ολβιος δς προτέρης σε βίης άποτίσεται άνηρ,
ος πέτρης ύπένερθε [Λολών σέο ν^πια ρη'ξει! ! ! . .
Άπολιναρίου Μετάφρ. του Ψα"
ΑΝΑΟΚΕΟΝΤΙδ ΤΕΙΙ ΟΰΜ.

α'. Εις λύραν.


Θίλω λέγειν Άτρείδας,
θέλω δί Κάδρων αόεΐν
ή βάρβιτος δε χοροαις
Έρωτα μουνον ηχεί.
"Ηαειψχ νευρα πρώην,
και την λύρην άπασαν,
κάγώ μέν ήδον άθλους
Ηρακλεους· λύρη δέ
Έρωτας άντεφώνει.
Χαίιοιτε λοιπον ιίαϊν
νίρωες· ή λύρη γαρ
αόνους-·Έ3ωτας αόει.

ρ". Εις γυναικας.


Φύσις κερατα ταύροις,
όπλας δ' έ'ϊωκεν ΐπποις,
ποδωκίην λαγωοϊς,
λε'ουσι χά,,ι^., οδόντων
τοϊς ιχ8ύσιν τί> νηκτόν,
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
τοϊς όρνε'οις πέτασθαι,
τοϊς άνδράσι φρόνημα.
Γυναιξιν ούκ ετ' εί^εν,
τί ούν δίδωσι; κάλλος·
άντ' ασπίδων άπασίον,
άντ' έγχεων απάντων.
Νικα δέ και σίδηρον,
και πυρ καλη' τις ουσα.

γ'. Εις Έρωτα.


Μεσονυκτίοις ποθ' ώραις
στρέφεται δτ' "Αρκτος Ϋ$η
κατά χεΐρα την Βοώτου,
[Λερόπων δέ φυλα πάντα
κε'αται κοπω δαμεντα,
τοτ' Έρως έπισταθείς ρυ
θυρεων έκοπτ* όχΐας.
Τις, «φην, θύρας άράσσει;
κατά [Λευ σχίσεις όνείρους.
Ό δ' Έρως, άνοιγε, φησΐ
βρέφος είμι, [Λή φόβ-ζ)σαι ·
βρέχομαι δέ, κάσέληνον
κατά νύκτα πεπλάν/ψαι.
ΑΝΑΟΒΕΟΝ.
Έλέτ,σα ταΰτ' άκουσας,
άνά δ' εύδίι λύχνον άψας
άνέωξα· και βρέφος [Λεν
έσορώ φέροντα τόξον
πτέρυγας τε και φαρέτρην.
Παρά δ' ίστίτν καθίξας,
παλά[Λαισι χέΐ?α? αύτοΰ
άνέθαλπον, εκ δέ χαίτης
άπέθλιβον ύγρον ΰίωρ.
Ό δ', έπεί κρύος μεθΐκε,
φέρε, φησΐ, πειράσωμεν
τάδε τόξον εϊ τί [Λοι νυν
βλάβεται βραχεΐσα νευρη'.
Τανύει δέ, καί με τύπτει
μέσον ήπαρ, ώσπερ οίστρος·
ανά δ' αλλεται καχάζων
ξένε δ', είπε, συγχαρν^ι,
κέρας άβλαβες μέν έστι,
σύ δέ καρδίην πονη'σεις.

Εις περιστεράν.
Έβασ<Λίΐ) πέλεια,
πόθεν, πο'θεν πέτασαι ;
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
Ποθεν μύρων τοσούτων,
έπ' ηέρος θεουσα,
πνέεις τε και ψεκάζεις ;
τίς εις; τί σοι μέλει δέ;
Άνακρέων μ' έπεμψε
πρός παίδα, προς Βάθυλλον,
τον άρτι των απάντων
κρατουντα και τύραννον.
Πέπρακέ μ' ή Κυθη'ρη,
λαβοΰσα μικρον ΰμνον.
Έγώ δ' Άνακρε'οντι
διακονώ τοσαυτα·
και νυν, όρας, εκείνου
έπιστολάς κομίζω·
καί φησιν ευθέως με
έλευθε'ρην ποιη'σειν.
Έγώ δέ κην άφη με,
δούλη μενώ παρ' αύτω.
Τί γαρ με δει πέτασθαι
ορη τι και κατ' αγρούς,
και δένδρεσιν καθίζειν,
φαγοΰβαν άγριόν τι;
Τανΐίν έίϊω μεν άρτον
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
άφαρπάσασα χειρών
Άνακρέντος αύτοΰ '
πιεϊν δ' ί«Λι δίδωσι
τον οίνον, δν προπίνει.
Πιουσα δ1 άν χορεύσω,
και δεσπότην έ[Λοϊσι
πτεροϊσι συγκαλύψω.
Κοιμωμένη έπ' αύτω,
τω βαρβίτω καθεύδω.
"Εχεις άπαντ'· άπελθε.
Λαλιστέραν μ' εθηκας,
άνθρωπε, και κορώνης.

ια'. Εις εαυτόν.


Λέγουσιν αι γυναίκες.
« Άνακρεων, γέρων εί,
λαβών εσοπτρον, άθρει
κόμας [λέν ούκε'τ' οΰσας,
ψιλον δε' σευ μέτωπον.»
Έγώ τάς κόμας [Λεν
εΐτ' εισίν, εΐτ' άπηλθον,
ούκ οίδα, τουτο οίδα,
ώς τω γε'ροντι [Λάλλον
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
-πρέπει το τερπνα παίζειν,
οσω πίλας τα Μοίρης.

ΐε'. Εις το άφβόνως ζν|ν.


Ου μοι μέλει τ» Γύγεω,
του Σαρδίων άνακτος -
ούδ' αίρεει με χρυσος,
ούδέ φθονώ τυράννους,
έιΛοι μέλει αύροκνι
ααταβρεχειν ύπη'ν/ιν ·
ί[Λ0ι μέλει ρόδοισι
καταστέφειν κάρηνα.
"Τό ση'μερον με'λει [Λοι·
το ο αυριον τις οισεν;
Ως ουν ετ ευόι εστι,
κολ πϊνε, και κύβευε,
χαί σπίνδε τω Λυαίω,
{ΛΫι νοΰσος, ΐ)ν τις ελθν),
Τ.έγ/) σέ δει μν) πίνειν.

κ'. Εις κόρην.


Ή Ταντάλου ποτ' εατν]
λίθος Φρυγών εν όχΘαις,
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
και παΐς ποτ' όρνις έ'πτντ
Πανδίονος χελιδ·ών.
'Εγώ δ' εσοπτρον ειην,
όπως άει βλέπης [»'
εγώ ν,ιτών γενοίμην,
όπως άει φορτίς με.
«Ύδωρ θέλω γενέσθαι,
όπως σε /ρώτα λούσω.
Μύρον, γύναι, γενοίμην,.
όπως έγώ σ' άλείψω·
και ταινίη δέ μ«στώνΤ
και [Λάργαρον τραχη'λω,,
και σάνδαλον γενοίμην
μόνον ποσιν πατεΐν με.

λβ' Εις τους έαυτοϋ' Έρωτας.


Εί φύλλα πάντα δένδρων·
έπ:στασαι κατειπεΐν,
ει κυριατ' οίδας εύρεΐν
τα της όλης θαλάσσης,
των έρον Ερώτων
μόνον ποιώ λογιστην .
Πρωτον μέν εξ Άθηνών
ΑΝΑΟΚΕΟΝ.
"Ερωτας εΐκοσιν 5ές7
και πεντεκαίδεκ' άλλους .
"Επειτα δ' ε/. Κορίνθου
θές όρταθους Ερώτων
Άχαίης γαρ έστιν,
όπου καλαι γυναίκες.
Τίθει δ·έ Λεσβίους [Λοι,
Λ,αι [Λε'χρι των Ίώνων,
καί Καρίης "Ρόδου τε,
^ισχίλίους "Ερωτας.
Τί φνίς; άει κτ, ρω θε'ς·
-οϋπω Συρους ελεξα,
οΰπω πόθους Κανώβου,
ού τνίς άπαντ' έχουσης
Κρη'της, όπου πόλεσσιν
"Ερως έποργιάζει.
Τί σοι θελεις αριθμώ
και τούς Γαδείρων έκτος,
τούς Βακτρίων τε κ' Ινδών,
ψυχης έ[.Λί)ς "Ερωτας;

μγ'. Εις τέττιγα.


Μακαρίζουν σε, τε'ττιξ,
ΑΝΑΟΗΕΟΝ.
ότι δενδρε'ων έπ' άκρων
όλίγ/ιν δρόσον πεπωκως,
βασιλεύς όπως άείδεις.
Σα γάρ έστι κεΐνα πάντα,
χ' όπόσα βλέπεις έν άγροϊς,,
χ' όπόσα φέρουσιν ΰλαι.
·Συ δέ φιλία γεωργών,
άπο ρ)δενός τι βλάπτων-
σύ δέ τίμιος βροτοισι,
θε'ρεος γλυκύς προφη'της.
Φιλέουσι [«ν σε Μουσαι,
φιλέει δέ Φοιβος αύτος,
λιγυρην 5' εδωκεν οΐρ)ν.
Το δέ γΐρας οΰ σε τείρειΤ
σοφέ, γηγεν/ις, οίλυρε,
άπαθης, άναιμόσαρκε·
σχεδον εί 5εοϊς οποιος.
Ανακρεοντος Τηίου Μελτ.
239
ΕΗΙΝΝΛΕ ΟϋΑ.

Εις την 'Ρώρ)ν.


Χαίρε' μοι, 'Ρώρ.α, θυγατερ "Αρ^ος
γρυσεόμιτρα, δαΐφρων άνασσα,
σε[Λνον, ά ναίεις επί γάς "Ολιψ-πον
άιέν άθραυστον.
Σοι μόνα πρεσβίστα σεσωκε Μοίρα
κΰδος άρρηκτω βασιλήον αρχάς,
όφρα κοιρανίίον εχοισα κάρτος
άγεμονεύνις.
Σα ύπο σδεύγλα κρατερών λεπάδνων
στέρνα γαίας και πολιάς θαλασσας
σφίγγεται· σύ άσφαλε'ως κυβερνας
άστεα λαών.
Πάντα δέ σφάλλων ό μέγιστος αιών,
και [Λεταπλάσσιον βίον άλλοτ' άλλως,
σοι μόνα πλησίστιον ούρον αρχάς
ού [Λεταβάλλη .
'Η γαρ έκ πάντων σύ ρωνα κρατίστους
άνδρας αιχ[/,ατάς, μεγάλους, λοχεύεις,
ειίσταχυν Αάματρος όπως συνοίσης
καρπον άπ' ανδρών.
240
ΤΥΚΤ,ΕΙ €Α.ΚΜΙΝΑ.

α'.
Τεθνάαεναι γαρ καλόν επί προαάχοισι πεσόντα
άνδρ' αγαθόν, περι V) πατρίδι [Λαρνά[Λενον.
Την δ ' αύτοΰ προλίποντα πόλιν και πίονας άγρούς
πτωχευειν, πάντων έστ' άνιηρότατον,
πλαζοαενον συν [Λητρί φίλν), και πατρί γέροντι,
παΐσι τε συν (Αικροις, κουριδίν) τ' άλόχω.
*Έχθιστος γαρ τοΤσι [Λετέσσεται ους κεν ΐκηται,
7ρησμοσυνν) τ' εΐκων και στυγερη πενίντ
αιτ/υνειτε γενος, κατά δ ' άγλαόν είοΌς ελέγχει,
πάσα δ' άτιμία και κακάτης επεται.
Εϊθ ' οΰτως ανδρός τοι άλομε'νου ούδεμι ' ιορη
γίνεται, οΰτ' αιδώς εισοπίσω τελέθει.
θυαώ γής πέρι τίίσδ'ε [Λαχώ(αε9α, και περί παίδων
5·ν/ίσκωμεν, ψυχεων μηκέτι φειδό[Λενοι,
ώ νέοι, άλλα [Λάχεσθε παρ' άλλη'λοισι [τένοντες
ρ) δέ φυγης αιοχράς άρχετε, ρ)δέ φοβου.
Άλλα ργαν ποιεΐτε και άλκιρν έν φρεσί 5υρ\ν,
ρδέ φιλοψυχεΐτ ' άνδρασι ριρνάμενοι.
Τούς δέ παλαιτέρους, ών ούκέτι γούνατ ' ελαφρά,
[/"ή καταλείποντες φευγετε τους γεραους. <
ΤΥΚΤΑΕϋδ. 24ί
Αισχρον γαρ δη τοΰτο μετά προ}Λάχοιο"ι πεσόντα:
κεΐσθαι τυρόσθε νέιον άνδρα παλαιότερον,
ηδη λευκόν εχοντα κάρη πολιόν τε γένειον,
5υμον άποπνείοντ ' άλκιμον εν κονίη ?
αί<Λατόεντ ' αιδοΐα φίλαις έν χερσιν εχοντα
(αισχρα τάγ ' όφθαλμοις και νε[Λεσητόν ιδεΐν),
και χρόα γυ[Λνωθέντα· νέοισι δέ παντ ' έπεοικε*·
όφρ' άρα της νίβης άγλαον άνθος έχνι,
άνδράσι μέν θνητυΐσιν ιδεΐν, έρατος δέ γυναιξί
ζωός έών καλος δ' έν προμαχοισι πεσών.

Ρ'·

*Αλλ· Ήρακληος γαρ ανικητου γένος έστέ,


θαρσεΐτ', οΰπω Ζεύς αυχένα λοξόν έχει.
Μηδ ' ανδρών πληθυν δειααίνετε, μηδέ φοβεΐσθε.
Ίθύς δ' εις προμάχους άσπίδ ' άνηρ έχέτω,
ίχθράν [Λέν ψυχην θέ[Λενος, θανάτου δέ μελαίνας
κηρας αύγαΐσιν ηελίοιο φίλας.
"Ιστε γαρ ώς "Αρεος πολυδακρύου έργ ' αρίδηλα»
εύ δ ' όργην έδάητ ' άργαλέου πολέμου ·
και [Λετά φευγόντων τε διωκόν^ων τ ' έγένεσήε,

242 ΤΥΒΤΑΕϋδ.
ώ νέοι, αμφοτέρων δ' εις κόρον Κλάσατε.
Ο'ί μεν γαρ τολμώσι παρ' άλλνίλοισι μένοντες
ές τ' αύτοσχεδίην και προμάχους ιέναι,
παυρότεροι θνησκουσι, σάουσι δέ λαόν όπίσσω·
τρεσσάντων δ' άνδρων πάσ' άπόλωλ' άρετν).
Ούδεις αν ποτε ταΰτα λέγων άνύσειεν εκαστα,
δσσ' , αν αισχρα πάθη, γίνεται όνο*ρι κακά.
Άργαλέον γαρ δπισθε μετάφρενόν έστι δαίζειν
άνδρός φεύγοντος δηίω έν πολέμω.
Αίσχρος έστι νέκυς κατακείμενος έν κονίιησι
νώτον δπισθ' αιχμνί δουρός έληλαμένος.
Άλλα τις εύ διαβάς μενέτω ποσιν άμφοτέροισιν
στηριχθεις έπι γης, χεΐλος όσΌΰσι δακών,
{Λη'ρους τε κνη'μας τε κάτω και στέρνα και ώμους
άσπίδος εύρεϊης γαστρί καλυψάμενος·
^εξιτέρη δ ' έν χειρι τινασσέτω δβριμον έγχος,
κεινείτω δέ λόφον δεινόν ύπέρ κεφαλές.
Έρδων δ ' δβριμα έργα, ^ιδασκέσθω πολεμίζειν,
μηδ' έκτος βελέων έστάτω άσπίί' έχων.
Άλλα τις εγγύς ιών αύτοσχεσ'όν έγχει αακρώ
η ξίφει ούτα'ζων δη'ϊον άνδρ' έλέτω.
.Και πόσ·α παρ πρδι θεις, και έπ' άσπίοΌς
άσπίδ ' έρείσας,
ΤΥΚΤΑΕϋδ. 243
έν λόφον τε λόφω και κυνέτν κυνέτ],
και στέρνον στε'ρνω πεπαλη[Λένος άνδρι μαγέσθω,
ή ξίφεος κώπην, η δόρυ μακρόν ελών.
'Υμεϊς δ ' ώ γυρνίτες ύπ ' άσπίδος άλλοθεν αλλος
πτιόσσοντες, [Λεγα'λοις σφάλλετε χερααδίοις,
δούρασι τε ξεστοισιν άκοντίζοντες ες αύτούς
τοϊσι πανοπλίταις πλησιον ιστάμενοι .

7'·

Ού'τ ' άν μνησαί[Λην, ού'τ' έν λόγω άνδρα τιθείην,


ουτε ποδών αρετές, ουτε παλαισμοσυνης,
ούδ ' ει Κυκλώπων [Λέν έχοι μέγεθός τε βίην τε,
νικώη δέ 5ε'ων Θρν)ΐκιον βορε'ην
ούδ ' εί Τιθωνοιο φυήν χαριέστερος ε?η,
πλουτοίη δέ Μιδεω και Κινυρεω βάθιον
ούδ' εί Τανταλίδεω Πε'Χοπος βασιλευτερος εΐη,
γλώσσανδ' Άχρηστου μειλιχογηρυν εν/οι -
ούδ ' ει πάσαν εχοι δόξαν πλήν ΒΌυριδος άλκής ·
ού γαρ άνήρ αγαθός γίνεται εν πολε'[χω,
εί [Λή τετλαίη μεν όρων φόνον αίματόεντα,
και οΝιίων όρε'γοιτ' έγγυθεν ιστάμενος.
Ή δ' αρετή· τόδ ' άεθλον εν άνθρώποισιν άριστον
244 ΤΪΚΤΑΕϋδ.
κάλλιστόν τε φέρειν γίνεται άνδρί νέω.
Ξυνον δ' έσθλον τοΰτο πολ/ίί τε παντί τε δημω
όστις άνηρ διαβάς έν προ[Λάχοισι [Λεν/)
νωλε[Λέως, αισχράς δέ φυγής επί πάγχυ λάθηται,
ψυ·/ην και θυμ0ν τλη'[Μ>να παρθέαενος,
θαρσύνη δε πεσεΐν τον πλησιον άνδρα παρεστώς·
οΰτος άνηρ άγαθός γίνεται έν πολέαω.
Αίψα δέ δυσμενέων ανδρών έτρεψε φάλαγγας
τρηχείας, σπουδή τ' έ'σ/_εΕ)ε κΰμα ρυζχης.
Αύτός δ' έν προαάχοισι πεσών φίλον ώλεσε θυ[Λον
άστυ τε και λαούς και πατέρ' εύκλεΐσας·
πολλά δια στέρνοιο και άσπίδος όμφαλοέσσης
και δια θώρηκος πρόσθεν έλνίλααε'νος.
Τόν δ' όλοφύρονται [Λέν όμως νε'οι ήδέ γέροντες,
άργαλέω τε πόθω πάσα κέκηδε πόλις.
Και τύμβος, και παϊδες έν άνθρωποις άρίσημοι,
και παίδων παίδες και γένος έξοπίσω.
Ούδέποτε κλέος έσθλον άπόλλυται, ούδ' δνομ'
αύτοΰ,
άλλ', ύπο γις περ έών, γίνεται αθάνατος,
όντιν' άριστεύοντα, [Λενοντα τε μαρνάμενόν τε
γ·5ίς πε'ρι και παίδων Λουρος "Αρης όλέση.
Ει δέ φυγ/ι μέν κηρα τανηλεγέος θανάτοιο,
ΤΥΚΤΛΕυδ. 245
νικησας αιχμης άγλαόν εύχος ελν, ,
·πάντες μεν τιαωσιν ό[Λώς νέοι ηδέ παλαιοί,
πολλά ο*έ τερπνα παθών ερχεται εις άίδην.
Γηράσκων άστοϊσι αεταπρέπει, ούδέ τις αύτον
βλάπτειν ούτ' αίνους οΰτε βίκης έθέλει.
Πάντες δ' έν θώκοισι όαως νέοι, οι τε κατ' αύτον
εΐκουσ' εκ χώρης, οϊ τε παλαιότεροι.
Ταύτης νΰ'ν τις άνηρ αρετης εις άκρον ΐκεσθαι
πειράσθω θυμω, τη μεθιεις πόλε[.Λον.

V.

Μέχρις τεΰ κατάκεισθε; κότ' άλκιαον έ'ξετε


3\»μον,
ώ νέοι ; Ούδ' αίδεϊσθ 1 άικριπερικτίονας,
ώδε λίην [Λεθίεντες ; Έν ειρηνη δοκείτε
-/,σθαι, άταρ πόλεαος γαίαν άπασαν έχει !

Καί τις αποθνησκων ΰστατ' άκοντισάτω'


τιμηέν τε γάρ έστι και άγλαύν άνδρι [Λάχεσθαι
γης πέρι και παίδων κουριδίης τ ' «λόχου
ίϋο"μενέο·ιν θάνατος 8έ ποτ' έ'σσεται, όππότε
κεν ιΗ
346 ΤΥΚΤΑΕϋδ.
[ΛοΓραι έπικλώσωσ ' . Άλλα τις ίθύς ΐτω
έ'γχος άνασχόμενος και ύπ ' άσπιλος άλκιμον ητορ
ελσας, το πρώτον μιγνυαενου πολέμου.
Οϋ γάρ κως θάνατον γε φυγεΐν εί[Λαρμε'νον έστιν
άνδρ', ούδ' ει προγόνων νι γε'νος αθανάτων.
Πολλάκι δηϊοτητα φυγών και δοΰπον ακόντων
έρχεται, έν οίκω μοΐρα κίχεν θανάτου.
Άλλα ό μεν ούκ εμπας θη'μω φίλος ούδέ πθεινος,
τον 5 ' ολίγος στενάζει και μίγας ην τι πάθη ·
λαώ γαρ συμπάντι πόθος κρατερόφρονος ανδρός
θνητκοντος · ζώων δ ' άξιος ημιθέων.
"Ωσπερ γάρ <Λιν πυργον έν όφθαλμοΐσιν όρώσιν,
εοδει γάρ πολλών άξια μουνος Ιών.
247

δΑΡΡΗϋδ ΚΕΙΙΟϋΙ^:.
' ·
α'. Είς Άφροδίηιν.
Ποικιλόθρον', άβάνατ' Άφροδίτα,
7υαΐ Διος, δολοπλόκε, λίσσομαί τε,
αη μ' άσαισι, μτ^' άνίαισι ο*άμνα,
πότνια, 50ι«.ον.
Άλλα τυίδ' ελθ' αΐποκα κάτερώτα
τας έμάς αύδάς άί'οισα πολλύ
«κλυες, πατρος δέ δόατν λιποΐσα,
χρύσεον ηλ^ες
«Ρ[Λ' ύποζεύξασα, κάλοι δε' τ' άγον
ώκε'ες στρουθοι, περ« γάς μελαινας
πυκνα οινΰντες πτέρ ' άπ' ώραν' ώθέ-
ρος δια μέσσω·
αίψ' άλλ' έςίκοντο· τύ ω μακαιρα,
μειδιάσασ' άθανάτω προσώπω,
75ρε' όττι γ' ήν το πέπονθα, κ' δττι
δ·/ί τε κάλν)μμι,
κ' όττι γ' έμώ μάλιστ' έ()ελΜ γενε'σθαι
{Λαινόλα ίϊύαω, τίνα αύτε πείθν)μ-
|Λι σαγη'νεσσαν φιλότατα· τίς τ', ώ
248 8ΑΡΡΗ0.
Σαπφοΐ, άδική ;
Και γαρ αι φεύγει, ταχέως διώξει·
«ί δώρα μυι δέκετ', άλλα δώσει·
αι δέ αν) φιλη, ταχεως φιλάσει,
ΐ ούκι έθέλλοις.
*Έλθ ' έ[Λοι και νυν, χαλεπάν δέ λΰσον
έκ μερι(Λνάν, ό'σσα δ ' έμοι τελε'σσαι
3ΰαος ιαέρρει, τελεσον τύ ύ ' αύτά
σύμμαχος εσσο.

β'. Προς γυναίκα έρωμε'νην.

Φαίνεται μοι κηνος ίσος 5εαΐσιν


Ιμμεν ώνήρ) έ'στις εναντιος τοι
ίσδάνει, και πλασίον άδύ φωνα-
σαί σ ' υπακούει,
και γελάΐς ίαερόεν τό μοι 'μαν
καρδίαν εν στη'θεσιν έπτόασεν.
'ίΐς γαρ εΐδω τε, βροχε'ως [Λε φωνάς
ούδέν ετ' ίκει.
Άλλα καμμέν γλώσσα έαγ', αν δέ λεπτον
αύτίκα χρώ πυρ ύποδεδρόμακεν,
οππάτεσσιν δ' οΰδέν όρ?,μ', έπιβορ>
δΑΡΡΗΟ. 249
βεΰσι 6 ' άκουαί'
καδδ · ιδρώς ψυχρος χέεται, τρόμος
πάσαν άγρεϊ, χλωροτε'ρα δέ ποίας
ιγ.\».ί· τεθνάναι όλίγω δέοισα
φαίνομαι άπνους.
Άλλα πάν τολματον, έπει πε'νητα . . .

. Προς πλουσίαν, άλλα άταθΐ και άμουσον


γυναϊκα .

Κατθανοισα δέ κείσεαι·
ούδε' τι μναμοσύνα σέθεν
έ'σσεται, ούδε'ποκ' υστερον
ού γαρ πεδε'χεις βρόμων,
των έκ Πιερίας. Άλλ'" αφανής
κήν Ά'ί'δα δόμοις φοιτάσεις.
ούδεις δε' τε βλέψει πέδαυρον
νεκύων έκπεποταμεναν.

δ'.

Έλθέ, Κύπρι, χρυσείαισιν


250 8ΑΡΡΗΟ.
έν κυλίκεσσιν άβροις
συμμεμιγμε'νον 5αλίαισι
νέκταρ οίνοχοεΰσα
τούτοισι τοΐς εταίροις
έαοις γε και σοις.

Γλυκεΐα μάτερ, ου τι δύναμαι κρέκειν τον ιστον,


πόί)ω δαμεΐσα παιδός, βραδιναν δι' Άφροδίταν.

ς.'.

Δε'ιϊυκε μεν ά Σελάνα


και Πλη'ιαδες, [Λε'σαι
νύκτες, παρά δ' ερχετ' ώρα
εγώ μονα καθεύ^ω.
281

ΤΠΕΟαΚΙΤΙ αΑΚΜΙΝΛ.

ΚΪΚ.ΛΩΨ. Εΐδύλλιον ια'.


Ούδέν ποττον έρωτα πεφύκει φάρμακον άλλο,
Νικία, οΰτ' έγχριττον, έ;Λιν δοκεΐ, οΰτ' έπίπαστον,
ί) ται Πιερίδες· κουφον οέ τι τουτο και άδύ
γίνετ' έπ' άνθρωποις, εύρεΐν ού ραδιόν έντι.
Γινώσκειν δ' οιμαί τυ καλώς ιατρον έόντα,
και ταΐς εννέα πεφιλαμένον έςοχα μοίσαις.
Οΰτω γοΰν ράΐστα διάγ' ό Κύκλωψ ό παρ' ά·Λΐν,
ώρχαΐος Πολύφα[Λος, ό'κ' νίρατο τας Γαλατειας,
άρτι γενειάσδων περι το στό<Λα τώς κροτάφως τε"
νίρατο δ' ουτι ρόδοις, ού αάλοις, ούο^έ κικίννοις,
άλλ' όλοαΐς μανίαις· άγείτο δέ πάντα πάρεργα.
Πολλάκι ται οΐες ποτι τωύλιον αύται άπήνθον
^λωράς έκ βοτάνας· όδέ τον Γαλάτειαν άείδων
αύτος έπ' άιόνος κατετάκετο φυκιοέσσας
έξ άους, έχθιστον έχων ύποκάρδιον έ'λκος
Κύπριδος έκ [Λε.γάλας, ά οί ηπατι πάξε βε'λε<./.νον.
Άλλα το φάρμακον εϋρε· καθεζόμενος δ' έπι πέτρας
ύψηλάς ές ποντον όρων άειδε τοιαυτα.
« 'ίΊ λευκά Γαλάτεια, τί τον φιλέοντ' άποβάλλν) ;
252 ΤΗΕΟΟΒΙΤϋδ.
λευκοτερα πακτάς ποτιδεΐν, άπαλωτέρα άρνός,
μ,όσχω γαυροτε'ρα, φιαρωτέρα όμφακος ώμας·
«ροιτνίς δ' αύθ' ούτως, οκκα γλυκύς ΰπνος έ'χν) με,
οΐχη εύθύς ιοΐσ', ό'κκα γλυκύς ΰπνος άνη με,
φεύγεις ώσπερ οΐς πολιόν λύκον άθρη'σασα.
Ήράσθην μέν εγωγα τεους, κόρα, άνίκα πράτον
τήνθες έμα σύν ματρί θέλοισ' ύακίνθινα φύλλα
ΐξ ό'ρεος δρέψασθαι, εγώ όδόν άγεμόνευον.
Παύσασθαι ο έσιδώντυ και ΰστερον ούδέτίπα νυν
«κ τνι'νω δύναμαι · τιν δ'ού μέλει ού [Λα ΔιΌύδε'ν.
γινώσκω, χαρίεσσα κόρα, τίνος οΰνεκα φεύγεις·
«οίίνεκά μοι λασία μέν όφρύς έπι παντι μετώπω
«ξ ώτός τε'ταται ποτ'ι Βώτερον ώς «.ία μακρά.
ϊίς οφθαλμος έπεστι, πλατεΐα δέ ρις έπι χείλει.
Άλλα ωύτος τοιοΰτος έών, βοτα χίλια βόσκω,
χηκ τούτων τόκράτιστονάμελγόμενος γάλα πίνω·
"τυρος ού λείπει μ' ού'τ' έν 5ε'ρει ού'τ' έν όπώρα,
ού χειμώνος άκρω· ταρσοι δ' ύπεραχθέες αιεί.
2υρίσδεν ώς οΰτις έπίσταμαι ώδε Κυκλώπων,
τιν, τό φίλον γλυκύμαλον, ομα κήμαυτόν άείδων
-πολλάκι νυκτος άωρί· τρε'φω 0*8 τοι ένδεκα νεβρώς
"πάσας ι,(αννοφόρως, και σκύμνω: τε'σσαρας αρκτων.
Άλλ άφίκευ τύ ποθ' άμμε και έξεΐς ούδέν έλασσον,
ΤΗΕΟΟΒΙΤϋδ. 235
τάνγλαυκάνδέ θάλασσαν έα ποτιχερσονόρεχθεϊν.
'Άδιον έν τώντρω παρ' έρν τάν νύκτα ο*ιαξεϊς·
έντι δάφναι τνίνεί, έντι ραδιναι κυπάρισσοι,
έντι μέλας κισσος, έντ' άμπελος ά γλυκύκαρπος·
έντι ψυγρον ύδωρ, το μοι ά πολυδένδρεος Αίτνα
λευκας εκ χιόνος ποτον άμβρόσιον προίν)τι.
Τίς κάν τώνδε θάλασσαν έχειν η κύμα9' ελοιτο ;
αι τοι αύτος έγώ δοκέω λασιώτερος ήμεν,
έντι δρυός ξύλα μοι και ύπό σποδφ άκάματον πυρ-
καιόμενος ύπο τεΰς και τάν ψυχάν άνεχοίμαν,
και τον εν' οφθαλρών, τώ [Λοι γλυκερώτερον ούδέν.
"Ωιμοι, δτ' ούκ έτεκέν τ' ά μάτηρ βράγχι' έχοντα
ώς κατέδυν ποτι τιν, και τάν χέρα τευς έφίλασα,
αι μυι το στόμα λης, έ'φερον δέτοι η κρίνα λευκά,
ν) μάκων ' άπαλάν ερυθρά πλαταγώνι ' έχοισαν.
'Αλλά τα [Λεν Β'ε'ρεος, τα δέ γίνεται έν χειμώνι,
ώςτ ' ούκ άν τοι ταϊϊτα φέρειν άμα πάντ ' έδυνά&ην.
Νΰν [χαν, ώ κόριον, νυν αύτόθι νεϊν γε μαθεΰμαι !
Α'ίκα τις σύν να'ί' πλέων ξένος ώδ ' άφίκηται,
ώς ειδώ, τίποθ' άδύ κατοικεΐν τον βυθον ύ'ιΛρ'Λν!
Έξένθοις, Γαλάτεια, και έξενθοϊσα λά&οιο,
ώαπερ έγώ νυν ώδε καθη'μενος, οίκαδ ' άπενθεϊν
ποιμαίνειν δ' έθέλοις συν έαιν άμα και γάλ' ασέλγεί»
254 ΤΗΕΟΟΚΙΤϋδ.
και τυρον πάξαι τάμισον δριμεΐαν ενεΐσα ! ! ! . .
Ά μάτηρ άδικεΐ με μόνα, και μέμφο[ΛΚι αύτα·
ούδέν πα ποχ' ολωςποτι τιν φίλον είπεν ύπέρ [Λευ,
και ταΰτ' ά[Λαρ έπ' άμαρ όρευσά [Λε λεπτόν έοντα!
Φασώ τον κεφαλαν και τώς πόδας άμφοτέρως [Λει>
σφύσδειν, ώς άνιαθνί, έπει κηγών άνιίψ.αι ! . . .
ΤΩ Κύκλωψ, Κύκλωψ, πα τάς φρένας έκπίπό-
τασαι ;
αΐκ' ενθών ταλάρως τε πλέκοις και 3·αλλον
ανάσας
ταΓς άρνεσσι φε'ροις, τάχα και πολύ μάλλον
εχοις νουν•
Τάν παρεοΐσαν άμελγε· τί τον φεύγοντα διώκεις ;
εύρη'σεις Γαλάτειαν ϊσως και καλλίον' άλλαν.
Πολλαι συαπαΐσδε'ν με κόραι τάν νύκτα κέλονται,
κιχλίσδοντι δέ πάσαι, έπεί κ' αύταΐς υπακούσω.
Δήλον οτ' έν τα γα κηγώ τις φαίνομαι ήμεν».
Οΰτω τοι Πολύφαμος έποίμαινεν τον έρωτα
[Λουσίσδων, ραον ο*έ διάγ ' η ει χρυσον εδωκεν.
ΤΗΕΟΟΒΙΤϋδ.

ΣΥΡΑΚΟΥΣΙΑΙ *Η ΆΔΩΝΙΑΖΟΥΣΑΙ.
Ε$ύλλιον ιε'.

ΓΟΡΓΩ, ΠΡΑΞΙΝΟΑ, ΓΡΑΥΣ, ΞΕΝΟΣ.


[ΈΤΕΡΟΣ ΞΕΝΟΣ, ΓΥΝΗ ΆΟΙΔΟΣ.]
ΓΟΡΓΩ.
Ένδοϊ Πραξινόα ;
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Γοργοι φίλα, ώς χρόνω ; ένο\>ί.
θαυμ' οτι και νυν ηνθες· ορη δίφρον, Εύνόα, αύτα'
εμβαλε και ποτίκρανον.
ΓΟΡΓΩ.
"Εχει κάλλιστα.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Καθίζευ.
ΓΟΡΓΩ.
"Ω τάς άδαματω ψυχάς· μόλις ΰμ[Μν εσώθην,
Πραξινόα, πολλώ [Λενοχλώ, πολλών τεθρίππων
παντα κρηπΐδες, παντα χλαμυδηφοροι άνδρες·
ά όδός άτρυτος· τύ δ' έκαστοτέρω μευ αποικεΐς.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Ταΰθ' ό πάραρος τήνος έπ' έσχατα γάς έλαβ' ένθών·
286 ΤΗΕΟΟΒΙΤϋδ.
ίλεόν, ούκ οΐκησιν, όπως μη γείτονες ώμες
άλλάλαις, ποτ' έ'ριν φ&ονερόν κακόν, αίέν όμοιος.
ΓΟΡΓΩ.
Μη λε'γε τόν τεόν άνδρα, φίλα, Δείνωνα τοιαυτα,
τώ μικκώ παρεόντος· δρη, γυναι, ώς ποθορνί τυ.
θάρσει, Ζωπυρίων, γλυκερόν τέκος - ού λέγει άπφύν.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Αισθάνεται τό βρέφος, ναι τάν πότνιαν
ΓΟΡΓΩ.
Καλός άπφύς.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Άπφύς τάν τ^νος πρώαν (λέγομες τά πρώαν 3ήν
πάντα) νίτρον και φΰκος άπό σκανάς αγορασδων
κηνθε φέρων άλας ά[Λραν, άν/ιρ τρισκαιδεκάπαχυς.
ΓΟΡΓΩ.
Χώμος ταυτα έχει, φθόρος άργυρίω, Διοκλείδας-
έπταδράχμως κυνάδας, γραιαν άποτίλματα πήραν,
πέντε πόκως έ'λαβ' εχθές, άπαν ρύπον, έ'ργον
έπ' έ'ργω.
Άλλ ' ϊθι, ταψ-πέχονον και τάν περονατρίδα λάζευ.
Βάμες τώ βασιληος ές άφνειώ Πτολεμαίω
ί^ασόμεναι τόν Άδωνιν ακούω χρ?ί[/·α καλόν τι
κοσ[Λεϊν τάν βασίλισσαν.
ΤΗΕΟαΚΙΤϋδ. 257
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Έν όλβίω όλβια πάντα.
ΓΟΡΓΩ.
τΩν ΐδες, ών είπες και ιδοΐσα τύ τω μυι ιδόντι.
"Ερπειν ώρα κ' εϊν).
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Άεργοΐς αιέν έορτά·
Εύνόα, αίρε τό νάμα και ές [Λέο'ον, αινόθρυπτε,
3ές πάλιν αί γαλέαι μαλακώς χρη'σδοντι καβ-
εύδειν
κινεΰδη, φέρε 5άσσον ΰδωρ. "Υδατος πρότερον δεΐ-
άδέ σ[Λάγ[Λα φέρει. Δος ό'[Λως· μηπουλύ, άπληστε,
έγχει ΰδωρ· δύστανε, τί [Λευ το χιτώνιον άρσεις;
παθε. Όκοΐα δεοΐς έδόκει, ταυτα γε νένιμμαι.
'Α κλας τάς μεγάλας πα λάρνακος; ώδε φέρ' αυτόν.
ΓΟΡΓΩ.
Πραξινόα, μάλα τοι τό καταπτυχές έμπερόνα[Λχ
τουτο πρέπει· λέγε μοι πόσσω κατέβα τοι άφ' ίστι»;
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Μη [Λνάσν,ς, Γοργοΐ· πλέον άργυρίω καθαρώ ριχ*
η δύο. τοΐς δ' εργοις και τάν ψυχάν ποτέθηκα.
ΓΟΡΓΩ.
17
258 ΤΠΕΟΟΒΙΤϋδ.
Άλλα κατά γνώ|Λαν άπέβα τοι.
ΠΡΑΞΓΝΟΑ.
Τουτο κάλ' είπας.
Τώαπέχονον φέρε ιΛοι και τον θολίαν κατάκοσαον
άαοίθες. Ούκάξώτυ τέκνον μορ[χω, δάκνει ιππος.
Δάκρυ' οσσα θέλεις" χωλον ο'ού δεΐτυ γενέσθαι.
Έρπωαες. Φρυγία, τον μι.κκον παίσδε λαβοΐσα,
τάν κύν' εσω κάλεσον, τάν αύλείαν άπόκλαξον.
ΤΩ ^εοι, οσσοςδ-/λος· πωςκαίποκα τουτο περάσαι
-/ρ·?ί το κακόν: αυραακες άνάριθαοι και άμετροι.
Πολλά τοι, ώ Πτολεααίε, πεποίηται καλά έργα,
ές ώ έν άθανάτοις ό τεκών ού^εις κακοεργος
Λαλεΐται τον ιόντα παρέρπων Αίγυπτιστι,
οία πριν έςάπάτας κεκροτααένοι άνδρες επαισδον,
άλλάλοις όααλοι, κακά παίδια, πόντες έρειοί.
'Α^ίστχ Γοργοι, τί γενώαεθα ; τοι πολεαισται
ίπποι τώ βασιλΫ,ος. Άνερ φίλε, μη' με πατη'ση:.
Όρθόςάνέστα ό πυρρός, ϊδ' ώς αγριος· κυνοθαρσ^ς
Εύνόα, ού φευξή ; υιαχρησείται τον άγοντα.
Ώνάθην αεγάλως· ότι [Λοι τό βρέφος μένει ενδον.
ΓΟΡΓΩ.
Ξ;άρσει, Πραξινόα· και δη γεγενηρ'.εθ' οπισθεν,
τοί δ' έ'βαν ές χώραν.
ΤΗΕΟΟΚΙΤϋδ. 259
ΠΡΛΞΓΑΌΛ.
Καυτά συναγείρομαι ν$νί.
"Ιππον και τον ψυχρον οφιν τά αάλιστα δεδοίκω
έκπαιδος. Σπεύδωαες· ο^λος πολύς α[Λμιν έπφέεΐ.
ΓΟΡΓΩ.
Έξ αύλάς, ώ ρΐτερ ;
ΓΡΑΐΣ.
Έγώ, τέκνα.
ΓΟΡΓΩ.
Είτα παρενθεϊν
ειψαρε'ς ;
ΓΡΑΪΣ.
Ές Τροίαν πειρώαενοι ήνθον 'Αχαιοί,
καλλιστα παίοων" πείρα 5ν,ν πάντα τελεΐται .
ΓΟΡΓΩ.
Χρησεως ά πρεσβΰτις άπω-/ετο θεσπίξασα.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Πάντα γυναίκες ΐσαντι, και ώς Ζεύς άγάγεθ' "Ηραν.
ΓΟΡΓΩ.
Θάσαι, Πραξινόα, περί τάς θύρας όσσος ορλος
θεσπέσιος.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Γοργοι·, δός τάν χέρα ιΛοι' λαβε και τύ,'
260 ΤΗΕΟΟΚΙΤϋδ.
Εύνόα, Εύτυχίδος· πότεχ' αύτα, [Λη'τι πλαναθνίς.
Πάσαι ά'α' εισένθ<,ψ.ες· άπριξ έχευ, Εύνόα, άμών.
Οιμοι δειλαία, δίχα μευ το θερίστριον νίδνί
εσχισται, Γοργοι. Ποττώ Διος, ει τι γένοιο
εύδαίαων, ώνθρωπε, φυλάσσεο τώμπέχονόν [χευ.
ΞΕΝΟΣ.
Ούκ επ' έμιν [«ν, ομως δέ φυλαξοΰμαι.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
"Οχλος αθρως .
Ώθευνθ' ώσπερ δες.
ΞΕΝΟΣ,
Θάρσει, γύναι· έν καλώ εψές.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ..
Κεις ώρας κνίπειτα, φίλ' άνδρών, έν καλώ εϊνις,
άμμε περιστέλλων - χριστώ κώκτίρρωνος άνδρός.
Φλίβεται Εύνόα αμμιν άγ' ώ δειλά τύ, βιάζευ.
Κάλλιστ'· ένδοιπασαι, ότάννυον ειπ' άποκλάξας.
ΓΟΡΓΩ.
Πραξινόα, πόταγ' ώδε. Τα ποικίλα πράτον άθρ-ησον
λεπτά καιώς χαρίεντα· θεών περονάματα φασεΐς.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Πότνι' Άθαναία, ποιαί σφ' έπόνασαν εριθοι,
ποιοι ,ωογράφοι τάκριβε'α γραμματ' εγραψαν.
ΤΗΕΟϋΚΙΤϋδ. 261
Ώς ετυμ' έστάκαντι, και ώς ετυμ' ενδινεΰντι,
εμψυχ', ούκ ενυφαντά· Σοφόν τοι χρημ' άνθρωπος.
Αυτός ώς Ιϊαητός έπ' άργυρέω κατάκειται
κλισμω, πράτον ΐουλον από κροτάφων καταβάλλων,
ό τριφίλατος "Αδωνις, δ κην Άχέροντι φιλείται.
"ΕΤΕΡΟΣ ΞΕΝΟΣ.
Παύσασθ', ώ δύστανοι, άνάνυτα κωτίλλοισαι
τρυγόνες. Έκκναισεΰντι πλατειάσδοισαι άπαντα.
ΠΡΑΞΙΝΟΑ.
Μά, πόθεν άνθρωπος ; τί δέ τιν, ει κωτίλαι εψές;
Πασάμενος επίτασσε· Συρακοσίαις επιτάσσεις;
Ώς ειδνίς και τουτο, Κορίνθιαι ειμές άνωθεν,
ώς και ό Βελλεροοών Πελοποννασιστι λαλεΰμες.
Δωρίσδεν εξεστι, δοκώ, τοις Δωριέεσσιν.
Μή φυίί, Μελιτώδες, δς άμών καρτερός εΐη.
Πλάν ενός ούκ άλέγω· ρ{ μοι κενεάν άποααξνις.
ΓΟΡΓΩ.
Σίγα, Πραξινόα· [Λέλλει τον Άδωνιν άείΧειν
ά τάς Άργείας θυγάτηρ πολύιδρις άοιδός,
άτις και Σπέρχιν τον ιάλεμον ήρίστευσεν
φθεγξεΐταί τι(σάφ' οίδα) καλόν · διαθρύπτεται ί\8η .
ΓΤΝΗ ΆΟΙΔΟΣ.
Δέσποιν', ά Γολγώς τε και 'Ιδάλιον'έφίλασας
262 ΤΗΕΟΟβΙΤϋδ.
αίπεινάν τ' Έρύκαν, χρυσω παίσδοισ' Άφροδίτα,
οίον τοι τον "Αοωνιν άπ' άενάου Άχέροντος
μηνι δυωδεκάτω μαλακαίποδες άγαγον Τίϊραι.
Βάρδισται μακάρων ΤΩραι «ρίλαι, άλλα ποθειναι
έρχονται πάντεσαι βροτοϊς αίεί τι φορεΰσαι.
Κύπρι Δκοναία, τύ [/.έν άθανάταν άπι θνατάς,
ανθρώπων ώς μΰ'θος, έποίησας Βερενίκαν,
άαβροσίαν ές στήθος άποστάςασα γυναικός·
τίν δέ χαριζομένα, πολυώνυμε και πολύναε,
ά Βερενικεία δυγάτηρ Έλένα εικυϊα
Άρσινόα πάντεσσι καλοις άτιτάλλει 'Άδ<ονιν.
Παρ μέν οίωρια κείται όσα δρυος άκρα φέρονται,
παρ δ' άπαλοι κάποι πεφυλαγμένοι έν ταλαρίσκοις
άργυρέοις, Συρίω δέ [Λύρω χρύσει' άλάβαστρα,
εΐδατά 0' όσσα γυναϊκες έπι πλαθάνω πονέονται
ά'νθεα μΐ'σγοισαι λευκω παντοϊ' άμ' άλεύρω,
όσσά τ' άπόγλυκεριϋ μέλιτος τά τ' έν ύγρωέλαίω,
πάντ' αύτω πετεηνα-και ερπετά τάδε πάρεστιν.
Χλωραι δέ σκιάδες μαλακω βρίθοισαι άνη'θω
δέδμανθ'· ο'. δέτε κώροι ύπερπωτώνται "Ερωτες,
οίοι άνίδονιδ·5)ες έφεζομενοι έπι δένδρων
πωτώνται πτερύγιον πειρώμενοι όζον άπ' όζω.
νΩ έ'βενος, ώ χρυσός, ώ έκ λευκώ έλέφαντος
ΤΗΕΟΟΚΙΤϋδ. 263
αιετοί οίνοχοον Κρονίδα Αι', παίδα οε'ροντες.
ΙΙορφυρεοι τάπητες άνω, μαλακώτεροι ΰπνω
(ά Μίλατος έρεϊ χώ τάν Σααίαν καταβόσκων),
έστρωται κλίνα τω Άοώνιδι τω καλώ άλλα·
ταν μεν Κύπρις έχει, ταν ο' όροοόπαχυς "Αοωνις,
όκτωκαιόεκε'της ί έννεακαίβεχ' ό γαμβρός.
Ου κεντεΐ το φίλαμ', έτι οί περί χείλεα πυρρά.
Νυν μαν Κύπρις έχρισα τον αΰτάς χαιρετω άνδρα·
άώθεν άαμες νιν ά[/.α δρόσω άϋρόαι έςω
οίσευαες ποτί κυαατ' έπ' άϊόνι πτυοντα,
λύσασαι δέ κόααν και επί σφυρα κόλπον άνεϊσαι
στη'θεσι ααινοαένοις λιγυράς άρςώμεθ' άοιδάς.
Έρπεις, ώφίλ' "Άδωνι, και ένδάδε κείς Αχέροντα
-/ιμιθέων, ώς οαντι, μονότατο:. Ού'τ' Άγαμε'[<.νων
τοΰτ' ετΓαθ', ού'τ' Αίας ό μεγας βαρυ[Λ.άνιος νίρως,
οΰθ' Έκτωρ Έκάβας ό γεραίτερος εΐκοτι παίδων,
ού Πατροκλής, ού Πυρρος άπο Τροίας έπανελθών.
οϋθ' οί έ'τι πρότεροι Λαπίθαι και Δευκαλίωνες,
ού Πελοπηϊαδάν τε και "Αργεος άκρα Πελασγοί.
"Ιλαθι νΰν,φίλ' "Αοωνι,καί ές νεωτ' εύ9υαη'σαις.
Και νυν ηνθες, "Αο\ονι, και οκκ' άφίκνι, φίλος ηςεις.
ΓΟΡΓΩ.
Πραςινόα, το χρΐ[-*·» σοφώτερον ά 27)λεια.
264 ΤΗΕΟΰΚΙΤϋδ.
Όλβία, όσσα ΐσατι, πανολβία, ώς γλυκυ φωνεΐ-
ώρα οαως κεις οίκον άνάριστος Διοκλείδας·
χώνηρ όξο: άπαν, πεινάντι μηδέ ποτένθν)ς.
Χαίρε, "Αδων' άγαπατέ, και ές χαίροντας άφίκευ_

ΜΡ■
ΚΗΡΙΟΚΑΕΠΤΗΣ. Ειδύλλιον ιθ'.
Τον κλε'πταν ποτ ' "Ερωτα κακά κέντασε μέλισσα.
χν)ρίον έκ σίαβλων συλεύ[Λενον, άκρα χειρών
δάκτυλα πάνθ ' ύπε'νυξεν ό δ ' άλγεε και χέρ '
έφυσν)
και τάν γάν έπάταξε και άλατο, τα δ' Άφροδίτα
ίεΐξεν τάν όξυναν και μέμφετο, οττι γε τυτθον
3/,ρίον έντι μέλισσα, και άλικα τραύματα ποιεΐ.
Χά ματηρ γελάσασα· τύ δ' ούκ Ίσον έσσι
[Λελίσσαις ;
Χώ τυτθος αέν δ)ς, τάδέ τραύματα άλικα ποιεις..

ΉΛΑΚΑΤΑ. Ειδύλλιον κη'.


Γλαυκάς, ώ φιλέριθ ' άλακάτχ, οΝορον Άθανάας
·ρναιξιν, νόος οίκωφελίας αίσιν επάβολος·
3·αρσεΰσ 'άαυ;ιν όαάρτει πίλιν ές Νείλεω άγλαάν^.
οπα Κ,ύπριδος ίρον καλά[Λω χλωρον ίιπαι 'παλώ.
ΤΗΕΟΟΚΙΤυδ. 265
Ταδε γαρ πλόον εύάνε[Λον αιτη'[χεθα παρ Διός,
όπως ξεϊνον έρων τε'ρψο[Λ ' ίδών κάντιφίλησο[Λαι
Νικίαν, Χαρίτων ίμεροφώνων ιερόν φυτόν,
καί σε τον έλέφαντος πολυμόχθω γεγενημέναν
δάρον Νικιάας εις άλόχω χε'ρρας όπάσσομεν,
συν τα πολλά μεν έργ ' εκτελέσεις άνδρείοις
πέπλοις,
πολλά δ ' οία γυναίκες φορέοισ ' ύδάτινα βράκη .
Δις γάρ ματέρες άρνών μαλακως εν βοτανα πόκως:
πέξαιντ' αύτοετεί, Θευγενίδος γ' Ιννεκ' έϋσφιίρω'
ουτως άνυσίεργος, φιλέει δ' δσσα σαόφρονες.
Ου γάρ εις άκίρας ούδ ' ές άέργω κεν εβολλόμαν
όπάσαι σε δόμοις άμμετέρας εύσαν από χθονός.
Καί γαρ σοι πατρίς, άν ώξ Εφύρας κτίσσε
ποτ' Άρχίας,
νάσω Τρινακρίας μυελον, ανδρών δοκίμων πόλιν.
Νυν μάν οίκον Ιχοισ ' άνέρος, ος πόλλ ' έοανί σοφά
άνθρώποισι νόσους φάρμακα λυγράς άπαλαλκέμεν
οικη'σεις κατά Μίλατον έραννάν μετ ' Ίαόνων,
ώς εύαλάκατος Θευγενίς έν δαμότισιν πε'λν),
καί οί μνάστιν άεί τώ φίλαοίδω παρε'χν)ς ξένω.
Κεΐνο γάρτις έρεϊ τώπος ίδώνσ'· ί μεγάλα χάρις
δώρω σύν όλίγω· πάντα οε τιματά τά πάρ φίλω.
-266
ΒΙΟΝ.
ΕΡΙΤΑΡΗΙϋΜ ΑϋΟΝΙϋΙδ.
-«β8ϊ>β^^
Ειδύλλιον α'.
Αιάζω τον "Αδωνιν άπώλετο καλος 'Άδωνις.
"Ωλετο καλος 'Άδωνις, έπαιάζουσιν "Ερωτες.
Μηκέτι πορφυρέοις ενι φάρεσι, Κυπρι, κάθευδε·
έ'γρεο δέιλαία κυανοστόλε και πλατάγησον
στη'Οεα και λέγε πάσιν άπώλετο καλος "Αδωνις.
Αίάζω τον "Αδωνιν έ-αιάζουσιν "Ερωτες.
Κεΐται καλος "Α^ωνις έν ώρεσι, [«ιρον όδόντι
λευκώ λευκον ό^όντι τυπεις, και Κυπριν άνιη
λεπτον άτ:οψύχων το δέ οί με'λαν εΐβεται αίαα
χιονέας κατά σαρκος, ύπ' όφρύσι δ'ό'αματαναρκν),
και το ροδον φεύγει τώ -/είλευς· άαφι δέ τη'νω
Ενασκει και το φίλαμα, το μμποτε Κύπρις άφη'σει.
Κύπριοι μέν το φίλαμα, και ού ζώοντος αρέσκει,
άλλ' ούκ οίδεν "Αδωνις, ο νιν θνάσκοντ' έφίλασεν.
Αιάζω τον "Αδωνιν έπαιάζουσιν "Ερωτες.
"Αγριον άγριον ελκος έ'χει κατά μΤίραν "Λδωνις·
μεΐζον £' ά Κυθέρεια φέρει ποτικάρδιον ελκος.
Κεΐνον μέν περί παίδα φίλοι κύνες ώδύραντο,
και Ν,ίαφαι κλαίουσιν όρειάδες· ά Άφροδίτα
ΒΙΟΝ. 267
λυσαμένα πλοκαμϊδας ανά δρυρώς άλάληται
πενθαλε'α νη'πεπλος άσάνδαλος, αί δέ βάτοι νιν
ερχο[Λέναν κείροντι και ιερον αίιζα δρέπονται·
οξύ δέ κωκύουσα οι' άγκεα μακρά φορείται,
Άσσύριον βοόωσα πόσιν και παίδα καλευαα.
Άμφι δε νιν μελαν αίον* παρ' ιψ.φαλον νιωρείτα,
στη'θεα δ' έκ μν)ρών φοινίσσετο, οί δ' ύπο μαζοί
χιόνεοι το πάροιθεν Άδώνιδι πορφύροντο.
Λίαίταν Κυθε'ρειαν, έπαιάζουσιν "Ερωτες.
"Ωλεσε τον καλον άνδρα, συνώλεσεν ιερον είδος.
Κύπριδι [/εν καλον είδος, δτε ζώεσκεν 'Άδωνις·
κάτθανε δ' ά μοροασύν Άδιόνιδι Κύπριδος. Αιαί
ώρεα πάντα λε'γοντι και αί δρύες, αί τον "Αδωνιν,
και ποταμοί κλαίοντι τα πενθεα τάς Άφροδίτας,
και παγαί τον 'Άδωνιν έν ώρεσι δακρύοντι,
άνθεα δ' ές όδύνας έρυθαίνεται· ά δέ Κυθη'ρα
πάντας άνα κναμώς, άνα πάν νάποςοικτρον άείδει-
αίαί τάν Κυ9ερειαν, άπώλετο καλος Άδωνις.
Άχω δ' άντεβόασεν, άπώλετο καλος 'Άδωνις.
Κυπριδος αινον ερωτα τις ούκ εκλαυσεν άναιαί;
Ώς ΐδεν, ώς ένοΎισεν Άδώνιδος άσχετον ελκος,
ώς ίδε φοίνιον αιμα μαραινοαενω περι ρ)ρω,
πάχεας άαπετάσασα κινύρετο· [Λεϊνον "Αδωνι,
268 ΒΙΟΝ.
5ύοτποτμε [/,εϊνον 'Άδωνι, πανύστατον ώςσεκιχείω
ώς σε περιπτύξω, και χείλεα χείλεσι μίξω.
"Εγρεο τυτθόν "Αδωνι, το δ' αύ πύ'Λατό'ν [Λε
φίλασον.
Τοσσοΰτόν με φίλασον όσον ζώει το φίλααα,
άχρι: άπό ψυχας ές έ[/.όν στόμα κεις έμόν ήπαρ
πνευμα τεόν ρεύσ/ι, το δέ σευ γλυκύ φίλτρον
άμέλξω,
εκ πίω τον ερωτα· φίλαμα τοΰτο φυλάςω
ώς αύτοντον "Αο^ονιν, έπεί σύ με δύςμορε φεύγεις.
-Φεύγεις μακρόν "Αοωνι, και ερχεαι ει: Αχέροντα,
και στυγνόν βασιληα και άγοιον ά δέ τάλαινα
ζώω και θεός έμμι, και ού δύναμαί σε διώκειν.
Λάμβανε, Περσεφόνα, τόν έμόν πόσιν έσσί
γάρ αύτα
πολλόν έμεΰ κρέσσων, τό δέ παν καλόν ές σέ
καταρρεϊ.
Ειμί έγώ πανάποτμος, εχω δ' άκόρεστον άνίαν,
και κλαίω τόν "Άδωνιν όμοι θάνε και σεσόβημαι.
Φνασκεις, ώ τριπόθατε· πόθος δέ μοι ώς δναρ έπτη.
Χη'ρα δ' ά Κυθέρεια, κενοί άνάδώματ' "Ερωτες-
Σοι δ' άμα κεστός δλωλε· τί γαρ τολμηρέ
κυνάγεις ;
ΒΙΟΝ. 269
Καλος «ον τοσσουτον έ'μεινας θίίρα παλαίειν ;
?ω5' όλοφύρατο Κύπρις· έπαιάζουσιν "Ερωτες
αιαί τάν Κυθέρειαν, άπώλετο καλος Άδωνις.
Δάκρυον ά Παφία τόσσον χέει, δσσον "Αδωνις
αίμα χε'ει· τα δέ πάντα ποτι χθονί γίνεται άνθνι-
αίμα ρόδον τίκτει, τα δέ δάκρυα τάν άνε[Λώναν.
Λιάζω τον "Ααωνιν άπώλετο καλος Άδωνις.
Μηκβτ' ένι δρυαοΐσι τον άνέρα μυρεο, Κύπρι.
"Εστ' αγαθά στιβάς, εστιν Άδώνιδι ©υλλάς
έτοί[Λα ·
λέκτρον εχει, Κυθερεια, το σον σο δέ νεκρος,
"Αοωνι.
Και νεκυς ών καλός έσσι, καλος νε'κυς, οία
καθευδων.
Κάτθεό νιν μαλακοϊς ένι φάρεσιν, οίς ένίαυεν,
οίς μετά σεΰ άνά νύκτα τον ιερόν ύ'πνον έρωχθει,
παγχρυσω κλιντήρι· ποθεΐ και στυγνόν Άδωνιν.
Βάλλε δ' ένι στεφάνοισι και άνθεσι· πάντα σύν
αύτω,
ώς τήνος τε'θνακε, κατ' άνθεα πάντ' έμαράνθν).
Φαϊνε δέ νιν καλοϊσιν άλείφασι, ραίνε μύροισιν.
Όλλύσθω μύρα πάντα· τόσον [Λύρονώλετ' Άδωνις.
Κε'κλιται αβρός "Α,δωνις έν εΐμασι πορουρέοισιν
270 ΒΙΟΝ.
άμοι δε νιν κλαίοντες άναστενάχουσιν Έρωτες,
κειρά(/.ενοι γχίτας έπ' Ά&ώνιδι· ·/& μέν οΐστως,
ος δ ' έπ'ι τόςον εβαιν δς δ ' εΰπτερον άγε
φαρέτραν,
-/ΐ·> μεν ελυσε πέδιλον Άδώνιδος, οί δέ λέβησι
χρυσείοις φορέουσιν ΰδωρ, ό δέ μΤ,ρία λούει,
ος δ' οπιθεν πτερύγεσσιν άναψύχει τον 'Άδωνιν.
Αίαΐ τάν Κυθέρειαν, έπαιάζουσιν "Ερωτες.
'Έσβεσε λααπάνα πάσαν έπι φλιαις Ύαέναιος,
και στέοος έξεπέτασσεγαρίλιον. Ούκέτιδ'ύααν,
ύι^ον ούκέτ ' άειδοαενον με'λος, αδεται αίαΐ,
Αίαΐ και τον'Άδωνιν, έτι πλέον αι Ύμέναιον.
Αί Χάοιτες κλαίοντι τον υίε'α τον Κινύραο,
«ολετο καλος Άδωνις, έν άλλη'λαισι λέγοισαι.
Αύται δ' οξύ λέγοντι πολύ πλέον η τύ, Διώνα.
Και Μοΐσαι τον "Αδωνιν άνακλαίουσιν "Αδωνιν
αί μέν έπαείδουσι, ό δέ σα>ισιν ούκ έπακούει.
Ού <Λάν ούκ έθέλει, Κώρα δέ νιν ούκ απολύει.
Αήγε γόων Κυθέρεια, το σημερον ϊσχεο κομαών.
Δεΐ σε πάλιν κλαΰσαι, πάλιν εις έτος άλλο
δακρΰσαι .
271

ΜΟδΰΗϋδ δΐΚΑ.ΟϋδΙΓδ.

"ΕΡΩΣ ΔΡΑΠΕΤΗΣ. Ειδύλλιον α' .


Ά Κύπρις τον "Ερωτα τονυίέα μακρον έβώστρει'
εΐ τις ενι τριόοοισι πλανώ[Λενον εί,ϊεν "Ερωτα,
'5ραπετίδας εμος εστιν ό μανυτάς .γέρας έςεΐ'
μισθός τοι το φίλααχ το Κυπρινος· ^ν άγάγης νιν
ούγυανόν το φίλααα, τύ δ' ώ ξένε και πλέον έςει'ς.
έστι ό παΐς περίσααος· εν εικοσι πάσι ι^άθοις νιν,
Χρώτα [/.εν ού λευκος, πυρι εΐκελος· ό'ιΛαατα
(V αύτω
δριρίλακαιφλογόεντα· κακαι φρένες, ά5υ λαλημα '
ού γαρ ίσον νοε'ει και ©8έγγεται· ώς με'λι φωνά,
εν '/ολχ, νό°? εστιν άνάαερος· ·οπερο-εατά:,
ούδέν άλαθεύων, δόλιον βρέφος, αγρια παίσδει.
Εύπλόκα[Λον το κάρανον, έχει ιτααον το
πρόσωπον.
Μικκύλα (Λεντη'νω τα χερύδρια, μακρά δέ βάλλει,
βάλλει κείς Αχέροντα και Άΐδέω βασιλέα .
Γυμνος μεν τόγε σώμα,νάος δέοί εαπε7ϊύκασται.
Και πτερόεις όσον ορνις εφίπταται ά'λλοτ' έπ'
άλλους
272 ΜΟδΟΗϋδ.
άνέρας ηδη γυναίκας, έπι σπλάγνοις 5ε κάθηται.
Τόξον έχει μάλα βαιον, ύπέρ τόξω δέ βέλε·Λνον·
τυτθον άει το βέλεμνον, ές αιθέρα δ' άχρι φορεϊται.
Και χρύσεον περι νώτα φρρέτριον, έ'νδοθι δ' έντί
τοι πικροι κάλαρωι, το?ς πολλάκική[Λέτιτρώσκει.
Πάντα [Λεν άγρια, πάντα· πολύ πλείον δ' ένι αύτω
βαιά λαμπάς έοϊσα τον "Αλιον αυτόν άναίθει.
*Ην τύ γ' ελης τηνον, δαμάσας άγε [χηο" έλεη'σ7ΐς.
Κην πονίδης κλαίοντα, φυλάσσεο μη'σεπλαννίσ/).
Κην γελάη,τάνιν ελκε· και ην έθέλη σε φιλασαι,
φεΰγε· κακόν το φίλαμα, τά χείλεα φάρ[Λακάν
έντι.
*Ην δέ λέγ/ι « λαβε ταυτα, χαρίζομαι δσσα
μοι όπλα » ,
μη τι θίγης πλάνα δώρα· τα γαρ πυρι πάντα
βέβαπται.
215

ΡΙΝϋΑΒΙ ΟΙΥΜΡΙΑ.

ΔΙΑΓΟΡΑ. 'ΡΟΔΙίί ΠΪΚΤΗ.


Είδος ζ'.
(Ονιαηι Οάβη νβΙβΓβδ δοτΛυηΙ &άβο ρΓοϋαΙααί
Γηϊδδβ οΐιω, υΙ »υΓβϊδ ΙϊΙΙβπδ ίη ΜίηβΓν» Ιβω-
ρίο ίηδοΓϊρΙα οοηδβοΓαΙυΓ).
ς-ροφή α'. κώλων ια'.
Φιάλαν ώσεί τις ά-

οΐκοθεν οΐκαδε, πάγ-


χρυσον, κορυφαν κτεάνων,

παρεόντων, θίίκε' μιν ζα-


λωτόν όμόφρονος εύνάς·

άντις-ροφή α'. κώλων ια'.


18
ΡΙΝ&ΑΗΙΙδ.

και εγώ νεκταρ χυτον,


Μοισαν δόσιν, αθλοφοροις
άνδράσιν πέμπων, γλυκύν καρ-
πον φρενός γ', ίλάσκομαι
Ούλομπία Πυθοϊ τε νικών-
τεσσιν. Ό δ' ολβιος 7 ον
φάμαι κατε'χοντ' άγαθαί.
"Αλλοτε δ' άλλον εποπτεύει χάρις ζω-
θάλμιος, ά^υμελει
θ' άμα μεν φόρμιγγι, πα[/.φώ-
νοισί τ' έν έ'ντεσιν αύλών.

έπωδος α'. κώλων ιγ'.

Καί νυν ύπ' αμφοτέρων,


συν Διαγόρα κατέβαν, τάν ποντίαν
ύμνέων παίδ ' Άφροδίτας,
Άελίοιό τε νύμφαν,
'Ρόδον εύθυμάχαν,
"Οφρα πελώριον άνδρα παρ' Άλ-
φειω στεφανωσάμενον
αινε'σω, πυγμάς άποινα,
ΡΙΛΌΑΚϋδ. 275
και παρα Κασταλία·
πατέρα τε Δαμάγητον άίόντα ο\'κα·
Άσίας εύρυχόρονι
Τρίπο7>ιν νασον πε'λας
Έμβόλω ναίοντας, Άργεία συν αί./[Λα.

«τροφή β'. κώλων ια'.

Έθελησω τοΐσιν έξ
αρχάς από Τλαπολέμου
ξυνόν άγγέλλων διορθώ-
σαι λόγων Ήρακλέος
εύρυσθενεΐ γέννα. - Το μεν γαρ
πατρόθεν, έκ Διός ευ
χονται· τό Άραιντορίσ'αι
ματρόθεν, Άστυδαμείας. Άρυρι σ" ανθρώ
πων φρεσίν άμπλακίαι
αναρίθμητοι κρέθανται.
Τοΰτο άθάχανον εύρεΐν,

άντις.ροφή β'. κώλων ια'.

ό' τι νυν και έν τελευ-


ΡΙΝϋΑΚϋδ.
τα φε'ρτατον άνδρι τυχεΐν.
Και γαρ 'Α,λκαη'νας κασίγνν)-
τον νοί)ον, σκάπτω ^ένων
σκληρας ελαίας, εκταν' έν Τί-
ρυνθι Αικύανιον, έλ-
^όντ' εκ θαλάι/,ων Μιδέας,
τάσδε ποτέ χθονος οικιστήρ χολωθείς.
Αί δέ φρενών ταραχαι
παρέπλαξαν και σοψόν. Μαν-
τεύσατο δ' ές Θεον ελθών.

επωδος β'. κώλων ιγ'.

Τω μεν ό Χρυσοκόμας
εύώδεος έξ άδύτου, ναών πλόον
είπε Λερναίας άπ' άκτάς
στέλλεν ές άμφι9άλασσον
νομόν. "Ενθα ποτέ
βρέχε Θεών βασιλεύς ό μέγας
χ_ρυσαις νιφάδεσσι πόλιν,
άνίχ' Άφαίστου τέχναισι
χαλκελάτω πελέκει,
Πατε'ρος Άθαναία κορυφάν κατ' άκραν
ΡΙΝϋΑΚυδ. 277
άνορούσασ', άλάλα-
ξεν ύπερμάκει βοα·
Ουρανος έ'φριξέ νιν και Γαΐα [Λάτηρ.

ς.ροφη γ''. κώλων ια'.

Τότε και οαυσίβροτος


ίαίαων Ύπεριονίδας
{Λέλλων εντειλεν φυλάξα-
σθαι χρέος παισιν φίλοις,
ώσ άν Θεα πρώτοι κτίσαιεν
βωμον έναργέα, και
σε[Λναν 5υσίαν θέμενοι,
Πατρί τε θυμον ιάναιεν, Κόρα τ' έγ-
χειβρό[Λω. Έν δ' άρετάν
εβαλεν και χάρ[Λατ' άνθρώ-
ποισι Προααθε'ος αιδώς.

αντις.ροφή γ'. κώλων ια'.

Έπι μάν βαίνει τι και


λάθας άτε'κααρτα νέφος,
και παρέλκει πραγμάτων όρ-
ΡΙΝϋΑΚϋδ.
θάν όδον γ ' έ'ςω φρενών.
Καίτοι γαρ αίθουσας έχοντες
σΐτε'ρμ' άνέβαν φλογος ού·
τεΰξαν δ ' ά~ύροις ίεροις
άλσος έν άκροπόλει. Κείνοισι [Λέν ξαν-
θαν άγαγών νεφε'λαν,
ινολύν ύσε /ρυσόν. Αυτά
δέ σφισιν ώ-ασε τε'/ναν

έ-ωδος γ'. κώλων ιγ'.

πάσαν, επιχθονίων,
γλαυκώ—ις, άριστοπονοις χερσι κρατεϊν.
"Εργα οέ ζο^οϊ'σιν έρπόν-
τεσσί θ' όαοΐΓα κελευβοι
φε'ρον ήν δέ κλέος
βαθύ. Λαίντι υ ε και σοφία
μείζων άδολος τελε'θει.
Φαντί ό' άν9ρώ-ων παλαιαι
ρ/ίσιες, οΰπω, οτε
ν; θόνα δατέοντο Ζευς τε και Αθάνατοι,
οανεοαν έν τελάγει
'Ρόδον εααεν ποντίω·
ΡΙΝϋΑΚϋδ. 279
άλμυροϊ'ς έν βενθεσιν νάσον κεκρύφθαι.

ς-ροφη δ'. κώλων ια'.

Άπεόντος ο' ού'τις έν-


δειξεν λάχος Άελίου·
καί ρά [Λιν χώρας άκλάρω-
τον λίπονθ' άγνον Θεόν.
Μνασθε'ντι δέ Ζευς ά[Λπαλον [Λε'λ-
λεν 3·έμεν άλλα μιν ούκ
εΐασεν · έπεί πολιάς
είπε τιν ' αύτος όραν ένδον θαλάσσας
αύξο[χ.έναν πεδόθεν
πολύβοσκον -γαΐαν άνθρώ-
ποισι, καί ευφρονα μάλοις.

αντις-ροφη δ'. κώλων ια'.

Έκε'λευσεν 5 ' αύτίκα


^ ρυσάραικα [ι.έν Λάχεσιν
νείρας άντεΐναι, Θείον 5' ορ-
κον μεγαν [Λη παρφάαεν,
άλλα Κοόνου σύν παιδί νεΰσαι,
ΡΙΝϋΑΚϋδ.
φαενόν ες αιθέρα [Λιν
πεμφθεΐσαν, έα κεφαλα
έξοπίσω γέρας έσσεσθαι. Τελεύτα-
σαν δέ λόγων κορυφαι
εν άλαθεία πετοΐσαι.
Βλάστε μέν έξ άλος ύγράς

έπωδός δ'. κώλων ιγ'.

νάσος· εχει τε' μιν ό-


ξειάν ό γενέθλιος άκτίνων πατηρ,
πυρ πνεόντων άρχος ίππων.
"Ενθα 'Ροδω ποτέ [Λιχθείς
Τέκεν έπτά, τοφώ-
τατα νοη'ματ' έπι προτέρων
άνδρων παραδεξαμένους,
παΐδας· ών είς [Λεν Κάμειρον,
πρεσβύτατόν τε Ίά-
λυσον ετεκεν, Λινδον τ'. Άπάτερθε
έχον,
δια γαϊαν τρίχα δαο
σάμενοι, πατρωίαν
άστέων [Λοΐραν κέκληνται δέσφιν εδραι.
ΡΙΝϋΑΚυδ.
ς-ροφή ε'. κώλων ια'.

Τοθι λυκτρον συαφορας


οικτράς γλυκύ Τλαπολέμω
'ίσταται Τιρυνθίων άρ-
χαγέτα, ώσπερ Θεώ,
μάλων τε κνισσάεσσα πο[Λπα,
και κρίοης ά[Λφ' άε'θλοις.
Των άνθεσι Διαγόρας
έστεφανώσατο δίς· κλεινα τ' έν Ία
τετράκις εύτυχέων
Νεμέα τ' άλλαν έπ' άλλα·
και κρανααίς έν Άθάναις·

άντις-ροφη ε'. κώλων ια'.

ο τ' έν "Αργει χαλκος ε-


γνω μίν τά τ' έν Αρκαδία
Ιργα· και Θη'βαις· άγώνε'ς
τ' έννομοι Βοιώτιοι·
Αίγινα, Πελλάνα τε, νικών-
έξάκις· έν Μεγάροι-
σίν τ' ούχ ετερον λιθίνα
ΡΙΝΟΑΚϋδ.
ψάφος εν; ει λόγον. Άλλ' ώΖεΰ πάτερ νώ-
τοισιν Άταβυρίου
αεδε'ων, τ'ψα. μεν ΰρ/ου
τε9μον, όλυαπιονίκαν

επωδος ε'. κώλων ιγ'.

άνδρα τε, πυξ άρεταν


εύρόντα· δίδου τε οί αίδοίαν χάριν,
και ποτ' αστών, και ποτι ξεί-
νων έπε! ΰβριος έχθράν
όδόν εύθυπορεϊ,
σάφα δαεις, άτε οί πατερων
όρθαι φρενες ές αγαθών
εγραον. Μη κρύπτε κοινον
σπε'ρα' άπο Καλλιάνα-
κτος Έρατιοάν τοι συν χαρίτεσσιν.
"Εχει
Ξταλίας και πόλις. Έν
δέ [Λια μοίρα χρόνου
άλλοτ' άλλοϊαι διαιΟύσσουσιν αύραι.
ΡΙΝΟΑΚϋδ. 285
ΆΣΩΠΙΧΩ ΌΡΧΟΜΕΝΙΩ, ΠΑΙΔΙ ΣΤΑΔΙΕΙ.

Είδος ιδ', ([./.ονοστροφικόν).


ς.ροφη α'. κώλων η)'.

Κ.αφησίων ύδάτων λαχοΐ.


σαι, α'ι τε ναίετε καλλίπωλον ε-
δραν, ώ λιπαράς άοίδψ.οι βασίλειαι
Χάριτες Όρχο[Λενοΰ,
παλαιγόνων Μινυάν επίσκοποι,
κλΰτ', έπεί ευχομαι·
συν γαρ {ψ.ΐν τα τερπνά και τά γλυκέα
γίνεται πάντα βροτοις.
ει σοφος, ει κάλος, εϊ τις άγλαος
άνίιρ. Ουτε γαρ Θεοί
σε<Λνάν Χαρίταν άτερ
κοιρανέοντι χορούς,
οΰτε οαΐτας· άλλα πάντων
ταμίαι εργων έν ούρανω,
χρυσότοςον ^έαεναι
παρά Πύ9ιον Απόλλωνα θρόνους,
άέναον σέβοντι Πατρος
·όλυμπίοιο τιμαν.
ΡΙΝϋΑΚυδ.

ς.ροφη β'. κώλων ιζ'.


Πότνι' Άγλαία, φιλν)σίμολπέ
τ' Ευφροσυνα, Θεών κρατίστου παίδες,
έπάκοοι νυν Θαλία τέ έ-
ρασίμολπε, ιδοΐσα τόνδε
κώμον έπ' εύμενεΐ τύχα
κοΰφα βιβωντα, (Λυδίω γαρ
Άσώπιχον εν τρόπω,
εν μελε'ταις τέ άείδων,
{Λόλον), οΰνεκ' όλυρπιόνικος ά Μινύεια.
βεΰ εκατι, [Λελαντειχέα δόμον
Φερσεφόνας ΐθι άχοΐ,
Πατρι κλυταν φε'ροισ' άγ-
γελίαν, Κλεόδα[Λον οφρα ιδοΐσ', υί-
ον εΐπνις, ότι οί νε'αν
κόλποισι παρ' εύδόξοιο Πι'σας
εστεφάνωσε κυδί[Λων άεθλων
πτεροΐσι χαίταν.
ΡΙΝϋΑΚϋδ. 285
ΜΕΛΙΣΣΩ ΘΗΒΑΙΩ,
·^ ΊΠΠΟΙΣ. ("ΙΣΘΜΙΑ.)

Εΐ&ος ύ'. τροφή α'. κώλων ι'.


Ει τις άνδρων εύτυχάσας,
η σύν εύδόξοις άε'θλοις,
η σθε'νει πλούτου, κατέχει -
φρασιν αιανή κόρον,
άξιος εύλογίαις αστών μεμ!χθαι.
Ζεΰ, μεγάλαι δ' άρεται 5νατοΓς επονται
έκ σε'θεν. Ζώει [Λάσσων
ολβος όπιζομε'νων πλαγίαις
φρε'νεσσιν ούχ όμως πάν
τα χρόνον 3αλλων ομιλεΐ.

άντις.ροφη α'. κώλων ι'.

Εύκλε'ων έργων άποινα.


Χρν) μεν ύανάσαι τον έσλόν.
Χρ'ί) κωμάζοντ' άγαναΐς
χαρίτεσσι βαστάσαι .
'Έστι δέ και διδύμων άε'θλων Μελίσσω
μοΐρα προς εύφροσύναν τρέψαι γλυκεΐαν
ήτορ, εν βάσσαισιν Ίσθ^οΰ
286 ΡΙΝϋΑΒϋδ.
ίϊεξααενω στεφάνους, τα οέ κοί
λα λέοντος εν βαθυστερ-
νου νάπα, κάρυςε Θηβαν

έπωδος α'. κώλων ια'.

ιπποδρομία κρατε'ων.
Ανδρών άρετάν
σύ[Λφυτον ού κατελέγχει.
"Ιστε [Λαν Κλεωνύμου
£όξαν παλαιαν άρμασι·
και [Λατρόθεν Λαβδακίδαισι
σύννομοι πλουτου, διέστι-
χον τετραοριάν πόνοις.
Αιών δέ κυλινδομέναις
άμε'ραις άλλ' άλλοτ' έξ-
άλλαξεν. Άτρωτοι γε (λάν παΐδες Θεών.
28Τ

ΑΒΙδΤΟΡΗΑΝΙδ ΑνΕ8.
·,,,, Τ<ΤΙ, Β <ΓΠΊ»
ΧΟΡΟΣ ΌΡΝΙΘΩΝ.
"Ω φίλη, ώ ζου9ή,
ώ φίλτατον όρνε'ων,
πάντων ξύννο[Λε των έμών
ΰυ.νων ξύντροφ' άηδοΐ,
ηλθες ήλθες, ώφθης,
ιήδύν φθόνγον έμοί φέρουσ'.
Άλλ' ώ καλλιβόαν κρέκουσ'
αύλον φθέγ[Λασιν ηρινοις,
άρχου των αναπαίστων.
"Αγε δή φύσιν άνδρες οψαυρόβιοι, φύλλων γενεί;
[προσόρηοι,
όλιγοδρανέες, πλάσματα πηλου, σκιοειδε'α φυλ*
[άμενν!νά,
άπτηνες έφημε'ριοι, ταλαοι βροτοι, άνέρες είκε-
[λόνειροι,
πρόσχετε τον νουν τοις άθανάτοις ήμΐν, τοΐς αιέ*
[έοΰσι,
τοΓς αίθερίοις, τοΐσιν άγνίρως, τοις άφθιτα μη-
[δοΐΛε'νοισιν,
.288 ΑΚΙ5ΤΟΡΗΑΝΕ3.
ϊν' άκούσαντες πάντα παρ' ήμών ορθώς περ'ι των
[μετεώρων,
"φύσιν οιωνών γένεσίν τε θεών ποταμών τ' Έρέ-
[βους τε Χάους τε
«ιδότες ορθώς παρ' εμου Προδίκω κλάειν ε'ίπητε
[το λοιπόν.
Χάος ήν και Νύξ "Ερεβος τε μέλαν πρώτον
[και Τάρταρος εύρύς·
.γη δ' ούδ' αήρ ούδ' ούρανος ήν. Ερέβους δ' έν
[άπείροσι κόλποις
τίκτει πρώτιστον ύπηνέμιον Νύξ ή μελανόέτερος ωον
«ξ ού περιτελλομέναις ώραις έ'βλαστεν "Ερως ό
[ποθεινος,
«τίλβων νώτον πτερύγοιν χρυσαΐν, εικώς άνεμώ-
[κεσι δίναις.
Ούτος Χάει πτερόεντι μιγε'ις νυχίω κατά Τάρ-
[ταρον εύρυν
«νεόττευσεν γένος ήμέτερον, και πρώτον άνηγαγεν
[ές φώς.
Πρότερον δ' ούκ ήν γένος άθανάτων, πριν "Ερως
[ξυνέμιξεν άπαντα·
ξυμμιγνυμένων έτερων έτέροις γένετ' ουρανος
[ωκεανός τε
ΑΚΙ3ΤΟΡΗΑΝΕ8.
και γι) πάντων τε θεών μακάρων γένος ά'φθιτον.
μεν εσαεν
πολύ πρεσβυτατοι πάντων μακάρων. Ήμεις δΤ
[ώς έσμέν "Ερωτος
πολλοις δήλον πετ<ψ.ε<τθά τε γαρ και τοΐσιν έρω-
[σι συνεσαεν.
Πολλούς καλούς άπομωμοκότας παΐδας προς
[τε'ρμασιν ώρας
δια τΐ)ν ισχύν την ημετέραν διείΜ)ρισαν άνδρες
[έρασται,
ό μεν ορτυγα δούς, ό δέ πορφυρίων', ό χίν',
[ό δέ Περσικον ό'ρνιν.
Πάντα δέ θνητοις εστίν άφ' ή [«.ων των όρνίθων>
[τα μέγιστα.
Πρώτα μεν ώρας φαίνομεν ήμεις ήρος, χειμώνος,
[όπώρας-
σπείρειν μεν, όταν γέρανος κρώζουσ' ές την Λι-
[βύην {Λεταχωρΐρ,
και πηδάλιον τότε ναυκληρω φράζει κρεμάσαντι.
[καθεύδειν,
δίτα δ' Όρέστνι χλαΐναν ύφαίνειν, ίνα μη ριγώ»
[άποδν»),.
19
290 ΑΚΙδΤΟΡΠΑΝΈδ.
Ίκτΐνος ο1 αύ μετα ταΰτα φανεις έτέραν ώραν
[άποφαίνει,
ήνίκα πεκτεΐν ώρα προβάτων πόκον ήρινόν είτα
[χε>ι5ών,
ό'τε χρ·ί) χλαΐναν πωλεΐν νίδη και λνιδαριόν τι
[πρίασθαι.
Έσμέν ο' »μΐν "Αμμων, Δελφοι, Δω^ώνν), Φοΐ
βος Άπόλλων.
Έλθόντες γαρ πρώτον έπ' όρνις, οΰτω πρόςά'παν-
[τα τρέτεσθε,
προς τ' έμπορίαν και προς βιότου κτήσιν και προς
[γάΐΛον ανδρός·
όρνιν τε νομίζετε πάνθ' ό'σαπερ περι μαντείας
[διακρίνει.
Φη'ρη γ' ύμΐν όρνις έστι, πταραόν τ' όρνιθα καλεΐτε,
ξύμβολον ορνιν, φωντ/ν όρνιν, θεράποντ' όρνιν,
[όνον όρνιν.
Άρ' ού φανερώς ήβεΐς ύμΐν έσμέν μαντεΐος
[ Απόλλων ·
*Ην ούν ή[Λάς νομίσητε θεούς,
εξετε χρήσθαι μάντεσι Μουσαις,
αΰραις, ώραις, χειμώνι, ^ε'ρει,
[Λετρίω πνίγει· κούκ άποδράντες
ΑΚΙ8ΤΟΡΠΑΝΕ8.
χαθεοού<ΛεΟ' άνω σεμνυνόμενοι
παρά ταΐ: νεφε'λαι: ώσπερ γώ Ζεύς·
άλλα παρόντας δώοοαεν ύ[Λΐν,
αύτοις, παισίν, παίδων παισίν,
πλουθυγιείαν,
εύόαιαονίαν, (ϊίον, ειρηνην,
νεότητα, γέλωτα, χορούς, 5αλ·ας,
γάλα τ' ορνίθων
ώστε παρέσται κοπιάν ύ[Λΐν
ίιπο των αγαθών
οΰτω πλουτίσετε πάντες.
Μουσα λο·/μαία,
χιο τιο τιο τιο τιο τιο τιοτίς,
·ποικίλη, [Λεθ' ης εγώ
νάπα<σι και κορυοαΐ'ς εν όρείαις
τιο τιο τιο τιοτίς,
ίζό[/.ενος μελιας έπι φυλλοκόμου,
τιο τιο τιό τιοτίξ,
οι' έμ·?!ς γένυος ξουθης μελέων
Πανί νόθους ιερούς άναφαίνω
σεανά τε ιΛητρι 7ορευματ' όρεία,
τοτοτοτοτοτοτοτοτοτίξ,
ένθεν ώσπεεει μέλιττα
292 ΑΒΙ8ΤΟΡΠΑΝΕ8.
Φρύνιχος άαβροσίων μελέων άπεβόσκετο καρπον,
[άει φερων γλυκεΐαν ωσ·άν
Τώ τιο τιο τιοτίξ.
Ει μετ' ορνίθων τις ύαών, ώ 5εαται, βούλεται
&ιαπλέκειν ζών ήδε'ως τό λοιπον, ώς ήμας ΐτω.
"Οσα γαρ έστιν ένθά^' αισχρά τω ν<ψ.ω κρατού
μενα,
ταΰτα πάντ' εστιν παρ' ηαΐν τοΐσιν ό'ρνισιν καλά.
Ει γαρ ένθάδ' έστί,ν αισχρον τον πατέρα τύπτειν
[ν0[ΛΜ,
τοΰτ' έκεΐ καλον παρ' ή[«ν εστιν, ην τις τω πατρι
προσδρα[.Λών εί'πνι πατάξας, α'ιρε πληκτρον, εΐ

Ει δέ τυγχάνει τις ύ[Λων δραπέτης έστιγαε'νος,


άτταγάς ούτος παρ' ή[Λΐν ποικίλος κεκλη'σεται.
Ει δέ τυγχάνει τις ών Φρύξ αηδέν ήττον Σπινθάρου,
φρυγίλος ορνις ένθάδ' έσται, του Φιληδονος γένους.
Ει δέ δουλός έστι και Καρ ώσπερ Έξηκεστίδης,
βρυσάτω πάππους παρ' ήαΐν, και φανοΰνται φοά-
[τερες.
Ει δ' ό Πεισίου προδοΰναι τοΐς άτιμοις τας πύλας
βούλεται, πέρδιξ γενέσθω, του πατρος νεοττίον
ώς παρ' ήαΐν ούο·έν αισχρόν εστιν έκπερδΊκίσαι.
ΑΚΙδΤΟΡΠΑΝΕδ. 293
Τοιάδε κυκνοι, Άντ.
τιο τιο τιο τιο τιο τιο τιοτιξ,
συααιγη βοήν ό[Λοΰ
πτεροις κρέκοντες ΐακχον Άπόλλω,
τιο τιο τιο τιοτιξ,
οχθω έφεζόμενοι παρ' "Εβρον ποταιων,
τιο τιο τιο τιοτιξ,
δια δ' αιθέρων νέφος ήλθε βοά·
πτΐ,ξε δέ ποικίλα φυλά τε θηρών,
κύματά τ' εσβεσε ννίνε[Λος αΐθρη,
τοτοτοτοτοτοτοτοτοτίξ ·
πάς δ' επεκτύπησ' "Ολυαπος·
είλε δέ θάμβος ανακτας· Όλοαπιάδες δέ [Λέλος
[χάριτες Μοΰσαι τ' έπωλόλυξαν
Τιο τιο τιο τιοτιξ.
Ούδέν έστ' άμεινον ούδ' νίδιον η φυσαι πτερά.
Αύτι'χ' ύμων των θεατών εϊ τις Ϋ,ν ύπόπτερος,
είτα πεινών τοΐς χοροΐσι των τραγωδών νίχθετο,
£κπτόμενος άν ούτος ηρίστησεν ελθών οϊκαδε,
κάτ' αν έμπλη<7θεις Ιφ'ήαάς αύθις αύ κατέπτατο.
Ει τε Πατροκλείδης τις ύμών τυγχάνει χεζητιών,
ουκ αν έξίδισεν ες θοψ.άτιον, άλλ' άνέπτατο,
κάποπαρδών κάναπνεύσας αύθις αύ κατέπτατο <
294 ΑΚΙδΤΟΡΠΑΝΕδ.
βΐ τε υιοιχεύων τις ύ[Λών εστιν όστις τυγχάνκ,
κά(Γ όρα τον άνδρα τής γυναικος εν βουλευτικω,
ούτος άν πάλιν παρ' ύυ,ών πτερυγίσας άνέπτατο,
είτα βιννίσας εκεΐθεν αύθις αύ καθε'ζετο.
Α,ρ υποπτερον γενεσθαι παντος εστιν αςιον ;
ώς Διιτρε'φης γε πυτιναΐα μόνον εχων πτερά
ήρε'θη φύλαρχος, εϊθ' ίππαρχος, είτ' ές ούδενος
μεγάλα πράττει κάστί νυνι ξουθύς ίππαλεκτρυών.

ΕϋΒΙΡΙΟΙδ ΗΕΟυΒΑ.
(Ιημ ιΏαοΙαηάα οίββΙ
^ Ροί νχοηϋ υΙνδδοπι αΙΙοςηΗυΓ.

ΠΟΛΥΞΕΝΗ.
Όρώ <? , Όδυσσεΰ, δεξιάν ύφ' ε'ίαατος
κρύπτοντα χεΐρα, και πρόσωπον εμπαλιν
στρέφοντα, ρί σου προσθίγω γενειάδος.
θάρσει· πιοευγας το,ν έ[ΧΛΜ ίκε'σιον Δια·
ώς έψομαί γε, του τ' αναγκαίου χάριν
θανεΐν τε χρνίζουσ'· εί δέ ψ\ βουλνίσομαι,
κακη φανουμαι και φιλοψυχος γυνη.
Τι γάρ με δει ζν'ν ; πατηρ [Μν ην άναξ
ΕυΚΙΡΙϋΕδ. 295
ψρυγών απάντων τουτό [/λι πρώτον βίου·
επειτ' έ)ρέφθην ελπίδ(ον καλών ΰπο,
βασιλεΰσι νύ[Λφη, ζήλον ού σμικρον γάμων
εχουσ', οτου δώμ' έστίαντ' κφίξοααι'
δέσποινα δ' ή δύστηνος Ί&αίαισιν ην
γυναιξί, παρθένοις άπόβλεπτος μετα,
ίση ^εοΐσι, πλην το κατθανεΐν μόνον
νΰν δ' είμι δούλη. Πρώτα μέν με τοΰνομα
3ανεΐν έράν τίθησιν, ούκ είωθος ον
επειτ' ϊσως άν δεσποτών ωμών φρένας
τύχοιμ' άν, ό'ττις αργύρου μ* ώνη'σεται,
την "Εκτορός τε χάτέρων πολλών κάσιν,
προσθείς δ ' ανάγκην σιτοποιόν έν δόμοις,
σαίρειν τε δώμα κερκίσιν τ' έφεστάναι
λυπράν άγουσαν ήμέραν μ' αναγκάσει·
λε'χη δέ τάμα δουλος ώνητός ποθεν
./ρανεΐ, τυράννων πρόσθεν ήςιωμένα.
Οϋ δητ'· άφίημ' ομμάτων ελεύθερον
φέγγος τό&', "Α δ·/) προστιθεΐσ ' εμδν δέμας.
"Αγ' ούν μ', Ό^υσσεΰ, και διέργασαί μ' άγων-
ουτ ' ελπίδος γαρ οΰτε του δόςης ορώ
5άρσος παρ ' ήμΐν ως ποτ ' ευ πράξαί με χρη'.
Μητερ, συ δ ' ήμΐν μηδέν έμποδών γένη
.296 ΕϋΚΙΡΙϋΕδ.
-λέγουσα [Μ)βέ δρώσα· συμβούλου 6ί μοι
.θανεΐν, πριν αισχρών μη κατ' άξίαν τυχεΐν..
"Οστις γαρ ούκ εΐωθε γεύεσθαι κακών,
φέρει μεν, άλγεΐ σ" αύχέν' έντιθεις ζυγώ·
3ανών δ ' άν εΐη μάλλον ευτυχέστερος
-η ζών τό γαρ 6«ν [Λν) καλώς [Λέγας πόνος·..
1 · > ; ι .

Τη.ίιΗ\Ι)ϊηδ ΗβουίΜΒ ηαιταΙ ΡοΙγχβη»


ϊπιπιοϊαΙϊοηβπι. _ , ..
ΤΑΛΘΤΒΙΟΣ.
Διπλα με χρνίζεις δάκρυα κερδάναι, γυναι,
-στς παιδός οικτω· νυν τε γαρ λέγων κακά
τέγξω τάϋ ' ομ.ν.%, προς τάφω θ ό'τ ' ώλλυτο.
Παρην [Λέν οχλος πάς Άχαΐκου στρατου
πλνίρτς προ τύμβου σ$ς κόρης έπι σφαγάς·
'λαβών δ ' Άχιλλε'ως παΐς Πολυξένην χερός
εστν)σ' έπ' άκρου χώματος, πέλας δ' εγώ·
λεκτοί τ' Άχαιών εκκριτοι νεανίαι,
<τκίρτη[Λα μόσχου σΐς καθέξοντες χεροΐν,
έσποντο· πλήρες εν χεροΐν λαβών δε'πας
πάγχρυσον, ερρει χειρι παΐς Άχιλλε'ως
χοάς θανόντι πατρί· σημαίνει δε' μοι
ΕϋΚΙΡΙϋΕδ. 297
σιγην "Αχαιων παντι κηρυξαι στρατω.
Κάγώ παραστάς είπον εν [Λέσοις τάδε·
σιγάτ' Άχαιοι, σίγα πάς έστω λεώς·
σίγα, σιώπα· ν/ίνεμον δ' έστησ' δνλον.
Ό δ' είπεν, ώ παί Πόλεως, πατηρ δ' έρως,
δέξαι χοάς [/.οι τάςδε κηλητηρίους,
νεκρών αγωγού;· έλθέ δ', ώς πίνις μέλαν
κόρης ακραιφνές αίμ', ο σοι δωρούμεθα
στρατός τε κάγώ· πρευαενής δ' ήι/Ιν γενοΰ,
λΰσαί τε πρυ[χνας και χαλινωτη'ρια
νεών δός ήμϊν, πρευμενοΰς τ' άπ' Ίλίου
νόστου τυχόντας πάντας ές πάτραν μολεΐν.
Τοσαΰτ' ελεξε, πάς δ' έπηυξατο στρατός.
Εΐτ' άμφίχρυσον φάσγανον κώπης λαβών
έξεΐλκε κολεου, λογάσι δ ' Άργείων στρατοΰ
νεανίαις ενευσε παρθένον λαβεΐν.
Ή δ', ώς έφράσθη, τόνδ' εσηρ/ινεν λόγον
νΩ την έ[/τ,ν πέρσαντες Άργείοι πόλιν,
έκοΰσα θνη'σκω· μη' τις ά'ψηται χροος
τούμοΰ· παρέξω γάρ δέρην εύκαρδίως.
Έλευθε'ραν δέ μ', ώς έλευθέρα ~άνω,
προς θεών μεθέντες κτείνατ'· έν νεκροΐσι γάρ
δουλη κεκλησθαι βασιλις ουσ' αίσχυνομαι.
398 ΕϋΒΙΡΙϋΕδ.
Ααοί ε—ερό ί >Λ,<7αν , Άγααέμνων τ' άναξ
«πεν με9εΐναι παρθένον νεχνίαις.
(Οί ώς τάχιστ' ηχουσαν ύττάτην όπα,
|ΛεΟηκαν, ούπερ και μεγιστον ην κράτος.)
Κάπεί τόί' είση'κουσε δεσποτών έπος,
λαβοΰσα πέπλους έξ άκρας έπω(αδος
έρρηξε λαγόνος ές [Λέσον παρ ' όαφαλόν,
[/Λστούς τ ' έ'δειξε στέρνα θ ', ώς άγάλαατος,
κάλλιστα· και καθεΐσα πρός γαΐαν γόνυ
ελεξε πάντων τλημονέστατον λόγον
« Ί&ού τόδ ', εί ρ·.έν στέρνον, ώ νεανία,
"παίειν προθυμεΐ, παΐσον, εί δ' ύπ' αυχένα
χρη'ζεις, πάρεστι λαιμός εύτρεπΐις οίε.»
Ό δ ' ού θέλων τε και ί^έλων, οίκτω κόρης,
τέμνει σιίη'ρω πνεύματος διαρροάς·
κρουνοί δ' έχώρουν. Ή δέ και θν/ίσκουσ' ό^Λως
πολλην πρόνοιαν είχεν εύσν/η'αως πεσεΐν,
κρύπτουσ ' α κρυπτειν ό'[Λματ ' άρσένων χρεών.
Έπεί δ' άφηκε πνευμα θανασίαω σφαγνί,
ούδείς τόν αύτ.ν είχεν Άργείων πόνον,
αλλ ' οί [Λεν αυτών την .Β'ανουσαν έκ χερών
φύλλοις έ'βαλλον, οί δέ πληροΰσιν πυραν,
χοραούς φέροντες πευκίνους· ό δ' ού φέρων
ΕϋΚΙΡΙΟΕδ. 2!)9
προς του φέροντος τοιάϊ' νίκουεν κακά·
εστηκας, ώ κάκιστε, τη νεάνιδι
ού πέπλον ούδέ κοσαον έν χεροιν έ'χων;
ούκ ει τι δώσων τη περίσσ' εύκαρδίω
ψυχη'ν τ ' αρίστη ; Τοιάδ ' άαφι σης λέγων
παιδός θανούσης, εύτεκνιοτάτην τέ σε
πασών γυναικών δυστυχεστάτην &' όρώ.

ΕϋΚΙΡΙϋΙΒ ΜΕϋΕΑ.
Μοάβα Πΐϊοδ δ11Οδ &ιχβδδίΙοδ ίηΙβΓΓίοβΓβ οοηαΙυΓ.
ΜΗΔΕΙΑ.
Δράσω τάδ '. Άλλα βαϊνε δωμάτων έσω,
και παισί πορσυν' οία χρη καθ' ήαέραν.
'Ώ τέκνα, τέκνα, σφών μέν έστι δη πόλις
και δώμ', έν φ λιπόντες άθλίαν έ[./.έ
οικη'σετ' άιι μητρος έστερη[Λένοι·
εγω δ' ες άλλην γαΐαν είμι δη φυγάς,
πρίν σφών δνασ9αι κάπιδεΐν εύδαίαονας,
πριν λέκτρα και γυναϊκα και γαμηλίους
εύνάς άγηλαι λαμπάδας τ ' άνασχεθεΐν.
ΤΩ δυστάλαινα τη"ς έ[χ.ης αύθαδίας.
"Αλλως άρ ' ύξα;, ώ τέκν έξε9ρεψά[Λην.
500 ΕϋΚΙΡΙΟΕδ.
άλλως έμόχθουν και κατεξάνθην πόνοις,
«τερρας ενεγκοΰσ' έν τόκοις άλγνιδόνας.
"'Η {Λην ποθ' ή δύστηνος εινον έλπίδας
-πολλάς έν ύμϊν γηροβοσκη'σειν τ ' έμέ
και κατθανοΰσαν χερσί,ν εύ περιστελεΐν,
ζηλωτον άνθρώποισι· νυν δ' όλωλε σ»)
γλυκεία φροντίς. Σφων γαρ στερημένη
λυπρον διάξω βίοτον άλγεινόν τ ' έμοί.
Ύμεϊς δέ μητέρ ' ούκέτ' όμμασιν φίλοις
οψεσθ', ές άλλο σχημ' άποστάντες βίου.
;Φεΰ φευ· τί προσδέρκεσθέ μ' δμμασιν, τέκνα ;
τί προσγελάτε τον πανύστατον γέλων ;
Αίαί· τί δράσω; καρδία γαρ οίχεται,
-γυναϊκες, ομμα ωαιδρον ώς είδον τε'κνων.
Ούκ αν δυναίμην χαιρετω βουλεύματα
-τά πρόσθεν άξω ι;αίδας έκ γαίας έμούς,
Τί δεϊ με πατέρα τώνδε τοις τούτων κακοις
λυπουσαν αυτήν δις τόσα κτάσθαι κακά ;
Ού οητ' εγωγε. Χαιρετω βουλεύματα.
Καίτοι τί ιζάαγω ; βούλομαι γε'λωτ ' όφλεΐν-
.εχθρούς μεθεΐσα τους έμούς άζημίους;
Τολμητέον τάδ'. Άλλα της έμης κάκης,
-το και προέσθαι μαλθακούς λόγους φρενί.
ΕϋΗΙΡΙυΕδ.
Χωρεΐτε, παίδες, ες διψ.ους· οτω δέ [Λή
θε'[Λις παρεϊναι τοϊ: έμοϊσι θύαασιν,
αύτώ φελησει · χεΐρα δ'ού διαφθερώ.
~Α ά.
Μί) δητα, θυ(Λε, [/.η σύ γ' έρ■γάσνι τά^ε·|£ί I
έασον αύτούς, ώ τάλαν, φεϊσαι τέκνων -
ίκεϊ [/.εθ' ήαών ζώντες εύφρανουοί σε.
Μα τους παρ' 'Άδην νερτέρους άλάστορας,
οΰτοι ποτ' έσται τοΰθ' όπως εχθροϊς εγώ
παίδας παρη'σω τους έριούς καθυβρίσαι.
Πάντως σφ' ανάγκη κατθανεΐν έπει δέ χρ"ί,
ή [Λεις κτενοΰμεν, οίπερ έξεφύσααεν.
Πάντως πέπρωται ταυτα, κούκ έκφεύξεται.
Και δν) 'πί κρατι στέφανος, εν πέπλοισί τε
νυμφη τύραννος δλλυται, σάφ' οιδ' εγώ.
Αλλ' εί[Λι γαρ τλ-ζψ-ονεστάτην όδύν,
και τούσίε πέμψω τλη[Λονεστέραν έτι,
παίδας προσειπεϊν βούλομαι. Δοτ' ώ τέκνα,
δότ' άσπάσασθαι ριτρι δεξιαν γέρ*.
~Ω φιλτάτη χειρ, φίλτατον ι$έ μοι στόρα,
και σχήμα και πρόσωπον ευγενές τέκνων,
εύδαιαονοίτον, άλλ' εκεΐ· τάδ' ένθάδε
πατηρ άφείλετ '. ΤΩ γλυκεία προσβολη,
302 8ΟΡΠΟ0ΙΕ8.
ώ μαλθακος χρώς πνεΰ'μά ηδιστον τέκνων.
Χωρεΐτε, ·/ωρεΐτ'· ούκε'τ' ειμί προσβλέπειν
οία τ ' ές Ομάς, άλλα νικώμαι κακοΐς.
Και μανθάνω μέν οία δράν μέλλω κακά·
3υμος δέ κρείσσων των έμών βουλευμάτων,
όσπερ μεγίστων αίτιος κακών βροτοΐς.

δΟΡΙΙΟΟΙΙδ ΑΜΧ.
Αρχ ΓυΓοηδ δβ ϊρδυηι οοοϊάϊΙ.

ΆΙΑΣ.
Ό Μ.έν σφαγεύς εστηκεν ή τομώτατος
γένοιτ' αν, εϊ τω και λογίζεσθαι σχολή,
ίώρον μεν άνδρος Έκτορος ξένων έμοί
μάλιστα μιση9έντος, έχθίστου 3' όράν
πέπηγε δ ' έν γη πολεμια τ?, Τρωάόι,
σιοΝ)ροβρώτι θηγάν/ι νεακοννίς·
έπηξα δ ' αύτόν εύ περιστείλας έγω,
εύνούστατον τφο' άνδρί δια τάκους θανείν.
Οΰτω μεν εύσκευοΰμεν · εκ δέ τώνδέ [Λοι
ού πρώτος, ω Ζεΰ, και γαρ ε'κος, ά7κεσον.
Αιτ>ίσομαι δέ σ' ού μακρόν γέρας λαχεΐν.
δΟΡΙΚΚΙΕδ. 303
Πέ[Λψον τιν' ήαϊν άγγελον, κακην φάτιν
Τεύκρω φέροντα, πρώτος ώς [Λε βαστάση
πεπτώτα τώδε περί νεορράντω ξίφει,
και [Μ) προς εχθρών του κατοπτευθεις πόρος
ριφθώ κυσίν πρόΐλητος οίωνοϊς θ' έ'λωρ.
Τυσαΰτά σ', ώ Ζεΰ, προστρέπω· καλώ 5' άμα:
πο^·παίον Έρμην χθόνιον εύ [/.ε κοιαίσαι,
ξύν άσφαδάστω και τανεΐ πηδη'ματι
πλευραν δ\αρρη'ξαντα τώδε φα.σγάνω.
Καλώ δ' αρωγού: τάς άεί τε παρθε'νους
αεί 5' όρώσας πάντα τάν βροτοϊς πάδη,
σεμνάς Έρινΰς τανύποδας, μαθεϊν εμέ
προς τών Ατρειδών ώς διόλλυααι τάλας.
"Ιτ', ώ τανεΐαι ποίνιαοί τ' Ερινύες,
γεύεσΘε, [Λή φείδεσθε πανδη'μου στρατου.
Συ ,ϊ ', ώ τον αιπύν ούρανον ο\ιρρ?,λατών
"Ηλιε, πατρώαν την εαην όταν χ9όνα
ϊδνίς, έπισνών χρυσίνωτον ήνίαν
αγγειλον άτας τάς έαάς μόρον τ ' εαον
γέροντι πατρι τνί τε ουστίίνω τροφώ.
ΤΗ που τάλαινα, τηνδ ' όταν κλύν) φάτιν,
νίσει με'γαν κωκυτόν εν πάσν) πόλει.
Άλλ' οΰίέν έργον ταΰτα ^ρηνεΐσθαι αάτην-
304 δΟΡΗΟΪΧΕδ.
αλλ ' άρκτέον το πράγμα συν τάχει τινί.
ΤΩ θάνατε θάνατε, νυν [Λ' έπίσκεψαι μολών·
καίτοι σέ μεν κάκεΐ προσαυδη'σω ξυνών.
2έ ί ', ώ φαεννής ήυ^έρας τό νυν σέλας,
και τον διφρευτήν "Ηλιον προσεννέπιο,
πανύστατον δη κού'ποτ ' αύθις υστερον.
ΤΩ φέγγος, ώ γής ίρον οίκείας πέδον
Σαλαμΐνος, ώ πατρώον εστίας βάθρον,
κλειναί τ' Άθήναι, και το σύντροφον γένος
κρήναί τε ποταμοί θ ' οΐδε, και τα Τρωΐκα.
πεδία προσαυδώ, χαίρετ'. ώ τροφής έ[Λοι,
τοΰθ ' ύ;Λιν Α'ίας τουπος υστατον θροεΐ·
τα δ ' ά'λλ ' έν ".Α,δου τοΐς κάτω [Λυθη'σομαι.

δΟΡΗΟΟΙΙδ ΑΝΤΊΟΟΝΕ.
ΑηΙϊ";οηβ, ο& ΓπιΙΓβπι ΡοΙνηϊοβπι αϊ) β»
δβρυΗιΙΠΙ, Ά ΙγΤΆΏΏΟ ΟβΟΙΐΙβ νίν» 111
πιοιΊηοπιπι κρβοππι άβάηοίΙυΓ.

ΆΝΤΙΓΟΝΗ.
ΤΩ τύμβος, ώ νυρρεΐον, ώ κατασκαφής
οίκησις άείφρουρος, οΐ πορεύομαι
προς τούς εαυτής, ών αριθμον έν νεκροΓς
πλεΐστον δέδεκται Φερσέφασσ' όλωλάτω»·
80ΡΗ0αΕ5. 305
ών λοισ9ία 'γώ και κάκιστα δη μακρώ
κάτει[Λι, πρίν μοι μοΐραν έξηκειν βίου.
Έλθοΰσα μέντοι κάρτ' έν ελπίσιν τρέφω
φίλη μεν η'ξειν πκτρι, προσφιλης οέ σοι,
αίτερ, φίλη δέ σοι, κασίγνητον κάρα·
έπει βανοντας αύτόχειρ ύαάς εγώ
ελουσα κάκόσμησα κάπιτυαβίους
χοας εόωκα' νυν δέ, Πολύνεικες, το σον
δέρχς περιστέλλουσα τοιάδ' άρνυααι.
Καίτοι σ' εγώ 'τίαησα τοις φρονοΰσιν εύ.
Ού' γάρ ποτ' οΰτ.' άν ει τέκνων αητηο έ'φυν,
οΰτ ' ει πόσις μοι κατθανών έτηκετο,
βία πολιτών τόνδ' άν ηριψ.ην πόνον.
Τίνος νό[Λου δη ταυτα προς χάριν λέγω ;
πόσις [Λέν άν [.Λοι κατθανόντος άλλος ήν,
και παις άπ ' άλλου φωτος, ει τοΰδ ' ηρτλακον,
μητρός δ' έν "Αδου και πατρός κεκευθότοιν
ούκ εστ ' αδελφός όστις αν βλάστοι ποτέ.
Τοιώ&ε μεντοι σ ' έκπροτιαησασ ' έγώ
νόαω, Κρέοντι ταΰτ' ε/ίοξ' άμαρτάνειν
και ορεινά τολ[Λάν, 7ο κασίγνητον κάρα.
Και νυν άγει [Λε δια χερών οΰτω λαβών,
20
506 8ΟΡΠΟ01Ε8.
άλεκτρον, άνυμέναιον, οΰτε του γάμου
με'ρος λαχοΰσαν οΰτε παι^είου τροφης,
άλλ' ώδ· ερημος προς φίλων ή δύσμορος
ζώσ' ίί θανόντων έρχομαι κατασκαφάς.
ποίαν παρεςελθοΰσα δαιμόνων δίκην;
Τί χρη' με την δύστηνον ές θεούς έτι
βλέπειν ; τίν' αύδάν ξυμμάχων; επεί γε δη
την δυσσε'βειαν εύσεβοΰσ' έκτησάμην.
Άλλ' ει μέν ούν τάδ' έστιν έν θεοΐς καλα,
-παθάντες αν ξυγγνοΐμεν ήμαρτηκότες·
"ειδ' οίδ ' άμαρτάνουσι, μή πλείω κακα
-πάΟοιεν η και βρώσιν έκδίκως έμέ.

δΟΡΗΟΟΜδ ΟΕϋΙΡϋδ ΚΕΧ.


Ιοοα&Ιχ ϊηΙβΓΐΙυδ.

ΈΞΑΙΤΕΛΟΣ.
Ό μέν τάχιστος τών λόγων ειπεΐν τε και
μαθεΐν, τέθνηκε θεΐον Ίοκάστης κάρα.
ΧΟΡΟΣ.
"Ω δυστάλαινα, προς τίνος ποτ ' αιτίας;
ΈΞΑΙΤΕΛΟΣ.
Αύτη προς αύτίίς. Τών δέ πραχθεντων τά μέν
δορποαεδ.
•κλγιστ' άπεστιν ή γαρ δψις ού πάρα.
"Όμως δ', όσον γε κάν έμοι [Λνη'αης ενι,
ιτεύσει τά κείνης αθλίας παθη'ματα.
"Οπως γαρ όργνί χρωμενη παρίλί)' εσω
Βυρωνος, ΐετ' εύθύ προς τα νυμφικα
λέχη, κό[Λην σπώσ' άαφιδεξίοις άκααίς·
πύλας δ', όπως εισηλθ1, επιρρη'ξασ' εσω
καλεΐ τον ηδη Λάϊον πάλαι νεκρόν,
(Λνηριν παλαιών σπεραάτων εχουσ' ύφ' ών
3άνοι μέν αύτος, την δέ τίκτουσαν λίποι
τοΓς οίσιν αύτοΰ δυστεκνον παιδουργίαν.
Γοάτο δ' εύνάς, εν9α δύστηνος διπλους
εξ ανδρός άνδρα και τε'κν' εκ τε'κνων τέκοι.
Χώπως [Λεν εκ τώνδ' ούκ ετ' οίδ' άπόλλυται.
Βοών γάρ είσε'παισεν Οιδίπους, ύφ' ού
ούκ ην το κείνης έκθεάσασθαι κακόν·
αλλ· εις εκεΐνον περιπολοΰντ' έλεύσσομεν .
Φοιτα γάρ ήαάς, έγχος έζαιτών πορεΐν,
γυναίκά τ' ού γυναΐκα, μητρώαν δ' όπου
κίχοι διπλη"ν άρουραν ού τε και τε'κνων.
Λυσσώντι δ' αύτω δαιμόνων δείκνυσί τις·
ουδείς γάρ ανδρών, οί παρηι/.εν εγγύθεν.
Δεινονδ' άΰσας, ώς ύ&ηγητοΰ τινός,
508 δΟΡΗΟ0ΧΕδ.
πύλαις διπλαϊς ένηλατ·· έκ δέ πυθμένων
έκλινε κοϊλα κλτ,θρα, κάαπίπτει στέγη.
Ου δη κρευ-.αστήν την γυναϊκ' έσείδοαεν,
πλεκταίς, έώραις έ[Λπεπλεγμε'νην. Ό δέ
όπως όρα νιν, δεινά βρυχηθείς τάλας,
γαία. κρε[Λαστήν άρτάνην. Έπει δέ γη
εκειτο τλη'[Λων, δεινά δ' ήν τάνθένδ' όράν.
Άποσπάσας γάρ ειμότων χρυσηλάτους
περόνας άπ ' αύτης, αίσιν έςεστέλλετο,
άρας επαισεν άρθρα των αύτου κύκλων,
αύδών τοιαΰθ', όθούνεκ' ούκ όψοιντό νιν
οΰθ' οί' έ'πασχ εν ού'9 ' όποϊ' είρα κακά,
άλλ' έν σκότω το λοιπον ους μέν ούκ εδει
όψοίαθ', οΰςδ' εχρηζεν ού γνωσοίατο.
Τοιαΰτ ' έφυανών πολλάκις τε κούχ ά'παξ
ή'ρασσ' έπαίρων βλέφαρα. Φοίνιαι δ' όμοΰ
γληναι γένει ' ετεγγον, ούδ ' άνίεσαν
φόνου αυδώσας σταγόνας, άλλ' όμοΰ [Λέλας
δμβρος χάλαζά αίματο0σσ' έτέγγετο.
Ό πρί,ν παλαιος δ' ολβος ήν πάροιΟε μέν
δλβος δικαίως· νυν δέ τί,δε 5ήαέρα
στεναγμός, άτη, θάνατος, αισχύνη, κακών
όσ' εστί πάντων όνόματ', ούδέν έστ' απόν.
δΟΡΙΙΟαΕδ. 500
ΟΕΐΙίριΙδ, βΙϊΟδδίδ δίβϊ ΟοΙίΠδ, ΙΓϊδΙίδδίηίυΐη
Γ&Ιιηϊι δυηηι άβρίοπιΙ.

· ΌΙΔΙΠΟΥΣ.
Ίόύ, ίου· τα πάντ' αν έξη'κοι σαφίί.
ΤΩ φως, τελευταίόν σε προσβλέψαιαι νυν,
3στις πέφασ[Λαι φύς τ' άφ' ών ού χρ^ν, ξύν οϊς τ'
ου /ρην όμιλών, ους τέ α' ούκ έ$ει κτανών. . .
Αίαϊ αίαί.
Φευ φευ δύστανος εγώ,
ποϊ γάς φέρομαι τλάαων ;
·πα [Λοι φθογγα φοράδην ;
Ίώ 5αί[χ.ον7 'ιν' έξη'λλου. . .
Ίώ σκότου
νιφος έμον άποτροπον, έπιπλόαενον ά^ατον,
άδάματόν τε και δυσουριστον όν.
θΐ[/.οι,
οιμοι μάλ' αύθις, οίον εισέδυ μ' άμα
κιντρον τε τώνδ' οιστρημα και ιΛνη'{/.η κακών. . .
Ίώ φίλος,
[Λέν έμος έπίπολος έτι «.όνιαος ; έτι γαρ
υπομένεις ^.ε τον τυφλον κν,οευων.
Φευ φευ.
510 δΟΡΗΟΟΧΕδ.
Ού γάρ με λη'θεις, άλλα γιγνώσκω σαφώς,
καίπερ σκοτεινές, τνίν γε σνιν αύ^ην δμώς. . .
"Απόλλων τάδ' ην, Απόλλων, φίλοι,
ό κακα κακα τελών έμά τάδ' έ[Λά πάΟεα.
Έπαισε αύτόχειρ νιν οΰτις, άλλ' εγώ τλά^ων.
Τί γαρ ε,ϊει \Λ ' όραν,
οτω γ' όρώντι ριδέν ην ιδεϊν γλυκύ ; . . .
Τί δητ · εαοι βλεπτον, η
στερκτον, $ προση'γορον
έτ * εστ · άκούειν ήδονα, φίλοι ;
"Απάγετ ' έκτόπιον ότι τάχιστα [/.ε,
άπάγετ', ώ φίλοι, τον ολεθρον [Λέγαν,
τον καταρατότατον, έτι &έ και θεοϊς
έχθρότατον βροτών. . .
Όλοιθ ' όστις ίν ος αγρίας πε'δας
νομάδ ' έπιποδίας ελαβε [Λ ' από τε φόνου
ίρυτο κάνεσωσεν, ούδέν ές χάριν πράσσων.
Τότε γαρ αν θανών
·ούκ ην φίλοισιν ούδ ' εαοι τοσόνδ ' άχος. . .
Ού'κουν πατρός γ ' άν φονεύς
ήλθον, ούδέ νυαφίος
βροτοϊς έκλνίθην ών εφυν άπο.
-ΜΟν 5 ' άθεος με'ν ει[Λ ', άνοσίιον ο"έ παίς.
ΑΕδ0ΗΥΙΛΙδ.
^.ογενης δ' άφ' ών αυτος έ'φυν τάλας.
Ει δε τι πρεσβύτερον έτι κακοΰ κακον,
τοΰτ' έ*λαχ' Οιδίπους.

ΛδϋΗΥΙΙ ΑΟΑΜΕΜΝΟ.
ΒβΗο Τπη&ηο οοηίβοΙο, Α^&ηιβηιηοηίδ
ρκβοο ΙβΓΓ3ίη ρ&ΙΓϊ&ηι κ&ίηΙαΙ.

ΚΗΡΥΞ.
·Ιώ πατρώον ούδας Άργείας χθονος,
δεκάτω σε φέγγει τώδ ' άφικόμην έτους,
-κολλών ραγεισών έλπίδων [χιάς τυχών.
Ού γάρ ποτ ' τϋχουν ττ,δ ' εν Άργεία χθονί
θανών [Λεθέξειν φιλτάτου τάφου [Λέρος.
Νυν χαίρε [Λεν χθων, χ.αιρε δ' ίλίου φάος,
υπατος τε χώρας Ζευς, ό Πύθιος τ · αναζ
τόξοις ιάπτων μηκέτ ' εις νψάς βελη
αλις παρα Σκάμανδρον ηλθ ' άνάρσιος·
νυν δ ' αύτε σωτηρ "ίσθι κάταγώνιος,
«ναξ "Απολλον. Τους τ ' άγωνίους θεούς
πάντας προσαυδώ, τόν τ ' έμόν τψ.άορον
Έρμην, φίλον κηρυκα, κηρύκων σέβας,
312 ΑΕδΟΠΥΙϋδ.
νίρως τε τους πέαψαντας, ευμενεΐς πάλιν
στρατον δέχεσθαι τον λελειαμένον δορός.
1ώ [Λέλαθρα βασιλέων, φίλαι στέγαι,
σεμνοί τε &ά/.οι, δαίμονες τ ' άντη'λιοι,
εΐ που πάλαι. φαιδροϊσι τοιιίδ ' ομμασι
<*ε'ξασθε κόσμω βασιλέα πολλώ χρόνω.
"Ηκει γαρ ύμϊν φώς έν εύφρόνη φέρων
και τοισδ' άπασι κοινον Άγαμέμνων άναξ.
Άλλ' εύ νιν άσπάσασθε, και γαρ ούν πρέπει,
Τρο·'αν κατασκάψαντα του Νικηφόρου
Διος μακέλλνι. τίί κατείργασται πέδον.
Βωμοι δ' άϊστοι και 5εών ιδρύματα,
και σπέρμα πάσης έςαπόλλυται χθόνος.
Τοιόνδε Τροία περιβαλών ζευκτη'ριον
αναξ Άτρείδης πρέσβυς εύδαίμων άνηρ
ίίκει, τίεσθαι δ' άξιιίίτατος βροτών
των νυν Πάρις γαρ οΰτε συντελης πόλις
ΐξεύχεται το όραμα του πάθους πλέον.
Όφλών γάρ άρπαγης τε και κλοπές δίκτ,ν
του ρυσίου νίμαρτε και πανώλεθρον
αύτόχθονον πατρωον έ'θρισεν δόμον.
Διπλά δ' ετισαν Πριαμίδαι θάμάρτια.
ΑΕδα1ΥΙϋδ. 31.Τ

ΟαδαηάΓ» 0ΓβδΙϊδ ΓβάίΙηπι βΙ υΙΙϊοηβπι

^——
ΚΑΣΑΝΔΡΑ.
Παπαΐ, οίον το πυρ · επέρχεται δε ιΛοι.
Ότοτοΐ, Λυκει' "Απολλον, οΐ εγώ έγώ.
Α3τη δίπους λε'αινα συγκοιμιομένη
λύκω, λέοντος εύγενοΟ: απουσία,
κτεινεΐ με τ^ν τάλαιναν · ώ: δε φάρμακον
τευχουσα κάμοΰ [Λισθόν ένθησειν κάτω
επεύχεται άγουσα φωτι φάσγανον,
£μ·ίς αγωγΐς άντιτίσασθαι φόνον.
Τί δήτ ' έ[Λαυτ·?ίς καταγέλωτ' εχω τάδε,
και σκήτρα και [Λαντεΐα περί δε'ρν) στε'φν) ;
σέ μέν προ μοίρας τής έαής διαφθερώ.
"Ιτ' έ; φθόρον πεσόντ'· εγώ δ' άμ,' εψομαι-
άλλην τιν' ατη; άντ' έμοΰ πλουτίζετε,
ΐδού δ' Απόλλων αύτος έκδύων εαέ
χρηστχρίαν έσθ-?)τ,. Έπώπτευσας δέ με
κάν τοΐσδε κόσαοις καταγελ(·ψ.ε'νν)ν μετά
φίλων, ύπ' εχθρών, ού διχορόόπως, ματην.
Καλουαε'νν) δέ οοιτάς ώς άγυρτρια
314 ΑΕδϋΗΥΙϋδ.
πτωνΐς τάλαινα λιμοθνής ήνεσχό{Μίν.
Κ,αι νυν ό μάντις μάντιν έκπράξας έμέ
«πηγαγ' ές τοιάσδε θανασιμους τύχας.
Βωμου πατρώου άντ' έπίξηνον μένει
3ερμώ κοπείσ») φοινίω προσφάγματι.
Ού μην άτιμοι γ' εκ θεών τεθνη'ςομεν.
"Ηξει γαρ ημών άλλος αύ τιμάορος,
|Λητροκτόνον φίτυμα, ποινάτωρ πατρός·
φυγας ο*' άλητης τηςδε γης άπόξενος
κάτεισιν, άτας τάςδε θριγκώσων φίλοις·
όμώμοται γαρ ορκος έκ θεών μέγας,
άςειν νιν ύπτίασμα κειμένου πατρός.
Τί δήτ' εγώ κάτοικος ώδ' άναστένω
έπεί το πρωτον είδον Ιλίου πόλιν
πράξασαν ώς επραξεν οΐ ο" εϊχον πόλιν,
οΰτως άπαλλάσσουσιν έν θεών κρίσει ;
Ίοΰσα πράξω, τλη'σομαι το κατθανεΐν.
"^δου πύλας £έ τάςδ' εγώ προσεννέπω·
έπευχομαι ο*έ καιριας πληγης τυχεΐν,
ώς άσφάίαστος, αιμάτων εύθνησίμων
άπορρυέντων, ομμα συμβάλω τόό*ε.
315

ΡΚΟΜΕΤΗΕϋδ νίΝΟΤϋδ.
Υηίο&ηυδ Ρι-οηιβΙΙιβυηι Γυρί &Ιϊί§ϊΙ ίηνίΐηκ.

[ΚΡΑΤΟΣ, "ΗΦΑΙΣΤΟΣ.]
ΚΡΑΤΟΣ.
Χθονος (Λεν εις τηλουρον νίκομεν πε'ιϊον,
Σκύθην ες οι-αον, άβατον εις έρημίαν.
Ήφαιστε, σοι χρή μέλειν ίπιστολάς
ας σοι πατηρ έφεΐτο, τόνδε ηιρος πέτραις
ύψτ,λοκρη'ανοις τον λεωργον όχαάσαι
αδαμαντινων δεσμών εν άρρηκτοις πε'δαις.
Το σον γαρ άνθος, παντέχνου πυρος σελας,
:5ν/)τοϊσι κλε'ψας ώπασεν τοιάςδε' τοι
αμαρτίας σφέ δεΐ 3εοΐς δούναι δίκην,
ώς άν διδαχθή την Λιος τυραννίδα
στε'ργειν, φιλανθρωπου δέ παύεσθαι τρόποι».
"ΗΦΑΙΣΤΟΣ.
Κράτος Βία τε, σφων μεν εντολη Διί/ς
εχει τελος δη κούδέν έμποδων έτι·
εγω δ' άτολμος ειμι συγγενη 3εον
δησαι βία φαραγγι προς δυσχειαερω.
Πάντως δ' άνάγκη τώνδέ [Λοι τόλμαν σχ_εθ«ϊν
3*6 ΑΕδΟΗΥΙϋΒ.
εξωριάζειν γαρ πατρος λόγους βαρύ.
Τις όρθοβούλου Θέτιδος αιπυαίίτα παί,
«κοντά σ' άκων δυσλύτοις χαλκεύαασι
προσπασσαλεύσω τωδ' άπανθρώπω πάγω,
ϊν' ού'τε φωνην οΰτε του μορφην βροτών
όψει, σταΟευτος -/,λ'·ου φοίβη φλογι
χροιάς αλείψεις άνθος· άσμε'νω δέ σοι
ή ποικιλείμων νύξ αποκρύψει φάος·
πάχνην έώαν ηλιος σκεδα πάλιν
«ι δέ του παρόντος άχθηδών κακοΰ
τρυσει σ'· ό λωφησων γαρ ού πε'φυκε' πω.
Τοιαΰτ' έπηύρου του φιλανθρωπου τρόπου.
θ«6ς θεών γαρ ούν ύποπτη'σσων χόλον
βροτοϊσι τιμάς ώπασας περα δίκης.
Άνθ' ών άτερπίι τη'νδε φρουρη'σεις πέτραν,.
όρθοστάοΝ)ν, άϋπνος, ού κάμπτων γόνυ·
πολλούς ϋ'-όουρμους και γόους ανωφελεΐς
φθέγξει· Διος γαρ δυσπαραίτητοι φρενες··
ίπας δέ τραχύς οστις άν νέον κρατνί.
317

ΠΕδΙΟϋΙ ΟΡΕΚΑ ΕΤ ϋΙΕδ.


ΑυΓβ& ίιοηιίηυηι 3ΒΙΕίδ.

Χρύσεον μέν πρώτιστα γένος μερόπων ανθρώπων


αθάνατοι ποίησαν Όλύμπια δι·ψ.ατ ' έχοντες.
Οΐ μεν επί Κρόνου ν)σαν, οτ ' ούρανω έαβασίλευσεν-
ώςτε θεοί δ ' εζωον άκηδέα 5υ[Λ6ν έχοντες,
νόσφιν άτερ τε πόνων και όϊζύος' ούδέ τι δειλον
γηρας έπήν, αιεί δέ πόδας και χ.ειρας όμοϊοι
τέρποντ ' εν Ιταλί^σι κακών έκτοσθεν απάντων
Β'νί,σκον δ' ώς υπνω δεδρ)μένοι· έσθλά δέ πάντα
τοισιν έ'ην' καρπ,ν δ' έφερε ζείδωρος άρουρα
αύτομάτη, πολλόν τε και άφθονον οί δ' έθελν)[«Μ.
ήσυχοι έ'ργ ' ένέαοντο συν έσθλοϊσιν πολέεσσιν,
[άφνειοί [Ληλοισι, φίλοι μακάρεσσι θεοϊσι.]
Αύτάρ έπειδί) τουτο γένος κατά γαΐα κάλυψεν,
τοι μέν δαίμονές είσι Διος αεγάλου δια βουλάς
έσθλοί, έπιχθόνιοι, φύλακες θνητών ανθρώπων
οι ρα φυλάσσουσίν τε δίκας καί σχετλια έργα,
-,ήέρα έσσά[χενοι πάντη φοιτώντες έπ' αίαν,
πλουτοδόται· και τοΰτο γέρας βασιλη''ίον έ'σχον.
3Ι8 ΠΕδΙΟΟυδ.
ΑΓ^βηΙβ& κΙ&§ ΐιοηιίηηηι.
Δεύτερον αύτε γένος πολύ χειρότερον μετόπιαβεν
«ργύρεον ποίησαν Όλύ[χπια δώ[Λατ' εχοντες,
χρυσέω οΰτε φυην έναλίγκιον οΰτε νόηζα.
Άλλ' έκατον [ιέν παίς έ'τεα παρά [«)τέρι κε&νϊί
«τρέφετ ' άτάλλων, [Λέγα νηπιος, ω ένί οίκω·
άλλ' οτ' αν ήβη'σειε και ίίβης μετρον ΐκοιτο,
-παυρίδιον ζώεσκον επί χρόνον, άλγε' έχοντες
«φραδίν)ς· ΰβριν γαρ άτάσθαλον ούκ έδύναντο
αλλ/ιλων άπέχειν, ούδ' αθανάτους θεραπεύειν
-η'θελον, ούδ' έρδειν μακάρων ιεροϊς επί βωρΛΪς,
-ή θέμις άνϋ)ρώποισι κατ' νίθεα. Τους μεν έπειτα
Ζευς Κρονίδης έκρυψε χολούαενος, οΰνεχα τιμας
ούκ έίίίουν [Λακάρεσσι θεοϊς οΐ "Ολυαπον έχουσιν.
Α,ύταρ έπεί και τοΰτο γένος κατά γαία κάλυψε,
-τοί μεν ύποχθόνιοι [Λάκαρες θνητοί καλέονται,
δεύτεροι, άλλ' ευνπης τιαή και τοϊσιν όπηδεΐ.
Μπζά 3Βΐ&δ ίιοηήηηηι.
Ζευς δέ πατήρ τρίτον άλλο γένος μερόπων ανθρώπων
χάλκειον ποίησ ούκ άργυρέω ούδέν όποΐον,
«κ [Λελιάν, δεινόν τε και δμβριμον οίσιν "Αρηος
*ργ' έ'[Λελε στονόεντα και υβριες· ούδέ τι σϊτον
"ίισθιον, άλλ' άδάμαντος έχον κρατερόφρονα ^υμόν,
ΗΕδΙΟϋϋδ. 319
άπλητοι· μεγάλη δέ βίη και χεΐρες άαπτοι
εξ ωαων επέφυκον επι στιβαροΐσι μέλεσσιν.
Τοϊς Ϋ,ν χάλκεα αέν τεύχεα, χάλκεοι δέ τε οίκοι
χαλκω ο' είργάζοντο· μέλας δ' ούκ εσκε σίδηρος.
Και τοι μεν χείρε^σιν ΰπο σοετέρησι δααέντες
βησαν ες εύρώεντα δόαον κρυεροΰ Άιοαο,
νώνυμνοι· θάνατος δέ και, έκπάγλους περ έοντας
είλε [Λέλας, λααπρον δ' έλιπον φάος ήελίοιο.
ΛΙ»δ ΙιοΓοηηι.
Αύταρ έπει και τουτο γένος κατά γαία κάλυψεν,.
αύτις ετ ' άλλο τεταρτον επί χθονί πολυβοτείρη
Ζευς Κρονίδης ποίησε, δικαιότερον και άρειον,
άνδρων ηρώων θεΐον γενος, οΐ καλέονται
ημίθεοι προτέρη γενεί) κατ' άπείρονα γαίαν.
Και τούς μεν πόλεαός τε κακος και φύλοπις αινή;
τους μεν εφ' έπταπυλω Θη'βη, Καδρ)ΐι5ι γαή),
ώλεσε μαρνααε'νους [«{λων ενεκ' Οιδιπόδαο,
τούς και έννηεσσιν ύ-έρ [/.έγα λαίτμα θαλάσσης;
ες Τροίην άγαγων Ελένης ενεκ' ήϋκοαοιο.
"Ενθ ' νίτοι τούς μεν θανάτου τέλος άμφεκάλυψε·
τοις δέ δίχ' ανθρώπων βίοτον καί νίθε' όπάσσας
Ζευς Κρονίοης κατένασσε πατί)ρ ές πείρατα γαίης,
τηλου άπ' αθανάτων τοΐσιν Κοόνος έαβασιλεύει.
320 ΠΕδΙΟΟϋδ.
Και τοι μεν ναίουσιν άκηδέα 3·υαον εγοντες
εν αακάρων ν/ίσοισι παρ' Ώκεανον βαθυδίνην,
όλβιοι νίρωες, τοϊσιν ι.Λελινίδέ'α καρπον
τρις έ'τεος βάλλοντα φε'ρει ζείδωρος άρουρα.
ΡοΓΓβ& 3ΒΙ&δ Ιιοηιίηηηι.
Μτκέτ ' έπειτ ' ώφειλον εγώ πευνπτοισι μετεϊναι
άνδράσιν, άλλ' η πρόσ9ε θανεΐν η επειτα γενεσθαι.
Νυν γαρ δη γε'νος εστί σιδη'ρεον ούδέ ποτ' 7)[Λαρ
παυσονται κααάτου και όϊζύος, ούδέ τι νύκτωρ
<ρθειρομενοι· -/ αλεπάς δέ θεοι δώσουσι [Λερίυννας·
«λλ' ε^τΓ/ις και τοϊσι μεαίξεται έσθλά κακοϊσιν.
Ζεύς δ' όλέσει και τοΰτο γενος [«ροπων ανθρώπων,
-ευτ'αν γεινό[Λενοι πολιοκρόταφοι τελε'θωσιν.
Ούδέ πατίρ παίδεσσιν όαοίϊος ούδέ τι παίδες,
·ούδέ ξεΐνος ξεινοδόκω και εταϊρος έταίρω,
·ούδέ κασίγνητος φίλος έ'σσεται, ώς το πάρος περ.
Α.ίψα δέ γηράσκοντας άτι[Αν)'σουσι τοκνίας·
{^αψονται δ' άρα τους χαλεποϊς βάζοντες επεσσι,
σ/έτλιοι, ούδέ θεών οπιν ειδότες· ούδε' κεν οίγε
γηραντεσσι τοκεΰσιν άπο δ'ρεπτνίρια δοϊεν,
-χειροδίκαι· ετερος δ' έτερου πόλιν έξαλαπάξει.
Ούδέ τις εύόρκου χάρις έ'σσεται οΰτε δικαίου
-ουτ' άγαθου, μάλλον δέ κακών ρεκτήρα και υβρη -
ΗΟΜΕΚϋδ. 32*
άνέρα τιμω'σουσι· δίκη δ' εν χερσι, και αιδώς
«ύκ έσται· βλάψει δ' ό κακος τον άρείονα φώτα
ρίθοισι σκολιοις ένε'πων, έπι δ ' ίρκον ό[Λεΐται.
Ζηλος δ ' άνθρώποισιν όϊζυροΐσιν άπασιν
ίυςκέλαδος, κακόχαρτος όααρτη'σει, στυγερώπιις.

ΠΟΜΕΚΙ ΙΙΙΑϋΙδ XXII.


ΗβοΙΟΓ βΐ ΑοΙιίΙΙβδ δϊη§ηΙαΓΪ οβιΊαπιϊηβ
οοη§ΓβάϊυηΙυΓ: ΗβοΙοπδ οκάβδ.

Οί οτε δη σχεδον ήσαν επ' άλληλοισιν ιόντες,


τον πρότερος προσέειπε μέγας κορυθαίολος "Εκτωρ·
Οΰ σ' έτι, Πηλε'ος υίε, φοβησομαι, ώς το πάρος περ.
Τρις περι άστυ μέγα Πριάμου δίον, ούδε' ποτ* έτλντ*
^εΐναι επερχόμενον · νυν αύτέ γ.ε 5υ[Λος άνίίκεν
-στη'αεναι άντία σεΐο· ελοιαί κεν, νί κεν άλοίην.
Άλλ' άγε,δευροθεουςέπιδώμεθα· τοί γαρ άριστοι
[Λαρτυροι εσσονται και επίσκοποι άρμονιάων
ού γαρ εγώ σ' εκπαγλον άεικιώ, αΐ κεν έαοί Ζευς
δών) καμμονίν)ν, σήν 5ε ψυχήν άφέλωααι'
άλλ' έπει άρκέ σε συλη'σω κλυτατεύχε', Άχιλλεΰβ
νεκρον Άχαιοΐσιν δώσω πάλιν ως δέ συ ρέζειν.
21
322 ΉΟΜΕΚϋδ.
Τον άρ' ύπόδρα ιδων προςέφη πόδας ώκύς ΆνΛ-
[λευ'ς·
"Εκτωρ, ρί [/οι, άλαιτε, συνν^αοσυνας αγόρευε.
Ώς ούκ εστι λε'ουσι και άνδράσιν ό'ρκια πιστά,
ούδέ λύκοι τε και άρνες όαόφρονα 3Μ[.Λον εχουσιν,
άλλα κακά φρονέουσι διαμπερές άλλη'λοισιν
ως ούκ εστ' έμε και σε φιλνίμεναι, οΰτε τι νώϊν
-ό'ρκια εσσονται, πριν γ ' η έτερον γε πεσόντα
αιματος άσαι "Αρηα, ταλαυρινον πολεμιστην.
Παντοίης άρετής {Λιμνη'σκεο· νυν σε [λάλα χρή
αίχριτη'ν τ ' εμεναι και θαρσαλε'ον πολε^ιστην.
Ου τοι ετ ' εσθ ' ύπάλυξις· άφαρ δέ σε Παλλάς
[ Άθηνη
-εγχει έαω δαμαα· νΰν δ' αθρόα πάντ' αποτίσεις
κη'δε' έ{<ών έτα'ρων, οΰς εκτανες έγχεϊ θυων.
ΤΗ ρα, και ά[Λπεπαλών προΐ'ει δολιχόσκιον έγχος.
Και το μέν άντα ιδών νίλεύατο φαίδιμος "Εκτωρ·
«ζετο γαρ προϊδών, το ο* ' ύπέρπτατο χάλκεον εγχος,
«ν γαίνι δ'έπάγη· ανά δ'νίρπασε Παλλας Άθνίνη,
αψ δ' Άχιλΐϊ δΐδου, λάθε δ' "Εκτορα, ποιμένα
"Εκτωρ δέ προςε'ειπεν ά[Λύμονα Πηλείωνα· [λαών.
"Ημβροτες, ούδ 'ά'ρα πώτι, 5εοΐς επιείκελε Άχιλ-
ίκ Διος νϊείδης τον ερών [Λορον νίτοι έφηςγε· [λευ,
ΗΟΜΕΚϋδ. 32ο
άλλα τις άρτιεπης και έπίκλοπος έπλεο μυθων,
όφρα σ' ύποδδείσας αένεος άλκΐς τε λά()ωμαι.
Ού μεν μοι φευγοντι [ΐεταφρένω έν δόρυ ιτ/ίξεις,
άλλ' ίθυς μειΛαώτι δια στη'θεσφιν έλασσον,
εΐ τοι έ'δωκε θεός· νυν αύτ' έαον έ'γχος άλευαι
γάλκεον, ώς δη μιν σω έν χρο'ί πάν κοαίσαιο.
Καίκεν έλαφρότερος πόλεμος Τρώεσσι γενοιτο,
σείοκαταφ()ιμένοιο· συ γάρ σφισι πίίαα [ιέγιστον.
ΤΗ ρα, και άμπεπαλών προΐει δολιχόσκιον έγχος,
και βάλε Πηλείδαο αέσον σάκος, ούδ' άφάμαρτεν
τήλεδ' άπεπλάγχθη σάκεοςδόρυ. Χώσατοδ' Έκ-
όττιράοί βέλος ώκυ έτώσιον έκφυγε χειρός· [τωρ,
στη δέ κατηφη'σας, ούδ' άλλ' έχε μείλινον έγχος·
Δηΐφοβον δ' έκάλει λευκάσπιδα [Λακρον άΰσας·
ητεέ μιν δόρυ μακρόν ό δ' οΰτι οί έγγύθεν ήεν.
"Εκτωρ δ' έγνω ησιν ένι φρεσι φώνησέν τε·
Ώπόποι, ή μάλαδη' [-.ε 5εοΊ &άνατόνδε κάλεσσαν
Δηΐφοβον γαρ έ'γωγ' έφάμην ηρωα παρεϊναι'
άλλ' ό μεν έν τείχει, έ[ιέ δ' έξαπάτησεν Άθη'νη.
Λυν δέ δη έγγύθι μοι θάνατος κακος, ούδέ τ' άνευθεν
ούδ ' άλέη · ή γάρ ρα πάλαι τόγε φίλτερον ήεν
Ζηνί τε και Διός υιεϊ, Έκηβόλφ, οΐ με πάρος γε
πρόφρονες ειρυατο· νϊϊν αυτέ με Μοιρα κιχανει'
324 ΠΟΜΕΚϋδ.
μνι μαν άσπουδί γε και άκλειώ: άπολοίμην,
άλλα [Λέγα ρέξας τι και εσσομένοισι πυθέσθαι.
*Ως άρα φωνη'σας είρύσσατο φάσγανον οξύ,
το οΐ ύπο λαπάρην τέτατο μέγα τε στιβαρόν τε.
Οΐμησεν δε άλείς, ώςτ ' αιετος ύψι—ετη'εις,
οςτ' εΐσιν πεδίονδε δια νεφέων έρεβεννών,
άρπάςων η άρν' άμαλην ί) πτίίκα λαγωόν
ώς "Εκτωρ οϊ[Λησε, τινάσσων φάσγανον όξύ.
ΏρζΛη'&η ο1 'Α,χιλεύς, με'νεος δ' εμπλν)σατο !5υμον
άγριου· τ:ρόσ9εν δέ σάκος στε'ρνοιο κάλυψεν
καλον, δαιδάλεον κόρυθι δ' έπε'νευε φαεινή,
τετραφάλω· καλαι δέ .περισσείοντο εΟειραι
χρύσεαι, άς "Ηφαιστος ΐει λόφον άμφι θαμειάς·
οίος δ' άστήρ είσι μετ ' άστρασι νυκτος άμολγω
εσπερος, ος κάλλιστος εν ούρανφ ϊσταται άστνίρ·
ως αιχμης άπέλαμπ' εύνίκεος, ην άρ' Άχιλλεύς
πάλλεν δεξιτερίί, φρονέων κακον "Εκτωρι δίω,
εισοροων χρόα καλον, οιγ/ι ε'ίξειε μάλιστα.
Του δέ και άλλο τόσον μεν έχε χρόα χάλκεα τεύχη,
καλα, τά Πατρόκλοιο βίην Ινάριςε κατακτάς·
φαίνετο ο', ν) κλν)ΐοΎ)ς άπ' ώμων αύχέν' έχουσιν,
λαυκανίην, ίνα τε ψυχης ώκιστος όλεθρος·
τνί ρ' επι οί μεμαώτ ' έ'λασ' Ιγνεϊ διος 'Λ/ιλλεύς·
ΠΟΜΕΚϋδ. 525
αντικρυ άπαλοίο δι' αύχε'νος ίλυθ' άκωκν).
Ούδ' άρ' άπ ' άσφάραγον μελίη τά[Λε χαλκοβάρεια,
όφρα τί [Λιν προτιείποι αμειβόμενος έπε'εσσιν.
"Ηριπε έν κονίης· όδ'επευξατο δίος Άχιλλεύς·
"Εκτορ, άτάρ που εφης, ΠατροκλΐΓ έςεναρίζων,
σώς εσσεσ!) ', έαέ δ' ούδέν όπίζεο νόσφιν έόντα.
Νη'πιε, τοΐο δ' άνευθεν άοσσητΫ)ρ με'γ' άμείνων
γ/ιυσίν έ'πι γλαφυρνίσιν έγώ μετόπισθε λελείμμην,
ός τοι γούνατ ' ελυσα· σέ μεν κυνες ' οιωνοί
ίλκη'σοοσ' άϊκώς, τον οέ κτεριοΰσιν Άραιοί.
Τον δ' όλιγοδρανέων προςέφν) κορυθαίολος Έτωρ·
λίσσομ' υπέρ ψυχής και γουνων, σων τε τοκη'ων,
μνί με έ'α παρα νηυσι κυνας καταδάψαι Αχαιών
άλλα σύ [«ν χαλκόν τε άλις -/ρυσόν τε δέδεξο,
&ορα, τά τοι ^ώσουσι πατήρ και πότνια μητηρ·
σώμα σ'έ οίκαδ ' έμον δόμεναι πάλιν, δφρα πυρός με
Τρώες και Τρώων άλο-/οι λελάχωσι θανόντα.
Τον δ ' άρ ' ύπυδρα ιδών προσε'φη πόδας ώκύς
['Αχιλλεύς·
μη' με, κύον, γουνων γουνά^εο, μηοε τοκηων
αϊ γάρ πως αυτόν με μένος και θυμος άνείν),
ώμ' άποταμνόμενον κρέα έ'δμεναι, οία μ' εοργας·
ως ούκ εσθ' δς σης -γε κυνας κεφαλής άπαλάλκοι·
326 ΠΟΜΕΚϋδ.
ούδ ' ι'ί κεν δεκάκις τε και είκοσινη'ριτ ' άποινα
στη'σωσ' ένθάδ ' άγοντες, ύπόσχωνται δέ και άλλα -
ούδ ' ε'ί κέν σ' αύτον χρυσώ έρυσασθαι άνώγοι
Δαρδανίας Πρίαμος· ούδ' ώς σέγε πότνια ρίτνίρ
ενθεμένη λε^ε'εσσι γοη'σεται, ον τε'κεν αύτη,
άλλα κύνες τε και οιωνοι κατά πάντα δάσονται.
Τον δέ καταθνη'σκων προσέφη κορυθαίολος "Εκτωρ·
η σ' εύ γιγνώσκων προτιόσσοααι, ούδ' άρ' εμελλον
πείσειν ή γαρ σοίγε σιδη'ρεος έν φρεσι θυι/.ός.
Φράζεο νυν, ρί τοί τι ^εών ρίνιμα γενω[χαι,
Ϋίματιτώ, δτε κεν σε Πάρις και Φοιβος Απόλλων,
έα~θλον έοντ όλε'σωσιν ένί Σκαινίσι πύλησιν.
*Ω; άρα μιν είπόντα τέλος &ανάτοιο κάλυψεν
ψυχή δ' εκ ρεθε'ων πτα[/.ένη "Αϊδόςδε βεβη'κει,
δν πότρ>ν γοόωσ'α, λιποΰσ' άδροτνίτα και ηβην.
Τον και τε9νηώτα προσηυδα δϊος Άχιλλευς·
Τέθναθι· Κηρα δ' εγώ τότε δέξορα, όππότε κεν δή
Ζεύς έ9ε'λνι τελε'σαι ήδ' άθάνατοι θεοι άλλοι.
ΤΗ ρα, και εκ νεκροϊο έρυσσατο χάλκεον εγχος·
και τόγ ' άνευθεν ΙΒηχ ', ό 5 ' άπ ' ώρον τευχε ' έσύλα
αΐριτόεντ'· άλλοι δέ περίδραρν υίες Άχαιών,
οΐ και &τησαντο ιρυην και είδος άγητον
"Εκτορος· οΰδ ' άρα ο" τις άνουτητί γε παρέστη.
ΗΟΜΕβΙΙδ. 5-27
ΙΙΙΑΟΙδ XXIII.
Ρπ,ΙΓοβΙυδ ίηηιιβηδο άοΐοΓβ Ιη§βΙυΓ &ϊ) Α-
οηίΐΐβ, οηί &ηίηι& β]υ§ ία δοηιηϋδ &ρρ&ΓβΙ.

Μυρμιδόνας δ ' ούκ εΐα άποσκίδνασθαι Άχιλλεύς».


άλλ' όγε οίς έτάροισι φιλοπτολε'αοισι μετηύδα·
Μυρμιδόνες ταχυπωλοι, έμοι έρίηρις εταϊροι,
[«ι δη' πω ύπ ' ό'χεσφι λυώμεθα μώνυχας ίππους,
αλλ ' αύτοϊς ΐπποισι και άρμασιν άασον ιόντες,
Πάτροκλον κλαίωμεν δ γαρ γέρας εστί θανόντων.
Αύταρ ίπεί κ' όλοοϊυ τεταρπώμεσθα γόοιο,
ίππους λυσάαενοι δορπ/ίσομεν έν9άδε πάντες·
ώς εφαθ' - ο'. δ' ώμωξαν άολλε'ες· ίρχε δ' Άχιλλευς.
Οί δέ τρις περι νεκρον έΰτριχας νίλασαν ίππους,
μυρόμενοι· μετά δέ σφι Θέτις γόου ΐμερον ωρσεν.
Δευοντο ψάμαδοι, δεύοντο δέ τευχεα φωτών
δάκρυσι· τοίον γαρ πόθεον ρίστωρα «ρόβοιο.
Τοισι δέ Πηλείδης άδινοΰ εςήρχε γόοιο,
χεΐρας έπ ' άνδροφόνους θε'μενος στη'θεσσιν εταίρου·
Χαϊρε [ιοι, ώ Πάτροκλε, και ειν Άΐδαο δόαοισιν
πάντα γαρ Ϋίδη τοι τελέω, τα πάροιθεν ύπε'στην,
"Εκτορα δεΰ'ρ' έρυσας δώσειν κυιιν ώ[Λα δάσασθαι,
δώδεκα δέ προπάροιθε πυρίίς άποδειροτομη'σειν
328 ΗΟΜΕΚϋδ.
Τρωων άγλαα τέκνα, σε'θεν κταμένοιο χολωθείς.
ΤΗ ρα, και "Εκτορα δίον άεικέα ρν/$ετο εργα,
-πρτνέα παρ λεχέεσσι Μενοιτιάδαο τανύσσας
«ν κονίν)ς· οί εντε' άφωπλίζοντο εκαστος
χάλκεα, μαρμαίροντα, λυον δ' ύψηχέας ί'ππους-
καδ δ ' ίζον παρά ν/)ί ποδώκεος Α ιακίδαο,
{ΐυρίοι· αύταρ ό τοϊσι τάοον μενοεικέα δαίνυ.
Πολλοι μεν βόες άργοι όρέχθεον άμιρι σιοΝίρω,
«φαζόμενοι, πολλοι δ ' οϊες και μηκάδες αίγες·
-πολλοί δ ' άργιοδόντες ΰες, θαλέθοντες άλοιφή',
εύόμενοι τανύοντο διά φλογος Ήφαίστοιο·
-κάντν) δ' άμφι νε'κυν κοτυληρυτον ερρεεν αίμα.
Αύτάρ τόνγε ανακτα ποδώκεα Πηλείωνα
*ις Αγαμέμνονα δίον άγον βασιληες Άχαιών,
σπουδή παρπεπιθόντες, εταίρου χωόμενον κνίρ.
Οί δ' δτε δη κλισίην Άγαμέμνονος ίξον ιόντες,
αύτίκα κηρύκεσσι λιγυφθόγγοισι κέλευσαν
άμφι πυρί στήσαι τρίποδα μέγαν ει πεπίθοιεν
Πηλείδ/ιν, λούσασθαι άπο βρότον αΐματόεντα.
Αύτάρ όγ' ήρνείτο στερεώς, έπι δ' δρκον δμοσσεν
Ού μά Ζ^ν', οςτις τε θεών υπατος _και άριστος,
ού θέμις έστ* λοετρά καρη'ατος άσσον ΐκέσθαι,
-πρίν γ' ΐνι Πάτροκλον θέμεναι πυρι, σνίμά τε νεΰαι,
ΗΟΜΕΚϋδ. 329
χείρασθαί τε χάμην έπει ου [Λ' έτι δεύτερον ώδε
ΐξετ' άχος κρα^ίην, ό'φρα ζωοΐσι μετείω.
Άλλ' νίτοι νυν μέν στυγερτί πειθ<ό[Λε9α δαιτί·
"/ίώθεν οτρυνον, άναξ άνδρων Άγά[Μ[/,νον,
ΰλνιν τ' άξέμεναι, παρά τε σγϊΐν, ώς επιεικές
νεκρον έχοντα νέεσθαι ύπΐ» ζόφον νΐεροεντα·
όφρ' νίτοι τουτον μεν έπιφλέγη άκάιΛατον πυρ
δάσσον άπ' οφθαλμών, λαοι δ' επί έργα τράπωνται.
*Ως έφαθ' · οΐ δ ' άρα του μαλα [^έν κλύον ήβ' έ-
[πίθοντο.
Έσσυμένως δ' άρα δόρπον έφοπλίσσαντε: εκαστοι
δαίνυντ', ούδέ τι θυαός έδεύετο δαιτος έΐσης.
Αύτάρ έπει πόσιος και έδητύος έξ έ'ρον έ'ντο,
οΐ μέν κακκείοντες έβαν κλισίηνοε έ'καστος.
Πηλείδης δ' έπι 3Ίνί πολυφλοίσβοιο θαλάσσης
κεΐτο βαρυστενάχων, πολέσιν ρ·.ετά Μυρμιδόνεσσιν,
εν καθαροί, ό'θι κύματ' έπ' ήΐόνος κλύζεσκον
εύτε τον υπνος έρ·.αρπτε, λύων μελεδη'ματα θυμου,
νηδυμος άμφιχυθείς · ρ·.άλα γαρ κάμε φαίδι[Λα γυΐα
"Εκτορ' έπαΐσσων προτι "Ιλιον ηνεμδεσσαν.
Ήλθε δ ' έπί ψυχη Πατροκληος δειλοΐο,
πάντ' αύτω, μέγεθόςτε και ορψ.ατα κάλ', εικυϊα,
και φωνήν, και τοΓα περί χροί εΐματα εστο·
350 ΗΟΜΕΚϋδ.
οτη δ' άρ' ύ-έρ κεφαλές καί μιν προς μΰθον εειπεν
«Εΰδει:, αύτάρ έμεϊο λελασμένος επλευ, Άχιλλευ;
«ύ μεν μευ ζ<οοντος άκη'δει:, άλλα θανοντος·
ίϊά—τε με οττι τάχιστα, πύλας 'Λ'ί'όαο περάσω.
Ττλέ με ειργουσι ψυ^· αι , εΐδωλα καμόντων,
-ούδέ μέ ν:ω μίσγεσθαι ύπερ ποταμοιο έώσιν
«λλ' αϋτως άλάλημαι άν' εύρυπυλές "Αϊδος δω.
Κ,αί μοι δος την Τ,εϊρ', όλοφύρομαι· ού γαρ ετ' αΰτις
-νίσσομαι ες Ά'ί'δαο, έιτη'ν με πυρός λελάχητε.
Ού μέν γαρ ζωοί γε (ρίλων άπάνευζίεν έταίοων
βουλας έζόμενοι βουλεύσομεν άλλ' έμέ μεν Κ.νρ
άμφέχανε στυγερη, ν-περ λοίχε γεινόμενόν περ-
και δέ σοι αύτω μοιρα, ^εοΐς έπιείκελ' Άχιλλεΰ,
τείνει ΰ-ο Τρώων εύηγενέων άπολέσθαι.
"Αλλο δέ τοι έρέω -/α), έφησομαι, αΐ κε πίθηαι.
Μη έμα σων άπάνευθε τιϋη'μεναι όστέ', Άχιλλεΰ·
αλλ' ομου, ώς έτράφημεν έν ύμετέροισι δόμοισιν,
εύτε' με τυτ9ί,ν έόντα Μενοίτιος έξ Όπόεντος
-ίγαγεν ύμέτερόνδ', άνδροκτασίης ΰπο λυγρνίς,
-/ίματι τω, οτε παίδα κατέκτανον Αμφιδάμαντος,
ν/)-ιος, ούκ έΟέλων, άμφ' άστραγάλοισι χολωθείς·
ίν9α με δεςάμενος έν δώμασιν ίππότα Πηλεύς,
ΐτραφέ τ' ένδυκέως, και σον θερχποντ' όνόμν>νεν
ΗΟΜΕΚϋδ. 331
ως οέ και όστε'α νώϊν όαη σορος άρκρικαλύπτοι,
χρύσεος άαφιφορεύς, τόντοι πόρε πότνια ρηίτηρ.»
Τον δέ ά-αιχ.ειβόαενος προσε'φη πόδας ώκυς Ά-
[χιλλεύς·
Τίπτε μοι, ηίείν) κεφαλή, δεΰρ' είλη'λουθας,
καί [Λοι ταυτα εκαστ ' έπιτέλλεαι; αύτάρ εγώ τοι
-πάντα μάλ ' εκτελέω και πείσομαι ώς σύ κελεύεις.
Αλλά [Λοι άσσον στήθι· [Λίνυνθά π*ρ άμφιβαλόντε
άλλη'λους, όλοοΐο τεταρπώ[Λετθα -γόοιο.
*Ως άρα φωνησας ώρέξατο χερσι φίλνισιν,
ούδ' ελαβε- ψυχή κατα χθονός ήΰτε καπνός
ωχετο τετριγυϊα. Ταφών άνόρουσεν Άχιλλεύς,
χερσί τε συμπλατάγ/)σεν, έπος όλοφυδνόν έειπεν-
ΤΩ πόποι, ή ρά τις έστι και ειν Άΐδαο δόμοισιν
ψυχή και εΐαωλον άτάρ φρενες ούκ έ'νι πά[Λπαν.
Παννυχίη γάρ μοι Πατροκλήος δειλοϊο
ψυχή εφεστη'κει γοόωσά τε μυρο<Λεν/ι τε,
ν.αίμοι έ'καστ' επε'τελλεν έ'ι'κτο 5ε 5ε'σκελον αύτφ.
*Ως φάτο· τοϊσι δέ πάσιν ύφ' ϊ[Λερον ώρσε γόοιο·
μυρομενοισι δέ τοϊσι φάνη ροδοδάκτυλος Ήώς

Vous aimerez peut-être aussi